«Αν είδα μακρύτερα, είναι επειδή στάθηκα στους ώμους γιγάντων» -Νεύτων
Η παραπάνω θέση του Νεύτωνα (1676) αποτυπώνει με τον πιο εναργή τρόπο πως η επιστήμη και ο πολιτισμός γενικότερα συνιστούν μια «ατέρμονη διαδικασία ιδεών». Τα ακατανόητα του παρελθόντος στις μέρες μας φαίνονται λογικά και αυτονόητα. Οι βεβαιότητες του χθες καταρρέουν και στη θέση τους φύονται νέες θέσεις που κι αυτές διεκδικούν το θρόνο της βεβαιότητας.
Ένα υπόγειο ρεύμα διαπάλης κι έντονων συγκρούσεων διαποτίζει την παγκόσμια ιστορία στο επίπεδο των ιδεών και της επιστήμης και ιδιαίτερα της φυσικής. Η αγωνία των φυσικών επιστημόνων να ανακαλύψουν τους ακατάλυτους φυσικούς νόμους που διέπουν το σύμπαν και εξασφαλίζουν την «ισορροπία» («κόσμος» = τάξη) οδήγησε πολλές φορές σε έντονες συγκρούσεις. Συγκρούσεις που προβίβασαν την έρευνα κι αποκάλυψαν τη δυσκολία να κατανοήσει κάποιος τη βαθύτερη δομή και λειτουργία του σύμπαντος αλλά και την κενότητα όλων εκείνων που πίστεψαν πως η ανακάλυψή τους ήταν και το τέλος της φυσικής.
Κοπέρνικος, Γαλιλαίος, Κέπλερ, Νεύτωνας, Αϊνστάιν, Χάιζενμπεργκ, Hawking. Οι γίγαντες αυτοί της φυσικής υφαίνουν τον καμβά της φυσικής επιστήμης και διδάσκουν την ανάγκη να κοιτάζουμε με δυσπιστία τις παραδοσιακές αντιλήψεις, αν θέλουμε ως άνθρωποι και επιστήμη να βαδίσουμε μπροστά. Κι αυτό γιατί σύμφωνα και με τον Ηράκλειτο «η φύσις κρύπτεσθαι φιλεί».
Αιτιοκρατία vs Αβεβαιότητα
Μια από τις σφοδρότερες συγκρούσεις σε επίπεδο ιδεών ήταν κι αυτή που έφερε αντιμέτωπους όλους εκείνους που αναλώθηκαν να ερμηνεύσουν λογικά το σύμπαν και να αποκωδικοποιήσουν τα μυστικά του. Κάθε ομάδα επιστημόνων ορμώμενη από διαφορετική αφετηρία κατέληξε σε αντίθετες θέσεις με αυτές των «αντιπάλων».
Αρχικά, η αιτιοκρατία (ντετερμινισμός) ως φιλοσοφική θέση έλκει την καταγωγή της από την αρχαιότητα και βρήκε συνεχιστές και στο χώρο της φυσικής επιστήμης. Σύμφωνα με αυτήν στο σύμπαν κυριαρχεί μια καθολική αιτιώδης και νομοτελειακή συνάφεια όλων των επί μέρους φαινομένων. Για όλα υπάρχει ένα συγκεκριμένο αίτιο που πάντοτε συνοδεύεται από ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα (αίτιο – αιτιατό). Όλα, δηλαδή, υπακούουν σε μια φυσική αναγκαιότητα που αποκλείει κάθε στοιχείο τυχαιότητας. Η τάξη και η προβλεψιμότητα συνιστούν τους βασικούς πυλώνες της αιτιοκρατίας.
Η αιτιοκρατία θεοποίησε τη Λογική που ταυτίστηκε με την πρόοδο. Ο κόσμος – σύμπαν ερμηνεύτηκε ως μια πολύπλοκη μηχανή χωρίς σφάλματα. Υπερβολή αυτής της σχολής η απολυτοποίηση της τυφλής αναγκαιότητας που προσέλαβε τη μορφή μιας μηχανιστικής διαδικασίας που αφυδατώνει κάθε προοπτική – περιθώριο για το τυχαίο, το διαφορετικό. Κύριοι εκπρόσωποι αυτής της σχολής ο Δημόκριτος, ο Κοπέρνικος, ο Βάκων, ο Γαλιλαίος, ο Νεύτωνας, ο Λαπλάς και βέβαια ο Αϊνστάιν, όσο κι αν η θεωρία του περί «σχετικότητας» διάβρωσε κάπως τα θεμέλια της «ρεαλιστικής» σχολής. Πρόδρομοι της αιτιοκρατίας θεωρούνται οι ατομικοί φιλόσοφοι της αρχαιότητας (Λεύκιππος, Δημόκριτος…).
Ο μηχανιστικός χαρακτήρας της αιτιοκρατίας διατυπώθηκε από τον μαρκήσιο ντε Λαπλάς (18ος αιώνας).
«Η σημερινή κατάσταση του Σύμπαντος θα μπορούσε να θεωρηθεί ως αποτέλεσμα του παρελθόντος του και αίτιο του μέλλοντός του. Μια Διάνοια η οποία θα γνώριζε, ανά πάσα στιγμή, όλες τις δυνάμεις που κινούν τη φύση, και τη θέση των όντων που την απαρτίζουν, μια Διάνοια απέραντη ώστε να μπορεί να υποβάλει τα δεδομένα αυτά σε ανάλυση, θα μπορούσε να συμπυκνώσει σε έναν απλό τύπο την κίνηση των σωμάτων του Σύμπαντος, από το πιο μεγάλο μέχρι το ελαφρύτερο άτομο. Για μια τέτοια Διάνοια, δεν θα υπήρχε τίποτε αβέβαιο, και το μέλλον, σαν το παρελθόν, θα ήταν αιωνίως παρόν ενώπιον της».
Ωστόσο αυτή η μακαριότητα του Λαπλάς δεν άργησε να αμφισβητηθεί αφού υπήρχαν πολλά ερωτηματικά για την κίνηση των σωμάτων. Η Νευτώνεια μηχανική δεν απαντούσε στα νέα ερωτήματα και ο δεύτερος νόμος της θερμοδυναμικής (φαινόμενο εντροπίας – πάλη μεταξύ τάξης και αταξίας), όπως διατυπώθηκε σε μαθηματικό θεώρημα από τον Μπόλτσμαν προκάλεσε ρήγματα στην παραδοσιακή φυσική. Η ανακάλυψη των quanta (τέλη 19ου αιώνα) από τον Max Plank και η κβαντική φυσική άνοιξαν το δρόμο για το νόμο της σχετικότητας του Αϊνστάιν (1905) (E = mc²). Τώρα όλα αλλάζουν ταχύτατα, όλα φαντάζουν πιθανά και η παραδοσιακή βεβαιότητα μετασχηματίζεται σε αβεβαιότητα, αναγκάζοντας και τον ίδιο τον Αϊνστάιν (το τελευταίο κάστρο της αιτιοκρατίας) να ομολογήσει: «Αυτή η ιστορία με την αιτιότητα προξενεί πολλά προβλήματα».
Η Αρχή της Αβεβαιότητας
Έτσι άρχισε σιγά – σιγά να ανοίγει ο δρόμος για την «αρχή της αβεβαιότητας», που αργότερα έγινε λεωφόρος κι έμελλε να ανατρέψει την παραδοσιακή φυσική πλάνη πως όλα μπορούν να προβλεφθούν. Η πρώτη σύγκρουση ανάμεσα στην αιτιοκρατία και στην αβεβαιότητα άρχισε να διαφαίνεται και έφθασε σε σημείο απόλυτης κορύφωσης με την «αρχή της αβεβαιότητας» του Heisenberg (1927).
Πρώτος ο Πλανκ, το 1910 διακήρυξε «….σήμερα κανένας πλέον φυσικός νόμος δεν θεωρείται σίγουρος πέρα από κάθε αμφιβολία, και κάθε αλήθεια της φυσικής είναι ανοιχτή σε αμφισβήτηση. Συχνά μοιάζει σαν να χαράζει και πάλι μια εποχή χάους για τη θεωρητική φυσική». Ο Πάουλι (αρχή του αποκλεισμού) και ο Μπορ (αρχή της συμπληρωματικότητας) προετοίμασαν το έδαφος για τη θεμελίωση της «αρχής της αβεβαιότητας» από τον Χάιζενμπεργκ που με έναν απλό κι αφαιρετικό τρόπο θεωρεί πως «είναι αδύνατο να μετρηθεί ταυτόχρονα και με ακρίβεια η θέση και η ορμή – ταχύτητα ενός σωματίου». Και σύμφωνα με την αρχή αυτή δεν υπονοείται η ανικανότητα του ανθρώπου αλλά στο γεγονός ότι υπάρχει μια πραγματική ιδιότητα του φυσικού κόσμου που καθιστά την ταυτόχρονη παρατήρηση αδύνατη.
Η «αβεβαιότητα» ως όρος – που έμελλε να κυριαρχήσει σε ένα μεγάλο πλήθος επιστημών – άργησε να επικρατήσει, αφού ο ίδιος ο εισηγητής της αναζητούσε τον κατάλληλο για να αποδώσει τη θεωρία του που θρυμμάτισε τα βάθρα της αιτιοκρατίας. Συναφείς όροι είναι: η τυχαιότητα, η ανακολουθία, η απροσδιοριστία, η ασυνέχεια, η τυχαιοκρατία και η μη προβλεψιμότητα. Τώρα όλα σύμφωνα με την «αρχή της αβεβαιότητας» και της κβαντικής μηχανικής είναι πιθανά και απίθανα: Ένα είδος επιστροφής στο αρχαιοελληνικό «χάος» παρατηρείται, αφού οι άτεγκτοι κανόνες της αιτιοκρατίας καταρρέουν.
«Η πράξη της παρατήρησης μεταβάλλει το αντικείμενο της παρατήρησης». Αυτή η θεμελιώδης θέση της «αρχής αβεβαιότητας, ως ακραία έκφρασή της, βρίσκει εφαρμογή στη δημοσιογραφία ή στη λογοτεχνία. Ένα κείμενο, π.χ. προσφέρεται για ποικιλία ερμηνειών. Η δικαίωση του Επίκτητου «Ταράττουν τους ανθρώπους ου τα πράγματα αλλά τα περί των πραγμάτων δόγματα»
Οι υπέρμαχοι της αιτιοκρατίας αμφισβητούν τις θέσεις της «αρχής της αβεβαιότητας» και με εκπρόσωπο τον Αϊνστάιν θεωρούν πως η αβεβαιότητα του Χάιζενμπεργκ ήταν σημάδι ανικανότητας του ανθρώπου να συλλάβει ολοκληρωτικά του φυσικού κόσμου, και όχι απόδειξη ότι ο ίδιος ο Κόσμος χαρακτηριζόταν από κάτι ανεξιχνίαστο και απροσπέλαστο. Η απόλυτη έκφραση της διαφωνίας των αιτιοκρατών και του Αϊνστάιν είναι η περίφημη έκφραση «Ο θεός δεν παίζει ζάρια».
Την ανησυχία των οπαδών της αιτιοκρατίας επέτεινε και η θέση του Steven Hawking που διακωμωδώντας την παραπάνω φράση διακήρυξε με νόημα «Ο Θεός δεν παίζει ζάρια; Εγώ όχι μόνο πιστεύω ότι παίζει, αλλά ότι δεν ξέρει και που τα ρίχνει».
Η σύγκρουση των δυο θεωριών – αιτιοκρατία vs αβεβαιότητα – έφτασε στα άκρα και κανείς δεν υποχωρεί. Το βραβείο Νόμπελ Φυσικής (1932) στον Χάιζενμπεργκ δεν πτοεί τον Αϊνστάιν και τους οπαδούς του, αφού δεν μπορούν να αποδεχτούν πως ο κόσμος κινείται τυφλά, χωρίς αιτία κι ένα σκοπό. Η απουσία ενός «τέλους» (σκοπού) με την Αριστοτελική έννοια (τελεολογία) θεωρείται παραλογισμός.
Από την άλλη πλευρά όμως οι αρχαιολάτρεις και ιδιαίτερα οι Ελληνολάτρεις θριαμβολογούν, αφού έστω και καθυστερημένα δικαιώθηκαν κάποιες θέσεις του Ηράκλειτου και του Επίκουρου.
Εξάλλου και ο ίδιος ο Χάιζενμπεργκ δήλωσε πως «η σύγχρονη φυσική, κατά κάποιο τρόπο, πλησιάζει πάρα πολύ τη διδασκαλία του Ηράκλειτου». Η αφανής ενότητα των πάντων και το αέναο γίγνεσθαι των πάντων συνιστούν τα θεμέλια της φιλοσοφίας του Ηράκλειτου, που προσπαθούσε να αποδείξει πως δεν υπάρχει ισορροπία – αρμονία χωρίς αντιθέσεις – συγκρούσεις αλλά και δεν υπάρχουν αντιθέσεις που σε ένα ανώτερο επίπεδο μέσα από μια διαλεκτική πορεία να μην ισορροπούν («παλίντονος αρμονία»).
Αλλά και οι θαυμαστές του Επίκουρου θα πρέπει να επιχαίρουν γιατί πρώτος αυτός παραλλάσσοντας την Ατομική θεωρία του Δημόκριτου εισήγαγε την «κίνησιν κατά παρέγκλισιν». Αυτή η κίνηση των ατόμων αποτελεί μια απόκλιση ή εκτροπή από το προδιαγεγραμμένο και ως τέτοια είναι μη αιτιοκρατική κι αποτελεί τυχαίο συμβάν. Εξάλλου, αν τα άτομα δεν παρέκκλιναν ποτέ από την ευθύγραμμη πορεία τους στο κενό, πως θα μπορούσαν να βρουν έστω και μια ευκαιρία να συγκρουστούν μεταξύ τους; «ότι και τόδε το παν φέρεται τύχη τινί, ου μην βουλήσει και κρίσει θεού….φέρεσθαι δε εική τα πάντα, και ως έτυχεν, ου μην εκ της του ποιητού σοφίας».
Η διαρκής πάλη του είναι και του γίγνεσθαι είναι ο θεμελιώδης νόμος του σύμπαντος, άσχετα αν η σύγκρουση των οπαδών της αιτιοκρατίας με τους θιασώτες της αβεβαιότητας εμποδίζει και τα δυο στρατόπεδα να βρουν σημείο σύγκλισης.
Εξάλλου όσο δύσκολο είναι να πιστέψουμε πως ο άνθρωπος δρα κάτω από το βάρος μιας τυφλής αναγκαιότητας (αιτιοκρατία) άλλο τόσο δύσκολο είναι να αποδεχτούμε πως απουσιάζει παντελώς κάθε είδος ενός «τέλους» (σκοπού) (τελεολογία).
Τελικά είμαστε όντα αυτεξούσια ή υπάρξεις υπεξούσιες σε δυνάμεις απροσδιόριστες; Θα δεχτούμε το επερχόμενο χάος ή η φυσική θα ανακαλύψει ένα νέο νόμο του σύμπαντος; Προς το παρόν η λαϊκή παροιμία του 15ου αιώνα φαίνεται πως δικαιώνεται:
«Για ένα καρφί χάθηκε το πέταλο/ για ένα πέταλο χάθηκε το άλογο/ για ένα άλογο χάθηκε ο καβαλάρης/ για ένα καβαλάρη χάθηκε η μάχη/ για μια μάχη χάθηκε το βασίλειο».
Τελικά μήπως ζούμε σε ένα «ντετερμινιστικό χάος;»
Η παραπάνω θέση του Νεύτωνα (1676) αποτυπώνει με τον πιο εναργή τρόπο πως η επιστήμη και ο πολιτισμός γενικότερα συνιστούν μια «ατέρμονη διαδικασία ιδεών». Τα ακατανόητα του παρελθόντος στις μέρες μας φαίνονται λογικά και αυτονόητα. Οι βεβαιότητες του χθες καταρρέουν και στη θέση τους φύονται νέες θέσεις που κι αυτές διεκδικούν το θρόνο της βεβαιότητας.
Ένα υπόγειο ρεύμα διαπάλης κι έντονων συγκρούσεων διαποτίζει την παγκόσμια ιστορία στο επίπεδο των ιδεών και της επιστήμης και ιδιαίτερα της φυσικής. Η αγωνία των φυσικών επιστημόνων να ανακαλύψουν τους ακατάλυτους φυσικούς νόμους που διέπουν το σύμπαν και εξασφαλίζουν την «ισορροπία» («κόσμος» = τάξη) οδήγησε πολλές φορές σε έντονες συγκρούσεις. Συγκρούσεις που προβίβασαν την έρευνα κι αποκάλυψαν τη δυσκολία να κατανοήσει κάποιος τη βαθύτερη δομή και λειτουργία του σύμπαντος αλλά και την κενότητα όλων εκείνων που πίστεψαν πως η ανακάλυψή τους ήταν και το τέλος της φυσικής.
Κοπέρνικος, Γαλιλαίος, Κέπλερ, Νεύτωνας, Αϊνστάιν, Χάιζενμπεργκ, Hawking. Οι γίγαντες αυτοί της φυσικής υφαίνουν τον καμβά της φυσικής επιστήμης και διδάσκουν την ανάγκη να κοιτάζουμε με δυσπιστία τις παραδοσιακές αντιλήψεις, αν θέλουμε ως άνθρωποι και επιστήμη να βαδίσουμε μπροστά. Κι αυτό γιατί σύμφωνα και με τον Ηράκλειτο «η φύσις κρύπτεσθαι φιλεί».
Αιτιοκρατία vs Αβεβαιότητα
Μια από τις σφοδρότερες συγκρούσεις σε επίπεδο ιδεών ήταν κι αυτή που έφερε αντιμέτωπους όλους εκείνους που αναλώθηκαν να ερμηνεύσουν λογικά το σύμπαν και να αποκωδικοποιήσουν τα μυστικά του. Κάθε ομάδα επιστημόνων ορμώμενη από διαφορετική αφετηρία κατέληξε σε αντίθετες θέσεις με αυτές των «αντιπάλων».
Αρχικά, η αιτιοκρατία (ντετερμινισμός) ως φιλοσοφική θέση έλκει την καταγωγή της από την αρχαιότητα και βρήκε συνεχιστές και στο χώρο της φυσικής επιστήμης. Σύμφωνα με αυτήν στο σύμπαν κυριαρχεί μια καθολική αιτιώδης και νομοτελειακή συνάφεια όλων των επί μέρους φαινομένων. Για όλα υπάρχει ένα συγκεκριμένο αίτιο που πάντοτε συνοδεύεται από ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα (αίτιο – αιτιατό). Όλα, δηλαδή, υπακούουν σε μια φυσική αναγκαιότητα που αποκλείει κάθε στοιχείο τυχαιότητας. Η τάξη και η προβλεψιμότητα συνιστούν τους βασικούς πυλώνες της αιτιοκρατίας.
Η αιτιοκρατία θεοποίησε τη Λογική που ταυτίστηκε με την πρόοδο. Ο κόσμος – σύμπαν ερμηνεύτηκε ως μια πολύπλοκη μηχανή χωρίς σφάλματα. Υπερβολή αυτής της σχολής η απολυτοποίηση της τυφλής αναγκαιότητας που προσέλαβε τη μορφή μιας μηχανιστικής διαδικασίας που αφυδατώνει κάθε προοπτική – περιθώριο για το τυχαίο, το διαφορετικό. Κύριοι εκπρόσωποι αυτής της σχολής ο Δημόκριτος, ο Κοπέρνικος, ο Βάκων, ο Γαλιλαίος, ο Νεύτωνας, ο Λαπλάς και βέβαια ο Αϊνστάιν, όσο κι αν η θεωρία του περί «σχετικότητας» διάβρωσε κάπως τα θεμέλια της «ρεαλιστικής» σχολής. Πρόδρομοι της αιτιοκρατίας θεωρούνται οι ατομικοί φιλόσοφοι της αρχαιότητας (Λεύκιππος, Δημόκριτος…).
Ο μηχανιστικός χαρακτήρας της αιτιοκρατίας διατυπώθηκε από τον μαρκήσιο ντε Λαπλάς (18ος αιώνας).
«Η σημερινή κατάσταση του Σύμπαντος θα μπορούσε να θεωρηθεί ως αποτέλεσμα του παρελθόντος του και αίτιο του μέλλοντός του. Μια Διάνοια η οποία θα γνώριζε, ανά πάσα στιγμή, όλες τις δυνάμεις που κινούν τη φύση, και τη θέση των όντων που την απαρτίζουν, μια Διάνοια απέραντη ώστε να μπορεί να υποβάλει τα δεδομένα αυτά σε ανάλυση, θα μπορούσε να συμπυκνώσει σε έναν απλό τύπο την κίνηση των σωμάτων του Σύμπαντος, από το πιο μεγάλο μέχρι το ελαφρύτερο άτομο. Για μια τέτοια Διάνοια, δεν θα υπήρχε τίποτε αβέβαιο, και το μέλλον, σαν το παρελθόν, θα ήταν αιωνίως παρόν ενώπιον της».
Ωστόσο αυτή η μακαριότητα του Λαπλάς δεν άργησε να αμφισβητηθεί αφού υπήρχαν πολλά ερωτηματικά για την κίνηση των σωμάτων. Η Νευτώνεια μηχανική δεν απαντούσε στα νέα ερωτήματα και ο δεύτερος νόμος της θερμοδυναμικής (φαινόμενο εντροπίας – πάλη μεταξύ τάξης και αταξίας), όπως διατυπώθηκε σε μαθηματικό θεώρημα από τον Μπόλτσμαν προκάλεσε ρήγματα στην παραδοσιακή φυσική. Η ανακάλυψη των quanta (τέλη 19ου αιώνα) από τον Max Plank και η κβαντική φυσική άνοιξαν το δρόμο για το νόμο της σχετικότητας του Αϊνστάιν (1905) (E = mc²). Τώρα όλα αλλάζουν ταχύτατα, όλα φαντάζουν πιθανά και η παραδοσιακή βεβαιότητα μετασχηματίζεται σε αβεβαιότητα, αναγκάζοντας και τον ίδιο τον Αϊνστάιν (το τελευταίο κάστρο της αιτιοκρατίας) να ομολογήσει: «Αυτή η ιστορία με την αιτιότητα προξενεί πολλά προβλήματα».
Η Αρχή της Αβεβαιότητας
Έτσι άρχισε σιγά – σιγά να ανοίγει ο δρόμος για την «αρχή της αβεβαιότητας», που αργότερα έγινε λεωφόρος κι έμελλε να ανατρέψει την παραδοσιακή φυσική πλάνη πως όλα μπορούν να προβλεφθούν. Η πρώτη σύγκρουση ανάμεσα στην αιτιοκρατία και στην αβεβαιότητα άρχισε να διαφαίνεται και έφθασε σε σημείο απόλυτης κορύφωσης με την «αρχή της αβεβαιότητας» του Heisenberg (1927).
Πρώτος ο Πλανκ, το 1910 διακήρυξε «….σήμερα κανένας πλέον φυσικός νόμος δεν θεωρείται σίγουρος πέρα από κάθε αμφιβολία, και κάθε αλήθεια της φυσικής είναι ανοιχτή σε αμφισβήτηση. Συχνά μοιάζει σαν να χαράζει και πάλι μια εποχή χάους για τη θεωρητική φυσική». Ο Πάουλι (αρχή του αποκλεισμού) και ο Μπορ (αρχή της συμπληρωματικότητας) προετοίμασαν το έδαφος για τη θεμελίωση της «αρχής της αβεβαιότητας» από τον Χάιζενμπεργκ που με έναν απλό κι αφαιρετικό τρόπο θεωρεί πως «είναι αδύνατο να μετρηθεί ταυτόχρονα και με ακρίβεια η θέση και η ορμή – ταχύτητα ενός σωματίου». Και σύμφωνα με την αρχή αυτή δεν υπονοείται η ανικανότητα του ανθρώπου αλλά στο γεγονός ότι υπάρχει μια πραγματική ιδιότητα του φυσικού κόσμου που καθιστά την ταυτόχρονη παρατήρηση αδύνατη.
Η «αβεβαιότητα» ως όρος – που έμελλε να κυριαρχήσει σε ένα μεγάλο πλήθος επιστημών – άργησε να επικρατήσει, αφού ο ίδιος ο εισηγητής της αναζητούσε τον κατάλληλο για να αποδώσει τη θεωρία του που θρυμμάτισε τα βάθρα της αιτιοκρατίας. Συναφείς όροι είναι: η τυχαιότητα, η ανακολουθία, η απροσδιοριστία, η ασυνέχεια, η τυχαιοκρατία και η μη προβλεψιμότητα. Τώρα όλα σύμφωνα με την «αρχή της αβεβαιότητας» και της κβαντικής μηχανικής είναι πιθανά και απίθανα: Ένα είδος επιστροφής στο αρχαιοελληνικό «χάος» παρατηρείται, αφού οι άτεγκτοι κανόνες της αιτιοκρατίας καταρρέουν.
«Η πράξη της παρατήρησης μεταβάλλει το αντικείμενο της παρατήρησης». Αυτή η θεμελιώδης θέση της «αρχής αβεβαιότητας, ως ακραία έκφρασή της, βρίσκει εφαρμογή στη δημοσιογραφία ή στη λογοτεχνία. Ένα κείμενο, π.χ. προσφέρεται για ποικιλία ερμηνειών. Η δικαίωση του Επίκτητου «Ταράττουν τους ανθρώπους ου τα πράγματα αλλά τα περί των πραγμάτων δόγματα»
Οι υπέρμαχοι της αιτιοκρατίας αμφισβητούν τις θέσεις της «αρχής της αβεβαιότητας» και με εκπρόσωπο τον Αϊνστάιν θεωρούν πως η αβεβαιότητα του Χάιζενμπεργκ ήταν σημάδι ανικανότητας του ανθρώπου να συλλάβει ολοκληρωτικά του φυσικού κόσμου, και όχι απόδειξη ότι ο ίδιος ο Κόσμος χαρακτηριζόταν από κάτι ανεξιχνίαστο και απροσπέλαστο. Η απόλυτη έκφραση της διαφωνίας των αιτιοκρατών και του Αϊνστάιν είναι η περίφημη έκφραση «Ο θεός δεν παίζει ζάρια».
Την ανησυχία των οπαδών της αιτιοκρατίας επέτεινε και η θέση του Steven Hawking που διακωμωδώντας την παραπάνω φράση διακήρυξε με νόημα «Ο Θεός δεν παίζει ζάρια; Εγώ όχι μόνο πιστεύω ότι παίζει, αλλά ότι δεν ξέρει και που τα ρίχνει».
Η σύγκρουση των δυο θεωριών – αιτιοκρατία vs αβεβαιότητα – έφτασε στα άκρα και κανείς δεν υποχωρεί. Το βραβείο Νόμπελ Φυσικής (1932) στον Χάιζενμπεργκ δεν πτοεί τον Αϊνστάιν και τους οπαδούς του, αφού δεν μπορούν να αποδεχτούν πως ο κόσμος κινείται τυφλά, χωρίς αιτία κι ένα σκοπό. Η απουσία ενός «τέλους» (σκοπού) με την Αριστοτελική έννοια (τελεολογία) θεωρείται παραλογισμός.
Από την άλλη πλευρά όμως οι αρχαιολάτρεις και ιδιαίτερα οι Ελληνολάτρεις θριαμβολογούν, αφού έστω και καθυστερημένα δικαιώθηκαν κάποιες θέσεις του Ηράκλειτου και του Επίκουρου.
Εξάλλου και ο ίδιος ο Χάιζενμπεργκ δήλωσε πως «η σύγχρονη φυσική, κατά κάποιο τρόπο, πλησιάζει πάρα πολύ τη διδασκαλία του Ηράκλειτου». Η αφανής ενότητα των πάντων και το αέναο γίγνεσθαι των πάντων συνιστούν τα θεμέλια της φιλοσοφίας του Ηράκλειτου, που προσπαθούσε να αποδείξει πως δεν υπάρχει ισορροπία – αρμονία χωρίς αντιθέσεις – συγκρούσεις αλλά και δεν υπάρχουν αντιθέσεις που σε ένα ανώτερο επίπεδο μέσα από μια διαλεκτική πορεία να μην ισορροπούν («παλίντονος αρμονία»).
Αλλά και οι θαυμαστές του Επίκουρου θα πρέπει να επιχαίρουν γιατί πρώτος αυτός παραλλάσσοντας την Ατομική θεωρία του Δημόκριτου εισήγαγε την «κίνησιν κατά παρέγκλισιν». Αυτή η κίνηση των ατόμων αποτελεί μια απόκλιση ή εκτροπή από το προδιαγεγραμμένο και ως τέτοια είναι μη αιτιοκρατική κι αποτελεί τυχαίο συμβάν. Εξάλλου, αν τα άτομα δεν παρέκκλιναν ποτέ από την ευθύγραμμη πορεία τους στο κενό, πως θα μπορούσαν να βρουν έστω και μια ευκαιρία να συγκρουστούν μεταξύ τους; «ότι και τόδε το παν φέρεται τύχη τινί, ου μην βουλήσει και κρίσει θεού….φέρεσθαι δε εική τα πάντα, και ως έτυχεν, ου μην εκ της του ποιητού σοφίας».
Η διαρκής πάλη του είναι και του γίγνεσθαι είναι ο θεμελιώδης νόμος του σύμπαντος, άσχετα αν η σύγκρουση των οπαδών της αιτιοκρατίας με τους θιασώτες της αβεβαιότητας εμποδίζει και τα δυο στρατόπεδα να βρουν σημείο σύγκλισης.
Εξάλλου όσο δύσκολο είναι να πιστέψουμε πως ο άνθρωπος δρα κάτω από το βάρος μιας τυφλής αναγκαιότητας (αιτιοκρατία) άλλο τόσο δύσκολο είναι να αποδεχτούμε πως απουσιάζει παντελώς κάθε είδος ενός «τέλους» (σκοπού) (τελεολογία).
Τελικά είμαστε όντα αυτεξούσια ή υπάρξεις υπεξούσιες σε δυνάμεις απροσδιόριστες; Θα δεχτούμε το επερχόμενο χάος ή η φυσική θα ανακαλύψει ένα νέο νόμο του σύμπαντος; Προς το παρόν η λαϊκή παροιμία του 15ου αιώνα φαίνεται πως δικαιώνεται:
«Για ένα καρφί χάθηκε το πέταλο/ για ένα πέταλο χάθηκε το άλογο/ για ένα άλογο χάθηκε ο καβαλάρης/ για ένα καβαλάρη χάθηκε η μάχη/ για μια μάχη χάθηκε το βασίλειο».
Τελικά μήπως ζούμε σε ένα «ντετερμινιστικό χάος;»
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου