Σκεφτείτε το έντομο στο δρόμο που περπατάτε˙ μια μικρή μετακίνηση του ποδιού σας είναι αποφασιστική στο ζήτημα της ζωής ή του θανάτου του. Σκεφτείτε τον γυμνοσάλιαγκα που δεν έχει τρόπους διαφυγής, ούτε άμυνας, ούτε παραλλαγής, ούτε απόκρυψης, που είναι εκτεθειμένος στην επιβουλή όλων των άλλων. Δείτε το ψάρι που παίζει αμέριμνο στο ανοιχτό ακόμα δίχτυ˙ τον βάτραχο, που η νωθρότητά του τον εμποδίζει να διαφύγει και να σωθεί˙ το πουλί που αγνοεί, ότι πάνω απ’ το κεφάλι του περιφέρεται ένα γεράκι˙ το πρόβατο, που το ορέγεται πίσω απ’ τον θάμνο o λύκος.
Προικισμένα με ελάχιστη προνοητικότητα, όλα αυτά τα πλάσματα περιφέρονται ανέμελα ανάμεσα στους κινδύνους που κάθε στιγμή απειλούν τη ζωή τους. Αφού λοιπόν η φύση εγκαταλείπει ανενδοίαστα οργανισμούς δικούς της, κατασκευασμένους με άπειρη επιδεξιότητα, όχι μόνο στα αιμοβόρα ένστικτα του ισχυρότερου, αλλά ακόμα και στα καπρίτσια της τύχης ή του οποιουδήποτε ανόητου, στη μοχθηρία κάποιου παιδιού, είναι σαν να θέλει να μας πει ότι η εξόντωση αυτών των οργανισμών της είναι αδιάφορη, δεν την βλάπτει καθόλου, δεν έχει καμία απολύτως σημασία γι’ αυτήν, κι ότι σ’ αυτές τις περιπτώσεις το αποτέλεσμα είναι το ίδιο αδιάφορο με το αίτιο.
Η φύση το δηλώνει αυτό ξεκάθαρα και δε λέει ποτέ ψέματα˙ αρνείται μάλιστα να σχολιάσει τις ενέργειές της και περιορίζεται να τις εκφράζει με τη λακωνικότητα ενός μαντείου. Αν λοιπόν τώρα, η μητέρα των πάντων στέλνει ανέμελα τα παιδιά της χωρίς καμία προστασία, να εκτεθούν σε χίλιους κινδύνους, αυτό δεν μπορεί να συμβαίνει παρά μόνο επειδή γνωρίζει ότι όταν θα πέσουν, θα επιστρέψουν στη μήτρα της, όπου θα είναι και πάλι ασφαλή. Τον άνθρωπο δεν τον αντιμετωπίζει διαφορετικά. Η τακτική της επεκτείνεται και σ’ αυτόν: η ζωή ή o θάνατος του ατόμου την αφήνουν αδιάφορη. Γι’ αυτό και θα ‘πρεπε και για μας, υπό κάποια έννοια, να είναι επίσης αδιάφορα˙ γιατί στην πραγματικότητα είμαστε κι εμείς οι ίδιοι μέρος της φύσης. Αν μπορούσαμε να δούμε τα πράγματα πιο βαθιά, σίγουρα θα συμφωνούσαμε με τη φύση και θα βλέπαμε τη ζωή ή τον θάνατο το ίδιο αδιάφορα μ’ εκείνη.
Arthur Schopenhauer
Arthur Schopenhauer
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου