ΠΑΡΟΔΟΣ
ΧΟΡΟΣὅρα· τίς ἄρ᾽ ἦν; ποῦ ναίει; [στρ. α]
ποῦ κυρεῖ ἐκτόπιος συθεὶς ὁ πάντων,
120 ὁ πάντων ἀκορέστατος;
προσδέρκου, λεῦσσέ νιν,
προσπεύθου πανταχᾷ.
πλανάτας,
πλανάτας τις ὁ πρέσβυς, οὐδ᾽
125 ἔγχωρος· προσέβα γὰρ οὐκ
ἄν ποτ᾽ ἀστιβὲς ἄλσος ἐς
τᾶνδ᾽ ἀμαιμακετᾶν κορᾶν,
ἃς τρέμομεν λέγειν,
καὶ παραμειβόμεσθ᾽
130 ἀδέρκτως,
ἀφώνως, ἀλόγως τὸ τᾶς
εὐφήμου στόμα φροντίδος
ἱέντες· τὰ δὲ νῦν τιν᾽ ἥκειν
λόγος οὐδὲν ἅζονθ᾽,
135 ὃν ἐγὼ λεύσσων περὶ πᾶν οὔπω
δύναμαι τέμενος
γνῶναι ποῦ μοί ποτε ναίει.
ΟΙ. ὅδ᾽ ἐκεῖνος ἐγώ· φωνῇ γὰρ ὁρῶ,
τὸ φατιζόμενον.
140 ΧΟ. ἰὼ ἰώ,
δεινὸς μὲν ὁρᾶν, δεινὸς δὲ κλύειν.
ΟΙ. μή μ᾽, ἱκετεύω, προσίδητ᾽ ἄνομον.
ΧΟ. Ζεῦ ἀλεξῆτορ, τίς ποθ᾽ ὁ πρέσβυς;
ΟΙ. οὐ πάνυ μοίρας εὐδαιμονίσαι
145 πρώτης, ὦ τῆσδ᾽ ἔφοροι χώρας.
δηλῶ δ᾽· οὐ γὰρ ἂν ὧδ᾽ ἀλλοτρίοις
ὄμμασιν εἷρπον
κἀπὶ σμικροῖς μέγας ὥρμουν.
150 ΧΟ. ἐή· ἀλαῶν ὀμμάτων [αντ. α]
ἆρα καὶ ἦσθα φυτάλμιος; δυσαίων
μακραίων θ᾽, ὅσ᾽ ἐπεικάσαι.
ἀλλ᾽ οὐ μὰν ἔν γ᾽ ἐμοὶ
προσθήσῃ τάσδ᾽ ἀράς.
155 περᾷς γάρ,
περᾷς· ἀλλ᾽ ἵνα τῷδ᾽ ἐν ἀ-
φθέγκτῳ μὴ προπέσῃς νάπει
ποιάεντι, κάθυδρος οὗ
κρατὴρ μειλιχίων ποτῶν
160 ῥεύματι συντρέχει·
τό, ξένε πάμμορ᾽, εὖ
φύλαξαι·
μετάσταθ᾽, ἀπόβαθι. πολ-
λὰ κέλευθος ἐρατύοι·
165 κλύεις, ὦ πολύμοχθ᾽ ἀλᾶτα;
λόγον εἴ τιν᾽ οἴσεις
πρὸς ἐμὰν λέσχαν, ἀβάτων ἀποβάς,
ἵνα πᾶσι νόμος,
φώνει· πρόσθεν δ᾽ ἀπερύκου.
170 ΟΙ. θύγατερ, ποῖ τις φροντίδος ἔλθῃ;
ΑΝ. ὦ πάτερ, ἀστοῖς ἴσα χρὴ μελετᾶν
εἴκοντας ἃ δεῖ κἀκούοντας.
ΟΙ. πρόσθιγέ νύν μου. ΑΝ. ψαύω καὶ δή.
ΟΙ. ξεῖνοι, μὴ δῆτ᾽ ἀδικηθῶ σοὶ
175 πιστεύσας καὶ μεταναστάς.
***
ΠΑΡΟΔΟΣ
ΧΟΡΟΣΚοίτα καλά. Ποιός ήταν; Πού να ξέμεινε;Πού γλίστρησε αποδώ, πού κρύφτηκε;120Άπληστος λέω, απ᾽ όλους ο πιο άπληστος.Το μάτι στύλωσε, ψάξε τριγύρω,ρώτησε παντού.Αλήτης είναι, κάποιοςαλήτης γέρος, σίγουρα όχι125από τα μέρη μας. Αλλιώς δεν θα τολμούσεαπάτητο άλσος να πατήσειακαταμάχητων Παρθένων.Που τρέμουμε εμείς και το όνομά τους να προφέρουμε,περνούμε πλάι, δίχως καν να ρίχνουμε εκεί130το βλέμμα μας,άφωνοι, άλαλοι, και τις ευχέςκλειστό το στόμα μας τις αναδεύει.Μα νά που τώρα κάποιος φτάνεικαι φαίνεται καθόλου δεν τις σέβεται.135Και μολονότι εγώ, γύρω στο τέμενοςτα μάτια μου στυλώνω, ακόμηνα τον εντοπίσω δεν μπορώ.ΟΙ. Εγώ εκείνος, είμαι εγώ.Βλέπω ακούγοντας, που λέειο λόγος.140ΧΟ. Φριχτός αλίμονο να βλέπεσαι,φριχτός αλίμονο ν᾽ ακούγεσαι.ΟΙ. Σας ικετεύω, μη με βλέπετε παράνομο.ΧΟ. Δία που διώχνεις το κακό, ποιός είναι αυτός ο γέρος;ΟΙ. Ένας, φρουροί της χώρας, πουδεν στέκει πρώτη η μοίρα του145στη λίστα της ευδαιμονίας.Και το αποδείχνω· αλλιώς δεν θα σερνόμουνμε ξένα μάτια, μήτε και μ᾽ άγκυρα μικρήμεγάλος θ᾽ αγκυροβολούσα.
ΧΟ. Μάτια τυφλά τα μάτια σου,151ήσουν τυφλός από τη γέννα σου;Ζωή αβίωτη, αλλά μακρόβια —το πράγμα φαίνεται.Όμως, όσο απ᾽ το χέρι μου περνά,155δεν θα προσθέσεις κι άλλες καταραμένες βλάβες.Γιατί, περνάς, το όριο περνάς. Όμως,για να μην πέσεις σε λαγκάδι αλάλητοκαι χλοερό, όπου σπονδή από κρατήρα160υδροφόρο τρέχει, ανάμεικτο νερό με μέλι,καλά φυλάξου, ξένε δύστυχε,μετακινήσου, απομακρύνσου.Μεγάλη η απόσταση που μας χωρίζει165ακόμη· ακούς, πολύπαθε οδοιπόρε;Αν θες ο λόγος σου να φτάσειστη συντροφιά μας, βγες έξω από το άβατοκαι μίλησε αποκεί που σ᾽ όλους είναι θεμιτό·όμως πιο πριν κρατήσου αμίλητος.170ΟΙ. Κόρη μου, πώς κάποιος σωστά μπορεί ν᾽ αποφασίσει;ΑΝ. Πατέρα, πρέπει μ᾽ αυτούς τους ντόπιουςνα συμπέσουμε· ας υπακούσουμε λοιπόν υποχωρώνταςστα οφειλόμενα.ΟΙ. Πιάσε με τότε. ΑΝ. Να, σε πιάνω.ΟΙ. Ξένοι, πιστεύω αλήθεια να μην αδικηθώ175που σ᾽ εμπιστεύομαι κι αλλάζω θέση.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου