Αν λάβουμε υπόψη το πρώτο αξίωμα, ότι δηλαδή η ύπαρξη του θεού δε μπορεί να ελεγχθεί εμπειρικά, με ενδιαφέρουν περισσότερο τα δυναμικά, οι ψυχικοί μηχανισμοί και οι λόγοι που οδηγούν έναν άνθρωπο να πιστέψει σε κάτι που εμπειρικά δε μπορεί να προσεγγίσει.
Από βιολογικής άποψης, το ισχυρότερο ένστικτο στον άνθρωπο, όπως και σε κάθε έμβιο ον, είναι η αυτοσυντήρηση, δηλαδή η διατήρηση, προστασία και συνέχιση της ύπαρξης του. Είναι το ένστικτο που ωθεί τον κάθε έναν από εμάς να προστατεύσει τον φυσικό του εαυτό από κάθε εξωτερικό κίνδυνο. Στην ψυχαναλυτική θεωρία, ισχυριζόμαστε ότι υπάρχει ένας αντίστοιχος ενδοψυχικός μηχανισμός.
Με απλά λόγια το ψυχικό σύστημα του ανθρώπου αποτελείται από μηχανισμούς άμυνας που τον προστατεύουν από τον πόνο και το άγχος. Ωστόσο, η ισχυρότερη και πιο οδυνηρή μορφή άγχους είναι το άγχος θανάτου.
Σε όλο το φυσικό κόσμο είμαστε τα μόνα όντα που έχουμε γνώση του επικείμενου θανάτου μας. Η γνώση του ότι η ύπαρξη μας είναι πεπερασμένη γεννά μεγάλο άγχος το οποίο ενεργοποιεί τους εσωτερικούς μηχανισμούς άμυνας οι οποίοι σπεύδουν να μας προστατέψουν από αυτό.
Όταν ερχόμαστε στον κόσμο, είναι αδύνατο να επιβιώσουμε χωρίς την καθοριστική συμβολή των προσώπων φροντίδας τα οποία εξυπηρετούν τις άμεσες βιολογικές μας ανάγκες. Οι βιολογικές ανάγκες επιβίωσης συνδέονται στενά με θεμελιώδεις ψυχικές ανάγκες. Έτσι, αφού το βρέφος εξασφαλίσει την επιβίωση του αναζητά την κάλυψη σημαντικών ενδοψυχικών αναγκών όπως η ανάγκη για στοργή, αγάπη, ασφάλεια και προστασία.
Όσο περισσότερο ικανοποιηθούν οι ανάγκες αυτές, τόσο λειτουργικότερο και ωριμότερο θα γίνει το άτομο στην ενήλικη ζωή του. Φυσικά, η ανεπαρκής κάλυψη τους μπορεί να οδηγήσει το άτομο σε λιγότερο ή περισσότερο σοβαρές μορφές ψυχοπαθολογίας. Ο καθένας από εμάς λοιπόν στη μετέπειτα ζωή του έρχεται αντιμέτωπος με καταστάσεις που θέτουν σε κίνδυνο την επιβίωση του.
Αυτές οι καταστάσεις τον κάνουν να παλινδρομεί στο στάδιο της βρεφικής ηλικίας. Ομοιάζουν δηλαδή, με το πρώτο άγχος επιβίωσης που είχε όταν πρωτοήρθε στον κόσμο.
Αυτές οι καταστάσεις μπορεί να είναι μία σοβαρή ασθένεια, ο χαμός ενός αγαπημένου προσώπου ή ένα οποιοδήποτε τραυματικό γεγονός. Ο ενήλικας πλέον νιώθει όπως ένα βρέφος: μικρός και ανίσχυρος απέναντι στο γεγονός και προσπαθεί να προστατευτεί από αυτό. Χρειάζεται λοιπόν και πάλι ένα πρόσωπο φροντίδας, ένα δεύτερο πατέρα, ισχυρότερο και δυνατότερο όμως, που θα τον προστατεύσει από τα δεινά της ζωής. Αυτή η ανάγκη για προστασία οδηγεί στην δημιουργία του θεού.
Παρατηρώντας τις μονοθεϊστικές θρησκείες (Χριστιανισμός, Ισλάμ και Ιουδαϊσμός) η σχέση μεταξύ θεού-πιστού δε διαφέρει από τη σχέση πατέρα-νηπίου. Σύμφωνα με την άποψη αυτή, ο ενήλικας αναβιώνει την πρώιμη σχέση που είχε με τον πατέρα του και την μεταφέρει στη σχέση του με το θεό.
Ο πιστός δηλαδή, μεταβιβάζει στο θεό όλα τα χαρακτηριστικά της πρωταρχικής αυτής σχέσης.
Έτσι λοιπόν έχουμε έναν παντοδύναμο θεό-πατέρα, αυταρχικό, απόλυτο, συγκεντρωτικό. Ένα θεό-πατέρα που δε διστάζει να ευνοήσει τα τέκνα που ακολουθούν τις προσταγές του και να τιμωρήσει όσους αψηφούν τις εντολές του. Ο θεός είναι κάποιος που τον προστατεύει και κάποιος τον οποίο φοβάται, μισεί και αγαπά την ίδια στιγμή. Με απλά λόγια ο θεός είναι ένα υποκατάστατο του πατέρα και ο πιστός τον προσεγγίζει με τα ίδια διφορούμενα συναισθήματα που προσέγγιζε και την πατρική φιγούρα.
Πίσω από κάθε θεό κρύβεται μία από τις πιο θεμελιώδεις ανάγκες της βρεφικής ηλικίας, η ανάγκη για έναν προστατευτικό και γεμάτο αγάπη πατέρα. Οι δυσκολίες της ζωής και αυτό το ίδιο το πεπερασμένο της ύπαρξης ξυπνάνε στον άνθρωπο έντονες μνήμες από εκείνο το στάδιο της πλήρους αδυναμίας.
Παλινδρομεί λοιπόν σε αυτό, έχοντας την ανάγκη να ξαναβιώσει ένα αίσθημα παντοδυναμίας έχοντας κάποιον να φροντίζει τις ανάγκες του. Αγαπά το θεό για τους ίδιους λόγους που ένα βρέφος αγαπά το πρόσωπο φροντίδας: επειδή καλύπτει όλες τις βιολογικές και ναρκισσιστικές του ανάγκες, προστατεύοντας το έτσι από εσωτερικές και εξωτερικές απειλές.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου