Αν ο καιρός που περνά φθείρει τον ενθουσιασμό, σ αντάλλαγμα σου προσφέρει ζεστασιά κι ανθρώπινη έγνοια, κι είναι φορές που τίποτα δεν συγκρίνεται μ αυτά τα τελευταία.
Είναι οι λεπτομέρειες που δένουν ένα ζευγάρι που θέλει να δεθεί.
Η επιθυμία να μας καταλαβαίνουν είναι από τις πιο επιτακτικές και αβασάνιστες επιθυμίες μας.
Το κατά πόσο μας καταλαβαίνει κάποιος δεν είναι εύκολο να το κρίνουμε, αφού οι ίδιοι δύσκολα αντιλαμβανόμαστε τι μας γίνεται. Συνήθως λέμε πως μας καταλαβαίνουν όταν αυτό που καταλαβαίνουν μας κολακεύει.
Κι ύστερα είναι κι αυτά μέσα σ εκείνες τις ελαφρές παρεξηγήσεις που δένουν και ταιριάζουν δύο ανθρώπους πιο πολύ απ' τις συνεννοήσεις και τα ξεκαθαρίσματα. Η ομίχλη στον έρωτα, όπως κι η ομίχλη στα τοπία, ομορφαίνει και εξυψώνει τις εικόνες του, μπολιάζοντάς τες με χυμό ονείρου.
Τίποτα δεν είναι πιο ελκυστικό από το φευγαλέο και καμιά πραγματικότητα δε ριζώνει βαθύτερα από μια ψευδαίσθηση.
Καμιά πείρα στον έρωτα δεν ωφελεί τον έρωτα, μόνο ο τωρινός υπάρχει, υπήρξε και θα υπάρξει.
Έτσι ο ερωτευμένος με μια αφελή αλλά και συγκινητική αθωότητα θέλει, και επειδή το θέλει πολύ τα καταφέρνει να πιστεύει πως αυτό που σε τούτη τη ζωή αισθάνεται δε συγκρίνεται με τίποτα άλλο από όσα στην προηγούμενη ζωή του έχει αισθανθεί.
Αρνούμενος να ανατρέξει και να χρησιμοποιήσει οτιδήποτε παλιότερα έπαθε, επαναλαμβάνει τα ίδια σφάλματα και γλιστρά στις ίδιες ψευδαισθήσεις που πριν λίγο τον βασάνιζαν.
Δεν καταδέχεται να παραδεχτεί πως αυτό που σήμερα του συμβαίνει έχει σχέση με οτιδήποτε άλλο του έχεις συμβεί και ξεκινά άοπλος σαν γυμνό παιδί σε παρθένα ζούγκλα έναν περίπατο εκεί που όλοι βλέπουνε πως δεν είναι παρά ο συνηθισμένος δρόμος του σπιτιού του.
Αυτή η τρελή πίστη για τη μοναδικότητά της είναι ταυτόχρονα η ανοησία και το μεγαλείο της αγάπης.
Την κοιτά να 'ναι ξαπλωμένη πλάι του. Τόσο γνώριμη σαν κορυφογραμμή πατρίδας η γραμμή του γυρισμένου της κορμιού, πιο γνώριμη κι από ανάσα του η ανάσα της. Εκατοντάδες φορές την έχει αγγίξει, έχει περάσει μέσα της, έχει καθοδηγήσει τον βαθύτερο σπασμό της.
Ξέρει από πριν τι θα του πει όταν ξυπνήσει, όταν του τηλεφωνά, όταν αργήσει. Ξέρει πώς τον πίνει τον καφέ της και ποιες ταινίες την ενθουσιάζουν.
Ξέρει τόσα γι' αυτήν, κι όμως δεν την ξέρει, ποτέ δε θα τη μάθει όσους αιώνες κι αν ζήσουν μαζί κι η εικόνα της που πιστεύει πως απ' έξω κι ανακατωτά γνωρίζει δεν είναι παρά ένα ετοιμόρροπο τέμπλο που τον προστατεύει προσωρινά απ' τον ίλιγγο του πως καθόλου δεν τη γνωρίζει, πως με μια ξένη ζει, σε μιας ξένης τα σκοτάδια βυθίζει τα θεμέλια της κάθε μέρας του.
Κι αν για κάποιον λέμε πως πιο καλά κι εαυτό μας τον γνωρίζουμε, δεν είναι και πολύ ενθαρρυντικό αυτό, γιατί τίποτα χειρότερα απ' τον εαυτό μας δεν γνωρίζουμε.
Το πόσο ξένος είναι ο άλλος, στις πιο τρικυμισμένες ώρες των ερώτων μας το διαπιστώνουμε. Εκεί που πας να τον αρπάξεις για σωτήρια λέμβο, ανακαλύπτεις πως αυτός ακριβώς είναι η πιο μαύρη θάλασσα του κινδύνου σου.
Στις πιο αγριεμένες ώρες του ερωτά το διαπιστώνεις. Και τι να μάθει απ' το δίχως πέρατα σύμπαν του αλλού και του εαυτού του κανείς. Με το κεφάλι πέφτει στο κενό κι όπου τον βγάλουν οι νόμοι της φύσης, η ηλιθιότητα της σύμπτωσης κι εκείνη η τρεμάμενη διαίσθηση, η ανεξήγητη κι αστάθμητη, μαγνητική βελόνα που ψάχνει για τον πόλο.
Αν την ειλικρίνεια την έχουμε κατά περίσταση, είναι προστυχιά.
Η νίκη, η τελική νίκη είναι μία: να στέκεσαι ενώπιος ενωπίω με τον εαυτό σου και να αισθάνεσαι καλά. Δίχως αυτό το στήσιμο πουθενά δεν στέκεσαι. Αν στο πάτωμα του εαυτού σου μόνος σου δεν μπορείς να σταθείς, πώς να ισορροπήσεις στο τεντωμένο σχοινί της σχέσης.
Οι σπουδαίοι έρωτες, οι σπουδαίες μοναξιές, οι σπουδαίες ελευθερίες θέλουν αίμα.
Όλοι ονειρεύονται τη λάμψη τους αλλά τρέμουν και την παραμικρή αμυχή στο κορμί τους.
Ο κόσμος πηγαίνει το πρωί στη δουλειά ακούγοντας ρομαντικά τραγούδια στο κασετόφωνο, γράφει στιχάκια και τα κρύβει στα λογιστικά του κατάστιχα, ενθουσιάζεται καθισμένος μπροστά στην τηλεόραση του σαλονιού του και ξενυχτά για κάποια συγκλονιστική γυναίκα δίπλα στην κοιμισμένη σύζυγο.
Καλά κάνουν και δειλιάζουνε και δεν κάνουν ρούπι απ' το κασετόφωνο, απ' το γραφείο, απ' το σαλόνι, απ' το συζυγικό κρεβάτι. Η ελευθερία, όταν δεν είσαι καμωμένος από την ουσία της, όταν δεν γνωρίζεις τους χειρισμούς της , είναι στυγνή, αδέκαστη, σε στέλνει στη χειρότερη εξορία: στη μοναξιά σου στο υγρό δωμάτιο του αντίπαλου εαυτού σου.
Γιατί ο έρωτας είναι πιο απρόσωπος παρά προσωπικός, τον σφιχτοδένουμε μ ένα πρόσωπο γιατί έτσι έχουμε αποφασίσει να είναι. Όσα μαθαίνουμε, όσα μας επιβάλουνε, όσα ο δεδομένος ρομαντισμός της καρδιάς μας αποζητά, μας βάζουν να πιστεύουμε πως ο άλλος, ο μοναδικός, είναι που μας εμπνέει την αγάπη.
Αλλά ο έρωτας είναι μέσα μας, στοιχείο υγρό, παλλόμενο, εκρηκτικό, που πιέζει τα τοιχώματα του κορμιού μας.
Έρχεται κάποιος, μας αγγίζει με τη ματιά του, με το χέρι του, με το σώμα του, με τη φωνή του κι αναβρύζει σιντριβάνι.
Είναι οι λεπτομέρειες που δένουν ένα ζευγάρι που θέλει να δεθεί.
Η επιθυμία να μας καταλαβαίνουν είναι από τις πιο επιτακτικές και αβασάνιστες επιθυμίες μας.
Το κατά πόσο μας καταλαβαίνει κάποιος δεν είναι εύκολο να το κρίνουμε, αφού οι ίδιοι δύσκολα αντιλαμβανόμαστε τι μας γίνεται. Συνήθως λέμε πως μας καταλαβαίνουν όταν αυτό που καταλαβαίνουν μας κολακεύει.
Κι ύστερα είναι κι αυτά μέσα σ εκείνες τις ελαφρές παρεξηγήσεις που δένουν και ταιριάζουν δύο ανθρώπους πιο πολύ απ' τις συνεννοήσεις και τα ξεκαθαρίσματα. Η ομίχλη στον έρωτα, όπως κι η ομίχλη στα τοπία, ομορφαίνει και εξυψώνει τις εικόνες του, μπολιάζοντάς τες με χυμό ονείρου.
Τίποτα δεν είναι πιο ελκυστικό από το φευγαλέο και καμιά πραγματικότητα δε ριζώνει βαθύτερα από μια ψευδαίσθηση.
Καμιά πείρα στον έρωτα δεν ωφελεί τον έρωτα, μόνο ο τωρινός υπάρχει, υπήρξε και θα υπάρξει.
Έτσι ο ερωτευμένος με μια αφελή αλλά και συγκινητική αθωότητα θέλει, και επειδή το θέλει πολύ τα καταφέρνει να πιστεύει πως αυτό που σε τούτη τη ζωή αισθάνεται δε συγκρίνεται με τίποτα άλλο από όσα στην προηγούμενη ζωή του έχει αισθανθεί.
Αρνούμενος να ανατρέξει και να χρησιμοποιήσει οτιδήποτε παλιότερα έπαθε, επαναλαμβάνει τα ίδια σφάλματα και γλιστρά στις ίδιες ψευδαισθήσεις που πριν λίγο τον βασάνιζαν.
Δεν καταδέχεται να παραδεχτεί πως αυτό που σήμερα του συμβαίνει έχει σχέση με οτιδήποτε άλλο του έχεις συμβεί και ξεκινά άοπλος σαν γυμνό παιδί σε παρθένα ζούγκλα έναν περίπατο εκεί που όλοι βλέπουνε πως δεν είναι παρά ο συνηθισμένος δρόμος του σπιτιού του.
Αυτή η τρελή πίστη για τη μοναδικότητά της είναι ταυτόχρονα η ανοησία και το μεγαλείο της αγάπης.
Την κοιτά να 'ναι ξαπλωμένη πλάι του. Τόσο γνώριμη σαν κορυφογραμμή πατρίδας η γραμμή του γυρισμένου της κορμιού, πιο γνώριμη κι από ανάσα του η ανάσα της. Εκατοντάδες φορές την έχει αγγίξει, έχει περάσει μέσα της, έχει καθοδηγήσει τον βαθύτερο σπασμό της.
Ξέρει από πριν τι θα του πει όταν ξυπνήσει, όταν του τηλεφωνά, όταν αργήσει. Ξέρει πώς τον πίνει τον καφέ της και ποιες ταινίες την ενθουσιάζουν.
Ξέρει τόσα γι' αυτήν, κι όμως δεν την ξέρει, ποτέ δε θα τη μάθει όσους αιώνες κι αν ζήσουν μαζί κι η εικόνα της που πιστεύει πως απ' έξω κι ανακατωτά γνωρίζει δεν είναι παρά ένα ετοιμόρροπο τέμπλο που τον προστατεύει προσωρινά απ' τον ίλιγγο του πως καθόλου δεν τη γνωρίζει, πως με μια ξένη ζει, σε μιας ξένης τα σκοτάδια βυθίζει τα θεμέλια της κάθε μέρας του.
Κι αν για κάποιον λέμε πως πιο καλά κι εαυτό μας τον γνωρίζουμε, δεν είναι και πολύ ενθαρρυντικό αυτό, γιατί τίποτα χειρότερα απ' τον εαυτό μας δεν γνωρίζουμε.
Το πόσο ξένος είναι ο άλλος, στις πιο τρικυμισμένες ώρες των ερώτων μας το διαπιστώνουμε. Εκεί που πας να τον αρπάξεις για σωτήρια λέμβο, ανακαλύπτεις πως αυτός ακριβώς είναι η πιο μαύρη θάλασσα του κινδύνου σου.
Στις πιο αγριεμένες ώρες του ερωτά το διαπιστώνεις. Και τι να μάθει απ' το δίχως πέρατα σύμπαν του αλλού και του εαυτού του κανείς. Με το κεφάλι πέφτει στο κενό κι όπου τον βγάλουν οι νόμοι της φύσης, η ηλιθιότητα της σύμπτωσης κι εκείνη η τρεμάμενη διαίσθηση, η ανεξήγητη κι αστάθμητη, μαγνητική βελόνα που ψάχνει για τον πόλο.
Αν την ειλικρίνεια την έχουμε κατά περίσταση, είναι προστυχιά.
Η νίκη, η τελική νίκη είναι μία: να στέκεσαι ενώπιος ενωπίω με τον εαυτό σου και να αισθάνεσαι καλά. Δίχως αυτό το στήσιμο πουθενά δεν στέκεσαι. Αν στο πάτωμα του εαυτού σου μόνος σου δεν μπορείς να σταθείς, πώς να ισορροπήσεις στο τεντωμένο σχοινί της σχέσης.
Οι σπουδαίοι έρωτες, οι σπουδαίες μοναξιές, οι σπουδαίες ελευθερίες θέλουν αίμα.
Όλοι ονειρεύονται τη λάμψη τους αλλά τρέμουν και την παραμικρή αμυχή στο κορμί τους.
Ο κόσμος πηγαίνει το πρωί στη δουλειά ακούγοντας ρομαντικά τραγούδια στο κασετόφωνο, γράφει στιχάκια και τα κρύβει στα λογιστικά του κατάστιχα, ενθουσιάζεται καθισμένος μπροστά στην τηλεόραση του σαλονιού του και ξενυχτά για κάποια συγκλονιστική γυναίκα δίπλα στην κοιμισμένη σύζυγο.
Καλά κάνουν και δειλιάζουνε και δεν κάνουν ρούπι απ' το κασετόφωνο, απ' το γραφείο, απ' το σαλόνι, απ' το συζυγικό κρεβάτι. Η ελευθερία, όταν δεν είσαι καμωμένος από την ουσία της, όταν δεν γνωρίζεις τους χειρισμούς της , είναι στυγνή, αδέκαστη, σε στέλνει στη χειρότερη εξορία: στη μοναξιά σου στο υγρό δωμάτιο του αντίπαλου εαυτού σου.
Γιατί ο έρωτας είναι πιο απρόσωπος παρά προσωπικός, τον σφιχτοδένουμε μ ένα πρόσωπο γιατί έτσι έχουμε αποφασίσει να είναι. Όσα μαθαίνουμε, όσα μας επιβάλουνε, όσα ο δεδομένος ρομαντισμός της καρδιάς μας αποζητά, μας βάζουν να πιστεύουμε πως ο άλλος, ο μοναδικός, είναι που μας εμπνέει την αγάπη.
Αλλά ο έρωτας είναι μέσα μας, στοιχείο υγρό, παλλόμενο, εκρηκτικό, που πιέζει τα τοιχώματα του κορμιού μας.
Έρχεται κάποιος, μας αγγίζει με τη ματιά του, με το χέρι του, με το σώμα του, με τη φωνή του κι αναβρύζει σιντριβάνι.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου