ΔΗΜ 15.5–13
(ΔΗΜ 15. Πίστις: §5–34) Οι αντιφατικές προτάσεις των αντιπάλων και η συνέπεια του ρήτορα – Μ. Βασιλιάς και Αρτεμισία δεν θα αντιδράσουν στις αθηναϊκές ενέργειες
Ο ρήτορας ξεκινά την επιχειρηματολογία του, όπου θα προσπαθήσει να αποδείξει ότι η απόφαση των Αθηναίων για βοήθεια προς τους Ροδίους είναι και συμφέρουσα και δίκαιη.
[5] Θαυμάζω δ’ ὅτι τοὺς αὐτοὺς ὁρῶ ὑπὲρ μὲν Αἰγυπτίων
τἀναντία πράττειν βασιλεῖ τὴν πόλιν πείθοντας, ὑπὲρ δὲ τοῦ
Ῥοδίων δήμου φοβουμένους τὸν ἄνδρα τοῦτον. καίτοι τοὺς
μὲν Ἕλληνας ὄντας ἅπαντες ἴσασι, τοὺς δ’ ἐν τῇ ἀρχῇ τῇ
’κείνου μεμερισμένους. [6] οἶμαι δ’ ὑμῶν μνημονεύειν ἐνίους,
ὅτι ἡνίκ’ ἐβουλεύεσθ’ ὑπὲρ τῶν βασιλικῶν, παρελθὼν πρῶτος
ἐγὼ παρῄνεσα, οἶμαι δὲ καὶ μόνος ἢ δεύτερος εἰπεῖν, ὅτι μοι
σωφρονεῖν ἂν δοκεῖτε, εἰ τὴν πρόφασιν τῆς παρασκευῆς μὴ
τὴν πρὸς ἐκεῖνον ἔχθραν ποιοῖσθε, ἀλλὰ παρασκευάζοισθε
μὲν πρὸς τοὺς ὑπάρχοντας ἐχθρούς, ἀμύνοισθε δὲ κἀκεῖνον,
ἐὰν ὑμᾶς ἀδικεῖν ἐπιχειρῇ. καὶ οὐκ ἐγὼ μὲν εἶπον ταῦτα, ὑμῖν
δ’ οὐκ ἐδόκουν ὀρθῶς λέγειν, ἀλλὰ καὶ ὑμῖν ἤρεσκε ταῦτα.
[7] ἀκόλουθος τοίνυν ὁ νῦν λόγος ἐστί μοι τῷ τότε ῥηθέντι.
ἐγὼ γάρ, εἰ βασιλεὺς παρ’ αὑτὸν ὄντα με σύμβουλον ποιοῖτο,
ταὔτ’ ἂν αὐτῷ παραινέσαιμ’ ἅπερ ὑμῖν, ὑπὲρ μὲν τῶν αὑτοῦ
πολεμεῖν, ἐάν τις ἐναντιῶται τῶν Ἑλλήνων, ὧν δὲ μηδὲν
αὐτῷ προσήκει, τούτων μηδ’ ἀντιποιεῖσθαι τὴν ἀρχήν. [8] εἰ μὲν
οὖν ὅλως ἐγνώκατ’, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ὅσων ἂν βασιλεὺς
ἐγκρατὴς γένηται φθάσας ἢ παρακρουσάμενός τινας τῶν ἐν
ταῖς πόλεσι, παραχωρεῖν, οὐ καλῶς ἐγνώκατε, ὡς ἐγὼ κρίνω·
εἰ δ’ ὑπὲρ τῶν δικαίων καὶ πολεμεῖν, ἂν τούτου δέῃ, καὶ
πάσχειν ὁτιοῦν οἴεσθε χρῆναι, πρῶτον μὲν ὑμῖν ἧττον δεήσει
τούτων, ὅσῳ ἂν μᾶλλον ἐγνωκότες ἦτε ταῦτα, ἔπειθ’ ἃ
προσήκει φρονεῖν δόξετε.
[9] Ὅτι δ’ οὐδὲν καινὸν οὔτ’ ἐγὼ λέγω νῦν κελεύων Ῥοδίους
ἐλευθεροῦν, οὔθ’ ὑμεῖς, ἂν πεισθῆτέ μοι, ποιήσετε, τῶν γεγενη-
μένων ὑμᾶς τι καὶ συνενηνοχότων ὑπομνήσω. ὑμεῖς ἐξε-
πέμψατε Τιμόθεόν ποτ’, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, βοηθήσοντ’
Ἀριοβαρζάνῃ, προσγράψαντες τῷ ψηφίσματι ’μὴ λύοντα
τὰς σπονδὰς τὰς πρὸς τὸν βασιλέα. ἰδὼν δ’ ἐκεῖνος τὸν
μὲν Ἀριοβαρζάνην φανερῶς ἀφεστῶτα βασιλέως, Σάμον δὲ
φρουρουμένην ὑπὸ Κυπροθέμιδος, ὃν κατέστησε Τιγράνης
ὁ βασιλέως ὕπαρχος, τῷ μὲν ἀπέγνω μὴ βοηθεῖν, τὴν δὲ
προσκαθεζόμενος καὶ βοηθήσας ἠλευθέρωσε· [10] καὶ μέχρι τῆς
τήμερον ἡμέρας οὐ γέγονεν πόλεμος διὰ ταῦθ’ ὑμῖν. οὐ γὰρ
ὁμοίως οὐδεὶς ὑπέρ τε τοῦ πλεονεκτεῖν πολεμήσειεν ἂν καὶ
τῶν ἑαυτοῦ, ἀλλ’ ὑπὲρ μὲν ὧν ἐλαττοῦνται μέχρι τοῦ δυνατοῦ
πάντες πολεμοῦσιν, ὑπὲρ δὲ τοῦ πλεονεκτεῖν οὐχ οὕτως, ἀλλ’
ἐφίενται μέν, ἐάν τις ἐᾷ, ἐὰν δὲ κωλυθῶσιν, οὐδὲν ἠδικηκέναι
τοὺς ἐναντιωθέντας αὐτοῖς ἡγοῦνται.
[11] Ὅτι δ’ οὐδ’ ἂν ἐναντιωθῆναί μοι δοκεῖ τῇ πράξει ταύτῃ
νῦν Ἀρτεμισία τῆς πόλεως οὔσης ἐπὶ τῶν πραγμάτων, μίκρ’
ἀκούσαντες σκοπεῖτε εἴτ’ ὀρθῶς λογίζομαι ταῦτ’ εἴτε μή.
ἐγὼ νομίζω, πράττοντος μὲν ἐν Αἰγύπτῳ πάνθ’ ὡς ὥρμηκε
βασιλέως, σφόδρ’ ἂν Ἀρτεμισίαν πειραθῆναι περιποιῆσαι
Ῥόδον αὐτῷ, οὐ τῇ βασιλέως εὐνοίᾳ, ἀλλὰ τῷ βούλεσθαι
πλησίον αὐτῆς διατρίβοντος ἐκείνου μεγάλην εὐεργεσίαν
καταθέσθαι πρὸς αὐτόν, ἵν’ ὡς οἰκειότατ’ αὐτὴν ἀποδέχηται·
[12] πράττοντος δ’ ὡς λέγεται, καὶ διημαρτηκότος οἷς ἐπεχείρησεν,
ἡγεῖσθαι τὴν νῆσον ταύτην, ὅπερ ἔστιν, ἄλλο μὲν οὐδὲν
ἂν εἶναι βασιλεῖ χρησίμην ἐν τῷ παρόντι, τῆς δ’ αὑτῆς
ἀρχῆς ἐπιτείχισμα πρὸς τὸ μηδ’ ὁτιοῦν παρακινεῖν. ὥστε μοι
δοκεῖ μᾶλλον ἂν ὑμᾶς ἔχειν μὴ φανερῶς αὐτῆς ἐνδούσης, ἢ
’κεῖνον λαβεῖν βούλεσθαι. οἶμαι μὲν οὖν οὐδὲ βοηθήσειν
αὐτήν, ἂν δ’ ἄρα τοῦτο ποιῇ, φαύλως καὶ κακῶς. [13] ἐπεὶ καὶ
βασιλέα γε, ὅ τι μὲν ποιήσει μὰ Δί’ οὐκ ἂν εἴποιμ’ ἔγωγ’
ὡς οἶδα, ὅτι μέντοι συμφέρει τῇ πόλει δῆλον ἤδη γενέσθαι
πότερ’ ἀντιποιήσεται τῆς πόλεως τῆς Ῥοδίων ἢ οὔ, τοῦτ’
ἂν ἰσχυρισαίμην· οὐ γὰρ ὑπὲρ Ῥοδίων βουλευτέον, ὅταν
ἀντιποιῆται, μόνον, ἀλλ’ ὑπὲρ ἡμῶν αὐτῶν καὶ τῶν πάντων
Ἑλλήνων.
***
[5] Παραξενεύομαι δε, διότι βλέπω, ότι οι ίδιοι άνθρωποι πείθουν την πόλιν υπέρ μεν των Αιγυπτίων να τηρή στάσιν εχθρικήν εναντίον του βασιλέως, προκειμένου δε να βοηθήσουν τους δημοκρατικούς των Ροδίων βλέπω ότι φοβούνται τον άνδρα τούτον. Και όμως όλοι γνωρίζουν ότι ούτοι μεν είναι Έλληνες εν ω εκείνοι συγκαταλέγονται μεταξύ των υπηκόων του. [6] Νομίζω δε ότι οι περισσότεροι από σας ενθυμούνται, ότι, όταν εσκέπτεσθε περί της στάσεως έναντι του βασιλέως, ανελθών εις το βήμα πρώτος εγώ συνεβούλευσα, νομίζω δε ότι και μόνος ή δεύτερος είπον, ότι ηθέλετε φανή σώφρονες, εάν δεν ηθέλετε λάβει ως πρόφασιν της παρασκευής σας την έχθραν εναντίον εκείνων, αλλά εάν ηθέλετε παρασκευάζεσθε μεν προς απόκρουσιν των υπαρχόντων εχθρών, ηθέλετε δε αποκρούσει εκείνον, αν ήθελεν επιχειρεί να σας αδική. Και δεν είπον μεν εγώ ταύτα, εις σας δε δεν εφαίνοντο ταύτα ορθά, αλλά και εις σας ήρεσκον ταύτα. [7] Λοιπόν οι τωρινοί λόγοι μου είναι σύμφωνοι προς όσα είπον τότε. Εγώ δηλαδή, εάν ο βασιλεύς ήθελε με καλέσει πλησίον του ως σύμβουλόν του, τα αυτά ήθελον συμβουλεύσει αυτόν, τα οποία συμβουλεύω και σας, δηλαδή υπέρ μεν των ιδικών του να πολεμή, αν κανείς εκ των Ελλήνων εναντιώνεται κατ' αυτού, όσα δε κατ' ουδένα τρόπον δεν ανήκουν εις αυτόν, ταύτα κατ' ουδένα τρόπον να μη ζητή να κάμη ιδικά του. [8] Εάν μεν λοιπόν έχετε αποφασίσει κατ' αρχήν, ω άνδρες Αθηναίοι, να παραχωρήσετε εις τον βασιλέα, όσα ούτος έχει καταλάβει ή αφού επρόλαβε, και έγινε κύριος αυτών ή αφού εξηπάτησε μερικούς των πολιτών των πόλεων τούτων, δεν έχετε ορθώς αποφασίσει κατά την γνώμην μου· εάν δε νομίζετε, ότι έχετε καθήκον και να πολεμήτε υπέρ των δικαίων, αν παραστή ανάγκη τούτου και να πάσχετε οτιδήποτε, πρώτον μεν θα έχετε ελπίδας να αποφύγετε ταύτα τόσον περισσοτέρας, όσον περισσότερον σταθεροί μείνητε εις την απόφασίν σας ταύτην, έπειτα δε θα φανήτε ότι σκέπτεσθε όσα πρέπει.
[9] Ότι δε ούτε εγώ τώρα δεν λέγω τίποτε νέον προτρέπω σας να ελευθερώνετε τους Ροδίους, ούτε σεις θα κάμετε τίποτε νέον, αν πεισθήτε εις εμέ, θα το αποδείξω υπενθυμίζων γεγονότα τα οποία απέβησαν προς ωφέλειάν σας. Σεις προ τινών ετών απεστείλατε τον Τιμόθεον, ω άνδρες Αθηναίοι, να παράσχη βοήθειαν εις τον Αριοβαρζάνην, αφού προσεθέσατε εις το ψήφισμα «χωρίς να παραβιάση τας σπονδάς προς τον βασιλέα». Αφού δε εκείνος αντελήφθη, ότι ο Αριοβαρζάνης μεν φανερά είχεν αποστατήσει από τον βασιλέα, η Σάμος δε εφρουρείτο υπό του Κυπροθέμιδος, τον οποίον είχεν εγκαταστήσει ο ύπαρχος του βασιλέως Τιγράνης ως άρχοντα ταύτης, εις μεν τον Αριοβαρζάνην απεφάσισε να μη παράσχη βοήθειαν, την δε Σάμον πολιορκήσας και βοηθήσας ηλευθέρωσεν· [10] και μέχρι της σήμερον εξ αιτίας τούτων δεν έγινε πόλεμος εκ μέρους του βασιλέως εναντίον σας. Διότι ουδείς εξ ίσου ήθελε πολεμήσει διά να αποκτήση περισσότερα από όσα έχει και διά να διατηρήση όσα έχει, αλλά δι' όσα μεν στερούνται όλοι πολεμούν όσον ημπορούν, διά να αυξήσουν δε όσα έχουν ουχί ομοίως πολεμούν, αλλ' επιθυμούν μεν να αυξήσουν όσα έχουν όταν δεν εμποδισθούν, νομίζουν δε ότι όσοι εναντιωθούν εις αυτούς δεν έχουν διαπράξει καμμίαν αδικίαν.
[11] Ότι δε μου φαίνεται, ότι ουδέ η Αρτεμισία ήθελεν εναντιωθή εις την ενέργειάν σας ταύτην τώρα, αν η πόλις παρακολουθή εκ του πλησίον τα πράγματα της Ρόδου, αφού ολίγα ακούσετε, κρίνατε, αν σκέπτομαι ορθώς ή όχι. Εγώ νομίζω, ότι, αν μεν όλαι αι υποθέσεις του βασιλέως εις την Αίγυπτον πηγαίνουν συμφώνως προς τα σχέδιά του, πάρα πολύ ήθελε προσπαθήσει η Αρτεμισία να υποτάξη την Ρόδον εις αυτόν, όχι από εύνοιαν προς τον βασιλέα, αλλά διότι θέλει, αφού θα είναι εκείνος πλησίον αυτής, να του παράσχη μεγάλην ευεργεσίαν, διά να αποκτήση αμέριστον την εύνοιάν του. [12] Αν όμως αποτύχη, όπως λέγεται, εις τα σχέδιά του, πρέπει να νομίζετε, πράγμα το οποίον είναι αληθές, ότι η νήσος αύτη εις τίποτε δεν ήθελεν είναι χρήσιμος κατά το παρόν εις τον βασιλέα, παρά μόνον ως φρούριον της αρχής της, ώστε να την εμποδίζη να κινήται. Ώστε μου φαίνεται, ότι θα προετίμα σας ως κυρίους της νήσου ταύτης, χωρίς φανερά να σας την παραδώση, παρά να αφήση τον βασιλέα να την καταλάβη. Νομίζω μεν λοιπόν, ότι αύτη ουδέ θα βοηθήση αυτήν, αν δε κάμη τούτο, θα το κάμη κακώς και ασθενώς· εξ άλλου όσον μεν αφορά το τι θα κάμη ο βασιλεύς, μα τον Δία, δεν ήθελον ισχυρισθή ότι εγώ τουλάχιστον γνωρίζω, ήθελον όμως διισχυρισθή, ότι συμφέρει εις την πόλιν να είναι φανερόν, ποίον εκ των δύο, θα έχη αξιώσεις επί της πόλεως των Ροδίων ή όχι· διότι δεν πρέπει να σκεπτώμεθα περί των Ροδίων όταν έχη αξιώσεις, αλλά περί ημών των ιδίων και όλων των Ελλήνων.
[5] Παραξενεύομαι δε, διότι βλέπω, ότι οι ίδιοι άνθρωποι πείθουν την πόλιν υπέρ μεν των Αιγυπτίων να τηρή στάσιν εχθρικήν εναντίον του βασιλέως, προκειμένου δε να βοηθήσουν τους δημοκρατικούς των Ροδίων βλέπω ότι φοβούνται τον άνδρα τούτον. Και όμως όλοι γνωρίζουν ότι ούτοι μεν είναι Έλληνες εν ω εκείνοι συγκαταλέγονται μεταξύ των υπηκόων του. [6] Νομίζω δε ότι οι περισσότεροι από σας ενθυμούνται, ότι, όταν εσκέπτεσθε περί της στάσεως έναντι του βασιλέως, ανελθών εις το βήμα πρώτος εγώ συνεβούλευσα, νομίζω δε ότι και μόνος ή δεύτερος είπον, ότι ηθέλετε φανή σώφρονες, εάν δεν ηθέλετε λάβει ως πρόφασιν της παρασκευής σας την έχθραν εναντίον εκείνων, αλλά εάν ηθέλετε παρασκευάζεσθε μεν προς απόκρουσιν των υπαρχόντων εχθρών, ηθέλετε δε αποκρούσει εκείνον, αν ήθελεν επιχειρεί να σας αδική. Και δεν είπον μεν εγώ ταύτα, εις σας δε δεν εφαίνοντο ταύτα ορθά, αλλά και εις σας ήρεσκον ταύτα. [7] Λοιπόν οι τωρινοί λόγοι μου είναι σύμφωνοι προς όσα είπον τότε. Εγώ δηλαδή, εάν ο βασιλεύς ήθελε με καλέσει πλησίον του ως σύμβουλόν του, τα αυτά ήθελον συμβουλεύσει αυτόν, τα οποία συμβουλεύω και σας, δηλαδή υπέρ μεν των ιδικών του να πολεμή, αν κανείς εκ των Ελλήνων εναντιώνεται κατ' αυτού, όσα δε κατ' ουδένα τρόπον δεν ανήκουν εις αυτόν, ταύτα κατ' ουδένα τρόπον να μη ζητή να κάμη ιδικά του. [8] Εάν μεν λοιπόν έχετε αποφασίσει κατ' αρχήν, ω άνδρες Αθηναίοι, να παραχωρήσετε εις τον βασιλέα, όσα ούτος έχει καταλάβει ή αφού επρόλαβε, και έγινε κύριος αυτών ή αφού εξηπάτησε μερικούς των πολιτών των πόλεων τούτων, δεν έχετε ορθώς αποφασίσει κατά την γνώμην μου· εάν δε νομίζετε, ότι έχετε καθήκον και να πολεμήτε υπέρ των δικαίων, αν παραστή ανάγκη τούτου και να πάσχετε οτιδήποτε, πρώτον μεν θα έχετε ελπίδας να αποφύγετε ταύτα τόσον περισσοτέρας, όσον περισσότερον σταθεροί μείνητε εις την απόφασίν σας ταύτην, έπειτα δε θα φανήτε ότι σκέπτεσθε όσα πρέπει.
[9] Ότι δε ούτε εγώ τώρα δεν λέγω τίποτε νέον προτρέπω σας να ελευθερώνετε τους Ροδίους, ούτε σεις θα κάμετε τίποτε νέον, αν πεισθήτε εις εμέ, θα το αποδείξω υπενθυμίζων γεγονότα τα οποία απέβησαν προς ωφέλειάν σας. Σεις προ τινών ετών απεστείλατε τον Τιμόθεον, ω άνδρες Αθηναίοι, να παράσχη βοήθειαν εις τον Αριοβαρζάνην, αφού προσεθέσατε εις το ψήφισμα «χωρίς να παραβιάση τας σπονδάς προς τον βασιλέα». Αφού δε εκείνος αντελήφθη, ότι ο Αριοβαρζάνης μεν φανερά είχεν αποστατήσει από τον βασιλέα, η Σάμος δε εφρουρείτο υπό του Κυπροθέμιδος, τον οποίον είχεν εγκαταστήσει ο ύπαρχος του βασιλέως Τιγράνης ως άρχοντα ταύτης, εις μεν τον Αριοβαρζάνην απεφάσισε να μη παράσχη βοήθειαν, την δε Σάμον πολιορκήσας και βοηθήσας ηλευθέρωσεν· [10] και μέχρι της σήμερον εξ αιτίας τούτων δεν έγινε πόλεμος εκ μέρους του βασιλέως εναντίον σας. Διότι ουδείς εξ ίσου ήθελε πολεμήσει διά να αποκτήση περισσότερα από όσα έχει και διά να διατηρήση όσα έχει, αλλά δι' όσα μεν στερούνται όλοι πολεμούν όσον ημπορούν, διά να αυξήσουν δε όσα έχουν ουχί ομοίως πολεμούν, αλλ' επιθυμούν μεν να αυξήσουν όσα έχουν όταν δεν εμποδισθούν, νομίζουν δε ότι όσοι εναντιωθούν εις αυτούς δεν έχουν διαπράξει καμμίαν αδικίαν.
[11] Ότι δε μου φαίνεται, ότι ουδέ η Αρτεμισία ήθελεν εναντιωθή εις την ενέργειάν σας ταύτην τώρα, αν η πόλις παρακολουθή εκ του πλησίον τα πράγματα της Ρόδου, αφού ολίγα ακούσετε, κρίνατε, αν σκέπτομαι ορθώς ή όχι. Εγώ νομίζω, ότι, αν μεν όλαι αι υποθέσεις του βασιλέως εις την Αίγυπτον πηγαίνουν συμφώνως προς τα σχέδιά του, πάρα πολύ ήθελε προσπαθήσει η Αρτεμισία να υποτάξη την Ρόδον εις αυτόν, όχι από εύνοιαν προς τον βασιλέα, αλλά διότι θέλει, αφού θα είναι εκείνος πλησίον αυτής, να του παράσχη μεγάλην ευεργεσίαν, διά να αποκτήση αμέριστον την εύνοιάν του. [12] Αν όμως αποτύχη, όπως λέγεται, εις τα σχέδιά του, πρέπει να νομίζετε, πράγμα το οποίον είναι αληθές, ότι η νήσος αύτη εις τίποτε δεν ήθελεν είναι χρήσιμος κατά το παρόν εις τον βασιλέα, παρά μόνον ως φρούριον της αρχής της, ώστε να την εμποδίζη να κινήται. Ώστε μου φαίνεται, ότι θα προετίμα σας ως κυρίους της νήσου ταύτης, χωρίς φανερά να σας την παραδώση, παρά να αφήση τον βασιλέα να την καταλάβη. Νομίζω μεν λοιπόν, ότι αύτη ουδέ θα βοηθήση αυτήν, αν δε κάμη τούτο, θα το κάμη κακώς και ασθενώς· εξ άλλου όσον μεν αφορά το τι θα κάμη ο βασιλεύς, μα τον Δία, δεν ήθελον ισχυρισθή ότι εγώ τουλάχιστον γνωρίζω, ήθελον όμως διισχυρισθή, ότι συμφέρει εις την πόλιν να είναι φανερόν, ποίον εκ των δύο, θα έχη αξιώσεις επί της πόλεως των Ροδίων ή όχι· διότι δεν πρέπει να σκεπτώμεθα περί των Ροδίων όταν έχη αξιώσεις, αλλά περί ημών των ιδίων και όλων των Ελλήνων.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου