Παρασκευή 14 Οκτωβρίου 2016

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Τρῳάδες (511-567)

Αποτέλεσμα εικόνας για δούρειος ίππος τροίαΣΤΑΣΙΜΟΝ Α'

ΧΟ. ἀμφί μοι Ἴλιον, ὦ [στρ.]
Μοῦσα, καινῶν ὕμνων
ἄεισον ἐν δακρύοις
ᾠδὰν ἐπικήδειον·
515 νῦν γὰρ μέλος ἐς Τροίαν ἰαχήσω,
τετραβάμονος ὡς ὑπ᾽ ἀπήνας
Ἀργείων ὀλόμαν τάλαινα δοριάλωτος,
ὅτ᾽ ἔλιπον ἵππον οὐράνια
520 βρέμοντα χρυσεοφάλαρον ἔνο-
πλον ἐν πύλαις Ἀχαιοί·
ἀνὰ δ᾽ ἐβόασεν λεὼς
Τρῳάδος ἀπὸ πέτρας σταθείς·
«ἴτ᾽, ὦ πεπαυμένοι πόνων,
525 τόδ᾽ ἱερὸν ἀνάγετε ξόανον
Ἰλιάδι Διογενεῖ κόρᾳ.»
τίς οὐκ ἔβα νεανίδων,
τίς οὐ γεραιὸς ἐκ δόμων;
κεχαρμένοι δ᾽ ἀοιδαῖς
530 δόλιον ἔσχον ἄταν.

πᾶσα δὲ γέννα Φρυγῶν [αντ.]
πρὸς πύλας ὡρμάθη,
πεύκᾳ ἐν οὐρείᾳ
ξεστὸν λόχον Ἀργείων
535 καὶ Δαρδανίας ἄταν θεᾷ δώσων,
χάριν ἄζυγος ἀμβρότα πώλου.
κλωστοῦ δ᾽ ἀμφιβόλοις λίνοιο, ναὸς ὡσεὶ
σκάφος κελαινόν, εἰς ἕδρανα
540 λάϊνα δάπεδά τε φόνια πατρί-
δι Παλλάδος θέσαν θεᾶς.
ἐπὶ δὲ πόνῳ καὶ χαρᾷ
νύχιον ἐπὶ κνέφας παρῆν,
Λίβυς τε λωτὸς ἐκτύπει
545 Φρύγιά τε μέλεα, παρθένοι δ᾽
ἀέριον ἀνὰ κρότον ποδῶν
βοάν τ᾽ ἔμελπον εὔφρον᾽· ἐν
δόμοις δὲ παμφαὲς σέλας
πυρὸς μέλαιναν αἴγλαν
550 *** ἔδωκεν ὕπνῳ.

ἐγὼ δὲ τὰν ὀρεστέραν [επωδ.]
τότ᾽ ἀμφὶ μέλαθρα παρθένον,
Διὸς κόραν [Ἄρτεμιν] ἐμελπόμαν
555 χοροῖσι· φοινία δ᾽ ἀνὰ
πτόλιν βοὰ κατεῖχε Περ-
γάμων ἕδρας· βρέφη δὲ φίλι-
α περὶ πέπλους ἔβαλλε μα-
τρὶ χεῖρας ἐπτοημένας·
560 λόχου δ᾽ ἐξέβαιν᾽ Ἄρης,
κόρας ἔργα Παλλάδος.
σφαγαὶ δ᾽ ἀμφιβώμιοι
Φρυγῶν, ἔν τε δεμνίοις
καράτομος ἐρημία
565 νεανίδων στέφανον ἔφερεν
Ἑλλάδι κουροτρόφῳ,
Φρυγῶν δὲ πατρίδι πένθη.

***

ΣΤΑΣΙΜΟ ΠΡΩΤΟ

ΧΟΡΟΣΜούσα, πρωτάκουστο πες,θρηνητικό για την Τροία μοιρολόι·για ένα τετράκυκλο εγώσύνεργο τώρα θα πω στο τραγούδι μου,που ᾽γινε αιτία —φριχτή συμφορά—σκλάβα οι Αργείοι να με πάρουν εμέ τη βαριόμοιρη.Έξω απ᾽ τις πύλες μας τ᾽ άφησαν τ᾽ άλογο·520βρόνταγε κείνο κι ολόψηλα έφτανε ο βρόντος του,κι είχε τα χάμουρα ολόχρυσακαι βαριαρμάτωτοι μέσα του κρύβονταν άντρες.Όρθιος στο βράχο τον τρωικό,έκραξε δυνατά ο λαός:«Τα βάσανά μας πάνε· εμπρός,τ᾽ άγιο άγαλμα ανεβάστε εδώ,για του Ίλιου την τρανή κυρά,του Δία την κόρη την αγνή.»Τα σπίτια αδειάσαν· κοπελιές,γέροι, όλοι ξεπετάχτηκαν·χαρές, τραγούδια· κι έμπασαν530τη συμφορά τη δολερή.
Προς την καστρόπορτα εκείχίμηξε τότε ο λαός, όλοι οι Φρύγες,για να χαρούνε, να δουνδόλο του εχθρού μας κρυφτόν σε πευκόξυλο,προς την παρθένα θεά προσφορά,μα συμφορά για την Τροία· σαν καράβι μαυρόπλωρο,με τα σκοινιά τα κλωσμένα αφού το ᾽δεσαν,μες στο ναό της Παλλάδας κυλώντας τ᾽ απόθεσαν,540πάνω στο πέτρινο δάπεδο,όπου σε λίγο σφαγή θα γινόταν των Τρώων.Δουλειά χαρούμενη, ώσπου πιαέπεσε η νύχτα η σκοτεινή·λαλούσαν τότε λιβυκέςφλογέρες, φρυγικοί σκοποί,και σε χαρούμενους ρυθμούςχοροί, τραγούδια κοριτσιών·έξω ήταν λάμψη δυνατή,μα μες στο σπίτι φως θαμπό,και μες στο μισοσκόταδο550στον ύπνο γέρνανε απαλά.
Στον ιερόν αυλόγυροτης κυράς της Άρτεμηςείχαμε χορό στημένονπλήθος οι Τρωαδιτοπούλεςκαι δοξολογούσαμετη βουνίσια την παρθένα.Κι άξαφνα σύρθηκεμέσα στο κάστρο πολέμου κραυγή·τρομαγμέναχέρια απλώνανε τα βρέφηστων μανάδων την αγκάλη·μέσ᾽ απ᾽ τον κρυψώνα του,560έργο της Παλλάδας,Άρης άγριος ξεπροβάλλει·γύρω στους βωμούς των Τρώων σφαγή·νιες γυναίκες στα έρημά τους τα κρεβάτιαθέριζαν τα πλούσια τους μαλλιά,κι ήτανε στεφάνια δόξαςγια τα παλικάρια της Ελλάδας,μα για τη δικιά μας την πατρίδαπένθους προσφορά.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου