Α) Γενικά συμπεράσματα για τα Ευαγγέλια
Είναι δύσκολο να γράψει κανείς μία βιογραφία του Ιησού που να βασίζεται μεν στα Ευαγγέλια αλλά και να συμφωνεί με τις σύγχρονες αντιλήψεις της ιστορίας. Ελάχιστα είναι τα στοιχεία που μπορούν να επιβεβαιωθούν με κάποια ακρίβεια, αφού οι πρώτοι συγγραφείς, κατ” ευφημισμόν οι Ευαγγελιστές, δεν προσπάθησαν να περιγράψουν τον Ιησού με ιστορικά δεδομένα, αλλά ασχολήθηκαν με τις πράξεις και τη συμπεριφορά του. Συγκέντρωσαν, δηλαδή, τα λόγια και τα επεισόδια της ζωής του, για να στηρίξουν, κυρίως, τη μαρτυρία που αυτοί δίνουν για τη φύση και το σκοπό της αποστολής του.
Το πρώτο συμπέρασμα που προκύπτει από την παράθεση των Ευαγγελίων, είναι ότι ακόμα και μέσα σ” αυτά, αμφισβητείται η ιστορική ύπαρξη του Ιησού, αλλά και η θεϊκή του προέλευση. Τον 19ο αιώνα ακόμη και θεολόγοι, όπως ο Bruno Bauer, άρχισαν να αμφισβητούν την ύπαρξη του Ιησού. Ο θεολόγος Romano Guardini, αδυνατώντας να βρει και το ελάχιστο στοιχείο από τους ιστορικούς του 1ου αιώνα, γράφει ότι η μοναδική πηγή για την ύπαρξη του Ιησού είναι η Καινή Διαθήκη- στη συνέχεια λέει ότι και αυτή είναι μυθολογική και δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί αξιόπιστη, γιατί τα περισσότερα κείμενά της είναι «εφευρήματα».
Ο σημαντικός γερμανός συγγραφέας Albert Schweitzer γράφει ότι ο Ιησούς δεν υπήρξε ποτέ. Όλοι οι παραπάνω κατέληξαν σ΄ αυτό το συμπέρασμα, θεωρώντας ότι η Καινή Διαθήκη δεν είναι καθόλου αξιόπιστη ιστορική πηγή, αφού από τους ιστορικούς που έζησαν εκείνα τα χρόνια, Έλληνες, Ρωμαίους, Εβραίους κ.ά., κανείς δεν αναφέρει την παρουσία του Ιησού. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο ιστορικός Justus από την Τιβεριάδα της Παλαιστίνης, σύγχρονος του Ιησού και συμπατριώτης του, όπως και ο Φίλων ο Αλεξανδρινός, δεν τον αναφέρουν καθόλου.
Πολλοί θεολόγοι του 20ού αιώνα θεωρούν τα τέσσερα Ευαγγέλια «Συλλογή ανεκδότων», επειδή, κατά την άποψή τους, είναι αντιγραφές ιερών βιβλίων άλλων θρησκειών. Το συμπέρασμα, λοιπόν, είναι ότι τα Ευαγγέλια δεν έχουν καμία ιστορική τεκμηρίωση, αλλά είναι μυθικές αφηγήσεις με κυρίαρχα στοιχεία την υπερβολή, τη φαντασία, την τερατολογία και την προκατάληψη. Βρίθουν ιστορικών ανακριβειών και λαθών, και το μόνο που πετυχαίνουν είναι, να αποδεικνύουν περίτρανα ότι η θρησκευτική πίστη είναι παντελώς ξεκομμένη από την επιστημονική γνώση και την ιστορική αλήθεια.
Από τη μελέτη των ευαγγελικών κειμένων είναι οφθαλμοφανέστατη η διαπίστωση ότι το σύνολο των «τελετουργιών» και των «θαυμάτων» προέρχονται, κατά κύριο λόγο, από την εβραϊκή και την αρχαιοελληνική θρησκευτική και κοινωνική παράδοση, καθώς και τις θρησκευτικές δοξασίες των λαών της Μεσογείου. Από τις τελευταίες, ο χριστιανισμός υιοθέτησε, χωρίς κανέναν ενδοιασμό πάρα πολλά στοιχεία, όπως τη θεία μετάληψη, την έννοια του Γιου του θεού, την παρθενογένεση, την ανάσταση, τον παράδεισο, την κόλαση, τα ταξίδια στον ουρανό, και άλλα. Ακόμα και το δόγμα της Αγίας Τριάδας προέρχεται από το συνδυασμό εβραϊκών παγανιστικών δοξασιών με τις πλατωνικές αντιλήψεις περί Λόγου. Τα λόγια και οι διδασκαλίες του Ιησού δεν είναι τίποτα άλλο παρά μυθοπλασίες των «Ευαγγελιστών» συγγραφέων και αντιγραφέων. Αυτά, σε γενικές γραμμές, για τον τρόπο γραφής, τις πηγές και τους προσανατολισμούς.
Β) Συμπεράσματα για τις διδασκαλίες και την προσωπικότητα του Ιησού
Πολλοί ορισμοί δόθηκαν στην προσπάθεια να ερμηνευτεί το ιδιαίτερο περιεχόμενο της διδασκαλίας του Ιησού. Σύμφωνα με κάποιους από αυτούς, την ουσία της διδασκαλίας του αποτελεί η διακήρυξή του ότι είναι Γιος του θεού και ότι ο θεός λατρεύεται μόνο πνευματικά, ανεξάρτητα από εκκλησιαστικούς θεσμούς. Άλλος πάλι λέει ότι η διδασκαλία του αφορά μόνο τη σωτηρία της ανθρώπινης ψυχής (σωτηρολογία), ενώ κατά κάποιον άλλον, ο Ιησούς ήταν ο ιεροκήρυκας που βάσισε τη διδασκαλία του στο γεγονός, ότι το τέλος του κόσμου είναι πολύ κοντά- όταν όμως τίποτα δε συνέβη, οι οπαδοί του δημιούργησαν τον εκκλησιαστικό θεσμό ως υποκατάστατο, για να καλύψουν τα ψευδή του οράματα. Υπάρχει, επίσης, ορισμός, σύμφωνα με τον οποίο, το κήρυγμα του Ιησού είχε ως βάση τα πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα της εποχής του, ξεκίνησε, δηλαδή, σαν μια προσπάθεια ξεσηκώματος των κατώτερων τάξεων, αλλά πολύ γρήγορα διαστρεβλώθηκε σε κάτι άλλο, τελείως διαφορετικό. Τέλος, υπάρχει και ένας ορισμός που αρνείται κάθε πρωτοτυπία και περιορίζει το περιεχόμενο του έργου του Ιησού σε ιδέες, πεποιθήσεις και ιεροτελεστίες που ήταν κοινές την εποχή εκείνη.
Αν προσπαθήσουμε να αξιολογήσουμε τις διδασκαλίες του Ιησού μέσα από τις αφηγήσεις των Ευαγγελίων, θα βρεθούμε μπροστά σ” έναν κυκεώνα αντιφάσεων, αντιθέσεων και ανακολουθιών. Το πιο σημαντικό είναι, ότι αυτές δεν προκύπτουν μόνο από τη σύγκριση των τεσσάρων Ευαγγελίων μεταξύ τους, αλλά τις συναντάμε και μέσα σε κάθε Ευαγγέλιο, από περικοπή σε περικοπή. Ένα πρώτο παράδειγμα είναι οι χαρακτηρισμοί Γιος του Θεού και Γιος του Ανθρώπου, τους οποίους έδινε ο ίδιος ο Ιησούς για τον εαυτό του, σύμφωνα με τα γραφόμενα των τεσσάρων Ευαγγελιστών. Οι θεολόγοι επιμένουν ότι και με τους δύο εννοεί το ίδιο πράγμα, και αυτό είναι μια ερμηνεία που βολεύει σήμερα- όταν όμως γράφτηκαν τα Ευαγγέλια, ίσως να εννοούσε κάτι διαφορετικό. Ο Ιησούς, δηλαδή, ειδικά με τον δεύτερο χαρακτηρισμό, μπορεί να ήθελε κάτι άλλο να παρουσιάσει ή να κρύψει. Αυτό το τελευταίο είναι ένδειξη εξαπάτησης ή και δειλίας ακόμη. Άλλωστε, για τη δειλία του έχουμε κι άλλες ενδείξεις, όπως το ότι κρυβόταν ή εξαφανιζόταν μέσα στο πλήθος μόλις αισθανόταν ότι κάποιοι τον απειλούσαν.
Παρόμοιο πρόβλημα, το οποίο όμως συναντάμε μόνο στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη, δημιουργεί η σχέση των όρων Άγιο Πνεύμα και Παράκλητος. Κάποια σχόλια κάναμε στις περικοπές που εμφανίστηκε το όνομα αυτό. Όπως παραπάνω, έτσι και για τους όρους αυτούς, οι θεολόγοι και άλλοι ερμηνευτές της Καινής Διαθήκης ισχυρίζονται ότι είναι έννοιες ταυτόσημες, δηλαδή ότι ο Παράκλητος είναι το Άγιο Πνεύμα. Το πρώτο ερώτημα είναι, γιατί δεν αναφέρουν καθόλου αυτόν τον όρο οι άλλοι τρεις Ευαγγελιστές, αλλά ούτε και ο Ιωάννης σε όλο το υπόλοιπο Ευαγγέλιο. Ένα δεύτερο ερώτημα που προκύπτει είναι, γιατί να αναφέρει ο Ιησούς αυτόν τον όρο, αφού υπήρχε κίνδυνος να παρανοηθεί, όπως συνέβη και στην περίπτωση του Μοντανό, ο οποίος τον 2ο αιώνα δίδασκε ότι ήταν ο Παράκλητος που είχε προαναγγείλει ο Ιησούς (μοντανισμός). Μήπως πραγματικά εννοούσε ότι θα στείλει κάποιον αντικαταστάτη ή διάδοχο;
Ερωτηματικά, επίσης, δημιουργούν όσα πρόκειται να συμβούν κατά την ημέρα της κρίσης (Δευτέρα Παρουσία). Ο Ιησούς, σύμφωνα με τον ίδιο, την ημέρα εκείνη θα κρίνει όλους τους ανθρώπους, και οι μεν καλοί θα πάνε στα δεξιά του και θα είναι στον αιώνιο παράδεισο, οι δε κακοί θα πάνε αριστερά του και θα ριχτούν στο άσβεστο πυρ της αιώνιας κόλασης. Όμως ο Ιησούς, στην παραβολή Ο πλούσιος και ο φτωχός Λάζαρος (Λουκ. 16.19-31, σελ.167), λέει ότι όλοι οι κακοί που πεθαίνουν, πηγαίνουν στην κόλαση, ενώ οι καλοί στον παράδεισο- ήδη, δηλαδή, κρίνονται πριν την ήμερα της κρίσης. Τι περισσότερο, λοιπόν, θα προσφέρει, αφού ο αναμφισβήτητα δίκαιος θεός θα έχει ήδη κρίνει τους ανθρώπους;
Ένα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα των αντιφάσεων του Ιησού μέσα στα ευαγγελικά κείμενα, αποτελεί η επί του Όρους Ομιλία. Σ” αυτήν υπάρχει η περικοπή Ο παλαιός νόμος και ο νόμος του Ιησού, στην οποία ο Ιησούς αναφέρει: «Μη νομίσετε ότι ήρθα για να καταργήσω τον νόμο ή τους προφήτες. Δεν ήρθα να τα καταργήσω, αλλά να τα κάνω πράξη. Διότι αληθινά σας λέω ότι όσο υπάρχει ο ουρανός και η γη, ούτε ένα γιώτα ή ένα κόμμα δε θα αλλάξει από τον νόμο, μέχρι να εκπληρωθούν όλα…» (Ματθ. 5.17-20, σελ. 59). Λίγες σελίδες παρακάτω συναντάμε την περικοπή Ο διχασμός των ανθρώπων, όπου ο ίδιος ο Ιησούς λέει τα εξής: «Μη νομίσετε ότι ήρθα να επιβάλλω την ειρήνη στη γη- δεν ήρθα για να επιβάλλω την ειρήνη, αλλά το μαχαίρι. Ήρθα για να χωρίσω τον άνθρωπο από τον πατέρα του, την κόρη από τη μητέρα της, τη νύφη από την πεθερά της. Και έτσι οι εχθροί του ανθρώπου, είναι οι δικοί του». (Ματθ. 10.34-36, σελ. 97. Επίσης παρόμοια αναφέρονται στον Λουκά, 12.49-53, σελ. 97).
Ο Ιησούς σε κάποιες περικοπές παρουσιάζεται να αγαπά και να συγχωρεί κάθε πλανημένο, αμαρτωλό, άσωτο, κλέφτη και εγκληματία, ενώ σε κάποιες άλλες φαίνεται άκρως εκδικητικός, μνησίκακος, άσπλαχνος και άδικος. Ας θυμηθούμε, για παράδειγμα, τις περικοπές Η παραβολή των βασιλικών γάμων και η Παραβολή του μεγάλου δείπνου (Ματθ. 22.1-14, Λουκάς 14.15-24, σσ. 188-9), με κορύφωση την περικοπή Ο Ιησούς προλέγει την καταστροφή του ναού και τα δεινά από το τέλος του κόσμου (Ματθαίος, 24.1-44, Λουκάς, 21.20-38 & 17.20-38, Μάρκος, 13.1-37, σσ. 201-3). Οι περικοπές αυτές, βέβαια, είναι ενδεικτικές και όχι οι μοναδικές.
Από τις περιγραφές των Ευαγγελικών κειμένων, ο αντικειμενικός μελετητής θα αποκομίσει την εικόνα ενός Ιησού απόλυτα αυταρχικού, ιδιαίτερα ειρωνικού ή και κακού, πολλές φορές, απέναντι στους μαθητές του, στους οποίους απευθύνεται συχνά, με υποτιμητικό τρόπο, ενώ αυτοί από την πλευρά τους τον φοβούνται. Σε αρκετές περικοπές συναντήσαμε τη φράση «αλλά φοβόντουσαν να τον ρωτήσουν ποια σημασία είχαν αυτά λόγια του». (Λουκ. 9.43-45, σελ. 161).
Μια άλλη διαπίστωση είναι ότι ο Ιησούς σε αρκετές περιπτώσεις, έλεγε ψέματα. Για παράδειγμα, στις περικοπές για τη Γιορτή της Σκηνοπηγίας (Ιω. 7.1-13 & 7.14-36, σελ. 112 και 115), λέει στα αδέλφια του ότι δε θα πάει στη γιορτή αλλά τελικά πηγαίνει. Επίσης, σε κάποιες άλλες περικοπές, αναφέρει ότι η Δευτέρα Παρουσία θα συμβεί πριν πεθάνει «αυτή η γενιά». Συγκεκριμένα, ο Ματθαίος στην περικοπή Ο Ιησούς προλέγει την καταστροφή του ναού και τα δεινά από το τέλος του κόσμου (24.1-44, σελ. 201), αναφέρει πολύ συγκεκριμένα: «Έτσι και εσείς, όταν θα δείτε όλα αυτά, να ξέρετε πως το τέλος βρίσκεται πολύ κοντά σας. Ειλικρινά σας λέω, ότι όλα αυτά θα γίνουν όσο ακόμη ζούνε οι άνθρωποι αυτής της γενιάς». 0 Λουκάς στην ίδια περικοπή (21.29-38, σελ. 202), αναφέρει κι αυτός τα εξής: «Έτσι κι εσείς, όταν θα δείτε να γίνονται όλα αυτά, πρέπει να καταλάβετε ότι πλησιάζει η βασιλεία του θεού. Ειλικρινά σας λέω, ότι όλα αυτά θα γίνουν όσο οι άνθρωποι αυτής της γενιάς θα ζουν». Και ο Μάρκος στην ίδια περικοπή (13.1-37, σελ. 204), γράφει: «Έτσι και εσείς, όταν θα τα δείτε όλα αυτά, να ξέρετε πως πλησιάζει το τέλος, ότι βρίσκεται πολύ κοντά. Ειλικρινά σας λέω, όλα αυτά θα γίνουν όσο ακόμη ζούν οι άνθρωποι αυτής της γενιάς». Από τότε, όμως, πέρασαν 2000 χρόνια. Είναι δυνατόν ένας θεός να λέει ψέματα;
Στα Ευαγγέλια δε βρήκαμε καμία φράση ή ακόμη και υπονοούμενο του Ιησού κατά της δουλείας, σε αντίθεση με έλληνες φιλοσόφους που είχαν άμεσα αμφισβητήσει το θεσμό αυτόν, για παράδειγμα ο Επίκουρος (341-270 π.Χ.), τουλάχιστον 250 χρόνια νωρίτερα. Αυτό όσον αφορά την ισότητα που οι χριστιανοί υποστηρίζουν ότι έφερε για πρώτη φορά στον κόσμο. Αντίθετα, σε αρκετές περικοπές θεωρεί την ύπαρξή της δεδομένη και αποδεκτή από τον θεό. Προχωράει, μάλιστα, ακόμη περισσότερο, και δέχεται ως δεδομένο το βασανισμό και τη δολοφονία των δούλων από τους αφέντες τους και γενικά τους πλούσιους. Η υποστήριξή του στην ταξική διάκριση, ανάμεσα σε αφέντες και δούλους, είναι προφανής, θα αναφέρω παραδειγματικά την Παραβολή των κακών γεωργών (Ματθ. 21.33-46, Λουκ. 20.9-18 και Μάρκ. 12.1-12, σσ. 186-7), την Παραβολή των ταλάντων (Ματθ. 25.14-30, σελ. 209) και την Παραβολή των δέκα δούλων (Κουκ. 19.11-27, σελ. 210). Όσον αφορά την παραίνεσή του στους Μακαρισμούς, για τους φτωχούς στο πνεύμα ή γΓ αυτούς που πεινούν και διψούν, είναι λογικό να θέλει να τους καλοπιάσει, αφού αυτοί είναι, ως επί το πλείστον, το ακροατήριο του- βέβαια, θα ευλογηθούν στη βασιλεία των ουρανών, όχι εδώ στη γη, και καλά θα κάνουν να υπομένουν για να ανταμειφθούν εκεί. Απόλυτη, δηλαδή, υποταγή στην καθεστηκυία τάξη. Είναι καταπληκτική η παραβολή του Πλούσιου και του φτωχού Λάζαρου, που αναφέρει ο Λουκάς (16.19-31, σελ. 167).
0 μισογυνισμός του Ιησού αλλά και των Ευαγγελιστών, είναι επίσης δεδομένος. Η γυναίκα, σε όποιες περικοπές αναφέρεται, είτε υπηρετεί τον Ιησού και τους μαθητές του, είτε είναι πόρνη ή μοιχαλίδα ή ειδωλολάτρισσα αμαρτωλή, αλλά ποτέ ισότιμη, όπως ο Νικόδημος, ο Ζακχαίος, ο Λάζαρος, οι Φαρισαίοι, οι Τελώνες και άλλοι άντρες. Σε ένα μόνο σημείο, στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη, η γυναίκα παρουσιάζεται στοιχειωδώς ισότιμη με τον άντρα· είναι η περίπτωση της Σαμαρείτισσας, αλλά και εκεί, άλλα έλεγε ο Ιησούς και άλλα καταλάβαινε εκείνη. Επίσης, οι μαθητές του δεν πίστεψαν τις γυναίκες, όταν εκείνες τους ανακοίνωσαν ότι ο Ιησούς αναστήθηκε, ενώ ακόμα και τη μητέρα του, δεν την αποκαλούσε μητέρα ή μάνα, αλλά «γυναίκα». Ένας ακόμη μύθος ότι ευαγγελίστηκε την ισότητα των φύλων. Άλλωστε και η μετέπειτα δομή και οργάνωση του χριστιανισμού δικαίωσε απόλυτα τον μισογυνισμό του Ιησού.
Βέβαια, ο Ιησούς τρέφει μίσος για τους ανθρώπους, και ιδιαίτερα γι” αυτούς που δεν συμφωνούν μαζί του. «0 Ιησούς του είπε: «Να μην τον εμποδίζετε, γιατί εκείνος που δεν είναι εναντίον μας είναι μαζί μας»» λέει χαρακτηριστικά στην περικοπή Ποιος είναι ανώτερος (Λουκ. 9.46-50, σελ. 163) και ο Μάρκος στην ίδια περικοπή (9.33-50, σελ. 163), γράφει: «Ο Ιησούς του απάντησε: «Να μην τον εμποδίζετε, γιατί κάποιος που θα χρησιμοποιήσει το όνομά μου για να κάνει ένα θαύμα, δεν μπορεί να μιλά αμέσως μετά εναντίον μου. Όποιος, λοιπόν, δεν είναι εναντίον μας, είναι με το μέρος μας»». Επίσης, στην περικοπή Η εξουσία του Ιησού πάνω στα δαιμόνια, αναφέρει τα εξής: «Όποιος δεν είναι μαζί μου, είναι εναντίον μου, κι όποιος δεν συμπορεύεται με μένα, χάνεται». (Ματθ. 12.15-30, και Λουκ. 11.4-23, σελ. 114).
Υπενθυμίζω και πάλι μερικές από τις πλέον χαρακτηριστικές περικοπές όπου είναι ολοφάνερο το μίσος του. Η παραβολή των κακών γεωργών (Ματθ. 21.33-46, Λουκ. 20.9-18, Μάρκ. 20.9-18, σσ. 186-8), Η παραβολή των βασιλικών γάμων (Ματθ. 22.1-14, σελ. 188), Η παραβολή του μεγάλου δείπνου (Λουκ. 14.15-24, σσ. 188-9), και Ο Ιησούς προλέγει την καταστροφή του ναού και τα δεινά από το τέλος του κόσμου (Ματθ. 24.1-44, Λουκ. 21.20-38 & 17.20-38, Μάρκ. 13.1-37, σσ. 201-6). Το ότι ανασταίνει τους ανθρώπους ή τους θεραπεύει, το κάνει με αντίτιμο πάντα την πίστη και την υποταγή σ” αυτόν. Επίσης, είναι εχθρικός ακόμη και με τη φύση. Για παράδειγμα ξεραίνει τη συκιά για έναν εντελώς ανόητο λόγο (Η άκαρπη συκιά, Ματθ. 21.18-22 και Μάρκ. 11.12-14 & 11.21-26, σελ. 183), πνίγει τα γουρούνια για να εξοντώσει τα δαιμόνια, (Η θεραπεία των δαιμονισμένων στα Γά- δαρα, Ματθ. 8.28-34, Η θεραπεία του δαιμονισμένου στα Γάδαρα, Λουκ. 8.26-39 και Η θεραπεία του δαιμονισμένου Γαδαρηνού, Μάρκ. 5.1-20, στις σσ. 79-80), και «μαλώνει» τους ανέμους και τις λίμνες σαν να ήταν άνθρωποι (Το γαλήνεμα της τρικυμίας, Ματθ. 8.23-27, Λουκ. 8.22-25 και Μάρκ. 4.35-41, σελ. 78).
Ένα άλλο εύλογο συμπέρασμα, το οποίο προκύπτει από τις περικοπές, του Ματθαίου και του Λουκά, είναι ότι τον Ιησού τον ενδιέφερε μόνο η σωτηρία του «εκλεκτού λαού του Ισραήλ». Όλες οι διδασκαλίες του είχαν αυτό ως βάση. Αρκεί να θυμηθούμε την περικοπή της Χαναναίας (Ματθ. 15.21-28, Μάρκ. 7.24-30, σσ. 144-5), όπου ο Ιησούς αρνιόταν να γιατρέψει την κόρη της, γιατί, όπως έλεγε, «ήρθε για να σώσει τον πλανημένο λαό του Ισραήλ». Επίσης, άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περικοπή με τις οδηγίες προς τους Αποστόλους (Ματθ. 10.5-15, σελ. 93), τους οποίους συμβουλεύει να μην πάνε στις πόλεις των ειδωλολατρών και των Σαμαρειτών, αλλά μόνο στα χαμένα πρόβατα του λαού του Ισραήλ. Τα Ευαγγέλια, ειδικά του Ματθαίου και του Λουκά, είναι κείμενα που γράφτηκαν για τους πρώτους οπαδούς του Ιησού και των Αποστόλων, που, στην πλειοψηφία τους, ήταν Εβραίοι. Δεν είχαν, δηλαδή, σκοπό να δημιουργήσουν μια καινούργια θρησκεία, αλλά βασικός στόχος τους ήταν η ανανέωση αυτής της ίδιας, της εβραϊκής. Βέβαια, πρέπει να ομολογήσουμε στο σημείο αυτό, ότι οι Ευαγγελιστές Μάρκος και Ιωάννης λένε ακριβώς τα αντίθετα (π.χ. ο Μάρκος στην περικοπή Ο Ιησούς προλέγει τα δεινά πριν από το τέλος του κόσμου, 13.9-13, σελ. 96, γράφει: «Αλλά πρέπει πρώτα να διαδοθεί το μήνυμα της βασιλείας [το Ευαγγέλιο] σε όλα τα έθνη». Και ο Ιωάννης για παράδειγμα στην περικοπή Ο Ιησούς και η Σαμαρείτισσα, αλλά και αλλού, αφήνει να εννοηθεί ότι ο Ιησούς ήθελε η διδασκαλία του να απλωθεί σε όλα τα έθνη. Κι αυτό είναι που περιπλέκει ακόμα περισσότερο το πρόβλημα. Τελικά, ήθελε ο Ιησούς να σώσει τους ειδωλολάτρες και τους άλλους λαούς ή όχι;
Βέβαια, τα Ευαγγέλια του Ιωάννη και του Μάρκου έχουν διαφορετικό προσανατολισμό, ο οποίος μπορεί να θεωρηθεί αντιιουδαϊκός. Το Ευαγγέλιο, όμως, του Ιωάννη είναι το τελευταίο, κι αυτό δείχνει ότι γράφτηκε, όταν άρχισαν να εντάσσονται στο κίνημα και μέλη που δεν ήταν Εβραίοι, άρα έπρεπε να δοθεί μια άλλη αντίληψη, πιο οικουμενική. Το Ευαγγέλιο του Μάρκου, από την άλλη, παρόλο που είναι το παλαιότερο, οφείλει τον αντιιουδαϊκό προσανατολισμό του στο γεγονός, ότι ο Μάρκος ανήκε σε εκείνη την ομάδα του κινήματος, που υποστήριζε την εξάπλωσή του και σε αλλόθρησκους, δηλαδή μη Εβραίους.
Γ) Συμπεράσματα για το φιλοσοφικό και ηθικό περιεχόμενο των διδασκαλιών του Ιησού
Ένα σημαντικό πρόβλημα των τεσσάρων Ευαγγελίων αποτελούν τα όσα αναφέρει ο Ιησούς στην περικοπή Η παραβολή του σπορέα: «Γιατί σ” εσάς δόθηκε η χάρη να γνωρίσετε τα μυστήρια της βασιλείας των ουρανών, σ” εκείνους όμως όχι. Όποιος έχει [πίστη], σ” αυτόν, θα δοθεί και με το παραπάνω.
Όποιος όμως δεν έχει, κι αυτό που έχει θα του το πάρουν. Γι αυτό τους λέω τις παραβολές, για να μη βλέπουν, ενώ βλέπουν και να μην ακούν, ενώ ακούν και ούτε να καταλαβαίνουν, για να μη μετανοήσουν». (Ματθ. 13.1-23, σσ. 122-3). «Σ” εσάς, έδωσε ο θεός τη χάρη να γνωρίσετε τα μυστήρια της βασιλείας του, ενώ στους υπόλοιπους αυτά δίνονται με παραβολές, ώστε να βλέπουν χωρίς να βλέπουν και να ακούν χωρίς να καταλαβαίνουν». (Λουκ. 8.4- 15, σελ. 123). «Σ” εσάς έχει δοθεί [προφανώς εννοεί η χάρη] να γνωρίσετε τα μυστήρια της βασιλείας του θεού, στους έξω, όμως, όλα λέγονται με παραβολές, ώστε να κοιτάζουν καλά, αλλά να μη βλέπουν, και να ακούν καλά, αλλά να μην καταλαβαίνουν, μη τυχόν μετανοήσουν και συγχωρεθούν οι αμαρτίες τους». (Μάρκ. 4.1-20, σελ. 124).
Τα παραπάνω σημαίνουν, σε απλά ελληνικά, ότι ο θεός, τυφλώνοντας και κουφαίνοντας όλο τον κόσμο, εκτός από μερικούς εκλεκτούς του, τον εμπόδισε να αντιληφθεί και να καταλάβει το θείο μήνυμα. Όμως, αν είναι έτσι, οι άνθρωποι είναι εκ προϊμίου αθώοι, διότι κάποια ανώτερη δύναμη, ο θεός, τους εμπόδιζε, χωρίς να το επιθυμούν οι ίδιοι. Αυτό κι αν είναι απάτη! Να κατηγορείς κάποιους ότι δεν σε καταλαβαίνουν, όταν εσύ ο ίδιος τους αφαιρείς τη δυνατότητα αυτή. Στην ουσία, αυτό σημαίνει ότι ο Ιησούς, οι Ευαγγελιστές και οι υπόλοιποι Πατέρες του χριστιανισμού, αποδέχονται ότι ο άνθρωπος δεν έχει ελευθερία βούλησης. Αν, όμως, δεν υπάρχει ελευθερία βούλησης, δεν υπάρχει αμαρτία, διότι μόνο αυτός που είναι ελεύθερος να αποφασίσει για το καλό ή το κακό του μπορεί να αμαρτάνει. Αυτός όμως που δεν αμαρτάνει δε χρήζει σωτηρίας. Ή, μάλλον, αυτός που χρήζει σωτηρίας είναι αυτός που εσκεμμένα οδηγεί τα άβουλα πλάσματά του στην αμαρτία, δηλαδή ο θεός. Ας το ξανασκεφτούν αυτό οι χριστιανοί!!!
Το ίδιο σκεπτικό ισχύει και για τον Ιούδα. Σε πολλές περικοπές συναντήσαμε τη φράση «κάποιος θα με προδώσει, γιατί έτσι αποφάσισε ο θεός για τη σωτηρία του κόσμου». Αυτό σημαίνει ότι ο Ιούδας επιλέχτηκε από τον θεό να παίξει αυτό το ρόλο, είτε το ήθελε είτε όχι. Δεν είχε άλλη επιλογή, διότι αυτός που τον επέλεξε ήταν ο δημιουργός του σύμπαντος- τι θα μπορούσε να κάνει ένα μηδαμινό ανθρωπάριο κάτω από αυτές τις συνθήκες; Σε τελική ανάλυση, εκτελούσε διαταγές του θεού, όπως και ο Ιησούς. Άρα όσο εγκληματικό είναι το ότι οι Εβραίοι σκότωσαν τον Ιησού, άλλο τόσο είναι και από την πλευρά του θεού, να βάλει τον Ιούδα να αυτοκτονήσει. Δεν είναι δυνατόν να τιμωρείται κάποιος που εκτελεί το καθήκον του θεού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού του παραλογισμού αποτελούν οι εννιά περικοπές όπου ο Ιησούς προλέγει το θάνατο του, τρεις σε κάθε Ευαγγελιστή, πλην του Ιωάννη. Κορυφαία, όμως, είναι η περικοπή του Ματθαίου Το τελευταίο δείπνο, όπου ο Ιησούς λέει: «Εκείνος που βούτηξε μαζί μου το χέρι του στο πιάτο, αυτός θα με παραδώσει. Και ο Γιος του Ανθρώπου φεύγει, σύμφωνα με αυτά που είναι γραμμένα γΓ αυτόν. Αλίμονο όμως στον άνθρωπο που γίνεται η αιτία να παραδοθεί ο Γιος του Ανθρώπου- θα ήταν καλύτερα να μην είχε γεννηθεί». (Ματθ. 26.17-30, σελ. 217). Παρόμοια είναι και μία φράση από την περικοπή του Μάρκου Η προσευχή του Ιησού στη Γεθσημανή, η οποία λέει: «Αββά, Πατέρα, όλα είναι δυνατά για σένα- απομάκρυνε, λοιπόν, από μένα το ποτήρι αυτό- αλλά, όμως, ας γίνει αυτό που θέλεις εσύ και όχι αυτό που θέλω εγώ». (Μάρκ. 14.32-42, σελ. 223).
Κλείνοντας τα συμπεράσματά μας, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι στα ευαγγελικά κείμενα υπάρχουν φρικαλέες θεϊκές εντολές, πράξεις και προοπτικές, όπως, για παράδειγμα, αυτές που αναφέρονται στην Παραβολή των κακών γεωργών (Ματθ. 21.33-46, Λουκ. 20.9-18, Μάρκ. 20.9-18, σσ. 186-8), στην Παραβολή των βασιλικών γάμων (Ματθ. 22.1-14, σελ. 188) στην Παραβολή του μεγάλου δείπνου (Λουκ. 14.15-24, σελ. 188), καθώς και στην περικοπή Ο Ιησούς προλέγει την καταστροφή του ναού και τα δεινά από το τέλος του κόσμου (Ματθ. 24.1-44, Λουκ. 21.20-38 & 17.20-38, Μάρκ. 13.1-37, σσ. 201-6). Κοντά σ” αυτές υπάρχουν, επίσης, ανούσιες και απλοϊκές ηθικοπλαστικές παραβολές, ιστορίες και παραινέσεις, από τις οποίες δεν προκύπτει κανένα νέο μήνυμα και καμιά νέα ηθική αξία. Στην καλύτερη περίπτωση, αναμασούν αξίες και έννοιες που είχαν επεξεργαστεί πολλά χρόνια πριν παλαιότερες θρησκείες ή φιλοσοφικά δόγματα, ενώ στη χειρότερη, επαναφέρουν στο προσκήνιο μία από τις αθλιότερες αντιλήψεις και δοξασίες για τον θεό. Κάποια ηθικά διδάγματα που οι χριστιανοί επαίρονται ότι πρωτοεμφανίστηκαν στα Ευαγγέλια, είχαν ειπωθεί αρκετούς αιώνες νωρίτερα, από έλληνες φιλοσόφους, ποιητές, τραγωδούς και συγγραφείς, με πολύ καλύτερο και πιο περιεκτικό τρόπο, σε μεστά από νοήματα κείμενα, τα οποία συνεχίζουν μέχρι σήμερα να συγκλονίζουν την ανθρωπότητα, ανεξαρτήτως φυλής, θρησκείας και πίστης.
Ο χριστιανισμός, λοιπόν, με την επικράτησή του στον αρχαίο κόσμο, το μόνο που κατόρθωσε ήταν να εδραιώσει μια χυδαία μορφή δεισιδαιμονίας, σε βάρος του ορθού λόγου και της ανθρωποκεντρικής σκέψης που ανέπτυξε, κατά κύριο λόγο, η ελληνική φιλοσοφία. Χρειάστηκαν 1000 περίπου χρόνια, για να μπορέσει να ορθοποδήσει και να συνεχίσει αυτό που ξεκίνησε ο ελληνικός ανθρωποκεντρικός πολιτισμός. Αυτό σημαίνει, ότι όλη η μετέπειτα πνευματική, φιλοσοφική και ηθική υποδομή και υπόσταση του χριστιανισμού οφείλονται αποκλειστικά και μόνο στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, διαστρεβλωμένες δυστυχώς, από τον εβραϊκό μισανθρωπισμό και θεοκρατισμό.
Είναι δύσκολο να γράψει κανείς μία βιογραφία του Ιησού που να βασίζεται μεν στα Ευαγγέλια αλλά και να συμφωνεί με τις σύγχρονες αντιλήψεις της ιστορίας. Ελάχιστα είναι τα στοιχεία που μπορούν να επιβεβαιωθούν με κάποια ακρίβεια, αφού οι πρώτοι συγγραφείς, κατ” ευφημισμόν οι Ευαγγελιστές, δεν προσπάθησαν να περιγράψουν τον Ιησού με ιστορικά δεδομένα, αλλά ασχολήθηκαν με τις πράξεις και τη συμπεριφορά του. Συγκέντρωσαν, δηλαδή, τα λόγια και τα επεισόδια της ζωής του, για να στηρίξουν, κυρίως, τη μαρτυρία που αυτοί δίνουν για τη φύση και το σκοπό της αποστολής του.
Το πρώτο συμπέρασμα που προκύπτει από την παράθεση των Ευαγγελίων, είναι ότι ακόμα και μέσα σ” αυτά, αμφισβητείται η ιστορική ύπαρξη του Ιησού, αλλά και η θεϊκή του προέλευση. Τον 19ο αιώνα ακόμη και θεολόγοι, όπως ο Bruno Bauer, άρχισαν να αμφισβητούν την ύπαρξη του Ιησού. Ο θεολόγος Romano Guardini, αδυνατώντας να βρει και το ελάχιστο στοιχείο από τους ιστορικούς του 1ου αιώνα, γράφει ότι η μοναδική πηγή για την ύπαρξη του Ιησού είναι η Καινή Διαθήκη- στη συνέχεια λέει ότι και αυτή είναι μυθολογική και δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί αξιόπιστη, γιατί τα περισσότερα κείμενά της είναι «εφευρήματα».
Ο σημαντικός γερμανός συγγραφέας Albert Schweitzer γράφει ότι ο Ιησούς δεν υπήρξε ποτέ. Όλοι οι παραπάνω κατέληξαν σ΄ αυτό το συμπέρασμα, θεωρώντας ότι η Καινή Διαθήκη δεν είναι καθόλου αξιόπιστη ιστορική πηγή, αφού από τους ιστορικούς που έζησαν εκείνα τα χρόνια, Έλληνες, Ρωμαίους, Εβραίους κ.ά., κανείς δεν αναφέρει την παρουσία του Ιησού. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο ιστορικός Justus από την Τιβεριάδα της Παλαιστίνης, σύγχρονος του Ιησού και συμπατριώτης του, όπως και ο Φίλων ο Αλεξανδρινός, δεν τον αναφέρουν καθόλου.
Πολλοί θεολόγοι του 20ού αιώνα θεωρούν τα τέσσερα Ευαγγέλια «Συλλογή ανεκδότων», επειδή, κατά την άποψή τους, είναι αντιγραφές ιερών βιβλίων άλλων θρησκειών. Το συμπέρασμα, λοιπόν, είναι ότι τα Ευαγγέλια δεν έχουν καμία ιστορική τεκμηρίωση, αλλά είναι μυθικές αφηγήσεις με κυρίαρχα στοιχεία την υπερβολή, τη φαντασία, την τερατολογία και την προκατάληψη. Βρίθουν ιστορικών ανακριβειών και λαθών, και το μόνο που πετυχαίνουν είναι, να αποδεικνύουν περίτρανα ότι η θρησκευτική πίστη είναι παντελώς ξεκομμένη από την επιστημονική γνώση και την ιστορική αλήθεια.
Από τη μελέτη των ευαγγελικών κειμένων είναι οφθαλμοφανέστατη η διαπίστωση ότι το σύνολο των «τελετουργιών» και των «θαυμάτων» προέρχονται, κατά κύριο λόγο, από την εβραϊκή και την αρχαιοελληνική θρησκευτική και κοινωνική παράδοση, καθώς και τις θρησκευτικές δοξασίες των λαών της Μεσογείου. Από τις τελευταίες, ο χριστιανισμός υιοθέτησε, χωρίς κανέναν ενδοιασμό πάρα πολλά στοιχεία, όπως τη θεία μετάληψη, την έννοια του Γιου του θεού, την παρθενογένεση, την ανάσταση, τον παράδεισο, την κόλαση, τα ταξίδια στον ουρανό, και άλλα. Ακόμα και το δόγμα της Αγίας Τριάδας προέρχεται από το συνδυασμό εβραϊκών παγανιστικών δοξασιών με τις πλατωνικές αντιλήψεις περί Λόγου. Τα λόγια και οι διδασκαλίες του Ιησού δεν είναι τίποτα άλλο παρά μυθοπλασίες των «Ευαγγελιστών» συγγραφέων και αντιγραφέων. Αυτά, σε γενικές γραμμές, για τον τρόπο γραφής, τις πηγές και τους προσανατολισμούς.
Β) Συμπεράσματα για τις διδασκαλίες και την προσωπικότητα του Ιησού
Πολλοί ορισμοί δόθηκαν στην προσπάθεια να ερμηνευτεί το ιδιαίτερο περιεχόμενο της διδασκαλίας του Ιησού. Σύμφωνα με κάποιους από αυτούς, την ουσία της διδασκαλίας του αποτελεί η διακήρυξή του ότι είναι Γιος του θεού και ότι ο θεός λατρεύεται μόνο πνευματικά, ανεξάρτητα από εκκλησιαστικούς θεσμούς. Άλλος πάλι λέει ότι η διδασκαλία του αφορά μόνο τη σωτηρία της ανθρώπινης ψυχής (σωτηρολογία), ενώ κατά κάποιον άλλον, ο Ιησούς ήταν ο ιεροκήρυκας που βάσισε τη διδασκαλία του στο γεγονός, ότι το τέλος του κόσμου είναι πολύ κοντά- όταν όμως τίποτα δε συνέβη, οι οπαδοί του δημιούργησαν τον εκκλησιαστικό θεσμό ως υποκατάστατο, για να καλύψουν τα ψευδή του οράματα. Υπάρχει, επίσης, ορισμός, σύμφωνα με τον οποίο, το κήρυγμα του Ιησού είχε ως βάση τα πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα της εποχής του, ξεκίνησε, δηλαδή, σαν μια προσπάθεια ξεσηκώματος των κατώτερων τάξεων, αλλά πολύ γρήγορα διαστρεβλώθηκε σε κάτι άλλο, τελείως διαφορετικό. Τέλος, υπάρχει και ένας ορισμός που αρνείται κάθε πρωτοτυπία και περιορίζει το περιεχόμενο του έργου του Ιησού σε ιδέες, πεποιθήσεις και ιεροτελεστίες που ήταν κοινές την εποχή εκείνη.
Αν προσπαθήσουμε να αξιολογήσουμε τις διδασκαλίες του Ιησού μέσα από τις αφηγήσεις των Ευαγγελίων, θα βρεθούμε μπροστά σ” έναν κυκεώνα αντιφάσεων, αντιθέσεων και ανακολουθιών. Το πιο σημαντικό είναι, ότι αυτές δεν προκύπτουν μόνο από τη σύγκριση των τεσσάρων Ευαγγελίων μεταξύ τους, αλλά τις συναντάμε και μέσα σε κάθε Ευαγγέλιο, από περικοπή σε περικοπή. Ένα πρώτο παράδειγμα είναι οι χαρακτηρισμοί Γιος του Θεού και Γιος του Ανθρώπου, τους οποίους έδινε ο ίδιος ο Ιησούς για τον εαυτό του, σύμφωνα με τα γραφόμενα των τεσσάρων Ευαγγελιστών. Οι θεολόγοι επιμένουν ότι και με τους δύο εννοεί το ίδιο πράγμα, και αυτό είναι μια ερμηνεία που βολεύει σήμερα- όταν όμως γράφτηκαν τα Ευαγγέλια, ίσως να εννοούσε κάτι διαφορετικό. Ο Ιησούς, δηλαδή, ειδικά με τον δεύτερο χαρακτηρισμό, μπορεί να ήθελε κάτι άλλο να παρουσιάσει ή να κρύψει. Αυτό το τελευταίο είναι ένδειξη εξαπάτησης ή και δειλίας ακόμη. Άλλωστε, για τη δειλία του έχουμε κι άλλες ενδείξεις, όπως το ότι κρυβόταν ή εξαφανιζόταν μέσα στο πλήθος μόλις αισθανόταν ότι κάποιοι τον απειλούσαν.
Παρόμοιο πρόβλημα, το οποίο όμως συναντάμε μόνο στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη, δημιουργεί η σχέση των όρων Άγιο Πνεύμα και Παράκλητος. Κάποια σχόλια κάναμε στις περικοπές που εμφανίστηκε το όνομα αυτό. Όπως παραπάνω, έτσι και για τους όρους αυτούς, οι θεολόγοι και άλλοι ερμηνευτές της Καινής Διαθήκης ισχυρίζονται ότι είναι έννοιες ταυτόσημες, δηλαδή ότι ο Παράκλητος είναι το Άγιο Πνεύμα. Το πρώτο ερώτημα είναι, γιατί δεν αναφέρουν καθόλου αυτόν τον όρο οι άλλοι τρεις Ευαγγελιστές, αλλά ούτε και ο Ιωάννης σε όλο το υπόλοιπο Ευαγγέλιο. Ένα δεύτερο ερώτημα που προκύπτει είναι, γιατί να αναφέρει ο Ιησούς αυτόν τον όρο, αφού υπήρχε κίνδυνος να παρανοηθεί, όπως συνέβη και στην περίπτωση του Μοντανό, ο οποίος τον 2ο αιώνα δίδασκε ότι ήταν ο Παράκλητος που είχε προαναγγείλει ο Ιησούς (μοντανισμός). Μήπως πραγματικά εννοούσε ότι θα στείλει κάποιον αντικαταστάτη ή διάδοχο;
Ερωτηματικά, επίσης, δημιουργούν όσα πρόκειται να συμβούν κατά την ημέρα της κρίσης (Δευτέρα Παρουσία). Ο Ιησούς, σύμφωνα με τον ίδιο, την ημέρα εκείνη θα κρίνει όλους τους ανθρώπους, και οι μεν καλοί θα πάνε στα δεξιά του και θα είναι στον αιώνιο παράδεισο, οι δε κακοί θα πάνε αριστερά του και θα ριχτούν στο άσβεστο πυρ της αιώνιας κόλασης. Όμως ο Ιησούς, στην παραβολή Ο πλούσιος και ο φτωχός Λάζαρος (Λουκ. 16.19-31, σελ.167), λέει ότι όλοι οι κακοί που πεθαίνουν, πηγαίνουν στην κόλαση, ενώ οι καλοί στον παράδεισο- ήδη, δηλαδή, κρίνονται πριν την ήμερα της κρίσης. Τι περισσότερο, λοιπόν, θα προσφέρει, αφού ο αναμφισβήτητα δίκαιος θεός θα έχει ήδη κρίνει τους ανθρώπους;
Ένα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα των αντιφάσεων του Ιησού μέσα στα ευαγγελικά κείμενα, αποτελεί η επί του Όρους Ομιλία. Σ” αυτήν υπάρχει η περικοπή Ο παλαιός νόμος και ο νόμος του Ιησού, στην οποία ο Ιησούς αναφέρει: «Μη νομίσετε ότι ήρθα για να καταργήσω τον νόμο ή τους προφήτες. Δεν ήρθα να τα καταργήσω, αλλά να τα κάνω πράξη. Διότι αληθινά σας λέω ότι όσο υπάρχει ο ουρανός και η γη, ούτε ένα γιώτα ή ένα κόμμα δε θα αλλάξει από τον νόμο, μέχρι να εκπληρωθούν όλα…» (Ματθ. 5.17-20, σελ. 59). Λίγες σελίδες παρακάτω συναντάμε την περικοπή Ο διχασμός των ανθρώπων, όπου ο ίδιος ο Ιησούς λέει τα εξής: «Μη νομίσετε ότι ήρθα να επιβάλλω την ειρήνη στη γη- δεν ήρθα για να επιβάλλω την ειρήνη, αλλά το μαχαίρι. Ήρθα για να χωρίσω τον άνθρωπο από τον πατέρα του, την κόρη από τη μητέρα της, τη νύφη από την πεθερά της. Και έτσι οι εχθροί του ανθρώπου, είναι οι δικοί του». (Ματθ. 10.34-36, σελ. 97. Επίσης παρόμοια αναφέρονται στον Λουκά, 12.49-53, σελ. 97).
Ο Ιησούς σε κάποιες περικοπές παρουσιάζεται να αγαπά και να συγχωρεί κάθε πλανημένο, αμαρτωλό, άσωτο, κλέφτη και εγκληματία, ενώ σε κάποιες άλλες φαίνεται άκρως εκδικητικός, μνησίκακος, άσπλαχνος και άδικος. Ας θυμηθούμε, για παράδειγμα, τις περικοπές Η παραβολή των βασιλικών γάμων και η Παραβολή του μεγάλου δείπνου (Ματθ. 22.1-14, Λουκάς 14.15-24, σσ. 188-9), με κορύφωση την περικοπή Ο Ιησούς προλέγει την καταστροφή του ναού και τα δεινά από το τέλος του κόσμου (Ματθαίος, 24.1-44, Λουκάς, 21.20-38 & 17.20-38, Μάρκος, 13.1-37, σσ. 201-3). Οι περικοπές αυτές, βέβαια, είναι ενδεικτικές και όχι οι μοναδικές.
Από τις περιγραφές των Ευαγγελικών κειμένων, ο αντικειμενικός μελετητής θα αποκομίσει την εικόνα ενός Ιησού απόλυτα αυταρχικού, ιδιαίτερα ειρωνικού ή και κακού, πολλές φορές, απέναντι στους μαθητές του, στους οποίους απευθύνεται συχνά, με υποτιμητικό τρόπο, ενώ αυτοί από την πλευρά τους τον φοβούνται. Σε αρκετές περικοπές συναντήσαμε τη φράση «αλλά φοβόντουσαν να τον ρωτήσουν ποια σημασία είχαν αυτά λόγια του». (Λουκ. 9.43-45, σελ. 161).
Μια άλλη διαπίστωση είναι ότι ο Ιησούς σε αρκετές περιπτώσεις, έλεγε ψέματα. Για παράδειγμα, στις περικοπές για τη Γιορτή της Σκηνοπηγίας (Ιω. 7.1-13 & 7.14-36, σελ. 112 και 115), λέει στα αδέλφια του ότι δε θα πάει στη γιορτή αλλά τελικά πηγαίνει. Επίσης, σε κάποιες άλλες περικοπές, αναφέρει ότι η Δευτέρα Παρουσία θα συμβεί πριν πεθάνει «αυτή η γενιά». Συγκεκριμένα, ο Ματθαίος στην περικοπή Ο Ιησούς προλέγει την καταστροφή του ναού και τα δεινά από το τέλος του κόσμου (24.1-44, σελ. 201), αναφέρει πολύ συγκεκριμένα: «Έτσι και εσείς, όταν θα δείτε όλα αυτά, να ξέρετε πως το τέλος βρίσκεται πολύ κοντά σας. Ειλικρινά σας λέω, ότι όλα αυτά θα γίνουν όσο ακόμη ζούνε οι άνθρωποι αυτής της γενιάς». 0 Λουκάς στην ίδια περικοπή (21.29-38, σελ. 202), αναφέρει κι αυτός τα εξής: «Έτσι κι εσείς, όταν θα δείτε να γίνονται όλα αυτά, πρέπει να καταλάβετε ότι πλησιάζει η βασιλεία του θεού. Ειλικρινά σας λέω, ότι όλα αυτά θα γίνουν όσο οι άνθρωποι αυτής της γενιάς θα ζουν». Και ο Μάρκος στην ίδια περικοπή (13.1-37, σελ. 204), γράφει: «Έτσι και εσείς, όταν θα τα δείτε όλα αυτά, να ξέρετε πως πλησιάζει το τέλος, ότι βρίσκεται πολύ κοντά. Ειλικρινά σας λέω, όλα αυτά θα γίνουν όσο ακόμη ζούν οι άνθρωποι αυτής της γενιάς». Από τότε, όμως, πέρασαν 2000 χρόνια. Είναι δυνατόν ένας θεός να λέει ψέματα;
Στα Ευαγγέλια δε βρήκαμε καμία φράση ή ακόμη και υπονοούμενο του Ιησού κατά της δουλείας, σε αντίθεση με έλληνες φιλοσόφους που είχαν άμεσα αμφισβητήσει το θεσμό αυτόν, για παράδειγμα ο Επίκουρος (341-270 π.Χ.), τουλάχιστον 250 χρόνια νωρίτερα. Αυτό όσον αφορά την ισότητα που οι χριστιανοί υποστηρίζουν ότι έφερε για πρώτη φορά στον κόσμο. Αντίθετα, σε αρκετές περικοπές θεωρεί την ύπαρξή της δεδομένη και αποδεκτή από τον θεό. Προχωράει, μάλιστα, ακόμη περισσότερο, και δέχεται ως δεδομένο το βασανισμό και τη δολοφονία των δούλων από τους αφέντες τους και γενικά τους πλούσιους. Η υποστήριξή του στην ταξική διάκριση, ανάμεσα σε αφέντες και δούλους, είναι προφανής, θα αναφέρω παραδειγματικά την Παραβολή των κακών γεωργών (Ματθ. 21.33-46, Λουκ. 20.9-18 και Μάρκ. 12.1-12, σσ. 186-7), την Παραβολή των ταλάντων (Ματθ. 25.14-30, σελ. 209) και την Παραβολή των δέκα δούλων (Κουκ. 19.11-27, σελ. 210). Όσον αφορά την παραίνεσή του στους Μακαρισμούς, για τους φτωχούς στο πνεύμα ή γΓ αυτούς που πεινούν και διψούν, είναι λογικό να θέλει να τους καλοπιάσει, αφού αυτοί είναι, ως επί το πλείστον, το ακροατήριο του- βέβαια, θα ευλογηθούν στη βασιλεία των ουρανών, όχι εδώ στη γη, και καλά θα κάνουν να υπομένουν για να ανταμειφθούν εκεί. Απόλυτη, δηλαδή, υποταγή στην καθεστηκυία τάξη. Είναι καταπληκτική η παραβολή του Πλούσιου και του φτωχού Λάζαρου, που αναφέρει ο Λουκάς (16.19-31, σελ. 167).
0 μισογυνισμός του Ιησού αλλά και των Ευαγγελιστών, είναι επίσης δεδομένος. Η γυναίκα, σε όποιες περικοπές αναφέρεται, είτε υπηρετεί τον Ιησού και τους μαθητές του, είτε είναι πόρνη ή μοιχαλίδα ή ειδωλολάτρισσα αμαρτωλή, αλλά ποτέ ισότιμη, όπως ο Νικόδημος, ο Ζακχαίος, ο Λάζαρος, οι Φαρισαίοι, οι Τελώνες και άλλοι άντρες. Σε ένα μόνο σημείο, στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη, η γυναίκα παρουσιάζεται στοιχειωδώς ισότιμη με τον άντρα· είναι η περίπτωση της Σαμαρείτισσας, αλλά και εκεί, άλλα έλεγε ο Ιησούς και άλλα καταλάβαινε εκείνη. Επίσης, οι μαθητές του δεν πίστεψαν τις γυναίκες, όταν εκείνες τους ανακοίνωσαν ότι ο Ιησούς αναστήθηκε, ενώ ακόμα και τη μητέρα του, δεν την αποκαλούσε μητέρα ή μάνα, αλλά «γυναίκα». Ένας ακόμη μύθος ότι ευαγγελίστηκε την ισότητα των φύλων. Άλλωστε και η μετέπειτα δομή και οργάνωση του χριστιανισμού δικαίωσε απόλυτα τον μισογυνισμό του Ιησού.
Βέβαια, ο Ιησούς τρέφει μίσος για τους ανθρώπους, και ιδιαίτερα γι” αυτούς που δεν συμφωνούν μαζί του. «0 Ιησούς του είπε: «Να μην τον εμποδίζετε, γιατί εκείνος που δεν είναι εναντίον μας είναι μαζί μας»» λέει χαρακτηριστικά στην περικοπή Ποιος είναι ανώτερος (Λουκ. 9.46-50, σελ. 163) και ο Μάρκος στην ίδια περικοπή (9.33-50, σελ. 163), γράφει: «Ο Ιησούς του απάντησε: «Να μην τον εμποδίζετε, γιατί κάποιος που θα χρησιμοποιήσει το όνομά μου για να κάνει ένα θαύμα, δεν μπορεί να μιλά αμέσως μετά εναντίον μου. Όποιος, λοιπόν, δεν είναι εναντίον μας, είναι με το μέρος μας»». Επίσης, στην περικοπή Η εξουσία του Ιησού πάνω στα δαιμόνια, αναφέρει τα εξής: «Όποιος δεν είναι μαζί μου, είναι εναντίον μου, κι όποιος δεν συμπορεύεται με μένα, χάνεται». (Ματθ. 12.15-30, και Λουκ. 11.4-23, σελ. 114).
Υπενθυμίζω και πάλι μερικές από τις πλέον χαρακτηριστικές περικοπές όπου είναι ολοφάνερο το μίσος του. Η παραβολή των κακών γεωργών (Ματθ. 21.33-46, Λουκ. 20.9-18, Μάρκ. 20.9-18, σσ. 186-8), Η παραβολή των βασιλικών γάμων (Ματθ. 22.1-14, σελ. 188), Η παραβολή του μεγάλου δείπνου (Λουκ. 14.15-24, σσ. 188-9), και Ο Ιησούς προλέγει την καταστροφή του ναού και τα δεινά από το τέλος του κόσμου (Ματθ. 24.1-44, Λουκ. 21.20-38 & 17.20-38, Μάρκ. 13.1-37, σσ. 201-6). Το ότι ανασταίνει τους ανθρώπους ή τους θεραπεύει, το κάνει με αντίτιμο πάντα την πίστη και την υποταγή σ” αυτόν. Επίσης, είναι εχθρικός ακόμη και με τη φύση. Για παράδειγμα ξεραίνει τη συκιά για έναν εντελώς ανόητο λόγο (Η άκαρπη συκιά, Ματθ. 21.18-22 και Μάρκ. 11.12-14 & 11.21-26, σελ. 183), πνίγει τα γουρούνια για να εξοντώσει τα δαιμόνια, (Η θεραπεία των δαιμονισμένων στα Γά- δαρα, Ματθ. 8.28-34, Η θεραπεία του δαιμονισμένου στα Γάδαρα, Λουκ. 8.26-39 και Η θεραπεία του δαιμονισμένου Γαδαρηνού, Μάρκ. 5.1-20, στις σσ. 79-80), και «μαλώνει» τους ανέμους και τις λίμνες σαν να ήταν άνθρωποι (Το γαλήνεμα της τρικυμίας, Ματθ. 8.23-27, Λουκ. 8.22-25 και Μάρκ. 4.35-41, σελ. 78).
Ένα άλλο εύλογο συμπέρασμα, το οποίο προκύπτει από τις περικοπές, του Ματθαίου και του Λουκά, είναι ότι τον Ιησού τον ενδιέφερε μόνο η σωτηρία του «εκλεκτού λαού του Ισραήλ». Όλες οι διδασκαλίες του είχαν αυτό ως βάση. Αρκεί να θυμηθούμε την περικοπή της Χαναναίας (Ματθ. 15.21-28, Μάρκ. 7.24-30, σσ. 144-5), όπου ο Ιησούς αρνιόταν να γιατρέψει την κόρη της, γιατί, όπως έλεγε, «ήρθε για να σώσει τον πλανημένο λαό του Ισραήλ». Επίσης, άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περικοπή με τις οδηγίες προς τους Αποστόλους (Ματθ. 10.5-15, σελ. 93), τους οποίους συμβουλεύει να μην πάνε στις πόλεις των ειδωλολατρών και των Σαμαρειτών, αλλά μόνο στα χαμένα πρόβατα του λαού του Ισραήλ. Τα Ευαγγέλια, ειδικά του Ματθαίου και του Λουκά, είναι κείμενα που γράφτηκαν για τους πρώτους οπαδούς του Ιησού και των Αποστόλων, που, στην πλειοψηφία τους, ήταν Εβραίοι. Δεν είχαν, δηλαδή, σκοπό να δημιουργήσουν μια καινούργια θρησκεία, αλλά βασικός στόχος τους ήταν η ανανέωση αυτής της ίδιας, της εβραϊκής. Βέβαια, πρέπει να ομολογήσουμε στο σημείο αυτό, ότι οι Ευαγγελιστές Μάρκος και Ιωάννης λένε ακριβώς τα αντίθετα (π.χ. ο Μάρκος στην περικοπή Ο Ιησούς προλέγει τα δεινά πριν από το τέλος του κόσμου, 13.9-13, σελ. 96, γράφει: «Αλλά πρέπει πρώτα να διαδοθεί το μήνυμα της βασιλείας [το Ευαγγέλιο] σε όλα τα έθνη». Και ο Ιωάννης για παράδειγμα στην περικοπή Ο Ιησούς και η Σαμαρείτισσα, αλλά και αλλού, αφήνει να εννοηθεί ότι ο Ιησούς ήθελε η διδασκαλία του να απλωθεί σε όλα τα έθνη. Κι αυτό είναι που περιπλέκει ακόμα περισσότερο το πρόβλημα. Τελικά, ήθελε ο Ιησούς να σώσει τους ειδωλολάτρες και τους άλλους λαούς ή όχι;
Βέβαια, τα Ευαγγέλια του Ιωάννη και του Μάρκου έχουν διαφορετικό προσανατολισμό, ο οποίος μπορεί να θεωρηθεί αντιιουδαϊκός. Το Ευαγγέλιο, όμως, του Ιωάννη είναι το τελευταίο, κι αυτό δείχνει ότι γράφτηκε, όταν άρχισαν να εντάσσονται στο κίνημα και μέλη που δεν ήταν Εβραίοι, άρα έπρεπε να δοθεί μια άλλη αντίληψη, πιο οικουμενική. Το Ευαγγέλιο του Μάρκου, από την άλλη, παρόλο που είναι το παλαιότερο, οφείλει τον αντιιουδαϊκό προσανατολισμό του στο γεγονός, ότι ο Μάρκος ανήκε σε εκείνη την ομάδα του κινήματος, που υποστήριζε την εξάπλωσή του και σε αλλόθρησκους, δηλαδή μη Εβραίους.
Γ) Συμπεράσματα για το φιλοσοφικό και ηθικό περιεχόμενο των διδασκαλιών του Ιησού
Ένα σημαντικό πρόβλημα των τεσσάρων Ευαγγελίων αποτελούν τα όσα αναφέρει ο Ιησούς στην περικοπή Η παραβολή του σπορέα: «Γιατί σ” εσάς δόθηκε η χάρη να γνωρίσετε τα μυστήρια της βασιλείας των ουρανών, σ” εκείνους όμως όχι. Όποιος έχει [πίστη], σ” αυτόν, θα δοθεί και με το παραπάνω.
Όποιος όμως δεν έχει, κι αυτό που έχει θα του το πάρουν. Γι αυτό τους λέω τις παραβολές, για να μη βλέπουν, ενώ βλέπουν και να μην ακούν, ενώ ακούν και ούτε να καταλαβαίνουν, για να μη μετανοήσουν». (Ματθ. 13.1-23, σσ. 122-3). «Σ” εσάς, έδωσε ο θεός τη χάρη να γνωρίσετε τα μυστήρια της βασιλείας του, ενώ στους υπόλοιπους αυτά δίνονται με παραβολές, ώστε να βλέπουν χωρίς να βλέπουν και να ακούν χωρίς να καταλαβαίνουν». (Λουκ. 8.4- 15, σελ. 123). «Σ” εσάς έχει δοθεί [προφανώς εννοεί η χάρη] να γνωρίσετε τα μυστήρια της βασιλείας του θεού, στους έξω, όμως, όλα λέγονται με παραβολές, ώστε να κοιτάζουν καλά, αλλά να μη βλέπουν, και να ακούν καλά, αλλά να μην καταλαβαίνουν, μη τυχόν μετανοήσουν και συγχωρεθούν οι αμαρτίες τους». (Μάρκ. 4.1-20, σελ. 124).
Τα παραπάνω σημαίνουν, σε απλά ελληνικά, ότι ο θεός, τυφλώνοντας και κουφαίνοντας όλο τον κόσμο, εκτός από μερικούς εκλεκτούς του, τον εμπόδισε να αντιληφθεί και να καταλάβει το θείο μήνυμα. Όμως, αν είναι έτσι, οι άνθρωποι είναι εκ προϊμίου αθώοι, διότι κάποια ανώτερη δύναμη, ο θεός, τους εμπόδιζε, χωρίς να το επιθυμούν οι ίδιοι. Αυτό κι αν είναι απάτη! Να κατηγορείς κάποιους ότι δεν σε καταλαβαίνουν, όταν εσύ ο ίδιος τους αφαιρείς τη δυνατότητα αυτή. Στην ουσία, αυτό σημαίνει ότι ο Ιησούς, οι Ευαγγελιστές και οι υπόλοιποι Πατέρες του χριστιανισμού, αποδέχονται ότι ο άνθρωπος δεν έχει ελευθερία βούλησης. Αν, όμως, δεν υπάρχει ελευθερία βούλησης, δεν υπάρχει αμαρτία, διότι μόνο αυτός που είναι ελεύθερος να αποφασίσει για το καλό ή το κακό του μπορεί να αμαρτάνει. Αυτός όμως που δεν αμαρτάνει δε χρήζει σωτηρίας. Ή, μάλλον, αυτός που χρήζει σωτηρίας είναι αυτός που εσκεμμένα οδηγεί τα άβουλα πλάσματά του στην αμαρτία, δηλαδή ο θεός. Ας το ξανασκεφτούν αυτό οι χριστιανοί!!!
Το ίδιο σκεπτικό ισχύει και για τον Ιούδα. Σε πολλές περικοπές συναντήσαμε τη φράση «κάποιος θα με προδώσει, γιατί έτσι αποφάσισε ο θεός για τη σωτηρία του κόσμου». Αυτό σημαίνει ότι ο Ιούδας επιλέχτηκε από τον θεό να παίξει αυτό το ρόλο, είτε το ήθελε είτε όχι. Δεν είχε άλλη επιλογή, διότι αυτός που τον επέλεξε ήταν ο δημιουργός του σύμπαντος- τι θα μπορούσε να κάνει ένα μηδαμινό ανθρωπάριο κάτω από αυτές τις συνθήκες; Σε τελική ανάλυση, εκτελούσε διαταγές του θεού, όπως και ο Ιησούς. Άρα όσο εγκληματικό είναι το ότι οι Εβραίοι σκότωσαν τον Ιησού, άλλο τόσο είναι και από την πλευρά του θεού, να βάλει τον Ιούδα να αυτοκτονήσει. Δεν είναι δυνατόν να τιμωρείται κάποιος που εκτελεί το καθήκον του θεού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού του παραλογισμού αποτελούν οι εννιά περικοπές όπου ο Ιησούς προλέγει το θάνατο του, τρεις σε κάθε Ευαγγελιστή, πλην του Ιωάννη. Κορυφαία, όμως, είναι η περικοπή του Ματθαίου Το τελευταίο δείπνο, όπου ο Ιησούς λέει: «Εκείνος που βούτηξε μαζί μου το χέρι του στο πιάτο, αυτός θα με παραδώσει. Και ο Γιος του Ανθρώπου φεύγει, σύμφωνα με αυτά που είναι γραμμένα γΓ αυτόν. Αλίμονο όμως στον άνθρωπο που γίνεται η αιτία να παραδοθεί ο Γιος του Ανθρώπου- θα ήταν καλύτερα να μην είχε γεννηθεί». (Ματθ. 26.17-30, σελ. 217). Παρόμοια είναι και μία φράση από την περικοπή του Μάρκου Η προσευχή του Ιησού στη Γεθσημανή, η οποία λέει: «Αββά, Πατέρα, όλα είναι δυνατά για σένα- απομάκρυνε, λοιπόν, από μένα το ποτήρι αυτό- αλλά, όμως, ας γίνει αυτό που θέλεις εσύ και όχι αυτό που θέλω εγώ». (Μάρκ. 14.32-42, σελ. 223).
Κλείνοντας τα συμπεράσματά μας, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι στα ευαγγελικά κείμενα υπάρχουν φρικαλέες θεϊκές εντολές, πράξεις και προοπτικές, όπως, για παράδειγμα, αυτές που αναφέρονται στην Παραβολή των κακών γεωργών (Ματθ. 21.33-46, Λουκ. 20.9-18, Μάρκ. 20.9-18, σσ. 186-8), στην Παραβολή των βασιλικών γάμων (Ματθ. 22.1-14, σελ. 188) στην Παραβολή του μεγάλου δείπνου (Λουκ. 14.15-24, σελ. 188), καθώς και στην περικοπή Ο Ιησούς προλέγει την καταστροφή του ναού και τα δεινά από το τέλος του κόσμου (Ματθ. 24.1-44, Λουκ. 21.20-38 & 17.20-38, Μάρκ. 13.1-37, σσ. 201-6). Κοντά σ” αυτές υπάρχουν, επίσης, ανούσιες και απλοϊκές ηθικοπλαστικές παραβολές, ιστορίες και παραινέσεις, από τις οποίες δεν προκύπτει κανένα νέο μήνυμα και καμιά νέα ηθική αξία. Στην καλύτερη περίπτωση, αναμασούν αξίες και έννοιες που είχαν επεξεργαστεί πολλά χρόνια πριν παλαιότερες θρησκείες ή φιλοσοφικά δόγματα, ενώ στη χειρότερη, επαναφέρουν στο προσκήνιο μία από τις αθλιότερες αντιλήψεις και δοξασίες για τον θεό. Κάποια ηθικά διδάγματα που οι χριστιανοί επαίρονται ότι πρωτοεμφανίστηκαν στα Ευαγγέλια, είχαν ειπωθεί αρκετούς αιώνες νωρίτερα, από έλληνες φιλοσόφους, ποιητές, τραγωδούς και συγγραφείς, με πολύ καλύτερο και πιο περιεκτικό τρόπο, σε μεστά από νοήματα κείμενα, τα οποία συνεχίζουν μέχρι σήμερα να συγκλονίζουν την ανθρωπότητα, ανεξαρτήτως φυλής, θρησκείας και πίστης.
Ο χριστιανισμός, λοιπόν, με την επικράτησή του στον αρχαίο κόσμο, το μόνο που κατόρθωσε ήταν να εδραιώσει μια χυδαία μορφή δεισιδαιμονίας, σε βάρος του ορθού λόγου και της ανθρωποκεντρικής σκέψης που ανέπτυξε, κατά κύριο λόγο, η ελληνική φιλοσοφία. Χρειάστηκαν 1000 περίπου χρόνια, για να μπορέσει να ορθοποδήσει και να συνεχίσει αυτό που ξεκίνησε ο ελληνικός ανθρωποκεντρικός πολιτισμός. Αυτό σημαίνει, ότι όλη η μετέπειτα πνευματική, φιλοσοφική και ηθική υποδομή και υπόσταση του χριστιανισμού οφείλονται αποκλειστικά και μόνο στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, διαστρεβλωμένες δυστυχώς, από τον εβραϊκό μισανθρωπισμό και θεοκρατισμό.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου