Το να ορίσουμε ότι ένα άτομο παρεκκλίνει σχετικά με τη σεξουαλική φαντασίωση, σημαίνει ότι πρέπει να ορίσουμε με σαφήνεια και τη φυσιολογική ερωτική συμπεριφορά. Ποιος όμως θα ορίσει τέτοιες νόρμες ή την κόκκινη γραμμή μεταξύ «φυσιολογικού» και «παθολογικού»;
Η εξέλιξη του ορισμού σχετικά με τις διαστροφές αποκαλύπτει την έκταση με την οποία η ψυχιατρική νοσολογία καθρεφτίζει την κοινωνική και ιστορική συγκυρία από την οποία προέρχεται. Σε ένα πολιτισμικό πλαίσιο, όπως αυτό της Βιέννης στις αρχές του περασμένου αιώνα, ο Φρόυντ (1905) όρισε ως διεστραμμένη εκείνη τη σεξουαλική δραστηριότητα που ενείχε τα ακόλουθα κριτήρια:
Παρατήρησε ότι ίχνη διαστροφής μπορούσαν να βρεθούν στην πραγματικότητα στο ασυνείδητο οποιουδήποτε ατόμου σε ψυχαναλυτική διαδικασία.
Οι πολιτισμικές νοοτροπίες για τη σεξουαλικότητα έχουν υποστεί δραματικές αλλαγές. Καθώς η σεξουαλικότητα έγινε ένα αυτόνομο και «νόμιμο» αντικείμενο επιστημονικής μελέτης, φάνηκε ότι τα «φυσιολογικά» ζευγάρια εμπλέκονται σε μία ποικιλία σεξουαλικών συμπεριφορών.
Με συναίνεση των δύο πλευρών, τους δίνει τη δυνατότητα να αυξάνουν το επίπεδο της σεξουαλικής ευχαρίστησης. Οι στοματογεννητικές επαφές, παραδείγματος χάρη, έγιναν ευρέως αποδεκτές ως υγιής σεξουαλική συμπεριφορά. Παρομοίως, όπως σημειώσαμε πριν, η ομοφυλοφιλία και η πρωκτική συνουσία αφαιρέθηκαν από τη λίστα των διαστροφικών δραστηριοτήτων.
Οι ψυχαναλυτικοί συγγραφείς επανειλημμένα επιβεβαίωσαν την παρατήρηση του Φρόυντ ότι υπάρχει ένας λανθάνων πυρήνας διαστροφής σε όλους μας. Έτσι μια στάση μεγαλύτερης αποδοχής της διαστροφικής σεξουαλικότητας συνοδεύει την πρόοδό του στην κατανόηση της εσωτερικής του πραγματικότητας.
Η ψυχίατρος McDougall επισημαίνει ότι φαντασιώσεις διαστροφής κανονικά υπάρχουν στη σεξουαλική συμπεριφορά όλων των ενηλίκων, αλλά δεν δημιουργούν ουσιαστικά προβλήματα, γιατί δεν βιώνονται ως καταναγκαστικές.
Κατά την άποψή της, που πλησιάζει και με τη δική μου κλινική αντίληψη, ο όρος διαστροφή θα πρέπει να περιορίζεται στις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες ένα άτομο επιβάλλει τις προσωπικές του επιθυμίες σε ένα σύντροφο που δεν επιθυμεί να εμπλακεί στο σεξουαλικό σενάριο που έχει κατασκευάσει το άτομο αυτό ή που αποπλανεί άτομα μειωμένης ευθύνης, όπως η σεξουαλική κακοποίηση ενός παιδιού ή έναν διανοητικά ανάπηρο ενήλικα.
Μια άλλη οπτική (του ψυχιάτρου Stoller) υποστηρίζει ότι οι κρίσιμοι παράγοντες που καθορίζουν το πότε μια συμπεριφορά αποτελεί διαστροφή είναι η βίαιη συμπεριφορά και η επιθυμία για ταπείνωση και εξευτελισμό του σεξουαλικού συντρόφου και του ίδιου του, του εαυτού.
Από αυτήν την άποψη, αποφασιστική μεταβλητή για τον προσδιορισμό της διαστροφής είναι η πρόθεση του ατόμου. Αναγνωρίζοντας ότι στη φυσιολογική σεξουαλική διέγερση υπάρχει ένα ίχνος εχθρικότητας και μία επιθυμία για ταπείνωση, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι η οικειότητα μεταξύ των δύο ερωτικών συντρόφων είναι ένας καθοριστικός παράγοντας διαφοροποίησης από την αποκαλούμενη διαστροφή.
Ένα άτομο είναι διεστραμμένο μόνο όταν η ερωτική πράξη χρησιμοποιείται για να αποφύγει μια μακροχρόνια στενή συναισθηματική σχέση. Αντίθετα, η σεξουαλική συμπεριφορά δεν ορίζεται ως διεστραμμένη όταν είναι στην υπηρεσία μιας σταθερής στενής σχέσης.
Πώς όριζε ο Φρόυντ τις σεξουαλικές διαστροφές;
Η εξέλιξη του ορισμού σχετικά με τις διαστροφές αποκαλύπτει την έκταση με την οποία η ψυχιατρική νοσολογία καθρεφτίζει την κοινωνική και ιστορική συγκυρία από την οποία προέρχεται. Σε ένα πολιτισμικό πλαίσιο, όπως αυτό της Βιέννης στις αρχές του περασμένου αιώνα, ο Φρόυντ (1905) όρισε ως διεστραμμένη εκείνη τη σεξουαλική δραστηριότητα που ενείχε τα ακόλουθα κριτήρια:
- εστίαζε σε μη γεννητικές περιοχές του σώματος,
- αντί να συνυπάρχει με την κανονική πρακτική της γενετήσιας συνουσίας με ένα σύντροφο του αντιθέτου φύλου, εκτόπιζε και αντικαθιστούσε αυτήν την πρακτική και
- έτεινε να είναι η αποκλειστική σεξουαλική πρακτική του ατόμου.
Παρατήρησε ότι ίχνη διαστροφής μπορούσαν να βρεθούν στην πραγματικότητα στο ασυνείδητο οποιουδήποτε ατόμου σε ψυχαναλυτική διαδικασία.
Ποιες παλαιές διαστροφές χρησιμοποιούνται πια ως πρακτικές στο σεξ από τα σύγχρονα ζευγάρια;
Οι πολιτισμικές νοοτροπίες για τη σεξουαλικότητα έχουν υποστεί δραματικές αλλαγές. Καθώς η σεξουαλικότητα έγινε ένα αυτόνομο και «νόμιμο» αντικείμενο επιστημονικής μελέτης, φάνηκε ότι τα «φυσιολογικά» ζευγάρια εμπλέκονται σε μία ποικιλία σεξουαλικών συμπεριφορών.
Με συναίνεση των δύο πλευρών, τους δίνει τη δυνατότητα να αυξάνουν το επίπεδο της σεξουαλικής ευχαρίστησης. Οι στοματογεννητικές επαφές, παραδείγματος χάρη, έγιναν ευρέως αποδεκτές ως υγιής σεξουαλική συμπεριφορά. Παρομοίως, όπως σημειώσαμε πριν, η ομοφυλοφιλία και η πρωκτική συνουσία αφαιρέθηκαν από τη λίστα των διαστροφικών δραστηριοτήτων.
Οι ψυχαναλυτικοί συγγραφείς επανειλημμένα επιβεβαίωσαν την παρατήρηση του Φρόυντ ότι υπάρχει ένας λανθάνων πυρήνας διαστροφής σε όλους μας. Έτσι μια στάση μεγαλύτερης αποδοχής της διαστροφικής σεξουαλικότητας συνοδεύει την πρόοδό του στην κατανόηση της εσωτερικής του πραγματικότητας.
Πότε οι διαστροφικές φαντασιώσεις είναι πρόβλημα;
Η ψυχίατρος McDougall επισημαίνει ότι φαντασιώσεις διαστροφής κανονικά υπάρχουν στη σεξουαλική συμπεριφορά όλων των ενηλίκων, αλλά δεν δημιουργούν ουσιαστικά προβλήματα, γιατί δεν βιώνονται ως καταναγκαστικές.
Κατά την άποψή της, που πλησιάζει και με τη δική μου κλινική αντίληψη, ο όρος διαστροφή θα πρέπει να περιορίζεται στις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες ένα άτομο επιβάλλει τις προσωπικές του επιθυμίες σε ένα σύντροφο που δεν επιθυμεί να εμπλακεί στο σεξουαλικό σενάριο που έχει κατασκευάσει το άτομο αυτό ή που αποπλανεί άτομα μειωμένης ευθύνης, όπως η σεξουαλική κακοποίηση ενός παιδιού ή έναν διανοητικά ανάπηρο ενήλικα.
Μια άλλη οπτική (του ψυχιάτρου Stoller) υποστηρίζει ότι οι κρίσιμοι παράγοντες που καθορίζουν το πότε μια συμπεριφορά αποτελεί διαστροφή είναι η βίαιη συμπεριφορά και η επιθυμία για ταπείνωση και εξευτελισμό του σεξουαλικού συντρόφου και του ίδιου του, του εαυτού.
Σημασία έχει η πρόθεση του ατόμου
Από αυτήν την άποψη, αποφασιστική μεταβλητή για τον προσδιορισμό της διαστροφής είναι η πρόθεση του ατόμου. Αναγνωρίζοντας ότι στη φυσιολογική σεξουαλική διέγερση υπάρχει ένα ίχνος εχθρικότητας και μία επιθυμία για ταπείνωση, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι η οικειότητα μεταξύ των δύο ερωτικών συντρόφων είναι ένας καθοριστικός παράγοντας διαφοροποίησης από την αποκαλούμενη διαστροφή.
Ένα άτομο είναι διεστραμμένο μόνο όταν η ερωτική πράξη χρησιμοποιείται για να αποφύγει μια μακροχρόνια στενή συναισθηματική σχέση. Αντίθετα, η σεξουαλική συμπεριφορά δεν ορίζεται ως διεστραμμένη όταν είναι στην υπηρεσία μιας σταθερής στενής σχέσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου