Πραγματευόμενοι το θέμα του αρχαίου αττικού θεάτρου, είναι ανάγκη να μεταφερθούμε νοερώς σε εκείνην την εποχή και να προσπαθήσουμε να το παρατηρήσουμε με το βλέμμα των αρχαίων Ελλήνων και όχι το δικό μας. Δηλαδή να αποστασιοποιηθούμε, όσο το δυνατόν, από την σύγχρονη εποχή και να λάβουμε υπ’ όψη τις θρησκευτικές και κοινωνικές αντιλήψεις που είχαν οι αρχαίοι μας πρόγονοι.
Γι’ αυτό ας μεταφερθούμε νοερώς στην αρχαία Αθήνα του 6ου αιώνα, αφήνοντας πίσω μας, όσο είναι δυνατό, το γνωσιολογικό μας υπόβαθρο στο τρόπο ερμηνείας των φυσικών φαινομένων και αντικαθιστώντας το με τις θρησκευτικές και δεισιδαιμονικές πεποιθήσεις των αρχαίων προγόνων μας. Ας λάβουμε υπ’ όψη μας προς στιγμήν, τις διαφορετικές κοινωνικές αντιλήψεις που είχαν εκείνοι θεωρώντας απολύτως φυσιολογική την κατάσταση της δουλείας και της παντελούς απουσίας των γυναικών από τον δημόσιο βίο.Έχοντας, λοιπόν, εφοδιαστεί με αυτά τα μέσα παρατηρήσεως, ας επιχειρήσουμε να καταδυθούμε 26 αιώνες βαθύτερα στην Ιστορία και να αποπειραθούμε να ερευνήσουμε την επίδραση που άσκησαν οι πολιτειακοί θεσμοί της αθηναϊκής δημοκρατίας τόσο στην γένεση όσο και στην σταδιακή διαμόρφωση του αττικού θεάτρου, προσπαθώντας να τεκμηριώσουμε την άποψη ότι το αρχαίο θέατρο ήταν το αλεξικέραυνο της αθηναϊκής δημοκρατίας.
Α. Γένεση του Αττικου Θεατρου & Αθηναϊκη Δημοκρατια
Η γέννηση της τραγωδίας λαμβάνει χώρα σε τυραννικό καθεστώς. Όσο και αν αυτό φαίνεται περίεργο για έναν κατ’ εξοχήν δημοκρατικό θεσμό, γίνεται ίσως πιο κατανοητό από το ότι την εποχή του Τυράννου Πεισιστράτου, στην Αθήνα υπήρχε μία ισχυρή λαοπρόβλητη εξουσία που αντιμαχόταν την αριστοκρατία.Ο Πεισίστρατος, κατέλαβε την εξουσία με την βοήθεια του λαού. Αυτός λοιπόν ο λαοπρόβλητος δικτάτωρ, αντί να εορτάζει κατ’ έτος την αναρρίχισή του στην εξουσία με στρατιωτικές παρελάσεις, όπως οι σημερινοί, προτίμησε να εισαγάγει την λατρεία του Διονύσου στην πόλη και να οργανώνει λιτανείες του ξοάνου του θεού αυτού με λαμπαδηφορίες εφήβων αλλά και ποιητικούς αγώνες.Γενικώς, η θρησκευτική πολιτική όλων των Τυράννων (των οποίων η ισχύς «ήτο η αγάπη του λαού»), ήταν υπέρ του λαϊκού αυτού Θεού της ελληνικής υπαίθρου.Ο Πεισίστρατος, λοιπόν, ανέπτυξε την λατρεία του Διονύσου. Έκτισε ναό στο όνομά του στους πρόποδες της Ακροπόλεως και καθιέρωσε προς τιμήν του την εορτή των Άστει Διονυσίων. Αυτή η γιορτή έμελλε να εξελιχθεί σε γιορτή της τραγωδίας.Με την εύστοχη αυτή επινόησή του, πιθανότατα υπέβαλε στους δεισιδαίμονες οφθαλμούς των συμπατριωτών του τον παραλληλισμό του ιδίου με τον Διόνυσο. Όμως, απλώς και μόνον το γεγονός ότι ο Διόνυσος ήταν ο θεός της ελευθερίας, αυτός που αφήνει το λαό να εκφρασθεί ελεύθερα, παρέπεμπε υποσυνειδήτως στον Πεισίστρατο, που έδωσε την δυνατότητα στον λαό να υψώσει το ανάστημά του απέναντι στους ευγενείς.
Τα Μεγάλα Διονύσια, θα μπορούσε να πει κανείς ότι ήταν η εορτή του λαού και η λιτάνευση του ξοάνου, η λαμπαδηδρομία και οι ποιητικοί αγώνες, ήταν κατά κάποιον τρόπο η συμβολική ανανέωση της εμπιστοσύνης του λαού στον ηγέτη του. Γι’ αυτό, η εορτή αυτή, φαίνεται μεν ως θρησκευτική, είχε όμως έντονη πολιτική σημασία. Δεν είναι τυχαίο το ότι μέσα στα πλαίσια της εορτής των Μεγάλων Διονυσίων, γεννιέται το δράμα με πολιτειακή πράξη. Πράγματι, η «ληξιαρχική πράξη γεννήσεως» της τραγωδίας τοποθετείται μεταξύ του 536-533, όταν κυβερνούσε την Αθήνα ο Πεισίστρατος. Τότε ο Θέσπις ανέλαβε για πρώτη φορά (με εντολή της πολιτείας) την παραγωγή μια τραγωδίας για να παρουσιασθεί κατά την εορτή των μεγάλων Διονυσίων.Γι’ αυτόν τον λόγο, αν και οι τραγωδίες διδάσκονταν πάντοτε κατά την διάρκεια θρησκευτικών τελετών, από πολύ νωρίς ο κοινωνικοπολιτικός και ηθικός χαρακτήρας του είδους υπερτερεί του θρησκευτικού.Ο Πεισίστρατος, με αυτήν την έξυπνη πολιτική κίνηση, κατόρθωσε να χαρίσει στην Αθήνα έναν μηχανισμό επιβεβαιώσεως του δικαιώματος του λαού να εκφράζεται και ταυτοχρόνως εξουδετερώσεως των εντάσεων της κοινωνίας.
Ασφαλώς ήταν και οι κοινωνικές συνθήκες ευνοϊκές ώστε να ευδοκιμήσει αυτός ο νέος θεσμός. O Πεισίστρατος φύτευσε, αλλά και το έδαφος ήταν ευνοϊκό, ώστε να δεχθεί τον σπόρο του δράματος και να καρποφορήσει. Η τραγωδία γεννήθηκε με επίσημη απόφαση του αθηναϊκού κράτους. Από εκεί και πέρα η πορεία της είναι ευθέως ανάλογη με αυτήν με την ανάπτυξη της δράσεως του πολίτη. Όσο περισσότερο πρωταγωνιστικό ρόλο λάμβανε ο λαός στην πολιτική ζωή, τόσο μεγαλύτερη άνθηση γνώριζε το θέατρο.Και οι Αθηναίοι δέχθηκαν τον νέο θεσμό με ιδιαίτερη εγκαρδιότητα, ώστε η συμμετοχή τους στα θεατρικά δρώμενα ήταν ένα καθήκον τηρούμενο στην κυριολεξία με θρησκευτική ευλάβεια..
Β. Αθηναϊκη Δημοκρατια & Διαμορφωση Αττικού Θεατρου
Όπως είδαμε, η κοινωνική σύγκρουση λαού – αριστοκρατίας στην αρχαία Αθήνα οδήγησε στην άνοδο του Πεισιστράτου στην εξουσία και στην συνέχεια την υπ’ αυτού, με πολιτειακή πράξη, ανάθεση δημιουργίας της πρώτης τραγωδίας. Η κοινωνική σύγκρουση εξακολούθησε να υπάρχει και η πορεία προς την δημοκρατία έκανε εντονώτερη την αναγκαιότητα να υποστηριχθεί η πλευρά του λαού στην σύγκρουση αυτή και να υφίσταται το θέατρο ως μηχανισμός ελεγχόμενης εκτονώσεως των κοινωνικών εντάσεων. Η Αθήνα το χρειαζόταν, το δημιούργησε, το επιδοτούσε με τον θεσμό των χορηγιών και κατεύθυνε την πορεία του ρυθμίζοντας άνωθεν τις λεπτομέρεις της λειτουργίας του: τον χρόνο τελέσεως των παραστάσεων, την πάνδημη συμμετοχή του λαού σ’ αυτό, την επιλογή των θεμάτων κ.λπ.. Η πόλις αναγνώριζε το μεγάλο μέγεθος της ισχύος του αττικού θεάτρου και για την αποσόβηση επικίνδυνων παρεκτροπών δημιούργησε ένα «δίκτυ ασφαλείας». Η τροχιά της ακμής του αττικού θεάτρου διαγράφεται παράλληλα με αυτήν της δημοκρατίας. Αλλά ας εξετάσουμε τα προηγούμενα αναλυτικώτερα.
Η αθηναϊκή κοινωνία, στην πορεία προς την δημοκρατία βιώνει έντονες αντιθέσεις. Οι πολίτες συνειδητοποιούν την ταυτότητά τους και τις υποχρεώσεις τους. Προκύπτουν προβλήματα και ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν.Τί είναι ο άνθρωπος;Τί είναι δίκαιο; Ως πού φθάνουν τα δικαιώματα της πόλεως; Αυτά και άλλα παρόμοια ερωτήματα αποπειράται να απαντήσει αλλά και αναπαριστά η τραγωδία.Γενικώς πραγματευόταν θέματα που ήταν δύσκολο, ή δεν έπρεπε να συζητηθούν στην Εκκλησία του δήμου και μέσω του μύθου εκφραζόταν κάθε φορά αυτό που απασχολούσε τους πολίτες ως πολίτες.Η ρήξη που δημιουργούσε η δημοκρατία με την θεϊκά οριοθετημένη τάξη, οι ηθικές αναστολές, αμφιβολίες και ανασφάλειες των πολιτών, το δικαίωμα της πόλεως να επεμβαίνει στις ιδιωτικές υποθέσεις των πολιτών, ήταν κάποια από αυτά. Το δράμα συνδέεται έτσι και με το δίκαιο. Καθώς η ισονομία είναι ένα χαρακτηριστικό της Δημοκρατίας, οι έννοιες της δικαιοσύνης απασχολούν την αθηναϊκή κοινωνία. Οι Αθηναίοι πολίτες, άλλωστε μετέχουν στα δικαστικά σώματα που θεσπίζει το δημοκρατικό πολίτευμα. Είναι λοιπόν αναμενόμενο, η δραματική ποίηση να αντλεί υλικό και από αυτόν τον τομέα. Χρησιμοποιεί τεχνικό νομικό λεξιλόγιο και εκφράζει την σύγκρουση της θρησκευτικής παραδόσεως με το δίκαιο της πόλεως. Βέβαια η τραγωδία δεν είναι μία δικαστική διαμάχη. Έχει όμως ως αντικείμενό της τον άνθρωπο που συχνά βιώνει αυτήν την σύγκρουση που προαναφέραμε.
Στην τραγωδία έχουμε τον χορό αφ’ ενός και τον τραγικό ήρωα αφ’ ετέρου. Ο χορός είναι ένα συλλογικό όργανο. Αποτελείται από μία ομάδα πολιτών και είναι ο ανώνυμος εκφραστής των συναισθημάτων και των ανησυχιών των πολιτών-θεατών. Ο τραγικός ήρωας είναι ο επώνυμος εκπρόσωπος του μυθολογικού κόσμου. Διακρίνεται η πολικότητα του μακρινού παρελθόντος της ηρωικής παραδόσεως με την τάξη της πόλεως. Η τραγωδία ήταν –συνεπώς- ο χώρος όπου η δημοκρατία έδινε διέξοδο με ελεγχόμενο τρόπο στην πραγμάτευση επικινδύνων θεμάτων και συγκρούσεων προς όφελός της. Για τον λόγο αυτό φρόντισε να διαθέτει κάποια αναγκαία για την δημοκρατία χαρακτηριστικά όπως: η πάνδημη συμμετοχή, η ενεργός δράση, ο τόπος συγκεντρώσεως, ο προβληματισμός για την πόλη, ο προφορικός λόγος. Μέσω αυτής, η πόλη καλλιεργούσε αυτό που ονομάσθηκε «χαλιναγωγημένη μέθη της εορτής.». Για να είναι αποτελεσματική η επίδραση του θεάτρου η πόλη φρόντισε να να εξασφαλίση την πάνδημη συμμετοχή των πολιτών. Όλος ο λαός ήταν προσκεκλημένος να παρακολουθήσει τις παραστάσεις. Το κράτος επιδοτούσε την παρακολούθηση των παραστάσεων. Την εποχή του Περικλή οι φτωχοί πολίτες, για να διευκολυνθούν να προσέλθουν στις παραστάσεις λάμβαναν ένα μικρό χρηματικό βοήθημα.
Η πάνδημη συμμετοχή ήταν ένα ακόμα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του αττικού θεάτρου. Για να επιτευχθεί αυτό, ήταν σκόπιμο να επιλεγεί προσεκτικά ο χρόνος τελέσεως των παραστάσεων. Δραματικοί αγώνες διεξάγονταν σε δύο εορτές του Διονύσου. Τα Λήναια (τέλη Ιανουαρίου) και τα Μεγάλα Διονύσια (τέλη Μαρτίου). Διαπιστώνουμε ότι ο χρόνος τελέσεως των θεατρικών παραστάσεων –οι οποίες ήταν υπαίθριες- δεν ήταν ο ιδανικότερος από απόψεως καιρικών συνθηκών. Όμως εξυπηρετούσε την πάνδημη συμμετοχή. Κατά τη χειμερινή περίοδο μέχρι την αρχή της Ανοίξεως, οι αγροτικές ασχολίες είναι ελάχιστες, οι πόλεμοι και η ναυσιπλοΐα παύουν. Συνεπώς ο ελεύθερος χρόνος των πολιτών ήταν περισσότερος και μπορούσαν άνετα να συμμετάσχουν τόσο στις προετοιμασίες και δοκιμές των παραστάσεων, όσο και στις ίδιες τις εορτές. Μεταξύ, όμως, των έργων που διδάσκονταν σε καθεμιά από τις εορτές υπήρχε μία διαφορά. Στα Λήναια οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες καθιστούσαν αδύνατη την παρουσία ξένων επισκεπτών. Ο τοπικός χαρακτήρας της εορτής επέτρεπε στους Αθηναίους να επιδοθούν στην αυτοκριτική της κοινωνίας τους απολαμβάνοντας τις κωμωδίες. Στα Μεγάλα Διονύσια, η επανέναρξη της ναυσιπλοΐας επέτρεπε την παρουσία ξένων. Έμποροι, περιηγητές καθώς και οι αντιπρόσωποι των «συμμάχων» οι οποίοι έφερναν την εισφορά, δημιουργούσαν ένα περιβάλλον κατάλληλο για την προβολή του μεγαλείου και του πλούτου των Αθηνών, μέσω των παραστάσεων των τραγωδιών.
Ο προβληματισμός για την πόλη καλλιεργόταν με την επιλογή των καταλλήλων θεμάτων για τις παραστάσεις. Οι τραγωδιογράφοι ήταν πολίτες που απευθύνονταν σε πολίτες. Γι’ αυτό επιζητούσαν να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των τελευταίων με τα θέματα που επέλεγαν.Τα μεγάλα προβλήματα της αθηναϊκής κοινωνίας όπως του πολέμου και της ειρήνης ή της δικαιοσύνης και της φιλοπατρίας κατέχουν σημαντική θέση στην θεματολογία των τραγωδιών.Η τραγωδία καλλιεργούσε ακόμη την ενεργό δράση των πολιτών. Οι άρχοντες και οι πολίτες της αθηναϊκής δημοκρατίας μετέχουν ενεργά στα πολιτικά, νομοθετικά και δικαστικά όργανα της πόλης, αλλά ταυτοχρόνως και στην οργάνωση των δραματικών παραστάσεων με ποικίλους τρόπους.Οι Αθηναίοι πολίτες συμμετέχουν στην Βουλή των Πεντακοσίων και στην Εκκλησία του Δήμου, αλλά ταυτοχρόνως ασκούνται στην αντιπαράθεση των ιδεών την συλλογικότητα, τον διάλογο και την επικοινωνία, μετέχοντας ή παρακολουθώντας τις παραστάσεις του αρχαίου θεάτρου.Οι Αθηναίοι συμμετείχαν στους δραματικούς αγώνες είτε ως θεατές, είτε ως κριτές, είτε ως μέλη του χορού. Ο ποιητής μετείχε στις πολιτικές και ιδεολογικές ζυμώσεις της πόλεως, ήταν ενεργός πολίτης. Η συμμετοχή του στους δραματικούς αγώνες σχετιζόταν άμεσα με την κρατική εξουσία (λόγω της διαδικασίας επιλογής των ποιητών από τους άρχοντες) και με τους πολίτες, οι οποίοι ήταν ταυτοχρόνως και οι θεατές των έργων του.Δεν είναι τυχαίο το ότι για τις παραστάσεις οι Αθηναίοι χρησιμοποούσαν τον όρο «διδασκαλία». Οι παραστάσεις «εδιδάσκοντο», διότι είχαν εκπαιδευτικό χαρακτήρα.
Οι πολίτες εκπαιδεύονταν στην χρήση του προφορικού λόγου, σε ελεγχόμενο χώρο, όπως οι στρατιώτες εκπαιδεύονται για την μάχη στα πεδία των ασκήσεων. Αυτό ήταν σημαντικό, διότι ο προφορικός λόγος την εποχή εκείνη χρησιμοποιείται στην πολιτική, στην ρητορεία, την ποίηση. Γίνεται μέσο ψυχαγωγίας, προβληματισμού και πειθούς. Ο δραματικός λόγος, είναι προφορικός (γράφηκε για να απαγγελθεί) και έτσι συνδέεται με την παράδοση, διότι αφομοιώνει τον επικό, ρητορικό και λυρικό λόγο.Όταν αναφερόμαστε σε «ελεγχόμενο χώρο», τούτο εννοούμε κατά τον τρόπο, όχι κατά τον τόπο, ο οποίος αρχικά δεν ήταν ιδιαίτερος. Η αγορά ήταν ο αρχικός χώρος θεάτρου. Με αυτήν την έννοια του «ελεχόμενου χώρου» το θέατρο λειτουργούσε ως ένα είδος «αλεξικέραυνου» της αθηναϊκής δημοκρατίας. Στον χώρο αυτό η κοινωνία μπορούσε με ασφάλεια να προβληματίζεται πάνω στην πραγματικότητα. Να επανοτοποθετεί το καινούριο στο πλαίσιο του παλαιού, «να κρατά σε εγρήγορση παλιές αμφιβολίες και σκοτεινές πλευρές της πραγματικότητας» και να τις εισαγάγει «με νέα μορφή στον νέο κόσμο».Οι θεατρικοί αγώνες ήταν εντεταγμένοι μέσα στα πλαίσια εορτών που λειτουργούσαν ανακουφιστικά «αίροντας την τάξη και την πειθαρχία της καθημερινότητας και συγχρόνως διευκολύνοντας την περαιτέρω λειτουργία της».Η ελευθεροστομία τόσο της κωμωδία όσο και της τραγωδίας (αν και σε μικρότερο βαθμό), εξυπηρετούσε αυτήν την λειτουργία. Στην κωμωδία μάλιστα, η τάση της επιθετικότητας εξουδετερονόταν μέσα στο γέλιο.Μετά το πέρας των παραστάσεων, στο τέλος των Διονυσίων, διδόταν η ευκαιρία στον δήμο να συζητήσει την πορεία της εορτής και να ακουστούν παράπονα.Και αυτή η διαδικασία λειτουργούσε εκτονωτικά.
Τόση μεγάλη ήταν η επιρροή που έφθασε να ασκεί στην κοινωνία η δραματική ποίηση, ώστε ο Πλάτων στην Πολιτεία του να εισηγείται την εξορία των δραματουργών –όπως και των άλλων ποιητών- από την ιδεώδη πολιτεία του.Ακριβώς, για τον έλεγχο αυτής της ισχύος, και προς αποτροπήν παρεκτροπών, δημιουργήθηκαν οι ελεγχόμενες συνθήκες που θα παρομοιάσουμε με «δίκτυ ασφαλείας».
Πρώτο στοιχείο ελέγχου ήταν ότι οι παραστάσεις ήταν εντεταγμένες μέσα στα πλαίσια θρησκευτικών εορτών. Το θέατρο ήταν για τους αρχαίους ιερός χώρος. Πλησιάζει αρκετά την πραγματικότητα η παρομοίωση της διδασκαλίας των τραγωδιών με την παρακολούθηση «μιας θρησκευτικής τελετής σε έναν κατάμεστο από κόσμο καθεδρικό ναό του μεσαίωνα».
Ένα ακόμη ήταν η επιτηδευμένη έκφραση του λόγου, αλλά και η εμφάνιση των υποκριτών και του χορού των παραστάσεων. Η χρήση προσωπείων και τελείως διαφοροποιημένων από τα καθημερινά ενδυμάτων δημιουργούσε μία απόσταση από την πραγματικότητα που ήταν που απέτρεπε την απ’ ευθείας διασύνδεση των διαδραματιζομένων συγκρούσεων με την καθημερινή πραγματικότητα. Το ίδιο και η μυθική θεματολογία. Οι τραγωδιογράφοι δημιουργούν τους μύθους τους αντλώντας υλικό από την ήδη υπάρχουσα μυθολογική παράδοση.Με αυτόν το τρόπο τα προβλήματα που πραγματεύονταν το εξόριζαν στο μυθικό παρελθόν, προκειμένου να διασφαλισθή το status quo. Αξιοσημείωτη είναι η περίπτωση του έργου Μιλήτου Άλωσις του Φρυνίχου. Είναι μία παρέκκλιση από αυτήν την αρχή. Ο ποιητής αντί να χρησιμοποιήσει μυθολογικό υλικό για την υπόθεση του δράματός του, έλαβε το θέμα του από σύγχρονη ιστορία. Το αποτέλεσμα ήταν να τιμωρηθεί και να απαγορευθεί το έργο του διότι υπενθύμισε στους Αθηναίους «οικεία κακά». Ήταν το πρώτο μέτρο επιβολής λογοκρισίας στην Ιστορία. Δεν θα πρέπει να θεωρηθεί συμπτωματικό το ότι η άνθηση της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας που διήρκεσε συνολικά ογδόντα χρόνια, ταυτίζεται με την περίοδο μιας πολιτικής ανθήσεως της αρχαίας Αθήνας. Αν και η πρώτη τραγωδία εμφανίζεται την εποχή του Πεισιστράτου το 534 π.Χ., η πρώτη που διασώζεται μέχρι σήμερα (επειδή κρίθηκε ως αξιόλογη ήδη από την εποχή εκείνη) είναι η τραγωδία Πέρσαι του Αισχύλου, έργο που τοποθετείται στο 472 π.Χ., δηλαδή λίγα χρόνια μετά την μεγάλη νίκη των Αθηναίων κατά των Περσών (το 480 π.Χ.).Στη συνέχεια η δραματική ποίηση ακμάζει παράλληλα με την δημοκρατία, μέχρι το τέλος του 5ου αιώνος, οπότε «η ζωή της ίδιας της τραγωδίας σταμάτησε την στιγμή ακριβώς που χανόταν το μεγαλείο της Αθήνας».
Επιλογος
Καθώς διαμορφώνονταν οι πολιτειακοί θεσμοί της αθηναϊκής δημοκρατίας, δημιουργήθηκε η ανάγκη για την αποφόρτιση των συνειδησιακών και ιδεολογικών συγκρούσεων που δημιουργούνταν στην κοινωνία από αυτήν την δυναμική. Ο χώρος που γινόταν αυτή η ελεγχόμενη κοινωνική αποφόρτιση ήταν το αττικό θέατρο. Στον χώρο αυτό μπορούσαν και οι ίδιοι οι θεσμοί να υποστούν την αυτοκριτική τους, αλλά πάντοτε με την παρουσία ενός «δικτύου ασφαλείας» που απέτρεπε δυσάρεστες εξελίξεις. Το θέατρο εμφανίζεται στην Αττική ως ένας ιδιότυπος τρόπος λατρείας ενός αγρίου θεού, του Διονύσου. Γι’ αυτό και είχε εξωπραγματικό χαρακτήρα. Οι αρχαίοι τραγωδοί με τους επιτηδευμένους τρόπους εκφράσεως, τις προσωπίδες, τα σκηνικά και τις εντυπωσιακές ενδυμασίες, δημιουργούσαν στους θεατές την εντύπωση ότι τα διαδραματιζόμενα ήταν αληθοφανή μεν, αλλά όχι αληθινά. Η άντληση της θεματολογίας από την μυθολογία τόνιζε ακόμη περισσότερο τον χαρακτήρα του εξωπραγματικού. Ακόμη και το γεγονός ότι όλες αυτές οι δυσάρεστες καταστάσεις, τα δράματα, δια-δραματίζονται εντός των πλαισίων της οικογενείας, ανήκουν δηλαδή στην σφαίρα του ιδιωτικού και όχι του δημοσίου βίου, δημιουργεί το νοητό δίκτυ ασφαλείας ώστε οι όποιες κριτικές να αναπτυχθούν ελεύθερα και να εκτονωθούν δίχως να δημιουργείται έναυσμα για κοινωνικές εκρήξεις. Μέσα στο ασφαλές περιβάλλον που δημιουργούσε αυτή η αποστασιοποίηση, μπορούσε να αναπτυχθεί ο ελεύθερος διάλογος και η κριτική σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής και πολιτικής ζωής της δημοκρατικής Αθήνας. Δεν θα απείχε –λοιπόν- κανείς πολύ από την πραγματικότητα αν χαρακτήριζε το αττικό θέατρο ως το αλεξικέραυνο της αθηναϊκής δημοκρατίας.
Α. Γένεση του Αττικου Θεατρου & Αθηναϊκη Δημοκρατια
Η γέννηση της τραγωδίας λαμβάνει χώρα σε τυραννικό καθεστώς. Όσο και αν αυτό φαίνεται περίεργο για έναν κατ’ εξοχήν δημοκρατικό θεσμό, γίνεται ίσως πιο κατανοητό από το ότι την εποχή του Τυράννου Πεισιστράτου, στην Αθήνα υπήρχε μία ισχυρή λαοπρόβλητη εξουσία που αντιμαχόταν την αριστοκρατία.Ο Πεισίστρατος, κατέλαβε την εξουσία με την βοήθεια του λαού. Αυτός λοιπόν ο λαοπρόβλητος δικτάτωρ, αντί να εορτάζει κατ’ έτος την αναρρίχισή του στην εξουσία με στρατιωτικές παρελάσεις, όπως οι σημερινοί, προτίμησε να εισαγάγει την λατρεία του Διονύσου στην πόλη και να οργανώνει λιτανείες του ξοάνου του θεού αυτού με λαμπαδηφορίες εφήβων αλλά και ποιητικούς αγώνες.Γενικώς, η θρησκευτική πολιτική όλων των Τυράννων (των οποίων η ισχύς «ήτο η αγάπη του λαού»), ήταν υπέρ του λαϊκού αυτού Θεού της ελληνικής υπαίθρου.Ο Πεισίστρατος, λοιπόν, ανέπτυξε την λατρεία του Διονύσου. Έκτισε ναό στο όνομά του στους πρόποδες της Ακροπόλεως και καθιέρωσε προς τιμήν του την εορτή των Άστει Διονυσίων. Αυτή η γιορτή έμελλε να εξελιχθεί σε γιορτή της τραγωδίας.Με την εύστοχη αυτή επινόησή του, πιθανότατα υπέβαλε στους δεισιδαίμονες οφθαλμούς των συμπατριωτών του τον παραλληλισμό του ιδίου με τον Διόνυσο. Όμως, απλώς και μόνον το γεγονός ότι ο Διόνυσος ήταν ο θεός της ελευθερίας, αυτός που αφήνει το λαό να εκφρασθεί ελεύθερα, παρέπεμπε υποσυνειδήτως στον Πεισίστρατο, που έδωσε την δυνατότητα στον λαό να υψώσει το ανάστημά του απέναντι στους ευγενείς.
Τα Μεγάλα Διονύσια, θα μπορούσε να πει κανείς ότι ήταν η εορτή του λαού και η λιτάνευση του ξοάνου, η λαμπαδηδρομία και οι ποιητικοί αγώνες, ήταν κατά κάποιον τρόπο η συμβολική ανανέωση της εμπιστοσύνης του λαού στον ηγέτη του. Γι’ αυτό, η εορτή αυτή, φαίνεται μεν ως θρησκευτική, είχε όμως έντονη πολιτική σημασία. Δεν είναι τυχαίο το ότι μέσα στα πλαίσια της εορτής των Μεγάλων Διονυσίων, γεννιέται το δράμα με πολιτειακή πράξη. Πράγματι, η «ληξιαρχική πράξη γεννήσεως» της τραγωδίας τοποθετείται μεταξύ του 536-533, όταν κυβερνούσε την Αθήνα ο Πεισίστρατος. Τότε ο Θέσπις ανέλαβε για πρώτη φορά (με εντολή της πολιτείας) την παραγωγή μια τραγωδίας για να παρουσιασθεί κατά την εορτή των μεγάλων Διονυσίων.Γι’ αυτόν τον λόγο, αν και οι τραγωδίες διδάσκονταν πάντοτε κατά την διάρκεια θρησκευτικών τελετών, από πολύ νωρίς ο κοινωνικοπολιτικός και ηθικός χαρακτήρας του είδους υπερτερεί του θρησκευτικού.Ο Πεισίστρατος, με αυτήν την έξυπνη πολιτική κίνηση, κατόρθωσε να χαρίσει στην Αθήνα έναν μηχανισμό επιβεβαιώσεως του δικαιώματος του λαού να εκφράζεται και ταυτοχρόνως εξουδετερώσεως των εντάσεων της κοινωνίας.
Ασφαλώς ήταν και οι κοινωνικές συνθήκες ευνοϊκές ώστε να ευδοκιμήσει αυτός ο νέος θεσμός. O Πεισίστρατος φύτευσε, αλλά και το έδαφος ήταν ευνοϊκό, ώστε να δεχθεί τον σπόρο του δράματος και να καρποφορήσει. Η τραγωδία γεννήθηκε με επίσημη απόφαση του αθηναϊκού κράτους. Από εκεί και πέρα η πορεία της είναι ευθέως ανάλογη με αυτήν με την ανάπτυξη της δράσεως του πολίτη. Όσο περισσότερο πρωταγωνιστικό ρόλο λάμβανε ο λαός στην πολιτική ζωή, τόσο μεγαλύτερη άνθηση γνώριζε το θέατρο.Και οι Αθηναίοι δέχθηκαν τον νέο θεσμό με ιδιαίτερη εγκαρδιότητα, ώστε η συμμετοχή τους στα θεατρικά δρώμενα ήταν ένα καθήκον τηρούμενο στην κυριολεξία με θρησκευτική ευλάβεια..
Β. Αθηναϊκη Δημοκρατια & Διαμορφωση Αττικού Θεατρου
Όπως είδαμε, η κοινωνική σύγκρουση λαού – αριστοκρατίας στην αρχαία Αθήνα οδήγησε στην άνοδο του Πεισιστράτου στην εξουσία και στην συνέχεια την υπ’ αυτού, με πολιτειακή πράξη, ανάθεση δημιουργίας της πρώτης τραγωδίας. Η κοινωνική σύγκρουση εξακολούθησε να υπάρχει και η πορεία προς την δημοκρατία έκανε εντονώτερη την αναγκαιότητα να υποστηριχθεί η πλευρά του λαού στην σύγκρουση αυτή και να υφίσταται το θέατρο ως μηχανισμός ελεγχόμενης εκτονώσεως των κοινωνικών εντάσεων. Η Αθήνα το χρειαζόταν, το δημιούργησε, το επιδοτούσε με τον θεσμό των χορηγιών και κατεύθυνε την πορεία του ρυθμίζοντας άνωθεν τις λεπτομέρεις της λειτουργίας του: τον χρόνο τελέσεως των παραστάσεων, την πάνδημη συμμετοχή του λαού σ’ αυτό, την επιλογή των θεμάτων κ.λπ.. Η πόλις αναγνώριζε το μεγάλο μέγεθος της ισχύος του αττικού θεάτρου και για την αποσόβηση επικίνδυνων παρεκτροπών δημιούργησε ένα «δίκτυ ασφαλείας». Η τροχιά της ακμής του αττικού θεάτρου διαγράφεται παράλληλα με αυτήν της δημοκρατίας. Αλλά ας εξετάσουμε τα προηγούμενα αναλυτικώτερα.
Η αθηναϊκή κοινωνία, στην πορεία προς την δημοκρατία βιώνει έντονες αντιθέσεις. Οι πολίτες συνειδητοποιούν την ταυτότητά τους και τις υποχρεώσεις τους. Προκύπτουν προβλήματα και ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν.Τί είναι ο άνθρωπος;Τί είναι δίκαιο; Ως πού φθάνουν τα δικαιώματα της πόλεως; Αυτά και άλλα παρόμοια ερωτήματα αποπειράται να απαντήσει αλλά και αναπαριστά η τραγωδία.Γενικώς πραγματευόταν θέματα που ήταν δύσκολο, ή δεν έπρεπε να συζητηθούν στην Εκκλησία του δήμου και μέσω του μύθου εκφραζόταν κάθε φορά αυτό που απασχολούσε τους πολίτες ως πολίτες.Η ρήξη που δημιουργούσε η δημοκρατία με την θεϊκά οριοθετημένη τάξη, οι ηθικές αναστολές, αμφιβολίες και ανασφάλειες των πολιτών, το δικαίωμα της πόλεως να επεμβαίνει στις ιδιωτικές υποθέσεις των πολιτών, ήταν κάποια από αυτά. Το δράμα συνδέεται έτσι και με το δίκαιο. Καθώς η ισονομία είναι ένα χαρακτηριστικό της Δημοκρατίας, οι έννοιες της δικαιοσύνης απασχολούν την αθηναϊκή κοινωνία. Οι Αθηναίοι πολίτες, άλλωστε μετέχουν στα δικαστικά σώματα που θεσπίζει το δημοκρατικό πολίτευμα. Είναι λοιπόν αναμενόμενο, η δραματική ποίηση να αντλεί υλικό και από αυτόν τον τομέα. Χρησιμοποιεί τεχνικό νομικό λεξιλόγιο και εκφράζει την σύγκρουση της θρησκευτικής παραδόσεως με το δίκαιο της πόλεως. Βέβαια η τραγωδία δεν είναι μία δικαστική διαμάχη. Έχει όμως ως αντικείμενό της τον άνθρωπο που συχνά βιώνει αυτήν την σύγκρουση που προαναφέραμε.
Στην τραγωδία έχουμε τον χορό αφ’ ενός και τον τραγικό ήρωα αφ’ ετέρου. Ο χορός είναι ένα συλλογικό όργανο. Αποτελείται από μία ομάδα πολιτών και είναι ο ανώνυμος εκφραστής των συναισθημάτων και των ανησυχιών των πολιτών-θεατών. Ο τραγικός ήρωας είναι ο επώνυμος εκπρόσωπος του μυθολογικού κόσμου. Διακρίνεται η πολικότητα του μακρινού παρελθόντος της ηρωικής παραδόσεως με την τάξη της πόλεως. Η τραγωδία ήταν –συνεπώς- ο χώρος όπου η δημοκρατία έδινε διέξοδο με ελεγχόμενο τρόπο στην πραγμάτευση επικινδύνων θεμάτων και συγκρούσεων προς όφελός της. Για τον λόγο αυτό φρόντισε να διαθέτει κάποια αναγκαία για την δημοκρατία χαρακτηριστικά όπως: η πάνδημη συμμετοχή, η ενεργός δράση, ο τόπος συγκεντρώσεως, ο προβληματισμός για την πόλη, ο προφορικός λόγος. Μέσω αυτής, η πόλη καλλιεργούσε αυτό που ονομάσθηκε «χαλιναγωγημένη μέθη της εορτής.». Για να είναι αποτελεσματική η επίδραση του θεάτρου η πόλη φρόντισε να να εξασφαλίση την πάνδημη συμμετοχή των πολιτών. Όλος ο λαός ήταν προσκεκλημένος να παρακολουθήσει τις παραστάσεις. Το κράτος επιδοτούσε την παρακολούθηση των παραστάσεων. Την εποχή του Περικλή οι φτωχοί πολίτες, για να διευκολυνθούν να προσέλθουν στις παραστάσεις λάμβαναν ένα μικρό χρηματικό βοήθημα.
Η πάνδημη συμμετοχή ήταν ένα ακόμα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του αττικού θεάτρου. Για να επιτευχθεί αυτό, ήταν σκόπιμο να επιλεγεί προσεκτικά ο χρόνος τελέσεως των παραστάσεων. Δραματικοί αγώνες διεξάγονταν σε δύο εορτές του Διονύσου. Τα Λήναια (τέλη Ιανουαρίου) και τα Μεγάλα Διονύσια (τέλη Μαρτίου). Διαπιστώνουμε ότι ο χρόνος τελέσεως των θεατρικών παραστάσεων –οι οποίες ήταν υπαίθριες- δεν ήταν ο ιδανικότερος από απόψεως καιρικών συνθηκών. Όμως εξυπηρετούσε την πάνδημη συμμετοχή. Κατά τη χειμερινή περίοδο μέχρι την αρχή της Ανοίξεως, οι αγροτικές ασχολίες είναι ελάχιστες, οι πόλεμοι και η ναυσιπλοΐα παύουν. Συνεπώς ο ελεύθερος χρόνος των πολιτών ήταν περισσότερος και μπορούσαν άνετα να συμμετάσχουν τόσο στις προετοιμασίες και δοκιμές των παραστάσεων, όσο και στις ίδιες τις εορτές. Μεταξύ, όμως, των έργων που διδάσκονταν σε καθεμιά από τις εορτές υπήρχε μία διαφορά. Στα Λήναια οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες καθιστούσαν αδύνατη την παρουσία ξένων επισκεπτών. Ο τοπικός χαρακτήρας της εορτής επέτρεπε στους Αθηναίους να επιδοθούν στην αυτοκριτική της κοινωνίας τους απολαμβάνοντας τις κωμωδίες. Στα Μεγάλα Διονύσια, η επανέναρξη της ναυσιπλοΐας επέτρεπε την παρουσία ξένων. Έμποροι, περιηγητές καθώς και οι αντιπρόσωποι των «συμμάχων» οι οποίοι έφερναν την εισφορά, δημιουργούσαν ένα περιβάλλον κατάλληλο για την προβολή του μεγαλείου και του πλούτου των Αθηνών, μέσω των παραστάσεων των τραγωδιών.
Ο προβληματισμός για την πόλη καλλιεργόταν με την επιλογή των καταλλήλων θεμάτων για τις παραστάσεις. Οι τραγωδιογράφοι ήταν πολίτες που απευθύνονταν σε πολίτες. Γι’ αυτό επιζητούσαν να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των τελευταίων με τα θέματα που επέλεγαν.Τα μεγάλα προβλήματα της αθηναϊκής κοινωνίας όπως του πολέμου και της ειρήνης ή της δικαιοσύνης και της φιλοπατρίας κατέχουν σημαντική θέση στην θεματολογία των τραγωδιών.Η τραγωδία καλλιεργούσε ακόμη την ενεργό δράση των πολιτών. Οι άρχοντες και οι πολίτες της αθηναϊκής δημοκρατίας μετέχουν ενεργά στα πολιτικά, νομοθετικά και δικαστικά όργανα της πόλης, αλλά ταυτοχρόνως και στην οργάνωση των δραματικών παραστάσεων με ποικίλους τρόπους.Οι Αθηναίοι πολίτες συμμετέχουν στην Βουλή των Πεντακοσίων και στην Εκκλησία του Δήμου, αλλά ταυτοχρόνως ασκούνται στην αντιπαράθεση των ιδεών την συλλογικότητα, τον διάλογο και την επικοινωνία, μετέχοντας ή παρακολουθώντας τις παραστάσεις του αρχαίου θεάτρου.Οι Αθηναίοι συμμετείχαν στους δραματικούς αγώνες είτε ως θεατές, είτε ως κριτές, είτε ως μέλη του χορού. Ο ποιητής μετείχε στις πολιτικές και ιδεολογικές ζυμώσεις της πόλεως, ήταν ενεργός πολίτης. Η συμμετοχή του στους δραματικούς αγώνες σχετιζόταν άμεσα με την κρατική εξουσία (λόγω της διαδικασίας επιλογής των ποιητών από τους άρχοντες) και με τους πολίτες, οι οποίοι ήταν ταυτοχρόνως και οι θεατές των έργων του.Δεν είναι τυχαίο το ότι για τις παραστάσεις οι Αθηναίοι χρησιμοποούσαν τον όρο «διδασκαλία». Οι παραστάσεις «εδιδάσκοντο», διότι είχαν εκπαιδευτικό χαρακτήρα.
Οι πολίτες εκπαιδεύονταν στην χρήση του προφορικού λόγου, σε ελεγχόμενο χώρο, όπως οι στρατιώτες εκπαιδεύονται για την μάχη στα πεδία των ασκήσεων. Αυτό ήταν σημαντικό, διότι ο προφορικός λόγος την εποχή εκείνη χρησιμοποιείται στην πολιτική, στην ρητορεία, την ποίηση. Γίνεται μέσο ψυχαγωγίας, προβληματισμού και πειθούς. Ο δραματικός λόγος, είναι προφορικός (γράφηκε για να απαγγελθεί) και έτσι συνδέεται με την παράδοση, διότι αφομοιώνει τον επικό, ρητορικό και λυρικό λόγο.Όταν αναφερόμαστε σε «ελεγχόμενο χώρο», τούτο εννοούμε κατά τον τρόπο, όχι κατά τον τόπο, ο οποίος αρχικά δεν ήταν ιδιαίτερος. Η αγορά ήταν ο αρχικός χώρος θεάτρου. Με αυτήν την έννοια του «ελεχόμενου χώρου» το θέατρο λειτουργούσε ως ένα είδος «αλεξικέραυνου» της αθηναϊκής δημοκρατίας. Στον χώρο αυτό η κοινωνία μπορούσε με ασφάλεια να προβληματίζεται πάνω στην πραγματικότητα. Να επανοτοποθετεί το καινούριο στο πλαίσιο του παλαιού, «να κρατά σε εγρήγορση παλιές αμφιβολίες και σκοτεινές πλευρές της πραγματικότητας» και να τις εισαγάγει «με νέα μορφή στον νέο κόσμο».Οι θεατρικοί αγώνες ήταν εντεταγμένοι μέσα στα πλαίσια εορτών που λειτουργούσαν ανακουφιστικά «αίροντας την τάξη και την πειθαρχία της καθημερινότητας και συγχρόνως διευκολύνοντας την περαιτέρω λειτουργία της».Η ελευθεροστομία τόσο της κωμωδία όσο και της τραγωδίας (αν και σε μικρότερο βαθμό), εξυπηρετούσε αυτήν την λειτουργία. Στην κωμωδία μάλιστα, η τάση της επιθετικότητας εξουδετερονόταν μέσα στο γέλιο.Μετά το πέρας των παραστάσεων, στο τέλος των Διονυσίων, διδόταν η ευκαιρία στον δήμο να συζητήσει την πορεία της εορτής και να ακουστούν παράπονα.Και αυτή η διαδικασία λειτουργούσε εκτονωτικά.
Τόση μεγάλη ήταν η επιρροή που έφθασε να ασκεί στην κοινωνία η δραματική ποίηση, ώστε ο Πλάτων στην Πολιτεία του να εισηγείται την εξορία των δραματουργών –όπως και των άλλων ποιητών- από την ιδεώδη πολιτεία του.Ακριβώς, για τον έλεγχο αυτής της ισχύος, και προς αποτροπήν παρεκτροπών, δημιουργήθηκαν οι ελεγχόμενες συνθήκες που θα παρομοιάσουμε με «δίκτυ ασφαλείας».
Πρώτο στοιχείο ελέγχου ήταν ότι οι παραστάσεις ήταν εντεταγμένες μέσα στα πλαίσια θρησκευτικών εορτών. Το θέατρο ήταν για τους αρχαίους ιερός χώρος. Πλησιάζει αρκετά την πραγματικότητα η παρομοίωση της διδασκαλίας των τραγωδιών με την παρακολούθηση «μιας θρησκευτικής τελετής σε έναν κατάμεστο από κόσμο καθεδρικό ναό του μεσαίωνα».
Ένα ακόμη ήταν η επιτηδευμένη έκφραση του λόγου, αλλά και η εμφάνιση των υποκριτών και του χορού των παραστάσεων. Η χρήση προσωπείων και τελείως διαφοροποιημένων από τα καθημερινά ενδυμάτων δημιουργούσε μία απόσταση από την πραγματικότητα που ήταν που απέτρεπε την απ’ ευθείας διασύνδεση των διαδραματιζομένων συγκρούσεων με την καθημερινή πραγματικότητα. Το ίδιο και η μυθική θεματολογία. Οι τραγωδιογράφοι δημιουργούν τους μύθους τους αντλώντας υλικό από την ήδη υπάρχουσα μυθολογική παράδοση.Με αυτόν το τρόπο τα προβλήματα που πραγματεύονταν το εξόριζαν στο μυθικό παρελθόν, προκειμένου να διασφαλισθή το status quo. Αξιοσημείωτη είναι η περίπτωση του έργου Μιλήτου Άλωσις του Φρυνίχου. Είναι μία παρέκκλιση από αυτήν την αρχή. Ο ποιητής αντί να χρησιμοποιήσει μυθολογικό υλικό για την υπόθεση του δράματός του, έλαβε το θέμα του από σύγχρονη ιστορία. Το αποτέλεσμα ήταν να τιμωρηθεί και να απαγορευθεί το έργο του διότι υπενθύμισε στους Αθηναίους «οικεία κακά». Ήταν το πρώτο μέτρο επιβολής λογοκρισίας στην Ιστορία. Δεν θα πρέπει να θεωρηθεί συμπτωματικό το ότι η άνθηση της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας που διήρκεσε συνολικά ογδόντα χρόνια, ταυτίζεται με την περίοδο μιας πολιτικής ανθήσεως της αρχαίας Αθήνας. Αν και η πρώτη τραγωδία εμφανίζεται την εποχή του Πεισιστράτου το 534 π.Χ., η πρώτη που διασώζεται μέχρι σήμερα (επειδή κρίθηκε ως αξιόλογη ήδη από την εποχή εκείνη) είναι η τραγωδία Πέρσαι του Αισχύλου, έργο που τοποθετείται στο 472 π.Χ., δηλαδή λίγα χρόνια μετά την μεγάλη νίκη των Αθηναίων κατά των Περσών (το 480 π.Χ.).Στη συνέχεια η δραματική ποίηση ακμάζει παράλληλα με την δημοκρατία, μέχρι το τέλος του 5ου αιώνος, οπότε «η ζωή της ίδιας της τραγωδίας σταμάτησε την στιγμή ακριβώς που χανόταν το μεγαλείο της Αθήνας».
Επιλογος
Καθώς διαμορφώνονταν οι πολιτειακοί θεσμοί της αθηναϊκής δημοκρατίας, δημιουργήθηκε η ανάγκη για την αποφόρτιση των συνειδησιακών και ιδεολογικών συγκρούσεων που δημιουργούνταν στην κοινωνία από αυτήν την δυναμική. Ο χώρος που γινόταν αυτή η ελεγχόμενη κοινωνική αποφόρτιση ήταν το αττικό θέατρο. Στον χώρο αυτό μπορούσαν και οι ίδιοι οι θεσμοί να υποστούν την αυτοκριτική τους, αλλά πάντοτε με την παρουσία ενός «δικτύου ασφαλείας» που απέτρεπε δυσάρεστες εξελίξεις. Το θέατρο εμφανίζεται στην Αττική ως ένας ιδιότυπος τρόπος λατρείας ενός αγρίου θεού, του Διονύσου. Γι’ αυτό και είχε εξωπραγματικό χαρακτήρα. Οι αρχαίοι τραγωδοί με τους επιτηδευμένους τρόπους εκφράσεως, τις προσωπίδες, τα σκηνικά και τις εντυπωσιακές ενδυμασίες, δημιουργούσαν στους θεατές την εντύπωση ότι τα διαδραματιζόμενα ήταν αληθοφανή μεν, αλλά όχι αληθινά. Η άντληση της θεματολογίας από την μυθολογία τόνιζε ακόμη περισσότερο τον χαρακτήρα του εξωπραγματικού. Ακόμη και το γεγονός ότι όλες αυτές οι δυσάρεστες καταστάσεις, τα δράματα, δια-δραματίζονται εντός των πλαισίων της οικογενείας, ανήκουν δηλαδή στην σφαίρα του ιδιωτικού και όχι του δημοσίου βίου, δημιουργεί το νοητό δίκτυ ασφαλείας ώστε οι όποιες κριτικές να αναπτυχθούν ελεύθερα και να εκτονωθούν δίχως να δημιουργείται έναυσμα για κοινωνικές εκρήξεις. Μέσα στο ασφαλές περιβάλλον που δημιουργούσε αυτή η αποστασιοποίηση, μπορούσε να αναπτυχθεί ο ελεύθερος διάλογος και η κριτική σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής και πολιτικής ζωής της δημοκρατικής Αθήνας. Δεν θα απείχε –λοιπόν- κανείς πολύ από την πραγματικότητα αν χαρακτήριζε το αττικό θέατρο ως το αλεξικέραυνο της αθηναϊκής δημοκρατίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου