Σίγουρα θα σας έχει τύχει να βρεθείτε με κάποιον γνωστό σας σε ένα κοινό χώρο, και να διαπιστώνετε ότι προσπαθεί να σας κρυφτεί ή να προσποιείται πως δεν σας έχει δει και τελευταία στιγμή να σας λέει «Σε σκεφτόμουν αυτές τις μέρες, ήθελα να σε πάρω τηλέφωνο. Πώς είσαι;». Κατανοείτε πως πρόκειται για ένα υποκριτικό ενδιαφέρον, για μία παράσταση, ένα θέατρο, το οποίο ξεχωρίζει από μακριά.
Δεν πρόκειται για κοινωνικότητα. Αν ήθελε να δείξει αληθινό ενδιαφέρον, δεν θα κρυβόταν, θα σας χαιρετούσε τυπικά ή εγκάρδια αναλόγως τη σχέση που έχετε μαζί του. Και σίγουρα, θα σας έπαιρνε τηλέφωνο, όταν σας σκέφτηκε. Η λέξη κοινωνικότητα είναι η ικανότητα του ανθρώπου να συναναστρέφεται με άλλους ανθρώπους και να συνάπτει φιλικές σχέσεις.
Αν θέλεις να ζεις σε μία πολιτισμένη κοινωνία, δηλαδή μαζί με άλλους ανθρώπους με τους κανόνες και τις υποχρεώσεις που την διέπουν, οφείλεις να έχεις τη διάθεση και τη θέληση να τους ακολουθήσεις. Αυτά μπορεί να είναι οι νόμοι της κοινωνίας ή τα έθιμα, τα οποία χαρακτηρίζουν τις κοινωνίες των ανθρώπων. Πρέπει να τα σεβόμαστε για να μην δημιουργηθούν είτε παρεξηγήσεις είτε δυσάρεστες καταστάσεις.
Από την άλλη πλευρά, αν θέλεις να ζεις ως ερημίτης σε ένα νησί, μονάχος, μακριά από τον κόσμο, δεν χρειάζεται να ακολουθήσεις κάποιον από τους κανόνες της κοινωνικότητας. Αν όμως, σέβομαι και υπακούω τους νόμους που έχουν θεσπιστεί για την καλύτερη δυνατή συμβίωση, τότε δεν υποκρίνομαι. Θέλω να ανήκω στην κοινωνία, να ζήσω σε αυτήν και να συνυπάρχω με άλλα άτομα. Η κοινωνικότητα και η υποκρισία έχουν αντίθετες όψεις. Για να δούμε ποιες είναι οι βασικές τους διαφορές:
Στην κοινωνικότητα ο άνθρωπος σέβεται, σκέφτεται τις ανάγκες του άλλου, βοηθάει, κάνει μόνο καλό, βελτιώνει τη συνύπαρξή μας με τους άλλους αλλά και τον χαρακτήρα μας, είναι μία μορφή αγάπης για τον συνάνθρωπο. Ενώ στην υποκρισία ο άνθρωπος ψεύδεται, υποκρίνεται, σκέφτεται εγωιστικά, χειροτερεύει τη συνύπαρξη, δυσαρεστεί (ειδικά αν αποκαλυφθεί), είναι συνήθως μεταμφιεσμένη κάτω από το πέπλο της αγάπης και έτσι εξαπατά τον συνάνθρωπο.
Δεν πρόκειται για κοινωνικότητα. Αν ήθελε να δείξει αληθινό ενδιαφέρον, δεν θα κρυβόταν, θα σας χαιρετούσε τυπικά ή εγκάρδια αναλόγως τη σχέση που έχετε μαζί του. Και σίγουρα, θα σας έπαιρνε τηλέφωνο, όταν σας σκέφτηκε. Η λέξη κοινωνικότητα είναι η ικανότητα του ανθρώπου να συναναστρέφεται με άλλους ανθρώπους και να συνάπτει φιλικές σχέσεις.
Αν θέλεις να ζεις σε μία πολιτισμένη κοινωνία, δηλαδή μαζί με άλλους ανθρώπους με τους κανόνες και τις υποχρεώσεις που την διέπουν, οφείλεις να έχεις τη διάθεση και τη θέληση να τους ακολουθήσεις. Αυτά μπορεί να είναι οι νόμοι της κοινωνίας ή τα έθιμα, τα οποία χαρακτηρίζουν τις κοινωνίες των ανθρώπων. Πρέπει να τα σεβόμαστε για να μην δημιουργηθούν είτε παρεξηγήσεις είτε δυσάρεστες καταστάσεις.
Από την άλλη πλευρά, αν θέλεις να ζεις ως ερημίτης σε ένα νησί, μονάχος, μακριά από τον κόσμο, δεν χρειάζεται να ακολουθήσεις κάποιον από τους κανόνες της κοινωνικότητας. Αν όμως, σέβομαι και υπακούω τους νόμους που έχουν θεσπιστεί για την καλύτερη δυνατή συμβίωση, τότε δεν υποκρίνομαι. Θέλω να ανήκω στην κοινωνία, να ζήσω σε αυτήν και να συνυπάρχω με άλλα άτομα. Η κοινωνικότητα και η υποκρισία έχουν αντίθετες όψεις. Για να δούμε ποιες είναι οι βασικές τους διαφορές:
Στην κοινωνικότητα ο άνθρωπος σέβεται, σκέφτεται τις ανάγκες του άλλου, βοηθάει, κάνει μόνο καλό, βελτιώνει τη συνύπαρξή μας με τους άλλους αλλά και τον χαρακτήρα μας, είναι μία μορφή αγάπης για τον συνάνθρωπο. Ενώ στην υποκρισία ο άνθρωπος ψεύδεται, υποκρίνεται, σκέφτεται εγωιστικά, χειροτερεύει τη συνύπαρξη, δυσαρεστεί (ειδικά αν αποκαλυφθεί), είναι συνήθως μεταμφιεσμένη κάτω από το πέπλο της αγάπης και έτσι εξαπατά τον συνάνθρωπο.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου