«Ο πραγματικός σκοπός της επιστήμης είναι η ανακάλυψη της αλήθειας, η
αναζήτησή της όπου είναι δυνατόν να εντοπισθεί, η παρακολούθησή της σ’ όλους
τους δρόμους και τα μονοπάτια της και, μετά τον εντοπισμό της, η ατρόμητη και
απερίφραστη αναγγελία της χωρίς δισταγμούς και υποχωρήσεις σε εξουσίες,
συνήθειες και προλήψεις» Sir William Crookes
Όπως είναι γνωστό, η επιστημονική πραγματικότητα κάθε εποχής θεμελιώνεται πάνω σε ένα ισχυρό πλέγμα φιλοσοφικών ιδεών αλλά και κοινωνικών ή θεολογικών εμμονών και σκοπιμοτήτων. Όπως διδάσκει η ιστορία των επιστημών, κάθε προσπάθεια αναμόρφωσης της εκάστοτε δογματικής επιστημονικής πραγματικότητας συναντάει πάντα την σφοδρή αντίδραση των ισχυρών, εφόσον το νέο αποτελεί την κύρια πηγή αμφισβήτησης του προσωπικού κύρους των εκφραστών του παλαιού.
Η ανάπτυξη όμως των, κατά καιρούς, νέων αντιλήψεων όσον αφορά την συγκρότηση και τη δομή του φυσικού κόσμου, απαίτησε την θυσία πολλών φωτισμένων επιστημόνων. Άλλοι από αυτούς θανατώθηκαν, άλλοι κάτω από τον φόβο της κοινωνικής και επιστημονικής τους απομόνωσης σιώπησαν και ενσωματώθηκαν ωφελιμιστικά στο σύστημα και τέλος, κάποιοι άλλοι, αν και σιώπησαν, συνέχισαν να εργάζονται πάνω στα οράματα μιας νέας επιστημονικής γνώσης.
Μια τέτοια, ένδοξη μεν, αλλά και σκληρή, επιστημονική περίοδος υπήρξε ο 19ος αιώνας. Η μεγάλη επιστημονική επανάσταση του 16ου και 17ου αιώνα βρισκόταν στην κορύφωσή της, με κύριο χαρακτηριστικό της, την θεοποίηση της επιστήμης του υλικού κόσμου, η οποία προέκυπτε ως αποτέλεσμα της μελέτης της δημιουργίας, μόνο μέσω των ανθρώπινων αισθήσεων.
Η επιλογή αυτή ήταν δικαιολογημένη εφόσον οι δυτικές κοινωνίες εκείνων των περιόδων, δεν είχαν ακόμα ξεπεράσει τις τραυματικές μεσαιωνικές εμπειρίες, όταν το δυτικό ιερατικό κατεστημένο, ταύτιζε κάθε τι μη υλικό, με θεούς, δαίμονες και μάγισσες, στη προσπάθειά του να εκμεταλλευτεί προς ίδιον όφελος τους φόβους του λαού. Με τον τρόπο αυτό η επιστήμη του 19ου αιώνα, στην προσπάθειά της να οριοθετήσει τις σχέσεις Επιστήμης και Θεολογίας, με τρόπο δογματικό και απόλυτο αντιπάλευε κάθε γεγονός το οποίο φαινόταν σαν να υποστηρίζει τον θεολογικό μυστικισμό.
Ακριβώς εκείνη την περίοδο σάρωναν την Ευρώπη οι διαδόσεις περί εμφάνισης παράδοξων και εκπληκτικών φαινομένων τα οποία ξεπέρναγαν τα γεγονότα που είχε υπ’ όψη της και μελέταγε η τότε επιστήμη. Τέτοια φαινόμενα ήταν οι άνευ αιτίας μετακινήσεις αντικειμένων, η άσκηση περίεργων και αναιτιολόγητων δυνάμεων πάνω σε άλλα σώματα ή η παραγωγή ήχων και μουσικής από όργανα χωρίς αυτά να χρησιμοποιούνται από κάποιον.
Η θέση της Επιστήμης
Η προσπάθεια όμως κάποιων κύκλων να συσχετίσουν τα φαινόμενα αυτά με θεολογικά μυστικιστικά και εξωεπιστημονικά πρότυπα, εξαγρίωσε δικαίως, την επιστημονική κοινότητα η οποία όμως αντέδρασε σε πολλές περιπτώσεις έξω από κάθε επιστημονική δεοντολογία. Αντί να προσπαθήσει να αποκαλύψει, προς όφελος του λαού, την οποιαδήποτε απάτη ή σκοπιμότητα, αφόρισε δογματικά τα γεγονότα ως μη υπαρκτά χωρίς έρευνα.
Την τιμή της επιστημονικής δεοντολογίας ανέλαβαν κατά καιρούς να σώσουν, μια σειρά διάσημων επιστημόνων οι οποίοι, μέσα στη δίνη του υποκινούμενου από σκοπιμότητες επιστημονικού φανατισμού, διασύρθηκαν και καταδικάστηκαν, ενώ τα αποτελέσματα της επιστημονικής τους έρευνας λογοκρίθηκαν και σχεδόν χάθηκαν από το επιστημονικό προσκήνιο.
Ένας από τους τολμηρούς αυτούς ερευνητές, ο οποίος προσπάθησε να μελετήσει την δυνατότητα εμφάνισης αυτών των παράδοξων φαινομένων, υπήρξε και ο Sir William Crookes μια από τις πλέον λαμπρές επιστημονικές μορφές όλων των εποχών.
Ο Sir William Crookes
Ο Sir William Crookes γεννήθηκε το 1832 στο Λονδίνο και υπήρξε ένας από τους πιο επιφανείς και γνωστούς επιστήμονες. Σπούδασε στο Royal College και το 1854, σε ηλικία 22 ετών, διορίζεται επιθεωρητής της μετεωρολογικής υπηρεσίας στο αστεροσκοπείο της Οξφόρδης. Ένα χρόνο αργότερα, το 1855 εκλέγεται ως υφηγητής της Χημείας στην επιστημονική Σχολή του Chester, ενώ το 1863 σε ηλικία 31 ετών γίνεται ακαδημαϊκός. Την πρώτη του επιστημονική εργασία την δημοσίευσε το 1851, σε ηλικία 19 ετών στο επιστημονικό περιοδικό «Επιθεώρηση της Χημείας».
Το 1875 βραβεύεται με το μετάλλιο Royal Gold ενώ η Γαλλική Ακαδημία το 1880 και το 1888 του απένειμε το χρυσό μετάλλιο τιμής και το μετάλλιο Devy αντίστοιχα. Το 1897 χειροτονείται ιππότης «για τις εξέχουσες υπηρεσίες του» και το 1898 ανακηρύσσεται πρόεδρος της British Association. To 1904 Βραβεύεται με το μετάλλιο Sir Joseph Copley, το 1906 διορίζεται αντεπιστέλλον μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας και το 1913 εκλέγεται πρόεδρος της Royal Society, δηλαδή της Αγγλικής Ακαδημίας Επιστημών.
Κατά καιρούς υπήρξε πρόεδρος της Χημικής Εταιρίας, της εταιρίας της Χημικής Βιομηχανίας, της εταιρίας ηλεκτρομηχανικής και επίτιμος γραμματέας της RoyalInstitytion. Ήταν διδάκτορας των Επιστημών και διδάκτορας των Νόμων έξι αγγλικών Πανεπιστημίων. Το 1859 ίδρυσε την «Επιθεώρηση της Χημείας», ενώ το 1863 ανέλαβε την διεύθυνση του επιστημονικού περιοδικού «Τρίμηνο Περιοδικό της επιστήμης»
Ο Sir William Crookes είναι γνωστός από την ανακάλυψη του χημικού στοιχείου Θάλλιο και από τις μελέτες του για τις καθοδικές ακτίνες που ήταν καθοριστικής σημασίας για την ανάπτυξη της Ατομικής Φυσικής. Επινόησε το σπινθηροσκόπιο ενώ ασχολήθηκε ακόμα με την μέθοδο παρασκευής ζάχαρης από τα τεύτλα, με την βαφή των υφασμάτων και με προηγμένες μεθόδους απολύμανσης των υπονόμων. Άλλωστε σε όλους μας είναι γνωστοί οι σωλήνες Crookes, ηλεκτρονικών σωλήνων ψυχρής καθόδου που χρησιμεύουν για την παραγωγή ακτίνων Χ. Ο Sir William Crookes πέθανε το 1919 στο Λονδίνο σε ηλικία 87 ετών.
Οι Επιστημονικές θέσεις του Sir William Crookes
Ο Sir William Crookes την περίοδο που αποφάσισε να μελετήσει τα φαινόμενα αυτά ήταν αρχικά σφοδρός πολέμιος τους και το μόνο αίτιο της εμπλοκής του σ’ αυτό το θέμα ήταν το νεανικό πάθος του να υπερασπίσει την επιστήμη απέναντι στον θεολογικό μυστικισμό. Την αντίθεσή του αυτή την καταγράφει στο έγκυρο «Τριμηνιαίο Περιοδικό της Επιστήμης» τον Ιούλιο του 1871 αναφέροντας:
Αρχίζοντας o Crookes το δύσκολο και επικίνδυνο για την προσωπική του καριέρα έργο της διερεύνησης της αλήθειας, πάνω σε όλα τα παράδοξα φαινόμενα που κάποιοι έλεγαν ότι συμβαίνουν, και προκειμένου να τονίσει και να σημειώσει έντονα την ουσιαστική επιστημονική του συγκρότηση έγραφε:
Για τους πειραματισμούς του ο μεγάλος επιστήμονας χρησιμοποίησε τον κ.Home, έναν άνθρωπο η παρουσία του οποίου, όπως λεγόταν, μπορούσε να κινητοποιήσει μια σειρά παράξενων και εκτός των γνωστών φυσικών νόμων φαινομένων.
Τα πειράματα αρχίζουν
Ο Sir William Crookes προκειμένου να ελέγξει την εντιμότητα του κ. Ηome απαίτησε τα πειράματα να γίνονται στο σπίτι του με όργανα δικά του, ενώ πριν από κάθε πείραμα ήλεγχε σχολαστικά κάθε πτυχή των ενδυμάτων του κ. Ηome.
Ανάμεσα στα παράδοξα φαινόμενα που, όπως λεγόταν τότε, συνέβαινανπαρουσία του κ. Home, τα πιο εντυπωσιακά αλλά και συγχρόνως πιο εύκολα να ελεγχθούν με επιστημονική ακρίβεια ήταν: πρώτον η μεταβολή του βάρους των σωμάτων και δεύτερον οι μελωδίες που παίζονται από μουσικά όργανα, κυρίως από ακορντεόν, χωρίς άμεση ανθρώπινη επέμβαση και σε συνθήκες που απαγορεύουν την επαφή με τα πλήκτρα.
Όταν η επιστημονική κοινότητα έμαθε την απόφαση του Crookes, και γνωρίζοντας ότι ήταν ριζικά αντίθετος με τις θεολογικο-μυστικιστικές απόψεις, επιδοκίμασε την έρευνά του έστω και σιωπηλά. Έτσι ο Sir William Crookes ξεκίνησε τα πειράματά του δηλώνοντας:
Ο πρώτος πειραματισμός του μεγάλου επιστήμονα αφορούσε τον έλεγχο της δυνατότητας του κ. Home να αναγκάζει ένα ακορντεόν να παίζει κάποια μελωδία χωρία την άμεση επέμβασή του πάνω στο όργανο, με την απλή δηλαδή παρουσία του. Για την διεξαγωγή του πειράματος, όπως αναφέρει στην τελική επιστημονική έκθεσή του ο Crookes, αγοράστηκε από τον ίδιο ένα ακορντεόν. Στην συνέχεια κατασκεύασε στο εργαστήριο του ένα κλωβό από ξύλο, σπάγκο και πυκνό σύρμα έτσι ώστε να μπορεί μεν κάποιος να βλέπει τι γίνεται μέσα του, αλλά χωρίς να μπορεί να βάλει μέσα ούτε καν τα δάχτυλά του. Αυτός ο κλωβός είχε τέτοιο ύψος που μόλις χωρούσε κάτω από το τραπέζι που χρησιμοποιήθηκε, πλησίαζε δε τόσο πολύ στην οριζόντια επιφάνειά του, ώστε ήταν αδύνατο να βάλει κάποιος το χέρι του στο ενδιάμεσο κενό ή να σπρώξει το πόδι του κάτω από τον κλωβό.
Όπως αναφέρει ο Crookes και επιβεβαιώνουν οι παριστάμενοι επιστήμονες:
«Ο κ. Home κάθισε σε μια χαμηλή πολυθρόνα δίπλα στο τραπέζι. Μπροστά του, κάτω από το τραπέζι, ήταν ο κλωβός που περιγράψαμε.Κατά το μεγαλύτερο μέρος της βραδιάς, ιδιαίτερα όταν συνέβαινε κάτι σημαντικό, οι παρατηρητές δίπλα στον κ. Home είχαν τα πόδια τους πάνω στα δικά του για να μπορούν να παρακολουθούν και την πιό ανεπαίσθητη κίνηση».
Και συνεχίζει ο Sir William Crookes:
«H συνέχεια αποδείχθηκε ακόμα πιο εκπληκτική: διότι ο κ. Home αποτράβηξε τελείως το χέρι του από το ακορντεόν και τον κλωβό και το τοποθέτησε πάνω στο χέρι του διπλανού του, ενώ το ακορντεόν εξακολούθησε να παίζει χωρίς να το ακουμπά κανείς και χωρίς καν να το πλησιάζει κάποιο χέρι».
Το δεύτερο πείραμα
Μετά την επιτυχία του πρώτου πειράματος η ερευνητική ομάδα του Sir William Crookes πέρασε στον έλεγχο της δυνατότητας του κ. Home να ασκεί πάνω σε προκαθορισμένα αντικείμενα δυνάμεις τις οποίες ήταν φυσικά και επιστημονικά αδύνατον να ασκήσει.
Για το λόγο αυτό ο Crookesείχε φτιάξει μιαν σειράπειραματικώνδιατάξεων τις οποίες περιγράφει λεπτομερώς σε δημοσίευσή του στο επιστημονικό περιοδικό «Τριμηνιαία επιθεώρηση της επιστήμης» τον Οκτώβριο του 1871. Το βάρος ολόκληρης της συσκευής του Crookes ήταν 3 λίβρες γεγονός το οποίο έδειχνε και ο δείκτης της ζυγαριάς.
Ο κ. Home ακούμπησε ελαφρά με τα δάχτυλά του την άκρη της συσκευής. Σχεδόν αμέσως φάνηκε ο δείκτης της ζυγαριάς να κατεβαίνει και αμέσως μετά να ανεβαίνει. Στη συνέχειαη πολύ αργή ταλάντωση της κρεμαστής ζυγαριάς άρχισε να γίνεται πιο εμφανής και ο Dr Huggins, που παρακολουθούσε το δείκτη, είπε ότι τον είδε να δείχνει 6.5 λίβρες. Αυτό σημαίνει ότι αφού το βάρος της συσκευής ήταν 3 λίβρες η επιπλέον δύναμη την οποία κινητοποιούσε ο κ. Home ήταν 3.5 λίβρες.
Όταν αργότερα, μετά το τέλος του πειράματος, μελέτησαν τις ενδείξεις του αυτόματου καταγραφικού συστήματος το οποίο είχαν συνδέσει με την συσκευή, διαπίστωσαν ότι ο δείκτης του κάποια στιγμή είχε δείξει δύναμη 9 λιβρώνγεγονός που σήμαινε ότι την στιγμή εκείνη ο κ. Home είχε κινητοποιήσει μιαν επιπλέον δύναμη 6 λιβρών.
Επειδή όμως ο Sir William Crookes, ήθελε να αποκλείσει το ενδεχόμενο κάποιας απάτης από μέρος του κ. Home, στην έκθεσή του μας περιγράφει ένα τεστ το οποίο έκανε. Γράφει ο μεγάλος ερευνητής:
Τα αποτελέσματα των πειραματισμών του ο Sir William Crookes τα δημοσίευσε στο έγκυρο επιστημονικό περιοδικό της εποχής «Τριμηνιαία επιθεώρηση της επιστήμης» τον Οκτώβριο του 1871 και ξεσήκωσε θύελλα αρνητικών αντιδράσεων από την επιστημονική κοινότητα. Πρώτα θεώρησαν αναξιόπιστους μάρτυρες τον Sir William Crookes τον Sir William Huggins και τον διάσημο νομομαθή Serjeant Cox, που συμμετείχαν στα πειράματα.
Άλλοι θεώρησαν ότι οι συμμετέχοντες στα πειράματα βρίσκονταν σε μιαν κατάσταση ψυχικής διαταραχής και απλά νόμιζαν ότι έβλεπαν να συμβαίνουν πράγματα ανύπαρκτα.
Απαντώντας στους επικριτές του ο Sir William Crookes, τους κάλεσε να πειραματιστούν μαζί του προκειμένου να δουν οι ίδιοι με τα ίδια τους τα μάτια και να μετρήσουν με δικά τους όργανα το φαινόμενο. Την πρόσκλησή του αυτή την απηύθυνε δημοσίως σε δημοσίευμά του γράφοντας:
Όπως έγραψε σε άρθρο της η έγκυρη εφημερίδα τη εποχής εκείνης Birmingham Morning News υπερασπιζόμενη τον επιστημονικό χαρακτήρα των αποτελεσμάτων των πειραματισμών του Crookes:
Για πάρα πολλά χρόνια ο Crookeς προσπάθησε μοναχικά να ερμηνεύσει επιστημονικά τα παράδοξα αυτά φαινόμενα χωρίς επιτυχία και το γεγονός αυτό ήταν η αιτία που δεν δημοσίευσε τίποτα καινούργιο πάνω σε αυτό το θέμα. Το 1898 ο Sir William Crookes, διάσημος πλέον, ως πρόεδρος της Βρετανικής Ένωσης, κατά την διάρκεια της εναρκτήριας ομιλίαςτου στην ετήσια συνέλευσή της στο Bristol, απάντησε σε κάποια δημοσιεύματα που απέδιδαν σε νεανική αφέλεια του την δημοσίευση των αποτελεσμάτων των προηγουμένων ερευνών ως εξής:
«Ο πραγματικός σκοπός της επιστήμης είναι η ανακάλυψη της αλήθειας, η αναζήτησή της όπου είναι δυνατόν να εντοπισθεί, η παρακολούθησή της σ’ όλους τους δρόμους και τα μονοπάτια της και, μετά τον εντοπισμό της, η ατρόμητη και απερίφραστη αναγγελία της χωρίς δισταγμούς και υποχωρήσεις σε εξουσίες, συνήθειες και προλήψεις».
Αυτά πλέον είναι σχεδόν επιστημονικά σήμερα; Από πάντα ήταν, αλλά μακριά από το πεδίο της πλέμπας.
Όπως είναι γνωστό, η επιστημονική πραγματικότητα κάθε εποχής θεμελιώνεται πάνω σε ένα ισχυρό πλέγμα φιλοσοφικών ιδεών αλλά και κοινωνικών ή θεολογικών εμμονών και σκοπιμοτήτων. Όπως διδάσκει η ιστορία των επιστημών, κάθε προσπάθεια αναμόρφωσης της εκάστοτε δογματικής επιστημονικής πραγματικότητας συναντάει πάντα την σφοδρή αντίδραση των ισχυρών, εφόσον το νέο αποτελεί την κύρια πηγή αμφισβήτησης του προσωπικού κύρους των εκφραστών του παλαιού.
Η ανάπτυξη όμως των, κατά καιρούς, νέων αντιλήψεων όσον αφορά την συγκρότηση και τη δομή του φυσικού κόσμου, απαίτησε την θυσία πολλών φωτισμένων επιστημόνων. Άλλοι από αυτούς θανατώθηκαν, άλλοι κάτω από τον φόβο της κοινωνικής και επιστημονικής τους απομόνωσης σιώπησαν και ενσωματώθηκαν ωφελιμιστικά στο σύστημα και τέλος, κάποιοι άλλοι, αν και σιώπησαν, συνέχισαν να εργάζονται πάνω στα οράματα μιας νέας επιστημονικής γνώσης.
Μια τέτοια, ένδοξη μεν, αλλά και σκληρή, επιστημονική περίοδος υπήρξε ο 19ος αιώνας. Η μεγάλη επιστημονική επανάσταση του 16ου και 17ου αιώνα βρισκόταν στην κορύφωσή της, με κύριο χαρακτηριστικό της, την θεοποίηση της επιστήμης του υλικού κόσμου, η οποία προέκυπτε ως αποτέλεσμα της μελέτης της δημιουργίας, μόνο μέσω των ανθρώπινων αισθήσεων.
Η επιλογή αυτή ήταν δικαιολογημένη εφόσον οι δυτικές κοινωνίες εκείνων των περιόδων, δεν είχαν ακόμα ξεπεράσει τις τραυματικές μεσαιωνικές εμπειρίες, όταν το δυτικό ιερατικό κατεστημένο, ταύτιζε κάθε τι μη υλικό, με θεούς, δαίμονες και μάγισσες, στη προσπάθειά του να εκμεταλλευτεί προς ίδιον όφελος τους φόβους του λαού. Με τον τρόπο αυτό η επιστήμη του 19ου αιώνα, στην προσπάθειά της να οριοθετήσει τις σχέσεις Επιστήμης και Θεολογίας, με τρόπο δογματικό και απόλυτο αντιπάλευε κάθε γεγονός το οποίο φαινόταν σαν να υποστηρίζει τον θεολογικό μυστικισμό.
Ακριβώς εκείνη την περίοδο σάρωναν την Ευρώπη οι διαδόσεις περί εμφάνισης παράδοξων και εκπληκτικών φαινομένων τα οποία ξεπέρναγαν τα γεγονότα που είχε υπ’ όψη της και μελέταγε η τότε επιστήμη. Τέτοια φαινόμενα ήταν οι άνευ αιτίας μετακινήσεις αντικειμένων, η άσκηση περίεργων και αναιτιολόγητων δυνάμεων πάνω σε άλλα σώματα ή η παραγωγή ήχων και μουσικής από όργανα χωρίς αυτά να χρησιμοποιούνται από κάποιον.
Η θέση της Επιστήμης
Η προσπάθεια όμως κάποιων κύκλων να συσχετίσουν τα φαινόμενα αυτά με θεολογικά μυστικιστικά και εξωεπιστημονικά πρότυπα, εξαγρίωσε δικαίως, την επιστημονική κοινότητα η οποία όμως αντέδρασε σε πολλές περιπτώσεις έξω από κάθε επιστημονική δεοντολογία. Αντί να προσπαθήσει να αποκαλύψει, προς όφελος του λαού, την οποιαδήποτε απάτη ή σκοπιμότητα, αφόρισε δογματικά τα γεγονότα ως μη υπαρκτά χωρίς έρευνα.
Την τιμή της επιστημονικής δεοντολογίας ανέλαβαν κατά καιρούς να σώσουν, μια σειρά διάσημων επιστημόνων οι οποίοι, μέσα στη δίνη του υποκινούμενου από σκοπιμότητες επιστημονικού φανατισμού, διασύρθηκαν και καταδικάστηκαν, ενώ τα αποτελέσματα της επιστημονικής τους έρευνας λογοκρίθηκαν και σχεδόν χάθηκαν από το επιστημονικό προσκήνιο.
Ένας από τους τολμηρούς αυτούς ερευνητές, ο οποίος προσπάθησε να μελετήσει την δυνατότητα εμφάνισης αυτών των παράδοξων φαινομένων, υπήρξε και ο Sir William Crookes μια από τις πλέον λαμπρές επιστημονικές μορφές όλων των εποχών.
Ο Sir William Crookes
Ο Sir William Crookes γεννήθηκε το 1832 στο Λονδίνο και υπήρξε ένας από τους πιο επιφανείς και γνωστούς επιστήμονες. Σπούδασε στο Royal College και το 1854, σε ηλικία 22 ετών, διορίζεται επιθεωρητής της μετεωρολογικής υπηρεσίας στο αστεροσκοπείο της Οξφόρδης. Ένα χρόνο αργότερα, το 1855 εκλέγεται ως υφηγητής της Χημείας στην επιστημονική Σχολή του Chester, ενώ το 1863 σε ηλικία 31 ετών γίνεται ακαδημαϊκός. Την πρώτη του επιστημονική εργασία την δημοσίευσε το 1851, σε ηλικία 19 ετών στο επιστημονικό περιοδικό «Επιθεώρηση της Χημείας».
Το 1875 βραβεύεται με το μετάλλιο Royal Gold ενώ η Γαλλική Ακαδημία το 1880 και το 1888 του απένειμε το χρυσό μετάλλιο τιμής και το μετάλλιο Devy αντίστοιχα. Το 1897 χειροτονείται ιππότης «για τις εξέχουσες υπηρεσίες του» και το 1898 ανακηρύσσεται πρόεδρος της British Association. To 1904 Βραβεύεται με το μετάλλιο Sir Joseph Copley, το 1906 διορίζεται αντεπιστέλλον μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας και το 1913 εκλέγεται πρόεδρος της Royal Society, δηλαδή της Αγγλικής Ακαδημίας Επιστημών.
Κατά καιρούς υπήρξε πρόεδρος της Χημικής Εταιρίας, της εταιρίας της Χημικής Βιομηχανίας, της εταιρίας ηλεκτρομηχανικής και επίτιμος γραμματέας της RoyalInstitytion. Ήταν διδάκτορας των Επιστημών και διδάκτορας των Νόμων έξι αγγλικών Πανεπιστημίων. Το 1859 ίδρυσε την «Επιθεώρηση της Χημείας», ενώ το 1863 ανέλαβε την διεύθυνση του επιστημονικού περιοδικού «Τρίμηνο Περιοδικό της επιστήμης»
Ο Sir William Crookes είναι γνωστός από την ανακάλυψη του χημικού στοιχείου Θάλλιο και από τις μελέτες του για τις καθοδικές ακτίνες που ήταν καθοριστικής σημασίας για την ανάπτυξη της Ατομικής Φυσικής. Επινόησε το σπινθηροσκόπιο ενώ ασχολήθηκε ακόμα με την μέθοδο παρασκευής ζάχαρης από τα τεύτλα, με την βαφή των υφασμάτων και με προηγμένες μεθόδους απολύμανσης των υπονόμων. Άλλωστε σε όλους μας είναι γνωστοί οι σωλήνες Crookes, ηλεκτρονικών σωλήνων ψυχρής καθόδου που χρησιμεύουν για την παραγωγή ακτίνων Χ. Ο Sir William Crookes πέθανε το 1919 στο Λονδίνο σε ηλικία 87 ετών.
Οι Επιστημονικές θέσεις του Sir William Crookes
Ο Sir William Crookes την περίοδο που αποφάσισε να μελετήσει τα φαινόμενα αυτά ήταν αρχικά σφοδρός πολέμιος τους και το μόνο αίτιο της εμπλοκής του σ’ αυτό το θέμα ήταν το νεανικό πάθος του να υπερασπίσει την επιστήμη απέναντι στον θεολογικό μυστικισμό. Την αντίθεσή του αυτή την καταγράφει στο έγκυρο «Τριμηνιαίο Περιοδικό της Επιστήμης» τον Ιούλιο του 1871 αναφέροντας:
Παρόλο όμως που ο μεγάλος επιστήμονας ήταν εναντίον της θεολογικό- μυστικιστικής ερμηνείας των φαινόμενων, ως πραγματικός ερευνητής δεν απέρριπτε απ’ αρχής τα γεγονότα αυτά ως μη υπαρκτά, ενώ είχε την τόλμη να ασκεί άμεση κριτική στους άλλους συναδέλφους του, διατυπώνοντας την ριζοσπαστική για την εποχή εκείνη άποψη ότι ο επιστήμονας έχει την υποχρέωση να βρίσκεται στην υπηρεσία του λαού. Πάνω σε αυτό το θέμα γράφει σε άρθρο του ο Crookes:«Αυτή η ψευδοεπιστήμη – ο θεολογικός μυστικισμός- είναι εντελώς ακατάλληλη για να καθοδηγήσει την έρευνα προς μελλοντικές ανακαλύψεις και οι αληθινοί εργάτες της επιστήμης οφείλουν να μην επιτρέψουν σε χέρια αδέξια και ακατάρτιστα να αναλάβουν τα ηνία. Ομολογώ δε ότι η λογική μερικών πνευματιστών φαίνεται να δικαιώνει την αυστηρή δήλωση του Faraday, ότι ακόμα και οι σκύλοι έχουν την ικανότητα να βγάζουν πολύ πιο εύλογα συμπεράσματα»
Παρόλο όμως ότι ο Crookes αμφισβητούσε την ύπαρξη όλων αυτών των παράδοξων γεγονότων δεν φοβήθηκε να καταγγείλει ξεκάθαρα την άρνηση των επιστημόνων της εποχής του, να μελετήσουν οποιοδήποτε φαινόμενο που, αν αλήθευε, θα μπορούσε να ανοίξει νέους ορίζοντες στην κατανόηση της συγκρότησης του σύμπαντος. Γράφει ο Sir William Crookes:«Θεωρώ καθήκον του επιστήμονα, του εξασκημένου σε ακριβείς μεθόδους εργασίας, να εξετάζει κάποια φαινόμενα που προβληματίζουν το κοινό για να επιβεβαιώνει τη γνησιότητά τους, ή για να εξηγεί την αυταπάτη των αφελών και να αποκαλύπτει τις αγυρτείες των απατεώνων. Σίγουρα δεν μπορώ να δώσω την παραμικρή εύλογη εξήγηση. Το γεγονός ότι κάποια φυσικά φαινόμενα, όπως η κίνηση υλικών ουσιών και η παραγωγή ήχων που θυμίζουν ηλεκτρικές εκκενώσεις, ίσως συμβαίνουν υπό κάποιες συνθήκες που είναι αδύνατη η εξήγησή τους με τους μέχρι σήμερα γνωστούς νόμους της φυσικής, αποτελεί για μένα μια αλήθεια τόσο αναμφισβήτητη, όσο και το θεμελιωδέστερο γεγονός της χημείας»
Ξεκινώντας την έρευνα«Θεωρώ ότι δεν συμβαδίζει με την ελευθερία του λόγου των επιστημόνων το ότι οι τελευταίοι, εδώ και πολύ καιρό, αρνούνται να αναλάβουν την επιστημονική μελέτη γεγονότων των οποίων η ύπαρξη βεβαιώνεται από πολλούς ικανούς και αξιόπιστους μάρτυρες, όταν μάλιστα καλούνται να τα εξετάσουν όπου και όταν επιθυμούν. Για μένα, η επιδίωξη της αλήθειας και η ανακάλυψη ενός νέου γεγονότος στη φύση έχουν μεγάλη σημασία· και δεν θα παραβλέψω μια τέτοια έρευνα επειδή φαίνεται να αντιβαίνει σε όσα πιστεύουμε ότι ισχύουν μέχρι σήμερα»
Αρχίζοντας o Crookes το δύσκολο και επικίνδυνο για την προσωπική του καριέρα έργο της διερεύνησης της αλήθειας, πάνω σε όλα τα παράδοξα φαινόμενα που κάποιοι έλεγαν ότι συμβαίνουν, και προκειμένου να τονίσει και να σημειώσει έντονα την ουσιαστική επιστημονική του συγκρότηση έγραφε:
Στην διενέργεια των πειραμάτων εκτός του Crookes συμμετείχαν ο διάσημος φυσικός, από τους κορυφαίους της Βασιλικής Εταιρείας Επιστημών και πολύ γνωστός σε όλους μας από το τεράστιο επιστημονικό του έργο Sir William Huggins ο διάσημος νομομαθής Serjeant Cox, ο χημικός βοηθός του Crookes και ο αδελφός του. Η παρουσία των προηγουμένων προσώπων θεωρήθηκε επιβεβλημένη προκειμένου να μην μπορεί κανένας να αμφισβητήσει την προσωπική εντιμότητα του Crookes, την αξιοπιστία των πειραματισμών του, αλλά και προκειμένου να ελεγχθούν από πολλούς έμπειρους πειραματικούς φυσικούς οι συνθήκες και τα χρησιμοποιούμενα όργανα.«Ολόκληρη η επιστημονική μου πορεία υπήρξε μια συνεχής άσκηση στην ακριβή παρατήρηση και θα ήθελα να γίνει σαφές ότι αυτή η εδραιωμένη πεποίθησή μου είναι απόρροια συστηματικής μελέτης. Δεν είμαι όμως σε θέση, τουλάχιστον προς το παρόν, να ριψοκινδυνεύσω και την παραμικρή υπόθεση για τα αίτια των φαινομένων. Μέχρι σήμερα δεν έχω δει κάτι που να με πείθει για την ορθότητα της «πνευματικής» θεωρίας.Σε τέτοιου είδους έρευνα ο νους απαιτεί αδιάσειστα πνευματικά πειστήρια. Πρέπει να είναι τόσον απόλυτα ακριβή και πειστικά, ώστε να μην μπορούμε και να μην τολμούμε να τα αμφισβητήσουμε.
Όσο καταπληκτικό κι αν παρουσιάζεται ένα φαινόμενο, το φαινόμενο αυτό είναι αληθές μόνον αν συμφωνεί με τους κανόνες της φύσης και σε τέτοιες περιπτώσεις ο πειραματισμός είναι ο καλύτερος τρόπος επαλήθευσης της συμφωνίας αυτής. Αλλ’ ακόμα κι εκεί, στον άγνωστο και μαγικό χώρο προς τον οποίο η επιστημονική έρευνα σπρώχνει τους σκαπανείς της, τι άλλο θα μπορούσε να είναι πιο θαυμαστό από τη λεπτότητα των μηχανικών μέσων με τα οποία αυτοί είναι εφοδιασμένοι για να συμπληρώνουν τις παρατηρήσεις των φυσικών αισθητηρίων οργάνων τους».
Για τους πειραματισμούς του ο μεγάλος επιστήμονας χρησιμοποίησε τον κ.Home, έναν άνθρωπο η παρουσία του οποίου, όπως λεγόταν, μπορούσε να κινητοποιήσει μια σειρά παράξενων και εκτός των γνωστών φυσικών νόμων φαινομένων.
Τα πειράματα αρχίζουν
Ο Sir William Crookes προκειμένου να ελέγξει την εντιμότητα του κ. Ηome απαίτησε τα πειράματα να γίνονται στο σπίτι του με όργανα δικά του, ενώ πριν από κάθε πείραμα ήλεγχε σχολαστικά κάθε πτυχή των ενδυμάτων του κ. Ηome.
Ανάμεσα στα παράδοξα φαινόμενα που, όπως λεγόταν τότε, συνέβαινανπαρουσία του κ. Home, τα πιο εντυπωσιακά αλλά και συγχρόνως πιο εύκολα να ελεγχθούν με επιστημονική ακρίβεια ήταν: πρώτον η μεταβολή του βάρους των σωμάτων και δεύτερον οι μελωδίες που παίζονται από μουσικά όργανα, κυρίως από ακορντεόν, χωρίς άμεση ανθρώπινη επέμβαση και σε συνθήκες που απαγορεύουν την επαφή με τα πλήκτρα.
Όταν η επιστημονική κοινότητα έμαθε την απόφαση του Crookes, και γνωρίζοντας ότι ήταν ριζικά αντίθετος με τις θεολογικο-μυστικιστικές απόψεις, επιδοκίμασε την έρευνά του έστω και σιωπηλά. Έτσι ο Sir William Crookes ξεκίνησε τα πειράματά του δηλώνοντας:
Το πρώτο πείραμα«Ξεκινώ την έρευνα χωρίς προκαταλήψεις για το δυνατόν και το αδύνατον, με όλες μου τις αισθήσεις σε επιφυλακή και έτοιμες για μεταβίβαση πληροφοριών στον εγκέφαλο διότι πιστεύω ότι κάθε άλλο παρά έχουμε εξαντλήσει όλες τις ανθρώπινες γνώσεις ή ότι έχουμε εμβαθύνει σ’ όλες τις δυνάμεις της φύσης»
Ο πρώτος πειραματισμός του μεγάλου επιστήμονα αφορούσε τον έλεγχο της δυνατότητας του κ. Home να αναγκάζει ένα ακορντεόν να παίζει κάποια μελωδία χωρία την άμεση επέμβασή του πάνω στο όργανο, με την απλή δηλαδή παρουσία του. Για την διεξαγωγή του πειράματος, όπως αναφέρει στην τελική επιστημονική έκθεσή του ο Crookes, αγοράστηκε από τον ίδιο ένα ακορντεόν. Στην συνέχεια κατασκεύασε στο εργαστήριο του ένα κλωβό από ξύλο, σπάγκο και πυκνό σύρμα έτσι ώστε να μπορεί μεν κάποιος να βλέπει τι γίνεται μέσα του, αλλά χωρίς να μπορεί να βάλει μέσα ούτε καν τα δάχτυλά του. Αυτός ο κλωβός είχε τέτοιο ύψος που μόλις χωρούσε κάτω από το τραπέζι που χρησιμοποιήθηκε, πλησίαζε δε τόσο πολύ στην οριζόντια επιφάνειά του, ώστε ήταν αδύνατο να βάλει κάποιος το χέρι του στο ενδιάμεσο κενό ή να σπρώξει το πόδι του κάτω από τον κλωβό.
Όπως αναφέρει ο Crookes και επιβεβαιώνουν οι παριστάμενοι επιστήμονες:
«Ο κ. Home κάθισε σε μια χαμηλή πολυθρόνα δίπλα στο τραπέζι. Μπροστά του, κάτω από το τραπέζι, ήταν ο κλωβός που περιγράψαμε.Κατά το μεγαλύτερο μέρος της βραδιάς, ιδιαίτερα όταν συνέβαινε κάτι σημαντικό, οι παρατηρητές δίπλα στον κ. Home είχαν τα πόδια τους πάνω στα δικά του για να μπορούν να παρακολουθούν και την πιό ανεπαίσθητη κίνηση».
Και συνεχίζει ο Sir William Crookes:
Όπως είναι φανερό το πρώτο που μπορεί να σκεφτεί κάποιος είναι ότι αφού ο κ. Home κρατούσε με κάποιο τρόπο το ακορντεόν, με κάποιο ταχυδακτυλουργικό τέχνασμα ίσως μπορούσε να θέσει σε λειτουργία το όργανο. Το ίδιο σκέφτηκε όμως και ο SirWilliamCrookes και του ζήτησε να αποσύρει εντελώς το χέρι του από το όργανο. Ας δούμε όμως τι αναφέρει ο ίδιος ο Crookes στην έκθεσή του:«Ο κ. Home έπιασε το ακκορντεόν με τον αντίχειρα και το μεσαίο δάκτυλο του ενός χεριού από το άκρο το αντίθετο απ’αυτό με τα πλήκτρα. Αφού εγώ ο ίδιος άνοιξα το βαθύφωνο πλήκτρο, τραβήξαμε κάτω από το τραπέζι τον κλωβό τόσο, όσο χρειαζόταν για να μπει μέσα το ακορντεόν, με τα πλήκτρα προς τα κάτω· έπειτα το σπρώξαμε πάλι πίσω, όσο επέτρεπε το χέρι του κ. Home που κρατούσε το όργανο. Μετά από λίγο οι ερευνητές δίπλα από τον κ. Home παρατήρησαν ότι το ακκορντεόν άρχισε να κινείται περίεργα, μετά βγήκαν απ΄αυτό κάποιοι ήχοι και τέλος παίχτηκε μια σειρά μουσικών φθόγγων.Ενώ συνέβαιναν αυτά ο βοηθός μου, σκύβοντας κάτω από το τραπέζι, δήλωσε ότι το ακκορντεόν μάζευε και άπλωνε· ταυτόχρονα δε το χέρι του κ. Home που κρατούσε το ακκορντεόν ήταν εντελώς ήσυχο, ενώ το άλλο του ήταν πάνω στο τραπέζι.
Σε λίγο οι διπλανοί του κ. Home είδαν το ακκορντεόν να σείεται και να κινείται κυκλικά μέσα στον κλωβό ενώ συγχρόνως έπαιζε. Ο Dr Huggins έσκυψε τότε κάτω από το τραπέζι και διαπίστωσε ότι το χέρι τού κ. Home ήταν εντελώς ακίνητο, ενώ το ακκορντεόν γύριζε παίζοντας δυνατά μουσική. Δεδομένου ότι ένα τέτοιο αποτέλεσμα θα μπορούσε να προκύψει μόνον με χρήση των πλήκτρων του οργάνου, κρίναμε όλοι οι παριστάμενοι ότι το φαινόμενο αυτό έκανε το πείραμά μας σημαντικό».
«H συνέχεια αποδείχθηκε ακόμα πιο εκπληκτική: διότι ο κ. Home αποτράβηξε τελείως το χέρι του από το ακορντεόν και τον κλωβό και το τοποθέτησε πάνω στο χέρι του διπλανού του, ενώ το ακορντεόν εξακολούθησε να παίζει χωρίς να το ακουμπά κανείς και χωρίς καν να το πλησιάζει κάποιο χέρι».
Το δεύτερο πείραμα
Μετά την επιτυχία του πρώτου πειράματος η ερευνητική ομάδα του Sir William Crookes πέρασε στον έλεγχο της δυνατότητας του κ. Home να ασκεί πάνω σε προκαθορισμένα αντικείμενα δυνάμεις τις οποίες ήταν φυσικά και επιστημονικά αδύνατον να ασκήσει.
Για το λόγο αυτό ο Crookesείχε φτιάξει μιαν σειράπειραματικώνδιατάξεων τις οποίες περιγράφει λεπτομερώς σε δημοσίευσή του στο επιστημονικό περιοδικό «Τριμηνιαία επιθεώρηση της επιστήμης» τον Οκτώβριο του 1871. Το βάρος ολόκληρης της συσκευής του Crookes ήταν 3 λίβρες γεγονός το οποίο έδειχνε και ο δείκτης της ζυγαριάς.
Ο κ. Home ακούμπησε ελαφρά με τα δάχτυλά του την άκρη της συσκευής. Σχεδόν αμέσως φάνηκε ο δείκτης της ζυγαριάς να κατεβαίνει και αμέσως μετά να ανεβαίνει. Στη συνέχειαη πολύ αργή ταλάντωση της κρεμαστής ζυγαριάς άρχισε να γίνεται πιο εμφανής και ο Dr Huggins, που παρακολουθούσε το δείκτη, είπε ότι τον είδε να δείχνει 6.5 λίβρες. Αυτό σημαίνει ότι αφού το βάρος της συσκευής ήταν 3 λίβρες η επιπλέον δύναμη την οποία κινητοποιούσε ο κ. Home ήταν 3.5 λίβρες.
Όταν αργότερα, μετά το τέλος του πειράματος, μελέτησαν τις ενδείξεις του αυτόματου καταγραφικού συστήματος το οποίο είχαν συνδέσει με την συσκευή, διαπίστωσαν ότι ο δείκτης του κάποια στιγμή είχε δείξει δύναμη 9 λιβρώνγεγονός που σήμαινε ότι την στιγμή εκείνη ο κ. Home είχε κινητοποιήσει μιαν επιπλέον δύναμη 6 λιβρών.
Επειδή όμως ο Sir William Crookes, ήθελε να αποκλείσει το ενδεχόμενο κάποιας απάτης από μέρος του κ. Home, στην έκθεσή του μας περιγράφει ένα τεστ το οποίο έκανε. Γράφει ο μεγάλος ερευνητής:
Οι πρώτες αντιδράσεις«Για να εξακριβώσω πόσο ήταν δυνατόν να επηρεαστεί η κρεμαστή ζυγαριά αν πιέζαμε στο σημείο που είχε τα δάκτυλά του ο κ. Home, ανέβηκα πάνω στο τραπέζι και στάθηκα στο ένα πόδι, πάνω στη σανίδα, στο σημείο που ακουμπούσε το χέρι του ο κ. Home. Τότε ο Dr Huggins, που παρατηρούσε το δείκτη της ζυγαριάς, είπε ότι ολόκληρο το βάρος τού σώματός μου, που ήταν 140 λίβρες, κατέβαζε το δείκτη μόνο κατά 1.5 έως 2 λίβρες εάν κινιόμουν πάνω-κάτω.Δεδομένου ότι κατά την διάρκεια των πειραμάτων η ζυγαριά έδειξε μεταβολή μέχρι και 6 λίβρες και του γεγονότος ότι ο κ. Home ήταν καθισμένος σε μια χαμηλή πολυθρόνα, καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι ακόμα κι αν είχε προσπαθήσει σκληρά, δεν θα μπορούσε να επηρεάσει σημαντικά το αποτέλεσμα. Περιττό να προσθέσω ότι τόσο τα χέρια του όσο και τα πόδια του παρακολουθούνταν στενά από όλους»
Τα αποτελέσματα των πειραματισμών του ο Sir William Crookes τα δημοσίευσε στο έγκυρο επιστημονικό περιοδικό της εποχής «Τριμηνιαία επιθεώρηση της επιστήμης» τον Οκτώβριο του 1871 και ξεσήκωσε θύελλα αρνητικών αντιδράσεων από την επιστημονική κοινότητα. Πρώτα θεώρησαν αναξιόπιστους μάρτυρες τον Sir William Crookes τον Sir William Huggins και τον διάσημο νομομαθή Serjeant Cox, που συμμετείχαν στα πειράματα.
Άλλοι θεώρησαν ότι οι συμμετέχοντες στα πειράματα βρίσκονταν σε μιαν κατάσταση ψυχικής διαταραχής και απλά νόμιζαν ότι έβλεπαν να συμβαίνουν πράγματα ανύπαρκτα.
Απαντώντας στους επικριτές του ο Sir William Crookes, τους κάλεσε να πειραματιστούν μαζί του προκειμένου να δουν οι ίδιοι με τα ίδια τους τα μάτια και να μετρήσουν με δικά τους όργανα το φαινόμενο. Την πρόσκλησή του αυτή την απηύθυνε δημοσίως σε δημοσίευμά του γράφοντας:
Κανένας όμως δεν ανταποκρίθηκε στην πρόσκλησή του διατυπώνοντας διαφορά προσχήματα. Μεταξύ αυτών και διάσημοι επιστήμονες της εποχής όπως οι καθηγητές Sharpley, Stokes και Allen Thomson που αρχικά είχαν ενθαρρύνει την έρευνά του. Εξοργισμένος ο Sir William Crookes τους απαντάει δημοσίως με άρθρο του στο «Τρίμηνο Περιοδικό της Επιστήμης» την πρώτη Οκτωβρίου 1871:«Κάνετε αυστηρή κριτική και δείξτε μου ποια σημεία των πειραμάτων μου αποτελούν απάτη και προτείνετε δικές σας, πιο πειστικές δοκιμασίες. Αλλά μην σταματάτε να θεωρείτε τις αισθήσεις σας αδιάψευστους μάρτυρες, επειδή δεν επιβεβαιώνουν τις προκαταλήψεις σας. Εγώ λέγω στους επικριτές μου: «δοκιμάστε τα πειράματά μου με προσοχή και υπομονή όπως εγώ· κι εάν ανακαλύψετε κάποιο σφάλμα ή τέχνασμα, διακηρύξτε το και αποκαλύψτε την αγυρτεία μου· εάν όμως επαληθεύσετε τα συμπεράσματά μου ομολογήστε το με τόλμη, όπως σας υποχρεώνει να κάνετε ο αιώνιος νόμος της τιμής».
Και συνεχίζει ο μεγάλος επιστήμονας την κριτική στον δογματισμό των επιστημόνων της εποχής του γράφοντας:«Αυτοί που ενθάρρυναν την έρευνά μου και τώρα την απορρίπτουν, προεξοφλούσαν ότι τα αποτελέσματα των πειραμάτων μου θα επιβεβαίωναν τις προκαταλήψεις τους. Δεν τους ενδιέφερε η αλήθεια, αλλά μια επιπλέον μαρτυρία για τις δικές τους παλιές αντιλήψεις. Όταν διαπίστωσαν ότι η έρευνα αναφερόταν σε γεγονότα που δεν συμβάδιζαν με τις δικές τους απόψεις, «τόσο το χειρότερο για τα γεγονότα»
Το πρώτο το οποίο θα μπορούσε να φανταστεί κάποιος είναι ότι μετά όλα τα προηγούμενα ο Sir William Crookes ασπάστηκε τις παράδοξες αντιεπιστημονικές απόψεις. Αυτό ήταν ένα από πρώτα όπλα που η επιστημονική κοινότητα έστρεψε εναντίον του. Το συμπέρασμα αυτό όμως είναι εντελώς λανθασμένο.«Όταν κάποιος υποστηρίζει ότι αυτά που περιγράφω δεν εξηγούνται με τις παγιωμένες μέχρι τώρα αντιλήψεις για τους νόμους της φύσης, ουσιαστικά προκαθορίζει το αντικείμενο της συζήτησης και παραπέμπει σε τρόπους σκέψης που σταματούν την εξέλιξη της επιστήμης. Αυτό το επιχείρημα οδηγεί σε φαύλο κύκλο: δεν πρέπει να δεχόμαστε ένα γεγονός, παρά μόνον όταν βεβαιωθούμε ότι συμφωνεί με τους νόμους της φύσης· από την άλλη, η μόνη γνώση που έχουμε για τους νόμους της φύσης είναι αυτή που προέρχεται από τη συνεχή παρατήρηση γεγονότων. Εάν ένα νέο γεγονός φαίνεται να είναι αντίθετο προς ένα νόμο της φύσης, αυτό δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι το γεγονός είναι ψευδές· σημαίνει απλά ή ότι δεν γνωρίζουμε ακόμα όλους τους νόμους της φύσης, ή ότι δεν τους κατανοούμε σωστά»
Όπως έγραψε σε άρθρο της η έγκυρη εφημερίδα τη εποχής εκείνης Birmingham Morning News υπερασπιζόμενη τον επιστημονικό χαρακτήρα των αποτελεσμάτων των πειραματισμών του Crookes:
Ο μοναχικός ερευνητής«Τα συμπεράσματα του κ. Crookes είναι αντιδιαμετρικά αντίθετα με τις απόψεις του Πνευματισμού. Ο κ. Crookes με απόλυτα σαφή και κατηγορηματικό τρόπο επαναλαμβάνει πολλές φορές ότι δεν πιστεύει στην επέμβαση κάποιων υποθετικών πνευμάτων ή οποιουδήποτε άλλου υπερφυσικού παράγοντα, αλλά αποδίδει τα φαινόμενα που παρακολούθησε στην άμεση ενέργεια του κ Home.Υποθέτει δε ότι η δύναμη αυτή, την οποία θεωρεί ανάλογη με εκείνη που μεταφέρουν τα νεύρα από τα κέντρα των γαγγλίων στους μυς κατά τη μυϊκή συστολή, μπορεί με εξάσκηση της θέλησης να μεταδοθεί σε άψυχη εξωτερική ύλη έτσι ώστε να επηρεάσει ως ένα βαθμό την κεντροβαρική ροπή και να προκαλέσει δονήσεις. Τη δύναμη αυτή την ονομάζει Ψυχική Δύναμη. Όλα αυτά όμως αποτελούν άμεσο και αναντίρρητο αντι-Πνευματισμό».
Για πάρα πολλά χρόνια ο Crookeς προσπάθησε μοναχικά να ερμηνεύσει επιστημονικά τα παράδοξα αυτά φαινόμενα χωρίς επιτυχία και το γεγονός αυτό ήταν η αιτία που δεν δημοσίευσε τίποτα καινούργιο πάνω σε αυτό το θέμα. Το 1898 ο Sir William Crookes, διάσημος πλέον, ως πρόεδρος της Βρετανικής Ένωσης, κατά την διάρκεια της εναρκτήριας ομιλίαςτου στην ετήσια συνέλευσή της στο Bristol, απάντησε σε κάποια δημοσιεύματα που απέδιδαν σε νεανική αφέλεια του την δημοσίευση των αποτελεσμάτων των προηγουμένων ερευνών ως εξής:
O Sir William Crookes δεν βρίσκεται πλέον κοντά μας αλλά η επαναστατική σκέψη του και η τόλμη του να ερευνά ακόμα και φαινόμενα των οποίων δεν πίστευε την αλήθεια, θα καθοδηγεί πάντα τις γενιές των ερευνητών του μέλλοντος. Τα λόγια του, θα αποτελούν στους αιώνες την καρδιά της ηθικής της σύγχρονης επιστήμης.«Αν αποσιωπούσα τα αποτελέσματα της έρευνάς μου, θα θεωρούσα τη συμπεριφορά μου άνανδρη και τέτοια ανανδρία δεν είμαι διατεθειμένος να διαπράξω. Όταν διακόπτουμε μια έρευνα που δίνει ελπίδες ότι θα διευρύνει τα όρια της γνώσης οπισθοχωρώντας μπροστά στις δυσκολίες ή τις εχθρικές επικρίσεις, ντροπιάζουμε την Επιστήμη. Αυτό που πρέπει να κάνει κάθε ερευνητής είναι να βαδίζει πάντα μπροστά, «ψάχνοντας πάνω και κάτω, σπιθαμή προς σπιθαμή, με το λυχνάρι της λογικής του»· να ακολουθεί το φως όπου κι αν τον οδηγεί, ακόμα κι αν αυτό μοιάζει μερικές φορές με αμυδρότατη αναλαμπή.Άλλωστε και οι δικές μου γνώσεις εκείνη την εποχή μόλις ξεπερνούσαν το γεγονός ότι είχαν συμβεί ορισμένα φαινόμενα εντελώς πρωτόφαντα στην επιστήμη, τα οποία είχα παρακολουθήσει να εξελίσσονται όχι μόνο με όλες μου τις αισθήσεις σε επιφυλακή, αλλά και με μηχανικές συσκευές. Ήταν σαν να βρισκόμουνα στη θέση μιας ύπαρξης δύο διαστάσεων η οποία στεκόταν πάνω στο παράδοξο σημείο μιας επιφάνειας Riemann και ερχόταν σε απειροστή και ανεξήγητη επαφή με κάποιο επίπεδο ζωής διαφορετικό από το ιδικό της. Νομίζω ότι τώρα βλέπω λίγο μακρύτερα. Διακρίνω κάποια συνάφεια στα θαυμαστά και δυσνόητα αυτά φαινόμενα, κάποια σχέση μεταξύ των ανεξήγητων αυτών δυνάμεων και των ήδη γνωστών νόμων»
«Ο πραγματικός σκοπός της επιστήμης είναι η ανακάλυψη της αλήθειας, η αναζήτησή της όπου είναι δυνατόν να εντοπισθεί, η παρακολούθησή της σ’ όλους τους δρόμους και τα μονοπάτια της και, μετά τον εντοπισμό της, η ατρόμητη και απερίφραστη αναγγελία της χωρίς δισταγμούς και υποχωρήσεις σε εξουσίες, συνήθειες και προλήψεις».
Αυτά πλέον είναι σχεδόν επιστημονικά σήμερα; Από πάντα ήταν, αλλά μακριά από το πεδίο της πλέμπας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου