Το έργο θεωρήθηκε ολοκληρωμένο επειδή συνυπάρχουν στην εντέλεια τρία στοιχεία: το τραγικό, το δραματικό και το θεατρικό.
Γράφτηκε το 407 π.Χ. λίγο πριν πεθάνει ο μεγάλος τραγικός ποιητής και διδάχτηκε το 405 π.Χ. από τον γιο του στην Αθήνα. Ο τόπος συγγραφής του έργου ήταν η Πέλλα καθώς ο ποιητής ήταν φιλοξενούμενος στην αυλή του βασιλιά της Μακεδονίας Αρχέλαου.
Ο Αριστοφάνης θα πληροφορήσει ότι και ο Αισχύλος στο παρελθόν είχε πραγματευτεί τον ίδιο μύθο του («Θηβαίου θεομάχου») σε σχετική τετραλογία η οποία περιελάμβανε το έργο Πενθέας.
Η εξέλιξη του έργου:
Ο Διόνυσος γιος του Δία και της Σεμέλης, της κόρης του Κάδμου, βασιλιά της Θήβας μετά από πολλές περιπλανήσεις στην Ασία, όπου έχει εδραιώσει τη λατρεία του έρχεται να την επιβάλει και στην Ελλάδα ξεκινώντας από τη γενέτειρά του, τη Θήβα ακολουθούμενος από βάρβαρες γυναίκες που αποτελούν το θίασό του. Στη Θήβα, όμως, αμφισβητείται η θεϊκή του υπόσταση και στην πόλη ισχυρίζονται ότι η Σεμέλη φόρτωσε στο Δία κάποιο από τα αμαρτήματά της. Ο πρόλογος του έργου (μονόλογος του Διόνυσου) αποτελεί μία ανάπτυξη της βακχικής λατρείας.
Στην επωδό του έργου θα εγκωμιαστεί η βακχική έκσταση που θα περιλαμβάνει ορειβασία, περιπλάνηση στα βουνά και ωμοφαγία ( διαμελισμός ζώου στο οποίο κατοικεί η δύναμη του θεού και καταβρόχθιση της σάρκας του). Από τις αγγελικές ρήσεις ακόμη προβλέπει την επερχόμενη καταστροφή του βασιλιά της Θήβας και πολέμιου του Διόνυσου Πενθέα (έσπειρε μανία ο Διόνυσος στις γυναίκες της Θήβας, τις έστειλε στα βουνά για να εκδικηθούν ,ενώ σε αντίδραση ο Πενθέας έστειλε στρατιώτες να τις συλλάβουν).
Ο Διόνυσος με ανθρώπινη μορφή εξιστορεί το ιστορικό και τις περιπέτειες του. Ερχόμενος στη Θήβα o θεός οιστρηλάτησε τις αδερφές της μάνας του αλλά και όλο το γυναικείο πληθυσμό της πόλης και ως Μαινάδες μαζί με τις Βάκχες, τις ακόλουθές του, περιπλανώνται στον Κιθαιρώνα όπου σε κατάσταση μανίας και χωρίς λογική χορεύουν και συμβιώνουν αρμονικά(;) με τη φύση. Τη βασιλεία τώρα στη Θήβα την έχει ο Πενθέας που διακρίνεται για τις αντιβακχικές του προθέσεις (εχθρεύεται τη νέα λατρεία επειδή είναι ελευθεριάζουσα συν τοις άλλοις η νέα λατρεία απειλεί να καταστρέψει το υφιστάμενο θρησκευτικό κατεστημένο). Μεταξύ των γυναικών που είχε γοητεύσει ο Διόνυσος ήταν και η μητέρα του Πενθέα η Αγαύη.
Ο μάντης Τειρεσίας, έρχεται και συναντά τον Κάδμο, ο οποίος είναι και αυτός οπαδός του Διόνυσου. Του ζητάει να βγουν στα βουνά για να δοξάσουν το θεό. Εκείνη την ώρα καταφθάνει ο νέος βασιλιάς Πενθέας, που έλειπε και άκουσε «για τις γυναίκες που πήραν τα βουνά…» Όσες από αυτές μπόρεσε τις συνέλαβε και οργανώνεται για να φέρει πίσω και τις υπόλοιπες για να υπηρετήσουν τους άντρες τους! Θεωρεί τον Διόνυσο μάγο και που του αξίζει η αγχόνη. Βλέπει στολισμένους βακχικά τον Τειρεσία και τον παππού του και τον πιάνουν τα γέλια. Θεωρεί υπεύθυνο τον Τειρεσία, όμως για το χορό τα λόγια του συνιστούν ύβρη. Ο Πενθέας δεν πείθεται για τις προθέσεις του Διονύσου και δίνει εντολή να καταστρέψουν όλα του τα σύνεργα, να συλλάβουν τον «θηλύμορφον ξένον» και να τον φέρουν δέσμιο μπροστά του.
Ένας δούλος φέρνει το Διόνυσο προς το παλάτι αλλά στο δρόμο έκανε εκείνος με ένα θαύμα
απελευθερώθηκε από τα δεσμά. Ακολουθεί η ανάκριση στην οποία ο Διόνυσος απαντά πρόθυμα αλλά εξοργίζει τον Πενθέα που τον στέλνει να χορεύει στα σκοτάδια της φυλακής. Ο Διόνυσος όμως δραπετεύει, καταστρέφει το παλάτι με σεισμό και εξευτελίζει τον Πενθέα, που τον συναντά μπροστά στο παλάτι.
Εκείνη την ώρα έρχεται τρέχοντας ο αγγελιαφόρος από τον Κιθαιρώνα. Μαζί με άλλους έβοσκε το κοπάδι και βρέθηκε αντιμέτωπος με το θέαμα των μαινάδων που έκαναν πράξεις ασυνήθιστες και τρομερές και διαπιστώνει ότι «όλα αυτά δεν μπορούν να γίνουν χωρίς το χέρι κάποιου θεού». Προτείνει στον Πενθέα να δεχθεί το Διόνυσο ως νέο θεό, αλλά αυτός αρνείται και προετοιμάζεται για να φέρει πίσω τις γυναίκες. Ο Διόνυσος τον περιμένει μέχρι τέλους ώστε να τον πάρει με το μέρος του…
Ο Διόνυσος προσπαθεί να τον αποτρέψει όμως η διήγηση του βοσκού έχει εξάψει την περιέργεια του Πενθέα που πείθεται από το Διόνυσο να μεταμφιεστεί ο ίδιος σε Μαινάδα και να ανέβει στην κορυφή ενός έλατου με σκοπό να κατασκοπεύσει τις Θηβαίες γυναίκες στον Κιθαιρώνα προκειμένου να αποκτήσει ιδία άποψη.
Η συνέχεια είναι συγκλονιστική…
Ο Πενθέας τελικά πέφτει στην παγίδα του Διόνυσου…
«Πενθέα πένθος φέρνει τ’ ονομά σου, είχε πει στην αγγελική ρήση ο Βάκχος»
Ο Πενθέας συντρίβεται τελικά από τις Μαινάδες…
Το τέλος του βασιλιά…
Ο Διόνυσος κατάφερε να δελεάσει τον Πενθέα και να τον πείσει τελικά να κατασκοπεύσει ο ίδιος τις βακχικές τελετές μεταμφιεζόμενος μάλιστα ως γυναίκα! Ο Πενθέας κατευθύνθηκε στο βουνό και αφού κρύφτηκε ανάμεσα στα δέντρα περίμενε να δει τις οργιαστικές τελετές των γυναικών της πόλης του. Οι κόρες του Κάδμου, δηλαδή η μητέρα του και οι θείες του, τον είδαν πάνω σε ένα δέντρο και φαντάστηκαν [μάλλον ο Διόνυσος τους υπέβαλε αυτή τη σκέψη], ως ένα άγριο ζώο. Έτσι, τράβηξαν τον Πενθέα κάτω και τον έσκισαν από πάνω μέχρι κάτω(!), με έναν τελετουργικό τόπο που είναι γνωστός ως σπαραγμός. Όταν η αληθινή του ταυτότητα ανακαλύφθηκε αργότερα, οι αξιωματούχοι της Θήβας εξόρισαν τις γυναίκες-μαινάδες από τη Θήβα. Κάποιες πηγές βεβαιώνουν ότι η μητέρα του ήταν η πρώτη που έφερε το θανατηφόρο κτύπημα σκίζοντάς τον στο κεφάλι. Έβαλε έπειτα το κεφάλι σε ένα ραβδί και το πήρε πίσω στην Θήβα, σαν μακάβριο θύρσος, μέχρι που συνάντησε το γέρο-Κάδμο, ο οποίος και την έβγαλε από το φρικτό κόσμο των “ιερών” ψευδαισθήσεών της!
Στο παλάτι…
Ένας δεύτερος αγγελιοφόρος έρχεται και ανακοινώνει ότι ο Πενθέας τελικά καταξεσκίστηκε με μανία από τη μητέρα του η οποία έβγαζε αφρούς από το στόμα έχοντας χάσει τα λογικά της. Μαζί της συμμετείχαν και οι άλλες μαινάδες. Η ωμή περιγραφή προκαλεί φρίκη και συμπάθεια για τον κακότυχο Πενθέα.
Στη σκηνή εμφανίζεται η Αγαύη που κρατάει πάνω σε θύρσο το κεφάλι του σκοτωμένου θριαμβολογώντας. Η Αγαύη τελικά σιγά σιγά συνέρχεται συνειδητοποιώντας την τραγική πραγματικότητα. Ακολουθεί διάλογος Αγαύης και Κάδμου που δεν είναι ολοκληρωμένος.
Στην έξοδο ο Διόνυσος, με θεϊκή επιβλητικότητα εξορίζει την Αγαύη και τις αδερφές της. Τέλος στον Κάδμο και τη γυναίκα του Αρμονία υπόσχεται ανάπαυση στο νησί των Μακάρων…
Διάδοχος του Πενθέα ορίστηκε ο θείος του Πολύδωρος, ενώ λίγο μετά το φρικτό του τέλος η σύζυγος του γέννησε ένα γιο, τον Μενοικέα του οποίου ο γιος ήταν ο Λάιος (πατέρας του Κρέοντα και της Ιοκάστης και παππούς του Οιδίποδα.
Επιπλέον στοιχεία για το έργο:
Για τον ήρωα Πενθέα θα μπορούσαμε να αρκεστούμε στην άποψη του Albin Lesky, ότι ο βασιλιάς των Θηβών ενσαρκώνει τον άνθρωπο που κρατιέται από το κοντινό, το χειροπιαστό, το άμεσα νοητό και αντιτάσσει πεισματάρικη αντίσταση στο ξύπνημα του άλογου στοιχείου. Αντίσταση η οποία στο τέλος θα είναι αυτοκαταστροφική όπως θα συμπληρώναμε.
Προέκυψαν πολλά ερωτήματα σχετικά με την ερμηνεία του έργου από τους κατοπινούς μελετητές.
Σε μία προσπάθεια προκειμένου να αποκρυπτογραφηθεί και να ερμηνευτεί το έργο υποστηρήχθηκαν δύο ακραίες απόψεις ιδιαίτερα κατά το παρελθόν :
Πρώτον ο Ευριπίδης με τους Βάκχες επιστρέφει στο θεό καθώς σε όλα τα έργα του (σε αντίθεση με του άλλους δύο μεγάλους τραγικούς) τοποθετεί τον άνθρωπο να ενεργεί μόνος του χωρίς την επιρροή των θεών. Έτσι λοιπόν στα γεράματα του μετανοεί και επιστρέφει στους θεούς.
Και Δεύτερον ο μεγάλος τραγικός παρουσιάζοντας τον Πενθέα να εμμένει στην άρνηση του να δεχθεί τον Διόνυσο και στην εχθρικότητα απέναντι στο θεό παρά τις ευκαιρίες που του παρέχονται, τον ταυτίζει με τον εαυτό του και επί της ουσίας παραμένει άθεος μέχρι τέλους.
Η σύγχρονη έρευνα και ερμηνεία κινείται προς την κατεύθυνση της υποστήριξης της θέσης ότι ο Ευριπίδης ανέκαθεν συγκλονίζονταν βαθιά από τις μυστικιστικές λατρείες και επιζητούσε επαφή μ’ αυτές. Η παραμονή του στη Μακεδονία του έδωσε την ευκαιρία να έρθει σε επαφή με τις εκστατικές λατρείες στην πιο πρωτόγονη και γνήσια μορφή τους, πολύ διαφορετική από εκείνη που έως τότε γνώριζε στην Αττική. Έτσι λοιπόν το έργο ήταν μία προσπάθεια από μέρους του ανάπτυξης του φαινομένου των μυστικιστικών λατρειών.
ΑΞΙΟΘΑΥΜΑΣΤΟ ΕΡΓΟ ,ΜΕ ΠΛΟΚΗ ,ΙΝΤΡΙΓΚΑ , ΣΕΝΑΡΙΟ ,ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ,ΘΕΑΤΡΙΚΑ (Η' ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ) ΕΡΓΑ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΜΕΙΝΕΙ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΑ , ΚΑΜΙΑ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΙΟΥΔΑΙΟΣΙΩΝΙΣΤΙΚΕΣ ΜΥΘΟΛΟΓΙΕΣ
ΑπάντησηΔιαγραφή