Πώς μια ελάχιστη, παθιασμένη μειοψηφία μπορεί να οδηγήσει τον κόσμο στην ελευθερία.
Όπως εξήγησε ο Leonard Read, αντιμετωπίζουμε ένα πρόβλημα ηγεσίας, όχι ένα πρόβλημα μαζικού μετασχηματισμού της νοοτροπίας των ανθρώπων.
Δεν απαιτείται μια πλειοψηφία για να επικρατήσουμε, αλλά αντίθετα, μια παθιασμένη κι ακούραστη μειοψηφία που θέλει να ανάψει φωτιές στα μυαλά των ανθρώπων.
Όσοι υποστηρίζουν την ελευθερία μπορεί να μπουν στον πειρασμό να απελπιστούν. Φαίνεται πως είμαστε απελπιστικά λιγότεροι.
Οι μάζες δεν εκτιμούν την ελευθερία, οπότε υποστηρίζουν ή υπακούν σε κυβερνήτες που είναι αποφασισμένοι να την καταργήσουν.
Για να απελευθερωθούμε από αυτούς τους τυράννους, πρέπει να στρέψουμε τους ανθρώπους προς την ελευθερία. Ωστόσο οι μάζες φαίνονται να έχουν απομακρυνθεί πολύ μακριά για να γίνει κάτι τέτοιο: υπερβολικά αδαείς οικονομικά, υπερβολικά ανερμάτιστες ηθικά, υπερβολικά εξαπατημένες από την κυβερνητική προπαγάνδα.
Η προοπτική να καταφέρουμε να κάνουμε έναν τόσο αδαή και παραπλανημένο πληθυσμό να κατανοήσει και να ενστερνιστεί την ελευθεριακή πολιτική φιλοσοφία και τα οικονομικά της ελεύθερης αγοράς μοιάζει με μεγάλη αποστολή – ακόμη κι ανέφικτη.
Τα καλά νέα είναι ότι δεν χρειάζεται να κάνουμε τις μάζες να κατανοήσουν την φιλοσοφία της ελευθερίας για να την υιοθετήσουν.
Όπως έγραψε ο Leonard E. Read στο βιβλίο του Elements of Libertarian Leadership,
«Μια μελέτη των σημαντικών πολιτικών κινημάτων, ή των τεράστιων κοινωνικών αλλαγών, θα αποκαλύψει ότι κάθε ένα από αυτά -καλό ή κακό- καθοδηγήθηκε από μια απειροελάχιστη μειοψηφία. Ποτέ καμία από αυτές τις αλλαγές δεν συνοδεύτηκε από μια μαζική συνειδητοποίηση, ούτε θα έπρεπε ποτέ να αναμένουμε κάτι τέτοιο».
Ο Read πάντως δεν παραγνωρίζει την σημασία της κατανόησης και την δύναμη των ιδεών. Ακριβώς το αντίθετο: Ο Read ίδρυσε το Foundation for Economic Education (FEE) επειδή πίστευε ότι οι προοπτικές της ελευθερίας εξαρτώνται από την επιτυχία των ιδεών της ελευθερίας. Πράγματι, όλα τα επιτυχημένα κινήματα υπέρ της ελευθερίας στο παρελθόν προέκυψαν μετά από μια πρόοδο των ιδεών της ελευθερίας.
Η Αμερικανική Επανάσταση του 18ου αιώνα, για παράδειγμα, καθοδηγήθηκε από μια «απειροελάχιστη μειοψηφία» ατόμων όπως οι Αμερικανοί ιδρυτές πατέρες, οι οποίοι ήταν ένθερμοι μελετητές του John Locke, και άλλων φιλοσόφων της ελευθερίας.
Οι φιλελεύθερες οικονομικές μεταρρυθμίσεις του 19ου αιώνα που οδήγησαν στην Βιομηχανική Επανάσταση καθοδηγήθηκαν από μια «απειροελάχιστη μειοψηφία» ατόμων όπως ο Richard Cobden και ο John Bright, που ήταν θιασώτες του Adam Smith και άλλων οικονομολόγων της ελεύθερης αγοράς.
Ωστόσο, ο μέσος Αμερικανός του 18ου αιώνα δεν μελέτησε την «Δεύτερη Πραγματεία περί Κυβερνήσεως» του Locke ούτε κατανοούσε την φιλοσοφία του φυσικού δικαίου. Και όμως, υπό την διανοητική και ηθική καθοδήγηση εκείνων που το έκαναν, υπερασπίστηκε τα δικαιώματά του και αντιτάχθηκε στην τυραννία, ούτως ή άλλως.
Ομοίως, ο μέσος Βρετανός του 19ου αιώνα δεν μελέτησε το «Ο Πλούτος των Εθνών» του Adam Smith, ούτε κατανόησε την έννοια της «αοράτου χειρός της αγοράς». Και όμως, υπό την διανοητική και ηθική καθοδήγηση εκείνων που το έκαναν, υποστήριξε το ελεύθερο εμπόριο και αντιτάχθηκε στις μερκαντιλιστικές πολιτικές (σ.σ. προστατευτισμός), ούτως ή άλλως.
Το ίδιο ισχύει και για τα μεγάλα κινήματα απομάκρυνσης από την ελευθερία. Ο μέσος Ρώσος του εικοστού αιώνα δεν είχε διαβάσει «Το Κεφάλαιο» του Μαρξ, ούτε είχε κατανοήσει την εργασιακή θεωρία του περί αξίας. Και όμως, υπό την πνευματική και ηθική καθοδήγηση εκείνων που το έκαναν, υποστήριξε τον ταξικό πόλεμο και αντιτάχθηκε στον καπιταλισμός ή άλλως.
Όπως λέει μια διάσημη ρήση (που συνήθως αποδίδεται λανθασμένα στον Samuel Adams),
«Δεν χρειάζεται μια πλειοψηφία για να επικρατήσει, αλλά αντίθετα, μια παθιασμένη, ακούραστη μειοψηφία που θέλει να ανάψει φωτιές στα μυαλά των ανθρώπων».
Και όπως έχει αναφερθεί (επίσης αμφίβολα) από την Margaret Mead:
«Ποτέ μην αμφιβάλλετε ότι μια μικρή ομάδα σκεπτόμενων, αφοσιωμένων πολιτών μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Πράγματι, είναι το μόνο πράγμα που τον έχει αλλάξει ποτέ».
Στα σεμινάρια του FEE, ο Read απεικόνιζε αυτή την δυναμική σχεδιάζοντας μια «κανονική καμπύλη» στον πίνακα. Το ένα άκρο της καμπύλης αντιπροσώπευε την «απειροελάχιστη μειοψηφία» του πληθυσμού που υποστηρίζει ενεργά την ελευθερία και αντιτίθεται στην τυραννία. Το άλλο άκρο αντιπροσώπευε μια άλλη «απειροελάχιστη μειοψηφία»: εκείνους που αντιτίθενται ενεργά στην ελευθερία και υποστηρίζουν το μεγάλο κράτος.
Ο μεγάλος όγκος της καμπύλης στην μέση αντιπροσώπευε «τα πολλά εκατομμύρια των ανθρώπων, λίγο ή πολύ αδιάφορων, που δεν ενδιαφέρονται να κατανοήσουν την φύση της κοινωνίας και των πολιτικών θεσμών της, όπως οι περισσότεροι άνθρωποι δεν ενδιαφέρονται να κατανοήσουν την σύνθεση μιας μουσικής συμφωνίας – οι οποίοι, στην καλύτερη περίπτωση, μπορούν να γίνουν μόνο “ακροατές” ή οπαδοί του ενός ή του άλλου στρατοπέδου».
Δεν είναι τόσο ότι οι μάζες είναι ανίκανες να γίνουν θεωρητικοί της μουσικής ή πολιτικοί φιλόσοφοι (αν και η ικανότητα είναι ένας παράγοντας). Είναι περισσότερο θέμα του χρόνου που απαιτείται για την εκμάθηση τέτοιων εξειδικευμένων ενασχολήσεων. Εξάλλου, δεν μπορούμε όλοι να ειδικευτούμε στην πολιτική φιλοσοφία.
Τα καλά νέα είναι ότι δεν χρειάζεται να το κάνουμε όλοι. Το πεπρωμένο της ελευθερίας, εξήγησε ο Read, εξαρτάται από το ποια από τις δύο απειροελάχιστες μειοψηφίες θα κερδίσει την καρδιά και το μυαλό της πλειοψηφίας. Αλλά αυτό δεν είναι θέμα μετατροπής των μαζών σε φιλοσόφους και οικονομολόγους. Είναι θέμα του ποια ομάδα διαμορφωτών της κοινής γνώμης κερδίζει την εκτίμηση και την εμπιστοσύνη του λαού, αποκτώντας έτσι επιρροή.
«Εδώ, λοιπόν», έγραψε ο Read, «είναι το βασικό ερώτημα: Τι συνιστά μια γνώμη με επιρροή; Στο πλαίσιο της ηθικής, κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής φιλοσοφίας, η γνώμη με επιρροή απορρέει ή στηρίζεται (1) στο βάθος της κατανόησης, (2) στην δύναμη της αφοσίωσης και (3) στην δύναμη της ελκυστικής έκθεσής της. Αυτά είναι τα συστατικά της αυτοτέλειας ως προς ένα σύνολο ιδεών. Τα άτομα που βελτιώνουν έτσι την κατανόηση, την αφοσίωση και την έκθεσή τους είναι οι ηγέτες των ανθρώπων – οι υπόλοιποι είμαστε οπαδοί, συμπεριλαμβανομένων των πρωτοπόρων πολιτικών προσωπικοτήτων».
Η ελευθερία προάγεται όταν οι ελευθεριακοί (λιμπερταριανοί) εκδηλώνουν αυτές τις αρετές. Όταν τις βλέπουν οι άλλοι ελευθεριακοί, αυτό αναδεικνύει τον καλύτερο εαυτό τους, οδηγώντας τους να αφήσουν το «φως τους να λάμψει μπροστά στα μάτια των ανθρώπων». Όταν τις βλέπουν οι μη ελευθεριακοί με κάποια λανθάνουσα κλίση προς την κατανόηση της ελευθερίας, αυτό ενεργοποιεί τις δυνατότητές τους, τους γνέφει προς την πλευρά του φωτός, και μπορεί να τους μετατρέψει κι αυτούς σε ηγέτες της ελευθερίας. Και όταν τις βλέπουν τα πλήθη που δεν ενδιαφέρονται και τόσο πολύ για τις εις βάθος κοινωνικές επιστήμες, αυτό προκαλεί δικαιωματικά τον θαυμασμό και την εμπιστοσύνη.
Ο Read άντλησε από την ανάλυση αυτή ένα «χάπι» που μπορεί να είναι δύσκολο να το καταπιούν οι λιμπερταριανοί: Αν οι μάζες απορρίπτουν την ελευθερία και αποδέχονται την τυραννία, αυτό σημαίνει ότι οι στοχαστές κατά της ελευθερίας υπερτερούν έναντι των φιλ-ελεύθερων στοχαστών στην επίτευξη και την εκδήλωση των παραπάνω ιδιοτήτων.
Αυτό σημαίνει ότι οι κληρονόμοι της μεγάλης παράδοσης της ελευθερίας «αποτυγχάνουν να κάνουν την εργασία τους για το σπίτι (homework)», όπως το έθεσε ο Read: αποτυγχάνουν να κάνουν την δουλειά με τον εαυτό τους, που είναι απαραίτητη για να «βελτιώσουν την κατανόηση, την αφοσίωση και την παρουσίασή τους». Ως αποτέλεσμα, «δεν εκδηλώνουν τις ιδιότητες της έλξης και της ηγεσίας για τις οποίες είναι ικανοί» και οι οποίες είναι απαραίτητες για να οδηγήσουν τον λαό προς την ελευθερία.
Όπως συνόψισε ο Read:
«…η επίλυση των προβλημάτων που σχετίζονται με μια ελεύθερη κοινωνία εξαρτάται από την ανάδειξη μιας συνειδητοποιημένης ηγεσίας αφοσιωμένης στην ελευθερία.Εν ολίγοις, αυτό είναι ένα πρόβλημα ηγεσίας, όχι ένα πρόβλημα μαζικής μεταρρύθμισης»
Και, όπως επεξήγησε, η λύση σε αυτό το πρόβλημα ηγεσίας είναι η αυτοβελτίωση: η μεταρρύθμιση, όχι των μαζών, αλλά του εαυτού μας.
Αν εμείς που πρεσβεύουμε την ελευθερία αφιερωθούμε στην αυτοβελτίωση, θα γίνουμε οι ηγέτες των κοινοτήτων μας -και τελικά της κοινωνίας στο σύνολό της- ως φυσικό επακόλουθο αυτής της διαδικασίας. Εμπνεόμενοι από το γνήσιο παράδειγμά μας, τα άτομα που απαρτίζουν την κοινωνία θα αλλάξουν και θα στραφούν προς την ελευθερία: ακόμη και εκείνοι που δεν κατανοούν πλήρως την λογική που την διαπνέει.
Εκείνοι που κατανοούν βαθιά την φιλοσοφία της ελευθερίας – οι «εναπομείναντες», όπως τους αποκαλούσε ο Read, ακολουθώντας τον φίλο και μέντορά του Albert Jay Nock – θα είναι πάντα «λιγότεροι». Αλλά αυτό δεν αποτελεί δικαιολογία για να απελπίζεται κανείς.
Για να παραφράσω την Margaret Mead αναμειγνύοντας με την ρήση του Leonard Read, μην αμφιβάλλετε ποτέ ότι μια απειροελάχιστη μειοψηφία ατόμων αφοσιωμένων στην αυτοβελτίωση μπορεί να βελτιώσει τον κόσμο. Πράγματι, είναι το μόνο πράγμα που το κατάφερε ποτέ.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου