Υπήρχε ένας σπουδαίος μυστικιστής στην Ινδία, ο Εκνάθ. Πήγαινε για ένα ιερό προσκύνημα με τους μαθητές του. Ήταν ένα ταξίδι τριών με έξι μηνών. Ένας άνδρας τον πλησίασε, έπεσε στα πόδια του και του είπε, «Το ξέρω ότι δεν είμαι άξιος. Το ξέρεις κι εσύ, όλοι με ξέρουν. Αλλά ξέρω ότι η συμπόνια σου είναι μεγαλύτερη από την αναξιοσύνη μου. Σε παρακαλώ δέξου με ως ένα από τα μέλη της ομάδας που πηγαίνει στο ιερό προσκύνημα»
Ο Εκνάθ είπε, «Είσαι κλέφτης, και όχι συνηθισμένος κλέφτης, αλλά μια αυθεντία στην κλεψιά. Δεν σε έχουν πιάσει ποτέ, και όλοι ξέρουν ότι είσαι κλέφτης. Εγώ θέλω να σε πάρω μαζί μου, αλλά πρέπει να σκεφτώ τα άλλα πενήντα άτομα που θα έρθουν μαζί μου. Θα πρέπει να μου δώσεις μια υπόσχεση – και δεν ζητάω τίποτε περισσότερο, μονάχα γι’ αυτούς τους τρεις με έξι μήνες όσο θα είμαστε στο προσκύνημα: δεν θα κλέψεις. Μετά από αυτό, είναι δικό σου θέμα. Όταν θα γυρίσουμε σπίτι, θα είσαι ελεύθερος από την υπόσχεσή σου».
Ο άνδρας είπε, «Είμαι απολύτως πρόθυμος να υποσχεθώ, και είμαι τρομερά ευγνώμων για τη συμπόνια σου». Οι άλλοι πενήντα ήταν καχύποπτοι. Να εμπιστευτούν έναν κλέφτης
Αλλά δεν μπορούσαν να πουν τίποτε στον Εκνάθ, ήταν ο δάσκαλος. Το προσκύνημα ξεκίνησε, και από την πρώτη νύχτα κιόλας υπήρξαν προβλήματα. Το επόμενο πρωί επικράτησε χάος: έλειπε το παλτό κάποιου, έλειπε το πουκάμισο κάποιου, έλειπαν τα χρήματα κάποιου. Και όλοι φώναζαν, «Πού είναι τα χρήματά μου;» και όλοι έλεγαν στον Εκνάθ, «Από την αρχή ανησυχούσαμε που θα έπαιρνες αυτόν τον άνθρωπο μαζί σου. Η συνήθεια μιας ολόκληρης ζωής δεν κόβεται εύκολα!»
Αλλά μετά άρχισαν να κοιτάζουν γύρω τους, και ανακάλυψαν ότι τα πράγματα δεν είχαν κλαπεί. Τα χρήματα κάποιου έλειπαν, αλλά βρέθηκαν στην τσάντα κάποιου άλλου. Το παλτό κάποιου άλλου έλειπε, αλλά βρέθηκε στη βαλίτσα κάποιου άλλου. Βρέθηκαν τα πάντα, αλλά ήταν μια περιττή αναστάτωση! Και κανείς δεν μπορούσε να καταλάβει ποιό ήταν το νόημα αυτής της ενέργειας. Σίγουρα δεν το είχε κάνει ο κλέφτης, επειδή ουσιαστικά δεν είχε κλαπεί τίποτε.
Την τρίτη νύχτα ο Εκνάθ έμεινε ξύπνιος για να δει τι συμβαίνει. Μέσα στη νύχτα, ο κλέφτης – από συνήθεια- ξύπνησε, άρχισε να παίρνει πράγματα από το ένα μέρος και να τα βάζει σε ένα άλλο. Ο Εκνάθ τον σταμάτησε και του είπε, «Τι κάνεις; Ξέχασες την υπόσχεσή σου;
Εκείνος είπε, «Όχι, δεν ξέχασα την υπόσχεσή μου. Δεν κλέβω τίποτε, αλλά δεν υποσχέθηκα ότι δεν θα μετακινώ πράγματα από το ένα μέρος στο άλλο . Μετά από έξι μήνες πρέπει να γίνω ξανά κλέφτης αυτό είναι απλά εξάσκηση. Και πρέπει να καταλάβεις ότι είναι η συνήθεια μιας ολόκληρης ζωής, δεν μπορείς να την κόψεις τόσο εύκολα! Δώσε μου λίγο χρόνο. Επίσης πρέπει να καταλάβεις το πρόβλημά μου. Για τρεις ημέρες δεν έχω κλέψει τίποτε – είναι σαν τη νηστεία! Αυτό είναι απλά ένα υποκατάστατο, κρατώ τον εαυτό μου απασχολημένο. Αυτή είναι η ώρα που εργάζομαι συνήθως, μέσα στη νύχτα, κι έτσι είναι πολύ δύσκολο για μένα να μείνω στο κρεβάτι ξύπνιος. Και τόσο πολλοί ηλίθιοι κοιμούνται και δεν κάνω κακό σε κανέναν. Το πρωί θα βρουν τα πράγματά τους».
Ο Εκνάθ είπε, «Είσαι παράξενος άνθρωπος. Βλέπεις ότι κάθε πρωί επικρατεί χάος, και χάνουμε μία με δύο ώρες άσκοπα για να βρούμε που έχεις βάλει τα πράγματα, ποιανού τα αντικείμενα έχουν μπει σε ποιανού τη βαλίτσα. Όλοι πρέπει να ανοίξουν τα πάντα και να ρωτήσουν τους πάντες… Σε ποιόν ανήκει αυτό ,
Ο κλέφτης είπε, «Αυτό πρέπει να μου το αναγνωρίσεις».
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου