Ας εξεταστεί π.χ. το ερώτημα: όταν πιέζομαι, μπορώ να δώσω μια υπόσχεση με την πρόθεση να μην την τηρήσω;
Θα κάνω διάκριση ανάμεσα στις δυο σημασίες που μπορεί να έχει αυτό το ερώτημα: Το να δίνω μια ψεύτικη υπόσχεση α) είναι συνετό; β) είναι σύμφωνο με το καθήκον; Το πρώτο χωρίς αμφιβολία συμβαίνει συχνά. Βλέπω καθαρά ότι δεν αρκεί να ξεγλυστρήσω από μια παρούσα δυσκολία με μια τέτοια απάτη, αλλά πρέπει να προσέξω μήπως απ’ αυτό το ψέμα προκύψουν αργότερα πολύ μεγαλύτερες δυσκολίες απ’ αυτές που τώρα γλυτώνω- αφού παρ’ όλη την πονηριά που πιστεύω πως έχω, δεν μπορώ τόσο εύκολα να προβλέψω όλες τις συνέπειες, πρέπει να σκεφτώ ότι αν χάσω την εμπιστοσύνη των άλλων, μπορεί να πάθω πολύ μεγαλύτερο κακό από εκείνο που προσπαθώ τώρα να αποφύγω- πρέπει να σκεφτώ μήπως είναι συνετότερο, εάν συμμορφωθώ με ένα καθολικό γνώμονα και συνηθίσω να μη δίνω ποτέ υπόσχεση που δεν έχω πρόθεση να τηρήσω. Αλλά είναι σαφές ότι ένας τέτοιος γνώμονας βασίζεται πάντα στο φόβο των συνεπειών. Το να είμαι ειλικρινής από καθήκον, είναι εντελώς άλλο πράγμα από το να είμαι ειλικρινής από φόβο για τα βλαβερά επακόλουθα.
Για να ανακαλύψω με τον πιο σύντομο και ασφαλή τρόπο την απάντηση στο ερώτημα, εάν μια ψεύτικη υπόσχεση είναι σύμφωνη με το καθήκον, θα αναρωτηθώ: Θα ήμουν ευχαριστημένος, αν ο υποκειμενικός μου γνώμονας (το να ξεφεύγω από τη δυσκολία με μια ψεύτικη υπόσχεση) ίσχυε ως καθολικός νόμος τόσο για εμένα όσο και για τους άλλους; Θα μπορούσα να πω στον εαυτό μου: «καθένας ας δίνει μια ψεύτικη υπόσχεση όταν βρεθεί σε δύσκολη θέση, μια και δεν μπορεί να ξεφύγει με άλλο τρόπο»; Θα έβλεπα τότε ότι μπορεί να προτιμώ το ψέμα, όχι όμως και να γίνει το ψέμα ένας καθολικός νόμος. Γιατί κάτω από έναν τέτοιο νόμο δεν θα δίνονταν πια υποσχέσεις, εφόσον θα ήταν μάταιο να εκθέσω τις προθέσεις μου ως προς τις μελλοντικές μου πράξεις σ’ εκείνους που δεν θα με πίστευαν, και αν αυτοί κάποτε απερίσκεπτα μου έδειχναν εμπιστοσύνη, θα με αντάμειβαν αργότερα με το ίδιο νόμισμα λοιπόν αυτός ο υποκειμενικός μου γνώμονας γινόταν καθολικός νόμος, αναγκαστικά θα αυτοκαταστρεφόταν.
Δεν χρειάζομαι λοιπόν καμιά εξαιρετική οξυδέρκεια, για να διακρίνω το τί πρέπει να κάνω για να είναι η θέλησή μου ηθικά καλή. Όσο άπειρος και αν είμαι ως προς τα πράγματα του κόσμου και ανίκανος να προβλέψω όλα τα ενδεχόμενα περιστατικά, αρκεί μόνο να αναρωτηθώ: Μπορείς να θέλεις να γίνει ο υποκειμενικός σου γνώμονας ένας καθολικός νόμος; Εάν όχι, τότε ο γνώμονας πρέπει να απορριφτεί, όχι γιατί μπορεί να βλάψει κι εσένα και τους άλλους, αλλά γιατί δεν μπορεί να υψωθεί σε αξίωμα μιας ενδεχόμενης καθολικής νομοθεσίας, και η λογική μου επιβάλλει άμεσο σεβασμό προς μια τέτοια νομοθεσία.
IMMANUEL KANT, Τα θεμέλια της Μεταφυσικής των ηθών
Θα κάνω διάκριση ανάμεσα στις δυο σημασίες που μπορεί να έχει αυτό το ερώτημα: Το να δίνω μια ψεύτικη υπόσχεση α) είναι συνετό; β) είναι σύμφωνο με το καθήκον; Το πρώτο χωρίς αμφιβολία συμβαίνει συχνά. Βλέπω καθαρά ότι δεν αρκεί να ξεγλυστρήσω από μια παρούσα δυσκολία με μια τέτοια απάτη, αλλά πρέπει να προσέξω μήπως απ’ αυτό το ψέμα προκύψουν αργότερα πολύ μεγαλύτερες δυσκολίες απ’ αυτές που τώρα γλυτώνω- αφού παρ’ όλη την πονηριά που πιστεύω πως έχω, δεν μπορώ τόσο εύκολα να προβλέψω όλες τις συνέπειες, πρέπει να σκεφτώ ότι αν χάσω την εμπιστοσύνη των άλλων, μπορεί να πάθω πολύ μεγαλύτερο κακό από εκείνο που προσπαθώ τώρα να αποφύγω- πρέπει να σκεφτώ μήπως είναι συνετότερο, εάν συμμορφωθώ με ένα καθολικό γνώμονα και συνηθίσω να μη δίνω ποτέ υπόσχεση που δεν έχω πρόθεση να τηρήσω. Αλλά είναι σαφές ότι ένας τέτοιος γνώμονας βασίζεται πάντα στο φόβο των συνεπειών. Το να είμαι ειλικρινής από καθήκον, είναι εντελώς άλλο πράγμα από το να είμαι ειλικρινής από φόβο για τα βλαβερά επακόλουθα.
Για να ανακαλύψω με τον πιο σύντομο και ασφαλή τρόπο την απάντηση στο ερώτημα, εάν μια ψεύτικη υπόσχεση είναι σύμφωνη με το καθήκον, θα αναρωτηθώ: Θα ήμουν ευχαριστημένος, αν ο υποκειμενικός μου γνώμονας (το να ξεφεύγω από τη δυσκολία με μια ψεύτικη υπόσχεση) ίσχυε ως καθολικός νόμος τόσο για εμένα όσο και για τους άλλους; Θα μπορούσα να πω στον εαυτό μου: «καθένας ας δίνει μια ψεύτικη υπόσχεση όταν βρεθεί σε δύσκολη θέση, μια και δεν μπορεί να ξεφύγει με άλλο τρόπο»; Θα έβλεπα τότε ότι μπορεί να προτιμώ το ψέμα, όχι όμως και να γίνει το ψέμα ένας καθολικός νόμος. Γιατί κάτω από έναν τέτοιο νόμο δεν θα δίνονταν πια υποσχέσεις, εφόσον θα ήταν μάταιο να εκθέσω τις προθέσεις μου ως προς τις μελλοντικές μου πράξεις σ’ εκείνους που δεν θα με πίστευαν, και αν αυτοί κάποτε απερίσκεπτα μου έδειχναν εμπιστοσύνη, θα με αντάμειβαν αργότερα με το ίδιο νόμισμα λοιπόν αυτός ο υποκειμενικός μου γνώμονας γινόταν καθολικός νόμος, αναγκαστικά θα αυτοκαταστρεφόταν.
Δεν χρειάζομαι λοιπόν καμιά εξαιρετική οξυδέρκεια, για να διακρίνω το τί πρέπει να κάνω για να είναι η θέλησή μου ηθικά καλή. Όσο άπειρος και αν είμαι ως προς τα πράγματα του κόσμου και ανίκανος να προβλέψω όλα τα ενδεχόμενα περιστατικά, αρκεί μόνο να αναρωτηθώ: Μπορείς να θέλεις να γίνει ο υποκειμενικός σου γνώμονας ένας καθολικός νόμος; Εάν όχι, τότε ο γνώμονας πρέπει να απορριφτεί, όχι γιατί μπορεί να βλάψει κι εσένα και τους άλλους, αλλά γιατί δεν μπορεί να υψωθεί σε αξίωμα μιας ενδεχόμενης καθολικής νομοθεσίας, και η λογική μου επιβάλλει άμεσο σεβασμό προς μια τέτοια νομοθεσία.
IMMANUEL KANT, Τα θεμέλια της Μεταφυσικής των ηθών
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου