Ποια είναι η σχέση της βλακείας με την ηθική; Είναι δυνατό να υπάρξει σχέση ανάμεσα σ’ ένα ανθρωπολογικό – βιολογικό γεγονός, που είναι η βλακεία και σ’ ένα κοινωνικό – φιλοσοφικό γεγονός που είναι η ηθική; Κι ακόμα, πώς και γιατί εμπλέκεται η βλακεία στα κοινωνικά γεγονότα, συνεπώς και στην πολιτική;
Απ’ ό,τι ξέρουμε, κανείς κοινωνιολόγος ή φιλόσοφος δεν τόλμησε να σμίξει δυο κατηγορήματα φαινομενικά εντελώς άσχετα μεταξύ τους, τη βλακεία και την ηθική, για να καταλήξει στο συμπέρασμα πως: Η ανηθικότης είναι αποκλειστικό προϊόν των βλακών, όπως αποφαίνεται ο παραγνωρισμένος “ανορθόδοξος” κοινωνιολόγος Ευάγγελος Λεμπέσης, που πέθανε πριν από λίγα χρόνια βαθιά πικραμένος για τον καταποντισμό της ιδιοφυίας-του στο χάος της ελληνικής πνευματικής μετριότητας, στο σύντομο δοκίμιό του που έχει τον τίτλο: “Η τεράστια κοινωνική σημασία των βλακών εν τω συγχρόνω βίω”.
Θα προσπαθήσουμε παρακάτω να παρακολουθήσουμε τη συλλογιστική του Λεμπέση, που καταλήγει στο παραπάνω παράδοξο συμπέρασμα.
Πριν από το καθετί, ο Λεμπέσης ήταν ένας σπαρακτικά έντιμος άνθρωπος, τόσο έντιμος που η Δεξιά, στην οποία ανήκε “φυσιολογικά” δεν τον αναγνώρισε ποτέ για δικό της: Αυτό το κείμενό μας ας θεωρηθεί σαν ένας ελάχιστος φόρος τιμής σ’ έναν άξιο ιδεολογικό μας φίλο, μέσα από την εντιμότητα, το θάρρος και κείνη τη σπάνια διαύγεια του μυαλού-του που του επιτρέπει να μπαίνει κατευθείαν στην καρδιά των προβλημάτων χωρίς φιλολογικές περιστροφές και κοσμικές “ευγένειες”, που ευκολύνουν την ακαδημαϊκή καριέρα.
Κατά τον Λεμπέση, λοιπόν, οι βλάκες κατατάσσονται σε δυο ομάδες:
Τους κυρίως ειπείν βλάκες, που είναι και οι συμπαθέστεροι και οι λιγότερο επικίνδυνοι και τους αποβλακωμένους. Χωρίς την πρώτη κατηγορία “φυσικών” βλακών δε θα υπήρχε εκμετάλλευση και χωρίς εκμετάλλευση δε θα υπήρχε πολιτισμός, όπως ισχυρίζεται ο Λεμπέσης. Είναι οι λόγω βλακείας γεννημένοι σκλάβοι, που “χαίρονται” τη σκλαβιά τους και που δε θα ήξεραν τί να κάνουν την ελευθερία τους αν τους τη χάριζαν.
Ο Λεμπέσης δε θ’ ασχοληθεί μ’ αυτούς τους γεννημένους βλάκες και θα περιορίσει την έρευνά του αποκλειστικά στη δεύτερη κατηγορία: Τους αποβλακωμένους, δηλαδή όσους έγιναν βλάκες για λόγους κοινωνικούς, για να βολευτούν μέσα στην ισοπεδωτική μετριότητα και ασήμαντοτητα. Τούτοι οι βλάκες κατέχουν αναγκαστικά σπουδαίες θέσεις μέσα στην κοινωνία. Πώς καταφέρνουν και αναρριχώνται, όντας παντελώς ή σχεδόν παντελώς ανίκανοι; Βάσει της μαθηματικής αρχής της ισοδυναμίας: Δέκα βλάκες εναντίον ενός ευφυούς, δέκα ανίκανοι εναντίον ενός ικανού, δέκα αδύνατοι εναντίον ενός ισχυρού κ.ο.κ. Οι βλάκες έχουν την τάση να συνασπίζονται. Πρόκειται για τις γνωστές “κλίκες”. Έχουμε εδώ ένα συνασπισμό μηχανικής τάξης, βασισμένο στην αρχή της “ελάχιστης προσπάθειας”, ώστε να αντιμετωπιστεί μια ισχυρότερη αλλά ολιγαριθμότερη δύναμη και επί του προκειμένου οι έξυπνοι.
Οι βλάκες συνασπίζονται γιατί ξέρουν πως κινδυνεύουν συνεχώς να περιέλθουν στην κατάσταση του παντός είδους προλεταριάτου, πράγμα που αποτελεί αναμφισβήτητο τεκμήριο για το βαθμό της πνευματικής-τους αναπηρίας. Τούτη η τάση για συσπείρωση των βλακών είναι η αιτία που τα παντός είδους σωματεία και κυρίως τα “πνευματικά” με τον καιρό περιέρχονται σε κατάσταση απόλυτης βλακοκρατίας.
Ένα πνευματικό σωματείο υπό καθεστώς βλακοκρατίας είναι φυσικό να μη νοιάζεται για την ελευθερία της σκέψης: Η ελευθερία της σκέψης είναι χρήσιμη μόνο σ’ εκείνους που διαθέτουν σκέψη. Για τον Λεμπέση, οι Μασονικές Στοές, οι Ροταριανοί Όμιλοι, ακόμα και η Κοινωνία των Εθνών είναι οργανώσεις που βλακοκρατούνται απολύτως.
Από πού αντλεί τη δύναμή της η βλακική αγέλη; Από τη φύσει κατώτερη θέση της στην κοινωνική πυραμίδα, λέει ο Λεμπέσης. Άπαξ και συνασπιστούν οι βλάκες στη βάση της πυραμίδας μπορούν ευχερώς να ταράξουν ολόκληρο το κοινωνικό οικοδόμημα και να επιβάλουν όποιον βλάκα θέλουν στην κορυφή. Και δεδομένου ότι “ενός βλακός προκειμένου μύριοι έπονται”, ο κάθε βλάξ που θα προωθηθεί στην κορυφή θα σύρει πίσω του μόνο πρόσωπα κατώτερό του, δηλαδή ακόμα πιο βλάκες απ’ αυτόν. Μια βίαιη ανατροπή της βλακοκρατικής πυραμίδας με μια επανάσταση θα επαναφέρει τα πράγματα στη φυσική τους τάξη, αλλά μόνο προσωρινά, διότι το προτσές της βλακοποίησης θα επαναληφτεί και σε λίγο οι βλάκες θα κυριαρχήσουν και πάλι.
Κατά τον Λεμπέση ο κόσμος είναι αδύνατον να γλιτώσει από τους βλάκες. Όμως υπάρχουν και βλάκες που προωθούνται στην κορυφή χωρίς τη βοήθεια της “κλίκας”, μόνοι τους, με την “αξία” τους, δηλαδή με την έλλειψη πραγματικής αξίας. Σ’ αυτή την περίπτωση, ο βλαξ θα γκρεμιστεί από τη θέση-του με την πρώτη δυσκολία που θα συναντήσει, εκτός και αν ενταχτεί σε μια βλακοκρατική κλίκα που θα τον στηρίξει με τη δύναμή-της. Απαραίτητο “προσόν” του βλακός που επιδιώκει την κατάληψη ενός πόστου είναι η παντελής έλλειψη προσωπικότητας, που εκδηλώνεται με τη χρόνια απουσία γνώμης επί παντός ζητήματος.
Υπάρχουν δυο τύποι σοβαροφανών βλακών: Ο “ψωνίζων” και ο “κοζέρ”.
Ο “ψωνίζων” ακούει (ψωνίζει) “προσεχτικά” τη γνώμη των άλλων και συνοδεύει τα λόγια-τους μ’ ένα εξυπνώδες ηλίθιο μειδίαμα, χωρίς ποτέ να εκφράζει κατηγορηματική άποψη για τίποτα και για κανένα: Δεν είναι, δα “ηλίθιος” για να εκτίθεται φανερώνοντας τη σκέψη του όση υπάρχει! Ο ψωνίζων “έχει έκδηλον στίγμα την βλακώδη πονηριά εις το μέρος εκείνο του ανθρωπίνου σώματος ένθα – παρά τοις ανθρώποις – κείται συνήθως το πρόσωπον”.
Και είναι πεισματικά προσκολλημένος στην άποψη ότι είναι “ηλίθιοι” όλοι οι έχοντες άποψη.
Ο “κοζέρ”, (ο κενολόγος φλύαρος), είναι μια πραγματική κοινωνική μάστιγα. Ο “κοζέρ” μιλάει όσο περισσότερο μπορεί, αλλά λέει πάντα σοφίες του τύπου: “κατά την νύκτα, αναμφι-βόλως επικρατεί σκότος” ή “αφού έβρεξε θα έχουμε οπωσδήποτε υγρασία”. Ο κενολόγος “κοζέρ” έχει πάντα μια προστατευτική στάση απέναντι στους πνευματικώς ανωτέρους-του, πράγμα που του χαρίζει εύκολα τον χαρακτηρισμό του “συμπαθούς”, που οι πραγματικά έξυπνοι άνθρωποι δε θα τον ήθελαν ποτέ για τον εαυτό-τους, θεωρώντας τον συνώνυμο του “κόπανος”.
Μερικοί απελπισμένοι από τον παραγκωνισμό τους έξυπνοι άνθρωποι προσπαθούν να υποκριθούν τον ηλίθιο προκειμέ-νου να προωθηθούν στην κοινωνική πυραμίδα. Πάντα κατά τον Λεμπέση, αυτοί οι έξυπνοι που παριστάνουν τους βλάκες δε θα πετύχουν απολύτως τίποτα, εκτός κι αν είναι πάρα πολύ καλοί ηθοποιοί. Διότι “η ύπαρξις πνευματικής και ψυχικής ζωής έχει ως γνωστόν αναποτρέπτους αντανακλάσεις επί της εξωτερικής φυσιογνωμίας”. Έτσι, και η απλή παρουσία – με τη φυσιογνωμική εμφάνισή-του και μόνο— του ευφυούς είναι για το βλάκα στο έπακρο προκλητική. Το μίσος, ο φθόνος και ο φόβος που προκαλεί ο έξυπνος με την εμφάνισή-του κινητοποιεί ολόκληρο τον αμυντικό μηχανισμό του βλάκα, που τον αποβάλλει από τις τάξεις-του, διατηρώντας την “παράταξή-” του πάντα “καθαρή” από την εξυπνάδα.
Ο βλαξ είναι ζώον μόνιμα πανικόβλητο. Έχοντας σαν μόνο οδηγό το ένστικτο και καθόλου τη νόηση αδυνατεί να αμυνθεί με λογικά μέσα. Έτσι καταφεύγει σταθερά στο χαφιεδισμό, το ξεσκόνισμα, το “ποιείν τον καραγκιόζην”, τη συρραφή κολακευτικών στίχων, την εκφώνηση πατριωτικών λόγων, ακόμα και τη μεταφορά από την αγορά των λαχανικών της κυρίας του κυρίου-του.
“Δύο κεφαλαί δια να συνεννοηθούν πρέπει να είναι ή εξίσου κεναί ή εξίσου πλήρεις”. Έτσι, ενώ η συνεννόηση μεταξύ ηλιθίων είναι δυνατή, η συνεννόηση μεταξύ ηλιθίων και ευφυών είναι απολύτως αδύνατη. Αυτό σημαίνει ότι οι έξυπνοι δεν έχουν καμιά δυνατότητα να καθοδηγήσουν και να διδάξουν τους ανοήτους. Ο βλαξ αδυνατεί να καταφύγει σε έντιμα μέσα για να πετύχει το σκοπό-του. Διότι τα έντιμα μέσα είναι δύσκολα και προϋποθέτουν νου για να καταλήξουν σε αποτέλεσμα.
Ο βλαξ λοιπόν είναι αναγκαστικά ένας απατεών, που βασίζεται μόνο στο ένστικτό του, όπως ακριβώς και τα ζώα που, φυσικά, δεν έχουν “ηθικόν βίον”. Η βλακεία δεν έχει ταξική καταγωγή, λέει ο Λεμπέσης. Όμως οι “αριστοκρατικοί και πλούσιοι βλάκες” είναι μυριάκις πιο επικίνδυνοι ηθικά από τους φτωχούς και προλετάριους βλάκες. Ένα “καλό παιδί καλής οικογένειας”, δηλαδή ένας “ευπρεπής βλαξ” παραμένει ασύδοτος από μικρός. Έχει ταξική ασυλία, που δεν την έχει ο σταθερά ελεγχόμενος από νήπιο φτωχός βλαξ. Ο λαϊκός βλαξ είναι συμπαθέστερος και λιγότερο γελοίος διότι είναι σεμνότερος και στερημένος της αυτοπεποιθήσεως και επάρσεως του βλακός των άνω τάξεων.
Πάντως απ’ όποια τάξη κι αν προέρχεται, ο βλαξ που θα υποχρεωθεί να δώσει μάχη —που ωστόσο την αποφεύγει όσο μπορεί— θα τη δώσει με τα πνευματικά ευκολότερα και συνεπώς ανηθικότερα όπλα: το ψεύδος, τη διαστροφή, τη ραδιουργία, τη συκοφαντία. Εξ’ ού έπεται το ακλόνητο δόγμα: η ανηθικότης είναι αποκλειστικόν προϊόν των βλακών!!!
Απ’ ό,τι ξέρουμε, κανείς κοινωνιολόγος ή φιλόσοφος δεν τόλμησε να σμίξει δυο κατηγορήματα φαινομενικά εντελώς άσχετα μεταξύ τους, τη βλακεία και την ηθική, για να καταλήξει στο συμπέρασμα πως: Η ανηθικότης είναι αποκλειστικό προϊόν των βλακών, όπως αποφαίνεται ο παραγνωρισμένος “ανορθόδοξος” κοινωνιολόγος Ευάγγελος Λεμπέσης, που πέθανε πριν από λίγα χρόνια βαθιά πικραμένος για τον καταποντισμό της ιδιοφυίας-του στο χάος της ελληνικής πνευματικής μετριότητας, στο σύντομο δοκίμιό του που έχει τον τίτλο: “Η τεράστια κοινωνική σημασία των βλακών εν τω συγχρόνω βίω”.
Θα προσπαθήσουμε παρακάτω να παρακολουθήσουμε τη συλλογιστική του Λεμπέση, που καταλήγει στο παραπάνω παράδοξο συμπέρασμα.
Πριν από το καθετί, ο Λεμπέσης ήταν ένας σπαρακτικά έντιμος άνθρωπος, τόσο έντιμος που η Δεξιά, στην οποία ανήκε “φυσιολογικά” δεν τον αναγνώρισε ποτέ για δικό της: Αυτό το κείμενό μας ας θεωρηθεί σαν ένας ελάχιστος φόρος τιμής σ’ έναν άξιο ιδεολογικό μας φίλο, μέσα από την εντιμότητα, το θάρρος και κείνη τη σπάνια διαύγεια του μυαλού-του που του επιτρέπει να μπαίνει κατευθείαν στην καρδιά των προβλημάτων χωρίς φιλολογικές περιστροφές και κοσμικές “ευγένειες”, που ευκολύνουν την ακαδημαϊκή καριέρα.
Κατά τον Λεμπέση, λοιπόν, οι βλάκες κατατάσσονται σε δυο ομάδες:
Τους κυρίως ειπείν βλάκες, που είναι και οι συμπαθέστεροι και οι λιγότερο επικίνδυνοι και τους αποβλακωμένους. Χωρίς την πρώτη κατηγορία “φυσικών” βλακών δε θα υπήρχε εκμετάλλευση και χωρίς εκμετάλλευση δε θα υπήρχε πολιτισμός, όπως ισχυρίζεται ο Λεμπέσης. Είναι οι λόγω βλακείας γεννημένοι σκλάβοι, που “χαίρονται” τη σκλαβιά τους και που δε θα ήξεραν τί να κάνουν την ελευθερία τους αν τους τη χάριζαν.
Ο Λεμπέσης δε θ’ ασχοληθεί μ’ αυτούς τους γεννημένους βλάκες και θα περιορίσει την έρευνά του αποκλειστικά στη δεύτερη κατηγορία: Τους αποβλακωμένους, δηλαδή όσους έγιναν βλάκες για λόγους κοινωνικούς, για να βολευτούν μέσα στην ισοπεδωτική μετριότητα και ασήμαντοτητα. Τούτοι οι βλάκες κατέχουν αναγκαστικά σπουδαίες θέσεις μέσα στην κοινωνία. Πώς καταφέρνουν και αναρριχώνται, όντας παντελώς ή σχεδόν παντελώς ανίκανοι; Βάσει της μαθηματικής αρχής της ισοδυναμίας: Δέκα βλάκες εναντίον ενός ευφυούς, δέκα ανίκανοι εναντίον ενός ικανού, δέκα αδύνατοι εναντίον ενός ισχυρού κ.ο.κ. Οι βλάκες έχουν την τάση να συνασπίζονται. Πρόκειται για τις γνωστές “κλίκες”. Έχουμε εδώ ένα συνασπισμό μηχανικής τάξης, βασισμένο στην αρχή της “ελάχιστης προσπάθειας”, ώστε να αντιμετωπιστεί μια ισχυρότερη αλλά ολιγαριθμότερη δύναμη και επί του προκειμένου οι έξυπνοι.
Οι βλάκες συνασπίζονται γιατί ξέρουν πως κινδυνεύουν συνεχώς να περιέλθουν στην κατάσταση του παντός είδους προλεταριάτου, πράγμα που αποτελεί αναμφισβήτητο τεκμήριο για το βαθμό της πνευματικής-τους αναπηρίας. Τούτη η τάση για συσπείρωση των βλακών είναι η αιτία που τα παντός είδους σωματεία και κυρίως τα “πνευματικά” με τον καιρό περιέρχονται σε κατάσταση απόλυτης βλακοκρατίας.
Ένα πνευματικό σωματείο υπό καθεστώς βλακοκρατίας είναι φυσικό να μη νοιάζεται για την ελευθερία της σκέψης: Η ελευθερία της σκέψης είναι χρήσιμη μόνο σ’ εκείνους που διαθέτουν σκέψη. Για τον Λεμπέση, οι Μασονικές Στοές, οι Ροταριανοί Όμιλοι, ακόμα και η Κοινωνία των Εθνών είναι οργανώσεις που βλακοκρατούνται απολύτως.
Από πού αντλεί τη δύναμή της η βλακική αγέλη; Από τη φύσει κατώτερη θέση της στην κοινωνική πυραμίδα, λέει ο Λεμπέσης. Άπαξ και συνασπιστούν οι βλάκες στη βάση της πυραμίδας μπορούν ευχερώς να ταράξουν ολόκληρο το κοινωνικό οικοδόμημα και να επιβάλουν όποιον βλάκα θέλουν στην κορυφή. Και δεδομένου ότι “ενός βλακός προκειμένου μύριοι έπονται”, ο κάθε βλάξ που θα προωθηθεί στην κορυφή θα σύρει πίσω του μόνο πρόσωπα κατώτερό του, δηλαδή ακόμα πιο βλάκες απ’ αυτόν. Μια βίαιη ανατροπή της βλακοκρατικής πυραμίδας με μια επανάσταση θα επαναφέρει τα πράγματα στη φυσική τους τάξη, αλλά μόνο προσωρινά, διότι το προτσές της βλακοποίησης θα επαναληφτεί και σε λίγο οι βλάκες θα κυριαρχήσουν και πάλι.
Κατά τον Λεμπέση ο κόσμος είναι αδύνατον να γλιτώσει από τους βλάκες. Όμως υπάρχουν και βλάκες που προωθούνται στην κορυφή χωρίς τη βοήθεια της “κλίκας”, μόνοι τους, με την “αξία” τους, δηλαδή με την έλλειψη πραγματικής αξίας. Σ’ αυτή την περίπτωση, ο βλαξ θα γκρεμιστεί από τη θέση-του με την πρώτη δυσκολία που θα συναντήσει, εκτός και αν ενταχτεί σε μια βλακοκρατική κλίκα που θα τον στηρίξει με τη δύναμή-της. Απαραίτητο “προσόν” του βλακός που επιδιώκει την κατάληψη ενός πόστου είναι η παντελής έλλειψη προσωπικότητας, που εκδηλώνεται με τη χρόνια απουσία γνώμης επί παντός ζητήματος.
Υπάρχουν δυο τύποι σοβαροφανών βλακών: Ο “ψωνίζων” και ο “κοζέρ”.
Ο “ψωνίζων” ακούει (ψωνίζει) “προσεχτικά” τη γνώμη των άλλων και συνοδεύει τα λόγια-τους μ’ ένα εξυπνώδες ηλίθιο μειδίαμα, χωρίς ποτέ να εκφράζει κατηγορηματική άποψη για τίποτα και για κανένα: Δεν είναι, δα “ηλίθιος” για να εκτίθεται φανερώνοντας τη σκέψη του όση υπάρχει! Ο ψωνίζων “έχει έκδηλον στίγμα την βλακώδη πονηριά εις το μέρος εκείνο του ανθρωπίνου σώματος ένθα – παρά τοις ανθρώποις – κείται συνήθως το πρόσωπον”.
Και είναι πεισματικά προσκολλημένος στην άποψη ότι είναι “ηλίθιοι” όλοι οι έχοντες άποψη.
Ο “κοζέρ”, (ο κενολόγος φλύαρος), είναι μια πραγματική κοινωνική μάστιγα. Ο “κοζέρ” μιλάει όσο περισσότερο μπορεί, αλλά λέει πάντα σοφίες του τύπου: “κατά την νύκτα, αναμφι-βόλως επικρατεί σκότος” ή “αφού έβρεξε θα έχουμε οπωσδήποτε υγρασία”. Ο κενολόγος “κοζέρ” έχει πάντα μια προστατευτική στάση απέναντι στους πνευματικώς ανωτέρους-του, πράγμα που του χαρίζει εύκολα τον χαρακτηρισμό του “συμπαθούς”, που οι πραγματικά έξυπνοι άνθρωποι δε θα τον ήθελαν ποτέ για τον εαυτό-τους, θεωρώντας τον συνώνυμο του “κόπανος”.
Μερικοί απελπισμένοι από τον παραγκωνισμό τους έξυπνοι άνθρωποι προσπαθούν να υποκριθούν τον ηλίθιο προκειμέ-νου να προωθηθούν στην κοινωνική πυραμίδα. Πάντα κατά τον Λεμπέση, αυτοί οι έξυπνοι που παριστάνουν τους βλάκες δε θα πετύχουν απολύτως τίποτα, εκτός κι αν είναι πάρα πολύ καλοί ηθοποιοί. Διότι “η ύπαρξις πνευματικής και ψυχικής ζωής έχει ως γνωστόν αναποτρέπτους αντανακλάσεις επί της εξωτερικής φυσιογνωμίας”. Έτσι, και η απλή παρουσία – με τη φυσιογνωμική εμφάνισή-του και μόνο— του ευφυούς είναι για το βλάκα στο έπακρο προκλητική. Το μίσος, ο φθόνος και ο φόβος που προκαλεί ο έξυπνος με την εμφάνισή-του κινητοποιεί ολόκληρο τον αμυντικό μηχανισμό του βλάκα, που τον αποβάλλει από τις τάξεις-του, διατηρώντας την “παράταξή-” του πάντα “καθαρή” από την εξυπνάδα.
Ο βλαξ είναι ζώον μόνιμα πανικόβλητο. Έχοντας σαν μόνο οδηγό το ένστικτο και καθόλου τη νόηση αδυνατεί να αμυνθεί με λογικά μέσα. Έτσι καταφεύγει σταθερά στο χαφιεδισμό, το ξεσκόνισμα, το “ποιείν τον καραγκιόζην”, τη συρραφή κολακευτικών στίχων, την εκφώνηση πατριωτικών λόγων, ακόμα και τη μεταφορά από την αγορά των λαχανικών της κυρίας του κυρίου-του.
“Δύο κεφαλαί δια να συνεννοηθούν πρέπει να είναι ή εξίσου κεναί ή εξίσου πλήρεις”. Έτσι, ενώ η συνεννόηση μεταξύ ηλιθίων είναι δυνατή, η συνεννόηση μεταξύ ηλιθίων και ευφυών είναι απολύτως αδύνατη. Αυτό σημαίνει ότι οι έξυπνοι δεν έχουν καμιά δυνατότητα να καθοδηγήσουν και να διδάξουν τους ανοήτους. Ο βλαξ αδυνατεί να καταφύγει σε έντιμα μέσα για να πετύχει το σκοπό-του. Διότι τα έντιμα μέσα είναι δύσκολα και προϋποθέτουν νου για να καταλήξουν σε αποτέλεσμα.
Ο βλαξ λοιπόν είναι αναγκαστικά ένας απατεών, που βασίζεται μόνο στο ένστικτό του, όπως ακριβώς και τα ζώα που, φυσικά, δεν έχουν “ηθικόν βίον”. Η βλακεία δεν έχει ταξική καταγωγή, λέει ο Λεμπέσης. Όμως οι “αριστοκρατικοί και πλούσιοι βλάκες” είναι μυριάκις πιο επικίνδυνοι ηθικά από τους φτωχούς και προλετάριους βλάκες. Ένα “καλό παιδί καλής οικογένειας”, δηλαδή ένας “ευπρεπής βλαξ” παραμένει ασύδοτος από μικρός. Έχει ταξική ασυλία, που δεν την έχει ο σταθερά ελεγχόμενος από νήπιο φτωχός βλαξ. Ο λαϊκός βλαξ είναι συμπαθέστερος και λιγότερο γελοίος διότι είναι σεμνότερος και στερημένος της αυτοπεποιθήσεως και επάρσεως του βλακός των άνω τάξεων.
Πάντως απ’ όποια τάξη κι αν προέρχεται, ο βλαξ που θα υποχρεωθεί να δώσει μάχη —που ωστόσο την αποφεύγει όσο μπορεί— θα τη δώσει με τα πνευματικά ευκολότερα και συνεπώς ανηθικότερα όπλα: το ψεύδος, τη διαστροφή, τη ραδιουργία, τη συκοφαντία. Εξ’ ού έπεται το ακλόνητο δόγμα: η ανηθικότης είναι αποκλειστικόν προϊόν των βλακών!!!
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου