Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου 2014

Απαγορεύεται το Απαγορεύεται

Stop the ban 3Nitimus in vetitum.
(Αγωνιζόμαστε για το Απαγορευμένο)
Οβίδιος, Amores

Απαγορεύεται! Πόσο συνηθισμένα είναι τ’ αυτιά μας σ’ αυτή την αποτρόπαια λέξη! Και πως να μην είναι αφού τα πάντα γύρω μας τείνουν να θεωρούνται απαγορευμένα. Δεν είναι μόνον το φαινόμενο των απαγορευτικών πινακίδων που κυριαρχούν παντού. Παντού γύρω μας υπάρχουν διαχωριστικές γραμμές ελέγχου και συντεταγμένες διαδρομές, εξωτερικές και εσωτερικές εντολές, τις οποίες και πρέπει να ακολουθούμε πιστά. Οι κοινωνίες μας απαιτούν από εμάς να βρισκόμαστε σε συντεταγμένη πορεία και δεν επιτρέπουν τις παρεκκλίσεις. Οι απαγορευτικές πινακίδες απλώς μας το υπενθυμίζουν.

Ζούμε σε δημοκρατικές κοινωνίες, οι οποίες υποτίθεται πως έχουν ως ιδανικό τους την ελευθερία, αλλά όμως γνωρίζουμε πολύ καλά πως η πολύκλαυστη ελευθερία μας είναι ένα είδος αυταπάτης. Και οι αυταπάτες, ως γνωστόν, προσφέρουν πάντοτε μεγαλύτερη παρηγοριά. Μας παρηγορούν με το να μας αρνούνται το προφανές, μας αρνούνται μια ψευδαίσθηση που έχουμε ξεχάσει πως είναι τέτοια, την Αλήθεια: είμαστε σκλάβοι, που νομίζουν πως είναι ελεύθεροι.

Για την ακρίβεια είμαστε «απελεύθεροι σκλάβοι» που, αφού λησμονήσαμε το οδυνηρό μας παρελθόν, αφεθήκαμε σιγά-σιγά να κατρακυλήσουμε σ’ ένα καθεστώς εσωτερικής σκλαβιάς. Είμαστε φυλακισμένοι με ορατά και αόρατα δεσμά και βρισκόμαστε μονίμως κάτω από το άγρυπνο βλέμμα του «εσωτερικού αστυνομικού», που μας έχουν εμφυτεύσει από παιδάκια. Χωρίς υπερβολή ο καθένας μας δεν είναι παρά ο άμισθος δεσμοφύλακας του εαυτού του.

Υποθέτω πως πρέπει να είμαστε αιώνια παιδιά, καθώς δεν γνωρίζουμε τι είναι καλό για μας και χρειαζόμαστε πάντα ένα κράτος-«πάτερ φαμίλια», για να μας νταντεύει και να μας νουθετεί διαρκώς. «Η γονεοποίηση της εξουσίας και η βρεφοποίηση της κοινωνίας ήταν και παραμένει ο ιστορικά αμετάλλακτος στόχος όλων των διαχειριστών της εξουσίας, ανεξάρτητα από τις ιδεολογικές και πολιτικές αμφιέσεις τους» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Κλεάνθης Γρίβας στο βιβλίο του Αντιπολιτευτική Ψυχιατρική (1989).

Με δυό λόγια το κράτος μας προστατεύει ακόμη κι από τον ίδιο μας τον εαυτό! Το κράτος-προστάτης, δηλαδή «νταβατζής», που φροντίζει «για το καλό μας» με νόμους κατά των διαφημίσεων των τσιγάρων, με αυστηρούς νόμους για τη ζώνη ασφαλείας και το κράνος. Το κράτος που διώκει τους λαθρέμπορους, τους κλέφτες, τους εμπόρους ναρκωτικών, τους σωματέμπορους και κάθε λογής εγκληματίες, όχι για να μας προστατεύσει στ’ αλήθεια, αλλά για να κρατήσει για λογαριασμό του το μονοπώλιο της χρήσης της βίας και μάλιστα με νόμιμους και συνταγματικά κατοχυρωμένους τρόπους. Η βία αυτή χρησιμοποιείται πολύ συχνά για τιμωρία και καταστολή.
 
Στην εποχή μας δεν παρατηρείται αύξηση της βίαιης καταστολής από το κράτος, αλλά μια άνευ προηγουμένου επέκταση της απαγορευσιμότητας σχεδόν σε όλους τους τομείς της καθημερινής μας ζωής. Για νομιμοποιήσει ωστόσο την καταστολή του, το κράτος χρησιμοποιεί περίτεχνα την τέχνη της απαγορευσιμότητας, προκειμένου να δικαιολογεί τις βίαιες επεμβάσεις του και τη νόμιμη τρομοκρατία του πάνω στα πλήθη των ανθρώπων, που σκόπιμα χαρακτηρίζονται «ύποπτοι» ή «ένοχοι».

Βλέπετε, πανάρχαιη «τέχνη» της εξουσίας είναι η καλλιέργεια ενόχων και ενοχών, προκειμένου να νομιμοποιήσει την καταστολή της. Για το σκοπό αυτό επιλέγεται πάντα μια συνηθισμένη επιθυμία του ανθρώπου, που αυθαίρετα μετατρέπεται σε «απαγορευμένη πράξη». Αυτό συνέβαινε στις παλαιότερες εποχές με το σεξ και συμβαίνει στην εποχή μας με τις ψυχότροπες ουσίες. Όσοι σχετίζονται με τις ναρκωτικές ουσίες, ακόμη και οι κακόμοιροι εξαρτημένοι χρήστες, χαρακτηρίζονται παράνομοι, εγκληματίες, ανήθικοι και κοινωνικοί απόβλητοι. Αυτός είναι και ο λόγος που το σωφρονιστικό σύστημα των ΗΠΑ, το «αμερικανικό Γκουλάγκ», κρατά φυλακισμένο και υπόδικό σχεδόν το 5% του πληθυσμού της χώρας.

Παρόμοια πολιτική απαγορευτικής παρέμβασης είχε ασκήσει η αμερικανική κυβέρνηση και την περίοδο του Μεσοπολέμου, με την περιβόητη Ποτοαπαγόρευση. Τα 14 χρόνια της Ποτοαπαγόρευσης (1920-1933) στις ΗΠΑ απέδειξαν το πλήρες αδιέξοδο των απαγορευτικών ρυθμίσεων του κράτους. Αντί να σταματήσει η χρήση του αλκοόλ στις ΗΠΑ παρουσιάστηκε το φαινόμενο της αύξησης της κατανάλωσής του, ενώ ταυτόχρονα αυξήθηκε και μια σειρά από άλλες παράνομες και «εγκληματικές» δραστηριότητες, που οδήγησαν την πολιτική της Ποτοαπαγόρευσης σε παταγώδη αποτυχία. Το μήνυμα ελήφθη και από τότε οι ΗΠΑ επεξεργάζονται πιο «ήπιες» και «σοφιστικέ» πολιτικές απαγόρευσης, προσαρμοσμένες στις μετανεωτερικές Κοινωνίες του Ελέγχου.

Σύμφωνα με τον Μισέλ Φουκώ περνάμε πλέον από την Πειθαρχική Κοινωνία στην Κοινωνία του Ελέγχου. Η Πειθαρχική Κοινωνία αποτελούνταν από ένα διάχυτο δίκτυο μηχανισμών που διασφαλίζουν την πλήρη υπακοή προς την εξουσία, εμφυσώντας στις μάζες τη «λογική» της πειθαρχίας, που δομεί τις παραμέτρους και τα όρια της σκέψης. Από την άλλη, στην Κοινωνία του Ελέγχου, οι μηχανισμοί του προστάγματος «δημοκρατικοποιούνται», κατανέμονται στο νου και στο σώμα όλων των πολιτών, με άλλα λόγια «εσωτερικοποιούνται» από τα ίδια τα υποκείμενα, ωθώντας σε μια κατάστασης «αυτόβουλης αλλοτρίωσης», που διαποτίζει τις συνειδήσεις μας. Η εξουσία ασκείται πλέον, όχι τόσο με τη βία, όσο με επικοινωνιακά τεχνάσματα, πληροφορικά, δίκτυα, χειραγώγηση, και επιτηρούμενες δραστηριότητες (π.χ. παρακολούθηση με κάμερες).

Το νέο σύστημα εξουσίας, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως «διακυβέρνηση χωρίς κυβέρνηση», κατασκευάζει απαγορευτικούς κανόνες, για να παράγει στη συνέχεια τη «νομιμότητα». Αυτή η μορφή εξουσίας εισχωρεί ακόμη και ως τα βάθη των ανθρώπινων συνειδήσεων, υποτάσσοντας ολόκληρη την κοινωνία που μετατρέπεται σε «ζαλισμένο κοπάδι», ανίκανο να σκεφτεί και να δράσει αυτοβούλως.

ΣΤΟΙΧΗΘΕΙΤΕ!

Καμιά φορά, όταν συλλαμβάνω τον εαυτό μου να κάνει «επικίνδυνες» σκέψεις πάνω σε ζητήματα διαχείρισης των ανθρωπίνων κοινωνιών, σκέφτομαι πως ή τα πάντα πρέπει να είναι πολιτική ή, διαφορετικά, πρέπει να βάζουν «κάτι» μέσα στο νερό που πίνω. Αστειεύομαι. Δεν είμαι πολιτικός, είμαι συγγραφέας, δηλαδή ένας άνθρωπος του λόγου και της σκέψης και δουλειά μου είναι να πυροδοτώ μια διαδικασία αλυσιδωτών αντιδράσεων στο διανοητικό επίπεδο των αναγνωστών μου με στόχο την πνευματική τους αφύπνιση. Κι επειδή μέχρι σήμερα δεν έχω ενδείξεις πως οι αναγνώστες μου προτιμούν τον «ύπνο του δικαίου» και τη «μακαριότητα της άγνοιας», από την ανησυχαστική αμφιβολία και το πάθος για την ελευθερία, με την οποία προσπαθώ να τους εμφυσήσω, εκπέμποντας τα αντι-Matrix μηνύματά μου.

Η περίπτωση μου αποτελεί την αναπόφευκτη εξέλιξη ενός ανθρώπου που δεν ήταν εθισμένος στην «αρετή» της υπακοής στην εκάστοτε μορφή εξουσίας –απόρροια ίσως του γεγονότος ότι οι γονείς μου δεν ήταν ιδιαίτερα αυστηροί. Κι επειδή το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου το πέρασα χωρίς τους γονείς μου, ξέφυγα από την παγίδα να μου εμφυσήσουν το «ιδανικό» της πειθαρχίας. Για παράδειγμα ποτέ μου δεν μου άρεσε να στοιχίζομαι στη σειρά. Στο δημοτικό εισέπραττα πάντοτε παρατηρήσεις από τον δάσκαλο.

Δεν μπορούσα να καθίσω ήσυχος, δίχως να πάσχω από κάποιο είδος υπερκινητικότητας. Απλώς δεν έβρισκα νόημα στο να στέκεται κανείς ακίνητος μέσα στο κρύο της σχολικής αυλής. Στο στρατό έκανα πραγματική άσκηση αυτοπειθαρχίας γιογκικού τύπου μόνο και μόνο για να παραμείνω στη γραμμή μου. Κουνήθηκες, γιατί κουνήθηκες; Στη σειρά σου γρήγορα! Οι περισσότεροι άνθρωποι πειθαρχούν και δεν κουνιούνται, μήπως και τους πάρουν για ζωντανούς και τους «πυροβολήσουν».

Σήμερα βέβαια δεν στοιχιζόμαστε σε ορατές γραμμές, αλλά βουλιάζουμε τεμπέλικα στους μαλακούς καναπέδες μας. Όμως ο καναπές σκοτώνει τη ζωή. Όπως είπα και στην αρχή του άρθρου η πραγματική ζωή αρχίζει αφότου κλείσετε την τηλεόραση και σηκωθείτε από τον καναπέ σας. Αν αφεθούμε στη θαλπωρή των καναπέδων μας τότε είμαστε νεκροί, αν και θα κηδευτούμε, πιθανότατα, έπειτα από δεκαετίες. Μπορούμε να μεταμορφωθούμε σε εξαιρετικά αναίσθητα πλάσματα αν μας διαχειριστούν κατάλληλα πανούργοι πολιτικοί, χρησιμοποιώντας τη δύναμη της τηλεοπτικής χειραγώγησης.

Αν αυτό γίνει εφικτό τότε μπορούμε να αποδεχτούμε κατώτερες και άνευ νοήματος ζωές και θα ξεχάσουμε κάθε ανατρεπτική ιδέα που μας ωθεί να πάρουμε την τύχη στα χέρια μας. Σ’ αυτή την περίπτωση θα πρέπει να αποδεχτούμε τη μοίρα του «ζαλισμένου κοπαδιού».

ΕΙΝΑΙ ΤΡΕΛΑ ΝΑ ΞΕΡΙΖΩΣΟΥΜΕ ΤΗΝ «ΤΡΕΛΑ» ΜΑΣ

Αποτελεί άλλωστε κοινό μυστικό πως η μόνη «ελευθερία» που έχουμε είναι να συμπεριφερόμαστε όπως οι άλλοι, δηλαδή σαν «κοπάδι». Ντυνόμαστε παρόμοια ακολουθώντας τη «μόδα», δηλαδή φοράμε διάφορες «στολές» που κατασκευάστηκαν από επιτήδειους για να μας τυποποιήσουν εξωτερικά, μιλάμε χρησιμοποιώντας κοινότυπες φράσεις κι εκφράσεις, καταναλώνουμε τα ίδια προϊόντα και ρυπαίνουμε καθημερινά το μυαλό μας με την ίδια τηλεοπτική σαβούρα. Υπακούμε στους ίδιους κανόνες συμπεριφοράς, με η χωρίς να μας το υπενθυμίζουν οι απαγορευτικές πινακίδες. Φοβόμαστε και κριτικάρουμε το διαφορετικό, επειδή δεν θέλουμε να το εξερευνήσουμε.

Αν όμως διαθέτουμε έστω και κάποια ψήγματα λογικής μέσα στο μυαλό μας, τότε θα πρέπει να εκτιμούμε περισσότερο εκείνους που σκέφτονται διαφορετικά από εμάς, από εκείνους που σκέφτονται σαν κι εμάς. Από τους διαφορετικούς, τους κάθε λογής επαναστάτες και αναρχικούς, μπορούμε να μάθουμε πολλά. Από τους ομοίους μας δεν θα προσλάβουμε παρά μια ηχώ του εαυτού μας. Ιδιαίτερα μάλιστα απ’ όσους επιλέγουν τη λύση της υποταγής και της συστηματοποίησης του κόσμου.

«Περιφρονώ όλους όσους θέλουν να συστηματοποιούν τα πράγματα και τους αποφεύγω. Το να θέλεις ένα σύστημα είναι έλλειψη ακεραιότητας», έλεγε ο Νίτσε. Είναι όντως ένα είδος «τρέλας» να θέλεις να επιβάλεις ένα αυστηρό σύστημα, μια λογική τάξη στο χάος της ζωής μας. «Οριακά μπορούμε να αναρωτηθούμε αν το να τρώμε λογικά, να ζούμε λογικά, να μην ριψοκινδυνεύουμε, να μην παραβιάζουμε ποτέ την ορισμένη δόση, είναι πράγματι ζωή, δηλαδή μήπως η λογική ζωή είναι μια παράφρων ζωή», αναρωτιέται ο Γάλλος φιλόσοφος Έντγκαρ Μορέν. Με απλά λόγια είναι τρέλα να προσπαθούμε να ξεριζώσουμε την «τρέλα» μας.

Ας μη γελιόμαστε. Μόνον οι ταφόπετρες βρίσκονται πάντοτε σε τάξη. Στη ζωή και στις ανθρώπινες σχέσεις βασιλεύει πάντα το χάος. Απρόσμενες περιπέτειες καραδοκούν πάντα για να κλονίσουν την όποια ψευδαίσθηση ασφάλειας και τάξης, έχουμε κατορθώσει με χίλια ζόρια να επιβάλουμε στον εαυτό μας. Δεν είναι μόνον η Φύση που μας προκαλεί συνεχώς. Ο εγκέφαλός μας είναι καταδικασμένος να σκέφτεται χαοτικά και να επιζητεί συνεχώς την ελευθερία. Είμαστε καταδικασμένοι να κυνηγάμε το άπιαστο όνειρο της ελευθερίας. Όπως έλεγε με νόημα και ο Ρεμπώ: «Καταλήγω να θεωρήσω ιερή την αναρχία του πνεύματός μου»

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου