Ερευνητές στις ΗΠΑ ανέθρεψαν ποντίκια που δεν μπορούν να παράγουν σεροτονίνη στον εγκέφαλο, γεγονός το οποίο θα έπρεπε, θεωρητικά, να τους κάνει να έχουν χρόνια κατάθλιψη. Αλλά αντιθέτως, οι ερευνητές βρήκαν ότι τα ποντίκια δεν έδειξαν σημάδια κατάθλιψης, αλλά ενήργησαν επιθετικά και εξέθεσαν ψυχαναγκαστικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας.
Ο Ντόναλτ Κουν, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, έθεσε ως στόχο να βρει ποιο ρόλο, αν υπάρχει, παίζει η σεροτονίνη στην κατάθλιψη. Για να το κάνει αυτό, ο Κουν και οι συνεργάτες του ανέθρεψαν ποντίκια που δεν είχαν την ικανότητα να παράγουν σεροτονίνη στον εγκέφαλό τους και έτρεξαν μια σειρά δοκιμών συμπεριφοράς τους. Εκτός του ό,τι έδειξαν ψυχαναγκαστική και εξαιρετικά επιθετική συμπεριφορά, τα ποντίκια τα οποία δεν μπορούσαν να παράγουν σεροτονίνη, δεν έδειξαν συμπτώματα κατάθλιψης. Οι ερευνητές επίσης διαπίστωσαν, προς έκπληξή τους, ότι κάτω από στρεσογόνες συνθήκες, τα ποντίκια με την ανεπάρκεια σεροτονίνης συμπεριφέρονταν κανονικά.
Σε ένα υποσύνολο των ποντικών τα οποία δεν μπορούσαν να παράγουν σεροτονίνη, δόθηκαν αντικαταθλιπτικά φάρμακα και αυτά ανταποκρίθηκαν με παρόμοιο τρόπο στα φάρμακα όπως έκαναν τα φυσιολογικά ποντίκια. Συνολικά, η μελέτη διαπίστωσε ότι η σεροτονίνη δεν είναι ένας σημαντικός παράγοντας στην κατάθλιψη και η επιστήμη πρέπει να κοιτάξει αλλού για να προσδιορίσει άλλους παράγοντες που θα μπορούσαν να εμπλέκονται. Τα αποτελέσματα αυτά θα μπορούσαν να αναμορφώσουν σημαντικά την έρευνα για την κατάθλιψη, λένε οι συντάκτες και να μετατοπιστεί το επίκεντρο της έρευνας για τις θεραπείες της κατάθλιψης.
Η μελέτη έρχεται να προστεθεί μαζί με άλλες έρευνες που αμφισβητούν ευθέως ότι η κατάθλιψη σχετίζεται με χαμηλότερα επίπεδα της σεροτονίνης στον εγκέφαλο. Μία μελέτη έχει δείξει ότι περίπου τα δύο τρίτα των ατόμων που λαμβάνουν SSRIs, παραμένει σε ύφεση ενώ μια άλλη μελέτη τα έχει βρεί ακόμη και κλινικά ασήμαντα.
Οι επικριτές των κοινών αντικαταθλιπτικών ισχυρίζονται ότι δεν είναι πολύ καλύτερα από το placebo, αλλά όμως μπορεί να έχουν ανεπιθύμητες παρενέργειες.
Τα SSRIs άρχισαν να χρησιμοποιούνται ευρέως στη δεκαετία του 1980. Η εισαγωγή τους ανακοινώθηκε από την ψυχιατρική κοινότητα ως μια νέα εποχή, όπου ασφαλέστερα φάρμακα που στοχεύουν άμεσα στα αίτια της κατάθλιψης, θα μπορούν να λαμβάνονται κανονικά από τους ασθενείς. Καθώς τα SSRIs δεν είναι περισσότερο αποτελεσματικά από ό,τι τα παλαιότερα αντικαταθλιπτικά, όπως τα τρικυκλικά και οι αναστολείς της μονοαμινοξειδάσης, είναι λιγότερο τοξικά.
Μια προηγούμενη μελέτη από το Εθνικό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας διαπίστωσε ότι δύο από τους τρεις ασθενείς με κατάθλιψη δεν αναρρώνουν πλήρως με τη χρήση σύγχρονων αντικαταθλιπτικών.
Τα αποτελέσματα αυτά «είναι σημαντικά, διότι προηγουμένως δεν ήταν σαφές το πόσο αποτελεσματικά (ή αναποτελεσματικά) είναι τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα στους ασθενείς που αναζητούν θεραπεία σε πραγματικό κόσμο», συμπληρώνουν οι ερευνητές.
Η μελέτη που διεξήχθη στο John D. Dingell VA Medical Center και το Wayne State University School of Medicine στο Ντιτρόιτ, υποστηρίζει πρόσφατη έρευνα που δείχνει ότι οι επιλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης ή αλλιώς SSRIs, δεν μπορεί να είναι αποτελεσματικοί για την έξοδο από την κατάθλιψη. Αυτοί χρησιμοποιούνται συνήθως σε αντικαταθλιπτικά όπως Prozac, Paxil, Celexa, Zoloft και Lexapro και λαμβάνονται από το 10% του πληθυσμού των ΗΠΑ και σχεδόν το 25% των γυναικών μεταξύ 40 και 60 ετών. Περισσότεροι από 350 εκατομμύρια άνθρωποι πάσχουν από κατάθλιψη, σύμφωνα με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας και είναι η κύρια αιτία αναπηρίας σε όλη την υδρόγειο.
Ο Ντόναλτ Κουν, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, έθεσε ως στόχο να βρει ποιο ρόλο, αν υπάρχει, παίζει η σεροτονίνη στην κατάθλιψη. Για να το κάνει αυτό, ο Κουν και οι συνεργάτες του ανέθρεψαν ποντίκια που δεν είχαν την ικανότητα να παράγουν σεροτονίνη στον εγκέφαλό τους και έτρεξαν μια σειρά δοκιμών συμπεριφοράς τους. Εκτός του ό,τι έδειξαν ψυχαναγκαστική και εξαιρετικά επιθετική συμπεριφορά, τα ποντίκια τα οποία δεν μπορούσαν να παράγουν σεροτονίνη, δεν έδειξαν συμπτώματα κατάθλιψης. Οι ερευνητές επίσης διαπίστωσαν, προς έκπληξή τους, ότι κάτω από στρεσογόνες συνθήκες, τα ποντίκια με την ανεπάρκεια σεροτονίνης συμπεριφέρονταν κανονικά.
Σε ένα υποσύνολο των ποντικών τα οποία δεν μπορούσαν να παράγουν σεροτονίνη, δόθηκαν αντικαταθλιπτικά φάρμακα και αυτά ανταποκρίθηκαν με παρόμοιο τρόπο στα φάρμακα όπως έκαναν τα φυσιολογικά ποντίκια. Συνολικά, η μελέτη διαπίστωσε ότι η σεροτονίνη δεν είναι ένας σημαντικός παράγοντας στην κατάθλιψη και η επιστήμη πρέπει να κοιτάξει αλλού για να προσδιορίσει άλλους παράγοντες που θα μπορούσαν να εμπλέκονται. Τα αποτελέσματα αυτά θα μπορούσαν να αναμορφώσουν σημαντικά την έρευνα για την κατάθλιψη, λένε οι συντάκτες και να μετατοπιστεί το επίκεντρο της έρευνας για τις θεραπείες της κατάθλιψης.
Η μελέτη έρχεται να προστεθεί μαζί με άλλες έρευνες που αμφισβητούν ευθέως ότι η κατάθλιψη σχετίζεται με χαμηλότερα επίπεδα της σεροτονίνης στον εγκέφαλο. Μία μελέτη έχει δείξει ότι περίπου τα δύο τρίτα των ατόμων που λαμβάνουν SSRIs, παραμένει σε ύφεση ενώ μια άλλη μελέτη τα έχει βρεί ακόμη και κλινικά ασήμαντα.
Οι επικριτές των κοινών αντικαταθλιπτικών ισχυρίζονται ότι δεν είναι πολύ καλύτερα από το placebo, αλλά όμως μπορεί να έχουν ανεπιθύμητες παρενέργειες.
Τα SSRIs άρχισαν να χρησιμοποιούνται ευρέως στη δεκαετία του 1980. Η εισαγωγή τους ανακοινώθηκε από την ψυχιατρική κοινότητα ως μια νέα εποχή, όπου ασφαλέστερα φάρμακα που στοχεύουν άμεσα στα αίτια της κατάθλιψης, θα μπορούν να λαμβάνονται κανονικά από τους ασθενείς. Καθώς τα SSRIs δεν είναι περισσότερο αποτελεσματικά από ό,τι τα παλαιότερα αντικαταθλιπτικά, όπως τα τρικυκλικά και οι αναστολείς της μονοαμινοξειδάσης, είναι λιγότερο τοξικά.
Μια προηγούμενη μελέτη από το Εθνικό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας διαπίστωσε ότι δύο από τους τρεις ασθενείς με κατάθλιψη δεν αναρρώνουν πλήρως με τη χρήση σύγχρονων αντικαταθλιπτικών.
Τα αποτελέσματα αυτά «είναι σημαντικά, διότι προηγουμένως δεν ήταν σαφές το πόσο αποτελεσματικά (ή αναποτελεσματικά) είναι τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα στους ασθενείς που αναζητούν θεραπεία σε πραγματικό κόσμο», συμπληρώνουν οι ερευνητές.
Η μελέτη που διεξήχθη στο John D. Dingell VA Medical Center και το Wayne State University School of Medicine στο Ντιτρόιτ, υποστηρίζει πρόσφατη έρευνα που δείχνει ότι οι επιλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης ή αλλιώς SSRIs, δεν μπορεί να είναι αποτελεσματικοί για την έξοδο από την κατάθλιψη. Αυτοί χρησιμοποιούνται συνήθως σε αντικαταθλιπτικά όπως Prozac, Paxil, Celexa, Zoloft και Lexapro και λαμβάνονται από το 10% του πληθυσμού των ΗΠΑ και σχεδόν το 25% των γυναικών μεταξύ 40 και 60 ετών. Περισσότεροι από 350 εκατομμύρια άνθρωποι πάσχουν από κατάθλιψη, σύμφωνα με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας και είναι η κύρια αιτία αναπηρίας σε όλη την υδρόγειο.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου