Για κάποιους είναι τόσο εύκολο να ερωτευτούν με μια ιδέα όσο και έναν άνθρωπο. Οι μεγάλες ιδέες είναι ιδιαίτερα ελκτικές. Φέρνουν τάξη στον κόσμο, δίνουν νόημα στη ζωή.
Ο εγκέφαλός μας αντιμετωπίζει με διαφορετικό τρόπο κάθε πληροφορία που μπορεί να αμφισβητεί τα πιστεύω μας
Όταν προσχωρούμε σε ένα πολιτικό κόμμα ή μια θρησκεία ή μια οργάνωση, βρίσκουμε αδελφές ψυχές με την ίδια κοσμοθεωρία, τις ίδιες πάνω κάτω αξίες κι η ζωή μας πάει πρίμα. Θα μπορούσαμε ακόμη και να πούμε ότι «παντρευόμαστε» με τις ιδέες μας. Μεγάλο μέρος της ταυτότητάς μας καθορίζεται από αυτό που πιστεύουμε και πάντα ψάχνουμε την επιβεβαίωσή του.
Το 2004, μια ομάδα νευροεπιστημόνων προσπάθησε να βρει πώς γίνεται αυτό, ποια είναι δηλαδή η γνωστική διαδικασία. Ο καθηγητής Ψυχολογίας και Ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο Emory Drew Westen, εστίασε σ αυτό που οι ψυχολόγοι ονομάζουν “παρακινούμενο συλλογισμό” ή όπως το έλεγε ο Φρόιντ “αμυντικό μηχανισμό”: τη διαδικασία δηλαδή με την οποία οι άνθρωποι προσαρμόζουν αυτά που γνωρίζουν έτσι ώστε να αποφύγουν τα άσχημα συναισθήματα όπως το άγχος και η ενοχή. Ο καθηγητής πίστευε ότι τα νευρωνικά δίκτυα του εγκεφάλου θα προσπαθούσαν να ικανοποιήσουν και τα δύο είδη “περιορισμών“: τους γνωστικούς περιορισμούς – δηλαδή θέλουμε να συνδυάσουμε πληροφορίες με τρόπο που να φαίνεται λογικός- και τους συναισθηματικούς περιορισμούς, που σημαίνει ότι θέλουμε επιπλέον να νιώθουμε καλά με τις πληροφορίες που λαμβάνουμε.
Για να δοκιμάσει τη θεωρία του μαζί με την ομάδα του στρατολόγησαν 15 κομματόσκυλα από 1 κόμμα και 15 από τους «άλλους». Μέσω fMRI (Λειτουργική Απεικόνιση Μαγνητικού Συντονισμού) σκάναρε τους εγκεφάλους τους την ώρα που τους έβαλε να διαβάζουν διάφορες διπλές πολιτικές δηλώσεις, αποσπάσματα δηλαδή που το ένα αποδίδονταν στον αρχηγό του κόμματός τους και το άλλο στον αντίπαλο. Σε κάθε ζευγάρι δηλώσεων, μία ήταν απολύτως συμβατή με τη θέση του υποψηφίου, αλλά μία δήλωση ήταν αντιφατική. Ο Westen ήθελε να ανακαλύψει εάν ο εγκέφαλος θα χειριζόταν τις αντιφάσεις του προτιμώμενου υποψηφίου με τον ίδιο τρόπο που θα αντιμετώπιζε τις αντιφάσεις του αντιπαθητικού υποψηφίου.
Το πείραμα διαπίστωσε – όπως θα περιμέναμε – ότι οι συμμετέχοντες «δεν δυσκολεύτηκαν να δουν τις αντιφάσεις του αντιπάλου, αλλά όταν ήρθαν αντιμέτωποι με δυνητικά ανησυχητικές πολιτικές πληροφορίες για τον ¨δικό τους”, ενεργοποιήθηκε ένα δίκτυο νευρώνων που προκαλεί αγωνία και στρες. Ωστόσο όχι μόνο ο εγκέφαλος κατάφερε να σταματήσει την αγωνία μέσω λανθασμένων συλλογισμών – αλλά το έκανε και τσακ μπαμ. Τα νευρωνικά κυκλώματα που είναι επιφορτισμένα με τη ρύθμιση των συναισθηματικών καταστάσεων φαινόταν να επιστρατεύουν πεποιθήσεις που εξαλείφουν την αγωνία και τη σύγκρουση».
Επίσης, όπως λέει ο Westen, ο εγκέφαλος δεν σταματούσε στο να εξαλείφει τις δυσάρεστες αντιφάσεις. Λειτουργούσε και υπερωρίες: για να αισθάνονται καλά τα πουλάκια μου τους ενεργοποίησε τα κυκλώματα ανταμοιβής χαρίζοντάς τους μια δόση θετικής ενίσχυσης για την προκατειλημμένη «συλλογιστική» τους.
Στο πείραμα, τα κυκλώματα ανταμοιβής που χρησιμοποιούσε ο εγκέφαλος ήταν τα ίδια που ενεργοποιούνται όταν ένας τοξικομανής παίρνει τη δόση του. Με άλλα λόγια, όταν βρίσκουμε κάπου τις σκέψεις με τις οποίες συμφωνούμε ή είμαστε σε θέση να εξαλείψουμε αυτές που μας κάνουν να νιώθουμε άβολα, νιώθουμε το ίδιο είδος ευφορίας και σιγουριάς που νιώθει ένας εθισμένος όταν παίρνει τη δόση του: δηλαδή όλα πάνε καλά. Τουλάχιστον για λίγο.
Εν κατακλείδι, στον εγκέφαλο δεν αρέσουν οι συγκρούσεις και προσπαθεί σκληρά για να τις επιλύει. Αυτός μπορεί να είναι ένας λόγος για τον οποίο, όταν συναντιόμαστε με ομοϊδεάτες μας, είναι πιο πιθανό να αναζητήσουμε κοινά σημεία παρά σημεία τριβής, γιατί κυριολεκτικά, νιώθουμε καλύτερα. Αλλά ταυτόχρονα το βλέπουμε και λογικό, ακόμα και όταν δεν είναι. Πράγμα που σημαίνει ότι την ώρα που αγωνιζόμαστε για να υπερασπιστούμε τις βασικές μας πεποιθήσεις, κινδυνεύουμε να εθελοτυφλούμε με τα στοιχεία που μπορεί να μας αποδεικνύουν ότι κάνουμε λάθος.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου