Γιατί όταν μιλάμε για τους Έλληνες Θεούς, οφείλουμε προηγουμένως να γνωρίζουμε πολύ καλά για τι ακριβώς μιλάμε, όπως και να γνωρίζουμε επίσης ότι άβυσσος πνευματικής, φαντασιακής και αντιληπτικής διαφοράς χωρίζει τον σημερινό «μέσο» υπήκοο (υπακούοντα) της Παγκοσμίου Ιερουσαλήμ από τους αυθεντικούς, και γι’ αυτήν ακριβώς την ιδιότητά τους μοναδικούς στην ανθρώπινη Ιστορία, θρησκευτές του Ολυμπίου Πανθέου. Και είναι τέτοια η θεολογική και φιλοσοφική υπεροχή της Ελληνικής Θρησκείας / Κοσμοαντιλήψεως για όσους τολμούν ελεύθερα και ανεξίθρησκα να την παραβάλουν με την οποιαδήποτε γνωστή άλλη, ώστε ο άτυχος Welcker, με το μυαλό του εμφανώς ποτισμένο από τη μονοθεϊστική προπαγάνδα και φυσικά ΑΓΝΟΩΝΤΑΣ ποιός είναι τελικά ο αληθινός θεολογικός και φιλοσοφικός ορισμός του λεγομένου «Μονοθεϊσμού» (που φυσικά δεν έχει να κάνει με τον αριθμό των Θεών αλλά με τη θέση τους –μέσα στον ή έξω από τον Κόσμο), κατέληξε στο να υποθέσει πως κάπου στην... «απώτατη» (...) αρχαιότητα οι Έλληνες έπρεπε να ήσαν σίγουρα... (τι άλλο;) μονοθεϊστές (!!)
Μιλώντας λοιπόν για κακή, κάκιστη γνώση του Ελληνικού Θείου, ή ακόμη και για κακή «πιο γενική» αντίληψη περί αυτού, κρίνεται σκόπιμο από τον γράφοντα να γίνει εδώ μία διεξοδική αναφορά στην κατ’εξοχήν κι εμφανώς μεθοδευόμενη στις πονηρές ημέρες μας παραμόρφωση της εικόνας του, που δεν είναι άλλη από την βλακωδέστατη (αλλά όλως περιέργως υπερεπίμονη!) παρουσίαση των Πατρώων Θεών σαν τάχα ένδοξων ηγεμόνων κάποιας σκοτεινής «προϊστορίας», οι οποίοι αργότερα ετιμήθησαν για τις.. ευεργεσίες τους και την.. εκπολιτιστική τους δράση ως.. θεότητες από κάποιους χαζούς μεταγενέστερούς τους προγόνους μας, οι οποίοι κι απετέλεσαν τον αφελή.. «όχλο» των λεγόμενων «δωδεκαθεϊστών». Αλλά ας πιάσουμε καλύτερα το μαύρο νήμα από την αρχή του..
Όταν ο υπέρφρων Αλέξανδρος ο Μακεδών, για λόγους που δεν είναι του παρόντος να συζητήσουμε, απαίτησε από τους συμπατριώτες του και τους υπόλοιπους Έλληνες να τον λατρεύσουν ως.. Θεό, ως.. 13ο Ολύμπιο (!!), καταλήγοντας βεβαίως καταγέλαστος από όλους τους ελευθερόφρονες Έλληνες της εποχής του, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη γνωστή περιφρονητική απάντηση των Λακεδαιμονίων («ας είναι Θεός αν το επιθυμεί, εμείς πάντως τον συγχωρούμε!»), κατάφερε ένα σοβαρό κτύπημα κατά της Πατρογονικής Θρησκείας, αν και όχι καίριο, εφόσον δεν ήταν δυνατόν οι όποιοι επίγονοί του βασιλίσκοι των Ελληνιστικών μοναρχικών κρατών να κατορθώσουν ανάλογο με το δικό του κατακτητικό (το μόνο άλλωστε που αληθώς εποίησε) έργο, ώστε στη συνέχεια να διεκδικήσουν κι αυτοί την ανάλογη... αυτοθεοποίησή τους. Άλλωστε, κάποιες δεκαετίες πριν τον Μακεδόνα μονάρχη, κάτι ανάλογο είχε επιχειρήσει - «ανεπιτυχώς» θα λέγαμε ανενδοίαστα, αφού κανείς μετά τον θάνατό του δεν είχε τιμήσει την παραφροσύνη του- ο υπερόπτης και θρασύς τύραννος της Ποντικής Ηρακλείας Κλέαρχος (363-352 π.α.χ.χ.) που είχε και αυτός... αυτοθεοποιηθεί, είχε ιδιοποιηθεί κανονικά όλα τα εμβλήματα του.. Θεού Διός (!) και επωνομάσει «Κεραυνό» (!) τον υιό και διάδοχό του.
Για να εξασφαλίσουν λοιπόν και οι λεγόμενοι «Επίγονοι» του Αλεξάνδρου (τον οποίο ο κόλακας Απελλής είχε μάλιστα απεικονίσει στο Αρτεμίσιον της Εφέσσου ως Θεό.. κεραυνοφόρο !!!) την ζηλευτή «είσοδό» τους στον ψευδο-«Όλυμπο» που’ χε εγκαινιάσει ο αλαζόνας υιός της Ολυμπιάδος και του Φιλίππου, προχώρησαν, με πρώτους και καλούς τους Πτολεμαίους, πέραν της κλασικής ιδιοποιήσεως των ιερών συμβόλων του Διός (αιγίδα, αετός, κεραυνός) επάνω στα νομίσματά τους, στην επιπλέον ενοικίαση κάποιων ταλαντούχων αυλοκολάκων κι αυλοδιαίτων γραφέων και διανοουμένων ώστε να δημιουργήσουν στο εξής μία διαφορετική μυθολογία και «παράδοση», που, εδραιωθείσες, θα τους επέτρεπαν αργότερα ν’ αποτολμήσουν εύκολα τη μεγάλη Ύβρι.
Ο πλέον ονομαστός όλων εκείνων των κατά παραγγελία γραφέων, αφού παρ’όλο που υπήρξε ο μεταγενέστερος όλων τους το δικό του όνομα ήταν τελικά που έμεινε αμανάτι στην Ιστορία για να ονοματίζει εκείνον τον πολυάριθμο (και με θαυμαστό τρόπο επιζήσαντα μέσα από τους αιώνες, οφείλουμε να ομολογήσουμε..) θεομαχικό συρφετό, υπήρξε ο περιβόητος Ευήμερος. Ένας κυρηναϊκός λόγιος του 3ου π.α.χ.χ. αιώνος («ίσως μαθητής του Θεοδώρου του αθέου» προσθέτει ο ιστορικός Ι. Κ. Κορδάτος στην εισαγωγή του βιβλίου του «Αρχαίες Θρησκείες Και Χριστιανισμός»), αυλοδίαιτος του βασιλέως της Μακεδονίας Κασσάνδρου, που έκαμε πάμπολλα ταξίδια στη Μεσόγειο και την Ασία, και το 280 π.α.χ.χ. εδημοσίευσε την περιβόητη «Ιερά Αναγραφή» του, στην οποία ισχυρίσθηκε ότι οι πιστευόμενοι από τους Έλληνες ως Θεοί ήσαν «σε μια απώτατη αρχαιότητα» (...) απλώς.. επιφανείς θνητοί και ηγεμόνες («δυνατοί άνθρωποι») που αργότερα, μετά θάνατον, εθεοποιήθησαν από τους ανθρώπους για τα μεγάλα έργα και τις ευεργεσίες τους.
(Είναι άξιο να σημειωθεί ωστόσο, ότι θεωρείται σήμερα από τους σοβαρούς ερευνητές ως κάτι περισσότερο από βέβαιο πως μέχρι να φθάσει στην εποχή των γνωστών πατερικών πολεμικών κατά των Εθνικών Θρησκειών, το βιβλίο αυτό είχε ήδη γίνει αντικείμενο χονδροειδών μεταπλάσεων και αυθαιρεσιών κάθε είδους στη δομή του. Ελάχιστα αποσπάσματα της «Ιεράς Αναγραφής» έχουν διασωθεί -κυρίως μέσω του Σέξτου Εμπειρικού-, και ίσως τελικά ο συγγραφέας της να μην υπήρξε τελικά ο πονηρός άθεος που σκιαγραφεί η κρίση των «Εθνικών» διανοούμενων -«άθρησκο» τον αποκαλούν ευθέως οι Αιλιανός, Κικέρων και Πλούταρχος- αλλά και εκείνη των μη ιουδαιοπλήκτων χριστιανών -«αλαζόνα και άθεο» τον αποκαλεί ευθέως στον δεύτερο «Προτρεπτικό» λόγο του ο γνωστός και μη εξαιρετέος Κλήμης Αλεξανδρεύς-, αλλά απλό, αν και καλοπληρωμένο, όργανο νομιμοποιήσεως της αυτοθεοποιήσεως των ηγεμονίσκων του ελληνιστικού κοσμοπολιτισμού. Και αυτό, γιατί ο Ευήμερος προνοεί τελικά να μην αρνείται ολοσχερώς την ύπαρξη των αρχαίων Θεών, αλλά καταφεύγει έξυπνα σε έναν πρωτότυπο για την εποχή του διαχωρισμό τους σε.. «ουράνιους» και.. «επίγειους» Θεούς, για τους πρώτους των οποίων παραδέχεται τελικά ότι είναι «αϊδιοι» και «αθάνατοι» και ότι μόνον οι δεύτεροι είναι... θεοποιηθέντες θνητοί).
Άλλος πληρωμένος γραφέας στην υπηρεσία των μεγαλομανών βασιλίσκων του Ελληνιστικού Κόσμου, υπήρξε ο ελάχιστα γνωστός ιστοριογράφος Μεγασθένης, προγενέστερος του Ευημέρου, αυλοδίαιτος του διοικητού της Αραχωσίας επί Σελεύκου του Νικάνορος. Μετά από πολλά ταξίδια, συνέγραψε τέσσερα βιβλία, τα λεγόμενα «Ινδικά», όπου μέσα σε αξιόλογες γεωγραφικές, βιολογικές και εθνογραφικές πληροφορίες ενσωμάτωσε δυστυχώς και πάμπολλες τοπικές παραδόσεις που δεν εφρόντισε προηγουμένως να τις διαχωρίσει από τις Ελληνικές, αλλ’ αντιθέτως τις ανέμειξε σε απαράδεκτο βαθμό, με αποτέλεσμα οι βραχμανικές παραδόσεις να φαίνονται τελικά.. μητρικές των Ελληνικών, και αρκετοί Έλληνες Θεοί κατώτερες μιμήσεις ηρώων ή αρχαίων θεοτήτων της Ινδικής χώρας .
Έτερος «ευημεριστής» ιστοριογράφος, υπήρξε ο επίσης ελάχιστα γνωστός Λέων εκ Πέλλης, προγενέστερος κι αυτός του Ευημέρου (πιθανολογείται ότι συνέγραψε γύρω στα τέλη του 4ου αιώνος π.α.χ.χ.) ο οποίος στο μεγάλο έργο του «Περί Των Κατ’ Αιγυπτίων Θεών» ισχυριζόταν ότι από.. μυστική επιστολή του Αλεξάνδρου προς την Ολυμπιάδα, που τάχα είχε πέσει στα χέρια του, είχε μάθει τον μέγα.. «Ιερό Λόγο». Επρόκειτο για την δήθεν.. αποκάλυψη από τους Αιγυπτίους ιερείς προς τον.. «Θεό» Αλέξανδρο, του.. «μεγάλου» «εσωτερικού» μυστικού (!) της Θρησκείας τους, ότι δηλαδή όλοι οι πιστευόμενοι ως Θεοί είχαν κάποτε ζήσει επί γής ως κοινοί θνητοί !!!
Ως έτερος καλός εργάτης της μισθωμένης ιστοριογραφίας και προγενέστερος και αυτός επίσης του Ευημέρου, φέρεται επίσης και ο ιστοριογράφος και σκεπτικός φιλόσοφος Εκαταίος ο Αβδηρίτης, αυλοδίαιτος του Πτολεμαίου Α' του επωνομαζομένου και.. «Σωτήρος» (κατά το Ζεύς «Σωτήρ» !!), ίσως όμως αδίκως πρέπει να ομολογήσουμε αν θέλουμε να είμαστε σωστοί και αντικειμενικοί. Και τούτο επειδή αυτός που κατηγορήθηκε από πάμπολλους διανοούμενους της εποχής του ότι «κακίαν περιβεβλημένος θεολογών και αθεότητα εισάγων» εξεθείαζε ως.. πάνσοφο τάχα λαό τους Εβραίους στο περιβόητο «Περί Ιουδαίων» βιβλίο του (που αργότερα έδωσε καλή «λαβή» στους μισέλληνες Ιώσηπο και Ωριγένη να επιχειρηματολογούν «τρανταχτά» κατά των Ελλήνων), μάλλον υπήρξε ένα ακόμη θύμα της πλαστογραφικής μαεστρίας των Ιαχωβιστών («...η αυτώ αποδοθείσα συγγραφή περί Ιουδαίων θεωρείται σήμερον ως ιουδαϊκόν ψευδεπίγραφον» γράφει κοφτά στο σχετικό λήμμα το «Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ελευθερουδάκη»).
Θύμα επίσης τόσο της κοσμοπολιτικής αθεότητος και του ευρύτατα διαδεδομένου την εποχή του «Ευημερισμού», όσο και του αδηφάγου συγκρητισμού των κατεδαφιστικών καιρών στους οποίους έζησε (1ος αιώνας π.α.χ.χ.), ο φιλότιμος ιστορικός Διόδωρος Σικελιώτης (που κατέληξε δυστυχώς να «μετρήσει»... 3 Ηρακλήδες, 4 Διόνυσους κ.ο.κ.) συλλέγοντας διάφορες ετερόκλητες και συχνά αποκλίνουσες παραδόσεις, προσεπάθησε καλοπροαίρετα μεν αλλά ανοήτως δε -αφού ήξερε προκαταβολικώς τα άπειρα προβλήματα αυτού του επιχειρήματος όπως τουλάχιστον φαίνεται από το προλόγισμα του έργου του (1.3.5-8)-, να τις περάσει «γραμμικά», ώστε να σχηματισθεί ένα «Χρονικόν Από Απαρχής Χρόνου», ανάλογο μ’ εκείνα τα γελοία που πολλούς αιώνες αργότερα και σ’ έναν εντελώς άλλον κόσμο βεβαίως, επεχείρησαν οι πνευματικώς ανάπηροι βυζαντινορωμαίοι συγγραφείς της πρώτης χιλιετίας της Era Vulgaris. Το αποτέλεσμα εκείνης της ανεξηγήτου μανίας του να συγγράψει μια Γενική Ιστορία («κοινάς ιστορίας και πράξεις») από τα μυθικά χρόνια έως το 59 π.α.χ.χ. που ανέτειλε ως νέο «παγκόσμιο» άστρο ο έτερος μέγας υπέρφρων που άκουγε στο όνομα Ιούλιος Καίσαρ, υπήρξε σε άπειρα σημεία, το λιγώτερο, (κωμικο)τραγικό. Η Ελλάδα ανακατώθηκε ατάκτως με τη θεοκρατική Αίγυπτο και την δεισιδαίμονα Ανατολή («ΜΕΛΑΜΠΟΔΑ ΦΑΣΙ ΜΕΤΕΝΕΓΚΕΙΝ ΕΞ ΑΙΓΥΠΤΟΥ ΤΑ ΔΙΟΝΥΣΩΙ ΝΟΜΙΖΟΜΕΝΑ ΤΕΛΕΙΣΘΑΙ ΠΑΡΑ ΤΟΙΣ ΕΛΛΗΣΙ ΚΑΙ ΤΑ ΠΕΡΙ ΚΡΟΝΟΥ ΜΥΘΟΛΟΓΟΥΜΕΝΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΤΙΤΑΝΟΜΑΧΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΝΟΛΟΝ ΤΗΝ ΠΕΡΙ ΤΑ ΠΑΘΗ ΤΩΝ ΘΕΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑΝ» 1.97.4-5) και η αληθής φύση των Πατρώων Θεών εχάθη μέσα σ’ ένα απίθανο χάος περιπετειών «πνευματικών» και «επιγείων» όντων που έφεραν δικαιωματικώς ή καταχρηστικώς τον πιο πάνω τίτλο.
Αυτό που κάποιοι πολύ ορθώς απεκάλεσαν «θρασύδειλη αθεότητα», δηλαδή ο «Ευημερισμός», δεν είχε βεβαίως κανένα απολύτως λόγο να κινηθεί μετριοπαθώς και στην αυτοκρατορική Ρώμη, όπου περισσότερο παρά ποτέ στην Ιστορία των ανθρώπων χρειαζόταν η μάξιμουμ ιδεολογική τεκμηρίωση του ότι τάχα δεν αποτελεί ξεκάθαρη παραφροσύνη το να απαιτεί κάποιος θνητός που ιδρώνει, ματώνει, τρώει, αφοδεύει και ουρεί, να λατρεύεται ως… Θεός. Ο Ιμπεράτωρ δεν θα είχε απέναντί του τις θλιβερές, πνιγμένες στις δεισιδαιμονίες, κι εκ γενετής δουλόφρονες μάζες της Ανατολής που τόσο εύκολα είχαν προσκυνήσει τους άξεστους Μακεδόνες μονάρχες. Αντιθέτως, μετά την εισβολή κατά τον δεύτερο π.α.χ.χ. αιώνα των λεγομένων «ελληνικών ηθών», κάθε.. επίδοξος αυτο-θεός είχε ν’ αντιμετωπίσει έναν λαό του οποίου στο μεγαλύτερο μέρος της η παιδεία ήταν πλέον Ελληνική ή τουλάχιστον ελληνογενής, δηλαδή ικανή να εγείρει έντονες ενστάσεις στους παραλογισμούς, την Ύβρι και την προσβολή των πατρογονικών ιερών πραγμάτων. Ευγενικά-ευγενικά λοιπόν, ο Καπιτώλιος Ζεύς (Jupiter) έπρεπε να υποβιβασθεί σ’ ένα απονεκρωμένο σύμβολο, που σε τίποτα δεν θα ωφελούσε την Αυτοκρατορία, δίχως την ενεργό δράση της υποτιθεμένης.. πολιτικής «ενσαρκώσεώς» του, που εξουσίαζε θρονιασμένη επάνω στο ζηλευτό θρόνο της «Αιωνίας Πόλεως».
Άλλωστε ο δρόμος προς κάτι τέτοιο δεν ήταν και πολύ δύσβατος, αφού ήδη από τις αρχές του 2ου π.α.χ.χ. αιώνα, 80 περίπου χρόνια μετά την πρώτη έκδοση της ευημεριστικής «Ιεράς Αναγραφής», ο πρώην στρατιωτικός και στη συνέχεια ποιητής Κόϊντος Έννιος είχε μεταφέρει γεμάτος ενθουσιασμό από τη Βόρειο Αφρική τον... βάκιλλο της ασεβείας στους ανυποψίαστους συμπατριώτες του, οι οποίοι μάλιστα μέσα στην πλατιά ανεκτικότητά τους, αλλά και την έντονη αμηχανία τους προς κάθε τι το «ελληνικό» που σχεδόν άνευ όρων εκείνη την εποχή υιοθετούσαν, δεν εσκέφθησαν κάν να πολεμήσουν στη γέννησή τους τις νεόφερτες ιδέες που απροκάλυπτα αποϊεροποιούσαν τους παραδοσιακούς Θεούς. Έτσι λοιπόν, η πατροπαράδοτη Ρωμαϊκή Λατρεία πρωτοσυνάντησε εκείνη τη διαβρωτική πανούργα αθεότητα, δίχως σχεδόν κάν να καταλάβει ότι υπήρξε συνάντηση μαζί της. Η αρχή του αργού -600 χρονου(!!) σχεδόν στη διάρκειά του-, θανάτου της Ρωμαϊκής ευσεβείας σημειώθηκε λοιπόν έτσι ήρεμα κι απλά, μ’ ένα φαινομενικά αθώο έμμετρο έργο τού -ίσως και ανυποψίαστου για τις παρενέργειές του- Εννίου, που μία περίληψή του διέσωσε αργότερα σε πεζό λόγο ο Λακτάντιος και χαρακτηριστικά έφερε ως τίτλο τ’ όνομα του «αθρήσκου» κυρηναϊκού συγγραφέως: «Ευήμερος».
Έναν περίπου αιώνα αργότερα, και με την εποχή των Ιμπερατόρων και των «νέων ηθών» να εισβάλλει γοργά-γοργά, οι Ρωμαίοι συγγραφείς Μάρκος Τερέντιος Ουάρρων (116-27 π.α. χ.χ., αυτός που «εμέτρησε» σε διψήφια και τριψήφια νούμερα τους Έλληνες Θεούς, όπως λ.χ. 44 Ηρακλήδες, υπερτριακόσιους Δίες κ.ο.κ. αν και ο γράφων έχει αρκετές αμφιβολίες για την αυθεντικότητα τών από τους χριστιανούς «διασωθέντων» αποσπασμάτων τών έργων του, όταν η πλούσια «Αρχαιολογία Των Ανθρωπίνων Και Θείων Πραγμάτων» του, η περίφημη «Antiquitates Rerum Humanarum Et Divinarum», εχάθη ολόκληρη στις πυρές) και Μάρκος Τούλιος Κικέρων (106-43 π.α.χ.χ., αυτός που παρ’όλο που περιφρονούσε ως «άθρησκο» τον Ευήμερο «εμέτρησε» τελικά 5 Διονύσους, 4 Ήφαιστους, 5 Ερμήδες, 5 Απόλλωνες, 5 Αρτέμιδες, 3 Δίες κ.ο.κ και διεκωμωδούσε ανοικτά το Μαντείο των Δελφών), καλοί υπηρέτες ενός πολιτικού συστήματος που κατευθυνόταν πλέον προς το ν’ αναγάγει σε θεσμό τη θεοποίηση του οποιουδήποτε εστεμμένου, βλακός ή μή -πράγμα που άλλωστε έγινε πολύ σύντομα, μετά τον Αύγουστο-, εχρησιμοποίησαν (ή «χρησιμοποίησαν» στην περίπτωση ίσως του Ουάρρωνος, όπως ήδη έγραψα) και αυτοί αρκετές από τις ευημεριστικές ανοησίες κι έτσι βρίσκουμε σύμφωνα με τα γραπτά τους τον Ύπατο Έλληνα Θεό να μην είναι εν τέλει τίποτε περισσότερο από μία νεφελώδης μαζική ανάμνηση κάποιων (υπερτριακοσίων!) βίων κοινών θνητών της βαθυτέρας αρχαιότητος που απλώς.. έφεραν το όνομα Ζεύς!! Η αποϊεροποίηση ολοκληρώνεται. Όλοι οι βαθύτατοι συμβολισμοί των «σχέσεων» του υπάτου Έλληνος Θεού με εξέχοντες θνητούς, ερμηνεύονται πλέον τάχα ως.. «ιστορικές» πράξεις υπαρκτών θνητών προσώπων που απλώς.. έφεραν το προσωνύμιο Ζεύς (...).
Στη συνέχεια, η ρυπαρή σκυτάλη παραλαμβάνεται από άπειρους καλοθελητές μέσα από το πέρασμα των είκοσι αιώνων της Era Vulgaris. Και φυσικά, οι ισοπεδωτικές ιδέες των λεγόμενων «Ευημεριστών» εχρησιμοποιήθησαν κατά κόρον από τους ανθέλληνες χριστιανούς συγγραφείς της υστάτης αρχαιότητος (τύπου Ωριγένη κ.λ.π.), για να αποϊεροποιήσουν τις «εθνικές» λατρείες και ν’ αποδείξουν ότι οι, κατ’ αυτούς, «ειδωλολάτρες», όταν δεν ελάτρευαν.. σκοτεινά «δαιμόνια» (κατά το ανεκδιήγητο εκείνο «omnes enim dii gentium daemonia», ήτοι «όλοι οι Θεοί των Εθνικών είναι δαίμονες») ελάτρευαν.. ανοησίες («ΤΟΙΟΥΤΟΥΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΡΟΣΚΕΚΥΝΗΚΕΝΑΙ ΘΕΟΥΣ..»).
Η ευημεριστική «ερμηνεία» των αρχαίων Λατρειών εχρησιμοποιήθη φυσικά αργότερα, όπως ήταν αναμενόμενο, και στα έως κρετινισμού «απλοϊκά» «Παγκόσμια Χρονικά Από Κτίσεως Κόσμου» ή.. «από Αδάμ» όπως αρέσκοντο οι Βυζαντινοί να τα ονομάζουν (στις διάφορες εκδοχές τους, του Μαλάλα, του Γεωργίου Μοναχού, του Θεοφάνη, του Συγκέλλου κ.ά.) μέσα από τα οποία ολόκληρη η προχριστιανική ανθρωπότης παρουσιαζόταν ως.. διαβολικό τάχα προϊόν της υποτιθεμένης «αμαρτίας» των κτιστών της Βαβέλ κατά του Εβραίου Θεού Ιαχωβά, και διακηρυσσόταν επίσης ως μοναδικός προορισμός της μετα-χριστιανικής εκείνης το να προσκυνήσει αυτή μέχρι του τελευταίου ανδρός ή γυναικός τον Ιουδαιοχριστιανισμό και να εξαφανισθεί με κάθε μέσο και δια παντός, κάθε είδους «αίρεση», δηλαδή ετεροδοξία, δηλαδή διαφορετικότητα. Εκεί, οι φωτεινοί Έλληνες Θεοί παρουσιάζονται ως ηγεμόνες τάχα της νεφελώδους.. «Εποχής Πριν τον Αβραάμ» (...), απόγονοι του χαμίτη Νεμρώδ, Ασσύριοι, Πέρσες, Αιγύπτιοι και Ιταλιώτες τάχα όλοι τους, η δε «ειδωλολατρία» ότι ανεκαλύφθη (!!) από κάποιον Σερούχ της φυλής του Ιαφέθ, προήλθε δε από τη συνήθεια των Εθνικών να στήνουν αγάλματα επιφανών ανδρών, διεδόθη στην Αίγυπτο, την Βαβυλώνα και την Φρυγία, και κατόπιν (!!) επεξετάθη στην Ελλάδα, χώρα που έλαβε τ’ όνομά της από κάποιον υιό του.. «Πίκου Διός», ενός ερωτύλου βασιλέως της.. Ιταλίας που είχε μάλιστα.. πολυάριθμες παλλακίδες (!!). Τέτοια πράγματα !! Και πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι αυτή η σαχλεπίσαχλη βυζαντινή απόπειρα εξιστορήσεως της ανθρωπίνης Ιστορίας μέσα από τις ιαχωβικές παρωπίδες, ιδιαιτέρως καταστρεπτικής μάλιστα για τον Ελληνικό Εθνισμό (αφού παρουσίαζε με τρόπο «ευημεριστικό» τους φωτεινούς Έλληνες Θεούς, δηλαδή τάχα ως.. αρχαίους ηγεμόνες), δεν έσβησε, όπως λογικώς θα έπρεπε, με την άδοξη πτώση της Νέας Ρώμης του Βοσπόρου στα χέρια των υποτίθεται «αλλοθρήσκων» Οθωμανών Τούρκων, αλλά εξηκολούθησε να διδάσκεται στους ανυποψίαστους ελλαδίτες από την ταυτοχρόνως ΚΑΙ χριστιανοκρατούμενη ΚΑΙ υπό(φιλό)τουρκη «εκπαίδευση» μέχρι τουλάχιστον την Επανάσταση του 1821.
Σε κάπως πιο σύγχρονους καιρούς, οι αρχαίες ευημεριστικές ανοησίες αναμασήθησαν από ατόλμους αθεϊστές, αλλά και από πονηρούς ομοθρήσκους του Κλήμεντος, του Ωριγένους και του Τερτυλλιανού γραφείς, από τους λεγομένους «νεοευημεριστές» (1600-1900 μ.α.χ.χ.), οι πλέον γνωστοί των οποίων υπήρξαν ο Γερμανός Hoffmann και ο Γάλλος Moreau de Jonnes, ενώ στο τόσο οικείο μας ΣΗΜΕΡΑ, οι ίδιες ακριβώς ιδέες λανσάρονται με επιμονή και μαστοριά από γνωστούς και αρκετά εχθρικούς προς την Ολύμπια Κοσμοαντίληψη κύκλους, που πολύ παραδόξως όμως διατηρούν απέναντι στον ανυποψίαστο «μέσο» άνθρωπο ένα δήθεν «αρχαιοελληνολατρικό» προφίλ που τους εξασφαλίζει τάχα «εγκυρότητα» και «πειστικότητα»: «...το όνομα «θοός» («θε-ός») δινόταν σε ανθρώπους και περιέκλειε σημαντικές ιδιότητες οι οποίες χαρακτηρίζουν τους νομοθέτες, τους πολεμιστές, τους σοφούς, όλους αυτούς που στην πορεία των αιώνων στάθηκαν οι ιεροί φύλακες της φυλής... Οι νεώτεροι όμως, αδυνατώντας να συλλάβουν, λόγω άγνοιας, το μέγεθος του χαμένου πολιτισμού, θεώρησαν ότι οι θεοί-θοοί υπήρξαν όντα υπεράνθρωπα με ικανότητες εξωπραγματικές...» (χαρακτηριστικό δείγμα μιάς τέτοιας σύγχρονης νεο-ευημεριστικής γραφής)
Στην «Ωγυγία Προς Χρήσιν Της Νεολαίας» (Αθήναι 1876) ο Κω/νος Ι. Ξάνθης, γράφει κι αυτός απίθανα και ασεβέστατα προς την πάτρια κοσμοαντίληψη πράγματα όπως τα παρακάτω: «Ζεύς ωνομάζετο ο Άπις βασιλεύς του Άργους, ο Αστέριος της Κρήτης, σύγχρονος του Κάδμου, ο πατήρ του Δαρδάνου, του Ιασίωνος και της Αρμονίας, ο Τάνταλος ο αρπάξας τον Γανυμήδην, ο Προίτος, ο φθείρας της Δανάην και γεννήσας τον Περσέα, ο πατήρ του Ηρακλέους, του Διονύσου του Θηβαίου, των Διοσκούρων, οίτινες έζησαν πάντες κατά τον ηρωϊκόν αιώνα (sic) και προ των Τρωϊκών. Εν γένει δε αριθμούσι 390 τοιούτους, εν οίς, και τινας ιερείς του Διός, οίτινες εξαπατήσαντες γυναίκας εγέννησαν τέκνα εις λογαριασμόν του Διός..» Μάλιστα !! Όχι μόνον «αποδεικνύουν» έτσι οι καλοί μας «νεοευημεριστές» ότι τάχα οι αληθινοί Έλληνες πρόγονοί μας ήσαν επαρκώς ανόητοι ώστε να λατρεύουν ως Θεούς θεοποιημένους θνητούς, αλλά και επίσης ότι αυτή η (ούτως ή άλλως «ανόητη») λατρεία υπήρξε τόσο κενή και ηθικώς σάπια ώστε οι ιερείς της συστηματικά συνουσιάζονταν με γυναίκες που.. εξαπατούσαν!! Η Μήτις, η Θέμις, η Ήρα, η Διώνη, η Μνημοσύνη, η Δήμητρα, η Ευρυνόμη, η Λητώ, η Δανάη, η Νιόβη, η Μαία, η Ταϋγέτη, η Ηλέκτρα, η Σεμέλη, η Ευρώπη, η Καλλιστώ, η Ιώ, η Λήδα, η Αίγινα, η Αντιόπη, η Αλκμήνη, και όλες οι υπόλοιπες 94(!!) συνολικά θείες εκπρόσωποι διαφόρων φυσικών εκφάνσεων του Θηλυκού Στοιχείου που οι Έλληνες μυθογράφοι εδιηγήθησαν ότι «ενώθησαν» με τον «θηλυμανή» γονιμοποιό Θεό, δεν ήσαν λοιπόν τίποτε περισσότερο από χαζά «κορτσούδια» που εξηπατήθησαν και διεκορεύθησαν από θνητούς απατεώνες οι οποίοι έφεραν απλώς το όνομα «Ζεύς»..
Τα παραπάνω χρειάσθηκε να επισημανθούν εδώ από τον συγγραφέα για τον απλό λόγο του ότι δεν μπορεί ν’ αναβάλλεται αιωνίως για τις ελληνικές Καλένδες, ήτοι για το «ποτέ», η οριστική και διαπαντός ρήξη με τους «ατόλμους αθέους», δηλαδή με τους περιβόητους «ευημεριστές», με αυτούς που οι μέντορές τους ιστορικώς φέρουν (μαζί με τον Αλέξανδρο τον Μακεδόνα που η υπερφροσύνη του να ανταγωνισθεί τον Θεό Διόνυσο κατεδίκασε σε φυσικό μαρασμό την Ελλάδα και τής εκληροδότησε κι από πάνω την μετέπειτα πολιτισμική εισβολή της Ανατολής) την κύρια ευθύνη για το πρώτο και καίριο κτύπημα κατά των Πατρώων Θεών στα «κοσμοπολιτικά» χρόνια των ανατολιστών Επιγόνων και στα σκότη της παρακμιακής Ρωμαιοκρατίας. Και παρακαλεί να του συγχωρεθεί η όποια εμφανής αγανάκτηση, αλλά απλώς θεωρεί πολύ-πολύ επικίνδυνο το να γράφεται ακόμη και σήμερα μέσα σε τάχα «ελληνολατρικά» βιβλία ότι δήθεν η.. θεολογία του Ελληνικού ιερατείου υπήρξε.. «προϊόν άγνοιας» (...) αλλά κι.. αίτιο για τη μεταχριστιανική καταστροφή(...). «Δεύτερο αίτιο της καταστροφής των Ελλήνων» (..) αποκαλούνται τσουβαληδόν, ανυπόστατα κι ανιστόρητα από συγγραφέα βιβλίου της εποχής μας οι (συνήθως εκλεγόμενοι από τις βουληφόρους Αγορές !!) Έλληνες ιερείς από το 1000 π.α.χ.χ. μάλιστα κι εντεύθεν (...), οι οποίοι, κατηγορούνται επιπλέον ότι.. «δεν διέθεταν ψυχικές δυνάμεις και αγάπη για την πατρίδα» (!!!)
Υπάρχουν σαφέστατες και καθόλου διάτρητες διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα σε κάποιες έγκυρες μεν αλλά ΜΗ αποσυμβολισθείσες ακόμη αφηγήσεις της Μυθολογίας μας από τη μία (και επίσης ανάμεσα στα πονηρά βέβαια παραμύθια των αρχαίων «ευημεριστών» και των σύγχρονων Ιουδαιοχριστιανών μιμητών τους) και στην Ολυμπία, Εθνική ευσέβεια / λατρεία / θρησκευτική πράξη από την άλλη. Οι αληθείς αρχαιογνώστες και αληθείς Έλληνες θρησκευτές, τις αναγνωρίζουν παντού όπου αυτές απλώνονται και αρνούνται να πηγαινοέρχονται άσκοπα από τη μία πλευρά στην άλλη, όμοια με τους χαμένους στην άγνοια και βαθύτατα εξαπατημένους αναγνώστες κι ακροατές των πανούργων «νεοευημεριστών». Λες και πρόκειται για κάποιο παιγνίδι παιδικό.
Οι Έλληνες Θεοί δεν είναι μήτε θεοποιημένοι θνητοί, όπως δεν είναι επίσης μήτε χαριτωμένα ή απλώς ευφυή σύμβολα ή αρχέτυπα, αλλά αντιθέτως ήσαν, είναι, και φυσικά στην αιωνιότητα θα συνεχίσουν να είναι, πανταχού παρούσες και παντοδύναμες κοσμικές Ενέργειες και ζώσες Οντότητες και Ιδέες που αποκαλύπτονται σε όλο τους το μεγαλείο στους θρησκευτές τους, σε κάθε στιγμή της καθημερινής ζωής, αρκεί βεβαίως εκείνοι να διαθέτουν την πρέπουσα Αρετή και διαύγεια ψυχής. Κι έτσι, μοιραία και αναπόφευκτα, όλοι εκείνοι οι επιφανείς, που σήμερα βγαίνουν και αρνούνται (για την αντίπαλη όχθη «εντελώς ανεξήγητα»...) να είναι τα δουλικά του Θεού της Ερήμου Ιαχωβά, γνωρίζουν από πολύ πιο πριν την αληθή φύση των Αθανάτων Θεών που απαρτίζουν το Πάνθεον των προγόνων τους. Για τον λόγο αυτό, μόνον αφελείς, αδιάβαστους και ψυχικά κλειστούς ανθρώπους θα καταφέρνουν να παραπλανούν οι σύγχρονοι λιανοπωλητές της ευημεριστικής μπαγιάτικης ανοησίας (και αυτή ας είναι στους αιώνες η βαρύτατη δυστυχία και καταδίκη τους..),
Μιλώντας λοιπόν για κακή, κάκιστη γνώση του Ελληνικού Θείου, ή ακόμη και για κακή «πιο γενική» αντίληψη περί αυτού, κρίνεται σκόπιμο από τον γράφοντα να γίνει εδώ μία διεξοδική αναφορά στην κατ’εξοχήν κι εμφανώς μεθοδευόμενη στις πονηρές ημέρες μας παραμόρφωση της εικόνας του, που δεν είναι άλλη από την βλακωδέστατη (αλλά όλως περιέργως υπερεπίμονη!) παρουσίαση των Πατρώων Θεών σαν τάχα ένδοξων ηγεμόνων κάποιας σκοτεινής «προϊστορίας», οι οποίοι αργότερα ετιμήθησαν για τις.. ευεργεσίες τους και την.. εκπολιτιστική τους δράση ως.. θεότητες από κάποιους χαζούς μεταγενέστερούς τους προγόνους μας, οι οποίοι κι απετέλεσαν τον αφελή.. «όχλο» των λεγόμενων «δωδεκαθεϊστών». Αλλά ας πιάσουμε καλύτερα το μαύρο νήμα από την αρχή του..
Όταν ο υπέρφρων Αλέξανδρος ο Μακεδών, για λόγους που δεν είναι του παρόντος να συζητήσουμε, απαίτησε από τους συμπατριώτες του και τους υπόλοιπους Έλληνες να τον λατρεύσουν ως.. Θεό, ως.. 13ο Ολύμπιο (!!), καταλήγοντας βεβαίως καταγέλαστος από όλους τους ελευθερόφρονες Έλληνες της εποχής του, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη γνωστή περιφρονητική απάντηση των Λακεδαιμονίων («ας είναι Θεός αν το επιθυμεί, εμείς πάντως τον συγχωρούμε!»), κατάφερε ένα σοβαρό κτύπημα κατά της Πατρογονικής Θρησκείας, αν και όχι καίριο, εφόσον δεν ήταν δυνατόν οι όποιοι επίγονοί του βασιλίσκοι των Ελληνιστικών μοναρχικών κρατών να κατορθώσουν ανάλογο με το δικό του κατακτητικό (το μόνο άλλωστε που αληθώς εποίησε) έργο, ώστε στη συνέχεια να διεκδικήσουν κι αυτοί την ανάλογη... αυτοθεοποίησή τους. Άλλωστε, κάποιες δεκαετίες πριν τον Μακεδόνα μονάρχη, κάτι ανάλογο είχε επιχειρήσει - «ανεπιτυχώς» θα λέγαμε ανενδοίαστα, αφού κανείς μετά τον θάνατό του δεν είχε τιμήσει την παραφροσύνη του- ο υπερόπτης και θρασύς τύραννος της Ποντικής Ηρακλείας Κλέαρχος (363-352 π.α.χ.χ.) που είχε και αυτός... αυτοθεοποιηθεί, είχε ιδιοποιηθεί κανονικά όλα τα εμβλήματα του.. Θεού Διός (!) και επωνομάσει «Κεραυνό» (!) τον υιό και διάδοχό του.
Για να εξασφαλίσουν λοιπόν και οι λεγόμενοι «Επίγονοι» του Αλεξάνδρου (τον οποίο ο κόλακας Απελλής είχε μάλιστα απεικονίσει στο Αρτεμίσιον της Εφέσσου ως Θεό.. κεραυνοφόρο !!!) την ζηλευτή «είσοδό» τους στον ψευδο-«Όλυμπο» που’ χε εγκαινιάσει ο αλαζόνας υιός της Ολυμπιάδος και του Φιλίππου, προχώρησαν, με πρώτους και καλούς τους Πτολεμαίους, πέραν της κλασικής ιδιοποιήσεως των ιερών συμβόλων του Διός (αιγίδα, αετός, κεραυνός) επάνω στα νομίσματά τους, στην επιπλέον ενοικίαση κάποιων ταλαντούχων αυλοκολάκων κι αυλοδιαίτων γραφέων και διανοουμένων ώστε να δημιουργήσουν στο εξής μία διαφορετική μυθολογία και «παράδοση», που, εδραιωθείσες, θα τους επέτρεπαν αργότερα ν’ αποτολμήσουν εύκολα τη μεγάλη Ύβρι.
Ο πλέον ονομαστός όλων εκείνων των κατά παραγγελία γραφέων, αφού παρ’όλο που υπήρξε ο μεταγενέστερος όλων τους το δικό του όνομα ήταν τελικά που έμεινε αμανάτι στην Ιστορία για να ονοματίζει εκείνον τον πολυάριθμο (και με θαυμαστό τρόπο επιζήσαντα μέσα από τους αιώνες, οφείλουμε να ομολογήσουμε..) θεομαχικό συρφετό, υπήρξε ο περιβόητος Ευήμερος. Ένας κυρηναϊκός λόγιος του 3ου π.α.χ.χ. αιώνος («ίσως μαθητής του Θεοδώρου του αθέου» προσθέτει ο ιστορικός Ι. Κ. Κορδάτος στην εισαγωγή του βιβλίου του «Αρχαίες Θρησκείες Και Χριστιανισμός»), αυλοδίαιτος του βασιλέως της Μακεδονίας Κασσάνδρου, που έκαμε πάμπολλα ταξίδια στη Μεσόγειο και την Ασία, και το 280 π.α.χ.χ. εδημοσίευσε την περιβόητη «Ιερά Αναγραφή» του, στην οποία ισχυρίσθηκε ότι οι πιστευόμενοι από τους Έλληνες ως Θεοί ήσαν «σε μια απώτατη αρχαιότητα» (...) απλώς.. επιφανείς θνητοί και ηγεμόνες («δυνατοί άνθρωποι») που αργότερα, μετά θάνατον, εθεοποιήθησαν από τους ανθρώπους για τα μεγάλα έργα και τις ευεργεσίες τους.
(Είναι άξιο να σημειωθεί ωστόσο, ότι θεωρείται σήμερα από τους σοβαρούς ερευνητές ως κάτι περισσότερο από βέβαιο πως μέχρι να φθάσει στην εποχή των γνωστών πατερικών πολεμικών κατά των Εθνικών Θρησκειών, το βιβλίο αυτό είχε ήδη γίνει αντικείμενο χονδροειδών μεταπλάσεων και αυθαιρεσιών κάθε είδους στη δομή του. Ελάχιστα αποσπάσματα της «Ιεράς Αναγραφής» έχουν διασωθεί -κυρίως μέσω του Σέξτου Εμπειρικού-, και ίσως τελικά ο συγγραφέας της να μην υπήρξε τελικά ο πονηρός άθεος που σκιαγραφεί η κρίση των «Εθνικών» διανοούμενων -«άθρησκο» τον αποκαλούν ευθέως οι Αιλιανός, Κικέρων και Πλούταρχος- αλλά και εκείνη των μη ιουδαιοπλήκτων χριστιανών -«αλαζόνα και άθεο» τον αποκαλεί ευθέως στον δεύτερο «Προτρεπτικό» λόγο του ο γνωστός και μη εξαιρετέος Κλήμης Αλεξανδρεύς-, αλλά απλό, αν και καλοπληρωμένο, όργανο νομιμοποιήσεως της αυτοθεοποιήσεως των ηγεμονίσκων του ελληνιστικού κοσμοπολιτισμού. Και αυτό, γιατί ο Ευήμερος προνοεί τελικά να μην αρνείται ολοσχερώς την ύπαρξη των αρχαίων Θεών, αλλά καταφεύγει έξυπνα σε έναν πρωτότυπο για την εποχή του διαχωρισμό τους σε.. «ουράνιους» και.. «επίγειους» Θεούς, για τους πρώτους των οποίων παραδέχεται τελικά ότι είναι «αϊδιοι» και «αθάνατοι» και ότι μόνον οι δεύτεροι είναι... θεοποιηθέντες θνητοί).
Άλλος πληρωμένος γραφέας στην υπηρεσία των μεγαλομανών βασιλίσκων του Ελληνιστικού Κόσμου, υπήρξε ο ελάχιστα γνωστός ιστοριογράφος Μεγασθένης, προγενέστερος του Ευημέρου, αυλοδίαιτος του διοικητού της Αραχωσίας επί Σελεύκου του Νικάνορος. Μετά από πολλά ταξίδια, συνέγραψε τέσσερα βιβλία, τα λεγόμενα «Ινδικά», όπου μέσα σε αξιόλογες γεωγραφικές, βιολογικές και εθνογραφικές πληροφορίες ενσωμάτωσε δυστυχώς και πάμπολλες τοπικές παραδόσεις που δεν εφρόντισε προηγουμένως να τις διαχωρίσει από τις Ελληνικές, αλλ’ αντιθέτως τις ανέμειξε σε απαράδεκτο βαθμό, με αποτέλεσμα οι βραχμανικές παραδόσεις να φαίνονται τελικά.. μητρικές των Ελληνικών, και αρκετοί Έλληνες Θεοί κατώτερες μιμήσεις ηρώων ή αρχαίων θεοτήτων της Ινδικής χώρας .
Έτερος «ευημεριστής» ιστοριογράφος, υπήρξε ο επίσης ελάχιστα γνωστός Λέων εκ Πέλλης, προγενέστερος κι αυτός του Ευημέρου (πιθανολογείται ότι συνέγραψε γύρω στα τέλη του 4ου αιώνος π.α.χ.χ.) ο οποίος στο μεγάλο έργο του «Περί Των Κατ’ Αιγυπτίων Θεών» ισχυριζόταν ότι από.. μυστική επιστολή του Αλεξάνδρου προς την Ολυμπιάδα, που τάχα είχε πέσει στα χέρια του, είχε μάθει τον μέγα.. «Ιερό Λόγο». Επρόκειτο για την δήθεν.. αποκάλυψη από τους Αιγυπτίους ιερείς προς τον.. «Θεό» Αλέξανδρο, του.. «μεγάλου» «εσωτερικού» μυστικού (!) της Θρησκείας τους, ότι δηλαδή όλοι οι πιστευόμενοι ως Θεοί είχαν κάποτε ζήσει επί γής ως κοινοί θνητοί !!!
Ως έτερος καλός εργάτης της μισθωμένης ιστοριογραφίας και προγενέστερος και αυτός επίσης του Ευημέρου, φέρεται επίσης και ο ιστοριογράφος και σκεπτικός φιλόσοφος Εκαταίος ο Αβδηρίτης, αυλοδίαιτος του Πτολεμαίου Α' του επωνομαζομένου και.. «Σωτήρος» (κατά το Ζεύς «Σωτήρ» !!), ίσως όμως αδίκως πρέπει να ομολογήσουμε αν θέλουμε να είμαστε σωστοί και αντικειμενικοί. Και τούτο επειδή αυτός που κατηγορήθηκε από πάμπολλους διανοούμενους της εποχής του ότι «κακίαν περιβεβλημένος θεολογών και αθεότητα εισάγων» εξεθείαζε ως.. πάνσοφο τάχα λαό τους Εβραίους στο περιβόητο «Περί Ιουδαίων» βιβλίο του (που αργότερα έδωσε καλή «λαβή» στους μισέλληνες Ιώσηπο και Ωριγένη να επιχειρηματολογούν «τρανταχτά» κατά των Ελλήνων), μάλλον υπήρξε ένα ακόμη θύμα της πλαστογραφικής μαεστρίας των Ιαχωβιστών («...η αυτώ αποδοθείσα συγγραφή περί Ιουδαίων θεωρείται σήμερον ως ιουδαϊκόν ψευδεπίγραφον» γράφει κοφτά στο σχετικό λήμμα το «Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ελευθερουδάκη»).
Θύμα επίσης τόσο της κοσμοπολιτικής αθεότητος και του ευρύτατα διαδεδομένου την εποχή του «Ευημερισμού», όσο και του αδηφάγου συγκρητισμού των κατεδαφιστικών καιρών στους οποίους έζησε (1ος αιώνας π.α.χ.χ.), ο φιλότιμος ιστορικός Διόδωρος Σικελιώτης (που κατέληξε δυστυχώς να «μετρήσει»... 3 Ηρακλήδες, 4 Διόνυσους κ.ο.κ.) συλλέγοντας διάφορες ετερόκλητες και συχνά αποκλίνουσες παραδόσεις, προσεπάθησε καλοπροαίρετα μεν αλλά ανοήτως δε -αφού ήξερε προκαταβολικώς τα άπειρα προβλήματα αυτού του επιχειρήματος όπως τουλάχιστον φαίνεται από το προλόγισμα του έργου του (1.3.5-8)-, να τις περάσει «γραμμικά», ώστε να σχηματισθεί ένα «Χρονικόν Από Απαρχής Χρόνου», ανάλογο μ’ εκείνα τα γελοία που πολλούς αιώνες αργότερα και σ’ έναν εντελώς άλλον κόσμο βεβαίως, επεχείρησαν οι πνευματικώς ανάπηροι βυζαντινορωμαίοι συγγραφείς της πρώτης χιλιετίας της Era Vulgaris. Το αποτέλεσμα εκείνης της ανεξηγήτου μανίας του να συγγράψει μια Γενική Ιστορία («κοινάς ιστορίας και πράξεις») από τα μυθικά χρόνια έως το 59 π.α.χ.χ. που ανέτειλε ως νέο «παγκόσμιο» άστρο ο έτερος μέγας υπέρφρων που άκουγε στο όνομα Ιούλιος Καίσαρ, υπήρξε σε άπειρα σημεία, το λιγώτερο, (κωμικο)τραγικό. Η Ελλάδα ανακατώθηκε ατάκτως με τη θεοκρατική Αίγυπτο και την δεισιδαίμονα Ανατολή («ΜΕΛΑΜΠΟΔΑ ΦΑΣΙ ΜΕΤΕΝΕΓΚΕΙΝ ΕΞ ΑΙΓΥΠΤΟΥ ΤΑ ΔΙΟΝΥΣΩΙ ΝΟΜΙΖΟΜΕΝΑ ΤΕΛΕΙΣΘΑΙ ΠΑΡΑ ΤΟΙΣ ΕΛΛΗΣΙ ΚΑΙ ΤΑ ΠΕΡΙ ΚΡΟΝΟΥ ΜΥΘΟΛΟΓΟΥΜΕΝΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΤΙΤΑΝΟΜΑΧΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΝΟΛΟΝ ΤΗΝ ΠΕΡΙ ΤΑ ΠΑΘΗ ΤΩΝ ΘΕΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑΝ» 1.97.4-5) και η αληθής φύση των Πατρώων Θεών εχάθη μέσα σ’ ένα απίθανο χάος περιπετειών «πνευματικών» και «επιγείων» όντων που έφεραν δικαιωματικώς ή καταχρηστικώς τον πιο πάνω τίτλο.
Αυτό που κάποιοι πολύ ορθώς απεκάλεσαν «θρασύδειλη αθεότητα», δηλαδή ο «Ευημερισμός», δεν είχε βεβαίως κανένα απολύτως λόγο να κινηθεί μετριοπαθώς και στην αυτοκρατορική Ρώμη, όπου περισσότερο παρά ποτέ στην Ιστορία των ανθρώπων χρειαζόταν η μάξιμουμ ιδεολογική τεκμηρίωση του ότι τάχα δεν αποτελεί ξεκάθαρη παραφροσύνη το να απαιτεί κάποιος θνητός που ιδρώνει, ματώνει, τρώει, αφοδεύει και ουρεί, να λατρεύεται ως… Θεός. Ο Ιμπεράτωρ δεν θα είχε απέναντί του τις θλιβερές, πνιγμένες στις δεισιδαιμονίες, κι εκ γενετής δουλόφρονες μάζες της Ανατολής που τόσο εύκολα είχαν προσκυνήσει τους άξεστους Μακεδόνες μονάρχες. Αντιθέτως, μετά την εισβολή κατά τον δεύτερο π.α.χ.χ. αιώνα των λεγομένων «ελληνικών ηθών», κάθε.. επίδοξος αυτο-θεός είχε ν’ αντιμετωπίσει έναν λαό του οποίου στο μεγαλύτερο μέρος της η παιδεία ήταν πλέον Ελληνική ή τουλάχιστον ελληνογενής, δηλαδή ικανή να εγείρει έντονες ενστάσεις στους παραλογισμούς, την Ύβρι και την προσβολή των πατρογονικών ιερών πραγμάτων. Ευγενικά-ευγενικά λοιπόν, ο Καπιτώλιος Ζεύς (Jupiter) έπρεπε να υποβιβασθεί σ’ ένα απονεκρωμένο σύμβολο, που σε τίποτα δεν θα ωφελούσε την Αυτοκρατορία, δίχως την ενεργό δράση της υποτιθεμένης.. πολιτικής «ενσαρκώσεώς» του, που εξουσίαζε θρονιασμένη επάνω στο ζηλευτό θρόνο της «Αιωνίας Πόλεως».
Άλλωστε ο δρόμος προς κάτι τέτοιο δεν ήταν και πολύ δύσβατος, αφού ήδη από τις αρχές του 2ου π.α.χ.χ. αιώνα, 80 περίπου χρόνια μετά την πρώτη έκδοση της ευημεριστικής «Ιεράς Αναγραφής», ο πρώην στρατιωτικός και στη συνέχεια ποιητής Κόϊντος Έννιος είχε μεταφέρει γεμάτος ενθουσιασμό από τη Βόρειο Αφρική τον... βάκιλλο της ασεβείας στους ανυποψίαστους συμπατριώτες του, οι οποίοι μάλιστα μέσα στην πλατιά ανεκτικότητά τους, αλλά και την έντονη αμηχανία τους προς κάθε τι το «ελληνικό» που σχεδόν άνευ όρων εκείνη την εποχή υιοθετούσαν, δεν εσκέφθησαν κάν να πολεμήσουν στη γέννησή τους τις νεόφερτες ιδέες που απροκάλυπτα αποϊεροποιούσαν τους παραδοσιακούς Θεούς. Έτσι λοιπόν, η πατροπαράδοτη Ρωμαϊκή Λατρεία πρωτοσυνάντησε εκείνη τη διαβρωτική πανούργα αθεότητα, δίχως σχεδόν κάν να καταλάβει ότι υπήρξε συνάντηση μαζί της. Η αρχή του αργού -600 χρονου(!!) σχεδόν στη διάρκειά του-, θανάτου της Ρωμαϊκής ευσεβείας σημειώθηκε λοιπόν έτσι ήρεμα κι απλά, μ’ ένα φαινομενικά αθώο έμμετρο έργο τού -ίσως και ανυποψίαστου για τις παρενέργειές του- Εννίου, που μία περίληψή του διέσωσε αργότερα σε πεζό λόγο ο Λακτάντιος και χαρακτηριστικά έφερε ως τίτλο τ’ όνομα του «αθρήσκου» κυρηναϊκού συγγραφέως: «Ευήμερος».
Έναν περίπου αιώνα αργότερα, και με την εποχή των Ιμπερατόρων και των «νέων ηθών» να εισβάλλει γοργά-γοργά, οι Ρωμαίοι συγγραφείς Μάρκος Τερέντιος Ουάρρων (116-27 π.α. χ.χ., αυτός που «εμέτρησε» σε διψήφια και τριψήφια νούμερα τους Έλληνες Θεούς, όπως λ.χ. 44 Ηρακλήδες, υπερτριακόσιους Δίες κ.ο.κ. αν και ο γράφων έχει αρκετές αμφιβολίες για την αυθεντικότητα τών από τους χριστιανούς «διασωθέντων» αποσπασμάτων τών έργων του, όταν η πλούσια «Αρχαιολογία Των Ανθρωπίνων Και Θείων Πραγμάτων» του, η περίφημη «Antiquitates Rerum Humanarum Et Divinarum», εχάθη ολόκληρη στις πυρές) και Μάρκος Τούλιος Κικέρων (106-43 π.α.χ.χ., αυτός που παρ’όλο που περιφρονούσε ως «άθρησκο» τον Ευήμερο «εμέτρησε» τελικά 5 Διονύσους, 4 Ήφαιστους, 5 Ερμήδες, 5 Απόλλωνες, 5 Αρτέμιδες, 3 Δίες κ.ο.κ και διεκωμωδούσε ανοικτά το Μαντείο των Δελφών), καλοί υπηρέτες ενός πολιτικού συστήματος που κατευθυνόταν πλέον προς το ν’ αναγάγει σε θεσμό τη θεοποίηση του οποιουδήποτε εστεμμένου, βλακός ή μή -πράγμα που άλλωστε έγινε πολύ σύντομα, μετά τον Αύγουστο-, εχρησιμοποίησαν (ή «χρησιμοποίησαν» στην περίπτωση ίσως του Ουάρρωνος, όπως ήδη έγραψα) και αυτοί αρκετές από τις ευημεριστικές ανοησίες κι έτσι βρίσκουμε σύμφωνα με τα γραπτά τους τον Ύπατο Έλληνα Θεό να μην είναι εν τέλει τίποτε περισσότερο από μία νεφελώδης μαζική ανάμνηση κάποιων (υπερτριακοσίων!) βίων κοινών θνητών της βαθυτέρας αρχαιότητος που απλώς.. έφεραν το όνομα Ζεύς!! Η αποϊεροποίηση ολοκληρώνεται. Όλοι οι βαθύτατοι συμβολισμοί των «σχέσεων» του υπάτου Έλληνος Θεού με εξέχοντες θνητούς, ερμηνεύονται πλέον τάχα ως.. «ιστορικές» πράξεις υπαρκτών θνητών προσώπων που απλώς.. έφεραν το προσωνύμιο Ζεύς (...).
Στη συνέχεια, η ρυπαρή σκυτάλη παραλαμβάνεται από άπειρους καλοθελητές μέσα από το πέρασμα των είκοσι αιώνων της Era Vulgaris. Και φυσικά, οι ισοπεδωτικές ιδέες των λεγόμενων «Ευημεριστών» εχρησιμοποιήθησαν κατά κόρον από τους ανθέλληνες χριστιανούς συγγραφείς της υστάτης αρχαιότητος (τύπου Ωριγένη κ.λ.π.), για να αποϊεροποιήσουν τις «εθνικές» λατρείες και ν’ αποδείξουν ότι οι, κατ’ αυτούς, «ειδωλολάτρες», όταν δεν ελάτρευαν.. σκοτεινά «δαιμόνια» (κατά το ανεκδιήγητο εκείνο «omnes enim dii gentium daemonia», ήτοι «όλοι οι Θεοί των Εθνικών είναι δαίμονες») ελάτρευαν.. ανοησίες («ΤΟΙΟΥΤΟΥΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΡΟΣΚΕΚΥΝΗΚΕΝΑΙ ΘΕΟΥΣ..»).
Η ευημεριστική «ερμηνεία» των αρχαίων Λατρειών εχρησιμοποιήθη φυσικά αργότερα, όπως ήταν αναμενόμενο, και στα έως κρετινισμού «απλοϊκά» «Παγκόσμια Χρονικά Από Κτίσεως Κόσμου» ή.. «από Αδάμ» όπως αρέσκοντο οι Βυζαντινοί να τα ονομάζουν (στις διάφορες εκδοχές τους, του Μαλάλα, του Γεωργίου Μοναχού, του Θεοφάνη, του Συγκέλλου κ.ά.) μέσα από τα οποία ολόκληρη η προχριστιανική ανθρωπότης παρουσιαζόταν ως.. διαβολικό τάχα προϊόν της υποτιθεμένης «αμαρτίας» των κτιστών της Βαβέλ κατά του Εβραίου Θεού Ιαχωβά, και διακηρυσσόταν επίσης ως μοναδικός προορισμός της μετα-χριστιανικής εκείνης το να προσκυνήσει αυτή μέχρι του τελευταίου ανδρός ή γυναικός τον Ιουδαιοχριστιανισμό και να εξαφανισθεί με κάθε μέσο και δια παντός, κάθε είδους «αίρεση», δηλαδή ετεροδοξία, δηλαδή διαφορετικότητα. Εκεί, οι φωτεινοί Έλληνες Θεοί παρουσιάζονται ως ηγεμόνες τάχα της νεφελώδους.. «Εποχής Πριν τον Αβραάμ» (...), απόγονοι του χαμίτη Νεμρώδ, Ασσύριοι, Πέρσες, Αιγύπτιοι και Ιταλιώτες τάχα όλοι τους, η δε «ειδωλολατρία» ότι ανεκαλύφθη (!!) από κάποιον Σερούχ της φυλής του Ιαφέθ, προήλθε δε από τη συνήθεια των Εθνικών να στήνουν αγάλματα επιφανών ανδρών, διεδόθη στην Αίγυπτο, την Βαβυλώνα και την Φρυγία, και κατόπιν (!!) επεξετάθη στην Ελλάδα, χώρα που έλαβε τ’ όνομά της από κάποιον υιό του.. «Πίκου Διός», ενός ερωτύλου βασιλέως της.. Ιταλίας που είχε μάλιστα.. πολυάριθμες παλλακίδες (!!). Τέτοια πράγματα !! Και πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι αυτή η σαχλεπίσαχλη βυζαντινή απόπειρα εξιστορήσεως της ανθρωπίνης Ιστορίας μέσα από τις ιαχωβικές παρωπίδες, ιδιαιτέρως καταστρεπτικής μάλιστα για τον Ελληνικό Εθνισμό (αφού παρουσίαζε με τρόπο «ευημεριστικό» τους φωτεινούς Έλληνες Θεούς, δηλαδή τάχα ως.. αρχαίους ηγεμόνες), δεν έσβησε, όπως λογικώς θα έπρεπε, με την άδοξη πτώση της Νέας Ρώμης του Βοσπόρου στα χέρια των υποτίθεται «αλλοθρήσκων» Οθωμανών Τούρκων, αλλά εξηκολούθησε να διδάσκεται στους ανυποψίαστους ελλαδίτες από την ταυτοχρόνως ΚΑΙ χριστιανοκρατούμενη ΚΑΙ υπό(φιλό)τουρκη «εκπαίδευση» μέχρι τουλάχιστον την Επανάσταση του 1821.
Σε κάπως πιο σύγχρονους καιρούς, οι αρχαίες ευημεριστικές ανοησίες αναμασήθησαν από ατόλμους αθεϊστές, αλλά και από πονηρούς ομοθρήσκους του Κλήμεντος, του Ωριγένους και του Τερτυλλιανού γραφείς, από τους λεγομένους «νεοευημεριστές» (1600-1900 μ.α.χ.χ.), οι πλέον γνωστοί των οποίων υπήρξαν ο Γερμανός Hoffmann και ο Γάλλος Moreau de Jonnes, ενώ στο τόσο οικείο μας ΣΗΜΕΡΑ, οι ίδιες ακριβώς ιδέες λανσάρονται με επιμονή και μαστοριά από γνωστούς και αρκετά εχθρικούς προς την Ολύμπια Κοσμοαντίληψη κύκλους, που πολύ παραδόξως όμως διατηρούν απέναντι στον ανυποψίαστο «μέσο» άνθρωπο ένα δήθεν «αρχαιοελληνολατρικό» προφίλ που τους εξασφαλίζει τάχα «εγκυρότητα» και «πειστικότητα»: «...το όνομα «θοός» («θε-ός») δινόταν σε ανθρώπους και περιέκλειε σημαντικές ιδιότητες οι οποίες χαρακτηρίζουν τους νομοθέτες, τους πολεμιστές, τους σοφούς, όλους αυτούς που στην πορεία των αιώνων στάθηκαν οι ιεροί φύλακες της φυλής... Οι νεώτεροι όμως, αδυνατώντας να συλλάβουν, λόγω άγνοιας, το μέγεθος του χαμένου πολιτισμού, θεώρησαν ότι οι θεοί-θοοί υπήρξαν όντα υπεράνθρωπα με ικανότητες εξωπραγματικές...» (χαρακτηριστικό δείγμα μιάς τέτοιας σύγχρονης νεο-ευημεριστικής γραφής)
Στην «Ωγυγία Προς Χρήσιν Της Νεολαίας» (Αθήναι 1876) ο Κω/νος Ι. Ξάνθης, γράφει κι αυτός απίθανα και ασεβέστατα προς την πάτρια κοσμοαντίληψη πράγματα όπως τα παρακάτω: «Ζεύς ωνομάζετο ο Άπις βασιλεύς του Άργους, ο Αστέριος της Κρήτης, σύγχρονος του Κάδμου, ο πατήρ του Δαρδάνου, του Ιασίωνος και της Αρμονίας, ο Τάνταλος ο αρπάξας τον Γανυμήδην, ο Προίτος, ο φθείρας της Δανάην και γεννήσας τον Περσέα, ο πατήρ του Ηρακλέους, του Διονύσου του Θηβαίου, των Διοσκούρων, οίτινες έζησαν πάντες κατά τον ηρωϊκόν αιώνα (sic) και προ των Τρωϊκών. Εν γένει δε αριθμούσι 390 τοιούτους, εν οίς, και τινας ιερείς του Διός, οίτινες εξαπατήσαντες γυναίκας εγέννησαν τέκνα εις λογαριασμόν του Διός..» Μάλιστα !! Όχι μόνον «αποδεικνύουν» έτσι οι καλοί μας «νεοευημεριστές» ότι τάχα οι αληθινοί Έλληνες πρόγονοί μας ήσαν επαρκώς ανόητοι ώστε να λατρεύουν ως Θεούς θεοποιημένους θνητούς, αλλά και επίσης ότι αυτή η (ούτως ή άλλως «ανόητη») λατρεία υπήρξε τόσο κενή και ηθικώς σάπια ώστε οι ιερείς της συστηματικά συνουσιάζονταν με γυναίκες που.. εξαπατούσαν!! Η Μήτις, η Θέμις, η Ήρα, η Διώνη, η Μνημοσύνη, η Δήμητρα, η Ευρυνόμη, η Λητώ, η Δανάη, η Νιόβη, η Μαία, η Ταϋγέτη, η Ηλέκτρα, η Σεμέλη, η Ευρώπη, η Καλλιστώ, η Ιώ, η Λήδα, η Αίγινα, η Αντιόπη, η Αλκμήνη, και όλες οι υπόλοιπες 94(!!) συνολικά θείες εκπρόσωποι διαφόρων φυσικών εκφάνσεων του Θηλυκού Στοιχείου που οι Έλληνες μυθογράφοι εδιηγήθησαν ότι «ενώθησαν» με τον «θηλυμανή» γονιμοποιό Θεό, δεν ήσαν λοιπόν τίποτε περισσότερο από χαζά «κορτσούδια» που εξηπατήθησαν και διεκορεύθησαν από θνητούς απατεώνες οι οποίοι έφεραν απλώς το όνομα «Ζεύς»..
Τα παραπάνω χρειάσθηκε να επισημανθούν εδώ από τον συγγραφέα για τον απλό λόγο του ότι δεν μπορεί ν’ αναβάλλεται αιωνίως για τις ελληνικές Καλένδες, ήτοι για το «ποτέ», η οριστική και διαπαντός ρήξη με τους «ατόλμους αθέους», δηλαδή με τους περιβόητους «ευημεριστές», με αυτούς που οι μέντορές τους ιστορικώς φέρουν (μαζί με τον Αλέξανδρο τον Μακεδόνα που η υπερφροσύνη του να ανταγωνισθεί τον Θεό Διόνυσο κατεδίκασε σε φυσικό μαρασμό την Ελλάδα και τής εκληροδότησε κι από πάνω την μετέπειτα πολιτισμική εισβολή της Ανατολής) την κύρια ευθύνη για το πρώτο και καίριο κτύπημα κατά των Πατρώων Θεών στα «κοσμοπολιτικά» χρόνια των ανατολιστών Επιγόνων και στα σκότη της παρακμιακής Ρωμαιοκρατίας. Και παρακαλεί να του συγχωρεθεί η όποια εμφανής αγανάκτηση, αλλά απλώς θεωρεί πολύ-πολύ επικίνδυνο το να γράφεται ακόμη και σήμερα μέσα σε τάχα «ελληνολατρικά» βιβλία ότι δήθεν η.. θεολογία του Ελληνικού ιερατείου υπήρξε.. «προϊόν άγνοιας» (...) αλλά κι.. αίτιο για τη μεταχριστιανική καταστροφή(...). «Δεύτερο αίτιο της καταστροφής των Ελλήνων» (..) αποκαλούνται τσουβαληδόν, ανυπόστατα κι ανιστόρητα από συγγραφέα βιβλίου της εποχής μας οι (συνήθως εκλεγόμενοι από τις βουληφόρους Αγορές !!) Έλληνες ιερείς από το 1000 π.α.χ.χ. μάλιστα κι εντεύθεν (...), οι οποίοι, κατηγορούνται επιπλέον ότι.. «δεν διέθεταν ψυχικές δυνάμεις και αγάπη για την πατρίδα» (!!!)
Υπάρχουν σαφέστατες και καθόλου διάτρητες διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα σε κάποιες έγκυρες μεν αλλά ΜΗ αποσυμβολισθείσες ακόμη αφηγήσεις της Μυθολογίας μας από τη μία (και επίσης ανάμεσα στα πονηρά βέβαια παραμύθια των αρχαίων «ευημεριστών» και των σύγχρονων Ιουδαιοχριστιανών μιμητών τους) και στην Ολυμπία, Εθνική ευσέβεια / λατρεία / θρησκευτική πράξη από την άλλη. Οι αληθείς αρχαιογνώστες και αληθείς Έλληνες θρησκευτές, τις αναγνωρίζουν παντού όπου αυτές απλώνονται και αρνούνται να πηγαινοέρχονται άσκοπα από τη μία πλευρά στην άλλη, όμοια με τους χαμένους στην άγνοια και βαθύτατα εξαπατημένους αναγνώστες κι ακροατές των πανούργων «νεοευημεριστών». Λες και πρόκειται για κάποιο παιγνίδι παιδικό.
Οι Έλληνες Θεοί δεν είναι μήτε θεοποιημένοι θνητοί, όπως δεν είναι επίσης μήτε χαριτωμένα ή απλώς ευφυή σύμβολα ή αρχέτυπα, αλλά αντιθέτως ήσαν, είναι, και φυσικά στην αιωνιότητα θα συνεχίσουν να είναι, πανταχού παρούσες και παντοδύναμες κοσμικές Ενέργειες και ζώσες Οντότητες και Ιδέες που αποκαλύπτονται σε όλο τους το μεγαλείο στους θρησκευτές τους, σε κάθε στιγμή της καθημερινής ζωής, αρκεί βεβαίως εκείνοι να διαθέτουν την πρέπουσα Αρετή και διαύγεια ψυχής. Κι έτσι, μοιραία και αναπόφευκτα, όλοι εκείνοι οι επιφανείς, που σήμερα βγαίνουν και αρνούνται (για την αντίπαλη όχθη «εντελώς ανεξήγητα»...) να είναι τα δουλικά του Θεού της Ερήμου Ιαχωβά, γνωρίζουν από πολύ πιο πριν την αληθή φύση των Αθανάτων Θεών που απαρτίζουν το Πάνθεον των προγόνων τους. Για τον λόγο αυτό, μόνον αφελείς, αδιάβαστους και ψυχικά κλειστούς ανθρώπους θα καταφέρνουν να παραπλανούν οι σύγχρονοι λιανοπωλητές της ευημεριστικής μπαγιάτικης ανοησίας (και αυτή ας είναι στους αιώνες η βαρύτατη δυστυχία και καταδίκη τους..),
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου