Πολλοί άνθρωποι μπερδεύουν την αγάπη με άλλες έννοιες και νομίζουν πως αυτό που αισθάνονται οι ίδιοι ή οι άλλοι άνθρωποι για αυτούς είναι ερωτική αγάπη, ενώ είναι άλλα αισθήματα που μπορεί να σχετίζονται με αυτήν, δεν είναι όμως απαραίτητα αγάπη.
Η έγνοια, με την έννοια του ενδιαφέροντος, χρειάζεται σε μια σχέση, γιατί κάνει και τους δυο ανθρώπους να νιώθουν πως περιβάλλονται, αλλά δεν δηλώνει απαραίτητα αγάπη και μάλιστα, αν υπάρχει μόνο αυτή, η σχέση μοιάζει περισσότερο με μητρική ή πατρική ή αδερφική ή φιλική θαλπωρή.
Η επιβεβαίωση με την έννοια του θαυμασμού χρειάζεται και εκείνη, γιατί μέσω αυτής βλέπουν τον εαυτό τους με μια νέα οπτική, πιο λαμπερή, σαν να έχουν ένα καθρέφτη που αντανακλά το φως και επομένως παρατηρούν ευδιάκριτα τις ικανότητες τους και τις υποστηρίζουν. Και αυτή η έννοια όμως δεν δηλώνει απαραίτητα αγάπη και, αν υπάρχει μόνο αυτή, η σχέση λειτουργεί κυρίως για να βοηθά ο ένας τον άλλον να αποκαταστήσουν τον ελλειμματικό τους καθρέφτη, οι διαθέσεις γίνονται χειριστικές και εξαρτητικές, και η σχέση φθίνει.
Η αποδοχή είναι χρήσιμη σε μια σχέση, γιατί μέσα από εκείνη εκτιμούν τον εαυτό τους περισσότερο και αποδέχονται πλευρές που μέχρι πρότινος τις έκριναν, κάτι που τους εμπόδιζε να δουν τον εαυτό τους ενοποιημένο.
Η εκτίμηση και ο σεβασμός είναι προϋπόθεση για την αγάπη, γιατί δηλώνει πως κάποιος βλέπει τον άλλον άνθρωπο διαφοροποιημένο από τις ανάγκες του, τον σέβεται σαν άνθρωπο και στρέφεται σε εκείνον, όχι για να καλύψει κάτι μέσα από αυτόν, αλλά για να μοιραστεί μαζί του συναισθήματα που του γεννά η σχέση. Όμως και αυτές οι έννοιες, παρόλο που είναι υψηλότερης βαθμίδας σε αξία από τις προηγούμενες, δεν σημαίνουν απαραίτητα αγάπη.
Η θυσία, η υπερπροσφορά συναισθημάτων και πράξεων, γίνεται κυρίως επειδή το πρόσωπο που θυσιάζεται επιθυμεί στο βάθος να θυσιαστεί ο άλλος για αυτόν, κάτι που δεν έκανε η μητέρα ή ο πατέρας του και επειδή αρνείται να δει τις αλήθειες του, προσπαθεί να αποκαταστήσει το παρελθόν του μέσω ενός άλλου προσώπου. Η θυσία δεν μοιάζει με την αυταπάρνηση, η οποία αποτελεί απαραίτητο στοιχείο στην αγάπη, γιατί η αυταπάρνηση προϋποθέτει έναν εαυτό ολοκληρωμένο, που αισθάνεται πως δίνοντας επιτυγχάνει την πληρότητα και την ολοκλήρωση και εκτιμά κάθε δόσιμο ως αξία για κείνον.
Στη θυσία κάθε φορά που σε αυτό που «προσφέρθηκε» δεν υπάρχει ανταπόκριση, προκαλείται παράπονο και θυμός, γιατί υπάρχει απαίτηση για επιστροφή ως απόσβεση χρέους για την προσπάθεια. Στη θυσία το πρόσωπο που επιλέγεται δεν εκτιμάται, γιατί έχει και εκείνο μεγάλα ελλείμματα στην αγάπη και άρα δεν μπορεί να αγαπήσει, ενώ στην αγάπη προσφέρει τα συναισθήματά του με αυταπάρνηση στο πρόσωπο που επιλέγει με κριτήριο την ικανότητά του να αγαπά και να αγαπιέται.
Η ταύτιση είναι η προσπάθεια να «διαβάσει» κάποιος τον άλλο, ώστε να αποτυπώσει τα χαρακτηριστικά του, για να πετύχει την δική του βελτίωση.
Τον «συναισθάνεται» νοητικά κυρίως με στόχο όχι να κατανοήσει τα συναισθήματά του αλλά να τα ερμηνεύσει, ώστε να φορέσει το ψυχικό του δέρμα και να το αποτυπώσει, για να γεμίσει το κενό που τον κατακλύζει. Αυτό βέβαια δεν είναι αγάπη αλλά είναι απλά μιμητισμός. Πολλοί άνθρωποι παρερμηνεύουν τη διάθεση για ταύτιση ως ενσυναίσθηση, ενώ δεν είναι.
Η συναισθηματική κατανόηση είναι απαραίτητη σε μια σχέση, γιατί νιώθουν και οι δυο πως υπάρχει κάποιος να αφουγκραστεί τα συναισθήματά τους κατανοώντας τα, αλλά και αυτό από μόνο του δεν φτάνει.
Όλα τα προηγούμενα είναι ο κορμός και τα μέλη μιας σχέσης, αλλά δεν εκφράζουν την καρδιά της. Και η αλήθεια είναι πως ένα σώμα μπορεί να επιβιώσει χωρίς όλα τα μέλη, αλλά ποτέ χωρίς καρδιά. Η καρδιά μιας σχέσης είναι η γνήσια, αληθινή αγάπη που κάνει το σώμα και την ψυχή να δονείται από ζωή.
Αγάπη είναι η τόλμη να διεισδύσεις στον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου που αγαπάς και επιθυμείς ερωτικά, ώστε να νιώσεις τα συναισθήματά του, όπως τα βιώνει ο ίδιος, όπως τα αισθάνεται μέσα στην ψυχή του. Συμμετέχεις ψυχικά σε αυτό που συμβαίνει, όχι μόνο με την ακοή σου, ή με την όρασή σου αλλά με όλες σου τις αισθήσεις και ενώνεσαι αδιαίρετα μαζί του.
Δεν είναι εύκολο για το καθένα να το κάνει αυτό, γιατί αν έρθει σε επαφή με τα αυθεντικά συναισθήματα του ανθρώπου του, τότε αυτό σημαίνει πως θα συναντηθεί με δύσκολα συναισθήματα τα οποία, επειδή κάποια από αυτά αφορούν τον ίδιον, αν δεν είναι αρκετά δυνατός, τον διώχνουν μακριά και εγκαταλείπει την προσπάθεια του.
Μέσα μας νιώθουμε όλη την γκάμα των συναισθημάτων, σαν ένας πίνακας που έχει ανάγκη όλα του τα χρώματα για να αποδοθεί σωστά. Ακόμα και στις πιο δυνατές σχέσεις αγάπης, ο ένας για τον άλλον, κατά περιόδους, τρέφει επιθετικά συναισθήματα, κυρίως λόγω της διαφορετικότητάς μας που δημιουργεί συγκρούσεις μέσα μας και εγείρει τις ανασφάλειες και τους φόβους μας.
Αν έρθουμε λοιπόν σε επαφή με αυτά τα συναισθήματα, θα πρέπει, αν αγαπάμε αληθινά τον άνθρωπό μας και τον εαυτό μας φυσικά, να τολμήσουμε να δούμε την αλήθεια του, όπως και την δική μας. Αν αυτή η αλήθεια μάς εμπεριέχει, με την έννοια πως υπάρχει ανεξάντλητη επιθυμία του ενός προς τον άλλον και η οποία αντανακλάται στο πνεύμα, στην ψυχή και στο σώμα μας, τότε καλούμαστε να κολυμπήσουμε στα ταραγμένα νερά της αγάπης και να μυηθούμε σε αυτά, εμπιστευόμενοι τις ικανότητες μας και τα συναισθήματα του ανθρώπου μας.
Η αγάπη εμπεριέχει την αυταπάρνηση, με την έννοια πως βάζουμε στην άκρη τις ατομιστικές μας διαθέσεις, με στόχο να καλύψουμε τις ελλειμματικές μας ανάγκες και δινόμαστε μεγαλόκαρδα σε εκείνους που η αγάπη τους διαπνέεται από ελεύθερα ιδεώδη. Το μοίρασμα είναι πηγή χαράς και για τους δυο μας, γιατί η προσφορά από μόνη της μας χαρίζει όμορφα συναισθήματα που γεμίζουν τον ψυχικό μας κόσμο.
Η αγάπη λοιπόν είναι το ψυχικό μοίρασμα που οδηγεί στη συναισθηματική αμοιβαιότητα, η οποία ωθεί δυο ανθρώπους που κινούνται αρχικά σε δυο διαφορετικούς δρόμους, με διαφορετικές αποσκευές, να ενώνουν την επιθυμία τους ο ένας για τον άλλον, πλάθοντας τις διαφορές τους, σμιλεύοντας την κοινή τους πορεία με εμπιστοσύνη και ασφάλεια. Μέσα από αυτό το συναίσθημα αισθάνονται πως περιέχονται, πως ο ένας χωρά στην ψυχή και στο σώμα του άλλου. Νιώθει ο ένας πως ο άλλος αποτελεί για εκείνον ένα σθεναρό ‘κράτημα’, χάρη στο οποίο πιάνεται από την ζωή και αγκαλιάζεται με το νόημά της.
Όταν αγαπάμε και αγαπιόμαστε, αγαπάμε περισσότερο τη ζωή και τον κόσμο ολόγυρά μας, γιατί πιστεύουμε πως η ζωή μας έχει νόημα, πως αξίζει να υπάρχουμε σε αυτήν και γευόμαστε συναισθήματα που μάς κάνουν να αισθανόμαστε γαλήνη, πληρότητα, ομορφιά και ένα εσωτερικό φως ζεσταίνει κάθε μόριο της ψυχής και του σώματος μας, που λαχταρά για ένωση με τον άνθρωπό μας.
Η έγνοια, με την έννοια του ενδιαφέροντος, χρειάζεται σε μια σχέση, γιατί κάνει και τους δυο ανθρώπους να νιώθουν πως περιβάλλονται, αλλά δεν δηλώνει απαραίτητα αγάπη και μάλιστα, αν υπάρχει μόνο αυτή, η σχέση μοιάζει περισσότερο με μητρική ή πατρική ή αδερφική ή φιλική θαλπωρή.
Η επιβεβαίωση με την έννοια του θαυμασμού χρειάζεται και εκείνη, γιατί μέσω αυτής βλέπουν τον εαυτό τους με μια νέα οπτική, πιο λαμπερή, σαν να έχουν ένα καθρέφτη που αντανακλά το φως και επομένως παρατηρούν ευδιάκριτα τις ικανότητες τους και τις υποστηρίζουν. Και αυτή η έννοια όμως δεν δηλώνει απαραίτητα αγάπη και, αν υπάρχει μόνο αυτή, η σχέση λειτουργεί κυρίως για να βοηθά ο ένας τον άλλον να αποκαταστήσουν τον ελλειμματικό τους καθρέφτη, οι διαθέσεις γίνονται χειριστικές και εξαρτητικές, και η σχέση φθίνει.
Η αποδοχή είναι χρήσιμη σε μια σχέση, γιατί μέσα από εκείνη εκτιμούν τον εαυτό τους περισσότερο και αποδέχονται πλευρές που μέχρι πρότινος τις έκριναν, κάτι που τους εμπόδιζε να δουν τον εαυτό τους ενοποιημένο.
Η εκτίμηση και ο σεβασμός είναι προϋπόθεση για την αγάπη, γιατί δηλώνει πως κάποιος βλέπει τον άλλον άνθρωπο διαφοροποιημένο από τις ανάγκες του, τον σέβεται σαν άνθρωπο και στρέφεται σε εκείνον, όχι για να καλύψει κάτι μέσα από αυτόν, αλλά για να μοιραστεί μαζί του συναισθήματα που του γεννά η σχέση. Όμως και αυτές οι έννοιες, παρόλο που είναι υψηλότερης βαθμίδας σε αξία από τις προηγούμενες, δεν σημαίνουν απαραίτητα αγάπη.
Η θυσία, η υπερπροσφορά συναισθημάτων και πράξεων, γίνεται κυρίως επειδή το πρόσωπο που θυσιάζεται επιθυμεί στο βάθος να θυσιαστεί ο άλλος για αυτόν, κάτι που δεν έκανε η μητέρα ή ο πατέρας του και επειδή αρνείται να δει τις αλήθειες του, προσπαθεί να αποκαταστήσει το παρελθόν του μέσω ενός άλλου προσώπου. Η θυσία δεν μοιάζει με την αυταπάρνηση, η οποία αποτελεί απαραίτητο στοιχείο στην αγάπη, γιατί η αυταπάρνηση προϋποθέτει έναν εαυτό ολοκληρωμένο, που αισθάνεται πως δίνοντας επιτυγχάνει την πληρότητα και την ολοκλήρωση και εκτιμά κάθε δόσιμο ως αξία για κείνον.
Στη θυσία κάθε φορά που σε αυτό που «προσφέρθηκε» δεν υπάρχει ανταπόκριση, προκαλείται παράπονο και θυμός, γιατί υπάρχει απαίτηση για επιστροφή ως απόσβεση χρέους για την προσπάθεια. Στη θυσία το πρόσωπο που επιλέγεται δεν εκτιμάται, γιατί έχει και εκείνο μεγάλα ελλείμματα στην αγάπη και άρα δεν μπορεί να αγαπήσει, ενώ στην αγάπη προσφέρει τα συναισθήματά του με αυταπάρνηση στο πρόσωπο που επιλέγει με κριτήριο την ικανότητά του να αγαπά και να αγαπιέται.
Η ταύτιση είναι η προσπάθεια να «διαβάσει» κάποιος τον άλλο, ώστε να αποτυπώσει τα χαρακτηριστικά του, για να πετύχει την δική του βελτίωση.
Τον «συναισθάνεται» νοητικά κυρίως με στόχο όχι να κατανοήσει τα συναισθήματά του αλλά να τα ερμηνεύσει, ώστε να φορέσει το ψυχικό του δέρμα και να το αποτυπώσει, για να γεμίσει το κενό που τον κατακλύζει. Αυτό βέβαια δεν είναι αγάπη αλλά είναι απλά μιμητισμός. Πολλοί άνθρωποι παρερμηνεύουν τη διάθεση για ταύτιση ως ενσυναίσθηση, ενώ δεν είναι.
Η συναισθηματική κατανόηση είναι απαραίτητη σε μια σχέση, γιατί νιώθουν και οι δυο πως υπάρχει κάποιος να αφουγκραστεί τα συναισθήματά τους κατανοώντας τα, αλλά και αυτό από μόνο του δεν φτάνει.
Όλα τα προηγούμενα είναι ο κορμός και τα μέλη μιας σχέσης, αλλά δεν εκφράζουν την καρδιά της. Και η αλήθεια είναι πως ένα σώμα μπορεί να επιβιώσει χωρίς όλα τα μέλη, αλλά ποτέ χωρίς καρδιά. Η καρδιά μιας σχέσης είναι η γνήσια, αληθινή αγάπη που κάνει το σώμα και την ψυχή να δονείται από ζωή.
Αγάπη είναι η τόλμη να διεισδύσεις στον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου που αγαπάς και επιθυμείς ερωτικά, ώστε να νιώσεις τα συναισθήματά του, όπως τα βιώνει ο ίδιος, όπως τα αισθάνεται μέσα στην ψυχή του. Συμμετέχεις ψυχικά σε αυτό που συμβαίνει, όχι μόνο με την ακοή σου, ή με την όρασή σου αλλά με όλες σου τις αισθήσεις και ενώνεσαι αδιαίρετα μαζί του.
Δεν είναι εύκολο για το καθένα να το κάνει αυτό, γιατί αν έρθει σε επαφή με τα αυθεντικά συναισθήματα του ανθρώπου του, τότε αυτό σημαίνει πως θα συναντηθεί με δύσκολα συναισθήματα τα οποία, επειδή κάποια από αυτά αφορούν τον ίδιον, αν δεν είναι αρκετά δυνατός, τον διώχνουν μακριά και εγκαταλείπει την προσπάθεια του.
Μέσα μας νιώθουμε όλη την γκάμα των συναισθημάτων, σαν ένας πίνακας που έχει ανάγκη όλα του τα χρώματα για να αποδοθεί σωστά. Ακόμα και στις πιο δυνατές σχέσεις αγάπης, ο ένας για τον άλλον, κατά περιόδους, τρέφει επιθετικά συναισθήματα, κυρίως λόγω της διαφορετικότητάς μας που δημιουργεί συγκρούσεις μέσα μας και εγείρει τις ανασφάλειες και τους φόβους μας.
Αν έρθουμε λοιπόν σε επαφή με αυτά τα συναισθήματα, θα πρέπει, αν αγαπάμε αληθινά τον άνθρωπό μας και τον εαυτό μας φυσικά, να τολμήσουμε να δούμε την αλήθεια του, όπως και την δική μας. Αν αυτή η αλήθεια μάς εμπεριέχει, με την έννοια πως υπάρχει ανεξάντλητη επιθυμία του ενός προς τον άλλον και η οποία αντανακλάται στο πνεύμα, στην ψυχή και στο σώμα μας, τότε καλούμαστε να κολυμπήσουμε στα ταραγμένα νερά της αγάπης και να μυηθούμε σε αυτά, εμπιστευόμενοι τις ικανότητες μας και τα συναισθήματα του ανθρώπου μας.
Η αγάπη εμπεριέχει την αυταπάρνηση, με την έννοια πως βάζουμε στην άκρη τις ατομιστικές μας διαθέσεις, με στόχο να καλύψουμε τις ελλειμματικές μας ανάγκες και δινόμαστε μεγαλόκαρδα σε εκείνους που η αγάπη τους διαπνέεται από ελεύθερα ιδεώδη. Το μοίρασμα είναι πηγή χαράς και για τους δυο μας, γιατί η προσφορά από μόνη της μας χαρίζει όμορφα συναισθήματα που γεμίζουν τον ψυχικό μας κόσμο.
Η αγάπη λοιπόν είναι το ψυχικό μοίρασμα που οδηγεί στη συναισθηματική αμοιβαιότητα, η οποία ωθεί δυο ανθρώπους που κινούνται αρχικά σε δυο διαφορετικούς δρόμους, με διαφορετικές αποσκευές, να ενώνουν την επιθυμία τους ο ένας για τον άλλον, πλάθοντας τις διαφορές τους, σμιλεύοντας την κοινή τους πορεία με εμπιστοσύνη και ασφάλεια. Μέσα από αυτό το συναίσθημα αισθάνονται πως περιέχονται, πως ο ένας χωρά στην ψυχή και στο σώμα του άλλου. Νιώθει ο ένας πως ο άλλος αποτελεί για εκείνον ένα σθεναρό ‘κράτημα’, χάρη στο οποίο πιάνεται από την ζωή και αγκαλιάζεται με το νόημά της.
Όταν αγαπάμε και αγαπιόμαστε, αγαπάμε περισσότερο τη ζωή και τον κόσμο ολόγυρά μας, γιατί πιστεύουμε πως η ζωή μας έχει νόημα, πως αξίζει να υπάρχουμε σε αυτήν και γευόμαστε συναισθήματα που μάς κάνουν να αισθανόμαστε γαλήνη, πληρότητα, ομορφιά και ένα εσωτερικό φως ζεσταίνει κάθε μόριο της ψυχής και του σώματος μας, που λαχταρά για ένωση με τον άνθρωπό μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου