Για τους Στωικούς φιλοσόφους, στο σύμπαν υπάρχουν δυο αρχές: μια ενεργητική, το «ποιούν», που είναι ο θεός, ο οποίος ταυτίζεται µε τον λόγο, και μια παθητική δύναμη, το «πάσχον», που είναι η αδιαμόρφωτη ύλη.
Ο θεός τον οποίο οι Στωικοί φιλόσοφοι τον ταυτίζουν με τον λόγο, είναι ο δημιουργός του κόσμου, καθώς, επενεργώντας πάνω στην ύλη, διαμορφώνει τα διάφορα όντα που συγκροτούν την φυσική πραγματικότητα.
Η σχέση του θεού ή του λόγου µε το σύµπαν δεν είναι υπερβατική, αυτός, δηλαδή, δεν δηµιούργησε τον κόσµο, για να µείνει κατόπιν έξω και πέρα από αυτόν.
Απεναντίας, οι Στωικοί φιλόσοφοι, εισηγούµενοι µια πανθεϊστική αντίληψη, ισχυρίστηκαν ότι ο θεός, ο λόγος διαπερνάει ολόκληρο τον κόσµο και γίνεται ένα µε αυτόν, αποτελώντας έτσι τον συνεκτικό ιστό της πολύµορφης φύσης, την δύναµη εκείνη µέσω της οποίας το κοσµικό σύστηµα διατηρεί την ενότητα του και την συνοχή του.
Χάρις στην δύναμη αυτή της θείας αρχής του λόγου, τον «τόνον» όπως την αποκαλούν οι στωικοί φιλόσοφοι, το σύµπαν από άκρου εις άκρον διέπεται από την αρχή της συµπαθείας, σύμφωνα µε την οποία τα εγκόσµια όντα επιδρούν το ένα πάνω στο άλλο.
Ο κόσμος μοιάζει µ’ έναν τεράστιο έµβιο οργανισμό, του οποίου η λειτουργία του ενός οργάνου δεν είναι ανεξάρτητη από την λειτουργία κάποιου άλλου οργάνου του. Έτσι, καθώς, βάσει της αρχής της συμπαθείας, διαδοχικά το ένα εγκόσμιο ον επηρεάζει το άλλο, είναι δυνατόν να μεταφερθεί η ενέργεια από το πιο μακρινό αστέρι του ουρανού στο πιο τελευταίο πράγμα της γης και να το επηρεάσει.
Η συνεκτικότητα της φύσης, η παρουσία των σωμάτων σε έναν κόσμο πλήρη, που αγνοεί το κενό, η εξομοίωση Θεού και κόσμου, προϋποθέτουν ότι το όλον βρίσκεται σε συμπάθεια με τον εαυτό του, ότι όλα συνεργάζονται, ότι υφίσταται μία παγκόσμια συνάφεια των όντων.
Κύριος εκπρόσωπος της θεωρίας της συμπάθειας είναι ο φιλόσοφος Ποσειδώνιος (π. 135-51 π.Χ.) ο οποίος υπήρξε ίσως η μεγαλύτερη φυσιογνωμία των Ελληνιστικών χρόνων, κερδίζοντας τον θαυμασμό του Γαληνού, του Κικέρωνα, του Πομπήιου, του Στράβωνα κ. ά.
Οι Ποσειδώνιος, ήταν Έλληνας που καταγόταν από την Απάμεια της Συρίας, αλλά ταξίδεψε στην Αίγυπτο, τη Νουβία, τη Μασσαλία, την Ισπανία για να καταλήξει στη Ρόδο, όπου ίδρυσε τη σχολή του. Εκεί, το 78 π.Χ., τον άκουσε ο νεαρός Κικέρωνας και έγινε φίλος και οπαδός του.
Αργότερα την θεωρία της συμπάθειας την συναντούμε και στους νεοπλατωνικούς φιλοσόφους. Η εκπνευμάτωση και εμψύχωση του σύμπαντος, για το Νεοπλατωνισμό, στηρίζονται στην αλληλεπίδραση των μερών του, τη φυσική «συμπάθεια», η οποία αναφέρεται στην αστρονομική κανονικότητα και ανακύκληση των ρυθμών ζώων, φυτών και ουρανίων σωμάτων. Όπως σε έναν ζωντανό οργανισμό, λέει ο Πλωτίνος, κάθε μέλος είναι αναπόσπαστο μέρος του, έτσι και στον κόσμο όλα βρίσκονται σε συνάφεια και αρμονία.
Για τον ιδρυτή του Νέο πλατωνισμού, Πλωτίνο (3ος αιώνα. μ.χ), κάθε πραγματικότητα δεν είναι μόνο ο εαυτός της, αλλά εν δυνάμει όλες οι άλλες (Εν, Νους Ψυχή , Φύση). Τα διάφορα τμήματα του κόσμου βρίσκονται σε ανταπόκριση, το ένα τμήμα καθρεφτίζει το άλλο, το ένα είναι μέσα στο καθετί. Έτσι σε κάθε τμήμα του αισθητού κόσμου αντανακλώνται οι προηγούμενες υποστάσεις, και ολόκληρος ο αισθητός κόσμος, ώστε κατά οριζόντιο τρόπο κάθε επίπεδο περιλαμβάνει τα υπό
Ο Πρόκλος (5ος αιώνα. μ.χ) αναφέρει (Εις Πλάτωνος πολιτεία) πως οι ιερατικοί άνθρωποι, ξεκινώντας από τη συμπάθεια που πιστεύουν ότι ενυπάρχει σε όλα τα φαινόμενα, τόσο μεταξύ τους όσο και προς τις αφανείς δυνάμεις, και κατανοώντας έτσι ότι τα πάντα ενυπάρχουν στα πάντα, συνέστησαν την ιερατική επιστήμη, επειδή παρατήρησαν με θαυμασμό, ότι τα έσχατα ενυπάρχουν στα πρώτα και τα πρώτα στα έσχατα.
Τα γήινα ενυπάρχουν κατά την αιτία τους στον ουρανό και κατά τρόπο ουράνιο, αλλά και τα ουράνια στη γη με τρόπο γήινο. Το παράδειγμα που δίνει έχει να κάνει με τα ηλιοτρόπια, τα οποία κινούνται μαζί με τον ήλιο και τα σεληνοτρόπια με τη σελήνη, περιφερόμενα, όσο μπορούν, μαζί με τους φωτοδότες του κόσμου.
Επομένως, σύμφωνα πάντα με τον Πρόκλο, τα πάντα προσεύχονταν ανάλογα με την τάξη τους και υμνούσαν τους ηγεμόνες ολόκληρων των σειρών τους, είτε νοητικά, είτε λογικά, είτε φυσικά, είτε αισθητά. Έτσι λοιπόν και το ηλιοτρόπιο κινούνταν σύμφωνα με εκείνο προς το οποίο ήταν συναρτημένο και αν κανείς μπορούσε να το ακούσει να κρούει τον αέρα κατά την περιφορά του, ίσως να αφουγκραζόταν έναν ύμνο να αναπέμπεται με τον ήχο αυτόν προς το βασιλέα του, όσο μπορούσε ένα φυτό να υμνήσει.
Στη γη μπορούσε κανείς να αντικρίσει, με γήινο τρόπο, ήλιους και σελήνες, ενώ στον ουρανό, με ουράνιο τρόπο, τα κάθε λογής φυτά, λίθους και ζώα να ζουν εκεί νοητικά. Ως άλλο παράδειγμα Πρόκλος φέρει το λωτό, ο οποίος κάνει φανερή τη συμπάθεια,καθώς είναι κλειστός πριν από την ανατολή των ακτίνων του ήλιου, ανοίγει σιγά- σιγά με την εμφάνιση του ήλιου, και εκτείνεται όσο το φως του ανυψώνεται, ενώ κλείνει πάλι, όταν εκείνος προχωρεί προς τη δύση του. Και συνεχίζει αναρωτώμενος σε τι διαφέρει όταν οι άνθρωποι υμνούν τον ήλιο ανοίγοντας και κλείνοντας τα σαγόνια ή τα χείλη τους, από τις κινήσεις που κάνει ο λωτός συμπτύσσοντας ή απλώνοντας τα φύλλα του;
Για τον Πρόκλο, δε μπορούμε να ασχοληθούμε με τη συμβολική, αν δε γνωρίζουμε το φιλοσοφικό υπόβαθρο στο οποίο εντάσσονται τα σύμβολα που προτιθέμεθα να μελετήσουμε, ώστε να καταστούμε ικανοί να ενεργοποιήσουμε τις σχέσεις που υπάρχουν μεταξύ αυτών και του υπεραισθητού κόσμου
Τα τελευταία δηλαδή για τους πολλούς ανθρώπους είναι γελοία, για εκείνους τους λίγους όμως που μπορούν να ανυψωθούν προς το νου αποτελούν έκφανση της ομοιοπάθειας τους προς την πραγματικότητα και βεβαίωση που προκύπτει από τα ίδια τα ιερατικά έργα της σύμφυτης των θείων όντων δύναμης. Πραγματικά οι θεοί ευχαριστούνται στο άκουσμα τέτοιων συμβόλων, ανταποκρίνονται αμέσως σε όσους τους καλούν και φανερώνουν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα τους μέσα από αυτά, καθότι τα θεωρούν σημάδια συγγενικά τους και κατεξοχήν γνώριμα τους.
Τα μυστήρια και οι τελετουργίες επίσης με αυτά εκδηλώνουν τη δημιουργική ενέργεια τους, και μέσα από αυτά προκαλούν, για όσους είναι μυημένοι να βλέπουν, θεάματα τέλεια, γεμάτα εσωτερική ηρεμία και απλόμορφα, για τα οποία ο νέος στην ηλικία και πολύ περισσότερο ο ανώριμος στον χαρακτήρα είναι ανεπίδεκτος».
Με τον Ιάμβλιχο (4ος αιώνα. μχ.), ο νεοπλατωνισμός απομακρύνεται από τον λόγο της αρχαίας Ελληνικής φιλοσοφίας και στρέφεται προς την ιερουργία. Έτσι, η νεοπλατωνική συμπάθεια αποτέλεσε φορέα εισαγωγής της μαγείας στο χώρο της φιλοσοφίας. Στηριζόμενος στην θεωρία της συμπάθειας και στην πεποίθηση πως καθώς το πλέγμα των κοσμικών δυνάμεων, διαχέεται σε όλα τα επίπεδα του σύμπαντος, παρέχει τη δυνατότητα στους θεουργούς, εφόσον στο πλαίσιο των μαγικών τελετών χρησιμοποιήσουν τα κατάλληλα αντικείμενα, να έλθουν σε επαφή με τις θεότητες που αυτά συμβολίζουν.
Σε αντίθεση με τον Ιάμβλιχο, ο Πλωτίνος πίστευε μεν στα παραφυσικά φαινόμενα, όπως ουσιαστικά όλοι οι σύγχρονοί του, εκτός από τους αποφασισμένους αθεϊστές και υλιστές - σπάνιο είδος τον 3ον αιώνα. μ.Χ. Διέφερε όμως από πολλούς, αφού προσπαθούσε να προσαρμόσει παρόμοια φαινόμενα στην έλλογη, οργανωμένη εικόνα που είχε για τον κόσμο.
Σύμφωνα με τον Πλωτίνο η μαγεία δεν επιδρά στις ανώτερες ψυχές των ανθρώπων και των θεών ενώ ο σοφός είναι ικανός να αντισταθεί σε οποιαδήποτε μαγική προσβολή στον ψυχοφυσικό του οργανισμό με τη δική του ισχυρότερη δραστηριότητα. Έτσι, όταν ο μάγος Ολύμπιος έστρεψε τις μαγικές τέχνες εναντίον του, ο Πλωτίνος κατάφερε να αντιστρέψει τη δύναμη της μαγείας. Στο τέλος, ο Ολύμπιος, επειδή κινδύνεψε πολλές φορές να πάθει ζημιά ο ίδιος, σταμάτησε αυτές τις τεχνικές.
Με παρόμοιο τρόπο εξηγεί τα αποτελέσματα της προσευχής. Η προσευχή στους ουράνιους θεούς δεν μπορεί να αγγίξει το ανώτερο μέρος των ψυχών τους, οι οποίες είναι απορροφημένες στην ενατένιση, και αγνοούν οτιδήποτε συμβαίνει στον αισθητό κόσμο· οδηγεί, ωστόσο, στο να προκαλέσει την αυτόματη ανταπόκριση του κατώτερου μέρους της ψυχής, το οποίο ικανοποιεί την ευχή του προσευχόμενου.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο μαθητής του Αμέλιος, ο ίδιος πρόσφερε συχνά θυσίες στους θεούς και γι’ αυτό το λόγο έπαιρνε μέρος στις πανάρχαιες τελετές – γιορτές. Όταν κάλεσε το Πλωτίνο σε μία από αυτές εκείνος του απάντησε ότι:
«Οι Θεοί πρέπει να έρχονται σε εμένα και όχι εγώ να πηγαίνω σ’ αυτούς», δείχνοντας έτσι ότι ο μόνος δρόμος της ένωσης με το θείο ξεκινάει πάντα από πάνω προς τα κάτω, και όχι το αντίθετο».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου