Ποιοι επέστρεψαν από τον άλλο κόσμο
Είναι γεγονός ότι ο θάνατος απασχόλησε την ανθρωπότητα από τις πρώτες στιγμές που συνειδητοποίησε τον εαυτό της.
Δεν είναι εξάλλου καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι το παλιότερο σωζόμενο γραπτό μνημείο του ανθρώπινου πολιτισμού, το πανάρχαιο Έπος του Γκιλγκαμές, περιστρέφεται γύρω από το οντολογικό ερώτημα γιατί υπάρχει ο θάνατος.
Δεν αποτελεί λοιπόν έκπληξη γιατί ο άνθρωπος μετέφερε τη συζήτηση για τα της ζωής και τα μετά της ζωής στις λατρευτικές του πίστεις, καθώς η οργανωμένη θρησκεία ήρθε τώρα να απαντήσει στην προαιώνια αυτή ανθρώπινη περιέργεια.
Καθώς διανύουμε λοιπόν τη ''Μεγάλη Εβδομάδα'' και τα ''Πάθη του Χριστού'' ξεδιπλώνονται μπροστά μας, ώρα να ρίξουμε μια ματιά σε θεϊκές οντότητες που επέστρεψαν από την άλλη πλευρά του ποταμού της ζωής, αν και η παγκόσμια μυθολογία βρίθει από τέτοια παραδείγματα.
Το μοτίβο του θεού που πεθαίνει και επιστρέφει στη ζωή επαναλαμβάνεται διαρκώς σε ολότελα διαφορετικά πολιτισμικά και θρησκευτικά περιβάλλοντα, από τον ευρωπαϊκό Βορρά και τη Μέση Ανατολή μέχρι και τις εσχατιές της Αμερικής.
Η ανάσταση του θεού ενέχει συχνά τόσο κυριολεκτική όσο και συμβολική χροιά και τα αναρίθμητα ιστορικά παραδείγματα συνεχίζουν να επιβεβαιώνουν τη σαγήνη που ασκούσε και συνεχίζει να ασκεί ο θάνατος στον άνθρωπο.
Από τις λεγόμενες αβραμικές θρησκείες και τις παγανιστικές και νεοπαγανιστικές θρησκευτικές παραδόσεις μέχρι και τις λατρείες της Ανατολής και του Νέου Κόσμου, η ανάσταση του νεκρού θεού έρχεται και επανέρχεται, με την ίδια δυναμική που επιμένει να έρχεται και να επανέρχεται στον νου του ανθρώπου ο θάνατος…
Όσιρις
Ο ταπεινός θεός της Φύσης αρχικά στο αιγυπτιακό θεϊκό στερέωμα αναδείχθηκε σε μια από τις σημαντικότερες θεότητες του αιγυπτιακού σύμπαντος όταν άρχισε να διαφεντεύει τη βλάστηση, ακολουθώντας την πορεία της καλλιέργειας: ο Όσιρις πέθαινε κατά τον θερισμό και αναγεννιόταν με τη σπορά. Κι έτσι μετατράπηκε σε «Κύριο του Κάτω Κόσμου» και «Άρχοντα των Νεκρών».
Οι αναρίθμητοι αιγυπτιακοί μύθοι για την καταγωγή του Όσιρι κάνουν όλοι λόγο για τις περιπέτειές του στις δύο όχθες της ζωής και στον δρόμο προς τη θεοποίησή του πέθανε και αναγεννήθηκε τουλάχιστον δύο φορές. Είναι γνωστές από τον Πλούταρχο και τον Διόδωρο τον Σικελιώτη οι μυθολογικές εκδοχές για την επαναφορά του στη ζωή. Στην πρώτη περίπτωση, ο Όσιρις δολοφονήθηκε από τον ζηλιάρη αδερφό του Σεθ και το πτώμα του εναποτέθηκε στον Νείλο. Η αδερφή και σύζυγός του Ίσιδα περιμάζεψε τη σορό και με τη βοήθεια μαγικών τελετουργικών τον επανάφερε στη ζωή. Ο Όσιρις όμως πέθανε λίγο αργότερα και ήταν πάλι ο Σεθ υπαίτιος: αυτή τη φορά διαμέλισε το σώμα του και διασκόρπισε τα κομμάτια του στις τέσσερις γωνιές της οικουμένης.
Η Ίσιδα περιμάζεψε με κόπο τα απομεινάρια του για να τα ενταφιάσει παραδοσιακά και οι αιγύπτιοι θεοί αναγνωρίζοντας την αφοσίωσή της τον επανέφεραν από τον κόσμο των νεκρών, θεοποιώντας τον αυτή τη φορά. Πλέον ήταν ο Θεός των Νεκρών και με την ιδιότητα αυτή αναρριχήθηκε μέχρι τις πρώτες θέσεις του αιγυπτιακού πανθέου…
Διόνυσος
Δεν ήταν λίγοι οι μελετητές που έσπευσαν να αναγνωρίσουν αναλογίες μεταξύ Όσιρι και θεοτήτων του ελληνικού Δωδεκάθεου, φτάνοντας να τον εξομοιώσουν τελικά με τον Διόνυσο. Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν διάφοροι μύθοι για το πώς απέκτησε ο θεός την επωνυμία «δισσότοκος» και για το πόσο λυσσαλέα τον κυνήγησε η πάντοτε ζηλιάρα Ήρα, ο δημοφιλέστερος παραμένει αυτός που θέλει τον Δία να θαμπώνεται από την ομορφιά της παρθένας κόρης του Κάδμου, Σεμέλης, και να ενώνεται μαζί της. Καρπός του έρωτά τους ήταν ο Διόνυσος.
Έξαλλη από τη ζήλεια της και θέλοντας να τους εκδικηθεί, η Ήρα εμφανίζεται στη Σεμέλη και την πείθει να ζητήσει από τον Δία να εμφανιστεί μπροστά της με τη θεϊκή μορφή του, ως απόδειξη της αγάπης του. Όταν λοιπόν εμφανίστηκε μπροστά της ο Ζευς σε όλο του το θεϊκό μεγαλείο, η θνητή Σεμέλη δεν άντεξε τη λάμψη των κεραυνών και των βροντών που έφευγαν από τα χέρια του. Την τύλιξαν οι φλόγες, αν και ο Δίας πρόλαβε και έσωσε το παιδί που είχε στα σπλάχνα της, ράβοντάς το τώρα στον μηρό του.
Έπειτα από εννιά μήνες, ο Διόνυσος ξαναγεννήθηκε από το πόδι του πατέρα του, κάτι που έφερε τα παρατσούκλια «μηρορραφής», «διμήτωρ» και «δισσότοκος»! Σύμφωνα με την άλλη εκδοχή, η Ήρα ξαπέστειλε τους Τιτάνες να τον σκοτώσουν. Αυτοί τον έκοψαν κομμάτια και τον έφαγαν, αφήνοντας μόνο την καρδιά του. Έπειτα ο Δίας τον ανέστησε κυοφορώντας τον στον μηρό του. Ο μύθος του θανάτου και της ανάστασης συνδέθηκε και στο ελληνικό πάνθεο με τη βλάστηση και την καρποφορία και ο Διόνυσος έμεινε τελικά γνωστός ως θεός του οίνου και της αμπέλου…
Άδωνις
Στις παραδόσεις των λαών της Ανατολικής Μεσογείου υπάρχουν τουλάχιστον μια ντουζίνα θεοί που βιώνουν το δράμα του θανάτου αλλά και τη λύτρωση της ανάστασης. Πλατιά διαδεδομένη στη Φοινίκη και την Ασία, αιώνες πριν από τη γέννηση του Ιησού, ήταν η λατρεία του θεού Άδωνι, ενός σημιτικού θεού δηλαδή που έγινε δεκτός από τους Έλληνες από πολύ νωρίς, ήδη από τις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ. Σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Άδωνις υπήρξε καρπός μιας άνομης συνεύρεσης πατέρα και κόρης (του Κινύρα και της Αμαζόνας Σμύρνας), γεννήθηκε όμως τόσο ωραίος ώστε η ίδια η Αφροδίτη, που προκάλεσε την ειδεχθή αιμομιξία, τον ερωτεύτηκε παράφορα.
Έδωσε έτσι το βρέφος στην Περσεφόνη να το μεγαλώσει στο βασίλειο του Άδη και ο Άδωνης έγινε αργότερα ένας πανέμορφος άντρας. Τόσο η Περσεφόνη όσο και η Αφροδίτη τον ερωτεύτηκαν και τη θεϊκή διαμάχη ανέλαβε να λύσει ο Δίας, ο οποίος κατέληξε τελικά ότι ο Άδωνις το ένα τρίτο του χρόνου του θα το περνούσε με την Περσεφόνη, το άλλο τρίτο με την Αφροδίτη και το υπόλοιπο του χρόνου όπου εκείνος ήθελε. Κάθε φορά που κατέβαινε ο Άδωνις στον κάτω κόσμο, η φύση πάγωνε και τα λουλούδια μαραίνονταν, καθώς η κάθοδος του Άδωνι στο βασίλειο του Άδη συμβόλιζε τον χειμώνα.
Όμως ο Άρης καραδοκούσε. Αιώνια ερωτευμένος με την Αφροδίτη, θέλησε να βγάλει τον Άδωνι από τη μέση, στέλνοντάς τον οριστικά στο σκοτεινό βασίλειο του κάτω κόσμου. Έτσι μια μέρα που ο Άδωνις είχε πάει για κυνήγι, ο Άρης μεταμορφώθηκε σε αγριογούρουνο και τον σκότωσε. Προς τιμή του Άδωνι, εορταζόταν τα Αδώνια, με συμμετοχή αποκλειστικά γυναικών, που πενθηφορούσαν και τελούσαν «πάντα τα εις κηδείας καθιερωμένα». Οι γυναίκες θρηνούσαν γοερά και κόπτονταν για τον θανόντα θεό και την επόμενη μέρα γιόρταζαν την ανάστασή του…
Όντιν
Το βαρύ πυροβολικό του βορειοευρωπαϊκού παγανισμού δεν ήταν άλλο από τον πατέρα των τοπικών θεών, τον φοβερό Όντιν. Η σκανδιναβική μυθολογία προέρχεται από τα αρχαία γερμανικά φύλα, τα οποία μετανάστευαν επί αιώνες στον Βορρά και μετέφεραν εκεί τη λατρεία του Θορ, του Όντιν, του Τιρ, της Φρέγια και των άλλων μελών του αρχαίου τευτονικού πανθέου. Κορυφαίος όλων ήταν ο θεός Οντιν, ο οποίος δεν δίστασε να θυσιάσει ένα από τα μάτια του για να λάβει ως αντάλλαγμα την απόλυτη σοφία.
Ο πατέρας όλων των θεών των Βίκινγκ, μια συναρπαστική και πολύπλευρη φιγούρα που λειτουργούσε ως σαμάνος θεραπευτής όταν δεν ήταν θεός του πολέμου, της μάχης, του θανάτου, αλλά και της ποίησης, της μουσικής, της προφητείας και της μαγείας, κατέβαινε στο πεδίο της μάχης πάνω στο άλογό του με τα οκτώ πόδια, έχοντας τα κοράκια Σκέψη και Μνήμη πάντα στους ώμους του. Το μάτι δεν ήταν όμως το μόνο που θυσίασε ο Όντιν στην οδύσσειά του για την απόλυτη γνώση και το δώρο της προφητείας, καθώς σύντομα θα ακολουθούσε και η ίδια του η ζωή.
Σύμφωνα με την ισλανδική μυθολογία, ο Όντιν κρεμάστηκε πάνω στο Δέντρο της Ζωής (όπου και παρέμεινε για εννιά μέρες) και τρυπήθηκε στα πλευρά με λόγχη ώστε να αποκτήσει για λογαριασμό θεών και ανθρώπων τη γνώση των ρούνων και του κόσμου των νεκρών, αλλά και την ικανότητα να προφητεύει το μέλλον. Μετά την αυτοθυσία του, ο Όντιν επέστρεψε στον κόσμο των ανθρώπων πιο δυνατός από ποτέ…
Γκανέσα
Ο Γκανέσα, εξαιτίας της ελεφαντίσιας κεφαλής του, παραμένει ένας από τους πλέον αναγνωρίσιμους θεούς του ινδουισμού. Τόσο οι πανάρχαιες ρίζες της θρησκείας όσο και ο μεγάλος αριθμός των παραδόσεων μάς έχουν κληροδοτήσει μια μεγάλη ποικιλία από ιστορίες που εξηγούν πώς απέκτησε αυτό το μάλλον ανορθόδοξο κεφάλι. Κατά μια εκδοχή, ο Γκανέσα ήταν γιος του Σίβα και της Παρβάτι και η μητέρα του τον είχε βάλει να φυλάει τα ιδιαίτερα διαμερίσματά της. Μια μέρα, ο Σίβα επιχείρησε να μπει στην κρεβατοκάμαρα της Παρβάτι και συνάντησε την αντίθετη γνώμη του Γκανέσα, γι’ αυτό και του έκοψε με μια κίνηση το κεφάλι.
Η μητέρα του ενοχλήθηκε φυσικά από το τραγικό γεγονός, οπότε ο Σίβα υποχρεώθηκε να αντισταθμίσει τον βιαστικό αποκεφαλισμό του Γκανέσα επαναφέροντάς τον από τον κόσμο των νεκρών. Κατά τη διάρκεια της ανάστασης όμως ο Σίβα σκέφτηκε να δώσει στον νεκρό ακόμα Γκανέσα το κεφάλι ελέφαντα, πιθανότατα για να τον κάνει λιγότερο όμορφο. Γι’ αυτό και είναι ο θεός της σοφίας, των τεχνών, των γραμμάτων και της ευημερίας, αλλά όχι και του κάλλους…
Λεμινκάικεν
Ο κοκκινοτρίχης θεός του φινλανδικού παγανισμού ήταν ένας λαϊκός ήρωας που επιδόθηκε σε μια προσωπική οδύσσεια, μια αποστολή δηλαδή να αιχμαλωτίσει έναν από τους μαύρους κύκνους του ποταμού του κάτω κόσμου. Σκοτώθηκε βέβαια προσπαθώντας και η σορός του βυθίστηκε στο νερό, παρασύρθηκε από το ρεύμα και χάθηκε από προσώπου γης. Και σαν να μην έφτανε αυτό, το σώμα του διαμελίστηκε καθώς συγκρουόταν στα βράχια και τα απομεινάρια του διασκορπίστηκαν στις τέσσερις γωνιές του πλανήτη.
Η μητέρα του όμως, που δεν σταμάτησε ποτέ να τον αναζητεί, περιμάζεψε ένα-ένα τα κομμάτια του και τα έραψε κατόπιν, αν και αυτό δεν τον επανέφερε στη ζωή. Γιατί χρειαζόταν γι’ αυτό το ειδικό μέλι των θεών, τη συγκολλητική ουσία που διέθετε τη μαγική δύναμη να επαναφέρει κάποιον στη ζωή. Κι έτσι η χαροκαμένη μάνα, με τη βοήθεια κάποιων θεών, έστειλε μια μέλισσα να κλέψει μια στάλα από το θεϊκό μέλι, το οποίο έκανε τελικά το μαγικό.
Ταμούζ
Η αρχαία σημιτική θεότητα της ευφορίας και της βλάστησης ήταν ένας θεός των Σουμερίων η λατρεία του οποίου γενικεύτηκε στη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου και περιλήφθηκε στο πάνθεο των Ασσύριων και των Βαβυλώνιων. Ο Ταμούζ ξεκίνησε μάλιστα τη θεϊκή του καριέρα ως κοινός θνητός, αν και βασιλιάς. Τον επέλεξε κάποια στιγμή ως αντικείμενο έρωτα η θεά Ινάννα και από δω ξεκινούν οι περιπέτειές του.
Γιατί, σύμφωνα με το Έπος του Γκιλγκαμές, ό,τι κι αν αγαπούσε η Ιστάρ (η βαβυλωνιακή εκδοχή της Ινάνα, η Αστάρτη), κατέληγε χωρίς πνοή μέσα του και ο Ταμούζ δεν αποτέλεσε εξαίρεση, κι έτσι βρέθηκε πριν καλά-καλά το καταλάβει στον κόσμο των νεκρών. Η Ινάνα μαλάκωσε όμως στις αντιδράσεις της και πήγε να τον σώσει από το βασίλειο του σκότους. Κι έτσι τον επανέφερε στη ζωή και τον έκανε θεό, αν και όχι μια φορά, αλλά πολλές, σε έναν αδιάκοπο κύκλο θανάτου και ανάστασης. Κάθε χρόνο, ο Ταμούζ πέθαινε και η Μέση Ανατολή βυθιζόταν στον καύσωνα και την ξηρασία.
Όταν επέστρεφε η περίοδος των βροχών και οι σπόροι άρχιζαν να βλασταίνουν, αυτό ήταν σημάδι της ανάστασής του. Σύμφωνα με άλλη -επίσης πανάρχαια- παραλλαγή του σουμερικού μύθου, ο Ταμούζ ήταν ο θεός ποιμένας που επέλεξε να κατέβει στον Άδη στη θέση της αγαπημένης του συζύγου, θεάς Ινάνα. Η αδελφή του, Γεστινάνα, δέχτηκε να περνά τον μισό χρόνο στον κάτω κόσμο για λογαριασμό του. Ο μύθος παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με την ιστορία του Άδωνι…
Κετζαλκόατλ
Μια από τις κυρίαρχες θεότητες των πολιτισμών της Κεντρικής Αμερικής που παρουσιάζει χτυπητές ομοιότητες με τη χριστιανική ιστορία της ανάστασης είναι ο περίφημος Κετζαλκόατλ, η εικονογραφία του οποίου τον θέλει φτερωτό φίδι, όταν το πανάσχημο και παραμορφωμένο παρουσιαστικό του μεταμορφώθηκε στην τρομακτική αυτή μορφή. Ο θεός των Αζτέκων, των Μάγια (Κουκουλκάν στον πολιτισμό αυτό) και των γειτονικών φυλών του Μεξικού ήταν ο αφέντης των ουρανού και ο δημιουργός των νόμων, αν και είναι η ιδιαίτερη ιστορία του που μας ενδιαφέρει εδώ.
Μεθυσμένος λοιπόν και τυφλωμένος από έρωτα, επιδόθηκε σε σεξουαλικές περιπτύξεις με την αδερφή του και όταν ξεμέθυσε δεν είχε πού να κρυφτεί από την ντροπή του. Κλείστηκε λοιπόν σε μια σαρκοφάγο και ρίχτηκε στο ποτάμι για να πνιγεί, αν και η θεϊκή του φύση δεν κατέθετε εύκολα τα όπλα της ζωής. Κι έτσι ρίχτηκε στην πυρά με όλα του τα υπάρχοντα: οι στάχτες του ανήλθαν στους αιθέρες και έγιναν πουλιά, την ίδια ώρα που η καρδιά του έφτασε στα ανώτερα στρώματα του ουρανού και αποκρυσταλλώθηκε στον Αυγερινό. Έπειτα από τέσσερις μέρες στον κάτω κόσμο, βρήκε τελικά τη θέση του στο πάνθεο των Αζτέκων.
Ο θάνατος και η ανάστασή του συνδέθηκαν με τη μυθολογία της δημιουργίας και καταστροφής του κόσμου στις Τέσσερις (πρώτες) Εποχές, ενώ ήταν ο κύριος άρχοντας της Πέμπτης Εποχής του κόσμου. Σύμφωνα με άλλο μύθο, ο Κετζαλκόατλ κατέβηκε στον κόσμο των νεκρών και μάζεψε τα οστά των ανθρώπων από τις προηγούμενες εποχές δημιουργίας, τα οποία ράντισε με το αίμα του σε μια πράξη ύστατης αυτοθυσίας και έπλασε έτσι τους ανθρώπους της νέας εποχής. Ο ισπανός κατακτητής του Μεξικού Ερνάν Κορτές εκμεταλλεύτηκε τον θρύλο του Κετζαλκόατλ και παρουσιάστηκε στον Μοντεζούμα Β’ ως προσωποποίηση της θεότητας…
Κρίσνα
Η σημαντικότατη ινδουιστική θεότητα, η ίδια η μετενσάρκωση του σπουδαίου Βισνού ή το υπέρτατο ον των ινδουιστών, δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Σύμφωνα με το άλλο ιερό κείμενο της θρησκείας, το έπος Μαχαμπαράτα, η ανθρώπινη ενσάρκωση του Βισνού σε Κρίσνα (που απεικονίζεται συνήθως ως παιδί που παίζει φλάουτο ή νεαρός πρίγκιπας) του έδινε τη δυνατότητα να καταλαβαίνει καλύτερα την ανθρώπινη φύση και να αλληλεπιδρά με τους πιστούς.
Έπειτα από πάμπολλες περιπέτειες, πολέμους και εξερευνητικές αποστολές στις εσχατιές του σύμπαντος, ο Κρίσνα πήγε σε μια θρησκευτική γιορτή και από τις διαμάχες που ξέσπασαν εκεί αναγκάστηκε να αποσυρθεί σε ένα δάσος για διαλογισμό. Την ώρα λοιπόν που συλλογιζόταν στην πλατιά σκιά ενός δέντρου, ένας κυνηγός τον μπέρδεψε με ελάφι και τον τραυμάτισε θανάσιμα με το βέλος του. Ο Κρίσνα πέθανε και το σώμα του κάηκε τελετουργικά, αν και όντας θεός ήταν μόνο η ανθρώπινη φύση του που άφησε την τελευταία της πνοή. Ο άφθαρτος Κρίσνα ανήλθε στους ουρανούς μετά τη θεϊκή του ανάσταση.
Τη στιγμή του θανάτου του μάλιστα ο ουρανός σκοτείνιασε και ο Κρίσνα κατέβηκε στον κάτω κόσμο, αν και την τρίτη μέρα αναστήθηκε και αναλήφθηκε στους ουρανούς. Πολλοί μύθοι και θρύλοι έχουν βαλθεί να απαθανατίσουν τα χρονικά του και δεν συμφωνούν όλοι, όπως η ιστορία που απαθανατίζεται στο ιερό κείμενο του ινδουισμού Μπαγκαβάτ Γκίτα.
Μίθρας
Την ώρα που ο θεός Άττις της Φρυγίας, άλλη μια υπερφυσική οντότητα συνδεδεμένη με τον κύκλο της ζωής και του θανάτου, θα μπορούσε κάλλιστα να περιληφθεί στη λίστα μας καθώς αναστήθηκε την τρίτη μέρα του θανάτου του (είχε σταυρωθεί πάνω σε δέντρο), ο Μίθρας των Περσών του έκλεψε όλη τη δόξα. Γνωστός και ως «παγανιστής Χριστός», ο θεός των Περσών και μεγάλο όνομα του ζωροαστρισμού γενικεύτηκε στη Δύση: η λατρεία του Μίθρα ανήκει στις μυστηριακές λατρείες που αναδύθηκαν κατά την ελληνιστική εποχή ως μια νέα μορφή θρησκευτικότητας, η οποία έμεινε γνωστή ως μιθραϊσμός.
Ο κόσμος της Ανατολής παντρεύτηκε με τον ελληνορωμαϊκό και η οικουμενική γέννηση του Μίθρα ήταν γεγονός, ως θεός πλέον του ουράνιου φωτός, εγγυητής του όρκου, προστάτης της αλήθειας και εχθρός του ψεύδους. Η λατρεία του εξαπλώθηκε στη Μεσόγειο κατά τους πρώτους αιώνες μ.Χ. και ενείχε εντυπωσιακές ομοιότητες με τη χριστιανική ιστορία του Ιησού από τη Ναζαρέτ, όπως η θεία ευχαριστία. Η ελληνιστική και ρωμαϊκή μυστηριακή λατρεία αντλούσε φυσικά στοιχεία από τον περσικό θεό, ο οποίος στα ιερά ζωροαστρικά συγγράμματα ήταν ο Σωτήρας, ο θεός του Ήλιου και το πνεύμα του καλού.
Ο Μίθρας πέθανε και αναστήθηκε την τρίτη ημέρα, την ίδια ώρα που οι αναλογίες του με τον Ναζωραίο παραμένουν αξιοσημείωτες. Ο μιθραϊσμός άκμασε στη Ρώμη και το Βατικανό μάλιστα είναι χτισμένο στα ερείπια αρχαίου μιθραίου. Όσο για την επιγραφή «Αυτός που δεν θα φάει από το σώμα μου ούτε θα πιει από το αίμα μου έτσι ώστε να γίνει ένα με μένα και εγώ με αυτόν, αυτός δεν θα σωθεί», που σώζεται στο Βατικανό, δεν είναι χριστιανική αλλά μιθραϊκή…
Είναι γεγονός ότι ο θάνατος απασχόλησε την ανθρωπότητα από τις πρώτες στιγμές που συνειδητοποίησε τον εαυτό της.
Δεν είναι εξάλλου καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι το παλιότερο σωζόμενο γραπτό μνημείο του ανθρώπινου πολιτισμού, το πανάρχαιο Έπος του Γκιλγκαμές, περιστρέφεται γύρω από το οντολογικό ερώτημα γιατί υπάρχει ο θάνατος.
Δεν αποτελεί λοιπόν έκπληξη γιατί ο άνθρωπος μετέφερε τη συζήτηση για τα της ζωής και τα μετά της ζωής στις λατρευτικές του πίστεις, καθώς η οργανωμένη θρησκεία ήρθε τώρα να απαντήσει στην προαιώνια αυτή ανθρώπινη περιέργεια.
Καθώς διανύουμε λοιπόν τη ''Μεγάλη Εβδομάδα'' και τα ''Πάθη του Χριστού'' ξεδιπλώνονται μπροστά μας, ώρα να ρίξουμε μια ματιά σε θεϊκές οντότητες που επέστρεψαν από την άλλη πλευρά του ποταμού της ζωής, αν και η παγκόσμια μυθολογία βρίθει από τέτοια παραδείγματα.
Το μοτίβο του θεού που πεθαίνει και επιστρέφει στη ζωή επαναλαμβάνεται διαρκώς σε ολότελα διαφορετικά πολιτισμικά και θρησκευτικά περιβάλλοντα, από τον ευρωπαϊκό Βορρά και τη Μέση Ανατολή μέχρι και τις εσχατιές της Αμερικής.
Η ανάσταση του θεού ενέχει συχνά τόσο κυριολεκτική όσο και συμβολική χροιά και τα αναρίθμητα ιστορικά παραδείγματα συνεχίζουν να επιβεβαιώνουν τη σαγήνη που ασκούσε και συνεχίζει να ασκεί ο θάνατος στον άνθρωπο.
Από τις λεγόμενες αβραμικές θρησκείες και τις παγανιστικές και νεοπαγανιστικές θρησκευτικές παραδόσεις μέχρι και τις λατρείες της Ανατολής και του Νέου Κόσμου, η ανάσταση του νεκρού θεού έρχεται και επανέρχεται, με την ίδια δυναμική που επιμένει να έρχεται και να επανέρχεται στον νου του ανθρώπου ο θάνατος…
Όσιρις
Ο ταπεινός θεός της Φύσης αρχικά στο αιγυπτιακό θεϊκό στερέωμα αναδείχθηκε σε μια από τις σημαντικότερες θεότητες του αιγυπτιακού σύμπαντος όταν άρχισε να διαφεντεύει τη βλάστηση, ακολουθώντας την πορεία της καλλιέργειας: ο Όσιρις πέθαινε κατά τον θερισμό και αναγεννιόταν με τη σπορά. Κι έτσι μετατράπηκε σε «Κύριο του Κάτω Κόσμου» και «Άρχοντα των Νεκρών».
Οι αναρίθμητοι αιγυπτιακοί μύθοι για την καταγωγή του Όσιρι κάνουν όλοι λόγο για τις περιπέτειές του στις δύο όχθες της ζωής και στον δρόμο προς τη θεοποίησή του πέθανε και αναγεννήθηκε τουλάχιστον δύο φορές. Είναι γνωστές από τον Πλούταρχο και τον Διόδωρο τον Σικελιώτη οι μυθολογικές εκδοχές για την επαναφορά του στη ζωή. Στην πρώτη περίπτωση, ο Όσιρις δολοφονήθηκε από τον ζηλιάρη αδερφό του Σεθ και το πτώμα του εναποτέθηκε στον Νείλο. Η αδερφή και σύζυγός του Ίσιδα περιμάζεψε τη σορό και με τη βοήθεια μαγικών τελετουργικών τον επανάφερε στη ζωή. Ο Όσιρις όμως πέθανε λίγο αργότερα και ήταν πάλι ο Σεθ υπαίτιος: αυτή τη φορά διαμέλισε το σώμα του και διασκόρπισε τα κομμάτια του στις τέσσερις γωνιές της οικουμένης.
Η Ίσιδα περιμάζεψε με κόπο τα απομεινάρια του για να τα ενταφιάσει παραδοσιακά και οι αιγύπτιοι θεοί αναγνωρίζοντας την αφοσίωσή της τον επανέφεραν από τον κόσμο των νεκρών, θεοποιώντας τον αυτή τη φορά. Πλέον ήταν ο Θεός των Νεκρών και με την ιδιότητα αυτή αναρριχήθηκε μέχρι τις πρώτες θέσεις του αιγυπτιακού πανθέου…
Διόνυσος
Δεν ήταν λίγοι οι μελετητές που έσπευσαν να αναγνωρίσουν αναλογίες μεταξύ Όσιρι και θεοτήτων του ελληνικού Δωδεκάθεου, φτάνοντας να τον εξομοιώσουν τελικά με τον Διόνυσο. Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν διάφοροι μύθοι για το πώς απέκτησε ο θεός την επωνυμία «δισσότοκος» και για το πόσο λυσσαλέα τον κυνήγησε η πάντοτε ζηλιάρα Ήρα, ο δημοφιλέστερος παραμένει αυτός που θέλει τον Δία να θαμπώνεται από την ομορφιά της παρθένας κόρης του Κάδμου, Σεμέλης, και να ενώνεται μαζί της. Καρπός του έρωτά τους ήταν ο Διόνυσος.
Έξαλλη από τη ζήλεια της και θέλοντας να τους εκδικηθεί, η Ήρα εμφανίζεται στη Σεμέλη και την πείθει να ζητήσει από τον Δία να εμφανιστεί μπροστά της με τη θεϊκή μορφή του, ως απόδειξη της αγάπης του. Όταν λοιπόν εμφανίστηκε μπροστά της ο Ζευς σε όλο του το θεϊκό μεγαλείο, η θνητή Σεμέλη δεν άντεξε τη λάμψη των κεραυνών και των βροντών που έφευγαν από τα χέρια του. Την τύλιξαν οι φλόγες, αν και ο Δίας πρόλαβε και έσωσε το παιδί που είχε στα σπλάχνα της, ράβοντάς το τώρα στον μηρό του.
Έπειτα από εννιά μήνες, ο Διόνυσος ξαναγεννήθηκε από το πόδι του πατέρα του, κάτι που έφερε τα παρατσούκλια «μηρορραφής», «διμήτωρ» και «δισσότοκος»! Σύμφωνα με την άλλη εκδοχή, η Ήρα ξαπέστειλε τους Τιτάνες να τον σκοτώσουν. Αυτοί τον έκοψαν κομμάτια και τον έφαγαν, αφήνοντας μόνο την καρδιά του. Έπειτα ο Δίας τον ανέστησε κυοφορώντας τον στον μηρό του. Ο μύθος του θανάτου και της ανάστασης συνδέθηκε και στο ελληνικό πάνθεο με τη βλάστηση και την καρποφορία και ο Διόνυσος έμεινε τελικά γνωστός ως θεός του οίνου και της αμπέλου…
Άδωνις
Στις παραδόσεις των λαών της Ανατολικής Μεσογείου υπάρχουν τουλάχιστον μια ντουζίνα θεοί που βιώνουν το δράμα του θανάτου αλλά και τη λύτρωση της ανάστασης. Πλατιά διαδεδομένη στη Φοινίκη και την Ασία, αιώνες πριν από τη γέννηση του Ιησού, ήταν η λατρεία του θεού Άδωνι, ενός σημιτικού θεού δηλαδή που έγινε δεκτός από τους Έλληνες από πολύ νωρίς, ήδη από τις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ. Σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Άδωνις υπήρξε καρπός μιας άνομης συνεύρεσης πατέρα και κόρης (του Κινύρα και της Αμαζόνας Σμύρνας), γεννήθηκε όμως τόσο ωραίος ώστε η ίδια η Αφροδίτη, που προκάλεσε την ειδεχθή αιμομιξία, τον ερωτεύτηκε παράφορα.
Έδωσε έτσι το βρέφος στην Περσεφόνη να το μεγαλώσει στο βασίλειο του Άδη και ο Άδωνης έγινε αργότερα ένας πανέμορφος άντρας. Τόσο η Περσεφόνη όσο και η Αφροδίτη τον ερωτεύτηκαν και τη θεϊκή διαμάχη ανέλαβε να λύσει ο Δίας, ο οποίος κατέληξε τελικά ότι ο Άδωνις το ένα τρίτο του χρόνου του θα το περνούσε με την Περσεφόνη, το άλλο τρίτο με την Αφροδίτη και το υπόλοιπο του χρόνου όπου εκείνος ήθελε. Κάθε φορά που κατέβαινε ο Άδωνις στον κάτω κόσμο, η φύση πάγωνε και τα λουλούδια μαραίνονταν, καθώς η κάθοδος του Άδωνι στο βασίλειο του Άδη συμβόλιζε τον χειμώνα.
Όμως ο Άρης καραδοκούσε. Αιώνια ερωτευμένος με την Αφροδίτη, θέλησε να βγάλει τον Άδωνι από τη μέση, στέλνοντάς τον οριστικά στο σκοτεινό βασίλειο του κάτω κόσμου. Έτσι μια μέρα που ο Άδωνις είχε πάει για κυνήγι, ο Άρης μεταμορφώθηκε σε αγριογούρουνο και τον σκότωσε. Προς τιμή του Άδωνι, εορταζόταν τα Αδώνια, με συμμετοχή αποκλειστικά γυναικών, που πενθηφορούσαν και τελούσαν «πάντα τα εις κηδείας καθιερωμένα». Οι γυναίκες θρηνούσαν γοερά και κόπτονταν για τον θανόντα θεό και την επόμενη μέρα γιόρταζαν την ανάστασή του…
Όντιν
Το βαρύ πυροβολικό του βορειοευρωπαϊκού παγανισμού δεν ήταν άλλο από τον πατέρα των τοπικών θεών, τον φοβερό Όντιν. Η σκανδιναβική μυθολογία προέρχεται από τα αρχαία γερμανικά φύλα, τα οποία μετανάστευαν επί αιώνες στον Βορρά και μετέφεραν εκεί τη λατρεία του Θορ, του Όντιν, του Τιρ, της Φρέγια και των άλλων μελών του αρχαίου τευτονικού πανθέου. Κορυφαίος όλων ήταν ο θεός Οντιν, ο οποίος δεν δίστασε να θυσιάσει ένα από τα μάτια του για να λάβει ως αντάλλαγμα την απόλυτη σοφία.
Ο πατέρας όλων των θεών των Βίκινγκ, μια συναρπαστική και πολύπλευρη φιγούρα που λειτουργούσε ως σαμάνος θεραπευτής όταν δεν ήταν θεός του πολέμου, της μάχης, του θανάτου, αλλά και της ποίησης, της μουσικής, της προφητείας και της μαγείας, κατέβαινε στο πεδίο της μάχης πάνω στο άλογό του με τα οκτώ πόδια, έχοντας τα κοράκια Σκέψη και Μνήμη πάντα στους ώμους του. Το μάτι δεν ήταν όμως το μόνο που θυσίασε ο Όντιν στην οδύσσειά του για την απόλυτη γνώση και το δώρο της προφητείας, καθώς σύντομα θα ακολουθούσε και η ίδια του η ζωή.
Σύμφωνα με την ισλανδική μυθολογία, ο Όντιν κρεμάστηκε πάνω στο Δέντρο της Ζωής (όπου και παρέμεινε για εννιά μέρες) και τρυπήθηκε στα πλευρά με λόγχη ώστε να αποκτήσει για λογαριασμό θεών και ανθρώπων τη γνώση των ρούνων και του κόσμου των νεκρών, αλλά και την ικανότητα να προφητεύει το μέλλον. Μετά την αυτοθυσία του, ο Όντιν επέστρεψε στον κόσμο των ανθρώπων πιο δυνατός από ποτέ…
Γκανέσα
Ο Γκανέσα, εξαιτίας της ελεφαντίσιας κεφαλής του, παραμένει ένας από τους πλέον αναγνωρίσιμους θεούς του ινδουισμού. Τόσο οι πανάρχαιες ρίζες της θρησκείας όσο και ο μεγάλος αριθμός των παραδόσεων μάς έχουν κληροδοτήσει μια μεγάλη ποικιλία από ιστορίες που εξηγούν πώς απέκτησε αυτό το μάλλον ανορθόδοξο κεφάλι. Κατά μια εκδοχή, ο Γκανέσα ήταν γιος του Σίβα και της Παρβάτι και η μητέρα του τον είχε βάλει να φυλάει τα ιδιαίτερα διαμερίσματά της. Μια μέρα, ο Σίβα επιχείρησε να μπει στην κρεβατοκάμαρα της Παρβάτι και συνάντησε την αντίθετη γνώμη του Γκανέσα, γι’ αυτό και του έκοψε με μια κίνηση το κεφάλι.
Η μητέρα του ενοχλήθηκε φυσικά από το τραγικό γεγονός, οπότε ο Σίβα υποχρεώθηκε να αντισταθμίσει τον βιαστικό αποκεφαλισμό του Γκανέσα επαναφέροντάς τον από τον κόσμο των νεκρών. Κατά τη διάρκεια της ανάστασης όμως ο Σίβα σκέφτηκε να δώσει στον νεκρό ακόμα Γκανέσα το κεφάλι ελέφαντα, πιθανότατα για να τον κάνει λιγότερο όμορφο. Γι’ αυτό και είναι ο θεός της σοφίας, των τεχνών, των γραμμάτων και της ευημερίας, αλλά όχι και του κάλλους…
Λεμινκάικεν
Ο κοκκινοτρίχης θεός του φινλανδικού παγανισμού ήταν ένας λαϊκός ήρωας που επιδόθηκε σε μια προσωπική οδύσσεια, μια αποστολή δηλαδή να αιχμαλωτίσει έναν από τους μαύρους κύκνους του ποταμού του κάτω κόσμου. Σκοτώθηκε βέβαια προσπαθώντας και η σορός του βυθίστηκε στο νερό, παρασύρθηκε από το ρεύμα και χάθηκε από προσώπου γης. Και σαν να μην έφτανε αυτό, το σώμα του διαμελίστηκε καθώς συγκρουόταν στα βράχια και τα απομεινάρια του διασκορπίστηκαν στις τέσσερις γωνιές του πλανήτη.
Η μητέρα του όμως, που δεν σταμάτησε ποτέ να τον αναζητεί, περιμάζεψε ένα-ένα τα κομμάτια του και τα έραψε κατόπιν, αν και αυτό δεν τον επανέφερε στη ζωή. Γιατί χρειαζόταν γι’ αυτό το ειδικό μέλι των θεών, τη συγκολλητική ουσία που διέθετε τη μαγική δύναμη να επαναφέρει κάποιον στη ζωή. Κι έτσι η χαροκαμένη μάνα, με τη βοήθεια κάποιων θεών, έστειλε μια μέλισσα να κλέψει μια στάλα από το θεϊκό μέλι, το οποίο έκανε τελικά το μαγικό.
Ταμούζ
Η αρχαία σημιτική θεότητα της ευφορίας και της βλάστησης ήταν ένας θεός των Σουμερίων η λατρεία του οποίου γενικεύτηκε στη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου και περιλήφθηκε στο πάνθεο των Ασσύριων και των Βαβυλώνιων. Ο Ταμούζ ξεκίνησε μάλιστα τη θεϊκή του καριέρα ως κοινός θνητός, αν και βασιλιάς. Τον επέλεξε κάποια στιγμή ως αντικείμενο έρωτα η θεά Ινάννα και από δω ξεκινούν οι περιπέτειές του.
Γιατί, σύμφωνα με το Έπος του Γκιλγκαμές, ό,τι κι αν αγαπούσε η Ιστάρ (η βαβυλωνιακή εκδοχή της Ινάνα, η Αστάρτη), κατέληγε χωρίς πνοή μέσα του και ο Ταμούζ δεν αποτέλεσε εξαίρεση, κι έτσι βρέθηκε πριν καλά-καλά το καταλάβει στον κόσμο των νεκρών. Η Ινάνα μαλάκωσε όμως στις αντιδράσεις της και πήγε να τον σώσει από το βασίλειο του σκότους. Κι έτσι τον επανέφερε στη ζωή και τον έκανε θεό, αν και όχι μια φορά, αλλά πολλές, σε έναν αδιάκοπο κύκλο θανάτου και ανάστασης. Κάθε χρόνο, ο Ταμούζ πέθαινε και η Μέση Ανατολή βυθιζόταν στον καύσωνα και την ξηρασία.
Όταν επέστρεφε η περίοδος των βροχών και οι σπόροι άρχιζαν να βλασταίνουν, αυτό ήταν σημάδι της ανάστασής του. Σύμφωνα με άλλη -επίσης πανάρχαια- παραλλαγή του σουμερικού μύθου, ο Ταμούζ ήταν ο θεός ποιμένας που επέλεξε να κατέβει στον Άδη στη θέση της αγαπημένης του συζύγου, θεάς Ινάνα. Η αδελφή του, Γεστινάνα, δέχτηκε να περνά τον μισό χρόνο στον κάτω κόσμο για λογαριασμό του. Ο μύθος παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με την ιστορία του Άδωνι…
Κετζαλκόατλ
Μια από τις κυρίαρχες θεότητες των πολιτισμών της Κεντρικής Αμερικής που παρουσιάζει χτυπητές ομοιότητες με τη χριστιανική ιστορία της ανάστασης είναι ο περίφημος Κετζαλκόατλ, η εικονογραφία του οποίου τον θέλει φτερωτό φίδι, όταν το πανάσχημο και παραμορφωμένο παρουσιαστικό του μεταμορφώθηκε στην τρομακτική αυτή μορφή. Ο θεός των Αζτέκων, των Μάγια (Κουκουλκάν στον πολιτισμό αυτό) και των γειτονικών φυλών του Μεξικού ήταν ο αφέντης των ουρανού και ο δημιουργός των νόμων, αν και είναι η ιδιαίτερη ιστορία του που μας ενδιαφέρει εδώ.
Μεθυσμένος λοιπόν και τυφλωμένος από έρωτα, επιδόθηκε σε σεξουαλικές περιπτύξεις με την αδερφή του και όταν ξεμέθυσε δεν είχε πού να κρυφτεί από την ντροπή του. Κλείστηκε λοιπόν σε μια σαρκοφάγο και ρίχτηκε στο ποτάμι για να πνιγεί, αν και η θεϊκή του φύση δεν κατέθετε εύκολα τα όπλα της ζωής. Κι έτσι ρίχτηκε στην πυρά με όλα του τα υπάρχοντα: οι στάχτες του ανήλθαν στους αιθέρες και έγιναν πουλιά, την ίδια ώρα που η καρδιά του έφτασε στα ανώτερα στρώματα του ουρανού και αποκρυσταλλώθηκε στον Αυγερινό. Έπειτα από τέσσερις μέρες στον κάτω κόσμο, βρήκε τελικά τη θέση του στο πάνθεο των Αζτέκων.
Ο θάνατος και η ανάστασή του συνδέθηκαν με τη μυθολογία της δημιουργίας και καταστροφής του κόσμου στις Τέσσερις (πρώτες) Εποχές, ενώ ήταν ο κύριος άρχοντας της Πέμπτης Εποχής του κόσμου. Σύμφωνα με άλλο μύθο, ο Κετζαλκόατλ κατέβηκε στον κόσμο των νεκρών και μάζεψε τα οστά των ανθρώπων από τις προηγούμενες εποχές δημιουργίας, τα οποία ράντισε με το αίμα του σε μια πράξη ύστατης αυτοθυσίας και έπλασε έτσι τους ανθρώπους της νέας εποχής. Ο ισπανός κατακτητής του Μεξικού Ερνάν Κορτές εκμεταλλεύτηκε τον θρύλο του Κετζαλκόατλ και παρουσιάστηκε στον Μοντεζούμα Β’ ως προσωποποίηση της θεότητας…
Κρίσνα
Η σημαντικότατη ινδουιστική θεότητα, η ίδια η μετενσάρκωση του σπουδαίου Βισνού ή το υπέρτατο ον των ινδουιστών, δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Σύμφωνα με το άλλο ιερό κείμενο της θρησκείας, το έπος Μαχαμπαράτα, η ανθρώπινη ενσάρκωση του Βισνού σε Κρίσνα (που απεικονίζεται συνήθως ως παιδί που παίζει φλάουτο ή νεαρός πρίγκιπας) του έδινε τη δυνατότητα να καταλαβαίνει καλύτερα την ανθρώπινη φύση και να αλληλεπιδρά με τους πιστούς.
Έπειτα από πάμπολλες περιπέτειες, πολέμους και εξερευνητικές αποστολές στις εσχατιές του σύμπαντος, ο Κρίσνα πήγε σε μια θρησκευτική γιορτή και από τις διαμάχες που ξέσπασαν εκεί αναγκάστηκε να αποσυρθεί σε ένα δάσος για διαλογισμό. Την ώρα λοιπόν που συλλογιζόταν στην πλατιά σκιά ενός δέντρου, ένας κυνηγός τον μπέρδεψε με ελάφι και τον τραυμάτισε θανάσιμα με το βέλος του. Ο Κρίσνα πέθανε και το σώμα του κάηκε τελετουργικά, αν και όντας θεός ήταν μόνο η ανθρώπινη φύση του που άφησε την τελευταία της πνοή. Ο άφθαρτος Κρίσνα ανήλθε στους ουρανούς μετά τη θεϊκή του ανάσταση.
Τη στιγμή του θανάτου του μάλιστα ο ουρανός σκοτείνιασε και ο Κρίσνα κατέβηκε στον κάτω κόσμο, αν και την τρίτη μέρα αναστήθηκε και αναλήφθηκε στους ουρανούς. Πολλοί μύθοι και θρύλοι έχουν βαλθεί να απαθανατίσουν τα χρονικά του και δεν συμφωνούν όλοι, όπως η ιστορία που απαθανατίζεται στο ιερό κείμενο του ινδουισμού Μπαγκαβάτ Γκίτα.
Μίθρας
Την ώρα που ο θεός Άττις της Φρυγίας, άλλη μια υπερφυσική οντότητα συνδεδεμένη με τον κύκλο της ζωής και του θανάτου, θα μπορούσε κάλλιστα να περιληφθεί στη λίστα μας καθώς αναστήθηκε την τρίτη μέρα του θανάτου του (είχε σταυρωθεί πάνω σε δέντρο), ο Μίθρας των Περσών του έκλεψε όλη τη δόξα. Γνωστός και ως «παγανιστής Χριστός», ο θεός των Περσών και μεγάλο όνομα του ζωροαστρισμού γενικεύτηκε στη Δύση: η λατρεία του Μίθρα ανήκει στις μυστηριακές λατρείες που αναδύθηκαν κατά την ελληνιστική εποχή ως μια νέα μορφή θρησκευτικότητας, η οποία έμεινε γνωστή ως μιθραϊσμός.
Ο κόσμος της Ανατολής παντρεύτηκε με τον ελληνορωμαϊκό και η οικουμενική γέννηση του Μίθρα ήταν γεγονός, ως θεός πλέον του ουράνιου φωτός, εγγυητής του όρκου, προστάτης της αλήθειας και εχθρός του ψεύδους. Η λατρεία του εξαπλώθηκε στη Μεσόγειο κατά τους πρώτους αιώνες μ.Χ. και ενείχε εντυπωσιακές ομοιότητες με τη χριστιανική ιστορία του Ιησού από τη Ναζαρέτ, όπως η θεία ευχαριστία. Η ελληνιστική και ρωμαϊκή μυστηριακή λατρεία αντλούσε φυσικά στοιχεία από τον περσικό θεό, ο οποίος στα ιερά ζωροαστρικά συγγράμματα ήταν ο Σωτήρας, ο θεός του Ήλιου και το πνεύμα του καλού.
Ο Μίθρας πέθανε και αναστήθηκε την τρίτη ημέρα, την ίδια ώρα που οι αναλογίες του με τον Ναζωραίο παραμένουν αξιοσημείωτες. Ο μιθραϊσμός άκμασε στη Ρώμη και το Βατικανό μάλιστα είναι χτισμένο στα ερείπια αρχαίου μιθραίου. Όσο για την επιγραφή «Αυτός που δεν θα φάει από το σώμα μου ούτε θα πιει από το αίμα μου έτσι ώστε να γίνει ένα με μένα και εγώ με αυτόν, αυτός δεν θα σωθεί», που σώζεται στο Βατικανό, δεν είναι χριστιανική αλλά μιθραϊκή…
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου