Η φαινομενολογία των πάντων:
Μέσα από μια προσπάθεια εξήγησης του υπαρκτού κόσμου, η φαινομενολογία αποτελεί ένα φιλοσοφικό κίνημα το οποίο βασίζεται στην διερεύνηση των φαινομένων. Δηλαδή των πραγμάτων που γίνονται αντιληπτά ενσυνείδητα. Μέσω των αισθητήριων μηχανισμών και όχι στην ύπαρξη οποιουδήποτε πράγματος, ευρισκόμενου πέρα από τα όρια της ανθρώπινης συνειδητότητας.
Λαμβάνοντας ως σημείο αναφοράς την εμπειρία των φαινομένων, που αποτυπώνεται ως συνειδητή εμπειρία, η φαινομενολογία επιχειρεί να εξαγάγει τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της αντιληπτικής διαδικασίας. Καθώς και την οντότητα των εμπειριών μας. Η αφετηρία της ξεκινά από τη Σχολή του Μπρεντανό. Και πιο συγκεκριμένα, από το έργο του φιλόσοφου του 20ου αιώνα, Έντμουντ Χούσερλ. H φαινομενολογική σκέψη έπαιξε καθοριστική σημασία για την ανάπτυξη του υπαρξισμού στη Γαλλία και τη Γερμανία. Όπως διαπραγματεύεται και στα έργα: Του Ζαν-Πωλ Σαρτρ, του Μορίς Μερλώ-Ποντύ και του Μάρτιν Χάιντεγκερ.
Ο Χούσερλ και η απαρχή της φαινομενολογίας
Ο Γερμανός φιλόσοφος, Έντμουντ Χούσερλ ήταν εκείνος που διεύρυνε την θεωρία της φαινομενολογίας. Εξελίσσοντας και θεμελιώνοντας τη, ως έναν αυτόνομο φιλοσοφικό κλάδο του 20ου αιώνα.
Ξεκίνησε, εγκαθιδρύοντας τη σχολή της Φαινομενολογίας. Κινούμενος αντίθετα προς τον θετικιστικό προσανατολισμό της επιστήμης και της φιλοσοφίας της εποχής του. Εκπόνησε κριτικές στις επιδράσεις του ιστορικισμού και του ψυχολογισμού στη λογική. Χωρίς να περιορίζεται στον εμπειρισμό, αλλά θεωρώντας ότι η εμπειρία είναι η πηγή όλης της γνώσης. Επεξεργάστηκε μια μέθοδο φαινομενολογικής αναγωγής, μέσω της οποίας το υποκείμενο είναι δυνατόν να αποκτήσει έμμεση γνώση της ουσίας.
Μερικά χρόνια αργότερα, από τη δημοσίευση του πιο σημαντικού του έργου «Λογικές Διερευνήσεις», ο Χούσερλ οδηγήθηκε στη διάκριση μεταξύ της πράξης της, της νόησης και των φαινομένων. Όπου η οντολογική γνώση θα ήταν δυνατή μόνο μέσω της αναστολής όλων των υποθέσεων. Και των «a priori» δεκτών αξιωμάτων που υποστηρίζουν την ύπαρξη του εξωτερικού κόσμου. Τη διαδικασία αυτή, που βρισκόταν στον αντίποδα του παραδοσιακού γνωσιολογικού ορθολογισμού, την ονόμασε εποχή (epoché). Έτσι η φαινομενολογία αναδυόταν ως μία αντικειμενική, επιστημονική μέθοδος εξέτασης της συνείδησης και των περιεχομένων της. Ο Χούσερλ όμως πίστευε περίτρανα, ότι το σύνολο της φιλοσοφίας θα μπορούσε να στηριχθεί πάνω στο οικοδόμημα της φαινομενολογίας.
Ο Χούσερλ επικεντρώθηκε στις ιδανικές, θεμελιώδεις δομές της συνείδησης. Καθώς ήθελε να αποκλείσει κάθε υπόθεση για την ύπαρξη εξωτερικών αντικειμένων. Έτσι εισήγαγε τη μέθοδο της φαινομενολογικής αναγωγής για να τις απαλείψει. Με τον διαχωρισμό δηλαδή, ανάμεσα στο καθαρό υπερβατικό εγώ και στο συμπαγές εμπειρικό εγώ.
Η υπερβατική φαινομενολογία, εστιάζει στη μελέτη των βασικών δομών που απομένουν στην καθαρή συνείδηση. Κάτι που ισοδυναμεί με τη μελέτη των νοημάτων, των αισθήσεων και των σχέσεων μεταξύ τους. Καθώς και τον τρόπο με τον οποίο συνδέονται και αλληλεπιδρούν.
Η πεποίθηση του Χούσερλ
Ο Χούσερλ ήταν πεπεισμένος, ότι η φιλοσοφία είναι ένας επιστημονικός τομέας που πρέπει να θεμελιωθεί σε μια φαινομενολογία. Που γίνεται κατανοητή κατ’ επέκταση ως επιστημολογία. Μια άποψη που συγκρούστηκε με την θεωρία του Μάρτιν Χάιντεγκερ, που έμελλε να την μεταβάλει ριζικά. Για τον Χούσερλ, η επιστημολογία της φαινομενολογίας,αποτελεί τη βάση από την οποία απορρέει ολόκληρη η φιλοσοφική σκέψη.
Η παρέμβαση της φαινομενολογίας
Η φαινομενολογία μπορεί να απατήσει στο ερώτημα: «Αν η γνώση που αποκτήσαμε αντικατοπτρίζει πιστά την αντικειμενική πραγματικότητα ή εν τέλη πρόκειται για υποκειμενικές εικόνες και ιδέες, που έπλασαν γι’ αυτήν οι άνθρωποι;»
Πάνω στο ζήτημα αυτό διατυπώθηκαν τρεις, διαφορετικές θεωρίες: O Ρεαλισμός, ο Ιδεαλισμός και η Φαινομενολογία.
Ρεαλισμός: Για τον ρεαλισμό, το αντικείμενο της γνώσης είναι οι ίδιες οι συνθήκες και τα γεγονότα όπως έχουν στην πραγματικότητα. Είτε τα αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας (Ρεαλισμός των ιδιοτήτων) είτε τα κατανοούμε με το νου μας (κριτικός Ρεαλισμός). Κύριοι υποστηρικτές της θεωρίας αυτής υπήρξαν, ο Εμπεδοκλής, ο Δημόκριτος, ο Descartes, o Locke, ο Hartmann και πολλοί άλλοι.
Ιδεαλισμός: Ο ιδεαλισμός πρεσβεύει ότι το αντικείμενο της γνώσης δεν είναι τα πράγματα ως έχουν, αλλά οι ιδέες που έχουμε πλάσει γι’ αυτά. Κατά τον θεμελιωτή του Ιδεαλισμού, τον Πλάτωνα, τα αντικείμενα είναι απλά τα είδωλα των αυτοτελών ιδεών που βρίσκονται «εν ουράνιο τόπο».
Η φαινομενολογία, σε αντίθεση με τον ρεαλισμό και τον ιδεαλισμό, θέλησε να συμβιβάσει αυτές τις δύο εκ διαμέτρου αντίθετες θεωρίες. Τονίζοντας ότι, από τα πράγματα τα γνωρίζουμε μόνο από την αισθητική τους πλευρά, ενώ την φύση και την ουσία τους τη γνωρίζουμε όπως αυτά αποτυπώνονται στη συνείδηση μας.
H θεωρία αυτή ξεκίνησε από τον Αρίστιππο τον Κυρηναίο και θεμελιώθηκε διαχρονικά, από τους Hume και Kant. Σύμφωνα με τον Kant: «Την πραγματικότητα την βλέπουμε δια μέσου έγχρωμης υάλου και αποδίδουμε εις τα εξωτερικά αντικείμενα τις υποκειμενικές ιδιότητες του γνωστικού μας οργάνου ακριβώς, ως εάν θεωρούσαμε ως αντικειμενική ιδιότητα των πραγμάτων το χρώμα της υάλου».
Η διαφορετική φαινομενολογία του Χούσερλ και του Χάιντεγκερ
Ο Χούσερλ όπως προείπαμε, ήταν πεπεισμένος, ότι η φιλοσοφία θα πρέπει να θεμελιωθεί πάνω σε μια φαινομενολογία. Που γίνεται αντιληπτή ως επιστημολογία. Ο Χάιντεγκερ όμως, είχε άλλη άποψη επί του θέματος.
Σύμφωνα με τον Χάιντεγκερ, η φιλοσοφία δεν είναι σε καμία περίπτωση ένας επιστημονικός τομέας. Αλλά είναι πιο θεμελιώδης και από την ίδια την επιστήμη. Συνακόλουθα, αντί της φαινομενολογίας ως θεμελιωτικής μελέτης, την χαρακτήρισε ως μεταφυσική οντολογία. Αναφέροντας ότι: «Η ύπαρξη είναι το ορθό και μόνο θέμα της φιλοσοφίας». Για τον Χούσερλ η ύπαρξη εμφανίστηκε μόνο ως απόρροια της συνείδησης. Για τον Χάιντεγκερ η ύπαρξη είναι το αρχικό σημείο της συνείδησης.
Όσον αφορά τον Χούσερλ, θα πρέπει να αποστασιοποιηθούμε για λίγο, από κάθε συμπαγή καθορισμό του εμπειρικού εγώ. Για να μπορέσουμε να κατευθυνθούμε στο πεδίο της καθαρής συνείδησης. Ο Χάιντεγκερ υποστηρίζει ότι, οι πιθανότητες και ο προορισμός της φιλοσοφίας είναι στενά συνδεδεμένα με την ανθρώπινη ύπαρξη και ως εκ τούτου, με την προσωρινότητα και την ιστορικότητα.
Κλείνοντας, παρόλο που πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικές προσεγγίσεις, η μια είναι επηρεασμένη από την άλλη. Με την άποψη ότι ο Χούσερλ αποτέλεσε τον πατέρα της φαινομενολογίας που θεμελίωσε την απαρχή της. Και Χάιντεγκερ, ως μαθητευόμενος του εξέλιξε την θεωρία αυτή. Αξίζει επίσης να αναφερθεί πως ο Χάιντεγκερ, θεωρείται ο θεμελιωτής του υπαρξισμού. Ξεκινώντας από το κορυφαίο Πλατωνικό ερώτημα: «Τι εννοούμε όταν λέμε ον» προσπάθησε να εξετάσει την έννοια του όντος. Συνδέοντας την ανθρώπινη ύπαρξη, ως το εξεταζόμενο υποκείμενο, που καλείται να κατανοήσει αυτήν την έννοια. Συμπληρώνοντας και επεκτείνοντας με αυτόν τον τρόπο την θεωρία και την «ουσία» της έννοιας της φαινομενολογίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου