Πλάτων: 427 π.Χ.–347 π.Χ.
Ο φαύλος πολιτικός ως όλεθρος της πολιτείας
§1
Ίδιον των Ελλήνων της αρχαιότητας ήταν η συνύφανση πολιτικής θεωρίας και πράξης. Όσο καλλιεργούσαν σε βάθος την πολιτική θεωρία, την πολιτική θεώρηση των πραγμάτων, τόσο αποδεικνύονταν ικανοί να παράγουν αληθινή πολιτική πράξη και αντίστροφα. Η πολιτική θεωρία, κατά κανόνα, είχε ως βάση την πολιτική φιλοσοφία. Η συστηματική συνεπώς ανάπτυξη της τελευταίας συνέβαλε τα μέγιστα στο να πλημυρίσει ο αρχαίος κόσμος από εκείνα τα πολύ δυνατά κείμενα των αττικών ρητόρων, των λογογράφων, των ποιητών, των ιστορικών κ.α. Η πολιτική φιλοσοφία, από άποψη αρχής, δεν καλλιεργήθηκε ως ένας ιδιαίτερος κλάδος ή κατεύθυνση της φιλοσοφίας, αλλά ήταν αυτή τούτη η φιλοσοφική σκέψη που δεν ξεχώριζε τον εαυτό της από την πολιτική. Καθ’ όλη εξάλλου την ιστορική της εξέλιξη η φιλοσοφία δεν έπαψε να συνδέεται με την πολιτική ως σκέψη της πόλης. Γι’ αυτό και το σύνολο σχεδόν των φιλοσοφικών θεωριών, έμμεσα ή άμεσα, διεκδικούσαν μια πολιτική προτεραιότητα. Μια τέτοια προτεραιότητα χαρακτήριζε ουσιαστικά όλο το φιλοσοφικό έργο του Πλάτωνα.
§2
Χαρακτηριστικό της Πλατωνικής πολιτικής σκέψης –και αυτό της χάρισε μοναδική πρωτοτυπία στο διηνεκές του χρόνου– ήταν ότι εξαρτούσε το αληθές του Πολιτικού εν όλω από την πολιτική αρετή, δηλαδή από την ικανότητα της κοινωνίας και πολιτείας του ανθρώπου να διευθύνει με αυτονομία και παραδειγματική φρόνηση τα του οίκου της. Η άσκηση, συνακόλουθα, ή η εφαρμογή της πολιτικής αρετής δεν εξαρτάται από τη βούληση απλώς του πολιτικού ανδρός, γιατί βούληση –και μάλιστα βούληση μηδενισμού– διαθέτει και ο φαύλος, ο κίβδηλος πολιτικόςˑ απτό παράδειγμα οι αφισοκολλητές του καθεστωτικο-φεουδαρχικού «αριστερισμού», που στελεχώνουν την εξουσιαστική μηχανή της σημερινής Ελλάδας: με βούληση διαλύουν και ξεπουλούν ό,τι έχει απομείνει όρθιο από την πατρίδα, κάτι που σημειώνει με οξύνοια ο Πλάτων για παρόμοιες περιπτώσεις των δικών του καιρών. Ούτε ακόμη εξαρτάται από μια κατασκευασμένη εξωτερικά, συντεχνιακά, κοινότητα ανθρώπων. Εξαρτάται κυρίως από τη διεκδίκηση της υπέρτατης γνώσης, όχι ως εξουσιαστικής δοκησισοφίας, αλλά ως καταστροφής του επιχρίσματος της πολιτικής απάτης και ως διαλεκτικού Λόγου που θα αφυπνίζει τις μάζες και θα τις καθιστά ικανές να αποκτούν αυτοσυνείδηση, να αποβάλλουν έτσι τη μοίρα της μάζας και να γίνονται οδηγοί του εαυτού τους. Ένας τέτοιος Λόγος δεν διδάσκει στους άλλους την πολιτική –γιατί δεν αεροβατεί ως παντογνώστης– ή δεν την ασκεί εν ονόματι των άλλων ως πεφωτισμένος κομισάριος, αλλά διδάσκοντας και ασκώντας την πολιτική μετασχηματίζεται και ο ίδιος σε δύναμη άρνησης του κακού (Θεαίτητος), άρνησης της πολιτικής πλεκτάνης και των εισαγομένων «ηγετών»· γίνεται δηλαδή «μέτρο όλων των πραγμάτων», μέτρο και για τα όρια του εαυτού του, έτσι ώστε να ξεσκλαβώνεται ο νους και κανείς να μην επωμίζεται τον ρόλο του αγελαίου ή του καθοδηγητή.
§3
Χαράσσοντας μια τέτοια φιλοσοφική γραμμή, ο Πλάτων καθιστούσε το πολιτικό ζήτημα –και σύστημα– εμπρόσωπο και όχι απρόσωπο, όχι σαθρό, όπως συμβαίνει σήμερα. Συμβαίνει, για παράδειγμα, στους καιρούς μας, θλιβερές ασημαντότητες της πολιτικής να κατέχονται από μια τέτοια μεγαλομανία, ώστε να ταυτίζουν το γενικό συμφέρον με τις δικές τους κλεπτομανίες και σατανικές ιδεοληψίες για πρωτεία, να ξεγελούν το πλήθος με κενόδοξες ρητορείες περί κοινωνικής ισότητας, δικαιοσύνης κ.λπ. και στην άσκηση της εξουσίας να αποδεικνύονται ως η πιο αδίστακτη ολιγαρχία του πολιτικού ωφελιμισμού και της πολιτικής αγυρτείας. Όπως αναλύει ο Πλάτων στην Πολιτεία, η εξουσία δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά υπηρετεί έναν ανώτερο σκοπό: τη συνοχή και την ευδαιμονία της πολιτείας. Αυτό το χαρακτηριστικό της ιδιάζει στους αληθινούς φιλοσόφους, σε αντίθεση με τους αγύρτες: ενώ οι δεύτεροι απολαμβάνουν την εξουσία, οι πρώτοι απλώς την υποφέρουν, δηλαδή σηκώνουν το φορτίο της διακυβέρνησης για το καλό της πολιτείας και όχι για τη δική τους καλοπέραση.
§4
Μοιραία φαίνεται να ήταν η συνάντηση του Πλάτωνα με τον Σωκράτη. Ο τελευταίος ήταν αληθινός φιλόσοφος, καθώς ήξερε να εναρμονίζει τη θεωρία με τη δράση. Ο Σωκράτης, όπως καταμαρτυρεί ο Πλάτων (Επιστολή Ζ΄), δολοφονήθηκε από την αθηναϊκή δημοκρατία, επειδή ως φιλόσοφος ασκούσε αληθινά την πολιτική αρετή. Απ’ αυτή την άποψη, η αθηναϊκή δημοκρατία μόνο την πολιτική αρετή δεν ασκούσε, γι’ αυτό και δεν διέθετε χώρο για ανθρώπους σαν τον Σωκράτη. Εάν ο φιλόσοφος ως τέτοιος, σκεπτόταν ο Πλάτων, δεν έχει θέση σε μια «ευνομούμενη» πολιτεία, τότε: ή η πολιτεία δεν είναι ευνομούμενη και γι’ αυτό εχθρεύεται τη φιλοσοφική σκέψη, ή η φιλοσοφική σκέψη πρέπει να υπερβεί μια τέτοια σαπρή [=σάπια] πολιτεία. Με αφετηρία αυτή τη συλλογιστική, ο Πλάτων συνέθεσε όλα του τα έργα με πολιτικό σκεπτικισμό, αλλά και φιλοσοφική προοπτική. Η προοπτική αναδύεται από τη φοβερή σύλληψη της τέλειας Πολιτείας και από τη θεωρία των Ιδεών ως την αστείρευτη πηγή λόγου, αληθούς ερμηνείας του εμπειρικού και μιας ποιητικής εκμύθευσης ενάντια στα σιδερένια άλογα (Χάιντεγκερ) της πολιτικής ασυναρτησίας. Τα σιδερένια άλογα είναι, για τον Πλάτωνα (βλ. Θεαίτητος 173 κ.εξ), οι πολιτικοί συνασπισμοί και οι εκλεκτοί τους που διψούν για ανάληψη δημόσιων αξιωμάτων και για αύξηση μέσω αυτών της περιουσίας τους, για φιλήδονες συνεστιάσεις ή διασκεδάσεις, για νυχτερινά χαροκόπια, για αστόχαστες αντιλογίες μέσα στο βουλευτήριο και τόσα άλλα παρόμοια, αδιαφορώντας αν τα πράγματα στην Πόλη πορεύονται καλά ή κακά. Η αλήθεια, συνεχίζει ο Έλληνας φιλόσοφος, δεν βρίσκεται στις φλυαρίες για γραΐδια (ό.π., 176b), που ακούγονται εντός και εκτός βουλευτηρίου από τους δοκησίσοφους πολιτικούς, αλλά στην οντολογική της θεμελίωση σε σχέση με την εξουσία: π.χ. τι είναι η εξουσία και κατά πόσο η μια ή η άλλη μορφή άσκησής της ταιριάζει στην ουσία του ανθρώπου.
§5
Ο φιλόσοφος, ως προκύπτει, ούτε στον ύπνο του ούτε στον ξύπνο του δεν θέλει να βλέπει και να ακούει ό,τι έχει σχέση με τις μικρότητες των πολιτικών. Όταν, για παράδειγμα, τους «ακούει να εγκωμιάζουν κάποιον τύραννο ή βασιλιά», ας πούμε με σημερινούς όρους τον έναν ή τον άλλο πολιτικό ή πολιτειακό παράγοντα, «νομίζει πως ακούει να μακαρίζουν κανένα ποιμένα, όπως χοιροβοσκό ή βουκόλο που αρμέγει πολύ γάλα» ( Θεαίτητος 174d). Ο ίδιος ο φιλόσοφος φαντάζει, για όλους αυτούς, ξένο σώμα. Κι όμως βρίσκεται στο κέντρο της γης. Μέσα στην ατελή πολιτεία που υποχρεώνεται να ζήσει, μπορεί να μην του παραχωρείται χώρος αντάξιος του φιλοσοφικώς ζην, ωστόσο είναι ο μόνος που μπορεί να εγγυάται τη ριζική αλλαγή της φαύλης πολιτείας. Γιατί μπορεί μόνο αυτός; Επειδή μετέχει στον άτοπο τόπο, στον νοητό χώρο των καθαρών ιδεών: διάγει έναν βίο που στηρίζεται στη διαλεκτική σκέψη και έτσι αίρεται πάνω από τη μικρόψυχη κατάσταση του φιλόνικου και του φιλοκερδούς. Συναφώς δεν εκπίπτει «στην τάξη των επαγγελματιών, κηφήνων πολιτικών που δημαγωγούν και κολακεύουν το λαό, υποκινώντας τον συγχρόνως σε κάθε είδους βιαιοπραγίες» (Πολιτεία). Επομένως ο αληθινός φιλόσοφος δεν ενδιαφέρεται για ατομική ιδιοκτησία, πλούτη, χλιδή και εξουσία. Εάν, παρά ταύτα, οι φιλόσοφοι χρειάζεται να κυβερνήσουν είναι, γιατί «είναι ντροπή να αφήνουν τους χειρότερους να νέμονται την εξουσία προς ίδιον όφελος» (Πολιτεία). Οι αληθινοί φιλόσοφοι, εκείνοι που έχουν αντικρίσει το Αγαθό καθαυτό, δηλαδή έχουν μυηθεί σε έναν ανώτερο τρόπο ζωής, θα αντιμετωπίσουν «τη θορυβώδη πολιτική, με το να αναλάβουν τη διοίκηση (=διακυβέρνηση) και να υπηρετήσουν το κοινό καλό …και αφού διαμορφώσουν τα κατάλληλα πρότυπα πολιτών για υπηρέτηση του κοινού καλού θα μετοικήσουν στη νήσο των Μακάρων» (Πολιτεία), δηλαδή θα εγκαταλείψουν την εξουσία, η άσκηση της οποίας δεν τους τιμά, αλλά είναι αναπόφευκτη για ένα ορισμένο διάστημα. Η φιλοδοξία για παραμονή στην εξουσία για πολύ χρόνο χαρακτηρίζει τους πολιτικούς του ιδεολογικού ολοκληρωτισμού. Ό,τι ακριβώς κυριαρχεί σήμερα στην Ελλαδική πολιτεία!
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου