Όταν συναντιούνται δύο άνθρωποι που αισθάνονται μοναξιά βλέπουν πάντοτε ο ένας τον άλλον. Όταν είναι μαζί δυο άνθρωποι που έχουν γνωρίσει τη μοναχικότητα, βλέπουν κάτι ανώτερο και από τους δύο.
Πάντοτε δίνω αυτό το παράδειγμα: Δυο συνηθισμένοι εραστές που αισθάνονται και οι δύο μοναξιά, κοιτάζουν πάντοτε ο ένας τον άλλον.
Δυο άνθρωποι που αγαπιούνται πραγματικά, κοιτάζουν το φεγγάρι, δεν κοιτάζει ο ένας τον άλλον. Άλλοτε θα ακούνε μαζί μουσική του Μότσαρτ ή του Μπετόβεν ή του Βάγκνερ. Άλλοτε θα κάθονται δίπλα από ένα δέντρο και θα απολαμβάνουν την τρομερή οντότητα του δέντρου που τους αγκαλιάζει. Άλλοτε μπορεί να κάθονται δίπλα από έναν καταρράκτη και να ακούν την άγρια μουσική που δημιουργείται εκεί συνεχώς. Άλλοτε θα κοιτάζουν και οι δύο τον ωκεανό, το μακρύτερο σημείο που μπορούν να δουν τα μάτια.
Όποτε συναντιούνται δυο άνθρωποι που αισθάνονται μοναξιά, ο ένας κοιτάζει τον άλλον επειδή ψάχνουν συνέχεια τρόπους για να εκμεταλλευτούν ο ένας τον άλλον – πώς να χρησιμοποιήσουν ο ένας τον άλλον, πώς να είναι ευτυχισμένοι μέσα από τον άλλον. Δύο άνθρωποι όμως που είναι βαθιά ικανοποιημένοι με τον εαυτό τους δεν προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν ο ένας τον άλλον. Αντίθετα, γίνονται συνταξιδιώτες. Προχωρούν σε ένα ιερό προσκύνημα. Το κοινό τους ενδιαφέρον τους ενώνει.
Συνήθως, το κοινό ενδιαφέρον είναι το σεξ. Το σεξ μπορεί να ενώσει δυο ανθρώπους στιγμιαία, ευκαιριακά και πολύ επιφανειακά. Οι άνθρωποι που αγαπιούνται πραγματικά έχουν ένα μεγαλύτερο ενδιαφέρον.
Δεν είναι ότι δεν θα υπάρχει σεξ. Μπορεί και να υπάρχει, σαν μέρος όμως μιας ανώτερης αρμονίας. Ακούγοντας τη μουσική του Μότσαρτ ή του Μπετόβεν, μπορεί να έρθουν πιο κοντά από τους συνηθισμένους εραστές που τους συνδέει μόνο το σεξ.
Κι όταν η αγάπη συμβαίνει από μόνη της, όταν συμβαίνει σαν μέρος μιας ανώτερης αρμονίας, έχει μια εντελώς διαφορετική ποιότητα μέσα της. Είναι θεϊκή, δεν είναι πια ανθρώπινη.
Η λέξη ευτυχία προέρχεται από τη λέξη τύχη. Η λέξη τυχαίο έρχεται επίσης από την ίδια ρίζα. Ευτυχία είναι εκείνο το καλό που τυχαίνει. Δεν μπορείς να την παράγεις εσύ, δεν μπορείς να την αναγκάσεις να συμβεί, δεν μπορείς να την πιέσεις. Το περισσότερο που μπορείς είναι να είσαι διαθέσιμος σ’ εκείνη. Ότι τύχει, έτυχε.
Δύο άνθρωποι που αγαπιούνται πραγματικά είναι πάντοτε διαθέσιμοι, αλλά ποτέ δεν το σκέφτονται. Ποτέ δεν κάνουν προσπάθειες για να βρουν την ευτυχία. Έτσι δεν είναι ποτέ απογοητευμένοι, επειδή ό,τι τύχει, έτυχε. Εκείνοι δημιουργούν την περίσταση.
Για την ακρίβεια, όταν είσαι ευτυχισμένος με τον εαυτό σου, εσύ είσαι ήδη η περίσταση και αν ο άλλος είναι επίσης ευτυχισμένος με τον εαυτό του, τότε είναι κι εκείνος η περίσταση. Όταν εκείνες οι δύο περιστάσεις έλθουν κοντά η μία με την άλλη, δημιουργείται μια μεγαλύτερη περίσταση. Μέσα σ’ εκείνη τη μεγαλύτερη περίσταση, πολλά τυχαίνουν χωρίς να κάνουν τίποτα.
Ο άνθρωπος τελικά δεν χρειάζεται να κάνει τίποτα για να είναι ευτυχισμένος. Ο άνθρωπος χρειάζεται απλώς να ρέει και να αφήνεται.
Πάντοτε δίνω αυτό το παράδειγμα: Δυο συνηθισμένοι εραστές που αισθάνονται και οι δύο μοναξιά, κοιτάζουν πάντοτε ο ένας τον άλλον.
Δυο άνθρωποι που αγαπιούνται πραγματικά, κοιτάζουν το φεγγάρι, δεν κοιτάζει ο ένας τον άλλον. Άλλοτε θα ακούνε μαζί μουσική του Μότσαρτ ή του Μπετόβεν ή του Βάγκνερ. Άλλοτε θα κάθονται δίπλα από ένα δέντρο και θα απολαμβάνουν την τρομερή οντότητα του δέντρου που τους αγκαλιάζει. Άλλοτε μπορεί να κάθονται δίπλα από έναν καταρράκτη και να ακούν την άγρια μουσική που δημιουργείται εκεί συνεχώς. Άλλοτε θα κοιτάζουν και οι δύο τον ωκεανό, το μακρύτερο σημείο που μπορούν να δουν τα μάτια.
Όποτε συναντιούνται δυο άνθρωποι που αισθάνονται μοναξιά, ο ένας κοιτάζει τον άλλον επειδή ψάχνουν συνέχεια τρόπους για να εκμεταλλευτούν ο ένας τον άλλον – πώς να χρησιμοποιήσουν ο ένας τον άλλον, πώς να είναι ευτυχισμένοι μέσα από τον άλλον. Δύο άνθρωποι όμως που είναι βαθιά ικανοποιημένοι με τον εαυτό τους δεν προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν ο ένας τον άλλον. Αντίθετα, γίνονται συνταξιδιώτες. Προχωρούν σε ένα ιερό προσκύνημα. Το κοινό τους ενδιαφέρον τους ενώνει.
Συνήθως, το κοινό ενδιαφέρον είναι το σεξ. Το σεξ μπορεί να ενώσει δυο ανθρώπους στιγμιαία, ευκαιριακά και πολύ επιφανειακά. Οι άνθρωποι που αγαπιούνται πραγματικά έχουν ένα μεγαλύτερο ενδιαφέρον.
Δεν είναι ότι δεν θα υπάρχει σεξ. Μπορεί και να υπάρχει, σαν μέρος όμως μιας ανώτερης αρμονίας. Ακούγοντας τη μουσική του Μότσαρτ ή του Μπετόβεν, μπορεί να έρθουν πιο κοντά από τους συνηθισμένους εραστές που τους συνδέει μόνο το σεξ.
Κι όταν η αγάπη συμβαίνει από μόνη της, όταν συμβαίνει σαν μέρος μιας ανώτερης αρμονίας, έχει μια εντελώς διαφορετική ποιότητα μέσα της. Είναι θεϊκή, δεν είναι πια ανθρώπινη.
Η λέξη ευτυχία προέρχεται από τη λέξη τύχη. Η λέξη τυχαίο έρχεται επίσης από την ίδια ρίζα. Ευτυχία είναι εκείνο το καλό που τυχαίνει. Δεν μπορείς να την παράγεις εσύ, δεν μπορείς να την αναγκάσεις να συμβεί, δεν μπορείς να την πιέσεις. Το περισσότερο που μπορείς είναι να είσαι διαθέσιμος σ’ εκείνη. Ότι τύχει, έτυχε.
Δύο άνθρωποι που αγαπιούνται πραγματικά είναι πάντοτε διαθέσιμοι, αλλά ποτέ δεν το σκέφτονται. Ποτέ δεν κάνουν προσπάθειες για να βρουν την ευτυχία. Έτσι δεν είναι ποτέ απογοητευμένοι, επειδή ό,τι τύχει, έτυχε. Εκείνοι δημιουργούν την περίσταση.
Για την ακρίβεια, όταν είσαι ευτυχισμένος με τον εαυτό σου, εσύ είσαι ήδη η περίσταση και αν ο άλλος είναι επίσης ευτυχισμένος με τον εαυτό του, τότε είναι κι εκείνος η περίσταση. Όταν εκείνες οι δύο περιστάσεις έλθουν κοντά η μία με την άλλη, δημιουργείται μια μεγαλύτερη περίσταση. Μέσα σ’ εκείνη τη μεγαλύτερη περίσταση, πολλά τυχαίνουν χωρίς να κάνουν τίποτα.
Ο άνθρωπος τελικά δεν χρειάζεται να κάνει τίποτα για να είναι ευτυχισμένος. Ο άνθρωπος χρειάζεται απλώς να ρέει και να αφήνεται.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου