Η αιολική και η ηλιακή ενέργεια κοστίζουν εν τέλη πολύ ακριβότερα από τα ορυκτά καύσιμα
Στην πρόσφατη ομιλία του, ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν ισχυρίστηκε ότι «ο άνεμος και η ηλιακή ενέργεια είναι ήδη σημαντικά φθηνότερα από τον άνθρακα και το πετρέλαιο». Αυτό είναι τελείως λάθος. Υπάρχουν πολλά επιχειρήματα που μπορούν να προβληθούν για να υποστηρίξουν τον ισχυρισμό του Μπάιντεν. Ωστόσο, όχι μόνο μπορούν να διαψευστούν όλα, αλλά έχουν ήδη διαψευστεί.
Ο Alex Epstein, στο βιβλίο του Fossil Future: Why Global Human Flourishing Requires More Oil, Coal, and Natural Gas—Not Less , εξηγεί ότι δύο δεδομένα αγνοούνται όταν ο Μπάιντεν προσποιείται ότι η αιολική και η ηλιακή ενέργεια είναι φθηνότερα. Το πρώτο είναι:
«Η ηλιακή και αιολική ενέργεια υπάρχουν σε μεγάλες ποσότητες, αποκλειστικά σε μέρη όπου τους δίνονται τεράστιες κρατικές εύνοιες. Όταν κοιτάξετε πού χρησιμοποιούνται η ηλιακή και η αιολική ενέργεια, θα βρείτε πάντα επιδοτήσεις—δηλαδή, η κυβέρνηση αναγκάζει τους φορολογούμενους να δίνουν χρήματα σε εταιρείες ηλιακής και αιολικής ενέργειας. Συχνά, οι κυβερνήσεις επιβάλλουν με νόμο ένα ορισμένο ποσοστό ηλιακής και αιολικής ενέργειας»
Αυτές οι «σημαντικά φθηνότερες» πηγές καταφέρνουν να είναι φθηνότερες, μόνο όταν πληρώνουμε έμμεσα για επιδοτήσεις ώστε να τις κάνουμε φθηνότερες. Επιπλέον, αυτό το δεδομένο απλώς παρουσιάζει τους τρόπους με τους οποίους αλλοιώνονται οι τιμές της ενέργειας μέσω διαφόρων νόμων και κινήτρων. Το Υπουργείο Ενέργειας των Ηνωμένων Πολιτειών απαριθμεί 1.854 διαφορετικούς νόμους και κίνητρα επί του παρόντος. Υπάρχουν τόσες πολλές διάφορες κρατικές παρεμβάσεις στην αγορά, που όταν προσπάθησα για πρώτη φορά να κατεβάσω το σύνολο των δεδομένων για να εξετάσω τους νόμους που ισχύουν αυτήν τη στιγμή, κράσαρε ο υπολογιστής μου. Η ενέργεια είναι μια από τις πιο κρατικά ρυθμιζόμενες αγορές που υπάρχουν, κι όλα αυτά για να δημιουργηθεί η εικόνα ότι η αιολική και η ηλιακή ενέργεια είναι φθηνότερες από τα ορυκτά καύσιμα.
Μετά, ο Epstein απαντά στο ερώτημα: Γιατί οι υποτιθέμενες εναλλακτικές πηγές ενέργειας χρειάζονται τόση επιδότηση αν είναι τόσο φθηνότερες; Αυτό οδηγεί στο δεύτερο δεδομένο, που συχνά αγνοείται σε αυτή τη συζήτηση:
«Σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς περί χαμηλότερου κόστους, οι περιοχές που χρησιμοποιούν την περισσότερη ηλιακή και αιολική ενέργεια στο δίκτυό τους τείνουν να έχουν το υψηλότερο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας».
Αυτό συμβαίνει γιατί ακόμα κι αν παραδεχτεί κανείς ότι ο άνεμος και η ηλιακή ενέργεια είναι φθηνότερα από τον άνθρακα και το πετρέλαιο (που δεν είναι) και αν παραδεχτεί ότι αυτό συμβαίνει σε μια ελεύθερη αγορά (που δεν είναι), θα εξακολουθούσε να χάνει μέρος της ευρύτερης εικόνας. Ακόμα κι αν η αιολική και η ηλιακή ενέργεια είχαν, με κάποιο τρόπο, χαμηλότερο οικονομικό κόστος, το αντισταθμίζουν με το κόστος της «αραιότητάς» τους και της διακοπτόμενης λειτουργίας τους.
Ο Epstein εξηγεί τα ελαττώματα στην αραιότητα των ηλιακών πάνελ και των ανεμογεννητριών, δείχνοντας ότι απαιτούν περισσότερη γη ανά μονάδα ενέργειας, σε σύγκριση με τα ορυκτά καύσιμα, περισσότερους πόρους «εντάσεως εξόρυξης» (δέκα φορές περισσότερα εξορυσσόμενα υλικά απ’ ό,τι κατά την κατασκευή της υποδομής για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα) και υψηλότερο κόστος υποδομής για την μεταφορά σε μεγάλες αποστάσεις. Η αραιότητα, όπως λέει, αποτελεί σημαντικό πλήγμα για τη σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας της αιολικής και της ηλιακής ενέργειας.
Ωστόσο, το κόστος δεν σταματά εκεί. Εντείνεται από το ακόμη χειρότερο κόστος της διαλείπουσας λειτουργίας τους. Ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία οποιασδήποτε ενέργειας είναι να μπορείς να την ελέγχεις, και η ηλιακή και αιολική ενέργεια δεν προσφέρουν κάτι τέτοιο. Προκειμένου να αντιμετωπίσει κανείς αυτούς τους δύο τύπους κόστους, ο Epstein δείχνει ότι υπάρχουν τρεις πιθανές προσεγγίσεις:
– Να στηρίζεται σε κάποια ελεγχόμενη πηγή ενέργειας, όπως τα ορυκτά καύσιμα.
– Να βασίζεται σε ένα ποικιλόμορφο, μακρινό και τεράστιο δίκτυο ηλιακών συλλεκτών και ανεμογεννητριών—έτσι θα υπάρχει πάντα επαρκής ηλεκτρική ενέργεια από κάπου.
– Να βασίζεται σε ένα τεχνητό σύστημα αποθήκευσης για την αποθήκευση αρκετής διακοπτόμενης ενέργειας, ώστε να μπορεί πάντα να καλύπτει τη ζήτηση.
Η τρέχουσα πραγματικότητα της ηλιακής και της αιολικής ενέργειας είναι ότι καμία από αυτές τις προσεγγίσεις δεν έχει ακόμη αποδειχθεί οικονομικά αποδοτική, και μόνο η πρώτη προσέγγιση – που βασίζεται σε κάποια ελεγχόμενη πηγή ενέργειας, όπως τα ορυκτά καύσιμα – έχει εφαρμοστεί με οποιοδήποτε κόστος.
Ο Πρόεδρος Μπάιντεν και υπόλοιποι αντίπαλοι των ορυκτών καυσίμων θα προσπαθούν πάντα να διατυπώνουν ισχυρισμούς όπως «ο άνεμος και η ηλιακή ενέργεια είναι σημαντικά φθηνότερα από τον άνθρακα και το πετρέλαιο», αλλά η πραγματικότητα είναι ότι αυτό απλά δεν είναι αλήθεια. Η αιολική και η ηλιακή ενέργεια δεν είναι φθηνότερες από τον άνθρακα και το πετρέλαιο. Απαιτούν μαζικές επιδοτήσεις, ακόμη και για να μπορέσουν να συμμετάσχουν έστω στον ανταγωνισμό, και λόγω αυτής της μαζικής επιδότησης τους, εξακολουθούν να είναι πολύ αδύναμες και απαιτούν την υποστήριξη των ορυκτών καυσίμων για να παραμείνουν αξιόπιστες.
Ο Alex Epstein, στο βιβλίο του Fossil Future: Why Global Human Flourishing Requires More Oil, Coal, and Natural Gas—Not Less , εξηγεί ότι δύο δεδομένα αγνοούνται όταν ο Μπάιντεν προσποιείται ότι η αιολική και η ηλιακή ενέργεια είναι φθηνότερα. Το πρώτο είναι:
«Η ηλιακή και αιολική ενέργεια υπάρχουν σε μεγάλες ποσότητες, αποκλειστικά σε μέρη όπου τους δίνονται τεράστιες κρατικές εύνοιες. Όταν κοιτάξετε πού χρησιμοποιούνται η ηλιακή και η αιολική ενέργεια, θα βρείτε πάντα επιδοτήσεις—δηλαδή, η κυβέρνηση αναγκάζει τους φορολογούμενους να δίνουν χρήματα σε εταιρείες ηλιακής και αιολικής ενέργειας. Συχνά, οι κυβερνήσεις επιβάλλουν με νόμο ένα ορισμένο ποσοστό ηλιακής και αιολικής ενέργειας»
Αυτές οι «σημαντικά φθηνότερες» πηγές καταφέρνουν να είναι φθηνότερες, μόνο όταν πληρώνουμε έμμεσα για επιδοτήσεις ώστε να τις κάνουμε φθηνότερες. Επιπλέον, αυτό το δεδομένο απλώς παρουσιάζει τους τρόπους με τους οποίους αλλοιώνονται οι τιμές της ενέργειας μέσω διαφόρων νόμων και κινήτρων. Το Υπουργείο Ενέργειας των Ηνωμένων Πολιτειών απαριθμεί 1.854 διαφορετικούς νόμους και κίνητρα επί του παρόντος. Υπάρχουν τόσες πολλές διάφορες κρατικές παρεμβάσεις στην αγορά, που όταν προσπάθησα για πρώτη φορά να κατεβάσω το σύνολο των δεδομένων για να εξετάσω τους νόμους που ισχύουν αυτήν τη στιγμή, κράσαρε ο υπολογιστής μου. Η ενέργεια είναι μια από τις πιο κρατικά ρυθμιζόμενες αγορές που υπάρχουν, κι όλα αυτά για να δημιουργηθεί η εικόνα ότι η αιολική και η ηλιακή ενέργεια είναι φθηνότερες από τα ορυκτά καύσιμα.
Μετά, ο Epstein απαντά στο ερώτημα: Γιατί οι υποτιθέμενες εναλλακτικές πηγές ενέργειας χρειάζονται τόση επιδότηση αν είναι τόσο φθηνότερες; Αυτό οδηγεί στο δεύτερο δεδομένο, που συχνά αγνοείται σε αυτή τη συζήτηση:
«Σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς περί χαμηλότερου κόστους, οι περιοχές που χρησιμοποιούν την περισσότερη ηλιακή και αιολική ενέργεια στο δίκτυό τους τείνουν να έχουν το υψηλότερο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας».
Αυτό συμβαίνει γιατί ακόμα κι αν παραδεχτεί κανείς ότι ο άνεμος και η ηλιακή ενέργεια είναι φθηνότερα από τον άνθρακα και το πετρέλαιο (που δεν είναι) και αν παραδεχτεί ότι αυτό συμβαίνει σε μια ελεύθερη αγορά (που δεν είναι), θα εξακολουθούσε να χάνει μέρος της ευρύτερης εικόνας. Ακόμα κι αν η αιολική και η ηλιακή ενέργεια είχαν, με κάποιο τρόπο, χαμηλότερο οικονομικό κόστος, το αντισταθμίζουν με το κόστος της «αραιότητάς» τους και της διακοπτόμενης λειτουργίας τους.
Ο Epstein εξηγεί τα ελαττώματα στην αραιότητα των ηλιακών πάνελ και των ανεμογεννητριών, δείχνοντας ότι απαιτούν περισσότερη γη ανά μονάδα ενέργειας, σε σύγκριση με τα ορυκτά καύσιμα, περισσότερους πόρους «εντάσεως εξόρυξης» (δέκα φορές περισσότερα εξορυσσόμενα υλικά απ’ ό,τι κατά την κατασκευή της υποδομής για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα) και υψηλότερο κόστος υποδομής για την μεταφορά σε μεγάλες αποστάσεις. Η αραιότητα, όπως λέει, αποτελεί σημαντικό πλήγμα για τη σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας της αιολικής και της ηλιακής ενέργειας.
Ωστόσο, το κόστος δεν σταματά εκεί. Εντείνεται από το ακόμη χειρότερο κόστος της διαλείπουσας λειτουργίας τους. Ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία οποιασδήποτε ενέργειας είναι να μπορείς να την ελέγχεις, και η ηλιακή και αιολική ενέργεια δεν προσφέρουν κάτι τέτοιο. Προκειμένου να αντιμετωπίσει κανείς αυτούς τους δύο τύπους κόστους, ο Epstein δείχνει ότι υπάρχουν τρεις πιθανές προσεγγίσεις:
– Να στηρίζεται σε κάποια ελεγχόμενη πηγή ενέργειας, όπως τα ορυκτά καύσιμα.
– Να βασίζεται σε ένα ποικιλόμορφο, μακρινό και τεράστιο δίκτυο ηλιακών συλλεκτών και ανεμογεννητριών—έτσι θα υπάρχει πάντα επαρκής ηλεκτρική ενέργεια από κάπου.
– Να βασίζεται σε ένα τεχνητό σύστημα αποθήκευσης για την αποθήκευση αρκετής διακοπτόμενης ενέργειας, ώστε να μπορεί πάντα να καλύπτει τη ζήτηση.
Η τρέχουσα πραγματικότητα της ηλιακής και της αιολικής ενέργειας είναι ότι καμία από αυτές τις προσεγγίσεις δεν έχει ακόμη αποδειχθεί οικονομικά αποδοτική, και μόνο η πρώτη προσέγγιση – που βασίζεται σε κάποια ελεγχόμενη πηγή ενέργειας, όπως τα ορυκτά καύσιμα – έχει εφαρμοστεί με οποιοδήποτε κόστος.
Ο Πρόεδρος Μπάιντεν και υπόλοιποι αντίπαλοι των ορυκτών καυσίμων θα προσπαθούν πάντα να διατυπώνουν ισχυρισμούς όπως «ο άνεμος και η ηλιακή ενέργεια είναι σημαντικά φθηνότερα από τον άνθρακα και το πετρέλαιο», αλλά η πραγματικότητα είναι ότι αυτό απλά δεν είναι αλήθεια. Η αιολική και η ηλιακή ενέργεια δεν είναι φθηνότερες από τον άνθρακα και το πετρέλαιο. Απαιτούν μαζικές επιδοτήσεις, ακόμη και για να μπορέσουν να συμμετάσχουν έστω στον ανταγωνισμό, και λόγω αυτής της μαζικής επιδότησης τους, εξακολουθούν να είναι πολύ αδύναμες και απαιτούν την υποστήριξη των ορυκτών καυσίμων για να παραμείνουν αξιόπιστες.
ΔΕΣ: Παράθυρο στο Μέλλον
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου