![]() |
| Giorgio de Chirico Έκτορας και Ανδρομάχη. |
Μερικές φορές σκέφτομαι πόσο τυχερός είμαι που σπούδασα φιλοσοφία. Σκέφτομαι όλα τα μικρά προβλήματα της καθημερινής ζωής, τα οποία μπορώ να αντιμετωπίσω χάρη σε αυτήν. Ένα από αυτά είναι και η αποξένωση και ο επικείμενος χωρισμός με ένα άτομο που αγαπάς. Αλλά όταν αυτό το άτομο γίνεται ολοένα και πιο απόμακρο, βγαίνει με παρέες, δε θέλει πια τα χάδια σου και αναφέρεται σε εσένα με το όνομα του πρώην της, δε μπορείς παρά να αναρωτηθείς Σημαίνω κάτι για αυτό το άτομο; Είμαι απλώς ένας τρόπος για να περνάει την ώρα του; Αλλά τέλος στη αγωνία και την ψυχική οδύνη βάζει η φιλοσοφία.
Μερικές φορές, ανοίγω ένα βιβλίο του Σαρτρ ή του Καμύ και νιώθω σαν να κρατάω στα χέρια μου μια πυξίδα. Όχι γιατί μου δίνει τις απαντήσεις, αλλά γιατί με βοηθά να συνειδητοποιήσω πως και η απουσία απαντήσεων είναι μέρος της ανθρώπινης εμπειρίας. Δεν είναι υποχρεωμένος ο άλλος να με αγαπά όπως εγώ· και δεν είμαι υποχρεωμένος να μείνω κάπου που δεν με βλέπουν πια. Η φιλοσοφία δεν μου λέει «μείνε» ή «φύγε», αλλά μου θυμίζει ότι έχω ελευθερία. Κι αυτή η σκέψη με κάνει λίγο πιο δυνατό.
Μέσα από τα μαθήματα για την ύπαρξη, το είναι και το μηδέν, μαθαίνω να βλέπω πιο καθαρά τις αντιφάσεις των ανθρώπινων σχέσεων. Ο άλλος μπορεί να με πληγώνει και ταυτόχρονα να μη θέλει να με χάσει. Μπορεί να φέρεται ψυχρά αλλά να φοβάται και ο ίδιος τον αποχωρισμό. Κι εγώ, αντί να χάνω τον εαυτό μου μέσα σε μηνύματα που δεν απαντιούνται ή βλέμματα που δεν συναντούν το δικό μου, σταματώ, αναπνέω και σκέφτομαι: δεν χρειάζεται να ερμηνεύω τα πάντα. Δεν χρειάζεται να βρω νόημα σε κάτι που ίσως είναι απλώς ένα τέλος.
Η φιλοσοφία με διδάσκει και την αποδοχή. Την αποδοχή ότι οι άνθρωποι δεν είναι πάντα συνεπείς, ούτε απέναντι στον εαυτό τους. Ότι το δικό μου βάσανο μπορεί για τον άλλο να είναι απλώς μια φάση ή κάτι που δε θέλει να συζητήσει. Κι εκεί, μέσα στη μοναξιά της κατανόησης, γεννιέται η πιο αληθινή συμπόνια: αυτή που δεν περιμένει ανταπόδοση, που απλώς αναγνωρίζει τον άλλον ως άνθρωπο με τα δικά του αδιέξοδα.
Και στο τέλος, όταν σβήσουν όλα τα μηνύματα και παγώσει κάθε προσδοκία, μένω εγώ με τον εαυτό μου. Αλλά όχι πια ως θύμα, ούτε ως χαμένος. Ως κάποια που στοχάστηκε τη θλίψη της και την έντυσε με νόημα. Που διάλεξε να πονέσει συνειδητά και όχι παθητικά. Που, χάρη στη φιλοσοφία, δεν βλέπει πια τον χωρισμό σαν ήττα, αλλά σαν μία ακόμη εμπειρία στο δρόμο της προσωπικής της ελευθερίας.
Και τι έγινε αν κάποιος δε θέλει πια τα φιλιά σου; Πρέπει από ένα σημείο και μετά να δεις την έλεγε η φιλοσοφία για το συγκεκριμένο ζήτημα. Δε πρέπει να εμπιστεύεσαι κάποιον επειδή σε κάνει να νιώθεις κάποιες φορές ωραία με τα αγγίγματα της, όπως λέει και ο Πλατωνας, δε πρέπει να εμπιστεύεσαι τον κόσμο των αισθήσεων. Η αίσθηση και η εντύπωση ευτυχίας δεν συνάδουν συνήθως με την πραγματική. Την ευτυχία δε θα την βρεις στο πρόσωπο κανενός, πέρα από το δικό σου. Εάν λοιπόν αγαπήσεις τον εαυτό σου και δεις ποιος πραγματικά είσαι δε πρόκειται να φέρνεις άτομα στην ζωή σου, που να την κάνουν χειρότερη απο ότι είναι.
Η φιλοσοφία με βοηθά να αναγνωρίζω τη διαφορά ανάμεσα στην επιθυμία και στην ανάγκη. Όταν η φίλη μου βγαίνει μαζί μου όχι επειδή το θέλει πραγματικά, αλλά απλώς για να μην βαριέται, δεν με πληγώνει μόνο η αλήθεια της κατάστασης—με πληγώνει και το ότι εγώ για λίγο πίστεψα πως αυτό ήταν αγάπη. Ο Σπινόζα λέει πως η ελευθερία είναι η κατανόηση της αναγκαιότητας· κι εγώ καταλαβαίνω πως δεν μπορώ να υποχρεώσω κανέναν να με θέλει. Αυτό που μπορώ, όμως, είναι να δω καθαρά, να μην κλείνω τα μάτια σε ό,τι με μειώνει και να διαλέξω, με επίγνωση, να μη γίνω το αντίδοτο στη βαρεμάρα κανενός.
Ακόμη καταλαβαίνω και την δική μου επιθυμία και ανάγκη. Πραγματικά θέλω ένα άτομο το οποίο βάζει στην κυριολεξία τον καθένα πάνω από εμένα να είναι στη ζωή του μόνο και μόνο για να κοκορεύομαι στις ελεύθερες φίλες μου ότι έχω φίλη. Τότε γιατί παραπονιέμαι; Γιατί ενώ έχει υλοποιηθεί ο επιφανειακός στόχος, ο πραγματικός στόχος, η ανάγκη όπως λέγεται παραμένει ανικανοποίητος. Η ανάγκη μου λοιπόν είναι η πραγματική αγάπη και μέχρι στιγμές βλέπω μόνο υποκατάστατα. Για αυτό στη κάθε στραβή απογοητεύομαι. Ξέρω ότι έχω ακόμη δρόμο μπροστά μου πριν βγω από το σπήλαιο. Ξέρω ότι όταν βρεθεί αυτή η αγάπη θα κάνω σαν τον δεσμώτη που είδε για πρώτη φορά το φως του ήλιου. Μπορεί να με φοβίσει, μα όταν συνηθίσω, δε θα την αφήσω ποτέ.
Η φιλοσοφία με διδάσκει και την αποδοχή. Την αποδοχή ότι οι άνθρωποι δεν είναι πάντα συνεπείς, ούτε απέναντι στον εαυτό τους. Ότι το δικό μου βάσανο μπορεί για τον άλλο να είναι απλώς μια φάση ή κάτι που δε θέλει να συζητήσει. Κι εκεί, μέσα στη μοναξιά της κατανόησης, γεννιέται η πιο αληθινή συμπόνια: αυτή που δεν περιμένει ανταπόδοση, που απλώς αναγνωρίζει τον άλλον ως άνθρωπο με τα δικά του αδιέξοδα.
Και στο τέλος, όταν σβήσουν όλα τα μηνύματα και παγώσει κάθε προσδοκία, μένω εγώ με τον εαυτό μου. Αλλά όχι πια ως θύμα, ούτε ως χαμένος. Ως κάποια που στοχάστηκε τη θλίψη της και την έντυσε με νόημα. Που διάλεξε να πονέσει συνειδητά και όχι παθητικά. Που, χάρη στη φιλοσοφία, δεν βλέπει πια τον χωρισμό σαν ήττα, αλλά σαν μία ακόμη εμπειρία στο δρόμο της προσωπικής της ελευθερίας.
Και τι έγινε αν κάποιος δε θέλει πια τα φιλιά σου; Πρέπει από ένα σημείο και μετά να δεις την έλεγε η φιλοσοφία για το συγκεκριμένο ζήτημα. Δε πρέπει να εμπιστεύεσαι κάποιον επειδή σε κάνει να νιώθεις κάποιες φορές ωραία με τα αγγίγματα της, όπως λέει και ο Πλατωνας, δε πρέπει να εμπιστεύεσαι τον κόσμο των αισθήσεων. Η αίσθηση και η εντύπωση ευτυχίας δεν συνάδουν συνήθως με την πραγματική. Την ευτυχία δε θα την βρεις στο πρόσωπο κανενός, πέρα από το δικό σου. Εάν λοιπόν αγαπήσεις τον εαυτό σου και δεις ποιος πραγματικά είσαι δε πρόκειται να φέρνεις άτομα στην ζωή σου, που να την κάνουν χειρότερη απο ότι είναι.
Η φιλοσοφία με βοηθά να αναγνωρίζω τη διαφορά ανάμεσα στην επιθυμία και στην ανάγκη. Όταν η φίλη μου βγαίνει μαζί μου όχι επειδή το θέλει πραγματικά, αλλά απλώς για να μην βαριέται, δεν με πληγώνει μόνο η αλήθεια της κατάστασης—με πληγώνει και το ότι εγώ για λίγο πίστεψα πως αυτό ήταν αγάπη. Ο Σπινόζα λέει πως η ελευθερία είναι η κατανόηση της αναγκαιότητας· κι εγώ καταλαβαίνω πως δεν μπορώ να υποχρεώσω κανέναν να με θέλει. Αυτό που μπορώ, όμως, είναι να δω καθαρά, να μην κλείνω τα μάτια σε ό,τι με μειώνει και να διαλέξω, με επίγνωση, να μη γίνω το αντίδοτο στη βαρεμάρα κανενός.
Ακόμη καταλαβαίνω και την δική μου επιθυμία και ανάγκη. Πραγματικά θέλω ένα άτομο το οποίο βάζει στην κυριολεξία τον καθένα πάνω από εμένα να είναι στη ζωή του μόνο και μόνο για να κοκορεύομαι στις ελεύθερες φίλες μου ότι έχω φίλη. Τότε γιατί παραπονιέμαι; Γιατί ενώ έχει υλοποιηθεί ο επιφανειακός στόχος, ο πραγματικός στόχος, η ανάγκη όπως λέγεται παραμένει ανικανοποίητος. Η ανάγκη μου λοιπόν είναι η πραγματική αγάπη και μέχρι στιγμές βλέπω μόνο υποκατάστατα. Για αυτό στη κάθε στραβή απογοητεύομαι. Ξέρω ότι έχω ακόμη δρόμο μπροστά μου πριν βγω από το σπήλαιο. Ξέρω ότι όταν βρεθεί αυτή η αγάπη θα κάνω σαν τον δεσμώτη που είδε για πρώτη φορά το φως του ήλιου. Μπορεί να με φοβίσει, μα όταν συνηθίσω, δε θα την αφήσω ποτέ.

Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου