Η Γενεαλογία της ηθικής θεωρείται ως το πιο συστηματικό και συγκροτημένο έργο του Νίτσε. Γράφτηκε μέσα σε λίγες εβδομάδες (1887) και πραγματεύεται, με έναν «πολεμικό τρόπο», το αξιακό σύστημα της Δύσης –θρησκευτικό, ηθικό και φιλοσοφικό– ως ένα σύστημα που αιχμαλώτισε την ελευθερία του ανθρώπου, έφθειρε την αυθυπόστασή του και υπονόμευσε τη γνώση.
Εξ’ αυτού ανακύπτει η αναγκαιότητα μεταξίωσης, ήτοι απαξίωσης, και ανατροπής όλων των αξιών, που συνθέτουν τον «αγγελικό» κόσμο του Δυτικού πολιτισμού. Πώς εννοεί ο Γερμανός φιλόσοφος τις αξίες; Όχι απλώς ως δεοντολογικές αρχές ή στοιχεία, αλλά κυρίως ως τις πιο κεντρομόλες δυνάμεις της ζωής.
Αντί όμως να ενεργούν ως τέτοιες δυνάμεις, στην έκπτωσή τους συνιστούν ένα οντολογικά-ιστορικά υπονομευτικό σύστημα ηθικών προσταγμάτων, που σχετίζεται ή συσχετίζεται με όλο το σύστημα των κοινωνικών τάξεων και εκφράζει τις δικές τους εξουσιαστικές ιδεολογικοποιήσεις. Έτσι έχουμε να κάνουμε με ένα μηδενιστικό σύστημα, που δεν μεταρρυθμίζεται παρά μόνο εκμηδενίζεται. Υπ’ αυτό το πνεύμα, ο μηδενισμός του Νίτσε εγγράφεται στη συνείδησή του ως προοπτική κατάφασης της ζωής, χωρίς διαμεσολαβητικές προϋποθέσεις μεγάλων ανδρών της ιστορίας ή θορυβωδών ιδεολογιών. Η προοπτική αυτή μπορεί να είναι έργο μόνο του ίδιου του ανθρώπου, εφόσον και ο ίδιος προχωρήσει πέρα και πάνω από τον τελευταίο άνθρωπο· αυτόν δηλαδή που έχει μεταποιήσει τον εαυτό του σε δούλο των αξιών. Των αξιών ως ηθικών προσταγμάτων ενός δεσποτικού συστήματος αδύναμων και καταπιεσμένων ανθρώπων: εφόσον γίνει υπέρ-άνθρωπος.
Ό,τι απασχόλησε τη φιλοσοφία ως την εποχή του Νίτσε, δηλαδή όλα τα θέματά της και η προβληματική της σχετίζονται γι’ αυτόν με το σύστημα των αξιών. Έτσι τίθεται υπό ριζική αμφισβήτηση κάθε αλήθεια για τις αξίες, όπως έχει διατυπωθεί ως τότε, κάθε αλήθεια της μεταφυσικής και των επιστημών. Η μόνη αλήθεια, που μπορεί να δώσει προοπτική στην ανθρώπινη ζωή, είναι η βούληση για δύναμη και η αιώνια επιστροφή. Η ηθική, υπό την οπτική αυτής της μοναδικής αλήθειας, σχετικοποιείται σε επί μέρους ηθικές με βάση τον βαθμό και τον τρόπο, που αυτές-εδώ ενσαρκώνουν την εν λόγω βούληση.
Εξ’ αυτού ανακύπτει η αναγκαιότητα μεταξίωσης, ήτοι απαξίωσης, και ανατροπής όλων των αξιών, που συνθέτουν τον «αγγελικό» κόσμο του Δυτικού πολιτισμού. Πώς εννοεί ο Γερμανός φιλόσοφος τις αξίες; Όχι απλώς ως δεοντολογικές αρχές ή στοιχεία, αλλά κυρίως ως τις πιο κεντρομόλες δυνάμεις της ζωής.
Αντί όμως να ενεργούν ως τέτοιες δυνάμεις, στην έκπτωσή τους συνιστούν ένα οντολογικά-ιστορικά υπονομευτικό σύστημα ηθικών προσταγμάτων, που σχετίζεται ή συσχετίζεται με όλο το σύστημα των κοινωνικών τάξεων και εκφράζει τις δικές τους εξουσιαστικές ιδεολογικοποιήσεις. Έτσι έχουμε να κάνουμε με ένα μηδενιστικό σύστημα, που δεν μεταρρυθμίζεται παρά μόνο εκμηδενίζεται. Υπ’ αυτό το πνεύμα, ο μηδενισμός του Νίτσε εγγράφεται στη συνείδησή του ως προοπτική κατάφασης της ζωής, χωρίς διαμεσολαβητικές προϋποθέσεις μεγάλων ανδρών της ιστορίας ή θορυβωδών ιδεολογιών. Η προοπτική αυτή μπορεί να είναι έργο μόνο του ίδιου του ανθρώπου, εφόσον και ο ίδιος προχωρήσει πέρα και πάνω από τον τελευταίο άνθρωπο· αυτόν δηλαδή που έχει μεταποιήσει τον εαυτό του σε δούλο των αξιών. Των αξιών ως ηθικών προσταγμάτων ενός δεσποτικού συστήματος αδύναμων και καταπιεσμένων ανθρώπων: εφόσον γίνει υπέρ-άνθρωπος.
Ό,τι απασχόλησε τη φιλοσοφία ως την εποχή του Νίτσε, δηλαδή όλα τα θέματά της και η προβληματική της σχετίζονται γι’ αυτόν με το σύστημα των αξιών. Έτσι τίθεται υπό ριζική αμφισβήτηση κάθε αλήθεια για τις αξίες, όπως έχει διατυπωθεί ως τότε, κάθε αλήθεια της μεταφυσικής και των επιστημών. Η μόνη αλήθεια, που μπορεί να δώσει προοπτική στην ανθρώπινη ζωή, είναι η βούληση για δύναμη και η αιώνια επιστροφή. Η ηθική, υπό την οπτική αυτής της μοναδικής αλήθειας, σχετικοποιείται σε επί μέρους ηθικές με βάση τον βαθμό και τον τρόπο, που αυτές-εδώ ενσαρκώνουν την εν λόγω βούληση.
Ιστορικά, κατά τον Νίτσε, έχουν υπάρξει δυο τύποι ηθικής: η ηθική των δούλων, των αδύναμων, των καταπιεσμένων, που μισούν τη ζωή και επιβάλλουν την ηθική της μνησικακίας, τη φανταστική εκδίκηση. Πρόκειται για τη δύναμη, που έχει αποκοπεί από αυτό που μπορεί: είναι η ενεργός δύναμη που έγινε αντενεργός. Από την άλλη υπάρχει η ηθική των κυρίων, η οποία δεν συνιστά απλώς ένα ιδεώδες ηθικής, αντίθετο προ της ηθική των σκλάβων, όπως θέλουν να αποφαίνονται κάποιοι επιπόλαιοι αναγνώστες της νιτσεϊκής φιλοσοφίας, αλλά την όξυνση της εχθρότητας ανάμεσα στην αθεΐα του υπέρ-ανθρώπου και σε όλες τις μορφές της θεοσέβειας. Ορισμένως λοιπόν η ηθική των σκλάβων αναπαράγει ή συντηρεί όλες τις χριστιανικές αρετές, που καθιστούν τον άνθρωπο αδύναμο και υποταγμένο. Στην περίπτωση τούτη, η βούληση για δύναμη εκδηλώνεται ως αδυναμία ή αδυνατότητα.Απεναντίας, στην περίπτωση των κυρίων εκδηλώνεται ως δύναμη ή ισχύς, όχι ασφαλώς με την έννοια της άσκησης εξουσίας παρά της ανάπτυξης όλων των δυνατοτήτων του ανθρώπου, από το ένστικτο ως τα συναισθήματα και τη σκέψη: πέραν κάθε εξωτερικής επιβολής ή εξουσίας. Εν τέλει, μέσα από τη γενεαλογία της ηθικής επιχειρείται να χαραχθεί η προοπτική του ανώτερου τύπου ανθρώπου με βάση την αξία που επιβάλλει η βούληση για δύναμη· η βούληση για δύναμη ως ορμή για την πλήρη αυτό-ανάπτυξη.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου