Κάποτε σε ένα βασίλειο ζούσε ένας υπηρέτης που ήταν μονίμως χαρούμενος. Όλη μέρα τραγουδούσε, έκανε πλάκες και όλοι γύρω του, διασκέδαζαν μαζί του. Κάποια στιγμή, ο βασιλιάς φανερά εκνευρισμένος με τη χαρά του υπηρέτη του, τον ρώτησε «Πώς γίνεται εγώ, ένας βασιλιάς, να έχω όλα τα πλούτη και να είμαι λυπημένος ενώ εσύ ένας υπηρέτης να είσαι χαρούμενος;» Ο υπηρέτης απάντησε «Γιατί να μην είμαι; Έχω την υγεία μου, την οικογένειά μου, στέγη και φαγητό. Τι άλλο θα μπορούσα να ζητήσω;». Τον βασιλιά δεν τον έπεισε η εξήγηση του υπηρέτη. Φώναξε έναν σοφό σύμβουλό του, εξηγώντας του την κατάσταση.
Ο σοφός του εξήγησε πως ο υπηρέτης είναι χαρούμενος γιατί δεν είχε μπει στον κύκλο του 99.
Θα μπορούσε να τον βάλει αλλά θα έχανε για πάντα το χαμόγελό του και τη θέση του θα έπαιρνε ένας μίζερος υπηρέτης. Ο βασιλιάς σκέφτηκε, αφού δε γέλαγε ο ίδιος, δε θα έπρεπε να γελάει κανείς. Έτσι, ζήτησε από το σοφό να βάλει τον υπηρέτη του στον κύκλο του 99. Ο σοφός ζήτησε ένα πουγκί με 99 χρυσά νομίσματα, ούτε ένα περισσότερο, ούτε ένα λιγότερο και το άφησε έξω από το σπιτάκι του υπηρέτη. Ανοίγοντας την πόρτα ο υπηρέτης βρήκε το πουγκί. Αμέσως σχηματίστηκε έκπληξη στο πρόσωπό του, φόβος και ερευνητική ματιά μήπως ήταν κανένας τριγύρω.
Μπήκε γρήγορα στο σπίτι του. Άδειασε το περιεχόμενο και χρυσά νομίσματα έπεσαν στο πάτωμα. Δεν πίστευε αυτό που έβλεπε! Ένας θησαυρός, όλος δικός του. Άρχισε να παίζει με τα νομίσματα και να τα τοποθετεί σε στοίβες των δέκα. Μια δεκάδα, δύο δεκάδες, τρείς, … ταυτόχρονα, έκανε και το άθροισμα. Που είναι το τελευταίο; Μέτρησε πάλι τις στοίβες για να βρει το λάθος, τίποτα. Δεν μπορεί, τα νομίσματα έπρεπε να ήταν εκατό.
Τα ενενήντα εννέα ήταν πολλά αλλά του έλειπε ένα.
Συνεχώς σκεφτόταν, τι θα έπρεπε να κάνει για να αγοράσει ακόμα ένα χρυσό νόμισμα. Θα έπρεπε να βρει και δεύτερη δουλειά. Θα έβαζε τη γυναίκα του να δουλέψει και θα έκαναν σκληρή οικονομία στο σπίτι. Έτσι, σε έξι χρόνια θα είχαν αγοράσει το εκατοστό νόμισμα και μετά θα ήταν άρχοντας! Τους μήνες που ακολούθησαν ο υπηρέτης έβαλε σε εφαρμογή τα σχέδιά του. Δούλευε πολύ, κουραζόταν, κοιμόταν λίγο αλλά επέμενε στην απόφασή του.
Ο υπηρέτης είχε μπει στον κύκλο του ενενήντα εννέα. Επειδή δεν άντεχε άλλο τη γκρίνια και τη μιζέρια του, ο βασιλιάς τον έδιωξε από το παλάτι. Ο σοφός που ήταν μάρτυρας σε όλα αυτά είπε στο βασιλιά «Σας το είπα ότι θα τον διώχνατε αν τον έβαζα στον κύκλο του 99. Ο κύκλος είναι μία «ιδεολογία» που την έχουμε όλοι. Πάντα κάτι να μας λείπει για να νιώσουμε ικανοποιημένοι. Και δυστυχώς, μόνο αν είμαστε ικανοποιημένοι μπορούμε να απολαύσουμε όσα έχουμε».
Ο σοφός του εξήγησε πως ο υπηρέτης είναι χαρούμενος γιατί δεν είχε μπει στον κύκλο του 99.
Θα μπορούσε να τον βάλει αλλά θα έχανε για πάντα το χαμόγελό του και τη θέση του θα έπαιρνε ένας μίζερος υπηρέτης. Ο βασιλιάς σκέφτηκε, αφού δε γέλαγε ο ίδιος, δε θα έπρεπε να γελάει κανείς. Έτσι, ζήτησε από το σοφό να βάλει τον υπηρέτη του στον κύκλο του 99. Ο σοφός ζήτησε ένα πουγκί με 99 χρυσά νομίσματα, ούτε ένα περισσότερο, ούτε ένα λιγότερο και το άφησε έξω από το σπιτάκι του υπηρέτη. Ανοίγοντας την πόρτα ο υπηρέτης βρήκε το πουγκί. Αμέσως σχηματίστηκε έκπληξη στο πρόσωπό του, φόβος και ερευνητική ματιά μήπως ήταν κανένας τριγύρω.
Μπήκε γρήγορα στο σπίτι του. Άδειασε το περιεχόμενο και χρυσά νομίσματα έπεσαν στο πάτωμα. Δεν πίστευε αυτό που έβλεπε! Ένας θησαυρός, όλος δικός του. Άρχισε να παίζει με τα νομίσματα και να τα τοποθετεί σε στοίβες των δέκα. Μια δεκάδα, δύο δεκάδες, τρείς, … ταυτόχρονα, έκανε και το άθροισμα. Που είναι το τελευταίο; Μέτρησε πάλι τις στοίβες για να βρει το λάθος, τίποτα. Δεν μπορεί, τα νομίσματα έπρεπε να ήταν εκατό.
Τα ενενήντα εννέα ήταν πολλά αλλά του έλειπε ένα.
Συνεχώς σκεφτόταν, τι θα έπρεπε να κάνει για να αγοράσει ακόμα ένα χρυσό νόμισμα. Θα έπρεπε να βρει και δεύτερη δουλειά. Θα έβαζε τη γυναίκα του να δουλέψει και θα έκαναν σκληρή οικονομία στο σπίτι. Έτσι, σε έξι χρόνια θα είχαν αγοράσει το εκατοστό νόμισμα και μετά θα ήταν άρχοντας! Τους μήνες που ακολούθησαν ο υπηρέτης έβαλε σε εφαρμογή τα σχέδιά του. Δούλευε πολύ, κουραζόταν, κοιμόταν λίγο αλλά επέμενε στην απόφασή του.
Ο υπηρέτης είχε μπει στον κύκλο του ενενήντα εννέα. Επειδή δεν άντεχε άλλο τη γκρίνια και τη μιζέρια του, ο βασιλιάς τον έδιωξε από το παλάτι. Ο σοφός που ήταν μάρτυρας σε όλα αυτά είπε στο βασιλιά «Σας το είπα ότι θα τον διώχνατε αν τον έβαζα στον κύκλο του 99. Ο κύκλος είναι μία «ιδεολογία» που την έχουμε όλοι. Πάντα κάτι να μας λείπει για να νιώσουμε ικανοποιημένοι. Και δυστυχώς, μόνο αν είμαστε ικανοποιημένοι μπορούμε να απολαύσουμε όσα έχουμε».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου