Tα συστήματα παροχής αγαθών και υπηρεσιών στους πληθυσμούς εξελίχθηκαν παράλληλα με τους πολιτισμούς της αρχαιότητας. Αυτά τα πρώιμα οικονομικά συστήματα εμφανίστηκαν φυσικά, καθώς διάφορα επαγγέλματα και χειροτεχνίες παρήγαγαν αγαθά που μπορούσαν να ανταλλάσσονται. Οι άνθρωποι άρχισαν να εμπορεύονται, πρώτα με αντιπραγματισμό και αργότερα με νομίσματα από πολύτιμα μέταλλα, και το εμπόριο κατέστη σημαντικά συστατικό της ζωής. Η αγοραπωλησία αγαθών λειτουργούσε για αιώνες πριν κάποιος σκεφτεί να εξετάσει πώς λειτουργούσε το σύστημα.
Οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι ήταν μεταξύ των πρώτων που έγραψαν για τα θέματα που συνολικά αναφέρονται ως «οικονομικά». Στην Πολιτεία, ο Πλάτωνας περιέγραψε την πολιτική και κοινωνική σύνθεση ενός ιδανικού κράτους το οποίο θα λειτουργούσε οικονομικά, με εξειδικευμένους παραγωγούς να παρέχουν προϊόντα για το κοινό καλό. Ωστόσο ο Αριστοτέλης. μαθητής του Πλάτωνα, υπερασπίστηκε την έννοια της ατομικής ιδιοκτησίας, η οποία θα μπορούσε να ανταλλάσσεται στην αγορά. Αυτά αποτελούν επιχειρήματα που υφίστανται έως σήμερα. Ως φιλόσοφοι, ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης έβλεπαν το οικονομικό ως ζήτημα ηθικής Φιλοσοφίας: Αντί να αναλύουν πώς λειτουργούσε ένα οικονομικό σύστημα, παρουσίαζαν ιδέες για το πώς θα έπρεπε να λειτουργεί. Αυτή η προσέγγιση αναφέρεται ως “κανονιστική” -είναι υποκειμενική και εξετάζει το ότι θα έπρεπε να συμβαίνει».
Η κανονιστική προσέγγιση των οικονομικών συνεχίστηκε στα χρόνια του Χριστιανισμού, καθώς φιλόσοφοι του Μεσαίωνα, όπως ο Θωμάς ο Ακινάτης, επιχείρησαν να ορίσουν τη δεοντολογία της ατομικής ιδιοκτησίας και των συναλλαγών στην αγορά. Ο Θωμάς ο Ακινάτης εξέταζε την ηθική των τιμών, υποστηρίζοντας τη σημασία «δίκαιων, τιμών, με τις οποίες δεν δημιουργείται υπερβολικό κέρδος για τον έμπορο.
Οι αρχαίοι έζησαν σε κοινωνίες όπου το εργατικό δυναμικό ήταν κυρίως σκλάβοι και η μεσαιωνική Ευρώπη λειτούργησε με φεουδαρχικό σύστημα -στο οποίο οι χωρικοί προστατεύονταν από τοπικούς άρχοντες με αντάλλαγμα εργασία ή στρατιωτική θητεία. Επομένως τα ηθικά επιχειρήματα των φιλοσόφων αυτών ήταν κάπως ακαδημαϊκά.
Άνοδος της πόλης-κράτους
Σημαντική αλλαγή επήλθε τον 15ο αιώνα. καθώς στην Ευρώπη αναπτύχθηκαν πόλεις-κράτη που πλούτισαν μέσω του διεθνούς εμπορίου. Αντί των γαιοκτημόνων φεουδαρχών, σημαντικό συντελεστή της οικονομίας αποτελούσε πλέον η νέα, ευημερούσα τάξη εμπόρων η οποία συνεργάστηκε με δυναστείες τραπεζιτών που χρηματοδοτούσαν τις συναλλαγές και τα εξερευνητικά ταξίδια των εμπόρων.
Νέα εμπορικά έθνη αντικατέστησαν τις φεουδαρχικές οικονομίες μικρής κλίμακος και η οικονομική σκέψη άρχισε να επικεντρώνεται στον καλύτερο τρόπο ελέγχου της ανταλλαγής αγαθών και χρημάτων από τη μια χώρα στην άλλη. Η κυρίαρχη προσέγγιση της εποχής, γνωστή ως μερκαντιλισμός, αφορούσε το ισοζύγιο πληρωμών -τη διαφορά μεταξύ του τι ξοδεύει μια χώρα στις εισαγωγές και του τι κερδίζει από τις εξαγωγές. Η πώληση αγαθών στο εξωτερικό θεωρήθηκε καλή επειδή έφερνε χρήματα στη χώρα. Η εισαγωγή αγαθών θεωρήθηκε επιβλαβής επειδή έπαιρνε χρήματα από τη χώρα. Για την αποφυγή ελλείμματος εμπορικού ισοζυγίου και την προστασία εγχώριων παραγωγών από τον εξωτερικό ανταγωνισμό, οι μερκαντιλιστές υποστήριξαν τη φορολόγηση των εισαγωγών. Καθώς το εμπόριο αυξήθηκε, ξέφυγε από τον έλεγχο των μεμονωμένων εμπόρων και των υποστηρικτών τους. Δημιουργήθηκαν συμπράξεις και εταιρείες, συχνά με κρατική υποστήριξη, για να επιβλέπουν μεγάλες εμπορικές συναλλαγές. Οι επιχειρήσεις αυτές άρχισαν να χωρίζονται σε «μερίδια», ώστε να μπορούν να χρηματοδοτούνται από πολλούς επενδυτές. Το ενδιαφέρον για την αγορά μεριδίων αυξήθηκε ραγδαία στα τέλη του 17ου αιώνα, οδηγώντας στην ίδρυση πολλών συμμετοχικών εταιρειών και χρηματιστηρίων όπου τα μερίδια (μετοχές) μπορούσαν να αγοραστούν και να πωληθούν.
Μια νέα επιστήμη
Η τεράστια αύξηση των συναλλαγών ανανέωσε το ενδιαφέρον για τη λειτουργία της οικονομίας και οδήγησε στη δημιουργία του κλάδου των οικονομικών. Την εποχή του Διαφωτισμού που εμφανίστηκε στις αρχές του 18ου αιώνα και εξαίρει πρωτίστως τον ορθολογισμό, υιοθετήθηκε μια επιστημονική προσέγγιση για την «πολιτική οικονομία». Οι οικονομολόγοι επιχείρησαν να μετρήσουν την οικονομική δραστηριότητα και περιέγραψαν τη λειτουργία του συστήματος, αντί να εξετάσουν μόνο τις ηθικές συνέπειες.
Στη Γαλλία, μια ομάδα διανοουμένων γνωστών ως φυσιοκράτες ανέλυσε τη ροή του χρήματος στην οικονομία και στην ουσία παρήγαγε το πρώτο μακροοικονομικό μοντέλο (για την οικονομία ως σύνολο). Αυτοί τοποθέτησαν στο επίκεντρο της οικονομίας τη γεωργία και όχι το εμπόριο ήτα χρηματοπιστωτικά. Στο μεταξύ πολιτικοί φιλόσοφοι στη Βρετανία μετέφεραν το βάρος από τις μερκαντιλιστικές ιδέες περί εμπορίου προς τους παραγωγούς, τους καταναλωτές και την αξία και χρησιμότητα των αγαθών. Άρχισε να αναδύεται το πλαίσιο για τη σύγχρονη μελέτη των οικονομικών.
ΧΡΟΝΟΔΙΑΓΡΑΜΜΑ
380 π.Χ.
Ο Πλάτωνας περιγράφει την ιδανική πολιτεία, στην οποία η ιδιοκτησία ανήκει σε όλους και η εργασία είναι εξειδικευμένη.
350 π.Χ.
Ο Αριστοτέλης τάσσεται υπέρ της ατομικής ιδιοκτησίας, αλλά κατά της συσσώρευσης πλούτου ως αυτοσκοπού.
1265-74 μ.Χ.
Ο Θωμάς ο Ακινάτης υποστηρίζει ότι η τιμή ενός προϊόντος είναι «δίκαιη» μόνο αν το κέρδος δεν είναι υπερβολικό και η πώληση δεν ενέχει εξαπάτηση.
1397
Στη Φλωρεντία της Ιταλίας ιδρύεται η Τράπεζα των Μεδίκων -ένα από τα πρώτα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που βασίζονται στο διεθνές εμπόριο.
1400
Οι συναλλαγματικές καθίστανται τυποποιημένος τρόπος πληρωμής στο ευρωπαϊκό εμπόριο και είναι εξαγοράσιμες από τις εμπορικές τράπεζες.
1492
Ο Χριστόφορος Κολόμβος φτάνει στην αμερικανική ήπειρο. Σύντομα ο χρυσός εισρέει στην Ευρώπη, αυξάνοντας την προσφορά χρήματος.
1599
Ιδρύεται η Βρετανική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών (The British East India Company), μια διεθνής εμπορική εταιρεία, η πρώτη διεθνής εμπορική επωνυμία στον κόσμο.
1630
Ο Τόμας Μαν υποστηρίζει μια εμποροκρατική (μερκαντιλιστική) πολιτική η οποία χρησιμοποιεί τις εξαγωγές ως μέσω αύξησης του πλούτου ενός έθνους.
1637
Η κερδοσκοπική φούσκα της ολλανδικής αγοράς τουλίπας «σκάει» και καταστρέφει χιλιάδες επενδυτές.
1668
Ο Τζοσάια Τσάιλντ περιγράφει το ελεύθερο εμπόριο και υποστηρίζει την αύξηση τόσο των εισαγωγών όσο και των εξαγωγών.
1682
Ο Γουίλιαμ Πέτι παρουσιάζει πώς μπορεί να μετρηθεί η οικονομία στο βιβλίο Quantulumcunque Concerning Μοney.
1689
Ο Τζον Λοκ υποστηρίζει ότι ο πλούτος προέρχεται όχι από το εμπόριο, αλλά από την εργασία.
1697
Ο Γκρέγκορι Κινγκ συντάσσει μια περίληψη στατιστικών για το βρετανικό εμπόριο του 17ου αιώνα.
1752
Ο Ντέιβιντ Χιουμ υποστηρίζει ότι τα δημόσια αγαθά πρέπει να πληρώνονται από τις κυβερνήσεις.
1756
Ο Φρανσουά Κενέ και οι οπαδοί του, οι φυσιοκράτες, υποστηρίζουν ότι η γη και η γεωργία είναι οι μόνες πηγές οικονομικής ευημερίας.
1758
Ο Κενέ δημοσιεύει το βιβλίο Tableau Economique, την πρώτη ανάλυση των λειτουργιών μιας ολόκληρης οικονομίας: της «μακροοικονομίας».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου