Ο ΟΥΪΛΙΑΜ Σαίξπηρ (βάπτ. 26 Απριλίου 1564 – 23 Απριλίου 1616) είναι ο σημαντικότερος συγγραφέας που έγραψε στην αγγλική γλώσσα και ένας από τους σημαντικότερους δραματουργούς παγκοσμίως. Συχνά αποκαλείται εθνικός ποιητής της Αγγλίας και «Βάρδος του Έιβον».
Τα σωζόμενα έργα του, συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων συνεργασιών, αποτελούνται από 38 θεατρικά έργα, 154 σονέτα, δύο μεγάλα αφηγηματικά ποιήματα και πολλά άλλα μικρότερα. Τα έργα του έχουν μεταφραστεί στις περισσότερες γλώσσες του κόσμου και ερμηνεύονται περισσότερο συχνά από τα έργα οποιουδήποτε άλλου θεατρικού συγγραφέα.
Δεν είναι σαφές για ποιες θεατρικές επιχειρήσεις έγραψε ο Σαίξπηρ τα πρώτα έργα του. Το εξώφυλλο του Τίτου Ανδρόνικου στην έκδοση του 1594 αποκαλύπτει ότι το έργο είχε παιχτεί από τρεις διαφορετικούς θιάσους.
Μετά από τις επιδημίες της Μαύρης Πανώλης τα έτη 1592-1593, τα έργα του Σαίξπηρ ερμηνεύτηκαν από το δικό του θίασο σε θέατρο βόρεια του Τάμεση. Όταν ο θίασος βρέθηκε σε διαμάχη με τον ιδιοκτήτη του οικοπέδου, οι ηθοποιοί κατεδάφισαν το θέατρο και χρησιμοποίησαν τα ξύλα για να κατασκευάσουν στη νότια όχθη του Τάμεση το θέατρο Σφαίρα (The Globe), το πρώτο θέατρο που χτίστηκε από ηθοποιούς για ηθοποιούς.
Η Σφαίρα άνοιξε το φθινόπωρο του 1599 και ο Ιούλιος Καίσαρ ήταν ένα από τα πρώτα έργα που ανέβηκαν στη σκηνή.
Τα περισσότερα έργα που έγραψε ο Σαίξπηρ μετά το 1599 γράφτηκαν για τη Σφαίρα, συμπεριλαμβανομένων του Άμλετ, του Οθέλου και του Βασιλιά Ληρ.
Στη σκηνή-αρένα του θεάτρου Σφαίρα, μπροστά στα μάτια και κάτω από την τεράστια ουράνια σφαίρα που αιωρείτο πάνω από τα κεφάλια των όρθιων αχθοφόρων, των καροτσέρηδων, των μικρέμπορων, των μαστόρων, των καλφάδων, μπροστά στους καθήμενους τζέντλεμεν και τις κυρίες τους, εκτυλισσόταν το δράμα του κόσμου, το δικό τους δράμα.
Στα πρόσωπά τους καθρεφτιζόταν μια νέα εποχή της ανθρωπότητας στην οποία ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά ήταν πως ο άνθρωπος άρχισε, μέσα από ένα μακρύ, επίπονο και οδυνηρό αγώνα, να πιστεύει στη δύναμή του.
Ο άνθρωπος που ύμνησε την ανθρώπινη δύναμη σε όλες τις δυνατές εκφάνσεις της, θέτοντας ταυτόχρονα ερωτήσεις που πρέπει να απαντηθούν στο σύγχρονο κόσμο, ήταν ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ.
Στο έργο του συμπυκνώνονται όλα τα ζητήματα που έθεσε η κοινωνία στη μεταβατική της περίοδο από το γκρέμισμα της φεουδαρχίας έως την άνοδο και το στέριωμα του καπιταλιστικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού και της αστικής κοινωνίας. Αυτό έγινε κατορθωτό διότι ο Σαίξπηρ έζησε την περίοδο του τέλους της Αναγέννησης, όταν οι κοινωνικοί όροι για το πέρασμα στην αστική κοινωνία είχαν δημιουργηθεί και είχαν αρχίσει να διαφαίνονται – σε εμβρυακή ακόμα μορφή – οι κοινωνικές αντιθέσεις που θα την διαπερνούσαν.
Γιος της αγγλικής ενδοχώρας, μετέβη στο Λονδίνο, μόνος του και αυτός, ανάμεσα σε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους της επαρχίας, που η βίαιη απόσπαση των μέσων παραγωγής τους, τους έριξε από τη χωριάτικη, αγροτική ζωή στα μεγάλα αστικά κέντρα, που είχαν αρχίσει να διαμορφώνονται. Έτσι γεννήθηκε η εργατική τάξη.
Αλλά εξελίξεις συνέβησαν, όπως ήταν φυσικό, και στο επίπεδο της εξουσίας, όπου μετά τον Πόλεμο των Δύο Ρόδων (1451-1485) μεταξύ του Οίκου των Λάνκαστερ και του Οίκου των Γιορκ και την επικράτηση των πρώτων, ανέβηκε στον θρόνο η δυναστεία των Τιδόρ που έδωσε μεγάλη ώθηση στην αστική ανάπτυξη της Αγγλίας, καθιστώντας την ως την σημαντικότερη ναυτική και αποικιακή δύναμη του κόσμου.
Η άρχουσα τάξη της Αγγλίας είχε επίγνωση της ισχύος της, των απέραντων γεωγραφικών εκτάσεων όπου ασκούσε την αποικιοκρατική εξουσία της και των πολλαπλών συνεπειών αυτής της ισχύος. Η Αγγλία μετατρεπόταν σε «κέντρο του κόσμου». Ό,τι συνέβαινε εκεί, είχε επιπτώσεις σε όλο τον κόσμο.
Γι’ αυτό και το Ελισαβετιανό Θέατρο –την εποχή του Σαίξπηρ– ήταν «η σκηνή του κόσμου».
Ταυτόχρονα, σημειώνεται μεγάλη άνθιση των Τεχνών και των Γραμμάτων.
Σε αυτήν την εποχή έζησε και δημιούργησε ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ, τις αντιθέσεις αυτής της εποχής αποτύπωσε στο έργο του, που η μελέτη του πρέπει να αρχίσει από τα ιστορικά του έργα για να γίνει κατανοητό.
Ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ ήταν ο τραγωδός της αστικής κοινωνίας: τους πριν από αυτόν αιώνες οι κοινωνικοί όροι και το ειδικό βάρος της θρησκείας στην κοινωνική συνείδηση οδηγούσαν τους ήρωες των τραγωδιών σε σύγκρουση με κάτι «απόλυτο» και «εξωτερικό» ως προς αυτούς, και αυτό ήταν η Μοίρα ή οι Θεοί.
Επειδή τα ιστορικά όρια των αιώνων εκείνων έθεταν αντικειμενικά εμπόδια στον άνθρωπο να διευρύνει σε καθοριστικό για την κοινωνία βαθμό τις δικές του δυνάμεις, η συντριβή του μπροστά στις ανώτερες από αυτόν δυνάμεις ήταν δεδομένη και από τη μια πλευρά «δικαίωνε» την ύπαρξη του «απόλυτου», ενώ από την άλλη επέφερε την «κάθαρση» στην ψυχή του θεατή.
Στη νέα εποχή, η εξερεύνηση της γήινης σφαίρας, η ανακάλυψη νέων ηπείρων, η πλεύση στους ωκεανούς, «σμίκρυνε» τον κάποτε απέραντο κόσμο, αλλά μεγάλωσε το «εντός μας βάθος» και αυτό έχει τη σημασία του στα σαιξπηρικά έργα.
Στην περίοδο της Αναγέννησης, γεννήθηκε η ελπίδα, πως θα υπάρξει ένας κόσμος χωρίς αντιθέσεις, ελπίδα που αποδείχτηκε πολύ σύντομα ουτοπία.
Επιπλέον όλα αυτά τα χρόνια υπήρχε και το «καταφύγιο» της φύσης, ακόμα ένα «απόλυτο», όπου, όμως, όπως τουλάχιστον θεωρούσαν κάποιοι, επικρατούσε «αρμονία».
Στις συνθήκες της αστικής κοινωνίας όπου δημιουργούσε ο Σαίξπηρ, δεν υπάρχει τίποτα από όλα αυτά. Ο άνθρωπος είναι απέναντι στον εαυτό του και εκείνο που μετρά είναι η δύναμη. Αλλά αυτή η δύναμη δεν είναι πλέον απόλυτη, είναι σχετική.
Τα πάντα είναι σε κίνηση, οι βασιλιάδες «ανεβαίνουν» και «πέφτουν», και δεν είναι τυχαίο το ότι όσο ζούσε η βασίλισσα Ελισάβετ δεν δημοσιεύτηκε σε καμία από τις εκδόσεις της τραγωδίας Ριχάρδος Β΄ η μεγάλη σκηνή της παραιτήσεώς του.
Οι «σκοτεινές σκηνές» των σαιξπηρικών δραμάτων, οι φόνοι, το αίμα, οι εφιάλτες, ο φθόνος, η ερημιά, τα οργιαστικά ερωτικά όνειρα, είναι η σαφής υπογράμμιση του «αφύσικου» της αστικής ταξικής εξουσίας, που αναγκάζει – είτε το συνειδητοποιούν, είτε όχι – τους ανθρώπους να συγκρούονται με τον ηθικό τους κόσμο.
Μπροστά σε αυτήν την αντινομία συντρίβονται, αλλά στη βαθιά διαλεκτική των έργων του μεγάλου δραματουργού η πτώση των βασιλιάδων από το θώκο της εξουσίας, προκαλεί την ανύψωσή τους προς «ανθρώπινα» χαρακτηριστικά: οι βασιλιάδες γίνονται «άνθρωποι», φοβούνται, υποφέρουν, καταρρέουν, πεθαίνουν.
«Το βασίλειό μου για ένα άλογο», κραυγάζει ο Ριχάρδος Γ΄ πριν πέσει νεκρός στη μάχη του Μπόσγουορθ, καθώς ο κοινωνικός ρόλος της αγέρωχης εξουσίας γκρεμίζεται μπροστά στο ένστικτο ενός ανθρώπου που φοβάται.
Ο ρεαλισμός του Σαίξπηρ είναι διαλεκτικός καθώς βλέπει τα πάντα στην κίνησή τους.
Αν μπροστά στη ζωή, ένα άλογο είναι σημαντικότερο από ένα βασίλειο, και αν ένας ναύτης σε τρικυμία είναι χρησιμότερος από ένα βασιλιά, τότε η εξουσία του βασιλιά, δεν είναι και τόσο αναγκαία. Δοσμένη έτσι έξοχα, η «κάθαρση» επέρχεται όχι τόσο στην «ψυχή», όσο στο μυαλό του θεατή.
Ο Σαίξπηρ δεν “ ανεβάζει” στην σκηνή μόνο βασιλιάδες, αλλά και την ανώνυμη μάζα που πουλιέται στους πάγκους των παζαριών ενός Λονδίνου που ζέχνει, την ανώνυμη μάζα που εξεγείρεται γιατί πεινάει και ζητά πολιτικά δικαιώματα.
Είναι η ανώνυμη μάζα που με την μορφή του Τρελού στα σαιξπηρικά έργα χλευάζει κάθε εξουσία, είναι η ανώνυμη μάζα που σφύζει από ζωή που κουβαλάει ραμμένα στο δέρμα της παλιά παραμύθια και ερωτικά «μαντζούνια», είναι οι φτωχοδιάβολοι που ονειρεύονται την ίδια ώρα που επιδίδονται σε ύποπτες συναλλαγές…
Σε αυτό το θέατρο της αστικής κοινωνίας δεν «παίζουν» μόνο βασιλιάδες, «παίζουν» όλοι και σκηνοθέτης που «μοιράζει ρόλους» είναι η Ιστορία.
Αλλά οι «ρόλοι» δεν είναι μια για πάντα δοσμένοι. Ο λαός υπάρχει στην τωρινή του κατάσταση, αλλά και ως δυνατότητα, μόνο που ακόμα δεν είναι έτοιμος. Δεν είναι τυχαίο που ο Κοριολανός, όπου αποτυπώνεται ακριβώς αυτό, είχε μαγέψει τον Μπρεχτ.
Ανάμεσα στο λαό και στους άρχοντες υπάρχει χάσμα αγεφύρωτο. Αλλά και οι δύο έχουν δίκιο. Και όταν συγκρούονται τα δύο δίκια, ο αποφασιστικός παράγοντας είναι η δύναμη. 'Ολο το έργο του Σαίξπηρ είναι ένας ύμνος στη δύναμη, ένας ύμνος στην αναπόφευκτη βίαιη σύγκρουση σε καιρούς μετάβασης από μια κοινωνία σε άλλη.
Αυτός είναι ο βασικός πυρήνας της σαιξπηρικής δραματουργίας που αποτελεί ένα άρρηκτο σύνολο με «σπέρματα» του επόμενου έργου να βρίσκονται στο προηγούμενο.
Ακόμα τόπος «φυγής» από τον εφιάλτη των αστικών κοινωνικών σχέσεων δεν υπάρχει. Η ειδυλλιακή φύση της Αναγέννησης και των Ρομαντικών είναι εξίσου αδυσώπητη με την αστική κοινωνία και εξάλλου «φύση» δεν είναι μόνο το δάσος, είναι και οι άνθρωποι και τα ένστικτά τους.
Κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από τις σχέσεις της κοινωνίας στην οποία ζει. Το Δάσος του Άρντεν στο «Όπως σας αρέσει, δεν υπάρχει… εκτός αν, σκεπτόμενοι σύμφωνα με τον επίλογο της Τρικυμίας, συνειδητοποιήσουμε ότι εφόσον τα πάντα είναι κοινωνικές σχέσεις που αλλάζουν, τότε το Δάσος του Άρντεν είναι αυτή η κοινωνία και η «φυγή» σε αυτό δεν είναι παρά μια νέα κοινωνία που την φτιάχνουμε με τη δράση μας.
Η «κάθαρση» έρχεται, μέσω της σκέψης, γιατί το αποφασιστικό στοιχείο είναι η ανθρώπινη πράξη, η δράση. Και αυτό είναι επαναστατικό.
Ο Σαίξπηρ βγαίνει στο δρόμο, ανακατεύεται με το ανώνυμο πλήθος, γίνεται ένα με εμάς που «είμαστε από την ύλη / που ’ναι φτιαγμένα τα όνειρα. Και τη ζωούλα μας / την περιβάλλει ολόγυρα ύπνος».
Τα σωζόμενα έργα του, συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων συνεργασιών, αποτελούνται από 38 θεατρικά έργα, 154 σονέτα, δύο μεγάλα αφηγηματικά ποιήματα και πολλά άλλα μικρότερα. Τα έργα του έχουν μεταφραστεί στις περισσότερες γλώσσες του κόσμου και ερμηνεύονται περισσότερο συχνά από τα έργα οποιουδήποτε άλλου θεατρικού συγγραφέα.
Δεν είναι σαφές για ποιες θεατρικές επιχειρήσεις έγραψε ο Σαίξπηρ τα πρώτα έργα του. Το εξώφυλλο του Τίτου Ανδρόνικου στην έκδοση του 1594 αποκαλύπτει ότι το έργο είχε παιχτεί από τρεις διαφορετικούς θιάσους.
Μετά από τις επιδημίες της Μαύρης Πανώλης τα έτη 1592-1593, τα έργα του Σαίξπηρ ερμηνεύτηκαν από το δικό του θίασο σε θέατρο βόρεια του Τάμεση. Όταν ο θίασος βρέθηκε σε διαμάχη με τον ιδιοκτήτη του οικοπέδου, οι ηθοποιοί κατεδάφισαν το θέατρο και χρησιμοποίησαν τα ξύλα για να κατασκευάσουν στη νότια όχθη του Τάμεση το θέατρο Σφαίρα (The Globe), το πρώτο θέατρο που χτίστηκε από ηθοποιούς για ηθοποιούς.
Η Σφαίρα άνοιξε το φθινόπωρο του 1599 και ο Ιούλιος Καίσαρ ήταν ένα από τα πρώτα έργα που ανέβηκαν στη σκηνή.
Τα περισσότερα έργα που έγραψε ο Σαίξπηρ μετά το 1599 γράφτηκαν για τη Σφαίρα, συμπεριλαμβανομένων του Άμλετ, του Οθέλου και του Βασιλιά Ληρ.
Στη σκηνή-αρένα του θεάτρου Σφαίρα, μπροστά στα μάτια και κάτω από την τεράστια ουράνια σφαίρα που αιωρείτο πάνω από τα κεφάλια των όρθιων αχθοφόρων, των καροτσέρηδων, των μικρέμπορων, των μαστόρων, των καλφάδων, μπροστά στους καθήμενους τζέντλεμεν και τις κυρίες τους, εκτυλισσόταν το δράμα του κόσμου, το δικό τους δράμα.
Στα πρόσωπά τους καθρεφτιζόταν μια νέα εποχή της ανθρωπότητας στην οποία ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά ήταν πως ο άνθρωπος άρχισε, μέσα από ένα μακρύ, επίπονο και οδυνηρό αγώνα, να πιστεύει στη δύναμή του.
Ο άνθρωπος που ύμνησε την ανθρώπινη δύναμη σε όλες τις δυνατές εκφάνσεις της, θέτοντας ταυτόχρονα ερωτήσεις που πρέπει να απαντηθούν στο σύγχρονο κόσμο, ήταν ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ.
Στο έργο του συμπυκνώνονται όλα τα ζητήματα που έθεσε η κοινωνία στη μεταβατική της περίοδο από το γκρέμισμα της φεουδαρχίας έως την άνοδο και το στέριωμα του καπιταλιστικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού και της αστικής κοινωνίας. Αυτό έγινε κατορθωτό διότι ο Σαίξπηρ έζησε την περίοδο του τέλους της Αναγέννησης, όταν οι κοινωνικοί όροι για το πέρασμα στην αστική κοινωνία είχαν δημιουργηθεί και είχαν αρχίσει να διαφαίνονται – σε εμβρυακή ακόμα μορφή – οι κοινωνικές αντιθέσεις που θα την διαπερνούσαν.
Γιος της αγγλικής ενδοχώρας, μετέβη στο Λονδίνο, μόνος του και αυτός, ανάμεσα σε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους της επαρχίας, που η βίαιη απόσπαση των μέσων παραγωγής τους, τους έριξε από τη χωριάτικη, αγροτική ζωή στα μεγάλα αστικά κέντρα, που είχαν αρχίσει να διαμορφώνονται. Έτσι γεννήθηκε η εργατική τάξη.
Αλλά εξελίξεις συνέβησαν, όπως ήταν φυσικό, και στο επίπεδο της εξουσίας, όπου μετά τον Πόλεμο των Δύο Ρόδων (1451-1485) μεταξύ του Οίκου των Λάνκαστερ και του Οίκου των Γιορκ και την επικράτηση των πρώτων, ανέβηκε στον θρόνο η δυναστεία των Τιδόρ που έδωσε μεγάλη ώθηση στην αστική ανάπτυξη της Αγγλίας, καθιστώντας την ως την σημαντικότερη ναυτική και αποικιακή δύναμη του κόσμου.
Η άρχουσα τάξη της Αγγλίας είχε επίγνωση της ισχύος της, των απέραντων γεωγραφικών εκτάσεων όπου ασκούσε την αποικιοκρατική εξουσία της και των πολλαπλών συνεπειών αυτής της ισχύος. Η Αγγλία μετατρεπόταν σε «κέντρο του κόσμου». Ό,τι συνέβαινε εκεί, είχε επιπτώσεις σε όλο τον κόσμο.
Γι’ αυτό και το Ελισαβετιανό Θέατρο –την εποχή του Σαίξπηρ– ήταν «η σκηνή του κόσμου».
Ταυτόχρονα, σημειώνεται μεγάλη άνθιση των Τεχνών και των Γραμμάτων.
Σε αυτήν την εποχή έζησε και δημιούργησε ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ, τις αντιθέσεις αυτής της εποχής αποτύπωσε στο έργο του, που η μελέτη του πρέπει να αρχίσει από τα ιστορικά του έργα για να γίνει κατανοητό.
Ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ ήταν ο τραγωδός της αστικής κοινωνίας: τους πριν από αυτόν αιώνες οι κοινωνικοί όροι και το ειδικό βάρος της θρησκείας στην κοινωνική συνείδηση οδηγούσαν τους ήρωες των τραγωδιών σε σύγκρουση με κάτι «απόλυτο» και «εξωτερικό» ως προς αυτούς, και αυτό ήταν η Μοίρα ή οι Θεοί.
Επειδή τα ιστορικά όρια των αιώνων εκείνων έθεταν αντικειμενικά εμπόδια στον άνθρωπο να διευρύνει σε καθοριστικό για την κοινωνία βαθμό τις δικές του δυνάμεις, η συντριβή του μπροστά στις ανώτερες από αυτόν δυνάμεις ήταν δεδομένη και από τη μια πλευρά «δικαίωνε» την ύπαρξη του «απόλυτου», ενώ από την άλλη επέφερε την «κάθαρση» στην ψυχή του θεατή.
Στη νέα εποχή, η εξερεύνηση της γήινης σφαίρας, η ανακάλυψη νέων ηπείρων, η πλεύση στους ωκεανούς, «σμίκρυνε» τον κάποτε απέραντο κόσμο, αλλά μεγάλωσε το «εντός μας βάθος» και αυτό έχει τη σημασία του στα σαιξπηρικά έργα.
Στην περίοδο της Αναγέννησης, γεννήθηκε η ελπίδα, πως θα υπάρξει ένας κόσμος χωρίς αντιθέσεις, ελπίδα που αποδείχτηκε πολύ σύντομα ουτοπία.
Επιπλέον όλα αυτά τα χρόνια υπήρχε και το «καταφύγιο» της φύσης, ακόμα ένα «απόλυτο», όπου, όμως, όπως τουλάχιστον θεωρούσαν κάποιοι, επικρατούσε «αρμονία».
Στις συνθήκες της αστικής κοινωνίας όπου δημιουργούσε ο Σαίξπηρ, δεν υπάρχει τίποτα από όλα αυτά. Ο άνθρωπος είναι απέναντι στον εαυτό του και εκείνο που μετρά είναι η δύναμη. Αλλά αυτή η δύναμη δεν είναι πλέον απόλυτη, είναι σχετική.
Τα πάντα είναι σε κίνηση, οι βασιλιάδες «ανεβαίνουν» και «πέφτουν», και δεν είναι τυχαίο το ότι όσο ζούσε η βασίλισσα Ελισάβετ δεν δημοσιεύτηκε σε καμία από τις εκδόσεις της τραγωδίας Ριχάρδος Β΄ η μεγάλη σκηνή της παραιτήσεώς του.
Οι «σκοτεινές σκηνές» των σαιξπηρικών δραμάτων, οι φόνοι, το αίμα, οι εφιάλτες, ο φθόνος, η ερημιά, τα οργιαστικά ερωτικά όνειρα, είναι η σαφής υπογράμμιση του «αφύσικου» της αστικής ταξικής εξουσίας, που αναγκάζει – είτε το συνειδητοποιούν, είτε όχι – τους ανθρώπους να συγκρούονται με τον ηθικό τους κόσμο.
Μπροστά σε αυτήν την αντινομία συντρίβονται, αλλά στη βαθιά διαλεκτική των έργων του μεγάλου δραματουργού η πτώση των βασιλιάδων από το θώκο της εξουσίας, προκαλεί την ανύψωσή τους προς «ανθρώπινα» χαρακτηριστικά: οι βασιλιάδες γίνονται «άνθρωποι», φοβούνται, υποφέρουν, καταρρέουν, πεθαίνουν.
«Το βασίλειό μου για ένα άλογο», κραυγάζει ο Ριχάρδος Γ΄ πριν πέσει νεκρός στη μάχη του Μπόσγουορθ, καθώς ο κοινωνικός ρόλος της αγέρωχης εξουσίας γκρεμίζεται μπροστά στο ένστικτο ενός ανθρώπου που φοβάται.
Ο ρεαλισμός του Σαίξπηρ είναι διαλεκτικός καθώς βλέπει τα πάντα στην κίνησή τους.
Αν μπροστά στη ζωή, ένα άλογο είναι σημαντικότερο από ένα βασίλειο, και αν ένας ναύτης σε τρικυμία είναι χρησιμότερος από ένα βασιλιά, τότε η εξουσία του βασιλιά, δεν είναι και τόσο αναγκαία. Δοσμένη έτσι έξοχα, η «κάθαρση» επέρχεται όχι τόσο στην «ψυχή», όσο στο μυαλό του θεατή.
Ο Σαίξπηρ δεν “ ανεβάζει” στην σκηνή μόνο βασιλιάδες, αλλά και την ανώνυμη μάζα που πουλιέται στους πάγκους των παζαριών ενός Λονδίνου που ζέχνει, την ανώνυμη μάζα που εξεγείρεται γιατί πεινάει και ζητά πολιτικά δικαιώματα.
Είναι η ανώνυμη μάζα που με την μορφή του Τρελού στα σαιξπηρικά έργα χλευάζει κάθε εξουσία, είναι η ανώνυμη μάζα που σφύζει από ζωή που κουβαλάει ραμμένα στο δέρμα της παλιά παραμύθια και ερωτικά «μαντζούνια», είναι οι φτωχοδιάβολοι που ονειρεύονται την ίδια ώρα που επιδίδονται σε ύποπτες συναλλαγές…
Σε αυτό το θέατρο της αστικής κοινωνίας δεν «παίζουν» μόνο βασιλιάδες, «παίζουν» όλοι και σκηνοθέτης που «μοιράζει ρόλους» είναι η Ιστορία.
Αλλά οι «ρόλοι» δεν είναι μια για πάντα δοσμένοι. Ο λαός υπάρχει στην τωρινή του κατάσταση, αλλά και ως δυνατότητα, μόνο που ακόμα δεν είναι έτοιμος. Δεν είναι τυχαίο που ο Κοριολανός, όπου αποτυπώνεται ακριβώς αυτό, είχε μαγέψει τον Μπρεχτ.
Ανάμεσα στο λαό και στους άρχοντες υπάρχει χάσμα αγεφύρωτο. Αλλά και οι δύο έχουν δίκιο. Και όταν συγκρούονται τα δύο δίκια, ο αποφασιστικός παράγοντας είναι η δύναμη. 'Ολο το έργο του Σαίξπηρ είναι ένας ύμνος στη δύναμη, ένας ύμνος στην αναπόφευκτη βίαιη σύγκρουση σε καιρούς μετάβασης από μια κοινωνία σε άλλη.
Αυτός είναι ο βασικός πυρήνας της σαιξπηρικής δραματουργίας που αποτελεί ένα άρρηκτο σύνολο με «σπέρματα» του επόμενου έργου να βρίσκονται στο προηγούμενο.
Ακόμα τόπος «φυγής» από τον εφιάλτη των αστικών κοινωνικών σχέσεων δεν υπάρχει. Η ειδυλλιακή φύση της Αναγέννησης και των Ρομαντικών είναι εξίσου αδυσώπητη με την αστική κοινωνία και εξάλλου «φύση» δεν είναι μόνο το δάσος, είναι και οι άνθρωποι και τα ένστικτά τους.
Κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από τις σχέσεις της κοινωνίας στην οποία ζει. Το Δάσος του Άρντεν στο «Όπως σας αρέσει, δεν υπάρχει… εκτός αν, σκεπτόμενοι σύμφωνα με τον επίλογο της Τρικυμίας, συνειδητοποιήσουμε ότι εφόσον τα πάντα είναι κοινωνικές σχέσεις που αλλάζουν, τότε το Δάσος του Άρντεν είναι αυτή η κοινωνία και η «φυγή» σε αυτό δεν είναι παρά μια νέα κοινωνία που την φτιάχνουμε με τη δράση μας.
Η «κάθαρση» έρχεται, μέσω της σκέψης, γιατί το αποφασιστικό στοιχείο είναι η ανθρώπινη πράξη, η δράση. Και αυτό είναι επαναστατικό.
Ο Σαίξπηρ βγαίνει στο δρόμο, ανακατεύεται με το ανώνυμο πλήθος, γίνεται ένα με εμάς που «είμαστε από την ύλη / που ’ναι φτιαγμένα τα όνειρα. Και τη ζωούλα μας / την περιβάλλει ολόγυρα ύπνος».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου