Υπάρχει εξήγηση γιατί κάποιες φορές ερωτευόμαστε ή κάνουμε σχέσεις με ανθρώπους που μας φέρονται άσχημα, μας μειώνουν ή απλά δεν μας γεμίζουν; Μήπως ευθύνεται το ότι από μικρή ηλικία κάποιοι άνθρωποι έχουν σχηματίσει χαμηλή εικόνα για τον εαυτό τους και μπορεί να αναζητούν ή να ελκύουν έναν ανάλογο σύντροφο, ο οποίος θα «ταιριάζει» στην χαμηλή τους αυτοεικόνα;
Όπως μαθαίνει δηλαδή ένας άνθρωπος να μην είναι τρυφερός και εκδηλωτικός, μπορεί να μάθει από παιδί να θεωρεί φυσιολογικό τον σύντροφο που δεν είναι τρυφερός, εκδηλωτικός, στοργικός. Τα γνωρίσματα αυτά μπορεί να θεωρούνται από το άτομο ακόμη και αδυναμία, αν δεν τα έχει ζήσει στο περιβάλλον του σε μικρή ηλικία.
Τέτοιες «παραστάσεις» συνήθως μπορεί να αλλάξουν μόνο σε ένα ιδιαίτερο περιβάλλον όπως η δουλειά με έναν ψυχολόγο, καθώς αυτός συμβολικά παίρνει τον ρόλο ενός νέου «γονέα» και τις επαναδιαμορφώνει κατά το υγιές πρότυπο.
Γίνεται τα κριτήρια επιλογής συντρόφου να μας οδηγούν μαθηματικά ξανά και ξανά στο να κάνουμε λάθος επιλογές και να “επιδιώκουμε ασυνείδητα το κακό μας”, πιστεύοντας λανθασμένα ότι αυτές μας ταιριάζουν; Η απάντηση είναι φυσικά και γίνεται, καθώς τα κριτήρια επιλογής συντρόφου, η εικόνα μας για το άλλο φύλο γενικότερα, έχει διαμορφωθεί στην πολύ μικρή παιδική ηλικία από τους γονείς μας και από επιδράσεις τους που παραμένουν παντελώς άγνωστες και ασυνείδητες στο μυαλό μας. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι γονείς ήταν κακοπροαίρετοι. Συχνά «μεταφέρουν» τις επιδράσεις που δέχτηκαν από τους δικούς τους γονείς στα παιδιά τους, καθώς και αυτοί δεν τις έχουν συνειδητοποιήσει. Έτσι για παράδειγμα η μητέρα, ο πατέρας και η μεταξύ τους συμπεριφορά, λεκτική ή μη, μπορεί να επιδρούν στα παιδιά σχηματίζοντας «πρότυπα» στο κορίτσι όπως πχ ότι οι άνδρες δεν είναι ευαίσθητοι, ότι οι ευαίσθητοι άνδρες δεν είναι δυνατοί, ότι ο ανδρικός ρόλος είναι αποκλειστικά αυτός του «κουβαλητή», ότι οι άνδρες ενδιαφέρονται μόνο για το σεξ κλπ. Όσο και να υπάρχουν τέτοια παραδείγματα του ανδρικού φύλου, η γενίκευση από τον γονέα εκλαμβάνεται πολύ χειρότερα από το παιδί και ως η απόλυτα σωστή και μόνη πραγματικότητα. Αυτό μπορεί να συμβεί και σε ένα αγόρι, το οποίο λόγω γονικών επιδράσεων, μπορεί να έχει ως ενήλικας την άποψη ότι οι γυναίκες είναι ψυχρές. Αυτό μπορεί να του δημιουγεί φόβο απέναντι στο γυναικείο φύλο.
Είναι γεγονός ότι ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της αυτοεκτίμησης διαμορφώνεται σε μικρή ηλικία, πάλι από τους γονείς μας. Το μυαλό μας τους θεωρεί απόλυτα σωστούς και δεν είναι σπάνιο ως ενήλικες να τους ακούμε με την ίδια συμμόρφωση όπως στην παιδική ηλικία, καθώς το μυαλό μας τους έχει αποθηκεύσει ως το πιο ισχυρό και σωστό πρότυπο και αδυνατεί να τους αμφισβητήσει συχνά, και ακόμη και αν το κάνει, νιώθει έντονες ενοχές από το κομμάτι του μυαλού που σχετίζεται με την ηθική μας. Έτσι συμβαίνει συχνά στους ανθρώπους να αναζητούν σύντροφο που μπορεί να δείχνει σκληρός, ψυχρός, λόγω της χαμηλής τους αυτοεκτίμησης, παρότι βαθύτερα η σχέση αυτή δεν τους γεμίζει. Αυτό μπορεί να επιφέρει στο άτομο δυσφορία, μελαγχολία, και μπορεί μόνο του να μην έχει τη δύναμη να ακολουθήσει την έξοδο διαφυγής από τα κριτήρια αυτά επιλογής συντρόφου. Δηλαδή να μην μπορεί να συνειδητοποιήσει ότι αυτά είναι λανθασμένα. Η βαθύτερη γνώση του εαυτού μέσα από την δουλειά με ψυχολόγο επιφέρει πάντοτε την επανεκτίμηση της αυτοεικόνας του ατόμου, της σχέσης των γονιών του που διαμόρφωσαν τα κριτήρια επιλογής συντρόφου και το πώς βλέπει το άλλο φύλο, στοιχεία που αποτελούν το κλειδί για να δημιουργεί υγιείς ανθρώπινες σχέσεις!
Όπως μαθαίνει δηλαδή ένας άνθρωπος να μην είναι τρυφερός και εκδηλωτικός, μπορεί να μάθει από παιδί να θεωρεί φυσιολογικό τον σύντροφο που δεν είναι τρυφερός, εκδηλωτικός, στοργικός. Τα γνωρίσματα αυτά μπορεί να θεωρούνται από το άτομο ακόμη και αδυναμία, αν δεν τα έχει ζήσει στο περιβάλλον του σε μικρή ηλικία.
Πχ αν μια γυναίκα θεωρεί τους άντρες «ψυχρούς-ωμούς» μπορεί να έλκεται από άντρες αυτού του επιπέδου, καθώς νιώθει ότι αυτοί την αντιμετωπίζουν ως ανώτερη και δεν τους φοβάται. Έτσι μπορεί επιφανειακά να θεωρεί την απότομη συμπεριφορά στον άνδρα ως πιο ανδροπρεπή, ενώ την συναισθηματική εκφραστικότητα ως αδυναμία. Επιπλέον, αυτούς μπορεί να τους “χειριστεί” ευκολότερα, καθώς ο «επίπεδος» άνδρας, (ανεξαρτήτως σπουδών φυσικά), είναι λιγότερο καλλιεργημένος, και σταθερός στις απόψεις του. Ο άνδρας αυτός δεν της δημιουργεί φόβο, αντιθέτως, στην ουσία δεν τον θαυμάζει και τον βλέπει ως χαμηλότερου επιπέδου από την ίδια.
Ακούγεται οξύμωρο, όμως το μυαλό που έχει σχηματίσει από μικρή ηλικία τέτοιες «παραστάσεις» για το άλλο φύλο, δεν μπορεί να τις συνειδητοποιήσει ή να τις αλλάξει από μόνο του. Δεν έχουμε συνείδηση του πως βλέπουμε, του τι θαυμάζουμε στο άλλο φύλο και αν αυτό μας γεμίζει πραγματικά ψυχικά. Έτσι στο προηγούμενο παράδειγμα, ο επίπεδος άνδρας ικανοποιεί την ανάγκη της πιο πάνω γυναίκας να νιώθει ανώτερή του, δίνοντας έτσι όμως μόνο πρόχειρη λύση στον φόβο της για τους άνδρες. Με αυτόν τον τρόπο, ο φόβος της για τους άνδρες δεν «λύνεται» ποτέ, απλά υποκαθίσταται από αυτή την πρόχειρη λύση του μυαλού. Στην ουσία δεν έχει μάθει να αγαπά πραγματικά το υγιές πρότυπο του άνδρα.
Ακούγεται οξύμωρο, όμως το μυαλό που έχει σχηματίσει από μικρή ηλικία τέτοιες «παραστάσεις» για το άλλο φύλο, δεν μπορεί να τις συνειδητοποιήσει ή να τις αλλάξει από μόνο του. Δεν έχουμε συνείδηση του πως βλέπουμε, του τι θαυμάζουμε στο άλλο φύλο και αν αυτό μας γεμίζει πραγματικά ψυχικά. Έτσι στο προηγούμενο παράδειγμα, ο επίπεδος άνδρας ικανοποιεί την ανάγκη της πιο πάνω γυναίκας να νιώθει ανώτερή του, δίνοντας έτσι όμως μόνο πρόχειρη λύση στον φόβο της για τους άνδρες. Με αυτόν τον τρόπο, ο φόβος της για τους άνδρες δεν «λύνεται» ποτέ, απλά υποκαθίσταται από αυτή την πρόχειρη λύση του μυαλού. Στην ουσία δεν έχει μάθει να αγαπά πραγματικά το υγιές πρότυπο του άνδρα.
Τέτοιες «παραστάσεις» συνήθως μπορεί να αλλάξουν μόνο σε ένα ιδιαίτερο περιβάλλον όπως η δουλειά με έναν ψυχολόγο, καθώς αυτός συμβολικά παίρνει τον ρόλο ενός νέου «γονέα» και τις επαναδιαμορφώνει κατά το υγιές πρότυπο.
Γίνεται τα κριτήρια επιλογής συντρόφου να μας οδηγούν μαθηματικά ξανά και ξανά στο να κάνουμε λάθος επιλογές και να “επιδιώκουμε ασυνείδητα το κακό μας”, πιστεύοντας λανθασμένα ότι αυτές μας ταιριάζουν; Η απάντηση είναι φυσικά και γίνεται, καθώς τα κριτήρια επιλογής συντρόφου, η εικόνα μας για το άλλο φύλο γενικότερα, έχει διαμορφωθεί στην πολύ μικρή παιδική ηλικία από τους γονείς μας και από επιδράσεις τους που παραμένουν παντελώς άγνωστες και ασυνείδητες στο μυαλό μας. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι γονείς ήταν κακοπροαίρετοι. Συχνά «μεταφέρουν» τις επιδράσεις που δέχτηκαν από τους δικούς τους γονείς στα παιδιά τους, καθώς και αυτοί δεν τις έχουν συνειδητοποιήσει. Έτσι για παράδειγμα η μητέρα, ο πατέρας και η μεταξύ τους συμπεριφορά, λεκτική ή μη, μπορεί να επιδρούν στα παιδιά σχηματίζοντας «πρότυπα» στο κορίτσι όπως πχ ότι οι άνδρες δεν είναι ευαίσθητοι, ότι οι ευαίσθητοι άνδρες δεν είναι δυνατοί, ότι ο ανδρικός ρόλος είναι αποκλειστικά αυτός του «κουβαλητή», ότι οι άνδρες ενδιαφέρονται μόνο για το σεξ κλπ. Όσο και να υπάρχουν τέτοια παραδείγματα του ανδρικού φύλου, η γενίκευση από τον γονέα εκλαμβάνεται πολύ χειρότερα από το παιδί και ως η απόλυτα σωστή και μόνη πραγματικότητα. Αυτό μπορεί να συμβεί και σε ένα αγόρι, το οποίο λόγω γονικών επιδράσεων, μπορεί να έχει ως ενήλικας την άποψη ότι οι γυναίκες είναι ψυχρές. Αυτό μπορεί να του δημιουγεί φόβο απέναντι στο γυναικείο φύλο.
Είναι γεγονός ότι ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της αυτοεκτίμησης διαμορφώνεται σε μικρή ηλικία, πάλι από τους γονείς μας. Το μυαλό μας τους θεωρεί απόλυτα σωστούς και δεν είναι σπάνιο ως ενήλικες να τους ακούμε με την ίδια συμμόρφωση όπως στην παιδική ηλικία, καθώς το μυαλό μας τους έχει αποθηκεύσει ως το πιο ισχυρό και σωστό πρότυπο και αδυνατεί να τους αμφισβητήσει συχνά, και ακόμη και αν το κάνει, νιώθει έντονες ενοχές από το κομμάτι του μυαλού που σχετίζεται με την ηθική μας. Έτσι συμβαίνει συχνά στους ανθρώπους να αναζητούν σύντροφο που μπορεί να δείχνει σκληρός, ψυχρός, λόγω της χαμηλής τους αυτοεκτίμησης, παρότι βαθύτερα η σχέση αυτή δεν τους γεμίζει. Αυτό μπορεί να επιφέρει στο άτομο δυσφορία, μελαγχολία, και μπορεί μόνο του να μην έχει τη δύναμη να ακολουθήσει την έξοδο διαφυγής από τα κριτήρια αυτά επιλογής συντρόφου. Δηλαδή να μην μπορεί να συνειδητοποιήσει ότι αυτά είναι λανθασμένα. Η βαθύτερη γνώση του εαυτού μέσα από την δουλειά με ψυχολόγο επιφέρει πάντοτε την επανεκτίμηση της αυτοεικόνας του ατόμου, της σχέσης των γονιών του που διαμόρφωσαν τα κριτήρια επιλογής συντρόφου και το πώς βλέπει το άλλο φύλο, στοιχεία που αποτελούν το κλειδί για να δημιουργεί υγιείς ανθρώπινες σχέσεις!
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου