Ένα ντεκόρ φρίκης όλα γύρω μου τώρα που με κλείνει όλο και πιο πολύ σαν ατσάλινη γροθιά… Ολοένα η απόγνωση και το μίσος ανεβαίνουν, αίμα πηχτό στο λαιμό μου. Πού πήγε η ζωή μας; Πού χάθηκε; Σε ποιών καταραμένων ποιητών τους στίχους κρύφτηκε φοβισμένη; Πέστε μου, πού κρύφτηκε λησμονημένη…
Μέσα σ’ ένα μέλλον που είναι γεμάτο συννεφιές εγώ μεσ’ στη νυχτιά το παραθύρι ανοίγω… Εκεί, στην αιώνια γειτονιά τις ψιθυριστές κουβέντες των απέναντι συνοδοιπόρων μου στη ζωή. Κουβεντολόι κάτω από έναν απογυμνωμένο και σκονισμένο λαμπτήρα, να ρίχνει το αρρωστημένο φως του λες και θέλει, έστω για λίγο, να φωτίσει τα όνειρά τους… Άραγε τα δικά μου όνειρα ποιος θα τα φωταγωγήσει; Και κοιτώντας ψηλά στον ουρανό μετρώ και ξαναμετρώ τα χαμένα ιδανικά μου, την ώρα που ένα αστέρι αυτοκτονεί, κρεμασμένο από τα μαύρα πέπλα της νύχτας που βρόγχος έγιναν και το έπνιξαν… Το ξέρω. Κι εσύ το ξέρεις… Μην παραμυθιάζεσαι λοιπόν… Ένα μεγάλο ψέμα είναι η κόλαση! Εδώ κάτω ζωντανοί όρθιοι σαν δένδρα γυμνά τη ζούμε, σε σιδηροδέσμιες μέρες αιχμάλωτοι είμαστε και οι νύχτες μας Ερινύες που εισβάλουν φασιστικά στον ύπνο μας. Γι’ αυτό σου λέω, έλα να σπάσουμε το καγκελόφραχτο παραπέτασμα που φτιάξαμε οι δόλιοι στη ζωή μας… Εγώ, εσύ, οι γύρω μας, όλοι μαζί ενωμένοι, μαζί να βρούμε την επίγεια Εδέμ! Έτσι:
Άσε με να ακροβατώ στους γκρεμούς του κορμιού σου, αυτούς που λάγνα με παρασέρνουν στα λάθρα μονοπάτια όλων των ηδονικών επιθυμιών. Κι αν τσακιστώ στις κοφτερές αιχμές ενός λανθάνοντος σφάλματος, ξέρω πως σ’ ένα φιλί σου ανάσταση ψυχής εκεί θα βρω!
Μέσα σ’ ένα μέλλον που είναι γεμάτο συννεφιές εγώ μεσ’ στη νυχτιά το παραθύρι ανοίγω… Εκεί, στην αιώνια γειτονιά τις ψιθυριστές κουβέντες των απέναντι συνοδοιπόρων μου στη ζωή. Κουβεντολόι κάτω από έναν απογυμνωμένο και σκονισμένο λαμπτήρα, να ρίχνει το αρρωστημένο φως του λες και θέλει, έστω για λίγο, να φωτίσει τα όνειρά τους… Άραγε τα δικά μου όνειρα ποιος θα τα φωταγωγήσει; Και κοιτώντας ψηλά στον ουρανό μετρώ και ξαναμετρώ τα χαμένα ιδανικά μου, την ώρα που ένα αστέρι αυτοκτονεί, κρεμασμένο από τα μαύρα πέπλα της νύχτας που βρόγχος έγιναν και το έπνιξαν… Το ξέρω. Κι εσύ το ξέρεις… Μην παραμυθιάζεσαι λοιπόν… Ένα μεγάλο ψέμα είναι η κόλαση! Εδώ κάτω ζωντανοί όρθιοι σαν δένδρα γυμνά τη ζούμε, σε σιδηροδέσμιες μέρες αιχμάλωτοι είμαστε και οι νύχτες μας Ερινύες που εισβάλουν φασιστικά στον ύπνο μας. Γι’ αυτό σου λέω, έλα να σπάσουμε το καγκελόφραχτο παραπέτασμα που φτιάξαμε οι δόλιοι στη ζωή μας… Εγώ, εσύ, οι γύρω μας, όλοι μαζί ενωμένοι, μαζί να βρούμε την επίγεια Εδέμ! Έτσι:
Άσε με να ακροβατώ στους γκρεμούς του κορμιού σου, αυτούς που λάγνα με παρασέρνουν στα λάθρα μονοπάτια όλων των ηδονικών επιθυμιών. Κι αν τσακιστώ στις κοφτερές αιχμές ενός λανθάνοντος σφάλματος, ξέρω πως σ’ ένα φιλί σου ανάσταση ψυχής εκεί θα βρω!
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου