Ο Ευριπίδης είναι ο τρίτος μεγάλος Αθηναίος τραγικός ποιητής, γιος του Μνησάρχου ή Μνησαρχίδου και της Κλειτούς. Γεννήθηκε στη Σαλαμίνα και πέθανε στην αυλή του Αρχελάου, βασιλιά της Μακεδονίας. Τα κύρια πρόσωπα των τραγωδιών του είναι κατά προτίμηση γυναίκες για τις οποίες πολλές φορές εκφράζεται ευνοϊκά παρά τον χαρακτηρισμό του μισογύνη που του είχαν αποδώσει. Στις τραγωδίες του εισήγαγε το φιλοσοφικό πνεύμα και γι’ αυτό ονομάστηκε από σκηνής φιλόσοφος. Από μερικούς χαρακτηρίζεται σαν κήρυκας του Ελληνικού Διαφωτισμού και της ελευθερίας στη θρησκεία, τη σκέψη και την Τέχνη. Απ’ τα 88 δράματά του σωθήκαν 19: Άλκηστις, Μήδεια, Ηρακλείδαι, Ιππόλυτος, Ανδρομάχη, Εκάβη, Ικέτιδες, Ηρακλής Μαινόμενος, Τρωάδες, Ίων, Ηλέκτρα, Ιφιγένεια εν Ταύροις, Ελένη, Φοίνισσαι, Ορέστης, Ιφιγένεια εν Αυλίδι, Βάκχαι, Ρήσος και το σατυρικό δράμα Κύκλωψ καθώς και 50 περίπου αποσπάσματα.
Άλκηστις (438 π.Χ.)
Στην Άλκηστη η ομώνυμη ηρωίδα πεθαίνει με τη θέλησή της για να σώσει τον άντρα της Άδμητο, βασιλιά των Φερών, απ’ τον Θάνατο, γιατί τη μέρα του γάμου της είχε τάξει τον εαυτό της γι’ αυτή τη θυσία για χάρη του και τώρα πρέπει να τηρήσει αυτή την παλιά υπόσχεση. Περνώντας ο Ηρακλής απ’ την πόλη φιλοξενείται στ' ανάκτορα του Αδμήτου που πενθεί. Σε λίγο μαθαίνει τον θάνατο της γυναίκας του βασιλιά κι αμέσως πάει στον τάφο της, στήνει καρτέρι στον Θάνατο και του αρπάζει την ηρωίδα. Η σκηνή του Ηρακλή έχει πολύ το κωμικό στοιχείο και γι’ αυτό υποθέτουν πως ο ποιητής μ’ αυτήν είχε αντικαταστήσει το Σατυρικό Δράμα της Τετραλογίας. Ο Άδμητος που ντροπιάστηκε με τη θυσία της γυναίκας του, αποκτάει συναίσθηση. Το υμνητικό για τη γενναία γυναίκα τραγούδι συνδυάζεται με την κριτική για την ανεπάρκεια του άντρα και γι’ αυτόν ακόμα τον λόγο προσπαθήσαν πολλοί να βρουν στο έργο σατιρικά, ακόμα και κωμικά χαρακτηριστικά.
Μήδεια (431 π.Χ.)
Η υπόθεση της Μήδειας διαδραματίζεται στην Κόρινθο που εκεί ο Ιάσονας προδίδοντας τη Μήδεια και τα παιδιά του παντρεύεται τη Γλαύκη. Η Μήδεια τότε μηχανεύεται την τρομερή εκδίκησή της. Υποκρινόμενη ότι ζητάει για τα παιδιά της χάρη απ’ τη νεαρή νύφη, της στέλνει για δώρο πέπλον καὶ πλόκον χρυσήλατον που εκείνη ανυποψίαστη τα φοράει και δηλητηριάζεται καθώς κι ο πατέρας της που πάει να τη φιλήσει. Μετά απ’ αυτό η Μήδεια σφάζει τα παιδιά της για να λυπήσει τον προδότη άντρα της και φεύγει για την Αθήνα με άρμα φτερωτών δρακόντων για να σωθεί απ’ την αντεκδίκηση του Ιάσονα. Σ’ αυτή την τραγωδία ο ποιητής περιγράφει με αριστουργηματικό τρόπο τη μανία και την αγριότητα που φέρνει στη γυναίκα η προδοσία του άντρα. . .
. . . γυνη γαρ ταλλα μὲν φοβου πλέα
ὅταν δ’ ες ευνην ηδικημένη κυρη ουκ εστιν αλλη φρην μιαιφονωτερα (στ. 263).
Ηρακλείδαι (430-422 π.Χ.)
Ο Ιόλαος (ανιψιός της αδερφής του Ηρακλή) καταφεύγει με τη μητέρα του Ηρακλή Αλκμήνη και τα παιδιά του στην Αθήνα γιατί ο αέναος εχθρός Ευρυσθεύς τους καταδιώκει. Ο βασιλιάς της Αθήνας Δημοφών, γιος του Θησέα, αρνιέται να τους παραδώσει στον Ευρυσθέα και τους σώζει μ’ ένα θλιβερό ωστόσο αντίτιμο : τη θυσία της Μακαρίας, μιας απ’ τις κόρες του Ηρακλή. Με ηρωισμό αντάξιο του πατέρα της, η κοπέλα όταν έμαθε τον χρησμό ότι χάριν της νίκης πρέπει να θυσιαστεί ευγενής παρθένα, δέχεται τη μοίρα της και προσφέρεται για τη θυσία. Μετά απ’ αυτό ορμήσαν εναντίον του εχθρού, πιάνουν τον Ευρυσθέα και τον φέρνουν μπροστά στην Αλκμήνη που τον απειλεί να τον θανατώσει. Ο Ευρυσθεύς όμως δεν την παρακαλεί καθόλου για να σωθεί και προφητεύει την αχαριστία των Ηρακλειδών και τη μελλοντική εκστρατεία τους ενάντια στην Αθήνα, δηλαδή τον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Οι Ηρακλείδαι διδαχτήκαν για να καταδειχτεί η αχαριστία των Δωριέων της Πελοποννήσου που αν και καυχιόνταν πως ήσαν απόγονοι του Ηρακλή κινήσαν τον πόλεμο κατά των Αθηναίων που σώσαν τα παιδιά του ήρωα απ’ τον διωγμό του Ευρυσθέα.
Ιππόλυτος (438-428 π.Χ.)
Ο Ιππόλυτος ονομάζεται και Στεφανηφόρος ή Στεφανίας απ’ το στεφάνι που προσφέρει στην Άρτεμη τιμώντας την σαν θεά της παρθενικής αγνότητας. Το γεγονός αυτό ανάβει την οργή της περιφρονημένης Αφροδίτης που για την καταστροφή του εμπνέει στη μητρυιά του Φαίδρα φοβερό έρωτα γι’ αυτόν. Κι ενώ εκείνη υποφέρει πολύ απ’ το πάθος της αυτό αλλά το κρατάει μυστικό, η τροφός της το αποκαλύπτει στον Ιππόλυτο κινώντας τη φρίκη του για την κακοήθεια του γυναικείου φύλου. Τότε η Φαίδρα ντροπιασμένη απαγχονίζεται αφού προηγουμένως διαβάλλει τον Ιππόλυτο στον πατέρα του Θησέα που απ’ την κατάρα του βρίσκει τραγικό θάνατο. Όμως μετά τον θάνατό του η Άρτεμις αποκαλύπτει την αθωότητα κι την αγνότητά του. Το δράμα δεν άρεσε λόγω της υπόθεσής του στο πολύ κοινό της Αθήνας κι ο Αριστοφάνης συχνά (Θεσμοφοριάζουσαι 153, 547, Βάτραχοι 1043) το κακίζει.
Ανδρομάχη (430-417 π.Χ.)
Η Ανδρομάχη, είναι το δράμα της χήρας τους Έκτορα που ο γιος του Αχιλλέα, ο Νεοπτόλεμος, την έφερε σαν λάφυρο στην πατρίδα του και την κράτησε σαν παλλακίδα του αφού έκανε έναν γιο μαζί της, τον Μολοσσό. Η Ερμιόνη, η νόμιμη σύζυγος, θέλει να τη σκοτώσει, κι ενώ ο άντρας της απουσίαζε την προσκαλεί μαζί με τον πατέρα της τον Μενέλαο απ’ τη Σπάρτη επιδιώκοντας έτσι το φόνο της. Η Ανδρομάχη που καταλαβαίνει τον σκοπό της Ερμιόνης αφού έκρυψε τον γιο της σε μέρος ασφαλές, ή ίδια κατέφυγε στο ιερό της Θέτιδας. Ο Μενέλαος όμως που βρήκε τον κρυμμένο γιο της Ανδρομάχης Μολοσσό την απειλεί πως θα τον σκοτώσει αν εκείνη δεν βγει απ’ το ιερό. Έτσι αναγκαστικά η Ανδρομάχη βγαίνει κι ο μεν Μενέλαος προσπαθεί να την σκοτώσει ενώ η Ερμιόνη θέλει να σκοτώσει τον γιο της Μολοσσό. Παρουσιάζεται όμως ο Πηλέας και την μεν Ανδρομάχη με το γιο της τη σώζει τον δε Μενέλαο τον αναγκάζει να φύγει. Η Ερμιόνη μετά απ’ αυτό πέφτει σε τρομερή απελπισία γιατί φοβάται την τιμωρία του Νεοπτόλεμου. Έρχεται όμως ο Ορέστης και την παίρνει μαζί του αφού προηγουμένως την αρραβωνιάστηκε. Την τραγωδία τη μιμήθηκε κι ο Ρακίνας το 1667.
Εκάβη (430-425 π.Χ.)
Η Εκάβη η άλλοτε βασίλισσα της Τροίας, αφού την απήγαγαν δοκιμάζει και νέες συμφορές. Οι Αχαιοί παίρνουν την κόρη της Πολυξένη και τη θυσιάζουν στον τάφο του Αχιλλέα. Μετά όμως από λίγο τα κύματα εκβράζουν τον νεκρό του Πολύδωρου που με πολλούς θησαυρούς ο Πρίαμος είχε εμπιστευτεί στον φίλο του Πολυμήστορα, βασιλιά της Θράκης. Η Εκάβη τότε αφού προσκάλεσε στη σκηνή της αιχμαλωσίας της τον δολοφόνο του γιου με τα παιδιά του, αυτά τα σκοτώνει κι εκείνον τον τυφλώνει. Το δράμα αποτελείται από δυο μέρη:
1. Η θυσία της Πολυξένης.
2. Η εκδίκηση που παίρνει η Εκάβη απ’ τον Πολυμήστορα για το φόνο του Πολύδωρου.
Τα δυο μέρη του δράματος συνδέει μόνο το πρόσωπο της Εκάβης. Παρά την ατεχνία αυτή (που συμβαίνει και στην Ανδρομάχη), αυτό το δράμα είχε μεγάλη επιτυχία κι άσκησε μεγάλη επίδραση στους μεταγενέστερους για τρεις λόγους:
1. Οι συγκλονιστικές σκηνές του.
2. Οι ζωηροί χαραχτήρες του.
3. Τα ιδιαίτερα σκηνικά μέσα που μεταχειρίστηκε.
Ο Ρωμαίος Έννιος, ο Ημιέλλην, όπως λεγόταν, έγραψε ένα παρόμοιο δράμα.
Ικέτιδες (422 π.Χ.)
Στις Ικέτιδες οι Θηβαίοι δεν επιτρέπουν την ταφή των Αργείων στρατηγών που πέσαν στη Θήβα. Τότε ήρθαν στον βασιλιά της Αθήνας Θησέα η μανάδες των νεκρών σαν Ικέτιδες κι αυτός αφού επιτέθηκε στους Θηβαίους και τους νίκησε πήρε τους νεκρούς και τους φέρνει στην Ελευσίνα όπου και καίγονται. Την Ευάδνη όμως, τη γυναίκα του Καπανέα, την πιάνει μανία και πέφτει κι αυτή στη φωτιά όπου καίγεται ο άντρας της.
Η τραγωδία αυτή χαρακτηρίστηκε Εγκώμιον των Αθηνών κι έχει την ίδια υπόθεση με το χαμένο δράμα του Αισχύλου Ελευσίνιοι. Η παράσταση αυτού του δράματος θα ήταν πολύ θεαματική με τις φωτιές που ανάβαν στη σκηνή, με τις τεφροδόχους που κρατούσαν τα παιδιά των 7 στρατηγών, με την ξαφνική μανία που πιάνει την Ευάδνη και πέφτει στη φωτιά. Όλα αυτά γεμίζαν το θέατρο από τρόμο κι έκπληξη.
Ηρακλής μαινόμενος (415 π.Χ.)
Ο Ηρακλής μαινόμενος είναι ένα δράμα που μόνο τη φρίκη μπορεί να προξενήσει. Ο Λύκος που έγινε τύραννος της Θήβας πρόκειται να σκοτώσει τα παιδιά του Ηρακλή ενώ εκείνος απουσιάζει. Ξαφνικά όμως ο Ηρακλής παρουσιάζεται τα σώζει και σκοτώνει τον τύραννο. Σε λίγο η Λύσσα του μεταδίδει μανία κι ο ίδιος σκοτώνει τα παιδιά του που είχε σώσει, νομίζοντας πως σκοτώνει τα παιδιά του Ευρυσθέα. Όταν ο Ηρακλής, έχοντας συνέλθει απ’ την τρέλα του, είναι έτοιμος να δώσει τέλος στη ζωή του, ο Θησεύς του υπόσχεται καταφύγιο στην Αθήνα και του προσφέρει στήριγμα σε μια ζωή που δεν μπορεί να υπολογίζει στη βοήθεια των θεών. Η θαρραλέα απόφαση του Θησέα κι η καρτερία του Ηρακλή μπροστά στη δυστυχία του κάνουν δυνατή την αποδοχή αυτής της επιλογής.
Τρωάδες (415 π.Χ.)
Το έργο διαδραματίζεται στην Τροία, στο στρατόπεδο με τις αιχμάλωτες γυναίκες της Τροίας που ύστερα απ’ την πτώση της πατρίδας τους αντιμετωπίζουν τη μεταφορά τους στην Ελλάδα και τη σκλαβιά. Είναι το πιο άτεχνο απ’ τα δράματα του τραγικού, στο οποίο παρουσιάζονται φριχτές σκηνές : η άλωση της Τροίας, η διανομή των αιχμαλωτίδων στους νικητές, η θυσία της Πολυξένης, το γκρέμισμα του Αστυάνακτα, παιδιού της Ανδρομάχης, απ’ το τείχος κι η πυρπόληση της πόλης. Πολλοί πιστεύουν πως το τέλος του δράματος όπου γίνεται η τιμωρία των νικητών, όπως έχει προαναγγελθεί στον πρόλογο, δεν έχει σωθεί ολόκληρο.
Ίων (414 – 413 π.Χ. ή 419 – 418 π.Χ.))
Η Κρέουσα, η κόρη του Ερεχθέα, γέννησε απ’ τον Απόλλωνα έναν γιο, τον Ίωνα που τον εγκατέλειψε στην Ακρόπολη. Αυτόν τον βρήκε ο Ερμής και τον έφερε στους Δελφούς. Εκεί ανατράφηκε απ’ την Πυθία κι έγινε νεωκόρος του Απόλλωνα. Η Κρέουσα αργότερα πήρε γι’ άντρα της τον Ξούθο που συμμάχησε με τους Αθηναίους κι έγινε βασιλιάς. Απ’ αυτόν τον γάμο δεν γεννήθηκε κανένα παιδί και γι’ αυτό ο Ξούθος έρχεται στους Δελφούς για να ρωτήσει τον θεό. Ο Απόλλωνας θέλει απ’ την αρχή να κάνει βασιλιά της Αθήνας τον γιο του απ’ την Κρέουσα, τον Ίωνα, χωρίς όμως να φανεί πως είναι πατέρας του. Ο Ξούθος παίρνει χρησμό ότι εκείνον που θα συναντήσει βγαίνοντας απ’ τον ναό είναι γιος του που γεννήθηκε απ’ άλλο γάμο, πριν ακόμα πάρει για γυναίκα του την Κρέουσα. Ο Ξούθος συναντάει πρώτο τον Ίωνα, τον γιο του Απόλλωνα. Σ’ αυτόν φανερώνει τον χρησμό κι ο Ίων χαίρεται μεν γι’ αυτό αλλά ρωτάει να μάθει ποια είναι η μητέρα του. Μετά την ψεύτικη αυτή αναγνώριση κι έναν διάλογο χωρίς αποτέλεσμα ο Ίων πείθεται με δόλο ν’ ακολουθήσει τον Ξούθο και να έρθει στ’ ανάκτορα της Αθήνας. Η Κρέουσα το μαθαίνει και θέλει να τον δηλητηριάσει, νομίζοντας τον Ίωνα σαν γιο του Ξούθου από προηγούμενο γάμο. Στο τέλος όμως αναγνωρίζεται σαν γιος της κι η Αθηνά αποκαλύπτει τον Απόλλωνα για πατέρα του ενώ τη συμβουλεύει να τον εγκαταστήσει στο θρόνο.
Ηλέκτρα (413 π.Χ.)
Την Ηλέκτρα παντρεύει ο Αίγισθος, μετά από παράκληση της Κλυταιμνήστρας, μ’ έναν φτωχό χωρικό γεωργό και τον βοηθάει στις βαριές αγροτικές δουλειές. Γυναίκες απ’ τις Μυκήνες ήρθαν στην καλύβα της και την παρακαλούσαν να πάρει μέρος σε γιορτή που γινόταν στο Άργος για να τιμηθεί η Δήμητρα. Η ηρωίδα όμως έχοντας πένθος και βαρύ ψυχικό πόνο δεν μπορεί να συμμετέχει σε γιορτές. Εκεί ήρθε στη συνέχεια ο Ορέστης με τον Πυλάδη κι αφού γίνεται η αναγνώρισή τους με την οδηγία του Πυλάδη ο Ορέστης σκοτώνει τον Αίγισθο στους αγρούς και τη μητέρα του στην καλύβα της αδερφής του. Στο δράμα αυτό ο ποιητής παρωδεί άτεχνα κι άκαιρα σκηνές απ’ τις Χοηφόρες του Αισχύλου.
Ιφιγένεια εν Ταύροις (413 π.Χ.)
Στην Ιφιγένεια εν Ταύροις η σκηνή διαδραματίζεται στη Σκυθία που ο Ορέστης κι ο Πυλάδης πηγαίνουν για να πάρουν το ξόανο της Άρτεμης, γιατί μετά τον φόνο της μητέρας του τον Ορέστη τον έπιασε μανία. Τότε πήρε χρησμό απ’ τον Απόλλωνα, ότι τότε μόνο θ’ απαλλαγεί απ’ τη μανία αυτή όταν το ξόανο της θεάς απ’ τη Χώρα των Ταύρων το μεταφέρει στην Αττική. Όμως τους πιάνουν οι βάρβαροι και τους οδηγούν στην ιέρεια της θεάς για θυσία γιατί σύμφωνα με τον νόμο τους θυσιάζονταν στη θεά όλοι όσοι πηγαίναν εκεί. Ιέρεια όμως της Άρτεμης ήταν η αδερφή του Ορέστη Ιφιγένεια. Αδερφός κι αδερφή αναγνωρίζονται και με τέχνασμα της Ιφιγένειας έχοντας και την προστασία της Αθηνάς δραπετεύουν από κει παίρνοντας μαζί τους και το ξόανο της θεάς. Στην τραγωδία αυτή κι η πλοκή είναι έντεχνη κι η αναγνώριση φυσική. Οι χαραχτήρες των προσώπων είναι ευγενείς και το ήθος της ηρωίδας τόσο αγνό και σεμνό που ακόμα κι οι βάρβαροι τη σέβονται. Ο ποιητής έκανε πολύ καλά που προφύλαξε την ιέρεια απ’ το μίασμα της ανθρωποθυσίας, γιατί αυτή μόνο έρραινε τα θύματα κι άλλοι τα σφάζαν. Πάνω απ’ όλα όμως είναι συγκινητικό το επεισόδιο που οι δυο ευγενείς φίλοι αμιλλώνται ποιος στη θέση του άλλου θα θυσιαστεί.
Ελένη (412 π.Χ.)
Στο δράμα αυτό ο Πάρις στην Τροία αντί για την αληθινή Ελένη πήρε μαζί του το είδωλό της. Αυτό μετά την άλωση της πόλης πήρε ο Μενέλαος αλλά στην περιπλάνησή του στην Αίγυπτο βρίσκει εκεί την αληθινή Ελένη που ο βασιλιάς της χώρας Θεοκλύμενος με τη βία ζητούσε σε γάμο. Η ηρωίδα όμως του ξέφυγε με διάφορα τεχνάσματα που σκέφτηκε η ίδια και πραγματοποίησε ο Μενέλαος. Η Ελένη θεωρήθηκε πρότυπο συζυγικής πίστης και σεμνότητας κι ο χαραχτήρας της Θεονόης, αδερφής του εκεί βασιλιά αγνός και φιλάνθρωπος. Αναγνώριση, δόλος, σκευωρία, απαγωγή είναι τα στοιχεία του έργου. Σ’ όλα αυτά κυρίαρχοι είναι οι θεοί, αλλά κι η τυφλή Τύχη, η σύμπτωση. Ειρωνεία κι αποστασιοποίηση κι ακόμα η φαντασία του παραμυθιού είναι τα χαρακτηριστικά του δράματος που είχε να παρουσιάσει στο κοινό μια άλλη Ελένη.
Φοίνισσαι (411-408 π.Χ.)
Αι Φοίνισσαι ονομαστήκαν έτσι απ’ το Χορό τους κι έχουν την ίδια υπόθεση με τους Επτά επί Θήβας του Αισχύλου αλλά με μεγαλύτερη έκταση και μεγάλη ποικιλία, γι’ αυτό κι η ενότητα της τραγωδίας γίνεται χαλαρή. Το δράμα αυτό έχει πολύ τραγικό στοιχείο όπως η νεότερη δραματουργία, γιατί πρώτα αποφασίζει τον εαυτό του υπέρ της πατρίδας ο γιος του Κρέοντα, Μενοικεύς, μετά σκοτώνονται οι στρατηγοί των πολιορκητών και μετά απ’ αυτούς αλληλοσκοτώνονται σε μονομαχία τα δυο αδέρφια και πάνω τους αυτοκτονεί η μητέρα τους. Στη συνέχεια η Αντιγόνη μη υπακούοντας στη διαταγή του Κρέοντα να μην ταφεί ο νεκρός του Πολυνείκη τον κηδεύει κι έπειτα φεύγει οδηγώντας τον τυφλό πατέρα της Οιδίποδα στην εξορία που καταδικάστηκε.
Ορέστης (408 π.Χ.)
Ο Ορέστης αφού καταδικάστηκε σε θάνατο απ’ τους Αργείους για μητροκτονία, εγκαταλείφθηκε αβοήθητος απ’ τον θείο του Μενέλαο που απ’ αυτόν περίμενε βοήθεια. Αυτό έγινε αιτία να εξαγριωθεί και θέλοντας να πάρει εκδίκηση απειλεί να σκοτώσει την Ερμιόνη, την κόρη του Μενέλαου. Αλλά με διαταγή του Απόλλωνα τελικά την παντρεύεται. Το τέλος είναι κωμικό κι ο ασταθής χαραχτήρας του Μενέλαου εκφράζει το ευμετάβολο της βούλησης των Σπαρτιατών. Ο Ορέστης είναι η τελευταία τραγωδία που ο Ευριπίδης παρουσίασε στην Αθήνα.
Ιφιγένεια εν Αυλίδι (406 π.Χ.)
Στην Ιφιγένεια εν Αυλίδι η υπόθεση διαδραματίζεται στην ομώνυμη πόλη όπου ο Αγαμέμνων στέλνει και καλεί την κόρη του λέγοντάς της ότι θα την παντρέψει με τον Αχιλλέα, ενώ στην πραγματικότητα θα την θυσιάσει στην Άρτεμη που είναι οργισμένη με τον βασιλιά κι εμποδίζει τον απόπλου του στόλου. Σε λίγο η Κλυταιμνήστρα κι η Ιφιγένεια φτάνουν χαρούμενες, αλλά μ’ έκπληξη βλέπουν τον βασιλιά σκυθρωπό. Όταν μαθαίνουν την αλήθεια απ’ τον γέρο υπηρέτη, η μεν Κλυταιμνήστρα ικετεύει τον Αχιλλέα να σώσει την κόρη της η δε Ιφιγένεια τον πατέρα της να μην τη θυσιάσει. Ο Αχιλλέας φαίνεται πρόθυμος να εμποδίσει τη θυσία αλλά ο Αγαμέμνων διστάζει, γιατί ο στρατός εξαγριώνεται κι απαιτεί τη θυσία που είναι η μόνη λύση να εξευμενιστεί η Άρτεμις και να επιτρέψει τον απόπλου. Κι ενώ τα πράγματα περιπλέκονται κι επιτείνουν την αγωνία του θεατή, η μεγαλόψυχη κι ευγενής Ιφιγένεια δίνει την ποθούμενη λύση γιατί παραδίνει τον εαυτό της με τη θέλησή της για θυσία υπέρ της Ελλάδας. Πρέπει να σημειώσουμε πως το δράμα αυτό δεν έφτασε σε μας έτοιμο για παράσταση απ’ τα χέρια του ποιητή. Στα γνωστά και πρωτότυπά του μέρη έχει σκηνές που μπορούν να παραβληθούν με την Εκάβη και τη Μήδεια.
Βάκχαι (405 π.Χ.)
Αι Βάκχαι που περιγράφεται η ενθουσιώδης κι οργιαστική λατρεία του Βάκχου παρουσιαστήκαν απ’ τον γιο του μετά τον θάνατό του. Παρόμοιο θέμα είχε πραγματευτεί κι ο Αισχύλος στον Πενθέα του και φαίνεται πως ο νεότερος Ευριπίδης διασκεύασε το ίδιο αυτό δράμα στο τέλος. Έτσι μπορεί να εξηγηθεί η μεγάλη μεταστροφή του ποιητή προς τη θρησκεία που παρατηρείται σ’ αυτό. Στο δράμα αυτό ο βασιλιάς της Θήβας Πενθέας θέλει να εμποδίσει την εισαγωγή της λατρείας του Βάκχου, όμως κυριεύεται από τρέλα και μέσα σε μια δαιμονική έκσταση, σκοτώνεται και κομματιάζεται απ’ τη μητέρα του, την Αγαύη που με τη σειρά της κι αυτή κυριεύεται από μανία.
Κύκλωψ (408 π.Χ. ;)
Ο Κύκλωψ είναι Σατυρικό Δράμα κι η υπόθεσή του είναι απ’ την Οδύσσεια (Ραψ. ι), όπου ο Οδυσσέας τύφλωσε τον Κύκλωπα. Τον Χορό του δράματος αποτελούν οι Σάτυροι με Κορυφαίο τον Σειλινό και παρασταίνουν τους δούλους του Κύκλωπα που αφού τον τυφλώνει ο Οδυσσέας τους σώζει. Είναι το μοναδικό Σατυρικό Δράμα που έχει διασωθεί ολόκληρο και το μοναδικό, θα μπορούσε να πει κανείς, δράμα του Ευριπίδη με θέμα καθαρά απ’ τον Όμηρο.
Ρήσος (405 π.Χ.)
Η υπόθεσή του είναι παρμένη απ’ την Ιλιάδα (Ραψ. Κ). Ο Δόλων που βγήκε να κατασκοπεύσει το στρατόπεδο των Ελλήνων σκοτώνεται απ’ τον Διομήδη και τον Οδυσσέα καθώς κι ο Ρήσος που ήρθε για βοήθεια των Τρώων. Ο Ρήσος είναι τραγωδία που οι αρχαίοι κι οι νεότεροι διαφωνούν αν είναι του Ευριπίδη ή είναι έργο του 4ου αιώνα που ανήκει κι η Μήδεια του Νεόφρονα. Είναι ένα έργο μικρό σ’ έκταση, χωρίς πρόλογο, με ωραία λυρικά κομμάτια στα χορικά του, δίχως όμως κανέναν προβληματισμό.
Άλκηστις (438 π.Χ.)
Στην Άλκηστη η ομώνυμη ηρωίδα πεθαίνει με τη θέλησή της για να σώσει τον άντρα της Άδμητο, βασιλιά των Φερών, απ’ τον Θάνατο, γιατί τη μέρα του γάμου της είχε τάξει τον εαυτό της γι’ αυτή τη θυσία για χάρη του και τώρα πρέπει να τηρήσει αυτή την παλιά υπόσχεση. Περνώντας ο Ηρακλής απ’ την πόλη φιλοξενείται στ' ανάκτορα του Αδμήτου που πενθεί. Σε λίγο μαθαίνει τον θάνατο της γυναίκας του βασιλιά κι αμέσως πάει στον τάφο της, στήνει καρτέρι στον Θάνατο και του αρπάζει την ηρωίδα. Η σκηνή του Ηρακλή έχει πολύ το κωμικό στοιχείο και γι’ αυτό υποθέτουν πως ο ποιητής μ’ αυτήν είχε αντικαταστήσει το Σατυρικό Δράμα της Τετραλογίας. Ο Άδμητος που ντροπιάστηκε με τη θυσία της γυναίκας του, αποκτάει συναίσθηση. Το υμνητικό για τη γενναία γυναίκα τραγούδι συνδυάζεται με την κριτική για την ανεπάρκεια του άντρα και γι’ αυτόν ακόμα τον λόγο προσπαθήσαν πολλοί να βρουν στο έργο σατιρικά, ακόμα και κωμικά χαρακτηριστικά.
Μήδεια (431 π.Χ.)
Η υπόθεση της Μήδειας διαδραματίζεται στην Κόρινθο που εκεί ο Ιάσονας προδίδοντας τη Μήδεια και τα παιδιά του παντρεύεται τη Γλαύκη. Η Μήδεια τότε μηχανεύεται την τρομερή εκδίκησή της. Υποκρινόμενη ότι ζητάει για τα παιδιά της χάρη απ’ τη νεαρή νύφη, της στέλνει για δώρο πέπλον καὶ πλόκον χρυσήλατον που εκείνη ανυποψίαστη τα φοράει και δηλητηριάζεται καθώς κι ο πατέρας της που πάει να τη φιλήσει. Μετά απ’ αυτό η Μήδεια σφάζει τα παιδιά της για να λυπήσει τον προδότη άντρα της και φεύγει για την Αθήνα με άρμα φτερωτών δρακόντων για να σωθεί απ’ την αντεκδίκηση του Ιάσονα. Σ’ αυτή την τραγωδία ο ποιητής περιγράφει με αριστουργηματικό τρόπο τη μανία και την αγριότητα που φέρνει στη γυναίκα η προδοσία του άντρα. . .
. . . γυνη γαρ ταλλα μὲν φοβου πλέα
ὅταν δ’ ες ευνην ηδικημένη κυρη ουκ εστιν αλλη φρην μιαιφονωτερα (στ. 263).
Ηρακλείδαι (430-422 π.Χ.)
Ο Ιόλαος (ανιψιός της αδερφής του Ηρακλή) καταφεύγει με τη μητέρα του Ηρακλή Αλκμήνη και τα παιδιά του στην Αθήνα γιατί ο αέναος εχθρός Ευρυσθεύς τους καταδιώκει. Ο βασιλιάς της Αθήνας Δημοφών, γιος του Θησέα, αρνιέται να τους παραδώσει στον Ευρυσθέα και τους σώζει μ’ ένα θλιβερό ωστόσο αντίτιμο : τη θυσία της Μακαρίας, μιας απ’ τις κόρες του Ηρακλή. Με ηρωισμό αντάξιο του πατέρα της, η κοπέλα όταν έμαθε τον χρησμό ότι χάριν της νίκης πρέπει να θυσιαστεί ευγενής παρθένα, δέχεται τη μοίρα της και προσφέρεται για τη θυσία. Μετά απ’ αυτό ορμήσαν εναντίον του εχθρού, πιάνουν τον Ευρυσθέα και τον φέρνουν μπροστά στην Αλκμήνη που τον απειλεί να τον θανατώσει. Ο Ευρυσθεύς όμως δεν την παρακαλεί καθόλου για να σωθεί και προφητεύει την αχαριστία των Ηρακλειδών και τη μελλοντική εκστρατεία τους ενάντια στην Αθήνα, δηλαδή τον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Οι Ηρακλείδαι διδαχτήκαν για να καταδειχτεί η αχαριστία των Δωριέων της Πελοποννήσου που αν και καυχιόνταν πως ήσαν απόγονοι του Ηρακλή κινήσαν τον πόλεμο κατά των Αθηναίων που σώσαν τα παιδιά του ήρωα απ’ τον διωγμό του Ευρυσθέα.
Ιππόλυτος (438-428 π.Χ.)
Ο Ιππόλυτος ονομάζεται και Στεφανηφόρος ή Στεφανίας απ’ το στεφάνι που προσφέρει στην Άρτεμη τιμώντας την σαν θεά της παρθενικής αγνότητας. Το γεγονός αυτό ανάβει την οργή της περιφρονημένης Αφροδίτης που για την καταστροφή του εμπνέει στη μητρυιά του Φαίδρα φοβερό έρωτα γι’ αυτόν. Κι ενώ εκείνη υποφέρει πολύ απ’ το πάθος της αυτό αλλά το κρατάει μυστικό, η τροφός της το αποκαλύπτει στον Ιππόλυτο κινώντας τη φρίκη του για την κακοήθεια του γυναικείου φύλου. Τότε η Φαίδρα ντροπιασμένη απαγχονίζεται αφού προηγουμένως διαβάλλει τον Ιππόλυτο στον πατέρα του Θησέα που απ’ την κατάρα του βρίσκει τραγικό θάνατο. Όμως μετά τον θάνατό του η Άρτεμις αποκαλύπτει την αθωότητα κι την αγνότητά του. Το δράμα δεν άρεσε λόγω της υπόθεσής του στο πολύ κοινό της Αθήνας κι ο Αριστοφάνης συχνά (Θεσμοφοριάζουσαι 153, 547, Βάτραχοι 1043) το κακίζει.
Ανδρομάχη (430-417 π.Χ.)
Η Ανδρομάχη, είναι το δράμα της χήρας τους Έκτορα που ο γιος του Αχιλλέα, ο Νεοπτόλεμος, την έφερε σαν λάφυρο στην πατρίδα του και την κράτησε σαν παλλακίδα του αφού έκανε έναν γιο μαζί της, τον Μολοσσό. Η Ερμιόνη, η νόμιμη σύζυγος, θέλει να τη σκοτώσει, κι ενώ ο άντρας της απουσίαζε την προσκαλεί μαζί με τον πατέρα της τον Μενέλαο απ’ τη Σπάρτη επιδιώκοντας έτσι το φόνο της. Η Ανδρομάχη που καταλαβαίνει τον σκοπό της Ερμιόνης αφού έκρυψε τον γιο της σε μέρος ασφαλές, ή ίδια κατέφυγε στο ιερό της Θέτιδας. Ο Μενέλαος όμως που βρήκε τον κρυμμένο γιο της Ανδρομάχης Μολοσσό την απειλεί πως θα τον σκοτώσει αν εκείνη δεν βγει απ’ το ιερό. Έτσι αναγκαστικά η Ανδρομάχη βγαίνει κι ο μεν Μενέλαος προσπαθεί να την σκοτώσει ενώ η Ερμιόνη θέλει να σκοτώσει τον γιο της Μολοσσό. Παρουσιάζεται όμως ο Πηλέας και την μεν Ανδρομάχη με το γιο της τη σώζει τον δε Μενέλαο τον αναγκάζει να φύγει. Η Ερμιόνη μετά απ’ αυτό πέφτει σε τρομερή απελπισία γιατί φοβάται την τιμωρία του Νεοπτόλεμου. Έρχεται όμως ο Ορέστης και την παίρνει μαζί του αφού προηγουμένως την αρραβωνιάστηκε. Την τραγωδία τη μιμήθηκε κι ο Ρακίνας το 1667.
Εκάβη (430-425 π.Χ.)
Η Εκάβη η άλλοτε βασίλισσα της Τροίας, αφού την απήγαγαν δοκιμάζει και νέες συμφορές. Οι Αχαιοί παίρνουν την κόρη της Πολυξένη και τη θυσιάζουν στον τάφο του Αχιλλέα. Μετά όμως από λίγο τα κύματα εκβράζουν τον νεκρό του Πολύδωρου που με πολλούς θησαυρούς ο Πρίαμος είχε εμπιστευτεί στον φίλο του Πολυμήστορα, βασιλιά της Θράκης. Η Εκάβη τότε αφού προσκάλεσε στη σκηνή της αιχμαλωσίας της τον δολοφόνο του γιου με τα παιδιά του, αυτά τα σκοτώνει κι εκείνον τον τυφλώνει. Το δράμα αποτελείται από δυο μέρη:
1. Η θυσία της Πολυξένης.
2. Η εκδίκηση που παίρνει η Εκάβη απ’ τον Πολυμήστορα για το φόνο του Πολύδωρου.
Τα δυο μέρη του δράματος συνδέει μόνο το πρόσωπο της Εκάβης. Παρά την ατεχνία αυτή (που συμβαίνει και στην Ανδρομάχη), αυτό το δράμα είχε μεγάλη επιτυχία κι άσκησε μεγάλη επίδραση στους μεταγενέστερους για τρεις λόγους:
1. Οι συγκλονιστικές σκηνές του.
2. Οι ζωηροί χαραχτήρες του.
3. Τα ιδιαίτερα σκηνικά μέσα που μεταχειρίστηκε.
Ο Ρωμαίος Έννιος, ο Ημιέλλην, όπως λεγόταν, έγραψε ένα παρόμοιο δράμα.
Ικέτιδες (422 π.Χ.)
Στις Ικέτιδες οι Θηβαίοι δεν επιτρέπουν την ταφή των Αργείων στρατηγών που πέσαν στη Θήβα. Τότε ήρθαν στον βασιλιά της Αθήνας Θησέα η μανάδες των νεκρών σαν Ικέτιδες κι αυτός αφού επιτέθηκε στους Θηβαίους και τους νίκησε πήρε τους νεκρούς και τους φέρνει στην Ελευσίνα όπου και καίγονται. Την Ευάδνη όμως, τη γυναίκα του Καπανέα, την πιάνει μανία και πέφτει κι αυτή στη φωτιά όπου καίγεται ο άντρας της.
Η τραγωδία αυτή χαρακτηρίστηκε Εγκώμιον των Αθηνών κι έχει την ίδια υπόθεση με το χαμένο δράμα του Αισχύλου Ελευσίνιοι. Η παράσταση αυτού του δράματος θα ήταν πολύ θεαματική με τις φωτιές που ανάβαν στη σκηνή, με τις τεφροδόχους που κρατούσαν τα παιδιά των 7 στρατηγών, με την ξαφνική μανία που πιάνει την Ευάδνη και πέφτει στη φωτιά. Όλα αυτά γεμίζαν το θέατρο από τρόμο κι έκπληξη.
Ηρακλής μαινόμενος (415 π.Χ.)
Ο Ηρακλής μαινόμενος είναι ένα δράμα που μόνο τη φρίκη μπορεί να προξενήσει. Ο Λύκος που έγινε τύραννος της Θήβας πρόκειται να σκοτώσει τα παιδιά του Ηρακλή ενώ εκείνος απουσιάζει. Ξαφνικά όμως ο Ηρακλής παρουσιάζεται τα σώζει και σκοτώνει τον τύραννο. Σε λίγο η Λύσσα του μεταδίδει μανία κι ο ίδιος σκοτώνει τα παιδιά του που είχε σώσει, νομίζοντας πως σκοτώνει τα παιδιά του Ευρυσθέα. Όταν ο Ηρακλής, έχοντας συνέλθει απ’ την τρέλα του, είναι έτοιμος να δώσει τέλος στη ζωή του, ο Θησεύς του υπόσχεται καταφύγιο στην Αθήνα και του προσφέρει στήριγμα σε μια ζωή που δεν μπορεί να υπολογίζει στη βοήθεια των θεών. Η θαρραλέα απόφαση του Θησέα κι η καρτερία του Ηρακλή μπροστά στη δυστυχία του κάνουν δυνατή την αποδοχή αυτής της επιλογής.
Τρωάδες (415 π.Χ.)
Το έργο διαδραματίζεται στην Τροία, στο στρατόπεδο με τις αιχμάλωτες γυναίκες της Τροίας που ύστερα απ’ την πτώση της πατρίδας τους αντιμετωπίζουν τη μεταφορά τους στην Ελλάδα και τη σκλαβιά. Είναι το πιο άτεχνο απ’ τα δράματα του τραγικού, στο οποίο παρουσιάζονται φριχτές σκηνές : η άλωση της Τροίας, η διανομή των αιχμαλωτίδων στους νικητές, η θυσία της Πολυξένης, το γκρέμισμα του Αστυάνακτα, παιδιού της Ανδρομάχης, απ’ το τείχος κι η πυρπόληση της πόλης. Πολλοί πιστεύουν πως το τέλος του δράματος όπου γίνεται η τιμωρία των νικητών, όπως έχει προαναγγελθεί στον πρόλογο, δεν έχει σωθεί ολόκληρο.
Ίων (414 – 413 π.Χ. ή 419 – 418 π.Χ.))
Η Κρέουσα, η κόρη του Ερεχθέα, γέννησε απ’ τον Απόλλωνα έναν γιο, τον Ίωνα που τον εγκατέλειψε στην Ακρόπολη. Αυτόν τον βρήκε ο Ερμής και τον έφερε στους Δελφούς. Εκεί ανατράφηκε απ’ την Πυθία κι έγινε νεωκόρος του Απόλλωνα. Η Κρέουσα αργότερα πήρε γι’ άντρα της τον Ξούθο που συμμάχησε με τους Αθηναίους κι έγινε βασιλιάς. Απ’ αυτόν τον γάμο δεν γεννήθηκε κανένα παιδί και γι’ αυτό ο Ξούθος έρχεται στους Δελφούς για να ρωτήσει τον θεό. Ο Απόλλωνας θέλει απ’ την αρχή να κάνει βασιλιά της Αθήνας τον γιο του απ’ την Κρέουσα, τον Ίωνα, χωρίς όμως να φανεί πως είναι πατέρας του. Ο Ξούθος παίρνει χρησμό ότι εκείνον που θα συναντήσει βγαίνοντας απ’ τον ναό είναι γιος του που γεννήθηκε απ’ άλλο γάμο, πριν ακόμα πάρει για γυναίκα του την Κρέουσα. Ο Ξούθος συναντάει πρώτο τον Ίωνα, τον γιο του Απόλλωνα. Σ’ αυτόν φανερώνει τον χρησμό κι ο Ίων χαίρεται μεν γι’ αυτό αλλά ρωτάει να μάθει ποια είναι η μητέρα του. Μετά την ψεύτικη αυτή αναγνώριση κι έναν διάλογο χωρίς αποτέλεσμα ο Ίων πείθεται με δόλο ν’ ακολουθήσει τον Ξούθο και να έρθει στ’ ανάκτορα της Αθήνας. Η Κρέουσα το μαθαίνει και θέλει να τον δηλητηριάσει, νομίζοντας τον Ίωνα σαν γιο του Ξούθου από προηγούμενο γάμο. Στο τέλος όμως αναγνωρίζεται σαν γιος της κι η Αθηνά αποκαλύπτει τον Απόλλωνα για πατέρα του ενώ τη συμβουλεύει να τον εγκαταστήσει στο θρόνο.
Ηλέκτρα (413 π.Χ.)
Την Ηλέκτρα παντρεύει ο Αίγισθος, μετά από παράκληση της Κλυταιμνήστρας, μ’ έναν φτωχό χωρικό γεωργό και τον βοηθάει στις βαριές αγροτικές δουλειές. Γυναίκες απ’ τις Μυκήνες ήρθαν στην καλύβα της και την παρακαλούσαν να πάρει μέρος σε γιορτή που γινόταν στο Άργος για να τιμηθεί η Δήμητρα. Η ηρωίδα όμως έχοντας πένθος και βαρύ ψυχικό πόνο δεν μπορεί να συμμετέχει σε γιορτές. Εκεί ήρθε στη συνέχεια ο Ορέστης με τον Πυλάδη κι αφού γίνεται η αναγνώρισή τους με την οδηγία του Πυλάδη ο Ορέστης σκοτώνει τον Αίγισθο στους αγρούς και τη μητέρα του στην καλύβα της αδερφής του. Στο δράμα αυτό ο ποιητής παρωδεί άτεχνα κι άκαιρα σκηνές απ’ τις Χοηφόρες του Αισχύλου.
Ιφιγένεια εν Ταύροις (413 π.Χ.)
Στην Ιφιγένεια εν Ταύροις η σκηνή διαδραματίζεται στη Σκυθία που ο Ορέστης κι ο Πυλάδης πηγαίνουν για να πάρουν το ξόανο της Άρτεμης, γιατί μετά τον φόνο της μητέρας του τον Ορέστη τον έπιασε μανία. Τότε πήρε χρησμό απ’ τον Απόλλωνα, ότι τότε μόνο θ’ απαλλαγεί απ’ τη μανία αυτή όταν το ξόανο της θεάς απ’ τη Χώρα των Ταύρων το μεταφέρει στην Αττική. Όμως τους πιάνουν οι βάρβαροι και τους οδηγούν στην ιέρεια της θεάς για θυσία γιατί σύμφωνα με τον νόμο τους θυσιάζονταν στη θεά όλοι όσοι πηγαίναν εκεί. Ιέρεια όμως της Άρτεμης ήταν η αδερφή του Ορέστη Ιφιγένεια. Αδερφός κι αδερφή αναγνωρίζονται και με τέχνασμα της Ιφιγένειας έχοντας και την προστασία της Αθηνάς δραπετεύουν από κει παίρνοντας μαζί τους και το ξόανο της θεάς. Στην τραγωδία αυτή κι η πλοκή είναι έντεχνη κι η αναγνώριση φυσική. Οι χαραχτήρες των προσώπων είναι ευγενείς και το ήθος της ηρωίδας τόσο αγνό και σεμνό που ακόμα κι οι βάρβαροι τη σέβονται. Ο ποιητής έκανε πολύ καλά που προφύλαξε την ιέρεια απ’ το μίασμα της ανθρωποθυσίας, γιατί αυτή μόνο έρραινε τα θύματα κι άλλοι τα σφάζαν. Πάνω απ’ όλα όμως είναι συγκινητικό το επεισόδιο που οι δυο ευγενείς φίλοι αμιλλώνται ποιος στη θέση του άλλου θα θυσιαστεί.
Ελένη (412 π.Χ.)
Στο δράμα αυτό ο Πάρις στην Τροία αντί για την αληθινή Ελένη πήρε μαζί του το είδωλό της. Αυτό μετά την άλωση της πόλης πήρε ο Μενέλαος αλλά στην περιπλάνησή του στην Αίγυπτο βρίσκει εκεί την αληθινή Ελένη που ο βασιλιάς της χώρας Θεοκλύμενος με τη βία ζητούσε σε γάμο. Η ηρωίδα όμως του ξέφυγε με διάφορα τεχνάσματα που σκέφτηκε η ίδια και πραγματοποίησε ο Μενέλαος. Η Ελένη θεωρήθηκε πρότυπο συζυγικής πίστης και σεμνότητας κι ο χαραχτήρας της Θεονόης, αδερφής του εκεί βασιλιά αγνός και φιλάνθρωπος. Αναγνώριση, δόλος, σκευωρία, απαγωγή είναι τα στοιχεία του έργου. Σ’ όλα αυτά κυρίαρχοι είναι οι θεοί, αλλά κι η τυφλή Τύχη, η σύμπτωση. Ειρωνεία κι αποστασιοποίηση κι ακόμα η φαντασία του παραμυθιού είναι τα χαρακτηριστικά του δράματος που είχε να παρουσιάσει στο κοινό μια άλλη Ελένη.
Φοίνισσαι (411-408 π.Χ.)
Αι Φοίνισσαι ονομαστήκαν έτσι απ’ το Χορό τους κι έχουν την ίδια υπόθεση με τους Επτά επί Θήβας του Αισχύλου αλλά με μεγαλύτερη έκταση και μεγάλη ποικιλία, γι’ αυτό κι η ενότητα της τραγωδίας γίνεται χαλαρή. Το δράμα αυτό έχει πολύ τραγικό στοιχείο όπως η νεότερη δραματουργία, γιατί πρώτα αποφασίζει τον εαυτό του υπέρ της πατρίδας ο γιος του Κρέοντα, Μενοικεύς, μετά σκοτώνονται οι στρατηγοί των πολιορκητών και μετά απ’ αυτούς αλληλοσκοτώνονται σε μονομαχία τα δυο αδέρφια και πάνω τους αυτοκτονεί η μητέρα τους. Στη συνέχεια η Αντιγόνη μη υπακούοντας στη διαταγή του Κρέοντα να μην ταφεί ο νεκρός του Πολυνείκη τον κηδεύει κι έπειτα φεύγει οδηγώντας τον τυφλό πατέρα της Οιδίποδα στην εξορία που καταδικάστηκε.
Ορέστης (408 π.Χ.)
Ο Ορέστης αφού καταδικάστηκε σε θάνατο απ’ τους Αργείους για μητροκτονία, εγκαταλείφθηκε αβοήθητος απ’ τον θείο του Μενέλαο που απ’ αυτόν περίμενε βοήθεια. Αυτό έγινε αιτία να εξαγριωθεί και θέλοντας να πάρει εκδίκηση απειλεί να σκοτώσει την Ερμιόνη, την κόρη του Μενέλαου. Αλλά με διαταγή του Απόλλωνα τελικά την παντρεύεται. Το τέλος είναι κωμικό κι ο ασταθής χαραχτήρας του Μενέλαου εκφράζει το ευμετάβολο της βούλησης των Σπαρτιατών. Ο Ορέστης είναι η τελευταία τραγωδία που ο Ευριπίδης παρουσίασε στην Αθήνα.
Ιφιγένεια εν Αυλίδι (406 π.Χ.)
Στην Ιφιγένεια εν Αυλίδι η υπόθεση διαδραματίζεται στην ομώνυμη πόλη όπου ο Αγαμέμνων στέλνει και καλεί την κόρη του λέγοντάς της ότι θα την παντρέψει με τον Αχιλλέα, ενώ στην πραγματικότητα θα την θυσιάσει στην Άρτεμη που είναι οργισμένη με τον βασιλιά κι εμποδίζει τον απόπλου του στόλου. Σε λίγο η Κλυταιμνήστρα κι η Ιφιγένεια φτάνουν χαρούμενες, αλλά μ’ έκπληξη βλέπουν τον βασιλιά σκυθρωπό. Όταν μαθαίνουν την αλήθεια απ’ τον γέρο υπηρέτη, η μεν Κλυταιμνήστρα ικετεύει τον Αχιλλέα να σώσει την κόρη της η δε Ιφιγένεια τον πατέρα της να μην τη θυσιάσει. Ο Αχιλλέας φαίνεται πρόθυμος να εμποδίσει τη θυσία αλλά ο Αγαμέμνων διστάζει, γιατί ο στρατός εξαγριώνεται κι απαιτεί τη θυσία που είναι η μόνη λύση να εξευμενιστεί η Άρτεμις και να επιτρέψει τον απόπλου. Κι ενώ τα πράγματα περιπλέκονται κι επιτείνουν την αγωνία του θεατή, η μεγαλόψυχη κι ευγενής Ιφιγένεια δίνει την ποθούμενη λύση γιατί παραδίνει τον εαυτό της με τη θέλησή της για θυσία υπέρ της Ελλάδας. Πρέπει να σημειώσουμε πως το δράμα αυτό δεν έφτασε σε μας έτοιμο για παράσταση απ’ τα χέρια του ποιητή. Στα γνωστά και πρωτότυπά του μέρη έχει σκηνές που μπορούν να παραβληθούν με την Εκάβη και τη Μήδεια.
Βάκχαι (405 π.Χ.)
Αι Βάκχαι που περιγράφεται η ενθουσιώδης κι οργιαστική λατρεία του Βάκχου παρουσιαστήκαν απ’ τον γιο του μετά τον θάνατό του. Παρόμοιο θέμα είχε πραγματευτεί κι ο Αισχύλος στον Πενθέα του και φαίνεται πως ο νεότερος Ευριπίδης διασκεύασε το ίδιο αυτό δράμα στο τέλος. Έτσι μπορεί να εξηγηθεί η μεγάλη μεταστροφή του ποιητή προς τη θρησκεία που παρατηρείται σ’ αυτό. Στο δράμα αυτό ο βασιλιάς της Θήβας Πενθέας θέλει να εμποδίσει την εισαγωγή της λατρείας του Βάκχου, όμως κυριεύεται από τρέλα και μέσα σε μια δαιμονική έκσταση, σκοτώνεται και κομματιάζεται απ’ τη μητέρα του, την Αγαύη που με τη σειρά της κι αυτή κυριεύεται από μανία.
Κύκλωψ (408 π.Χ. ;)
Ο Κύκλωψ είναι Σατυρικό Δράμα κι η υπόθεσή του είναι απ’ την Οδύσσεια (Ραψ. ι), όπου ο Οδυσσέας τύφλωσε τον Κύκλωπα. Τον Χορό του δράματος αποτελούν οι Σάτυροι με Κορυφαίο τον Σειλινό και παρασταίνουν τους δούλους του Κύκλωπα που αφού τον τυφλώνει ο Οδυσσέας τους σώζει. Είναι το μοναδικό Σατυρικό Δράμα που έχει διασωθεί ολόκληρο και το μοναδικό, θα μπορούσε να πει κανείς, δράμα του Ευριπίδη με θέμα καθαρά απ’ τον Όμηρο.
Ρήσος (405 π.Χ.)
Η υπόθεσή του είναι παρμένη απ’ την Ιλιάδα (Ραψ. Κ). Ο Δόλων που βγήκε να κατασκοπεύσει το στρατόπεδο των Ελλήνων σκοτώνεται απ’ τον Διομήδη και τον Οδυσσέα καθώς κι ο Ρήσος που ήρθε για βοήθεια των Τρώων. Ο Ρήσος είναι τραγωδία που οι αρχαίοι κι οι νεότεροι διαφωνούν αν είναι του Ευριπίδη ή είναι έργο του 4ου αιώνα που ανήκει κι η Μήδεια του Νεόφρονα. Είναι ένα έργο μικρό σ’ έκταση, χωρίς πρόλογο, με ωραία λυρικά κομμάτια στα χορικά του, δίχως όμως κανέναν προβληματισμό.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου