Ναι, τσαλακώθηκα, ράγισα, κομματιάστηκα αρκετές φορές. Ίσως και να μη θυμάμαι πόσες, μα είναι πολλές. Κάθε φορά που βούλιαζα μέσα στη θαλασσοταραχή, ευχόμουν να βγω από εκεί ζωντανός. Φοβόμουν μήπως με αρπάξει κανένα λυσσασμένο κύμα στην άβυσσο του ωκεανού. Μη χαθώ για πάντα, μη σκορπίσω.
Τσαλακώθηκα από παγωμένες καρδιές που δεν ήταν αμοιβαίες, από συμπάθειες που έπεσα έξω, από βλέμματα ψυχρά και αμετανόητα. Τσακίστηκα από πικρόχολες αγάπες και πλάνες υποσχέσεις που ποτέ δεν πραγματοποιήθηκαν. Κομματιάστηκα από φιλικές γρατσουνιές στην πλάτη και δηλητηριώδες σφιχτές αγκαλιές.
Τσαλακώθηκα από σένα ζωή που άλλα μου έταζες και δε με είχες προειδοποιήσει, που άλλα ονειρεύτηκα και άλλα συνάντησα. Ράγισα ζωή από ανηφοριές και χαράδρες που διάβηκα, από σκοτεινά σημεία και τρομακτικά θεριά που αντίκρισα. Ναι, δε στο κρύβω απελπίστηκα, κοιτάχτηκα στον καθρέπτη μου και μονολόγησα.
Όμως, πλανεύτηκα ζωή, από την ευωδία των λουλουδιών σου και τη θέα των καταπράσινων κοιλάδων σου, από το απέραντο γαλάζιο του ουρανού σου και των καταγάλανων νερών σου. Έπνιξα την πίκρα μου γιατί έπρεπε να παλέψω με τους δαίμονές μου, να σε εξερευνήσω πιθαμή προς πιθαμή και να γευτώ την γλύκα σου ζωή. Όσες φορές κι αν τσαλακώθηκα, σηκώθηκα με ψηλά το κεφάλι.
Κατευθύνθηκα προς το άγνωστο σου, τόσο δελεαστικό και όμορφο συνάμα. Τσαλακώθηκα, μα σηκώθηκα με ψηλά το κεφάλι. Κι όσο ακόμα τσαλακωθώ θα ξανασηκωθώ με ψηλά το κεφάλι.
Τσαλακώθηκα από παγωμένες καρδιές που δεν ήταν αμοιβαίες, από συμπάθειες που έπεσα έξω, από βλέμματα ψυχρά και αμετανόητα. Τσακίστηκα από πικρόχολες αγάπες και πλάνες υποσχέσεις που ποτέ δεν πραγματοποιήθηκαν. Κομματιάστηκα από φιλικές γρατσουνιές στην πλάτη και δηλητηριώδες σφιχτές αγκαλιές.
Τσαλακώθηκα από σένα ζωή που άλλα μου έταζες και δε με είχες προειδοποιήσει, που άλλα ονειρεύτηκα και άλλα συνάντησα. Ράγισα ζωή από ανηφοριές και χαράδρες που διάβηκα, από σκοτεινά σημεία και τρομακτικά θεριά που αντίκρισα. Ναι, δε στο κρύβω απελπίστηκα, κοιτάχτηκα στον καθρέπτη μου και μονολόγησα.
Όμως, πλανεύτηκα ζωή, από την ευωδία των λουλουδιών σου και τη θέα των καταπράσινων κοιλάδων σου, από το απέραντο γαλάζιο του ουρανού σου και των καταγάλανων νερών σου. Έπνιξα την πίκρα μου γιατί έπρεπε να παλέψω με τους δαίμονές μου, να σε εξερευνήσω πιθαμή προς πιθαμή και να γευτώ την γλύκα σου ζωή. Όσες φορές κι αν τσαλακώθηκα, σηκώθηκα με ψηλά το κεφάλι.
Κατευθύνθηκα προς το άγνωστο σου, τόσο δελεαστικό και όμορφο συνάμα. Τσαλακώθηκα, μα σηκώθηκα με ψηλά το κεφάλι. Κι όσο ακόμα τσαλακωθώ θα ξανασηκωθώ με ψηλά το κεφάλι.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου