Περιλάμβανε τις περιοχές: Μακεδονίς, Ημαθία (εν μέρει στον νομό Ημαθίας), Βοττιαία* (βόρεια και βορειοδυτικά του Θερμαϊκού κόλπου), Πελαγονία (στη σημερινή ΠΓΔΜ), Λυγκηστίδα (μερικώς στον ν. Φλώρινας), Βρυγηίδα, Αλμωπία (βόρειο τμήμα του ν. Πέλλας), Πιερία (ν. Πιερίας), Ελυμεία (ν. Γρεβενών), Ορεστίδα (ορεινή Δ. Μακεδονία), Εορδαία (ν. Κοζάνης), Τυμφαία (ν. Γρεβενών, δυτικά), Μυγδονία (μεταξύ Ανθεμούντα και κάτω ρου του Αξιού).
Η Μακεδονία οφείλει το όνομά της στον επώνυμο ήρωα Μακεδόνα, τον οποίο γενεαλογικοί μύθοι διαφόρων μυθογράφων συνδέουν με ποικίλους θεούς και ήρωες. Θεωρείται:
α) Αυτόχθονας**.
β) Γιος του Δία και της Θυίας, κόρης του βασιλιά της Θεσσαλίας Δευκαλίωνα***, ο οποίος έχτισε στο Δίον ένας από τους πρώτους βωμούς του Ολυμπίου Διός μετά τον μεγάλο κατακλυσμό της αρχαιότητας (μαρτυρείται σε πάπυρο του 1ου αι. μ.Χ. με γενεαλογίες). Η Θυία ήταν αδελφή του Έλληνα, επομένως τα παιδιά της, ο Μάγνης και ο Μακεδών, κάτοικοι της Πιερίας και του Ολύμπου αντίστοιχα, ήταν ξαδέλφια με τους γιους του Έλληνα, τον Δώρο, τον Ξούθο και τον Αίολο.
γ) Ένας από τους δέκα γιους του βασιλιά της Μαγνησίας Αιόλου, γιου του Έλληνα, αδελφού του Δώρου και του Ξούθου και γενάρχη των Αιολέων. Η παράδοση αυτή απηχεί την ιδέα ότι οι Μακεδόνες ήταν τμήμα των Αιολέων, μιας από τις διαιρέσεις των Ελλήνων.
δ) Γιος του Λυκάονα**** από την Αρκαδία, γιου του Πελασγού*****.
ε) Γιος και σύντροφος του θεού Όσιρη******, τον οποίο ο πατέρας του έκανε βασιλιά της Μακεδονίας, όταν κατέκτησε τον κόσμο. Σε αυτή την ύστερη εκδοχή της εποχής του συγκρητισμού είναι και αδελφός του Άνουβη*******· ντυμένος με θώρακα από δέρμα λύκου, φοράει το κεφάλι του ζώου αυτού ως μάσκα στο πρόσωπό του.
Οι παραδόσεις αυτές, λοιπόν, δείχνουν ότι ο Μακεδόνας είτε είναι αυτόχθονας είτε με καταγωγή από Έλληνες της Νότιας Ελλάδας, την Αρκαδία, και τη Θεσσαλία. Η επιχειρηματολογία αυτή υπήρχε ήδη από τον Ησίοδο και δεν ήταν ύστερο δημιούργημα της ελληνιστικής περιόδου.
Υπάρχει, βέβαια, και η άποψη ότι οι Μακεδόνες δεν ήταν εξ ολοκλήρου ελληνικό φύλο αλλά συγγενικό με αυτά, γιατί κατάγονταν από τα εξαδέλφια του Έλληνα (παράδοση β’)· ή ότι Μακεδόνες, τουλάχιστον η αριστοκρατία τους, είχε εξελληνιστεί. Επισημαίνουμε, πάντως, ότι αντίστοιχη επιχειρηματολογία για τους Μάγνητες, ότι δηλαδή ήταν ένα ξένο ή συγγενικό προς τους νότιους Έλληνες φύλο λόγω καταγωγής, δεν έχει διατυπωθεί. Μια πιθανή εξήγηση για τις θέσεις αυτές μπορεί να συναχθεί από την παρατήρηση του χάρτη του Τρωικού πολέμου, όπου φαίνεται καθαρά ότι οι πάνω του Ολύμπου περιοχές υπήρξαν σύμμαχοι των Τρώων, όπως επέβαλλαν τα οικονομικά τους συμφέροντα.
Όσο για την παράδοση της καταγωγής και της συγγένειάς του με τους Αιγυπτίους Όσιρι και Άνουβη, αυτή δικαιολογείται από την εισδοχή στον μακεδονικό χώρο της λατρείας αιγύπτιων θεών********.
ΔΕΣ:
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ: Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
---------------------------------
*Βοττιαία
Κατοικούνταν από το θρακικό φύλο των Βοττιαίων. Κατά τους πρώιμους ιστορικούς χρόνους, με την άφιξη των Μακεδόνων, μετανάστευσαν σε τμήμα της δυτικής Χαλκιδικής που ονομάστηκε Βοττία.
**Αυτοχθονία
Τον τίτλο του αυτόχθονα στην αρχαιότητα τον κατείχαν οι Αιγινήτες, οι Αθηναίοι, που θεωρούνταν παιδαγωγοί της Ελλάδας, οι Αρκάδες που θεωρούνταν πρωτόγονοι, γι’ αυτό και ονομάζονταν βαλανιδοφάγοι, κάτι που παραπέμπει σε ένα άλλο σύστημα διατροφής και βέβαια σε ένα άλλο, παλαιότερο σύστημα οργάνωσης. Σε επίπεδο μυθολογικό το να είναι κανείς παιδί της γης (αυτό-χθων) δεν είναι καλό προηγούμενο: οι γηγενείς (γη-γενής < γη + γίγνομαι) είναι οι υβριστές που υφίστανται θεϊκές τιμωρίες ή εκμηδενίζονται από ήρωες που προστατεύει ο Όλυμπος. Αντίθετα, ευγενές είναι να κατάγεται κανείς από τον Δία. Σε επίπεδο ιστορικό, τόσο στην Αθήνα όσο και στην Αρκαδία, η αυτοχθονία συνδέεται με την παράδοση της πελασγικής καταγωγής –οι Αρκάδες, που θεωρούνται «πιο παλιοί κι από το φεγγάρι» είναι απόγονοι του Πελασγού που γεννήθηκε από το έδαφος· αλλά και ο τρισέγγονός του, ο Παν, γεννήθηκε και αυτός από τη Γη (Παυσ., 8, 38, 1· Αριστ. απ. 549, Απολλ. Ρόδιος 4, 264, Σχόλια στις Νεφέλες του Αριστοφάνη, στ. 398). Επομένως, η αυτοχθονία κρατιέται ως τιμητικός τίτλος από το παρελθόν –συνιστά τίτλο τιμής η συνέχεια από τους προ- ή παλαιοέλληνες–, μία μάλιστα από τις σκοπιμότητες των γενεαλογικών μύθων είναι η απόδειξη της αυτοχθονίας. Συγχρόνως όμως στα γενεαλογικά συστήματα των πόλεων αναγνωρίζει κανείς και μια δεύτερη απαρχή, καθώς κάποιος σημαντικός ήρωας του απώτερου παρελθόντος κατάγεται από τον Δία. Η προσθήκη αυτή συνιστά κατάφαση απέναντι στο σύστημα οργάνωσης και σκέψης της πόλεως, όπου κυρίαρχο εμφανίζεται το δωδεκάθεο. Και στα ελληνιστικά βασίλεια διατηρήθηκε η προσπάθεια απόδειξης μιας, προφανώς κατ’ επίφαση, αυτοχθονίας ή ευγενούς καταγωγής (πρβ. την καταγωγή των Πτολεμαίων από τους Ηρακλείδες) με τη μεταφορά στοιχείων της παλιάς ελληνικής πραγματικότητας, ακόμη και με μεταφορά γεωγραφικών ονομάτων του ελληνικού χώρου στις κατακτημένες περιοχές.
Ο μύθος της αυτοχθονίας, που καθορίζει την ταυτότητα των πολιτών, αποτελεί σημαντική πτυχή της ιδεολογίας του πολιτικού συστήματος, καθώς εξ ορισμού παρακάμπτει τον γυναικείο παράγοντα στην ανθρώπινη δημιουργία. Επομένως, στον μύθο της αυτοχθονίας απηχείται η κυρίαρχη ιδεολογία σχετικά με την ιεράρχηση των δύο φύλων.
***Δευκαλίωνας
Με μεγαλύτερη βεβαιότητα παραδίδονται τα ονόματα των πιθανόν πατεράδων του (Προμηθέας ή Επιμηθέας), με λιγότερη της μητέρας του. Βασιλιάς της Φθίας, παντρεύτηκε την κόρη του Επιμηθέα Πύρρα. Όταν ο Δίας θέλησε να καταστρέψει όλο το γένος των ανθρώπων, ο Δευκαλίωνας, ακολουθώντας τη συμβουλή του πατέρα του, κατασκεύασε λάρνακα, όπου συγκέντρωσε τα απαραίτητα εφόδια για την επιβίωση τους. Επί εννέα μέρες και εννέα νύχτες καταρρακτώδεις βροχές έπνιξαν τη γη. Την δέκατη ημέρα προσάραξαν στον Παρνασσό, όπου τέλεσαν θυσία προς τιμήν του Δία. Ο θεός έστειλε τον Ερμή για να τους ρωτήσει τι επιθυμούν. Και εκείνοι ευχήθηκαν να ζήσουν ξανά με ανθρώπους. Τότε ο θεός τους συμβούλευσε να πάρουν λιθάρια και να τα πετάνε πίσω από την πλάτη τους. Και όσα έριχνε ο Δευκαλίωνας μεταμορφώνονταν σε άνδρες, αυτές που πετούσε η Πύρρα μεταμορφώνονταν σε γυναίκες.
****Λυκάονας
Σύμφωνα με τις αρχαίες παραδόσεις ο Λυκάονας, γιος του Πελασγού, ίδρυσε την πρώτη πόλη, τη Λυκόσουρα, και υπήρξε γενικά γενάρχης αρκαδικών πόλεων και αποικιών. Από πολλές γυναίκες γέννησε πενήντα παιδιά και μία θυγατέρα την Καλλιστώ, που ακολουθούσε τη θεά Άρτεμη. (Απολλοδ. 3.96). Οι γιοι του μιμήθηκαν το παράδειγμά του ιδρύοντας ο καθένας και από μία πόλη (ο Μαίναλος το Μαίναλο, ο Μαντινεύς τη Μαντινεία, ο Ορχομενός τον Ορχομενό, ο Πάλλας το Παλλάντιο, ο Τεγεάτης έδωσε το όνομά του στην περιοχή της Τεγέας, ο Τραπεζούς έκτισε την Τραπεζούντα, ο Φίγαλος την Φιγαλία κλπ.). Μερικοί από τους γιους του Λυκάονα έφυγαν σε άλλους τόπους και εκεί ίδρυσαν πόλεις. Ο Θεσπρωτός πήγε στην Ήπειρο, όπου έγινε γενάρχης των Θεσπρωτών και έδωσε το όνομά του στην περιοχή, ο Μακεδόνας πήγε ακόμα πιο βόρεια και ίδρυσε το έθνος των Μακεδόνων, ο Φθίος ίδρυσε τη Φθιώτιδα κ.ο.κ.
*****Πελασγός
Με το όνομα αυτό αναφέρονται πολλοί ήρωες των Πελασγών, οι οποίοι κατέλαβαν την Πελοπόννησο και τη Θεσσαλία. Οι Πελασγοί θεωρούνταν λαός, η αρχή των οποίων χάνεται στους μυθικούς χρόνους.
******Όσιρης
Ανάμεσα στους λατρευόμενους Αιγυπτίους θεούς στη Μακεδονία ήταν και ο Όσιρις. Θεός της βλάστησης, ανασταινόταν όταν αποσύρονταν τα νερά του Νείλου και πρασίνιζαν τα χωράφια και πέθαινε μόλις η χλόη ξεραινόταν.
Ως βασιλεύς των νεκρών, οδηγούσε τους ανθρώπους στην αληθινή μακαριότητα, όταν αυτοί απέβαλαν το σώμα τους –όσο βρίσκονταν στη ζωή είχαν τις ψυχές τους φυλακισμένες στα σώματα με αποτέλεσμα να βασανίζονται από τα πάθη και να μην μπορούν να χαρούν το θείον (Πλούταρχος, Περί Ίσιδος και Οσίριδος).
Σε ποίημα (125-100 π.Χ.) του Θεσσαλονικέα ποιητή Δαμαίου, που αποτελείται από πέντε ελεγειακά δίστιχα και σώζεται σε πλάκα στο Σαραπείον, ο Όσιρις εμφανίζεται ως χθόνιος θεός. Ο αδελφός του Σηθ τον σκοτώνει και τον διαμελίζει, βάζει τα μέλη του σε φέρετρο και το ρίχνει στα νερά του Νείλου. Μετά από καιρό η Ίσιδα βρίσκει το φέρετρο και ανασταίνει τον σύζυγό της.
*******Άνουβης
Νεκρική θεότητα της αιγυπτιακής θρησκείας, πρώτα στην Άβυδο ως τοπικός θεός, στη συνέχεια, και ήδη από την εποχή του Αρχαίου Βασιλείου (τρίτη χιλιετία), κοινός θεός όλων των Αιγυπτίων της ταρίχευσης, του ενταφιασμού και της κρίσης των ψυχών. Συνήθεις παραστάσεις του, κυρίως σε ταφικά μνημεία, ήταν με κεφάλι τσακαλιού, ενώ βρέθηκαν και επιγραφές με παρακλήσεις σ’ αυτόν για τις ψυχές των νεκρών. Θεωρούνταν τέταρτος γιος του θεού ήλιου Ρα, νεότεροι όμως ιστορικοί (Πλούταρχος, Περί Ίσιδος και Οσίριδος, 44) αφηγούνται ότι ήταν γιος του Όσιρι και της αδελφής του Νέφθυος, η οποία όμως εγκατέλειψε το παιδί και το ανέθρεψε η Ίσιδα, γυναίκα του Όσιρι. Ο Άνουβης επιμελήθηκε την ταρίχευση του Όσιρι, όταν αυτός δολοφονήθηκε από τον αδελφό του Σηθ. Οι Έλληνες θεωρούσαν τον Άνουβη κυνοκέφαλο, στα ελληνιστικά χρόνια τον ταύτισαν με τον ψυχοπομπό Ερμή (Ερμάνουβης), ενώ από την επαφή με τον ελληνικό πολιτισμό παριστανόταν να κρατά κλειδί σαν τον δικαστή του Κάτω Κόσμου Αιακό. Η λατρεία του επιβίωσε μέχρι την ύστερη αρχαιότητα και τον Ιουλιανό.
********Αιγύπτιοι θεοί
Η μεγάλη διάδοση των εσχατολογικών απόψεων στον μακεδονικό χώρο κατέστησε σχεδόν αυτονόητη την εισαγωγή της λατρείας των Αιγυπτίων θεών από τον 3ο αι. π.Χ., καθώς μέρος της ουσίας αυτών των θεών ήταν οι θεωρίες για λύτρωση στη μετά θάνατο ζωή. Πολύ πρώιμα διαδόθηκε και στη Μακεδονία η λατρεία Αιγυπτίων θεών, παρά τις όχι καλές σχέσεις των Αντιγονιδών με τους Πτολεμαίους. Τη λατρεία έφεραν ιδιώτες Έλληνες από την Αλεξάνδρεια ή Αιγύπτιοι έμποροι, που έρχονταν με τις οικογένειές τους για μόνιμη εγκατάσταση σε ελληνικές πόλεις. Ιερό για τους Αιγυπτίους θεούς ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη πιθανότατα τον 3ο αι. π.Χ. –το λεγόμενο Σαραπείον– και παρέμεινε ενεργό μέχρι τον 4ο αι. μ.Χ.
Η Μακεδονία οφείλει το όνομά της στον επώνυμο ήρωα Μακεδόνα, τον οποίο γενεαλογικοί μύθοι διαφόρων μυθογράφων συνδέουν με ποικίλους θεούς και ήρωες. Θεωρείται:
α) Αυτόχθονας**.
β) Γιος του Δία και της Θυίας, κόρης του βασιλιά της Θεσσαλίας Δευκαλίωνα***, ο οποίος έχτισε στο Δίον ένας από τους πρώτους βωμούς του Ολυμπίου Διός μετά τον μεγάλο κατακλυσμό της αρχαιότητας (μαρτυρείται σε πάπυρο του 1ου αι. μ.Χ. με γενεαλογίες). Η Θυία ήταν αδελφή του Έλληνα, επομένως τα παιδιά της, ο Μάγνης και ο Μακεδών, κάτοικοι της Πιερίας και του Ολύμπου αντίστοιχα, ήταν ξαδέλφια με τους γιους του Έλληνα, τον Δώρο, τον Ξούθο και τον Αίολο.
γ) Ένας από τους δέκα γιους του βασιλιά της Μαγνησίας Αιόλου, γιου του Έλληνα, αδελφού του Δώρου και του Ξούθου και γενάρχη των Αιολέων. Η παράδοση αυτή απηχεί την ιδέα ότι οι Μακεδόνες ήταν τμήμα των Αιολέων, μιας από τις διαιρέσεις των Ελλήνων.
δ) Γιος του Λυκάονα**** από την Αρκαδία, γιου του Πελασγού*****.
ε) Γιος και σύντροφος του θεού Όσιρη******, τον οποίο ο πατέρας του έκανε βασιλιά της Μακεδονίας, όταν κατέκτησε τον κόσμο. Σε αυτή την ύστερη εκδοχή της εποχής του συγκρητισμού είναι και αδελφός του Άνουβη*******· ντυμένος με θώρακα από δέρμα λύκου, φοράει το κεφάλι του ζώου αυτού ως μάσκα στο πρόσωπό του.
Οι παραδόσεις αυτές, λοιπόν, δείχνουν ότι ο Μακεδόνας είτε είναι αυτόχθονας είτε με καταγωγή από Έλληνες της Νότιας Ελλάδας, την Αρκαδία, και τη Θεσσαλία. Η επιχειρηματολογία αυτή υπήρχε ήδη από τον Ησίοδο και δεν ήταν ύστερο δημιούργημα της ελληνιστικής περιόδου.
Υπάρχει, βέβαια, και η άποψη ότι οι Μακεδόνες δεν ήταν εξ ολοκλήρου ελληνικό φύλο αλλά συγγενικό με αυτά, γιατί κατάγονταν από τα εξαδέλφια του Έλληνα (παράδοση β’)· ή ότι Μακεδόνες, τουλάχιστον η αριστοκρατία τους, είχε εξελληνιστεί. Επισημαίνουμε, πάντως, ότι αντίστοιχη επιχειρηματολογία για τους Μάγνητες, ότι δηλαδή ήταν ένα ξένο ή συγγενικό προς τους νότιους Έλληνες φύλο λόγω καταγωγής, δεν έχει διατυπωθεί. Μια πιθανή εξήγηση για τις θέσεις αυτές μπορεί να συναχθεί από την παρατήρηση του χάρτη του Τρωικού πολέμου, όπου φαίνεται καθαρά ότι οι πάνω του Ολύμπου περιοχές υπήρξαν σύμμαχοι των Τρώων, όπως επέβαλλαν τα οικονομικά τους συμφέροντα.
Όσο για την παράδοση της καταγωγής και της συγγένειάς του με τους Αιγυπτίους Όσιρι και Άνουβη, αυτή δικαιολογείται από την εισδοχή στον μακεδονικό χώρο της λατρείας αιγύπτιων θεών********.
ΔΕΣ:
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ: Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
*Βοττιαία
Κατοικούνταν από το θρακικό φύλο των Βοττιαίων. Κατά τους πρώιμους ιστορικούς χρόνους, με την άφιξη των Μακεδόνων, μετανάστευσαν σε τμήμα της δυτικής Χαλκιδικής που ονομάστηκε Βοττία.
**Αυτοχθονία
Τον τίτλο του αυτόχθονα στην αρχαιότητα τον κατείχαν οι Αιγινήτες, οι Αθηναίοι, που θεωρούνταν παιδαγωγοί της Ελλάδας, οι Αρκάδες που θεωρούνταν πρωτόγονοι, γι’ αυτό και ονομάζονταν βαλανιδοφάγοι, κάτι που παραπέμπει σε ένα άλλο σύστημα διατροφής και βέβαια σε ένα άλλο, παλαιότερο σύστημα οργάνωσης. Σε επίπεδο μυθολογικό το να είναι κανείς παιδί της γης (αυτό-χθων) δεν είναι καλό προηγούμενο: οι γηγενείς (γη-γενής < γη + γίγνομαι) είναι οι υβριστές που υφίστανται θεϊκές τιμωρίες ή εκμηδενίζονται από ήρωες που προστατεύει ο Όλυμπος. Αντίθετα, ευγενές είναι να κατάγεται κανείς από τον Δία. Σε επίπεδο ιστορικό, τόσο στην Αθήνα όσο και στην Αρκαδία, η αυτοχθονία συνδέεται με την παράδοση της πελασγικής καταγωγής –οι Αρκάδες, που θεωρούνται «πιο παλιοί κι από το φεγγάρι» είναι απόγονοι του Πελασγού που γεννήθηκε από το έδαφος· αλλά και ο τρισέγγονός του, ο Παν, γεννήθηκε και αυτός από τη Γη (Παυσ., 8, 38, 1· Αριστ. απ. 549, Απολλ. Ρόδιος 4, 264, Σχόλια στις Νεφέλες του Αριστοφάνη, στ. 398). Επομένως, η αυτοχθονία κρατιέται ως τιμητικός τίτλος από το παρελθόν –συνιστά τίτλο τιμής η συνέχεια από τους προ- ή παλαιοέλληνες–, μία μάλιστα από τις σκοπιμότητες των γενεαλογικών μύθων είναι η απόδειξη της αυτοχθονίας. Συγχρόνως όμως στα γενεαλογικά συστήματα των πόλεων αναγνωρίζει κανείς και μια δεύτερη απαρχή, καθώς κάποιος σημαντικός ήρωας του απώτερου παρελθόντος κατάγεται από τον Δία. Η προσθήκη αυτή συνιστά κατάφαση απέναντι στο σύστημα οργάνωσης και σκέψης της πόλεως, όπου κυρίαρχο εμφανίζεται το δωδεκάθεο. Και στα ελληνιστικά βασίλεια διατηρήθηκε η προσπάθεια απόδειξης μιας, προφανώς κατ’ επίφαση, αυτοχθονίας ή ευγενούς καταγωγής (πρβ. την καταγωγή των Πτολεμαίων από τους Ηρακλείδες) με τη μεταφορά στοιχείων της παλιάς ελληνικής πραγματικότητας, ακόμη και με μεταφορά γεωγραφικών ονομάτων του ελληνικού χώρου στις κατακτημένες περιοχές.
Ο μύθος της αυτοχθονίας, που καθορίζει την ταυτότητα των πολιτών, αποτελεί σημαντική πτυχή της ιδεολογίας του πολιτικού συστήματος, καθώς εξ ορισμού παρακάμπτει τον γυναικείο παράγοντα στην ανθρώπινη δημιουργία. Επομένως, στον μύθο της αυτοχθονίας απηχείται η κυρίαρχη ιδεολογία σχετικά με την ιεράρχηση των δύο φύλων.
***Δευκαλίωνας
Με μεγαλύτερη βεβαιότητα παραδίδονται τα ονόματα των πιθανόν πατεράδων του (Προμηθέας ή Επιμηθέας), με λιγότερη της μητέρας του. Βασιλιάς της Φθίας, παντρεύτηκε την κόρη του Επιμηθέα Πύρρα. Όταν ο Δίας θέλησε να καταστρέψει όλο το γένος των ανθρώπων, ο Δευκαλίωνας, ακολουθώντας τη συμβουλή του πατέρα του, κατασκεύασε λάρνακα, όπου συγκέντρωσε τα απαραίτητα εφόδια για την επιβίωση τους. Επί εννέα μέρες και εννέα νύχτες καταρρακτώδεις βροχές έπνιξαν τη γη. Την δέκατη ημέρα προσάραξαν στον Παρνασσό, όπου τέλεσαν θυσία προς τιμήν του Δία. Ο θεός έστειλε τον Ερμή για να τους ρωτήσει τι επιθυμούν. Και εκείνοι ευχήθηκαν να ζήσουν ξανά με ανθρώπους. Τότε ο θεός τους συμβούλευσε να πάρουν λιθάρια και να τα πετάνε πίσω από την πλάτη τους. Και όσα έριχνε ο Δευκαλίωνας μεταμορφώνονταν σε άνδρες, αυτές που πετούσε η Πύρρα μεταμορφώνονταν σε γυναίκες.
****Λυκάονας
Σύμφωνα με τις αρχαίες παραδόσεις ο Λυκάονας, γιος του Πελασγού, ίδρυσε την πρώτη πόλη, τη Λυκόσουρα, και υπήρξε γενικά γενάρχης αρκαδικών πόλεων και αποικιών. Από πολλές γυναίκες γέννησε πενήντα παιδιά και μία θυγατέρα την Καλλιστώ, που ακολουθούσε τη θεά Άρτεμη. (Απολλοδ. 3.96). Οι γιοι του μιμήθηκαν το παράδειγμά του ιδρύοντας ο καθένας και από μία πόλη (ο Μαίναλος το Μαίναλο, ο Μαντινεύς τη Μαντινεία, ο Ορχομενός τον Ορχομενό, ο Πάλλας το Παλλάντιο, ο Τεγεάτης έδωσε το όνομά του στην περιοχή της Τεγέας, ο Τραπεζούς έκτισε την Τραπεζούντα, ο Φίγαλος την Φιγαλία κλπ.). Μερικοί από τους γιους του Λυκάονα έφυγαν σε άλλους τόπους και εκεί ίδρυσαν πόλεις. Ο Θεσπρωτός πήγε στην Ήπειρο, όπου έγινε γενάρχης των Θεσπρωτών και έδωσε το όνομά του στην περιοχή, ο Μακεδόνας πήγε ακόμα πιο βόρεια και ίδρυσε το έθνος των Μακεδόνων, ο Φθίος ίδρυσε τη Φθιώτιδα κ.ο.κ.
*****Πελασγός
Με το όνομα αυτό αναφέρονται πολλοί ήρωες των Πελασγών, οι οποίοι κατέλαβαν την Πελοπόννησο και τη Θεσσαλία. Οι Πελασγοί θεωρούνταν λαός, η αρχή των οποίων χάνεται στους μυθικούς χρόνους.
******Όσιρης
Ανάμεσα στους λατρευόμενους Αιγυπτίους θεούς στη Μακεδονία ήταν και ο Όσιρις. Θεός της βλάστησης, ανασταινόταν όταν αποσύρονταν τα νερά του Νείλου και πρασίνιζαν τα χωράφια και πέθαινε μόλις η χλόη ξεραινόταν.
Ως βασιλεύς των νεκρών, οδηγούσε τους ανθρώπους στην αληθινή μακαριότητα, όταν αυτοί απέβαλαν το σώμα τους –όσο βρίσκονταν στη ζωή είχαν τις ψυχές τους φυλακισμένες στα σώματα με αποτέλεσμα να βασανίζονται από τα πάθη και να μην μπορούν να χαρούν το θείον (Πλούταρχος, Περί Ίσιδος και Οσίριδος).
Σε ποίημα (125-100 π.Χ.) του Θεσσαλονικέα ποιητή Δαμαίου, που αποτελείται από πέντε ελεγειακά δίστιχα και σώζεται σε πλάκα στο Σαραπείον, ο Όσιρις εμφανίζεται ως χθόνιος θεός. Ο αδελφός του Σηθ τον σκοτώνει και τον διαμελίζει, βάζει τα μέλη του σε φέρετρο και το ρίχνει στα νερά του Νείλου. Μετά από καιρό η Ίσιδα βρίσκει το φέρετρο και ανασταίνει τον σύζυγό της.
*******Άνουβης
Νεκρική θεότητα της αιγυπτιακής θρησκείας, πρώτα στην Άβυδο ως τοπικός θεός, στη συνέχεια, και ήδη από την εποχή του Αρχαίου Βασιλείου (τρίτη χιλιετία), κοινός θεός όλων των Αιγυπτίων της ταρίχευσης, του ενταφιασμού και της κρίσης των ψυχών. Συνήθεις παραστάσεις του, κυρίως σε ταφικά μνημεία, ήταν με κεφάλι τσακαλιού, ενώ βρέθηκαν και επιγραφές με παρακλήσεις σ’ αυτόν για τις ψυχές των νεκρών. Θεωρούνταν τέταρτος γιος του θεού ήλιου Ρα, νεότεροι όμως ιστορικοί (Πλούταρχος, Περί Ίσιδος και Οσίριδος, 44) αφηγούνται ότι ήταν γιος του Όσιρι και της αδελφής του Νέφθυος, η οποία όμως εγκατέλειψε το παιδί και το ανέθρεψε η Ίσιδα, γυναίκα του Όσιρι. Ο Άνουβης επιμελήθηκε την ταρίχευση του Όσιρι, όταν αυτός δολοφονήθηκε από τον αδελφό του Σηθ. Οι Έλληνες θεωρούσαν τον Άνουβη κυνοκέφαλο, στα ελληνιστικά χρόνια τον ταύτισαν με τον ψυχοπομπό Ερμή (Ερμάνουβης), ενώ από την επαφή με τον ελληνικό πολιτισμό παριστανόταν να κρατά κλειδί σαν τον δικαστή του Κάτω Κόσμου Αιακό. Η λατρεία του επιβίωσε μέχρι την ύστερη αρχαιότητα και τον Ιουλιανό.
********Αιγύπτιοι θεοί
Η μεγάλη διάδοση των εσχατολογικών απόψεων στον μακεδονικό χώρο κατέστησε σχεδόν αυτονόητη την εισαγωγή της λατρείας των Αιγυπτίων θεών από τον 3ο αι. π.Χ., καθώς μέρος της ουσίας αυτών των θεών ήταν οι θεωρίες για λύτρωση στη μετά θάνατο ζωή. Πολύ πρώιμα διαδόθηκε και στη Μακεδονία η λατρεία Αιγυπτίων θεών, παρά τις όχι καλές σχέσεις των Αντιγονιδών με τους Πτολεμαίους. Τη λατρεία έφεραν ιδιώτες Έλληνες από την Αλεξάνδρεια ή Αιγύπτιοι έμποροι, που έρχονταν με τις οικογένειές τους για μόνιμη εγκατάσταση σε ελληνικές πόλεις. Ιερό για τους Αιγυπτίους θεούς ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη πιθανότατα τον 3ο αι. π.Χ. –το λεγόμενο Σαραπείον– και παρέμεινε ενεργό μέχρι τον 4ο αι. μ.Χ.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου