Κατά τη μυθολογία στο σημείο αυτό της Ακρόπολης έγινε η φιλονικία της Αθηνάς και του Ποσειδώνα για την κυριαρχία της Αθήνας. Ο θεός της θάλασσας Ποσειδώνας χτύπησε τον βράχο με την τρίαινα και ξεπήδησε θαλασσινό νερό. Με τη σειρά της η Αθηνά χτύπησε με το δόρυ της και φύτρωσε η ελιά. Οι θεοί που ήταν κριτές έδωσαν τη νίκη στην Αθηνά. Οι Αθηναίοι όμως θέλοντας να συμβιβάσουν τους δύο αντίπαλους θεούς τούς αφιέρωσαν από ένα ιερό κάτω από την ίδια στέγη. Έτσι χτίστηκε το πιο ιδιόμορφο από τα οικοδομήματα της Ακρόπολης από άποψη αρχιτεκτονικού σχεδίου. Ο ναός βρίσκεται στη βόρεια πλευρά της Ακρόπολης και είναι αφιερωμένος στην Αθηνά και τον Ποσειδώνα.
Η σημερινή μορφή του ναού χρονολογείται μεταξύ 421 και 406 π.Χ.. Αρχιτέκτονάς του ήταν μάλλον ο Μνησικλής και το κτήριο οφείλει το όνομά του σε έναν βωμό που ήταν αφιερωμένος στον θρυλικό ήρωα Εριχθόνιο. Ο γλύπτης του κτίσματος ήταν ο Φειδίας, ο οποίος είχε οριστεί από τον Περικλή για να κοσμήσει το Ερέχθειο και τον Παρθενώνα. Υπάρχουν κάποιοι που υποστηρίζουν πως ο ναός κτίστηκε προς τιμήν του βασιλιά Ερεχθέα, ο οποίος θεωρείται πως έχει ταφεί σε κοντινό σημείο. Ο Ερεχθέας αναφέρεται στην Ιλιάδα του Ομήρου ως ένας μεγάλος βασιλιάς και κυβερνήτης της Αθήνας κατά την Αρχαική Περ’ιοδο και συχνά Ερεχθέας και Εριχθόνιος ταυτίζονταν. Πιστεύεται πως ο ναός αντικατέστησε το Ιερό της Πολιάδος Αθηνάς, το οποίο κτίστηκε επί Πεισιστρατιδών και καταστράφηκε από τους Πέρσες το 480 π.Χ..
Η ανάγκη διατήρησης πολλών αντικειμένων σχετικών με ιερές τελετουργίες εξηγεί τον πολύπλοκο σχεδιασμό. Το κύριο κτίσμα αποτελείται από τέσσερα μέρη. Ο μεγαλύτερος από αυτούς είναι ο ανατολικός σηκός*, με μια στοά ιωνικού ρυθμού ως πρόπυλο στο ανατολικό του άκρο. Άλλες σύγχρονες απόψεις θεωρούν πως ολόκληρος ο εσωτερικός χώρος στο κατώτατο ΒΔ επίπεδο και στο ανατολικό πρόπυλο χρησιμοποιούνταν για πρόσβαση προς τον βωμό της Αθηνάς Πολιάδας μέσω πρόπυλου και σκαλοπατιών, καθώς και για πλατφόρμα δημόσιας προβολής.
*Σηκός ονομάζεται ο κύριος εσωτερικός χώρος στους αρχαίους ελληνικούς ναούς. Ήταν αποκλειστικά αφιερωμένος και χρησίμευε για τη φύλαξη του αγάλματος της θεάς ή του θεού, γι’ αυτό και ήταν κλειστός για το κοινό, αφού οι τελετές και οι θυσίες γίνονταν στον βωμό που βρισκόταν έξω από τον ναό.
Ολόκληρος ο ναός είναι κτισμένος σε πλαγιά και έτσι η βορειοδυτική πλευρά είναι περίπου 3 μέτρα χαμηλότερα από τη νοτιοανατολική πλευρά. Κτίστηκε αποκλειστικά από Πεντελικό μάρμαρο, με διαζώματα μαύρου ασβεστόλιθου από την Ελευσίνα, τα οποία φέρουν ανάγλυφα γλυπτά από λευκό μάρμαρο. Διέθετε περίτεχνα σκαλισμένα παράθυρα και πόρτες και οι κίονες ήταν περίτεχνα διακοσμημένοι (περισσότερο από ό,τι φαίνεται σήμερα). Ήταν ζωγραφισμένοι, επιχρυσωμένοι και τονισμένοι με επίχρυσο μπρούτζο και ένθετες πολύχρωμες χάντρες. Το κτήριο είναι γνωστό για τα πρώιμα παραδείγματα διακοσμητικών κυματίων τύπου «αβγού και βέλους» και «γραμμοκοσμήματος».
Η πρόστασις των Κορών
Στην βόρεια πλευρά, υπάρχει μια μεγάλη πρόσταση με έξι ιωνικού ρυθμού κίονες και στη νότια πλευρά η περίφημη «Πρόστασις των Κορών», οι οποίες είναι έξι ντυμένες γυναικείες μορφές (Καρυάτιδες) που λειτουργούν ως υποστηρικτικοί κίονες. Η πρόσταση αυτή κατασκευάστηκε για να αποκρυφθεί το γιγαντιαίο τμήμα που απαιτούνταν για την υποστήριξη του Κεκρόπειου, μιας και το μέγεθος και ο προϋπολογισμός κατασκευής του κτιρίου μειώθηκαν σημαντικά μετά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο.
Το Ερέχθειο ήταν συνδεδεμένο με τα αρχαιότερα και ιερότερα κειμήλια των Αθηναίων: Το Παλλάδιο, το οποίο ήταν το ξόανο (ξύλινη προτομή της Αθηνάς η οποία έπεσε από τον ουρανό – μη φτιαγμένη από άνθρωπο) της Αθηνάς Πολιάδος (Προστάτιδος της Πόλης), τα σημάδια από τη τρίαινα του Ποσειδώνα και το πηγάδι με θαλασσινό νερό το οποίο προέκυψε από το κτύπημα του Ποσειδώνα, η ιερή ελιά η οποία βλάστησε όταν η Αθηνά χτύπησε έναν βράχο με το δόρυ της, κατά την επιτυχή της αντιδικία με τον Ποσειδώνα για την πόλη, τους υποτιθέμενους χώρους ταφής των μυθικών βασιλέων Κέκροπα και Ερεχθέα, τα ιερά τεμένη των τριών θυγατέρων του Κέκροπα, Έρσης, Πανδρόσου και Αγλαύρου και αυτά των ηρώων των φυλών, Πανδιώνα και Βούτη. Ένα ελαιόδεντρο βρίσκεται ακόμη στη Δυτική πλευρά του Ερέχθειου, αλλά φυτεύτηκε κατά τη σύγχρονη εποχή από την βασίλισσα Σοφία, εγγονή της Βασίλισσας Βικτώριας, προς τιμήν των Αθηναίων.
Το ανατολικό τμήμα του κτιρίου ήταν αφιερωμένο στην Αθηνά Πολιάδα, ενώ το δυτικό τμήμα ήταν ο χώρος λατρείας του Ποσειδώνα και του Ερεχθέα. Εκεί βρισκόταν οι βωμοί του Ηφαίστου και του Βούτη, αδελφού του Ερεχθέα. Σύμφωνα με τον μύθο, το ιερό φίδι της Αθηνάς διαβιούσε στον χώρο. Το φίδι τρεφόταν με μέλι από την Κανηφόρο, ιέρεια της Αθηνάς Πολιάδος, κατά παράδοση των γυναικών της αρχαίας οικογενείας των Ετεοβουτάδων, τους υποτιθέμενους κληρονόμους του ήρωα Βούτη. Η άρνηση του φιδιού να τραφεί ερμηνευόταν ως κακός οιωνός.
Σύμφωνα με τον Παυσανία
[1,26,5] Υπάρχει και ένα οικοδόμημα που ονομάζεται Ερέχθειο. Προ της εισόδου του υπάρχει βωμός για τον Ύπατο Δία, όπου δεν γίνονται θυσίες εμψύχων προσφέρουν μόνο πέμματα (γλυκά ψωμάκια) και δεν συνηθίζουν να χρησιμοποιούν κρασί. Μέσα σ᾽ αυτό υπάρχουν βωμοί, ένας για τον Ποσειδώνα, όπου οι Αθηναίοι, συμμορφωνόμενοι με ένα χρησμό, θυσιάζουν και για τον Ερεχθέα, άλλος για τον ήρωα Βούτη και τρίτος για τον Ήφαιστο. Στους τοίχους υπάρχουν ζωγραφιές του (ιερατικού) γένους των Βουταδών. Καθώς το οικοδόμημα είναι διπλό, υπάρχει μέσα και φρέαρ με νερό θαλασσινό. Αυτό δεν είναι πολύ παράξενο, γιατί τέτοια φρέατα έχουν και άλλοι που κατοικούν στα ενδότερα, και μεταξύ αυτών οι Κάρες της Αφροδισιάδας. Σε τούτο όμως το φρέαρ αξιοσημείωτος είναι ένας ήχος κυμάτων που ακούεται άμα φυσήξει νότιος άνεμος. Υπάρχει και σημάδι της τρίαινας στο βράχο. Αυτά λένε πως τα παρουσίασε ο Ποσειδών υποστηρίζοντας την αξίωσή του για την κατοχή της χώρας.
Ρωμαϊκά Χρόνια και Μεσαίωνας
Καρυάτιδες (Ερέχθειο)
Στο Ερέχθειο πραγματοποιήθηκαν εκτεταμένες επισκευές και αναμόρφωση για πρώτη φορά κατά τον 1ο αιώνα π.Χ., μετά από την καταστροφική πυρκαγιά που προκάλεσε ο Ρωμαίος στρατηγός Σύλλας κατά την επιδρομή του. Το άθικτο Ερέχθειο περιγράφηκε αναλυτικά από τον γεωγράφο Παυσανία , ο οποίος έγραψε έναν αιώνα μετά την ανακατασκευή του, κατά τον 1ο αιώνα μ.Χ.. Το κτήριο μεταβλήθηκε σημαντικά κατά τη πρώιμη Βυζαντινή περίοδο, όταν μετατράπηκε σε εκκλησία αφιερωμένη στη Θεοτόκο. Κατά τη μετατροπή αυτή πολλά από τα αρχιτεκτονικά στοιχεία της αρχαιότητας χάθηκαν και έτσι οι γνώσεις μας για την εσωτερική διαρρύθμιση του κτιρίου είναι περιορισμένες. Έγινε παλάτι κατά την Βενετοκρατεία και η κατοικία του Τούρκου διοικητή, αλλά και χαρέμι κατά την Οθωμανική περίοδο.
Σύγχρονη εποχή
Το 1801 μία από τις Καρυάτιδες και ο βόρειος κίονας του ανατολικού πρόπυλου μαζί με το υπερκείμενο τμήμα του θριγκού* αφαιρέθηκαν από τον Λόρδο Έλγιν με σκοπό τη διακόσμηση του μεγάρου του και αργότερα πωλήθηκαν στο Βρετανικό Μουσείο (μαζί με γλυπτά από τα αετώματα* και τις ζωφόρους του Παρθενώνα). Ένας θρύλος της εποχής ανέφερε πως κατά τη διάρκεια της νύχτας οι εναπομείνασες πέντε Καρυάτιδες ακούγονταν να θρηνούν για τη χαμένη αδελφή τους. Ο Έλγιν, προσπάθησε να αφαιρέσει και μια δεύτερη Καρυάτιδα και όταν προέκυψαν τεχνικές δυσκολίες, προσπάθησε να την κόψει σε κομμάτια. Το γλυπτό θρυμματίστηκε και παρέμειναν τα θραύσματα. Αργότερα ανακατασκευάστηκε ασυντόνιστα με τη χρήση τσιμέντου και μεταλλικών ράβδων. Κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης, το κτίριο βομβαρδίστηκε από τους Οθωμανούς και υπέστη σοβαρές καταστροφές. Η οροφή της βόρειας πρόστασης ανατινάχθηκε και ένα μεγάλο μέρος των πλευρικών τοιχωμάτων του σηκού διαλύθηκε.
*Ο θριγκός είναι το τμήμα εκείνο της ανωδομής ενός ναού που βρίσκεται ακριβώς επάνω από τους τοίχους και τους κίονες. Αποτελείται από το επιστύλιο, το διάζωμα (μετόπες και τρίγλυφα για τον δωρικό ρυθμό ή ζωφόρο για τον ιωνικό ρυθμό) και το γείσο.
*Το αέτωμα είναι ο τριγωνικός χώρος που σχηματίζεται πάνω από το επιστύλιο* και κάτω από τη στέγη, στην εμπρόθια και οπίσθια όψη των κλασικών κτηρίων και διακοσμείται με γλυπτές συνθέσεις.
*Το επιστύλιο είναι το ξύλινο ή πέτρινο δοκάρι που βρίσκεται ακριβώς πάνω από τους κίονες αρχαίου κτηρίου· αποτελεί το χαμηλότερο τμήμα του θριγκού και από πάνω του βρίσκεται η ζωφόρος (στον ιωνικό ρυθμό) ή τα τρίγλυφα και οι μετόπες (στον δωρικό).
Ένα τμήμα γλυπτού γυναικείας μορφής που ανήκει στη βορεινή Ζωφόρο του κτηρίου πέρασε στη συλλογή του Άγγλου αρχιτέκτονα Σερ Τζων Σόουν (Sir John Soane) και σήμερα εκτίθεται στο ομώνυμο μουσείο (Sir John Soane museum) στο Λονδίνο.
Στο Ερέχθειο πραγματοποιήθηκαν έργα αναστήλωσης από το 1977 έως το 1988.
Προηγούμενες απόπειρες αναστήλωσης κατέστρεψαν την οροφή της Περίστασης των Κορών, με μπαλώματα από τσιμέντο και από τη μόλυνση του αέρα στην Αθήνα. Το 1979, οι πέντε αυθεντικές Καρυάτιδες μεταφέρθηκαν στο Παλαιό Μουσείο Ακρόπολης και αντικαταστάθηκαν στο σημείο από ακριβή αντίγραφα. Επιστήμονες εργάστηκαν το 2005 για να επισκευάσουν τις ζημιές, χρησιμοποιώντας τεχνικές καθαρισμού μέσω λέιζερ.
Η αναστήλωση του Ερέχθειου έλαβε το Ευρωπαικό βραβείο Nostra.
Πρόσφατα συμβάντα
Μια από τις αυθεντικές μορφές, που αφαιρέθηκε από τον Λόρδο Έλγιν στις αρχές του 19ου αιώνα, βρίσκεται σήμερα στο Βρετανικό Μουσείο στο Λονδίνο. Στο Μουσείο Ακρόπολης βρίσκονται οι άλλες πέντε Καρυάτιδες, οι οποίες έχουν αντικατασταθεί με αντίγραφα στο Ερέχθειο. Οι πέντε αυθεντικές που βρίσκονται στην Αθήνα εκτίθενται στο νέο Μουσείο Ακρόπολης, σε μια ειδική αίθουσα η οποία επιτρέπει στους θεατές να τις δουν από κάθε πλευρά. Το βάθρο για την Καρυάτιδα που βρίσκεται στο Λονδίνο παραμένει κενό. Κατά το 2011, καθαριζόταν από ειδικά κατασκευασμένες ακτίνες, οι οποίες αφαιρούν τη συγκεντρωμένη αιθάλη και τους ρύπους χωρίς να βλάπτουν το μάρμαρο. Κάθε Καρυάτιδα καθαρίζεται στον χώρο, με κλειστό τηλεοπτικό κύκλωμα να μεταδίδει το γεγονός ζωντανά στους επισκέπτες του μουσείου. Αν και έχουν την ίδια δομή και το ίδιο ύψος, και είναι ομοίως ενδεδυμένες, οι έξι Καρυάτιδες δεν είναι ίδιες: τα πρόσωπά τους, η στάση τους, τα ιμάτιά τους και τα μαλλιά που είναι σκαλισμένα ξεχωριστά, οι τρεις στο αριστερό βάθρο, στο δεξί τους γόνατο, ενώ οι τρεις στο δεξί βάθρο στο αριστερό τους γόνατο. Τα ογκώδη, περίτεχνα διατεταγμένα χτενίσματά τους εξυπηρετούν τον κρίσιμο σκοπό παροχής στατικής υποστήριξης για το λαιμό τους, ο οποίος αλλιώς θα ήταν το λεπτότερο και δομικά ασθενέστερο σημείο.
Η πρώτη Καρυάτιδα μεταφέρθηκε ασφαλώς στις 9 Δεκεμβρίου 2007 από το Παλαιό στο Νέο Μουσείο Ακρόπολης, μέσω ενός περίτεχνου συστήματος με εναέριους γερανούς. Στο νέο μουσείο, σε ένα γλυπτό επανενώθηκε το μακροχρόνια χαμένο αριστερό του πόδι, το οποίο ταυτοποιήθηκε ανάμεσα σε ερείπια κατά τη δεκαετία του 1980. Το Μουσείο Ακρόπολης βραβεύθηκε για το πρωτοποριακό του πρόγραμμα για τη συντήρηση και αναστήλωση των Καρυάτιδων από το Διεθνές Ινστιτούτο Συντήρησης (IIC, International Institute for Conservation) στη Βιέννη, με το Βραβείο Keck το 2012.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου