[334c] Φίλους δὲ λέγεις εἶναι πότερον τοὺς δοκοῦντας ἑκάστῳ χρηστοὺς εἶναι, ἢ τοὺς ὄντας, κἂν μὴ δοκῶσι, καὶ ἐχθροὺς ὡσαύτως;
Εἰκὸς μέν, ἔφη, οὓς ἄν τις ἡγῆται χρηστοὺς φιλεῖν, οὓς δ᾽ ἂν πονηροὺς μισεῖν.
Ἆρ᾽ οὖν οὐχ ἁμαρτάνουσιν οἱ ἄνθρωποι περὶ τοῦτο, ὥστε δοκεῖν αὐτοῖς πολλοὺς μὲν χρηστοὺς εἶναι μὴ ὄντας, πολλοὺς δὲ τοὐναντίον;
Ἁμαρτάνουσιν.
Τούτοις ἄρα οἱ μὲν ἀγαθοὶ ἐχθροί, οἱ δὲ κακοὶ φίλοι;
Πάνυ γε.
Ἀλλ᾽ ὅμως δίκαιον τότε τούτοις τοὺς μὲν πονηροὺς [334d] ὠφελεῖν, τοὺς δὲ ἀγαθοὺς βλάπτειν;
Φαίνεται.
Ἀλλὰ μὴν οἵ γε ἀγαθοὶ δίκαιοί τε καὶ οἷοι μὴ ἀδικεῖν;
Ἀληθῆ.
Κατὰ δὴ τὸν σὸν λόγον τοὺς μηδὲν ἀδικοῦντας δίκαιον κακῶς ποιεῖν.
Μηδαμῶς, ἔφη, ὦ Σώκρατες· πονηρὸς γὰρ ἔοικεν εἶναι ὁ λόγος.
Τοὺς ἀδίκους ἄρα, ἦν δ᾽ ἐγώ, δίκαιον βλάπτειν, τοὺς δὲ δικαίους ὠφελεῖν;
Οὗτος ἐκείνου καλλίων φαίνεται.
Πολλοῖς ἄρα, ὦ Πολέμαρχε, συμβήσεται, ὅσοι [334e] διημαρτήκασιν τῶν ἀνθρώπων, δίκαιον εἶναι τοὺς μὲν φίλους βλάπτειν —πονηροὶ γὰρ αὐτοῖς εἰσιν— τοὺς δ᾽ ἐχθροὺς ὠφελεῖν — ἀγαθοὶ γάρ· καὶ οὕτως ἐροῦμεν αὐτὸ τοὐναντίον ἢ τὸν Σιμωνίδην ἔφαμεν λέγειν.
Καὶ μάλα, ἔφη, οὕτω συμβαίνει. ἀλλὰ μεταθώμεθα· κινδυνεύομεν γὰρ οὐκ ὀρθῶς τὸν φίλον καὶ ἐχθρὸν θέσθαι.
Πῶς θέμενοι, ὦ Πολέμαρχε;
Τὸν δοκοῦντα χρηστόν, τοῦτον φίλον εἶναι.
Νῦν δὲ πῶς, ἦν δ᾽ ἐγώ, μεταθώμεθα;
Τὸν δοκοῦντά τε, ἦ δ᾽ ὅς, καὶ τὸν ὄντα χρηστὸν φίλον· [335a] τὸν δὲ δοκοῦντα μέν, ὄντα δὲ μή, δοκεῖν ἀλλὰ μὴ εἶναι φίλον. καὶ περὶ τοῦ ἐχθροῦ δὲ ἡ αὐτὴ θέσις.
Φίλος μὲν δή, ὡς ἔοικε, τούτῳ τῷ λόγῳ ὁ ἀγαθὸς ἔσται, ἐχθρὸς δὲ ὁ πονηρός.
Ναί.
Κελεύεις δὴ ἡμᾶς προσθεῖναι τῷ δικαίῳ ἢ ὡς τὸ πρῶτον ἐλέγομεν, λέγοντες δίκαιον εἶναι τὸν μὲν φίλον εὖ ποιεῖν, τὸν δ᾽ ἐχθρὸν κακῶς· νῦν πρὸς τούτῳ ὧδε λέγειν, ὅτι ἔστιν δίκαιον τὸν μὲν φίλον ἀγαθὸν ὄντα εὖ ποιεῖν, τὸν δ᾽ ἐχθρὸν κακὸν ὄντα βλάπτειν;
[335b] Πάνυ μὲν οὖν, ἔφη, οὕτως ἄν μοι δοκεῖ καλῶς λέγεσθαι.
Ἔστιν ἄρα, ἦν δ᾽ ἐγώ, δικαίου ἀνδρὸς βλάπτειν καὶ ὁντινοῦν ἀνθρώπων;
Καὶ πάνυ γε, ἔφη· τούς γε πονηρούς τε καὶ ἐχθροὺς δεῖ βλάπτειν.
Βλαπτόμενοι δ᾽ ἵπποι βελτίους ἢ χείρους γίγνονται;
Χείρους.
Ἆρα εἰς τὴν τῶν κυνῶν ἀρετήν, ἢ εἰς τὴν τῶν ἵππων;
Εἰς τὴν τῶν ἵππων.
Ἆρ᾽ οὖν καὶ κύνες βλαπτόμενοι χείρους γίγνονται εἰς τὴν τῶν κυνῶν ἀλλ᾽ οὐκ εἰς τὴν τῶν ἵππων ἀρετήν;
Ἀνάγκη.
[335c] Ἀνθρώπους δέ, ὦ ἑταῖρε, μὴ οὕτω φῶμεν, βλαπτομένους εἰς τὴν ἀνθρωπείαν ἀρετὴν χείρους γίγνεσθαι;
Πάνυ μὲν οὖν.
Ἀλλ᾽ ἡ δικαιοσύνη οὐκ ἀνθρωπεία ἀρετή;
Καὶ τοῦτ᾽ ἀνάγκη.
Καὶ τοὺς βλαπτομένους ἄρα, ὦ φίλε, τῶν ἀνθρώπων ἀνάγκη ἀδικωτέρους γίγνεσθαι.
Ἔοικεν.
Ἆρ᾽ οὖν τῇ μουσικῇ οἱ μουσικοὶ ἀμούσους δύνανται ποιεῖν;
Ἀδύνατον.
Ἀλλὰ τῇ ἱππικῇ οἱ ἱππικοὶ ἀφίππους;
Οὐκ ἔστιν.
Ἀλλὰ τῇ δικαιοσύνῃ δὴ οἱ δίκαιοι ἀδίκους; ἢ καὶ [335d] συλλήβδην ἀρετῇ οἱ ἀγαθοὶ κακούς;
Ἀλλὰ ἀδύνατον.
Οὐ γὰρ θερμότητος οἶμαι ἔργον ψύχειν ἀλλὰ τοῦ ἐναντίου.
Ναί.
Οὐδὲ ξηρότητος ὑγραίνειν ἀλλὰ τοῦ ἐναντίου.
Πάνυ γε.
Οὐδὲ δὴ τοῦ ἀγαθοῦ βλάπτειν ἀλλὰ τοῦ ἐναντίου.
Φαίνεται.
Ὁ δέ γε δίκαιος ἀγαθός;
Πάνυ γε.
Οὐκ ἄρα τοῦ δικαίου βλάπτειν ἔργον, ὦ Πολέμαρχε, οὔτε φίλον οὔτ᾽ ἄλλον οὐδένα, ἀλλὰ τοῦ ἐναντίου, τοῦ ἀδίκου.
Παντάπασί μοι δοκεῖς ἀληθῆ λέγειν, ἔφη, ὦ Σώκρατες.
***
[334c] Μα τί εννοείς όταν λέγεις φίλους; εκείνους που μας φαίνονται άνθρωποι χρηστοί ή εκείνους που είναι παραδειγματικώς χρηστοί, κι αν εμείς ακόμη δεν τους παραδεχόμαστε για τέτοιους· και το ίδιο για τους εχθρούς;
Είναι φυσικό, όσους θεωρούμε χρηστούς να τους αγαπούμε, κι όσους πάλι νομίζομε φαύλους να τους μισούμε.
Αλλά τάχα δεν συμβαίνει πολλές φορές να είναι γελασμένοι οι άνθρωποι στις κρίσεις των και να νομίζουν χρηστούς πολλούς ανθρώπους που δεν είναι, και το εναντίο;
Βέβαια και συμβαίνει.
Αυτοί λοιπόν τότε έχουν εχθρούς των τους χρηστούς και φίλους των τους φαύλους;
Μάλιστα.
Έχουν όμως δίκαιο τότε να ωφελούν [334d] τους πονηρούς και να βλάπτουν τους αγαθούς;
Φαίνεται.
Και όμως οι αγαθοί είναι δίκαιοι και ανίκανοι να προξενήσουν κακό;
Αυτό είναι αλήθεια.
Σύμφωνα όμως με το λόγο σου, είναι δίκαιο να βλάπτομε ανθρώπους που δεν μας κάνουν κανένα κακό.
Κάθε άλλο, Σωκράτη· ένα τέτοιο συμπέρασμα είναι φανερά λανθασμένο.
Τους αδίκους λοιπόν είναι δίκαιο να βλάπτομε και τους δικαίους να ωφελούμε;
Αυτό φαίνεται σωστότερο.
Θα συμβεί όμως, Πολέμαρχε, ώστε όλοι εκείνοι [334e] που είναι γελασμένοι στις κρίσεις των για τους ανθρώπους να έχουν δίκαιο που βλάπτουν φίλους, επειδή τους θεωρούν φαύλους, και ωφελούν απεναντίας τους εχθρούς, επειδή κατά την ιδέα τους είναι χρηστοί· κι έτσι φτάνομε στο αντίθετο συμπέρασμα από κείνο που είπαμε πως εννοεί ο Σιμωνίδης.
Και πραγματικώς, είπε, εκεί καταντούμε· αλλά ας μεταβάλομε τον ορισμό του φίλου και του εχθρού, αφού δεν τον εθέσαμε, φαίνεται σωστά εξ αρχής.
Και πώς τον εθέσαμε, Πολέμαρχε;
Ότι φίλος είναι εκείνος που τον νομίζομε για καλόν άνθρωπο.
Και τώρα, πώς να τον μεταβάλομε; ρώτησα εγώ.
Εκείνος που θεωρείται και είναι πραγματικώς χρηστός άνθρωπος· [335a] ενώ εκείνος που νομίζεται απλώς, χωρίς όμως και να είναι, δεν μπορεί να ᾽ναι φίλος παρά μόνο κατά το φαινόμενο· και το ίδιο ισχύει και για τον εχθρό.
Ώστε σύμφωνα μ᾽ αυτό το λόγο, φίλος, καθώς φαίνεται, θα είναι ο αγαθός ο άνθρωπος και εχθρός ο φαύλος.
Ναι.
Δίνεις λοιπόν την άδεια να κάμομε επίσης μια προσθήκη και στον προηγούμενό μας εκείνο ορισμό της δικαιοσύνης που λέγαμε πως είναι δίκαιο να ωφελούμε το φίλο και να βλάπτομε τον εχθρό; και να λέμε τώρα: πως δίκαιο είναι να ωφελούμε το φίλο, όταν είναι αυτός άνθρωπος χρηστός, και να βλάπτομε τον εχθρό, όταν είναι φαύλος;
[335b] Συμφωνότατος, μου αποκρίθηκε, κι έτσι μάλιστα κανείς δε θα είχε αντίρρηση.
Μα πώς; είπα εγώ· στέκει αυτό στο δίκαιο τον άνθρωπο, να κάνει κακό, έστω και σ᾽ όποιον να ᾽ναι;
Χωρίς αμφιβολία, μου απάντησε· και πρέπει βέβαια να κάνει στους εχθρούς τουλάχιστο που είναι φαύλοι.
Και δε μου λες, τ᾽ άλογα που τους κάνουν κακό γίνονται καλύτερα ή χειρότερα;
Χειρότερα.
Και ως προς τί; ως προς τις αρετές, που προσιδιάζουν σ᾽ αυτά, ή ως προς τις αρετές που προσιδιάζουν στους σκύλους;
Που προσιδιάζουν σ᾽ αυτά βέβαια.
Επομένως και οι σκύλοι, όταν τους κάνουν κακό, γίνονται χειρότεροι ως προς τις αρετές που προσιδιάζουν σ᾽ αυτούς και όχι στα άλογα.
Κατ᾽ ανάγκη.
[335c] Και για τους ανθρώπους λοιπόν, φίλε μου, δε θα πούμε κατά τον ίδιο τρόπο πως, όταν τους κάνουν κακό, γίνονται χειρότεροι ως προς την αρετή που τους προσιδιάζει;
Και πολύ μάλιστα.
Αλλά η δικαιοσύνη δεν είναι ανθρώπινη αρετή;
Δεν υπάρχει αντίρρηση.
Επομένως ανάγκη πάσα οι άνθρωποι που τους κάνουν κακό να γίνουνται αδικότεροι.
Έτσι φαίνεται.
Αλλά οι μουσικοί, στην τέχνη τους επάνω, μπορούν να κάμουν κανέναν άμουσο;
Αδύνατο.
Και ένας διδάσκαλος της ιππευτικής μπορεί με την τέχνη του να κάμει έναν ανίκανο στην ιππασία;
Όχι βέβαια.
Αλλά μπορεί λοιπόν ο δίκαιος να κάμει με τη δικαιοσύνη αδίκους άλλους ανθρώπους; ή και [335d] γενικώς, οι αγαθοί με την αρετή να κάμουν άλλους κακούς;
Αλλ᾽ αδύνατο.
Γιατί βέβαια δεν είναι της θερμότητος ιδιότης να παράγει το ψύχος, αλλά του αντιθέτου της.
Βέβαια.
Ούτε του αγαθού να προξενεί κακό, αλλά του εναντίου του.
Φαίνεται.
Αλλά ο δίκαιος άνθρωπος είναι αγαθός;
Είναι βέβαια.
Δεν είναι λοιπόν ιδιότης του δικαίου ανθρώπου να κάνει, Πολέμαρχε, το κακό σε κανέναν, ούτε σε φίλο, ούτε και σ᾽ όποιον άλλο, αλλά του εναντίου του, δηλαδή του αδίκου ανθρώπου.
Παραδέχομαι πως έχεις πέρα για πέρα δίκιο, Σωκράτη.
Εἰκὸς μέν, ἔφη, οὓς ἄν τις ἡγῆται χρηστοὺς φιλεῖν, οὓς δ᾽ ἂν πονηροὺς μισεῖν.
Ἆρ᾽ οὖν οὐχ ἁμαρτάνουσιν οἱ ἄνθρωποι περὶ τοῦτο, ὥστε δοκεῖν αὐτοῖς πολλοὺς μὲν χρηστοὺς εἶναι μὴ ὄντας, πολλοὺς δὲ τοὐναντίον;
Ἁμαρτάνουσιν.
Τούτοις ἄρα οἱ μὲν ἀγαθοὶ ἐχθροί, οἱ δὲ κακοὶ φίλοι;
Πάνυ γε.
Ἀλλ᾽ ὅμως δίκαιον τότε τούτοις τοὺς μὲν πονηροὺς [334d] ὠφελεῖν, τοὺς δὲ ἀγαθοὺς βλάπτειν;
Φαίνεται.
Ἀλλὰ μὴν οἵ γε ἀγαθοὶ δίκαιοί τε καὶ οἷοι μὴ ἀδικεῖν;
Ἀληθῆ.
Κατὰ δὴ τὸν σὸν λόγον τοὺς μηδὲν ἀδικοῦντας δίκαιον κακῶς ποιεῖν.
Μηδαμῶς, ἔφη, ὦ Σώκρατες· πονηρὸς γὰρ ἔοικεν εἶναι ὁ λόγος.
Τοὺς ἀδίκους ἄρα, ἦν δ᾽ ἐγώ, δίκαιον βλάπτειν, τοὺς δὲ δικαίους ὠφελεῖν;
Οὗτος ἐκείνου καλλίων φαίνεται.
Πολλοῖς ἄρα, ὦ Πολέμαρχε, συμβήσεται, ὅσοι [334e] διημαρτήκασιν τῶν ἀνθρώπων, δίκαιον εἶναι τοὺς μὲν φίλους βλάπτειν —πονηροὶ γὰρ αὐτοῖς εἰσιν— τοὺς δ᾽ ἐχθροὺς ὠφελεῖν — ἀγαθοὶ γάρ· καὶ οὕτως ἐροῦμεν αὐτὸ τοὐναντίον ἢ τὸν Σιμωνίδην ἔφαμεν λέγειν.
Καὶ μάλα, ἔφη, οὕτω συμβαίνει. ἀλλὰ μεταθώμεθα· κινδυνεύομεν γὰρ οὐκ ὀρθῶς τὸν φίλον καὶ ἐχθρὸν θέσθαι.
Πῶς θέμενοι, ὦ Πολέμαρχε;
Τὸν δοκοῦντα χρηστόν, τοῦτον φίλον εἶναι.
Νῦν δὲ πῶς, ἦν δ᾽ ἐγώ, μεταθώμεθα;
Τὸν δοκοῦντά τε, ἦ δ᾽ ὅς, καὶ τὸν ὄντα χρηστὸν φίλον· [335a] τὸν δὲ δοκοῦντα μέν, ὄντα δὲ μή, δοκεῖν ἀλλὰ μὴ εἶναι φίλον. καὶ περὶ τοῦ ἐχθροῦ δὲ ἡ αὐτὴ θέσις.
Φίλος μὲν δή, ὡς ἔοικε, τούτῳ τῷ λόγῳ ὁ ἀγαθὸς ἔσται, ἐχθρὸς δὲ ὁ πονηρός.
Ναί.
Κελεύεις δὴ ἡμᾶς προσθεῖναι τῷ δικαίῳ ἢ ὡς τὸ πρῶτον ἐλέγομεν, λέγοντες δίκαιον εἶναι τὸν μὲν φίλον εὖ ποιεῖν, τὸν δ᾽ ἐχθρὸν κακῶς· νῦν πρὸς τούτῳ ὧδε λέγειν, ὅτι ἔστιν δίκαιον τὸν μὲν φίλον ἀγαθὸν ὄντα εὖ ποιεῖν, τὸν δ᾽ ἐχθρὸν κακὸν ὄντα βλάπτειν;
[335b] Πάνυ μὲν οὖν, ἔφη, οὕτως ἄν μοι δοκεῖ καλῶς λέγεσθαι.
Ἔστιν ἄρα, ἦν δ᾽ ἐγώ, δικαίου ἀνδρὸς βλάπτειν καὶ ὁντινοῦν ἀνθρώπων;
Καὶ πάνυ γε, ἔφη· τούς γε πονηρούς τε καὶ ἐχθροὺς δεῖ βλάπτειν.
Βλαπτόμενοι δ᾽ ἵπποι βελτίους ἢ χείρους γίγνονται;
Χείρους.
Ἆρα εἰς τὴν τῶν κυνῶν ἀρετήν, ἢ εἰς τὴν τῶν ἵππων;
Εἰς τὴν τῶν ἵππων.
Ἆρ᾽ οὖν καὶ κύνες βλαπτόμενοι χείρους γίγνονται εἰς τὴν τῶν κυνῶν ἀλλ᾽ οὐκ εἰς τὴν τῶν ἵππων ἀρετήν;
Ἀνάγκη.
[335c] Ἀνθρώπους δέ, ὦ ἑταῖρε, μὴ οὕτω φῶμεν, βλαπτομένους εἰς τὴν ἀνθρωπείαν ἀρετὴν χείρους γίγνεσθαι;
Πάνυ μὲν οὖν.
Ἀλλ᾽ ἡ δικαιοσύνη οὐκ ἀνθρωπεία ἀρετή;
Καὶ τοῦτ᾽ ἀνάγκη.
Καὶ τοὺς βλαπτομένους ἄρα, ὦ φίλε, τῶν ἀνθρώπων ἀνάγκη ἀδικωτέρους γίγνεσθαι.
Ἔοικεν.
Ἆρ᾽ οὖν τῇ μουσικῇ οἱ μουσικοὶ ἀμούσους δύνανται ποιεῖν;
Ἀδύνατον.
Ἀλλὰ τῇ ἱππικῇ οἱ ἱππικοὶ ἀφίππους;
Οὐκ ἔστιν.
Ἀλλὰ τῇ δικαιοσύνῃ δὴ οἱ δίκαιοι ἀδίκους; ἢ καὶ [335d] συλλήβδην ἀρετῇ οἱ ἀγαθοὶ κακούς;
Ἀλλὰ ἀδύνατον.
Οὐ γὰρ θερμότητος οἶμαι ἔργον ψύχειν ἀλλὰ τοῦ ἐναντίου.
Ναί.
Οὐδὲ ξηρότητος ὑγραίνειν ἀλλὰ τοῦ ἐναντίου.
Πάνυ γε.
Οὐδὲ δὴ τοῦ ἀγαθοῦ βλάπτειν ἀλλὰ τοῦ ἐναντίου.
Φαίνεται.
Ὁ δέ γε δίκαιος ἀγαθός;
Πάνυ γε.
Οὐκ ἄρα τοῦ δικαίου βλάπτειν ἔργον, ὦ Πολέμαρχε, οὔτε φίλον οὔτ᾽ ἄλλον οὐδένα, ἀλλὰ τοῦ ἐναντίου, τοῦ ἀδίκου.
Παντάπασί μοι δοκεῖς ἀληθῆ λέγειν, ἔφη, ὦ Σώκρατες.
***
[334c] Μα τί εννοείς όταν λέγεις φίλους; εκείνους που μας φαίνονται άνθρωποι χρηστοί ή εκείνους που είναι παραδειγματικώς χρηστοί, κι αν εμείς ακόμη δεν τους παραδεχόμαστε για τέτοιους· και το ίδιο για τους εχθρούς;
Είναι φυσικό, όσους θεωρούμε χρηστούς να τους αγαπούμε, κι όσους πάλι νομίζομε φαύλους να τους μισούμε.
Αλλά τάχα δεν συμβαίνει πολλές φορές να είναι γελασμένοι οι άνθρωποι στις κρίσεις των και να νομίζουν χρηστούς πολλούς ανθρώπους που δεν είναι, και το εναντίο;
Βέβαια και συμβαίνει.
Αυτοί λοιπόν τότε έχουν εχθρούς των τους χρηστούς και φίλους των τους φαύλους;
Μάλιστα.
Έχουν όμως δίκαιο τότε να ωφελούν [334d] τους πονηρούς και να βλάπτουν τους αγαθούς;
Φαίνεται.
Και όμως οι αγαθοί είναι δίκαιοι και ανίκανοι να προξενήσουν κακό;
Αυτό είναι αλήθεια.
Σύμφωνα όμως με το λόγο σου, είναι δίκαιο να βλάπτομε ανθρώπους που δεν μας κάνουν κανένα κακό.
Κάθε άλλο, Σωκράτη· ένα τέτοιο συμπέρασμα είναι φανερά λανθασμένο.
Τους αδίκους λοιπόν είναι δίκαιο να βλάπτομε και τους δικαίους να ωφελούμε;
Αυτό φαίνεται σωστότερο.
Θα συμβεί όμως, Πολέμαρχε, ώστε όλοι εκείνοι [334e] που είναι γελασμένοι στις κρίσεις των για τους ανθρώπους να έχουν δίκαιο που βλάπτουν φίλους, επειδή τους θεωρούν φαύλους, και ωφελούν απεναντίας τους εχθρούς, επειδή κατά την ιδέα τους είναι χρηστοί· κι έτσι φτάνομε στο αντίθετο συμπέρασμα από κείνο που είπαμε πως εννοεί ο Σιμωνίδης.
Και πραγματικώς, είπε, εκεί καταντούμε· αλλά ας μεταβάλομε τον ορισμό του φίλου και του εχθρού, αφού δεν τον εθέσαμε, φαίνεται σωστά εξ αρχής.
Και πώς τον εθέσαμε, Πολέμαρχε;
Ότι φίλος είναι εκείνος που τον νομίζομε για καλόν άνθρωπο.
Και τώρα, πώς να τον μεταβάλομε; ρώτησα εγώ.
Εκείνος που θεωρείται και είναι πραγματικώς χρηστός άνθρωπος· [335a] ενώ εκείνος που νομίζεται απλώς, χωρίς όμως και να είναι, δεν μπορεί να ᾽ναι φίλος παρά μόνο κατά το φαινόμενο· και το ίδιο ισχύει και για τον εχθρό.
Ώστε σύμφωνα μ᾽ αυτό το λόγο, φίλος, καθώς φαίνεται, θα είναι ο αγαθός ο άνθρωπος και εχθρός ο φαύλος.
Ναι.
Δίνεις λοιπόν την άδεια να κάμομε επίσης μια προσθήκη και στον προηγούμενό μας εκείνο ορισμό της δικαιοσύνης που λέγαμε πως είναι δίκαιο να ωφελούμε το φίλο και να βλάπτομε τον εχθρό; και να λέμε τώρα: πως δίκαιο είναι να ωφελούμε το φίλο, όταν είναι αυτός άνθρωπος χρηστός, και να βλάπτομε τον εχθρό, όταν είναι φαύλος;
[335b] Συμφωνότατος, μου αποκρίθηκε, κι έτσι μάλιστα κανείς δε θα είχε αντίρρηση.
Μα πώς; είπα εγώ· στέκει αυτό στο δίκαιο τον άνθρωπο, να κάνει κακό, έστω και σ᾽ όποιον να ᾽ναι;
Χωρίς αμφιβολία, μου απάντησε· και πρέπει βέβαια να κάνει στους εχθρούς τουλάχιστο που είναι φαύλοι.
Και δε μου λες, τ᾽ άλογα που τους κάνουν κακό γίνονται καλύτερα ή χειρότερα;
Χειρότερα.
Και ως προς τί; ως προς τις αρετές, που προσιδιάζουν σ᾽ αυτά, ή ως προς τις αρετές που προσιδιάζουν στους σκύλους;
Που προσιδιάζουν σ᾽ αυτά βέβαια.
Επομένως και οι σκύλοι, όταν τους κάνουν κακό, γίνονται χειρότεροι ως προς τις αρετές που προσιδιάζουν σ᾽ αυτούς και όχι στα άλογα.
Κατ᾽ ανάγκη.
[335c] Και για τους ανθρώπους λοιπόν, φίλε μου, δε θα πούμε κατά τον ίδιο τρόπο πως, όταν τους κάνουν κακό, γίνονται χειρότεροι ως προς την αρετή που τους προσιδιάζει;
Και πολύ μάλιστα.
Αλλά η δικαιοσύνη δεν είναι ανθρώπινη αρετή;
Δεν υπάρχει αντίρρηση.
Επομένως ανάγκη πάσα οι άνθρωποι που τους κάνουν κακό να γίνουνται αδικότεροι.
Έτσι φαίνεται.
Αλλά οι μουσικοί, στην τέχνη τους επάνω, μπορούν να κάμουν κανέναν άμουσο;
Αδύνατο.
Και ένας διδάσκαλος της ιππευτικής μπορεί με την τέχνη του να κάμει έναν ανίκανο στην ιππασία;
Όχι βέβαια.
Αλλά μπορεί λοιπόν ο δίκαιος να κάμει με τη δικαιοσύνη αδίκους άλλους ανθρώπους; ή και [335d] γενικώς, οι αγαθοί με την αρετή να κάμουν άλλους κακούς;
Αλλ᾽ αδύνατο.
Γιατί βέβαια δεν είναι της θερμότητος ιδιότης να παράγει το ψύχος, αλλά του αντιθέτου της.
Βέβαια.
Ούτε του αγαθού να προξενεί κακό, αλλά του εναντίου του.
Φαίνεται.
Αλλά ο δίκαιος άνθρωπος είναι αγαθός;
Είναι βέβαια.
Δεν είναι λοιπόν ιδιότης του δικαίου ανθρώπου να κάνει, Πολέμαρχε, το κακό σε κανέναν, ούτε σε φίλο, ούτε και σ᾽ όποιον άλλο, αλλά του εναντίου του, δηλαδή του αδίκου ανθρώπου.
Παραδέχομαι πως έχεις πέρα για πέρα δίκιο, Σωκράτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου