Το άρθρο του εκτελεστικού διευθυντή του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος, Hans Bruyninckx, υπήρξε το editorial στο Newsletter του Σεπτεμβρίου του EEA (European Environment Agency). Αναδημοσιεύεται με όλους τους συνδέσμους που περιέχονται στο πρωτότυπο κείμενο, επειδή και για τον ΕΡΕΒΟΚΤΟΝΟ η κλιματική αλλαγή αποτελεί μια από τις σημαντικότερες προκλήσεις της εποχής μας. Οι επιπτώσεις της γίνονται αισθητές σε όλο τον πλανήτη, καθώς επηρεάζουν τους ανθρώπους, τη φύση και την οικονομία. Για να μετριάσουμε την κλιματική αλλαγή, πρέπει να μειώσουμε σημαντικά τις παγκόσμιες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Για να λάβει ο εν λόγω στόχος τη μορφή συγκεκριμένων μέτρων απαιτείται η κατανόηση ενός σύνθετου συστήματος συσχέτισης των εκπομπών που προέρχονται από διάφορες πηγές με τις επιπτώσεις τους σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, την παγκόσμια διακυβέρνηση και, παράλληλα, με τα πιθανά οφέλη. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος καταβάλλει έντονες προσπάθειες προς την κατεύθυνση της διαρκούς βελτίωσης των απαιτούμενων γνώσεων για τον σχεδιασμό των εκάστοτε κατάλληλων μέτρων.
Από επιστημονική άποψη, η κλιματική αλλαγή σχετίζεται κατά βάση με την ποσότητα των αερίων του θερμοκηπίου, κυρίως του διοξειδίου του άνθρακα, που εκλύονται και απορροφώνται από την ατμόσφαιρα. Από την εποχή της βιομηχανικής επανάστασης, οι αυξανόμενες ποσότητες των εκλυομένων λόγω των οικονομικών δραστηριοτήτων αερίων του θερμοκηπίου υπερβαίνουν κατά πολύ τις ποσότητες που μπορούν να απορροφηθούν από τον φυσιολογικό κύκλο του άνθρακα. Αυτό έχει ως συνέπεια την αύξηση της συγκέντρωσης άνθρακα στην ατμόσφαιρα και, συνεπακόλουθα, τη δημιουργία του φαινομένου του θερμοκηπίου, με αποτέλεσμα να εγκλωβίζεται στην ατμόσφαιρα μεγαλύτερο μέρος της ηλιακής ενέργειας που φθάνει στη γη.
Συστήματα παρατήρησης της γης παρακολουθούν τις συγκεντρώσεις άνθρακα και καταγράφουν τις μακροπρόθεσμες τάσεις. Τα ευρήματα είναι σαφή: παρά τις εποχιακές διακυμάνσεις, ο αριθμός των «εκατομμυριοστών» (ppm) διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα υπερέβη το 2016 το ανώτατο όριο των 400 ppm και εξακολουθεί να αυξάνεται. Ως εκ τούτου, η επιστήμη μας υποδεικνύει ότι για να μετριάσουμε την κλιματική αλλαγή, πρέπει να μειώσουμε σημαντικά την ποσότητα των αερίων του θερμοκηπίου που εκλύονται και, ει δυνατόν, να αυξήσουμε τις δυνατότητες απορρόφησής τους.
Μια πιο προσεκτική εξέταση των οικονομικών δραστηριοτήτων στις οποίες οφείλεται η έκλυση αερίων του θερμοκηπίου αποκαλύπτει μια αρκετά σύνθετη κατάσταση. Στην πραγματικότητα, μπορούμε να προσδιορίσουμε με ακρίβεια τις κύριες δραστηριότητες που ευθύνονται για τον μεγαλύτερο όγκο των εκπομπών. Η καύση ορυκτών καυσίμων και η αλλαγή της χρήσης γης (π.χ. η αποψίλωση των δασών με σκοπό την εκτροφή βοοειδών) έχει ως αποτέλεσμα την έκλυση του άνθρακα που κατακρατούνταν και διατηρούνταν εκτός του κύκλου του άνθρακα για εκατοντάδες εκατομμύρια έτη. Κατά τους τελευταίους δύο αιώνες, τα ορυκτά καύσιμα όπως ο άνθρακας, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο παρείχαν την ενέργεια που χρειαζόμασταν για τις κατοικίες και την οικονομία μας – βιομηχανία, γεωργία, μεταφορές και ούτω καθεξής. Οι κοινωνίες μας χρειάζονται ενέργεια, αλλά μπορεί η εν λόγω ανάγκη να αντιμετωπιστεί μέσω των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αντί των ορυκτών καυσίμων;
Οι εκπομπές είναι εθνικές και τομεακές, αλλά το φαινόμενο είναι παγκόσμιο
Ένα άλλο επίπεδο πολυπλοκότητας είναι ο παγκόσμιος χαρακτήρας της κλιματικής αλλαγής. Το διοξείδιο του άνθρακα, αφότου εκλυθεί στην ατμόσφαιρα, καθίσταται παγκόσμιο πρόβλημα, ανεξάρτητα από τη χώρα και τον τομέα στα οποία οφείλεται η έκλυσή του. Ωστόσο, σε ό,τι αφορά τη μείωση των εκπομπών, βασιζόμαστε σχεδόν εξ ολοκλήρου στις δομές πολιτικής διακυβέρνησης. Οι παγκόσμιες προσπάθειες συνίστανται στις δεσμεύσεις που αναλαμβάνουν τα κράτη για τον περιορισμό και τη μείωση των εκπομπών σε εθνικό επίπεδο. Για να δεσμευτούν, τα κράτη πρέπει να γνωρίζουν την πηγή των εκπομπών τους.
Στην Ευρώπη, παρακολουθείται στενά η ποσότητα των αερίων του θερμοκηπίου που εκλύεται κάθε έτος από κάθε σημαντικό τομέα της οικονομίας και τις υποδραστηριότητές του. Με βάση τα δεδομένα που υποβάλλουν τα κράτη μέλη της ΕΕ, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος αναλύει τις τάσεις και τις προβολές προκειμένου να αξιολογήσει την πρόοδο έναντι των στόχων που έχουν προσδιοριστεί για το σύνολο της ΕΕ και για κάθε κράτος μέλος χωριστά. Οι αξιολογήσεις των επιπτώσεων και της τρωτότητας λόγω του κλίματος καταδεικνύουν επίσης τον τρόπο με τον οποίο διάφορες περιοχές στην Ευρώπη επηρεάζονται ήδη από την κλιματική αλλαγή καθώς και τι μπορούν να αναμένουν στο μέλλον με βάση τα διάφορα σενάρια εκπομπών.
Με σκοπό να προαγάγουν την ανάληψη δράσης για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, τα κράτη μέλη της ΕΕ συμφώνησαν σε μια σειρά πολιτικών για το κλίμα και την ενέργεια και έθεσαν σαφείς στόχους για το 2020 και το 2030. Οι αξιολογήσεις μας υποδεικνύουν ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται στο σωστό δρόμο όσον αφορά την επίτευξη των στόχων της για το 2020, αλλά απαιτείται εντατικοποίηση των προσπαθειών προκειμένου να επιτευχθούν οι πιο φιλόδοξοι στόχοι του 2030. Χώρες, περιφέρειες και πόλεις ανταλλάσσουν επίσης πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή.
Μετατροπή των πληροφοριών σε χρήσιμες γνώσεις
Οι γνώσεις αυτές είναι απολύτως απαραίτητες. Εντούτοις, για τη διατύπωση και εφαρμογή αποτελεσματικών μέτρων, χρειαζόμαστε επίσης μια πιο συστηματική κατανόηση. Για παράδειγμα, μπορεί ο τομέας μεταφορών, ο οποίος ευθυνόταν για πάνω από το 20 % των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην ΕΕ το 2016, να περιορίσει την εξάρτησή του από το πετρέλαιο και να στραφεί στην καθαρή ηλεκτρική ενέργεια; Μπορεί η Ευρώπη να παράγει την εν λόγω επιπλέον ενέργεια χωρίς να επιβαρύνει περαιτέρω το περιβάλλον; Πώς μπορεί ο αστικός σχεδιασμός να αντιμετωπίσει τις ανάγκες ενέργειας και κινητικότητας και να μειώσει τις επιπτώσεις των καταστροφών που συνδέονται με το κλίμα, βελτιώνοντας παράλληλα την ποιότητα του αέρα στις πόλεις;
Για να απαντηθούν τα εν λόγω ερωτήματα απαιτούνται συστημικές γνώσεις σχετικά με τους τρόπους με τους οποίους συνδέονται μεταξύ τους οι παρατηρούμενες τάσεις στην κοινωνία, το περιβάλλον και την οικονομία. Για την ανάληψη μελλοντικών δράσεων πολιτικής μπορεί επίσης να απαιτείται ο προσδιορισμός των αναγκών ανά περιφέρεια και πόλη. Για παράδειγμα, πώς μπορούν οι πόλεις να αυξήσουν την ενεργειακή απόδοση των υφιστάμενων κτιρίων τους, μεταξύ των οποίων μπορεί να περιλαμβάνονται ακόμη και κτίρια που χτίστηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα;
Ο στόχος μας, ως Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος, είναι να παράσχουμε χρήσιμες και προσβάσιμες γνώσεις που μπορούν να βοηθήσουν τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και το ευρύ κοινό να αναλαμβάνουν δράση με βάση επίκαιρες, συναφείς και αξιόπιστες πληροφορίες. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να διευρύνουμε, να εμβαθύνουμε και να αναπτύσσουμε διαρκώς τις γνώσεις μας, ώστε να αποτυπώνουν τη συστημική και σύνθετη φύση των προκλήσεων που αντιμετωπίζουμε. Όσον αφορά το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, εργαζόμαστε προς την κατεύθυνση της δημιουργίας μιας μελλοντικής πλατφόρμας γνώσεων που θα υποστηρίζει τους στόχους της ΕΕ για την ενέργεια και το κλίμα του 2030 μέσω της καλύτερης συσχέτισης των υφιστάμενων γνώσεων, όχι μόνο σχετικά με το κλίμα και την ενέργεια αλλά και σχετικά με άλλους συναφείς τομείς όπως η γεωργία, οι μεταφορές και η ποιότητα του αέρα.
Τέλος, η επιτυχία θα εξαρτηθεί τόσο από πολιτικές αποφάσεις που βασίζονται στη γνώση όσο και από την παγκόσμια βούληση να θέσουμε τέρμα στην εξάρτησή μας από τα ορυκτά καύσιμα. Η συμφωνία των Παρισίων αποτέλεσε ορόσημο σε ότι αφορά την ενίσχυση της παγκόσμιας δέσμευσης για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, καθώς συνένωσε κυβερνήσεις, επιχειρήσεις και την κοινωνία των πολιτών σε μια κοινή προσπάθεια. Αυτό που απομένει πλέον είναι η εφαρμογή της συμφωνίας από το σύνολο των χωρών που την υπέγραψαν. Σε αυτό το πλαίσιο, η επικείμενη Διάσκεψη για το Κλίμα (COP24) στο Κάτοβιτς της Πολωνίας θα αποτελέσει συνέχεια των προσπαθειών εφαρμογής της εν λόγω συμφωνίας μέσω της έγκρισης ενός εγχειριδίου κανόνων.
Από επιστημονική άποψη, η κλιματική αλλαγή σχετίζεται κατά βάση με την ποσότητα των αερίων του θερμοκηπίου, κυρίως του διοξειδίου του άνθρακα, που εκλύονται και απορροφώνται από την ατμόσφαιρα. Από την εποχή της βιομηχανικής επανάστασης, οι αυξανόμενες ποσότητες των εκλυομένων λόγω των οικονομικών δραστηριοτήτων αερίων του θερμοκηπίου υπερβαίνουν κατά πολύ τις ποσότητες που μπορούν να απορροφηθούν από τον φυσιολογικό κύκλο του άνθρακα. Αυτό έχει ως συνέπεια την αύξηση της συγκέντρωσης άνθρακα στην ατμόσφαιρα και, συνεπακόλουθα, τη δημιουργία του φαινομένου του θερμοκηπίου, με αποτέλεσμα να εγκλωβίζεται στην ατμόσφαιρα μεγαλύτερο μέρος της ηλιακής ενέργειας που φθάνει στη γη.
Συστήματα παρατήρησης της γης παρακολουθούν τις συγκεντρώσεις άνθρακα και καταγράφουν τις μακροπρόθεσμες τάσεις. Τα ευρήματα είναι σαφή: παρά τις εποχιακές διακυμάνσεις, ο αριθμός των «εκατομμυριοστών» (ppm) διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα υπερέβη το 2016 το ανώτατο όριο των 400 ppm και εξακολουθεί να αυξάνεται. Ως εκ τούτου, η επιστήμη μας υποδεικνύει ότι για να μετριάσουμε την κλιματική αλλαγή, πρέπει να μειώσουμε σημαντικά την ποσότητα των αερίων του θερμοκηπίου που εκλύονται και, ει δυνατόν, να αυξήσουμε τις δυνατότητες απορρόφησής τους.
Μια πιο προσεκτική εξέταση των οικονομικών δραστηριοτήτων στις οποίες οφείλεται η έκλυση αερίων του θερμοκηπίου αποκαλύπτει μια αρκετά σύνθετη κατάσταση. Στην πραγματικότητα, μπορούμε να προσδιορίσουμε με ακρίβεια τις κύριες δραστηριότητες που ευθύνονται για τον μεγαλύτερο όγκο των εκπομπών. Η καύση ορυκτών καυσίμων και η αλλαγή της χρήσης γης (π.χ. η αποψίλωση των δασών με σκοπό την εκτροφή βοοειδών) έχει ως αποτέλεσμα την έκλυση του άνθρακα που κατακρατούνταν και διατηρούνταν εκτός του κύκλου του άνθρακα για εκατοντάδες εκατομμύρια έτη. Κατά τους τελευταίους δύο αιώνες, τα ορυκτά καύσιμα όπως ο άνθρακας, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο παρείχαν την ενέργεια που χρειαζόμασταν για τις κατοικίες και την οικονομία μας – βιομηχανία, γεωργία, μεταφορές και ούτω καθεξής. Οι κοινωνίες μας χρειάζονται ενέργεια, αλλά μπορεί η εν λόγω ανάγκη να αντιμετωπιστεί μέσω των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αντί των ορυκτών καυσίμων;
Ένα άλλο επίπεδο πολυπλοκότητας είναι ο παγκόσμιος χαρακτήρας της κλιματικής αλλαγής. Το διοξείδιο του άνθρακα, αφότου εκλυθεί στην ατμόσφαιρα, καθίσταται παγκόσμιο πρόβλημα, ανεξάρτητα από τη χώρα και τον τομέα στα οποία οφείλεται η έκλυσή του. Ωστόσο, σε ό,τι αφορά τη μείωση των εκπομπών, βασιζόμαστε σχεδόν εξ ολοκλήρου στις δομές πολιτικής διακυβέρνησης. Οι παγκόσμιες προσπάθειες συνίστανται στις δεσμεύσεις που αναλαμβάνουν τα κράτη για τον περιορισμό και τη μείωση των εκπομπών σε εθνικό επίπεδο. Για να δεσμευτούν, τα κράτη πρέπει να γνωρίζουν την πηγή των εκπομπών τους.
Στην Ευρώπη, παρακολουθείται στενά η ποσότητα των αερίων του θερμοκηπίου που εκλύεται κάθε έτος από κάθε σημαντικό τομέα της οικονομίας και τις υποδραστηριότητές του. Με βάση τα δεδομένα που υποβάλλουν τα κράτη μέλη της ΕΕ, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος αναλύει τις τάσεις και τις προβολές προκειμένου να αξιολογήσει την πρόοδο έναντι των στόχων που έχουν προσδιοριστεί για το σύνολο της ΕΕ και για κάθε κράτος μέλος χωριστά. Οι αξιολογήσεις των επιπτώσεων και της τρωτότητας λόγω του κλίματος καταδεικνύουν επίσης τον τρόπο με τον οποίο διάφορες περιοχές στην Ευρώπη επηρεάζονται ήδη από την κλιματική αλλαγή καθώς και τι μπορούν να αναμένουν στο μέλλον με βάση τα διάφορα σενάρια εκπομπών.
Με σκοπό να προαγάγουν την ανάληψη δράσης για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, τα κράτη μέλη της ΕΕ συμφώνησαν σε μια σειρά πολιτικών για το κλίμα και την ενέργεια και έθεσαν σαφείς στόχους για το 2020 και το 2030. Οι αξιολογήσεις μας υποδεικνύουν ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται στο σωστό δρόμο όσον αφορά την επίτευξη των στόχων της για το 2020, αλλά απαιτείται εντατικοποίηση των προσπαθειών προκειμένου να επιτευχθούν οι πιο φιλόδοξοι στόχοι του 2030. Χώρες, περιφέρειες και πόλεις ανταλλάσσουν επίσης πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή.
Μετατροπή των πληροφοριών σε χρήσιμες γνώσεις
Οι γνώσεις αυτές είναι απολύτως απαραίτητες. Εντούτοις, για τη διατύπωση και εφαρμογή αποτελεσματικών μέτρων, χρειαζόμαστε επίσης μια πιο συστηματική κατανόηση. Για παράδειγμα, μπορεί ο τομέας μεταφορών, ο οποίος ευθυνόταν για πάνω από το 20 % των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην ΕΕ το 2016, να περιορίσει την εξάρτησή του από το πετρέλαιο και να στραφεί στην καθαρή ηλεκτρική ενέργεια; Μπορεί η Ευρώπη να παράγει την εν λόγω επιπλέον ενέργεια χωρίς να επιβαρύνει περαιτέρω το περιβάλλον; Πώς μπορεί ο αστικός σχεδιασμός να αντιμετωπίσει τις ανάγκες ενέργειας και κινητικότητας και να μειώσει τις επιπτώσεις των καταστροφών που συνδέονται με το κλίμα, βελτιώνοντας παράλληλα την ποιότητα του αέρα στις πόλεις;
Για να απαντηθούν τα εν λόγω ερωτήματα απαιτούνται συστημικές γνώσεις σχετικά με τους τρόπους με τους οποίους συνδέονται μεταξύ τους οι παρατηρούμενες τάσεις στην κοινωνία, το περιβάλλον και την οικονομία. Για την ανάληψη μελλοντικών δράσεων πολιτικής μπορεί επίσης να απαιτείται ο προσδιορισμός των αναγκών ανά περιφέρεια και πόλη. Για παράδειγμα, πώς μπορούν οι πόλεις να αυξήσουν την ενεργειακή απόδοση των υφιστάμενων κτιρίων τους, μεταξύ των οποίων μπορεί να περιλαμβάνονται ακόμη και κτίρια που χτίστηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα;
Ο στόχος μας, ως Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος, είναι να παράσχουμε χρήσιμες και προσβάσιμες γνώσεις που μπορούν να βοηθήσουν τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και το ευρύ κοινό να αναλαμβάνουν δράση με βάση επίκαιρες, συναφείς και αξιόπιστες πληροφορίες. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να διευρύνουμε, να εμβαθύνουμε και να αναπτύσσουμε διαρκώς τις γνώσεις μας, ώστε να αποτυπώνουν τη συστημική και σύνθετη φύση των προκλήσεων που αντιμετωπίζουμε. Όσον αφορά το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, εργαζόμαστε προς την κατεύθυνση της δημιουργίας μιας μελλοντικής πλατφόρμας γνώσεων που θα υποστηρίζει τους στόχους της ΕΕ για την ενέργεια και το κλίμα του 2030 μέσω της καλύτερης συσχέτισης των υφιστάμενων γνώσεων, όχι μόνο σχετικά με το κλίμα και την ενέργεια αλλά και σχετικά με άλλους συναφείς τομείς όπως η γεωργία, οι μεταφορές και η ποιότητα του αέρα.
Τέλος, η επιτυχία θα εξαρτηθεί τόσο από πολιτικές αποφάσεις που βασίζονται στη γνώση όσο και από την παγκόσμια βούληση να θέσουμε τέρμα στην εξάρτησή μας από τα ορυκτά καύσιμα. Η συμφωνία των Παρισίων αποτέλεσε ορόσημο σε ότι αφορά την ενίσχυση της παγκόσμιας δέσμευσης για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, καθώς συνένωσε κυβερνήσεις, επιχειρήσεις και την κοινωνία των πολιτών σε μια κοινή προσπάθεια. Αυτό που απομένει πλέον είναι η εφαρμογή της συμφωνίας από το σύνολο των χωρών που την υπέγραψαν. Σε αυτό το πλαίσιο, η επικείμενη Διάσκεψη για το Κλίμα (COP24) στο Κάτοβιτς της Πολωνίας θα αποτελέσει συνέχεια των προσπαθειών εφαρμογής της εν λόγω συμφωνίας μέσω της έγκρισης ενός εγχειριδίου κανόνων.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου