Από όλες τις ιστορίες της Βίβλου, η ιστορία της Γέννησης του Ιησού έχει προκαλέσει τα πιο σαρκαστικά σχόλια. Πείτε το μισογυνισμό, αν θέλετε, αλλά οι περισσότερες κακολογίες έχουν εκτοξευτεί κατά της ιστορίας της σύλληψης του Ιησού και της σεξουαλικής αγνότητας της Μαρίας από οποιοδήποτε άλλο θαύμα της Καινής Διαθήκης.
Για πολλούς σύγχρονους, η παρθενία της Μαρίας είναι μύθος και η παντοτινή της παρθενία (το δόγμα πως η Μαρία δεν είχε ποτέ σεξουαλικές επαφές με τον Ιωσήφ) είναι απόλυτη φαντασία. Ωστόσο δεν υπάρχει τίποτα το νέο σε αυτές τις αντιδράσεις: Οι Μύθοι και οι Θρύλοι για την Μαρία «ήταν στην κυκλοφορία» από την πρώιμη Εκκλησία-και κάποιοι από αυτούς είναι ιδιαίτερα σκανδαλώδεις.
Η διερεύνηση της Παρθενίας της Μαρίας μπορεί να προκαλέσει εγκαύματα τρίτου βαθμού (δες στο παράρτημα)
Από την εποχή της πρώιμης Εκκλησίας υπήρχαν αυτοί που αναρωτιούνταν για την παρθενία της Μαρίας. Κάποιες ραββινικές και ρωμαϊκές πηγές προτείνουν πως ο Ιησούς ήταν γιος ενός Ρωμαίου στρατιώτη ονόματι Παντέρα. Σύμφωνα με αυτές τις κριτικές, η Μαρία επινόησε την ιστορία της παρθενίας προκειμένου να αποκρύψει το γεγονός ότι απάτησε τον μνηστήρα της με κάποιο μέλος της στρατιωτικής κατοχής που καταπίεζε τον λαό της. Αυτή η εξήγηση φαίνεται απίθανη για τον λόγο και μόνο ότι σαν κάτοικος της Γαλιλαίας δεν θα ερχόταν ποτέ σε επαφή με Ρωμαίους στρατιώτες, εντούτοις οι αρχαίοι Χριστιανοί αναγνώστες πήραν την ιστορία στα σοβαρά.
Μία ιστορία του δεύτερου αιώνα που ήταν γνωστή ως το Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου γεμίζει αρκετά κενά στη βιογραφία της Μαρίας. Μας λέει για τα παιδικά της χρόνια, όπου είναι μια αφοσιωμένη παρθένα και ήταν 16 όταν συνέλαβε τον Ιησού. Σε αυτή την εκδοχή της γέννησης, ο Ιωσήφ δεν την κατηγορεί απλά που ατίμωσε τον εαυτό της, αλλά αποκρίνεται στον ισχυρισμό της ότι δεν “γνώρισε” ποτέ άλλον άντρα με την ερώτηση “Τότε από που προέρχεται αυτό στην μήτρα σου;”
Αλλά ο Ιωσήφ τελικά την πιστεύει αντίθετα με μια γυναίκα που την έλεγαν Σαλώμη. Η Σαλώμη, που συναντάει την μαία που εξέτασε την Μαρία, δηλώνει, “Στο όνομα του ζωντανού Κυρίου του Θεού μου, αν δεν βάλω το δάκτυλό μου να την εξετάσω, δεν θα πειστώ ότι μια παρθένα γέννησε.” Η Μαρία ετοιμάζει τον εαυτό της για αυτή την γυναικολογική εξέταση και η Σαλώμη κάνει το τεστ. Το χέρι της κυριολεκτικά πιάνει φωτιά και παίρνει την μορφή ενός αγγέλου (μαζί με κάποιες ισχυρές δηλώσεις μεταμέλειας από την Σαλώμη) πριν θεραπευτεί.
Η Παρθενική Γέννηση δεν είναι η Άμωμος σύλληψη
Μία από τις πιο διαδεδομένες παρανοήσεις της ιστορίας των Χριστουγέννων είναι πως η φράση “άμωμη σύλληψη” αποτελεί έναν εκλεπτυσμένο τρόπο αναφοράς στην παρθενική γέννηση. Για την ακρίβεια, όχι. Είναι μια αναφορά στην σύλληψη της ίδιας της Μαρίας. Σύμφωνα με μεταγενέστερους μύθους (που διατηρήθηκαν σε ένα άλλο απόκρυφο κείμενο που καλείται το Ψευδο-ευαγγέλιο του Ματθαίου), οι γονείς της Μαρίας πέρασαν ένα χρόνο χωριστά πριν τη γέννηση της. Σε κάποιες εκδοχές της ιστορίας η σύλληψη της Μαρίας έγινε όταν ένας άγγελος εμφανίστηκε στη μητέρα της, ενώ σε μια άλλη όταν οι γονείς της “αγκαλιάστηκαν σφιχτά” αφού επανενώθηκαν, μετά από καιρό, στην χρυσή πύλη της Ιερουσαλήμ.
Αν αναρωτιέστε από που προέρχονται αυτοί οι θρύλοι, έχει να κάνει με την μεσαιωνική συζήτηση γύρω από τη φυσική κατάσταση της Μαρίας και τη σύνδεση της αμαρτίας με το σεξ. Ήδη από εκείνη την εποχή οι άνθρωποι πίστευαν πως η αρχική αμαρτία (που ο Ιησούς δεν είχε διαπράξει) περνούσε από πρόσωπο σε πρόσωπο μέσω της σεξουαλικής επαφής. Αυτό έθεσε την ερώτηση για το αν η Μαρία ήταν δέσμια αυτού του αμαρτήματος ή αν ήταν “άμωμη” (άσπιλη). Το 1438 ο Πάπας Πιος ΙΧ υιοθέτησε επίσημα την άποψη πως η σύλληψη της Μαρίας έγινε με άσπιλο τρόπο, αλλά η άποψη αυτή έγινε επίσημο δόγμα το 1854.
Η μητέρα της μπορεί να είχε παντρευτεί τρεις φορές
Η ίδια η Καινή Διαθήκη δεν αναφέρει ποτέ τα ονόματα των γονέων της Μαρίας, αλλά, σύμφωνα με την παράδοση η μητέρα της ήταν η Άννα και πατέρας της ο Ιωακείμ. Η Άννα πρωτοεμφανίζεται στο Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου και σταδιακά εξελίχτηκε σε μια αξιοσέβαστη μεσαιωνική Αγία. Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες πτυχές του βίου της είναι πως παντρεύτηκε τρεις φορές (τεχνικά καλείται θεωρία του τρινούβιου). Γιατί; Προκειμένου να λυθεί το ζήτημα των πολλών αδερφών του Ιησού που αναφέρονται στη Βίβλο. Αν η Μαρία ήταν μια δια βίου παρθένα, πως ο Ιησούς είχε αδέρφια; Η απάντηση, σύμφωνα με τον μεταφραστή της Βίβλου του πέμπτου αιώνα, Ιερώνυμο, ήταν πως επρόκειτο για ξαδέρφια του Ιησού (και είναι αλήθεια πως στον αρχαίο κόσμο τα ξαδέρφια θεωρούνταν συχνά ως αδέρφια). Τότε θα αναρωτηθεί κάποιος: Ποιοι ήταν οι θείοι και οι θείες του Ιησού; Προφανώς τα αδέρφια της Μαρίας.
Μέσα από αυτή την αλυσίδα των υποθέσεων αναπτύχθηκε μία παράδοση κατά την οποία η Άννα ξαναπαντρεύτηκε δύο φορές μετά τον θάνατο του Ιωακείμ, γεννώντας ακόμα δύο “Μαρίες”: την Μαρία του Κλωπά και την Μαρία Σαλώμη. Δεν αστειεύομαι: αυτή η παράδοση διατείνεται πως η Άννα ονόμασε όλες τις κόρες της Μαρίες. Η θεωρία τελικά καταδικάστηκε τον δωδέκατο αιώνα όταν οι θεολόγοι ένιωσαν πως δεν παρουσίαζε την Άννα με τον καλύτερο τρόπο.
Δεν ένιωσε πόνο στη γέννα
Η γέννα ενός παιδιού είναι μια ιδιαίτερα επώδυνη εμπειρία. Οι μητέρες ίσως να έχουν προσέξει πως στην Αναγεννησιακή τέχνη η Μαρία παρουσιάζεται σε μια άψογη φυσική κατάσταση αμέσως μετά την γέννηση του Ιησού. Ντροπιάζει ακόμα και την Δούκισσα του Καίμπριτζ. Δεν υπάρχει αίμα, ιδρώτας ή οτιδήποτε άλλο που να θαμπώνει την εικόνα της Αγίας Οικογένειας. Αυτή δεν είναι απλά μια μη ρεαλιστική πλευρά της υψηλής τέχνης αλλά μια ολόκληρη θεολογική παράδοση. Η παράδοση υποστηρίζει πως ο πόνος κατά την εμπειρία της γέννας είναι το αποτέλεσμα της αμαρτίας της Εύας στον κήπο της Εδέμ. Γι’ αυτόν τον λόγο η Μαρία απεικονίζεται ως ατάραχη, ήρεμη και χαρούμενη. Οι μεσαιωνικές περιγραφές της εμπειρίας της σχετικά με την σύλληψη, την εγκυμοσύνη και την γέννα της, είναι συνήθως χαρούμενες και κάποιες φορές ερωτικές.
Δεν είχε καμία εμπειρία πόνου ή βασάνου κατά τον θάνατό της. Για την ακρίβεια ίσως να μην πέθανε ποτέ
Αν και η Μαρία έζησε την φρικτή εμπειρία της απώλειας ενός παιδιού, ο θρύλος υποστηρίζει πως η ίδια δεν βίωσε μεγάλο φυσικό πόνο. Μάλιστα σε κάποιες παραδόσεις δεν πέθανε καν. Υπάρχουν αμέτρητες ιστορίες για το τέλος της Μαρίας πάνω στη Γη. Κάποιες την θέλουν να πέφτει σε βαθύ ύπνο (και μετά να ανασταίνεται και να αναλήπτεται στους ουρανούς ), ενώ άλλες εστιάζουν στην ανάληψή της (προφανώς χωρίς να έχει προηγηθεί θάνατος).
Η επίσημη παράδοση, που είναι γνωστή ως η Μετάσταση της Θεοτόκου, είναι δημοφιλής στην Ανατολική ορθόδοξη και καθολική εκκλησία. Η ιδέα ότι έπεσε σε βαθύ ύπνο υπονοούσε πως δεν βασανίστηκε καθόλου. Το δόγμα της Ανάληψης της Μαρίας είναι διαδεδομένο στους χριστιανούς. Σε κάθε θεωρία, oι θιασώτες είναι ξεκάθαροι για το γεγονός πως παρόλο που πέθανε, η Μαρία δεν βίωσε ποτέ πόνο που σχετίζεται με τον θάνατο.
Οι προχριστιανικές ρίζες της Μετάστασης της Παναγίας
Αν και η Ανάληψη της Παναγίας πέρασε στο Βυζαντινό εορτολόγιο στα τέλη του 6ου αιώνα από τον Αυτοκράτορα Μαυρίκιο, μόλις το 1950 ορίστηκε επίσημα δόγμα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας από τον Πάπα Πίο ΧΙΙ. Για την Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία, βέβαια, αποτελεί απλά μέρος της Ιεράς Παράδοσης, παράδοση που τις απαρχές της μπορούμε να εντοπίσουμε όχι στα λόγια του Τιμόθεου των Ιεροσολύμων, όπως πιστεύουν αρκετοί (καθώς η λεπτομερής έρευνα του Bernard Capelle το 1949 έδειξε πως δεν πρόκειται για κάποιο ιερέα του 4ου αιώνα, αλλά για ανώνυμο Βυζαντινό συγγραφέα που έζησε κάπου ανάμεσα στον 6ο και 8ο αιώνα), αλλά στο λεγόμενο απόκρυφο Liber Requiei Mariae (Το Βιβλίο για την Ανάπαυση της Μαρίας). Το τελευταίο σήμερα σώζεται μονάχα στα Αιθιοπικά και χρονολογείται τον 4ο αιώνα, είναι όμως πολύ πιθανό ως προφορική παράδοση να ξεκινάει ένα αιώνα νωρίτερα. Όλες οι μετέπειτα εκδοχές, αν και εμπλουτίζουν την αρχική διήγηση, φαίνεται να έχουν ως βάση εκείνο ακριβώς το απόκρυφο ευαγγέλιο γραμμένο από κάποιο άγνωστο συγγραφέα.
Τα στοιχεία της πυράς και του αετού έχουν ιδιαίτερη σημασία, καθώς παραπέμπουν στους ελληνικούς μύθους του Ηρακλή και του Γανυμήδη. Όπως τραγουδά ο Οβίδιος στις Μεταμορφώσεις του (1ος αιώνας), όταν η Δηιάνειρα η σύζυγος του Ηρακλή τυφλώθηκε από ζήλια, του πρόσφερε ένα δηλητηριασμένο χιτώνα να φορέσει. Εκείνος αδυνατώντας να αντέξει άλλο τον πόνο στις σάρκες του, χτίζει μια πυρά στην κορυφή του βουνού Οίτη για να πεθάνει. Στις φλόγες, λοιπόν, παραδίδει ότι θνητό υπήρχε από την πλευρά της μητέρας του Αλκμήνης, ενώ το αθάνατο ανέβηκε σε άρμα που το έσερναν τέσσερα άλογα και κατευθύνθηκε στον Όλυμπο όπου ο πατέρας του ο Δίας του πρόσφερε μια θέση ανάμεσα στους θεούς.
Σχετικά με το Γανυμήδη, διαβάζουμε στην Ιλιάδα πως οι θεοί τον ανέβασαν στον Όλυμπο για να γίνει αθάνατος και οινοχόος του Δία -ανάληψη που έγινε με την αρπαγή ενός αετού, μας πληροφορεί ο ψευδο Υγίνος- όχι γιατί ήταν ο πιο όμορφος ανάμεσα στους θνητούς, μας εξηγεί ο Ξενοφώντας στο Συμπόσιό του, αλλά λόγω της ψυχής του, γεγονός που βεβαιώνει και το όνομά του από το γάνυται και το μήδεα, που σημαίνουν «χαίρομαι να ακούω σοφές σκέψεις». Αυτό που χάρισε δηλαδή την αθανασία στον νεαρό πρίγκιπα της Τροίας, δεν είναι το ότι ήταν ηδησώματος, αλλά ηδηγνώμων.
Οι θνητοί αυτοί, βέβαια, δεν ήταν οι μοναδικοί που αναλήφθηκαν στον αρχαίο Όλυμπο… Όπως γράφει ο ψευδο-Απολλόδωρος στη Βιβλιοθήκη του (1ος αιώνας), όταν οι πύρινες γλώσσες κάλυψαν το σώμα της Σεμέλης, ο γιος της Διόνυσος κατέβηκε στον Άδη για να την ανεβάσει αργότερα στον Όλυμπο ως Θυώνη (από το θύω που σημαίνει κι- νούμαι ορμητικά από όπου και το θυάς δηλαδή η μαινάδα). Ο Παυσανίας αμφιβάλει αν πέθανε πραγματικά η Θηβαία πριγκίπισσα, ο Νόννος όμως στα Διονυσιακά του (5ος αιώνας) ξεκαθαρίζει πως η μητέρα του θυρσοφόρου πέρασε τις πύλες του Ολύμπου, όχι πριν, αλλά μετά το θάνατο της.
Παρόμοια ο Πλούταρχος (Βίοι Παράλληλοι, 1ος αιώνας) εξιστορεί πως μια μυστηριώδης νεφέλη εξαφάνισε τον Ρωμύλο κατά την διάρκεια δημόσιων τελετών, ενώ μάρτυρες τον είδαν να υψώνεται την ίδια ώρα που μια φωνή τον αποκαλούσε Κυρίνο (ένα από τα μετέπειτα επίθετα του Ιανού).
Με τη σειρά του ο Απουλήιος, στο Asinus aureus (2ος αιώνας), ανεβάζει στο βουνό των θεών την κόρη του βασιλιά της Σικελίας, τη Ψυχή με τα φτερά του Έρωτα (παραπέμποντας ασφαλώς εδώ στην Πλατωνική αντίληψη για την πτέρωση της ψυχής και την ένωσή της με το θείο δια του μέγα δαίμων Έρωτα). Ενώ ο ψευδο Υγίνος με την σειρά του, μας πληροφορεί πως ανάμεσα στους θνητούς που έγιναν αθάνατοι, ήταν και η Αριάδνη, που όταν την εγκατέλειψε ο Θησέας στη Νάξο, την ερωτεύτηκε ο Διόνυσος. Ο Οβίδιος συμπληρώνει εδώ λέγοντας πως την κόρη του Μίνωα ο θεός την ανέβασε ψηλά στον ουρανό, μεταμορφώνοντάς την και δίνοντάς της καινούργιο όνομα – Libera (ελευθερία). Σε δίσκο από τερακότα που βρέθηκε στο Βρινδήσιο (1ος αιώνας π.α.χ.χ;) βλέπουμε το θεϊκό ζευγάρι να ανέρχεται στους ουρανούς πάνω σε άρμα που το οδηγεί ο Έρωτας με την συντροφιά του Ερμή, ενώ μια μεγάλη κύλικα από το Ρούβο απεικονίζει την ανάληψη της Αριάδνης με δυο φτερωτούς έρωτες που κρατάνε μυητικά σύμβολα, μια Αιωνική δάδα και μια Ισιδιακή situla.
Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειώσουμε πως η μεταμόρφωση για την οποία έκανε λόγο ο Οβίδιος νωρίτερα, δεν αφορά μόνο το χάρισμα της αθανασίας στην Αριάδνη, αλλά και την τοποθέτηση του στέμματος που της πρόσφερε ο θεός στον ουρανό, ως αστερισμό του Βόρειου Στέφανου. Ο μεταθανάτιος καταστερισμός, δηλαδή η μεταμόρφωση των θνητών σε αστέρια – όπως συνέβη με την Καλλιστώ, τους Διόσκουρους, τον Ωρίωνα, τον Ασκληπιό (που αν και αναστήθηκε από τον Απόλλωνα ο Δίας τον μεταμόρφωσε στον αστερισμό του Οφιούχου) κ.α.- συνάδει με την ευρύτερη αντίληψη των αρχαίων περί ταύτισης των άστρων με τις ευδαίμονες ψυχές (βλ. χαρακτηριστικά Τίμαιος 42β), στοιχείο που φαίνεται να μην αγνοεί η Ιουδαϊκή γραμματεία (βλ. επίσης Ενώχ 104:2, 2 Έσδρας 7:97, 2 Μπαρούχ 51:10), καθώς ο προφήτης Δανιήλ βάζει τον άγγελο να λέει πως την έσχατη μέρα της ανάστασης των νεκρών «οι συνετοί θα λάμψουν σαν το λαμπρό στερέωμα, κι εκείνοι που βοήθησαν πολλούς να μείνουν πιστοί, θα λάμψουν επίσης σαν αστέρια για πάντα» (12:3). Εδώ, αξίζει να σημειώσουμε πως και το στοιχείο του αετού που συναντήσαμε σε τόσα παραδείγματα αποθέωσης στην αρχαία Ελλάδα και Ρώμη, υπάρχει εξίσου στην Ιουδαϊκή Γραφή και πιο συγκεκριμένα στο βιβλίο της Εξόδου (19:4), όπου το σύμβολο αποκτά λυτρωτική σημασία.
Ο αετός συγκεντρώνει τις λειτουργίες του φωτός και της φωτιάς, είναι ο φορέας της φώτισης του Δία, καθώς του φέρνει το νέκταρ στο Δικταίο Άντρο για να ξεδιψάσει. Αργότερα, κατά το Μεσαίωνα, θα γίνει ο ίδιος ο Ιησούς, καθώς είναι ικανός να αντικρίζει τον Ήλιο (το θείο, τον Πατέρα) χωρίς να ταλαντεύεται και να ανέρχεται στα ουράνια.
Για πολλούς σύγχρονους, η παρθενία της Μαρίας είναι μύθος και η παντοτινή της παρθενία (το δόγμα πως η Μαρία δεν είχε ποτέ σεξουαλικές επαφές με τον Ιωσήφ) είναι απόλυτη φαντασία. Ωστόσο δεν υπάρχει τίποτα το νέο σε αυτές τις αντιδράσεις: Οι Μύθοι και οι Θρύλοι για την Μαρία «ήταν στην κυκλοφορία» από την πρώιμη Εκκλησία-και κάποιοι από αυτούς είναι ιδιαίτερα σκανδαλώδεις.
Η διερεύνηση της Παρθενίας της Μαρίας μπορεί να προκαλέσει εγκαύματα τρίτου βαθμού (δες στο παράρτημα)
Από την εποχή της πρώιμης Εκκλησίας υπήρχαν αυτοί που αναρωτιούνταν για την παρθενία της Μαρίας. Κάποιες ραββινικές και ρωμαϊκές πηγές προτείνουν πως ο Ιησούς ήταν γιος ενός Ρωμαίου στρατιώτη ονόματι Παντέρα. Σύμφωνα με αυτές τις κριτικές, η Μαρία επινόησε την ιστορία της παρθενίας προκειμένου να αποκρύψει το γεγονός ότι απάτησε τον μνηστήρα της με κάποιο μέλος της στρατιωτικής κατοχής που καταπίεζε τον λαό της. Αυτή η εξήγηση φαίνεται απίθανη για τον λόγο και μόνο ότι σαν κάτοικος της Γαλιλαίας δεν θα ερχόταν ποτέ σε επαφή με Ρωμαίους στρατιώτες, εντούτοις οι αρχαίοι Χριστιανοί αναγνώστες πήραν την ιστορία στα σοβαρά.
Μία ιστορία του δεύτερου αιώνα που ήταν γνωστή ως το Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου γεμίζει αρκετά κενά στη βιογραφία της Μαρίας. Μας λέει για τα παιδικά της χρόνια, όπου είναι μια αφοσιωμένη παρθένα και ήταν 16 όταν συνέλαβε τον Ιησού. Σε αυτή την εκδοχή της γέννησης, ο Ιωσήφ δεν την κατηγορεί απλά που ατίμωσε τον εαυτό της, αλλά αποκρίνεται στον ισχυρισμό της ότι δεν “γνώρισε” ποτέ άλλον άντρα με την ερώτηση “Τότε από που προέρχεται αυτό στην μήτρα σου;”
Αλλά ο Ιωσήφ τελικά την πιστεύει αντίθετα με μια γυναίκα που την έλεγαν Σαλώμη. Η Σαλώμη, που συναντάει την μαία που εξέτασε την Μαρία, δηλώνει, “Στο όνομα του ζωντανού Κυρίου του Θεού μου, αν δεν βάλω το δάκτυλό μου να την εξετάσω, δεν θα πειστώ ότι μια παρθένα γέννησε.” Η Μαρία ετοιμάζει τον εαυτό της για αυτή την γυναικολογική εξέταση και η Σαλώμη κάνει το τεστ. Το χέρι της κυριολεκτικά πιάνει φωτιά και παίρνει την μορφή ενός αγγέλου (μαζί με κάποιες ισχυρές δηλώσεις μεταμέλειας από την Σαλώμη) πριν θεραπευτεί.
Η Παρθενική Γέννηση δεν είναι η Άμωμος σύλληψη
Μία από τις πιο διαδεδομένες παρανοήσεις της ιστορίας των Χριστουγέννων είναι πως η φράση “άμωμη σύλληψη” αποτελεί έναν εκλεπτυσμένο τρόπο αναφοράς στην παρθενική γέννηση. Για την ακρίβεια, όχι. Είναι μια αναφορά στην σύλληψη της ίδιας της Μαρίας. Σύμφωνα με μεταγενέστερους μύθους (που διατηρήθηκαν σε ένα άλλο απόκρυφο κείμενο που καλείται το Ψευδο-ευαγγέλιο του Ματθαίου), οι γονείς της Μαρίας πέρασαν ένα χρόνο χωριστά πριν τη γέννηση της. Σε κάποιες εκδοχές της ιστορίας η σύλληψη της Μαρίας έγινε όταν ένας άγγελος εμφανίστηκε στη μητέρα της, ενώ σε μια άλλη όταν οι γονείς της “αγκαλιάστηκαν σφιχτά” αφού επανενώθηκαν, μετά από καιρό, στην χρυσή πύλη της Ιερουσαλήμ.
Αν αναρωτιέστε από που προέρχονται αυτοί οι θρύλοι, έχει να κάνει με την μεσαιωνική συζήτηση γύρω από τη φυσική κατάσταση της Μαρίας και τη σύνδεση της αμαρτίας με το σεξ. Ήδη από εκείνη την εποχή οι άνθρωποι πίστευαν πως η αρχική αμαρτία (που ο Ιησούς δεν είχε διαπράξει) περνούσε από πρόσωπο σε πρόσωπο μέσω της σεξουαλικής επαφής. Αυτό έθεσε την ερώτηση για το αν η Μαρία ήταν δέσμια αυτού του αμαρτήματος ή αν ήταν “άμωμη” (άσπιλη). Το 1438 ο Πάπας Πιος ΙΧ υιοθέτησε επίσημα την άποψη πως η σύλληψη της Μαρίας έγινε με άσπιλο τρόπο, αλλά η άποψη αυτή έγινε επίσημο δόγμα το 1854.
Η μητέρα της μπορεί να είχε παντρευτεί τρεις φορές
Η ίδια η Καινή Διαθήκη δεν αναφέρει ποτέ τα ονόματα των γονέων της Μαρίας, αλλά, σύμφωνα με την παράδοση η μητέρα της ήταν η Άννα και πατέρας της ο Ιωακείμ. Η Άννα πρωτοεμφανίζεται στο Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου και σταδιακά εξελίχτηκε σε μια αξιοσέβαστη μεσαιωνική Αγία. Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες πτυχές του βίου της είναι πως παντρεύτηκε τρεις φορές (τεχνικά καλείται θεωρία του τρινούβιου). Γιατί; Προκειμένου να λυθεί το ζήτημα των πολλών αδερφών του Ιησού που αναφέρονται στη Βίβλο. Αν η Μαρία ήταν μια δια βίου παρθένα, πως ο Ιησούς είχε αδέρφια; Η απάντηση, σύμφωνα με τον μεταφραστή της Βίβλου του πέμπτου αιώνα, Ιερώνυμο, ήταν πως επρόκειτο για ξαδέρφια του Ιησού (και είναι αλήθεια πως στον αρχαίο κόσμο τα ξαδέρφια θεωρούνταν συχνά ως αδέρφια). Τότε θα αναρωτηθεί κάποιος: Ποιοι ήταν οι θείοι και οι θείες του Ιησού; Προφανώς τα αδέρφια της Μαρίας.
Μέσα από αυτή την αλυσίδα των υποθέσεων αναπτύχθηκε μία παράδοση κατά την οποία η Άννα ξαναπαντρεύτηκε δύο φορές μετά τον θάνατο του Ιωακείμ, γεννώντας ακόμα δύο “Μαρίες”: την Μαρία του Κλωπά και την Μαρία Σαλώμη. Δεν αστειεύομαι: αυτή η παράδοση διατείνεται πως η Άννα ονόμασε όλες τις κόρες της Μαρίες. Η θεωρία τελικά καταδικάστηκε τον δωδέκατο αιώνα όταν οι θεολόγοι ένιωσαν πως δεν παρουσίαζε την Άννα με τον καλύτερο τρόπο.
Δεν ένιωσε πόνο στη γέννα
Η γέννα ενός παιδιού είναι μια ιδιαίτερα επώδυνη εμπειρία. Οι μητέρες ίσως να έχουν προσέξει πως στην Αναγεννησιακή τέχνη η Μαρία παρουσιάζεται σε μια άψογη φυσική κατάσταση αμέσως μετά την γέννηση του Ιησού. Ντροπιάζει ακόμα και την Δούκισσα του Καίμπριτζ. Δεν υπάρχει αίμα, ιδρώτας ή οτιδήποτε άλλο που να θαμπώνει την εικόνα της Αγίας Οικογένειας. Αυτή δεν είναι απλά μια μη ρεαλιστική πλευρά της υψηλής τέχνης αλλά μια ολόκληρη θεολογική παράδοση. Η παράδοση υποστηρίζει πως ο πόνος κατά την εμπειρία της γέννας είναι το αποτέλεσμα της αμαρτίας της Εύας στον κήπο της Εδέμ. Γι’ αυτόν τον λόγο η Μαρία απεικονίζεται ως ατάραχη, ήρεμη και χαρούμενη. Οι μεσαιωνικές περιγραφές της εμπειρίας της σχετικά με την σύλληψη, την εγκυμοσύνη και την γέννα της, είναι συνήθως χαρούμενες και κάποιες φορές ερωτικές.
Δεν είχε καμία εμπειρία πόνου ή βασάνου κατά τον θάνατό της. Για την ακρίβεια ίσως να μην πέθανε ποτέ
Αν και η Μαρία έζησε την φρικτή εμπειρία της απώλειας ενός παιδιού, ο θρύλος υποστηρίζει πως η ίδια δεν βίωσε μεγάλο φυσικό πόνο. Μάλιστα σε κάποιες παραδόσεις δεν πέθανε καν. Υπάρχουν αμέτρητες ιστορίες για το τέλος της Μαρίας πάνω στη Γη. Κάποιες την θέλουν να πέφτει σε βαθύ ύπνο (και μετά να ανασταίνεται και να αναλήπτεται στους ουρανούς ), ενώ άλλες εστιάζουν στην ανάληψή της (προφανώς χωρίς να έχει προηγηθεί θάνατος).
Η επίσημη παράδοση, που είναι γνωστή ως η Μετάσταση της Θεοτόκου, είναι δημοφιλής στην Ανατολική ορθόδοξη και καθολική εκκλησία. Η ιδέα ότι έπεσε σε βαθύ ύπνο υπονοούσε πως δεν βασανίστηκε καθόλου. Το δόγμα της Ανάληψης της Μαρίας είναι διαδεδομένο στους χριστιανούς. Σε κάθε θεωρία, oι θιασώτες είναι ξεκάθαροι για το γεγονός πως παρόλο που πέθανε, η Μαρία δεν βίωσε ποτέ πόνο που σχετίζεται με τον θάνατο.
Οι προχριστιανικές ρίζες της Μετάστασης της Παναγίας
Αν και η Ανάληψη της Παναγίας πέρασε στο Βυζαντινό εορτολόγιο στα τέλη του 6ου αιώνα από τον Αυτοκράτορα Μαυρίκιο, μόλις το 1950 ορίστηκε επίσημα δόγμα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας από τον Πάπα Πίο ΧΙΙ. Για την Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία, βέβαια, αποτελεί απλά μέρος της Ιεράς Παράδοσης, παράδοση που τις απαρχές της μπορούμε να εντοπίσουμε όχι στα λόγια του Τιμόθεου των Ιεροσολύμων, όπως πιστεύουν αρκετοί (καθώς η λεπτομερής έρευνα του Bernard Capelle το 1949 έδειξε πως δεν πρόκειται για κάποιο ιερέα του 4ου αιώνα, αλλά για ανώνυμο Βυζαντινό συγγραφέα που έζησε κάπου ανάμεσα στον 6ο και 8ο αιώνα), αλλά στο λεγόμενο απόκρυφο Liber Requiei Mariae (Το Βιβλίο για την Ανάπαυση της Μαρίας). Το τελευταίο σήμερα σώζεται μονάχα στα Αιθιοπικά και χρονολογείται τον 4ο αιώνα, είναι όμως πολύ πιθανό ως προφορική παράδοση να ξεκινάει ένα αιώνα νωρίτερα. Όλες οι μετέπειτα εκδοχές, αν και εμπλουτίζουν την αρχική διήγηση, φαίνεται να έχουν ως βάση εκείνο ακριβώς το απόκρυφο ευαγγέλιο γραμμένο από κάποιο άγνωστο συγγραφέα.
Όπως είδαμε προηγουμένως, η αγιογραφική απεικόνιση της Κοιμήσεως και της Ανάληψης της Παναγίας, αποτελεί μια σύνθεση απόκρυφων πηγών παρά ιστορικών μαρτυριών. Βέβαια, σκοπός της αγιογραφικής τέχνης δεν είναι να αποτυπώσει την ιστορία, παρά να ιστορίσει την πνευματοποίηση του κόσμου. Και το επιτυγχάνει αυτό μέσα από τη θεολογική χρήση των χρωμάτων και των μορφών, γεγονός που σημαίνει πως το εικόνισμα παραμένει στο μεταφορικό επίπεδο, ώστε αλλάζοντας τη συμπαγή πραγματικότητα να της εκμαιεύσει τη μεταφυσική της σημασία.
Παρ’ όλα αυτά, όμως, αν στο επεισόδιο με την Τίμια Ζώνη της Παρθένου μπορούμε να εντοπίσουμε προχριστιανικές ρίζες, μήπως το ίδιο μπορούμε να κάνουμε και με το γενικότερο θέμα της Μετάστασης;
Το 161, στο Monte Citorio της Ρώμης, θα αναγερθεί το λεγόμενο Colonna di Antonino Pio, ένα μαρμάρινο μνημείο με το οποίο ο αυτοκράτορας Antoninus Pius θα απαθανατίσει την Αποθέωση της πρόσφατα χαμένης του συζύγου Annia Galeria Faustina. Με τον όρο αυτό -αποθέωση-, οι αρχαίοι Έλληνες (η λέξη εμφανίζεται για πρώτη φορά στον Πολύβιο, χρησιμοποιείται όμως με τη σημασία που της αποδόθηκε αργότερα από τον Κικέρωνα) και μετέπειτα οι Ρωμαίοι, περιέγραφαν το πέρασμα ενός θνητού σε ένα επίπεδο ύπαρξης πιο κοντά στους θεούς. Σε αντίθεση, βέβαια, με τους τελευταίους, ο αφηρωϊσμός στους Έλληνες δεν κατέτασσε τους θνητούς στον Όλυμπο, τους ομοίαζε όμως με τους Θεούς, αφού αγαλλίαζαν και αποκτούσαν ευεργετικές δυνάμεις για τους ζωντανούς. Ο αφηρωϊσμός των νεκρών αποτελεί ιδιαίτερο γνώρισμα των ελληνιστικών χρόνων και συγκεκριμένα των γεωγραφικών περιοχών που ήταν κάτω από την επιρροή των Μακεδόνων, ενώ ένα από χαρακτηριστικά του ήταν η χάραξη της επιγραφής «ήρως χρηστέ χαίρε» στις επιτύμβιες στήλες. Το χαίρειν θεωρείται πως ήταν μέρος μιας αγγελίας που οδηγεί στην ηρωοποίηση, έτσι όπως την υπόσχονταν ποικίλες λατρείες στην αρχαιότητα και ιδιαίτερα τα ορφικά ελάσματα, που έδιναν οδηγίες στο νεκρό για την επίτευξη της μακάριας αθανασίας. Στην αυτοκρατορική εποχή, όμως, ο αφηρωϊσμός γίνεται ο κανόνας, φτάνοντας μέχρι και την Ρώμη, όπου οι αυτοκράτορες θεοποιούνταν (divus) τις περισσότερες φορές για πολιτικούς λόγους, που εύλογα προκαλούσαν αρνητικά σχόλια ακόμη και μεταξύ των Ρωμαίων (βλ. το σατιρικό Αποκολοκύνθωσις του Σενέκα).
Αυτό που μας ενδιαφέρει, όμως, στην περίπτωση της Faustina, είναι πως η ανάγλυφη παράσταση της Αποθέ-ωσης παριστάνει την ανάληψη της αυτοκράτειρας στην πλάτη ενός genius, ενός φτερωτού προστατευτικού πνεύματος (βλ. Αιών) που οδηγεί την ίδια και το σύζυγο της στον ουρανό. Η σκηνή πλαισιώνεται από δυο αετούς που παραδοσιακά έχουν την αποστολή της μεταφοράς των θνητών. Αυτό ισχύει στην περίπτωση της αποθέωσης του αυτοκράτορα Titus που στην αψίδα που εγέρθηκε στα τέλη του 1ου αιώνα προς τιμή του, στη Via Sacra της Ρώμης, παριστάνεται ίσως για πρώτη φορά η ανάληψη αυ-τοκράτορα στην πλάτη ενός αετού. Σε παλαιότερες παραστάσεις αποθέωσης, όπως αυτή του Ιούλιου Καίσαρα στο λεγόμενο βωμό του Belvedere (π. 2 π.α.χ.χ), βλέπουμε το στρατηγό ανεβασμένο σε άρμα να ξεκινά την ανοδική του πορεία προς τον θεό Caelus. Ο τελευταίος με το μανδύα του σχηματίζει το ουράνιο στερέωμα, καθώς ο ίδιος αντιστοιχεί στον ελληνικό Ουρανό, το Δία αλλά και τον (υπερβατικό) Όλυμπο, όπως μας εξηγεί ο Marcus Terentius Varro.
Μερικά χρόνια πριν την Faustina, μια άλλη αυτοκράτειρα θα αποθεωθεί με δικό της ανάγλυφο που θα στήσει ο σύζυγός της το 137 στη Ρώμη. Πρόκειται για το consecratio της Vibia Sabina, της οποίας το πνεύμα αφού θα απελευθερωθεί από την νεκρική πυρά, μεταφέρεται στην πλάτη ενός θηλυκού genius της Αιωνιότητας στον ουρανό. Τη σκηνή παρακολουθούν με θαυμασμό άνδρες όπως ο Αδριανός, που παριστάνεται με τη χαρακτηριστική στάση της δαχτυλοδειξίας. Το ορθωμένο χέρι που δείχνει ψηλά, κατευθύνει το βλέμμα του θεατή στην πηγή αλλά και τον σκοπό όλων των πραγμάτων. Το μάτι θα αναζητήσει στον ουρανό και τον ήλιο αυτή την αρχή και δεν θα είναι λάθος. Ο εσωτερικός οφθαλμός, όμως, γνωρίζει καλύτερα πως ο ουρανός αλλά και ο ήλιος αυτός, δεν είναι παρά είδωλα μιας άλλης πνευματικής αρχής. Ως έτσι, το ορθωμένο δάχτυλο δηλώνει τη ροπή των πραγμάτων προς τα άνω, στις ανώτερες καταστάσεις ύπαρξης, σε εκείνες της καταστάσεις ενότητας, όπως ένα είναι και το δάχτυλο που ορθώνεται (δηλαδή στέκει ορθά, επομένως ορθώνεται δια της ορθοπραξίας).
Τα προαναφερθέντα ανάγλυφα -όπως και πολλά ακόμη- αλλά και οι λεπτομερείς περιγραφές που σώθηκαν από τους ιστορικούς Cassius Dio και Ηρωδιανό, μαρτυρούν πως η αυτοκρατορική αποθέωση δεν περιοριζόταν σε έργα τέχνης, αλλά και σε ειδικές τελετουργίες, όπου στηνόταν μεγάλη πυρά, γύρω από την οποία βάδιζαν οι ιερείς που μετέφεραν και απέδιδαν δώρα και θυμιάματα. Λόγοι που εξυμνούσαν τον αποθανόντα προφέρονταν με στόμφο, ενώ ένα κέρινο ομοίωμα του νεκρού έλιωνε στη φωτιά που είχε ανάψει από πυρσούς που έφερε ο νέος αυτοκράτορας και το κοινό που παρακολουθούσε την ιεροπραξία. Η τελετή ολοκληρωνόταν με την απελευθέρωση ενός αετού, το πέταγμα του οποίου σήμανε το ταξίδι της ψυχής του νεκρού στον ουρανό, πορεία που συχνά αποτελούσε οιωνό για το μέλλον της Ρώμης και του καινούργιου της άρχοντα.
Σχετικά με το Γανυμήδη, διαβάζουμε στην Ιλιάδα πως οι θεοί τον ανέβασαν στον Όλυμπο για να γίνει αθάνατος και οινοχόος του Δία -ανάληψη που έγινε με την αρπαγή ενός αετού, μας πληροφορεί ο ψευδο Υγίνος- όχι γιατί ήταν ο πιο όμορφος ανάμεσα στους θνητούς, μας εξηγεί ο Ξενοφώντας στο Συμπόσιό του, αλλά λόγω της ψυχής του, γεγονός που βεβαιώνει και το όνομά του από το γάνυται και το μήδεα, που σημαίνουν «χαίρομαι να ακούω σοφές σκέψεις». Αυτό που χάρισε δηλαδή την αθανασία στον νεαρό πρίγκιπα της Τροίας, δεν είναι το ότι ήταν ηδησώματος, αλλά ηδηγνώμων.
Οι θνητοί αυτοί, βέβαια, δεν ήταν οι μοναδικοί που αναλήφθηκαν στον αρχαίο Όλυμπο… Όπως γράφει ο ψευδο-Απολλόδωρος στη Βιβλιοθήκη του (1ος αιώνας), όταν οι πύρινες γλώσσες κάλυψαν το σώμα της Σεμέλης, ο γιος της Διόνυσος κατέβηκε στον Άδη για να την ανεβάσει αργότερα στον Όλυμπο ως Θυώνη (από το θύω που σημαίνει κι- νούμαι ορμητικά από όπου και το θυάς δηλαδή η μαινάδα). Ο Παυσανίας αμφιβάλει αν πέθανε πραγματικά η Θηβαία πριγκίπισσα, ο Νόννος όμως στα Διονυσιακά του (5ος αιώνας) ξεκαθαρίζει πως η μητέρα του θυρσοφόρου πέρασε τις πύλες του Ολύμπου, όχι πριν, αλλά μετά το θάνατο της.
Παρόμοια ο Πλούταρχος (Βίοι Παράλληλοι, 1ος αιώνας) εξιστορεί πως μια μυστηριώδης νεφέλη εξαφάνισε τον Ρωμύλο κατά την διάρκεια δημόσιων τελετών, ενώ μάρτυρες τον είδαν να υψώνεται την ίδια ώρα που μια φωνή τον αποκαλούσε Κυρίνο (ένα από τα μετέπειτα επίθετα του Ιανού).
Με τη σειρά του ο Απουλήιος, στο Asinus aureus (2ος αιώνας), ανεβάζει στο βουνό των θεών την κόρη του βασιλιά της Σικελίας, τη Ψυχή με τα φτερά του Έρωτα (παραπέμποντας ασφαλώς εδώ στην Πλατωνική αντίληψη για την πτέρωση της ψυχής και την ένωσή της με το θείο δια του μέγα δαίμων Έρωτα). Ενώ ο ψευδο Υγίνος με την σειρά του, μας πληροφορεί πως ανάμεσα στους θνητούς που έγιναν αθάνατοι, ήταν και η Αριάδνη, που όταν την εγκατέλειψε ο Θησέας στη Νάξο, την ερωτεύτηκε ο Διόνυσος. Ο Οβίδιος συμπληρώνει εδώ λέγοντας πως την κόρη του Μίνωα ο θεός την ανέβασε ψηλά στον ουρανό, μεταμορφώνοντάς την και δίνοντάς της καινούργιο όνομα – Libera (ελευθερία). Σε δίσκο από τερακότα που βρέθηκε στο Βρινδήσιο (1ος αιώνας π.α.χ.χ;) βλέπουμε το θεϊκό ζευγάρι να ανέρχεται στους ουρανούς πάνω σε άρμα που το οδηγεί ο Έρωτας με την συντροφιά του Ερμή, ενώ μια μεγάλη κύλικα από το Ρούβο απεικονίζει την ανάληψη της Αριάδνης με δυο φτερωτούς έρωτες που κρατάνε μυητικά σύμβολα, μια Αιωνική δάδα και μια Ισιδιακή situla.
Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειώσουμε πως η μεταμόρφωση για την οποία έκανε λόγο ο Οβίδιος νωρίτερα, δεν αφορά μόνο το χάρισμα της αθανασίας στην Αριάδνη, αλλά και την τοποθέτηση του στέμματος που της πρόσφερε ο θεός στον ουρανό, ως αστερισμό του Βόρειου Στέφανου. Ο μεταθανάτιος καταστερισμός, δηλαδή η μεταμόρφωση των θνητών σε αστέρια – όπως συνέβη με την Καλλιστώ, τους Διόσκουρους, τον Ωρίωνα, τον Ασκληπιό (που αν και αναστήθηκε από τον Απόλλωνα ο Δίας τον μεταμόρφωσε στον αστερισμό του Οφιούχου) κ.α.- συνάδει με την ευρύτερη αντίληψη των αρχαίων περί ταύτισης των άστρων με τις ευδαίμονες ψυχές (βλ. χαρακτηριστικά Τίμαιος 42β), στοιχείο που φαίνεται να μην αγνοεί η Ιουδαϊκή γραμματεία (βλ. επίσης Ενώχ 104:2, 2 Έσδρας 7:97, 2 Μπαρούχ 51:10), καθώς ο προφήτης Δανιήλ βάζει τον άγγελο να λέει πως την έσχατη μέρα της ανάστασης των νεκρών «οι συνετοί θα λάμψουν σαν το λαμπρό στερέωμα, κι εκείνοι που βοήθησαν πολλούς να μείνουν πιστοί, θα λάμψουν επίσης σαν αστέρια για πάντα» (12:3). Εδώ, αξίζει να σημειώσουμε πως και το στοιχείο του αετού που συναντήσαμε σε τόσα παραδείγματα αποθέωσης στην αρχαία Ελλάδα και Ρώμη, υπάρχει εξίσου στην Ιουδαϊκή Γραφή και πιο συγκεκριμένα στο βιβλίο της Εξόδου (19:4), όπου το σύμβολο αποκτά λυτρωτική σημασία.
Ο αετός συγκεντρώνει τις λειτουργίες του φωτός και της φωτιάς, είναι ο φορέας της φώτισης του Δία, καθώς του φέρνει το νέκταρ στο Δικταίο Άντρο για να ξεδιψάσει. Αργότερα, κατά το Μεσαίωνα, θα γίνει ο ίδιος ο Ιησούς, καθώς είναι ικανός να αντικρίζει τον Ήλιο (το θείο, τον Πατέρα) χωρίς να ταλαντεύεται και να ανέρχεται στα ουράνια.
Με βάση, λοιπόν, όλα τα παραπάνω, μπορούμε να συμπεράνουμε πως οι βασικές ιδέες που βρίσκουμε στην Κοίμηση και την Ανάληψη της Παναγίας δεν περιορίζονται στο χριστιανικό φαντασιακό, παρά τις συναντάμε τόσο στη Ρώμη όσο και στην Ελλάδα, γεγονός που σημαίνει πως η διαμόρφωση της δοξασίας της Μετάστασης της Παρθένου εκκολάφτηκε σε ένα προ αιώνων διαμορφωμένο θρησκειολογικό πλαίσιο, που ιδιαίτερα στους Αυτοκρατορικούς χρόνους (1ος αιώνας π.α.χ.χ – 3ος αιώνας) βρισκόταν σε ακμή.
ΔΕΣ: Μαρία· από απλή γυναίκα, σε «μετά Θεόν, η θεός» - Η προοδευτική εξέλιξη της θεολογικής θέσης της Παναγίας, κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΑΠΟΚΡΥΦΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΟΥ ΙΑΚΩΒΟΥ. (Μαμή με το δάκτυλό της διαπιστώνει την παρθενία της 12χρονης Μαριάμ)
Αν δεν βάλω το δάκτυλο μου στη φύση της για να ερευνήσω, δεν θα πιστέψω ότι μια παρθένος γέννησε ΒΛΕΠΕ ΚΕΦ. 19:3
ΠΡΩΤΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΟΥ ΙΑΚΩΒΟΥ
1.1. Στις ιστορίες των δώδεκα φυλών του Ισραήλ’ γίνεται λόγος για τον Ιωακείμ, που ήταν πολύ πλούσιος και συνήθιζε να προσφέρει διπλά τα δώρα του στο Ναό, λέγοντας: «Ας είναι ένα μέρος της περιουσίας μου για το λαό και ένα άλλο αφιερωμένο στον Κύριο μου για να συγχωρεί τις αμαρτίες μου και για τον εξιλασμό μου». 2. Πλησίαζε η ημέρα τον Κυρίου η μεγάλη και οι υιοί Ισραήλ πρόσφεραν τα δώρα τους. Στάθηκε τότε μπροστά του ο Ρουβείμ και του είπε: «Δεν σου επιτρέπεται να προσφέρεις πρώτος τα δώρα σου, αφού δεν έκανες απογόνους στον Ισραήλ». 3. Ο Ιωακείμ τότε λυπήθηκε πολύ και πήγε στα βιβλία των δώδεκα φυλών του Ισραήλ μονολογώντας: «Θα κοιτάξω προσεκτικά στα βιβλία των δώδεκα φυλών του Ισραήλ, για να διαπιστώσω αν είμαι ο μόνος που δεν έκανα απογόνους στον Ισραήλ». Ερεύνησε και βρήκε ότι όλοι οι δίκαιοι ανάστησαν απογόνους στον Ισραήλ. Θυμήθηκε και τον πατριάρχη Αβραάμ που την έσχατη ώρα του χάρισε ο Θεός υιό, τον Ισαάκ. 4. Λυπήθηκε πολύ ο Ιωακείμ και δεν εμφανίστηκε στη γυναίκα του, αλλά κατευθύνθηκε στην έρημο, όπου έστησε τη σκηνή του, νήστεψε επίσης σαράντα μερόνυχτα μονολογώντας: «Δεν θα κατεβώ ούτε για φαγητό ούτε για ποτό, έως ότου με επισκεφτεί ο Κύριος, ο Θεός μου, και θα είναι τροφή και ποτό η προσευχή μου».
2. 1. Η γυναίκα του η Άννα θρηνούσε δύο θρήνους και οδυρόταν δύο οδυρμούς, έλεγε: «Θα οδύρομαι για τη χηρεία μου, θα οδύρομαι για την ατεκνία μου». 2. Πλησίαζε η ημέρα του Κυρίου η μεγάλη και της είπε η δούλη της η Ιουδίθ: «Έως πότε θα ταπεινώνεις τον εαυτό σου; Να έφτασε η ημέρα του Κυρίου η μεγάλη και δεν επιτρέπεται να πενθείς. Πάρε, λοιπόν, αυτή τη μαντίλα που μου έδωσε η κυρία του εργαστηρίου, δεν αρμόζει άλλωστε σε εμένα να τη φορώ, γιατί εγώ είμαι δούλα, ενώ αυτή έχει βασιλικά χαρακτηριστικά». 3. Και η Άννα της αποκρίθηκε: «Φύγε από κοντά μου, και εγώ δεν τα προκάλεσα αυτά, αλλά ο Κύριος με ταπείνωσε, μήπως όμως κάποιος πανούργος σου χάρισε το μαντήλι και ήρθες να μοιραστείς μαζί μου την αμαρτία σου;" Και η Ιουδίθ απάντησε: «Γιατί να σε καταραστώ, αφού ο Κύριος έκλεισε τη μήτρα σου για να μην δώσεις καρπό στον Ισραήλ»; 4. Στεναχωρήθηκε πολύ η Άννα. Πέταξε από πάνω της τα πένθιμα ρούχα, έλουσε το κεφάλι της και ντύθηκε τα νυφικά της φορέματα. Κατά την ένατη ώρα κατέβηκε στον κήπο να περπατήσει. Είδε μια δάφνη, κάθισε κάτω από αυτήν και ικέτεψε με τέτοια θερμά λόγια τον Κύριο: «Θεέ των πατέρων μας, ευλόγησε με και εισάκουσε τη δέηση μου, όπως ευλόγησες τη μήτρα της Σάρρας και της έδωκες υιό, τον Ισαάκ».
3. 1. Καθώς έστρεψε τα μάτια της προς τον ουρανό, είδε μια φωλιά σπουργιτιών μέσα στη δάφνη και θρήνησε μέσα της λέγοντας: «Αλίμονο σε μένα, ποιος με γέννησε; ποιά μήτρα με έφερε στον κόσμο; Γεννήθηκα καταραμένη ανάμεσα στους υιούς Ισραήλ και με χλεύασαν στο Ναό του Κυρίου. 2. Αλίμονο, σε ποιον έμοιασα εγώ; δεν έμοιασα ούτε στα πετεινά του ουρανού, αφού ακόμη και τα πετεινά του ουρανού είναι γόνιμα ενώπιον Σου, Κύριε. Αλίμονο, σε ποιον έμοιασα εγώ; δεν έμοιασα ούτε στα θηρία της γης, γιατί ακόμη και τα θηρία είναι γόνιμα ενώπιον Σον, Κύριε. 3. Αλίμονο, σε ποιον έμοιασα εγώ; δεν έμοιασα ούτε σε αυτά τα (τρεχούμενα) νερά, αφού ακόμη και τα νερά είναι γόνιμα ενώπιον Σου, Κύριε. Αλίμονο, σε ποιον έμοιασα εγώ; δεν έμοιασα ούτε σε τούτη εδώ τη γη, γιατί ακόμη και τούτη η γη προσφέρει τους καρπούς της στον κατάλληλο καιρό και Σε ευλογεί, Κύριε».
4. 1. Και να ένας άγγελος Κυρίου εμφανίστηκε μπροστά της και της είπε: «Άννα, Άννα, ο Κύριος εισάκουσε τη δέηση σου, θα συλλάβεις και θα γεννήσεις και θα μιλούν για το σπέρμα σου σε όλη την οικουμένη». Και η Άννα αποκρίθηκε: «Ζει Κύριος, ο Θεός μου, εάν γεννήσω, είτε αγόρι είτε κορίτσι, θα το προσφέρω ως δώρο στον Κύριο, τον Θεό μου, να τον υπηρετεί όλες τις ημέρες της ζωής του». 2. Ήλθαν τότε δύο αγγελιοφόροι και της είπαν: «Να, ο Ιωακείμ, o άνδρας σου, έρχεται με τα πρόβατα του». Άγγελος Κυρίου είχε κατεβεί σε αυτόν και του είπε: «Ιωακείμ, Ιωακείμ, ο Κύριος, ο Θεός εισάκουσε τη δέηση σου, κατέβα λοιπόν από αυτόν τον τόπο, γιατί η γυναίκα σου θα συλλάβει». 3. Κατέβηκε τότε ο Ιωακείμ, κάλεσε τους βοσκούς του και τους παράγγειλε: «Φέρτε εδώ δέκα προβατίνες χωρίς κηλίδα ή ψεγάδι για να τις προσφέρω θυσία στον Κύριο, το Θεό μου, φέρτε μου επίσης δώδεκα μοσχάρια τρυφερά για να τα προσφέρω στους ιερείς και τη γερουσία και φέρτε μου τέλος και εκατό κατσίκια για όλο το λαό». 4. Και να ο Ιωακείμ έφθασε με τα κοπάδια του και η Άννα στάθηκε στην πύλη, σαν είδε τον Ιωακείμ να έρχεται, έτρεξε και κρεμάστηκε στο λαιμό του λέγοντας: «Τώρα ξέρω καλά ότι ο Κύριος, ο Θεός μου έδωκε πλούσια την ευλογία Του, γιατί να που η χήρα δεν θα είναι πια χήρα και να που η άτεκνος θα συλλάβει». Ο Ιωακείμ ξεκουράστηκε την πρώτη ημέρα στο σπίτι του.
5. l. Την επόμενη μέρα πρόσφερε τα δώρα του αναλογιζόμενος: «Αν ο Κύριος, ο Θεός, μου δώσει χάρη, θα μου (το) φανερώσει το πέταλο του ιερέα». Πρόσφερε, λοιπόν, ο Ιωακείμ τα δώρα του και παρατηρούσε το πέταλο του ιερέα καθώς ανέβηκε στο θυσιαστήριο του Κυρίου και δεν είδε τίποτε να μαρτυρεί αμαρτία εναντίον του. Και είπε ο Ιωακείμ: «Τώρα ξέρω ότι ο Κύριος μου έδωσε τη χάρη του και συγχώρησε όλα τα αμαρτήματα μου». Έτσι κατέβηκε δικαιωμένος από το Ναό του Κυρίου και γύρισε στο σπίτι του. 2. Εν τω μεταξύ συμπληρώθηκαν οι μήνες της και τον ένατο μήνα η Άννα γέννησε. Ρώτησε τη μαία: «Τι γέννησα»; Και εκείνη της αποκρίθηκε: «Κορίτσι». Είπε τότε η Άννα: «Η ψυχή μου σήμερα ευφράνθηκε όσο ποτέ άλλοτε» και την έβαλε στο κρεβάτι. Όταν συμπληρώθηκαν οι μέρες της, η Άννα πλύθηκε, έδωσε στο παιδί της το μαστό της για να θηλάσει και την ονόμασε Μαριάμ.
6. 1. Μέρα με τη μέρα το κορίτσι μεγάλωνε και όταν έγινε έξι μηνών, την κράτησε η μητέρα της όρθια για να δει αν στέκεται. Η Μαριάμ έκανε επτά βήματα και έπεσε στην αγκαλιά της. Την άρπαξε τότε η Άννα, τη σήκωσε υψηλά και είπε: «Ζει Κύριος, ο Θεός μου δεν θα περπατήσεις στη γη, έως ότου σε οδηγήσω στο Ναό του Κυρίου». Και διαμόρφωσε στο υπνοδωμάτιο της ένα εξαγνισμένο χώρο, όπου τίποτε το μολυσμένο ή ακάθαρτο δεν επέτρεπε να περάσει. Κάλεσε επίσης τις αμόλυντες θυγατέρες των Εβραίων για να παίζουν μαζί της. 2. Όταν το κορίτσι έγινε ενός έτους, ο Ιωακείμ έκανε γιορτή μεγάλη. Κάλεσε τους ιερείς, τους γραμματείς, τη γερουσία και όλο το λαό του Ισραήλ. Παρουσίασε τότε ο Ιωακείμ την κόρη του στους ιερείς και την ευλόγησαν λέγοντας: «Θεέ των πατέρων μας, ευλόγησε αυτήν την κόρη και χάρισε της όνομα ξακουστό και αιώνιο σε όλες τις γενιές». Και ο λαός αποκρίθηκε: «Γένοιτο, γένοιτο, αμήν». Την παρουσίασε επίσης στους αρχιερείς και αυτοί την ευλόγησαν λέγοντας: «Θεέ των πατέρων μας, στρέψε το βλέμμα Σου σε αυτή την κόρη και ευλόγησε την με την έσχατη και ολοκληρωτική ευλογία, που ανώτερη της δεν υπάρχει». 3. Την πήρε στην αγκαλιά της η μητέρα της και την οδήγησε στον εξαγνισμένο χώρο του υπνοδωματίου της, όπου της έδωσε το μαστό της για να θηλάσει. Και έψαλε η Άννα αυτό το άσμα στον Κύριο, τον Θεό: «Θα ψάλω ένα άσμα στον Κύριο, τον Θεό μου, γιατί με σπλαχνίστηκε και με απάλλαξε από τη ντροπή των εχθρών μου. Μου έδωσε ο Κύριος καρπό της δικαιοσύνης Του, μοναδικό και πολλαπλάσιο ενώπιον Του. Ποιος θα αναγγείλει στους υιούς της φυλής Ρουβείμ ότι η Άννα θηλάζει; Ακούστε, ακούστε, οι δώδεκα φυλές του Ισραήλ ότι η Άννα θηλάζει». Κι αφού την έβαλε να αναπαυτεί στον εξαγνισμένο χώρο, βγήκε και υπηρετούσε τους καλεσμένους. Όταν τελείωσε το δείπνο, έφυγαν γεμάτοι αγαλλίαση, δοξάζοντας τον Θεό του Ισραήλ.
7. 1. Καθώς περνούσαν οι μήνες, το παιδί μεγάλωνε. Όταν έγινε δύο ετών, είπε ο Ιωακείμ στην Άννα: «Ας την οδηγήσουμε στο ναό του Κυρίου, για να εκπληρώσουμε την υπόσχεση που δώσαμε, μήπως μας στείλει ο Κύριος την οργή Του και δεν γίνει δεκτό τότε το Δώρο μας». Η Άννα τότε απάντησε: «Ας περιμένουμε το τρίτο έτος, για να μην αποζητήσει το κορίτσι τον πατέρα ή την μητέρα». Και o Ιωακείμ είπε: «Ας περιμένουμε». 2. Όταν έγινε τριών χρόνων το κορίτσι, είπε ο Ιωακείμ: «Προσκαλέστε τις αμόλυντες θυγατέρες των Εβραίων να πάρουν από μια λαμπάδα, που θα κρατούν αναμμένη, ώστε να μην στραφεί το κορίτσι προς τα πίσω και μείνει αιχμάλωτη η καρδιά της μακριά από το Ναό του Κυρίου». Έτσι έκαναν, λοιπόν, ώσπου ανέβηκαν στο ναό του Κυρίου, όπου ο ιερέας την υποδέχτηκε, την ασπάστηκε, την ευλόγησε και είπε: «Ο Κύριος δόξασε το όνομα σου σε όλες τις γενιές. Μέσα από εσένα θα αποκαλύψει o Κύριος στις έσχατες ημέρες τη λύτρωση Του στους Ισραηλίτες». 3. Ο ιερέας την έβαλε να καθίσει στον τρίτο αναβαθμό του θυσιαστηρίου. Ο Κύριος, ο Θεός, της έδωσε χάρη και χόρεψε (με τα πόδια της) και όλος ο λαός του Ισραήλ την αγάπησε.
8. l. Οι γονείς της επέστρεψαν γεμάτοι θαυμασμό και δοξάζοντας τον δεσπότη Θεό, γιατί η κόρη τους δεν στράφηκε προς τα πίσω. H δε Μαρία ζούσε στο Ναό του Κυρίου τρεφόμενη σαν περιστέρι και έπαιρνε την τροφή της από το χέρι αγγέλου. 2.Όταν έγινε δώδεκα ετών, έκαναν συμβούλιο οι ιερείς συζητώντας: «Να η Μαρία έγινε δωδεκαετής ζώντας στο Ναό του Κυρίου, τι να κάνουμε λοιπόν με αυτήν για να μην μολύνει τον ιερό χώρο του Κυρίου»; Και είπαν στον αρχιερέα: «Εσύ στέκεσαι μπροστά στο θυσιαστήριο του Κυρίου, είσελθε, λοιπόν, και ό,τι σου αποκαλύψει ο Κύριος αυτό θα κάνουμε». 3. Ο αρχιερέας φόρεσε το δωδεκακώδωνο άμφιο εισήλθε στα άγια των αγίων και προσευχήθηκε για αυτήν. Και να άγγελος Κυρίου του παρουσιάστηκε και είπε: «Ζαχαρία, Ζαχαρία, βγες έξω και συγκέντρωσε τους χήρους του λαού να φέρει ο καθένας ένα ραβδί και σε όποιον ο Κύριος δείξει κάποιο σημάδι, αυτού θα γίνει γυναίκα». Βγήκαν οι κήρυκες σε όλη την περιοχή της Ιουδαίας, ήχησε η σάλπιγγα του Κυρίου και έτρεξαν όλοι.
9. 1. Ο Ιωσήφ έριξε το σκεπάρνι και πήγε να τους συναντήσει. Όταν συγκεντρώθηκαν, πήγαν με τα ραβδιά στον αρχιερέα. Εκείνος πήρε τα ραβδιά όλων, εισήλθε στο Ναό και προσευχήθηκε. Αφού τελείωσε την προσευχή, πήρε τα ραβδιά, βγήκε και τους τα παρέδωσε. Κανένα όμως σημάδι δεν υπήρχε σε αυτά. Το τελευταίο ραβδί το πήρε ο Ιωσήφ και να ένα περιστέρι ξεπήδησε από το ραβδί και πέταξε πάνω στο κεφάλι του Ιωσήφ. Ο ιερέας είπε τότε στον Ιωσήφ: «Σε σένα έλαχε ο κλήρος να παραλάβεις την παρθένο του Κυρίου υπό την προστασία σου». 2. Ο Ιωσήφ όμως απάντησε: «Έχω γιους και είμαι γέρος, ενώ αυτή είναι νεαρή, θα με περιγελάσουν οι υιοί Ισραήλ». Και ο ιερέας αποκρίθηκε στον Ιωσήφ: «Φοβήσου τον Κύριο, τον Θεό σου, και θυμήσου τι έκανε ο Θεός στον Δαθάν, τον Αβειρών και τον Κορέ, πως δηλαδή σχίστηκε η γη και τους κατάπιε εξαιτίας της αντιλογίας τους. Και τώρα φοβήσου και εσύ Ιωσήφ, μήπως συμβούν αυτά στο σπίτι σου». 3. Φοβήθηκε ο Ιωσήφ και την παρέλαβε υπό την προστασία του. Και είπε ο Ιωσήφ στη Μαρία: «Να, σε παρέλαβα από το Ναό του Κυρίου και τώρα σε αφήνω στο σπίτι μου, πηγαίνω να χτίσω τις οικοδομές μου και θα επιστρέψω κοντά σου: Ο Κύριος θα σε διαφυλάξει».
10. 1. Συσκέφθηκαν οι ιερείς και είπαν: «Ας κάνουμε ένα παραπέτασμα για τον Ναό του Κυρίου». Και ο ιερέας πρόσταξε: «Καλέστε μου αμόλυντες παρθένες από τη φυλή του Δαβίδ». Οι υπηρέτες πήγαν και αναζήτησαν και βρήκαν επτά παρθένες. Θυμήθηκε τότε ο ιερέας και το κορίτσι, την Μαριάμ, που καταγόταν από τη φυλή του Δαβίδ και ήταν αμόλυντη ενώπιον του Θεού. Πήγαν τότε οι υπηρέτες και την έφεραν. 2. Τις οδήγησαν στο Ναό του Κυρίου και είπε ο ιερέας: «Ρίξτε κλήρο ποιά θα υφάνει το χρυσό και ποιά τον αμίαντο, ποιά το λινό και ποιά το μετάξι, ποιά το υακίνθινο και ποιά το κόκκινο και ποια την αληθινή πορφύρα». Κληρώθηκε στη Μαριάμ η αληθινή πορφύρα και το κόκκινο, τα πήρε και πήγε σπίτι της. Εκείνο τον καιρό έχασε τη λαλιά του ο Ζαχαρίας και τον αντικατέστησε ο Σαμουήλ, έως ότου ο Ζαχαρίας ξαναμίλησε. Η Μαρία πήρε το κόκκινο και άρχισε να κλώθει.
11. 1. Πήρε την στάμνα και πήγε να τη γεμίσει νερό. Και να μια φωνή της λέει «Χαίρε κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά Σου, ευλογημένη Συ εν γυναιξίν». Εκείνη έστρεψε το βλέμμα της δεξιά αριστερά, για να καταλάβει από που έρχεται αυτή η φωνή. Κατατρομαγμένη γύρισε σπίτι της, τακτοποίησε τη στάμνα, πήρε την πορφύρα, κάθισε στην καρέκλα της και έκλωθε. 2. Και να άγγελος Κυρίου στάθηκε μπροστά της και της είπε: «Μη φοβάσαι Μαριάμ, βρέθηκε περίσσεια η χάρη του Θεού, που είναι Κύριος των πάντων, για σένα, γι’ αυτό θα συλλάβεις από το λόγο του». Όταν το άκουσε αυτό αναρωτήθηκε: Θα συλλάβω εγώ απο τον Κύριο, τον ζώντα Θεό, και θα γεννήσω όπως γεννά κάθε γυναίκα; 3. Και ο άγγελος Κυρίου αποκρίθηκε: «Όχι έτσι Μαριάμ, γιατί δύναμη Κυρίου θα σε καλύψει. Γι’ αυτό και το άγιο παιδί θα ονομαστεί Υιός του Υψίστου και θα του δώσεις το όνομα Ιησούς, αυτός θα σώσει το λαό από τις αμαρτίες του. Και η Μαριάμ απάντησε: «Ιδού η δούλη Κυρίου ενώπιον Του, ας γίνει αυτό που λες». 12. 1. Αφού τελείωσε την πορφύρα και το κόκκινο, τα πήγε στον ιερέα, αυτός την ευλόγησε και είπε; «Μαριάμ, ο Κύριος δόξασε το όνομά σου, θα είσαι ευλογημένη σε όλες τις γενιές της γης». 2. Γεμάτη χαρά η Μαριάμ πήγε στην Ελισάβετ, τη συγγένισσα της, και χτύπησε την πόρτα. Ακούγοντας το χτύπο η Ελισάβετ, παραμέρισε το κόκκινο νήμα, έτρεξε προς την πόρτα και την άνοιξε. Όταν είδε τη Μαριάμ, την ευλόγησε και είπε: «Πώς μου έγινε αυτή η τιμή να με επισκεφτεί η μητέρα του Κυρίου μου; Γιατί να, αυτό που κρατώ στα σπλάχνα μου σκίρτησε και σε ευλόγησε. Η Μαρία, εν τω μεταξύ, είχε λησμονήσει τα μυστήρια για τα οποία της μίλησε ο αρχάγγελος Γαβριήλ και ατενίζοντας τον ουρανό είπε: «Ποία είμαι εγώ Κύριε που όλες οι γενιές με ευλογούν;». 3. Έμεινε τρεις μήνες στην Ελισάβετ. Μέρα όμως με τη μέρα η κοιλιά της μεγάλωνε. Φοβήθηκε η Μαριάμ, γύρισε στο σπίτι της και κρυβόταν απο τους υιούς Ισραήλ. Ήταν τότε δεκαέξι ετών όταν συνέβαιναν αυτά τα μυστήρια.
13. 1. Ήταν στον έκτο μήνα, όταν τελικά ήλθε ο Ιωσήφ από τις οικοδομικές του ασχολίες και μπαίνοντας στο σπίτι του, την βρήκε έγκυο. Χτύπησε το πρόσωπο του και ρίχτηκε κάτω σε ένα σάκκο, έκλαψε πικρά και είπε: «Με τι πρόσωπο θα αντικρίσω τον Κύριο, τον Θεό μου; Ποία προσευχή να κάνω γι’ αυτήν την κόρη; Παρθένο την παρέλαβα από το Ναό του Κυρίου, του Θεού μου, και δεν την προφύλαξα. Ποιος μου έστησε παγίδα; Ποιος έκανε αυτήν την πονηρία μέσα στο ίδιο μου το σπίτι και μόλυνε την παρθένο; Μήπως σε εμένα επαναλήφθηκε η ιστορία του Αδάμ; Γιατί όπως ακριβώς την ώρα που δοξολογούσε ο Αδάμ το Θεό, ήρθε ο όφις βρίσκοντας μόνη την Εύα και την εξαπάτησε, έτσι ακριβώς συνέβη και σε μένα». 2. Σηκώθηκε ο Ιωσήφ από το σάκκο, κάλεσε την Μαριάμ και της είπε: «Τι είναι αυτό που έκανες ξεχνώντας τον Κύριο, τον Θεό σου, που σε φρόντιζε; Γιατί ταπείνωσες τον εαυτό σου εσύ που ανατράφηκες στα άγια των αγίων και που έπαιρνες τροφή από χέρι αγγέλου»; 3. Εκείνη έκλαψε πικρά λέγοντας: «Είμαι αμόλυντη εγώ και με άνδρα δεν είχα σχέσεις». Ρώτησε τότε ο Ιωσήφ: «Από που λοιπόν συνέλαβες τον καρπό της κοιλίας σου;» Και αυτή απάντησε: «Ζει Κύριος ο Θεός μου, δεν ξέρω από που είναι».
14. 1.O Ιωσήφ φοβήθηκε πολύ, απομακρύνθηκε και έπεσε σε περισυλλογή, τι να κάνει με αυτή. Και αναλογίστηκε: «Εάν κρύψω το αμάρτημά της, θα βρεθώ να αντιμάχομαι το νόμο του Κυρίου». Εάν πάλι την φανερώσω στους υιούς Ισραήλ, φοβούμαι μήπως υπάρχει κάτι το αγγελικό σε αυτήν και βρεθώ να έχω παραδώσει έναν αθώο στο θάνατο. Τι να κάμω με αυτή; Κρυφά θα τη διώξω μακριά μου». Με τέτοιες σκέψεις τον πρόλαβε η νύκτα. 2. Και να άγγελος Κυρίου εμφανίζεται στο όνειρό του και του λέγει: «Μη φοβηθείς αυτό το κορίτσι, γιατί αυτό που βρίσκεται στα σπλάχνα της προέρχεται από το Άγιο Πνεύμα. Θα γεννήσει υιό και θα τον ονομάσεις Ιησού, γιατί αυτός θα σώσει το λαό από τα αμαρτήματα του». Σηκώθηκε τότε ο Ιωσήφ από τον ύπνο και δόξασε τον Θεό που του χάρισε την ευλογία αυτή, και πρόσεχε την Μαριάμ.
15. 1. Τον καιρό εκείνο ήρθε σ' αυτόν ο γραμματέας Άννας και του είπε: «Τι συνέβη και δεν φάνηκες στη σύναξη μας;» Ο Ιωσήφ του απάντησε: «Ήμουν ταλαιπωρημένος από το ταξίδι και ξεκουράστηκα την πρώτη μέρα». Στράφηκε τότε και είδε ο Άννας τη Μαριάμ έγκυο. 2.Φεύγει τρέχοντας προς τον ιερέα και του λέει: «Ο Ιωσήφ, για τον οποίον εσύ δίνεις μαρτυρία, παρανόμησε πολύ σοβαρά». Ρώτησε τότε ο ιερέας: «Γιατί μου το λες αυτό;» Εκείνος αποκρίθηκε: «Την παρθένο που παρέλαβε από το Ναό του Κυρίου, τη μόλυνε, ολοκλήρωσε το γάμο με αυτήν κρυφά και δεν το φανέρωσε στους υιούς Ισραήλ». Αναρωτήθηκε τότε ο ιερέας: «Έκανε τέτοιο πράγμα ο Ιωσήφ;». «Στείλε υπηρέτες και θα βρεις έγκυο την παρθένο", απάντησε ο Άννας ο γραμματέας. Πήγαν οι υπηρέτες και τη βρήκαν στην κατάσταση που περιέγραψε ο Άννας. Οδήγησαν τότε αυτήν και τον Ιωσήφ στο δικαστήριο. 3. Είπε ο ιερέας: «Μαρία, γιατί το έκανες αυτό; γιατί ταπείνωσες τον εαυτό σου ξεχνώντας τον Κύριο, τον Θεό σου; Εσύ που ανατράφηκες στα άγια των αγίων και λάμβανες τροφή από χέρι αγγέλου, εσύ που άκουσες τους ύμνους και χόρεψες μπροστά στο Θεό, γιατί το έκανες αυτό;». Εκείνη έκλαψε πικρά λέγοντας: «Ζει Κύριος ο Θεός μου, είμαι καθαρή ενώπιον Του και δεν έχω σχέση με άντρα». 4. Είπε τότε ο ιερέας στον Ιωσήφ: «Γιατί το έκανες αυτό;» Ο Ιωσήφ απάντησε: «Ζει Κύριος, εγώ είμαι καθαρός με αυτήν». Και ο ιερέας πρόσθεσε: «Μην παίρνεις ψεύτικο όρκο αλλά φανέρωσε την αλήθεια· ολοκλήρωσες κρυφά το γάμο μαζί της, δεν το φανέρωσες στους υιούς Ισραήλ, αλλά και δεν έσκυψες το κεφάλι σου στο κραταιό (θεϊκό) χέρι, για να ευλογηθεί το σπέρμα σου». Ο Ιωσήφ έμεινε σιωπηλός.
16. 1. Είπε ο ιερέας: «Δώσε πίσω την παρθένο που παρέλαβες από το Ναό του Κυρίου». Τότε ο Ιωσήφ άρχισε να κλαίει. Ο ιερέας συνέχισε: «Θα σας δώσω να πιείτε το ''ύδωρ της ελέγξεως του Κυρίου'' που θα φανερώσει ενώπιον σας τις αμαρτίες σας». 2. Πήρε ο ιερέας και έδωσε στον Ιωσήφ να πιεί, στέλνοντας τον στο βουνό. Και επέστρεψε σώος. Έδωσε και στη Μαριάμ να πιει στέλνοντάς την στο βουνό. Και επέστρεψε σώα. Θαύμασε τότε όλος ο λαός , αφού δεν βρέθηκε αμαρτία σε αυτούς. 3. Και είπε ο ιερέας: «Αφού ο Κύριος δεν αποκάλυψε αμαρτίες σε σας, ούτε εγώ σας κατακρίνω» και τους άφησε ελεύθερους. Πήρε ο Ιωσήφ τη Μαριάμ και επέστρεψε στο σπίτι του χαρούμενος και δοξάζοντας το Θεό του Ισραήλ.
17. 1. Ο βασιλιάς Αύγουστος εξέδωσε διαταγή να απογραφούν όλοι όσοι κατάγονται από τη Βηθλεέμ της Ιουδαίας. Και αναλογίστηκε ο Ιωσήφ: «Εγώ θα απογράψω τους γιους μου, με αυτό το κορίτσι όμως τι να κάνω; Πώς θα την απογράψω; Ως γυναίκα μου; Ντρέπομαι. Ως θυγατέρα μου; Μα όλοι οι υιοί Ισραήλ γνωρίζουν καλά ότι δεν είναι κόρη μου. Αυτή είναι η ημέρα του Κυρίου, ας ενεργήσει όπως θέλει». 2. Έστρωσε το υποζύγιο, την έβαλε να καθίσει, πήρε τα γκέμια ο γιος του και ο Ιωσήφ ακολουθούσε. Πορεύτηκαν κοντά τρία μίλια έτσι. Σε μια στιγμή ο Ιωσήφ στράφηκε και είδε τη Μαρία σκυθρωπή και αναλογίστηκε: «Ίσως ο καρπός της την κάνει να πονά». Γυρίζει πάλι ο Ιωσήφ και την είδε να γελά, και είπε: «Μαρία, τι συμβαίνει; Το πρόσωπο σου το βλέπω πότε γελαστό και πότε σκυθρωπό». Η Μαρία απάντησε: «Είναι επειδή βλέπω ενώπιον μου δύο λαούς, έναν που κλαίει και θρηνεί και έναν που χαίρεται και αναγαλλιάζει». 3. Είχαν διασχίσει τη μισή διαδρομή και είπε η Μαριάμ: «Κατέβασε με από το υποζύγιο, επειδή αυτό που υπάρχει μέσα μου με πιέζει να εξέλθει». Την κατέβασε από το υποζύγιο και της είπε: «Πού να σε πάω και πού να σκεπάσω τη ντροπή σου; Ο τόπος είναι έρημος».
18. 1. Εκεί βρήκε ένα σπήλαιο, την έβαλε μέσα και άφησε τους γιους του να την φροντίζουν. Κατόπιν βγήκε να αναζητήσει μαμή στα μέρη της Βηθλεέμ. 2. Εγώ ο Ιωσήφ περπατούσα και όμως δεν προχωρούσα, έστρεψα το βλέμμα μου ψηλά και είδα τον αέρα πλημμυρισμένο με φως, σήκωσα τα μάτια μου στον ουρανό και τον είδα σταματημένο και τα ουράνια πουλιά ακίνητα. Και κοίταξα προς τη γη και είδα χάμω μια σκάφη και εργάτες ανασηκωμένους με τα χέρια μέσα στη σκάφη· όσοι έτρωγαν δεν έτρωγαν και όσοι σήκωναν το κεφάλι δεν μπορούσαν να το κατεβάσουν, όσοι πάλι άνοιγαν το στόμα τους δεν μπορούσαν να το κλείσουν, αλλά ολονών τα πρόσωπα ήταν στραμμένα προς τον ουρανό. Είδα και πρόβατα να περνούν και τα πρόβατα στάθηκαν ακίνητα και, όταν σήκωσε το χέρι του ο βοσκός για να τα χτυπήσει, έμεινε υψηλά. Και έριξα τα μάτια μου στον χείμαρρο και διέκρινα τα στόματα των μικρών προβάτων ανοιχτά χωρίς να πίνουν. Και ξαφνικά όλα εξακολούθησαν την πορεία τους.
19. 1. Και να μια γυναίκα που κατέβαινε από το βουνό με ρώτησε: «Άνθρωπε που πηγαίνεις;» Εγώ απάντησα: "Ψάχνω μαμή Εβραία». Εκείνη μου αποκρίθηκε: «Και ποια είναι η ετοιμόγεννη στο σπήλαιο;» Εγώ απάντησα: «Η μνηστή μου». Μου είπε: «Δεν είναι σύζυγός σου;» Εγώ αποκρίθηκα: «Είναι η Μαριάμ που ανατράφηκε στο Ναό του Κυρίου και μου έλαχε ως γυναίκα υπό την προστασία μου. Φυσικά, λοιπόν, δεν είναι σύζυγός μου, αλλά έχει συλλάβει καρπό από το Άγιο Πνεύμα». «Είναι αλήθεια αυτό;». «Έλα και δες», απάντησε ο Ιωσήφ και η μαμή πήγε μαζί του. 2. Σταμάτησαν όταν έφτασαν στο χώρο του σπηλαίου και να ένα φωτεινό σύννεφο επεσκίαζε το σπήλαιο και η μαμή αναφώνησε: «Γέμισε από δόξα η ψυχή μου σήμερα, παράδοξα είδαν τα μάτια μου, γιατί σωτήρας γεννήθηκε στον Ισραήλ». Ξάφνου το σύννεφο υποχώρησε από το σπήλαιο και φως μεγάλο έλαμψε μέσα στο σπήλαιο, ώστε ήταν αδύνατον να αντέξουν τα μάτια μας. Σε λίγο και εκείνο το φως έσβησε, ώσπου φάνηκε το βρέφος που ήρθε και πήρε το μαστό της μητέρας του, της Μαρίας. Και η μαμή ανεβόησε: «Μεγάλη μέρα για μένα σήμερα που είδα το καινούργιο αυτό θέαμα». 3. Βγαίνοντας η μαμή από το σπήλαιο συνάντησε τη Σαλώμη και της είπε: "Σαλώμη, Σαλώμη, καινούργιο θέαμα έχω να σου διηγηθώ, μια παρθένος γέννησε παιδί που δεν το χωρά η φύση της». Και η Σαλώμη απάντησε: «Ζει Κύριος ο Θεός μου, μα αν δεν βάλω το δάκτυλο μου στη φύση της για να ερευνήσω, δεν θα πιστέψω ότι μια παρθένος γέννησε».
20. 1. Μπήκε στο σπήλαιο η μαμή και είπε στη Μαριάμ: «Πάρε την κατάλληλη θέση, γιατί μεγάλη φιλονικία υπάρχει γύρω από εσένα». Έβαλε η Σαλώμη το δάκτυλό της στη φύση και έκραξε: «Αλίμονο στην αμαρτία και στην απιστία μου που θέλησα να δοκιμάσω τη δύναμη του ζώντος Θεού και να το χέρι μου αποκόπτεται με φωτιά». 2. Έπεσε στα γόνατα τότε λέγοντας στο Δεσπότη: «Θεέ των πατέρων μου, θυμήσου ότι είμαι απόγονος του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ, κατάταξε με ανάμεσα στους πτωχούς, Συ γνωρίζεις δέσποτα, ότι έκανα θεραπείες στο όνομα σου και από Εσένα λάμβανα την ανταπόδοση μου». 3. Και να άγγελος Κυρίου ήρθε και της είπε: «Σαλώμη, Σαλώμη, σε άκουσε ο Κύριος, πρόσφερε το χέρι σου στο παιδί και κράτησέ το στην αγκαλιά, έτσι θα σωθείς και θα χαρείς». 4. Προσήλθε τότε η Σαλώμη, κράτησε το παιδί και είπε: «Θα προσκυνήσω Αυτό γιατί γεννήθηκε μεγάλος βασιλιάς στον Ισραήλ». Αμέσως θεραπεύτηκε η Σαλώμη, και βγήκε συγχωρημένη από το σπήλαιο. Και τότε φωνή ακούστηκε να λέει: «Σαλώμη, Σαλώμη, μην αναγγείλεις όσα παράδοξα είδες, μέχρι να μπει το παιδί στα Ιεροσόλυμα».
21. 1. Και να ο Ιωσήφ ετοιμάστηκε να φύγει προς την Ιουδαία και θόρυβος ξέσπασε στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας· ήλθαν μάγοι ρωτώντας: «Πού βρίσκεται ο νεογέννητος βασιλιάς των Ιουδαίων; Είδαμε το αστέρι Του να ανατέλλει στην ανατολή και ήρθαμε να Τον προσκυνήσουμε». 2. Όταν το άκουσε ο Ηρώδης, ταράχτηκε και έστειλε υπηρέτες στους μάγους. Έστειλε και κάλεσε τους αρχιερείς και τους ανέκρινε ρωτώντας: «Πώς αναφέρονται τα σχετικά με τον Χριστό; Πού γεννιέται;» Εκείνοι απάντησαν: «Στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας, έτσι έχει γραφτεί». Αφού τους απέλυσε, ανέκρινε τους μάγους ρωτώντας: «Τι σημάδι είδατε για το γεννημένο βασιλιά;» Οι μάγοι απάντησαν: «Είδαμε ένα υπερμεγέθη αστέρα που έλαμψε και συσκότισε τους υπολοίπους, ώστε να μην φαίνονται· έτσι εμείς αντιληφθήκαμε ότι γεννήθηκε βασιλιάς στον Ισραήλ και ήλθαμε να τον προσκυνήσουμε». Είπε τότε ο Ηρώδης: «Πηγαίνετε και αναζητήστε τον και αν τον βρείτε, ειδοποιήστε και εμένα, για να τον προσκυνήσω». 3. Έφυγαν οι μάγοι και να ο αστέρας που είχαν δει στην ανατολή, τους οδηγούσε έως ότου έφτασαν στο σπήλαιο, και στάθηκε στην κορυφή του. Είδαν τότε οι μάγοι το παιδί με τη μητέρα Του και έβγαλαν από τους σάκκους τους χρυσό, λίβανο και σμύρνα. 4. Αφού οι μάγοι πήραν οδηγίες από άγγελο να μην μπούνε στην Ιουδαία, από άλλο δρόμο πορεύτηκαν για την πατρίδα τους.
22. 1. Όταν κατάλαβε ο Ηρώδης ότι τον ξεγέλασαν οι μάγοι, οργίστηκε και έστειλε φονιάδες παραγγέλνοντας τους: «Σκοτώστε τα βρέφη από δύο χρονών και κάτω». 2. Όταν άκουσε η Μαριάμ ότι σκοτώνουν τα βρέφη, φοβισμένη πήρε το παιδί, το σπαργάνωσε και το έκρυψε σε ένα παχνί βοδιών. 3. Η δε Ελισάβετ όταν πληροφορήθηκε ότι ψάχνουν τον Ιωάννη, τον άρπαξε και κατευθύνθηκε προς την ορεινή περιοχή, ψάχνοντας χώρο για να τον κρύψει, αλλά χώρος για κρύψιμο δεν υπήρχε. Αναστέναξε τότε η Ελισάβετ με δυνατή φωνή και είπε: «Όρος Θεού δέξου τη μητέρα με το παιδί της». Και επειδή η Ελισάβετ δεν μπορούσε να ανέβει, αμέσως σκίστηκε το όρος και την δέχτηκε. Υπήρχε φως που τους φώτιζε, γιατί άγγελος Κυρίου ήταν μαζί τους και τους προστάτευε.
23. 1. Ο Ηρώδης έψαχνε τον Ιωάννη και έστειλε υπηρέτες στον Ζαχαρία ρωτώντας: «Πού έκρυψες τον γιο σου; «Αυτός τους αποκρίθηκε: «Εγώ είμαι λειτουργός του Θεού και βρίσκομαι στο Ναό του Κυρίου, δεν ξέρω που είναι ο γιος μου». 2. Έφυγαν οι υπηρέτες και ανακοίνωσαν στον Ηρώδη όλα αυτά. Οργισμένος ο Ηρώδης είπε: «Ο γιος του θα βασιλέψει στο Ισραήλ». Έστειλε πάλι υπηρέτες σε αυτόν ρωτώντας: «Πες την αλήθεια, που είναι ο γιος σου; Γνωρίζεις καλά ότι η ζωή σου είναι στα χέρια μου». 3. Και είπε ο Ζαχαρίας: «Μάρτυρας του Θεού θα γίνω αν χύσεις το αίμα μου, γιατί την ψυχή μου θα τη δεχτεί ο Δεσπότης, αφού αίμα αθώο χύνεις στα πρόθυρα του Ναού του Κυρίου». Στο γλυκοχάραμα σκότωσαν τον Ζαχαρία, οι υιοί όμως του Ισραήλ δεν γνώριζαν το φόνο.
24. 1. Αλλά την ώρα του ασπασμού έφυγαν οι ιερείς και δεν πήραν την ευλογία του Ζαχαρία σύμφωνα με την τάξη. Στάθηκαν λοιπόν οι ιερείς περιμένοντας να ασπαστούν τον Ζαχαρία κατά την διάρκεια της προσευχής και να δοξάσουν τον Ύψιστο. 2. Αργούσε να φανεί και όλοι φοβήθηκαν, ένας μάλιστα από αυτούς τόλμησε και μπήκε, και είδε δίπλα στο θυσιαστήριο ξεραμένο αίμα και ακούστηκε μια φωνή να λέει: «Ο Ζαχαρίας φονεύτηκε και δεν θα εξαλειφθεί η μνήμη του φόνου, έως ότου έρθει αυτός που θα αποδώσει δικαιοσύνη». Όταν άκουσε αυτά φοβήθηκε, βγήκε έξω και ανήγγειλε τα συμβάντα στους ιερείς. 3. Τόλμησαν τότε και εισήλθαν και είδαν τι είχε γίνει, μέχρι και οι αψίδες του Ναού γέμισαν με τους εκκωφαντικούς θρήνους των ιερέων που ξέσχισαν τα ρούχα τους από πάνω έως κάτω. Το σώμα του όμως δεν το βρήκαν παρά μόνο το αίμα του που είχε γίνει σαν πέτρα. Έντρομοι βγήκαν έξω και ανήγγειλαν στο λαό ότι ο Ζαχαρίας είχε φονευτεί. Το έμαθαν όλες οι φυλές του λαού, τον πένθησαν και τον θρήνησαν για τρία μερόνυκτα. 4. Μετά από τρεις ημέρες συσκέφτηκαν οι ιερείς για τον αντικαταστάτη του και ο κλήρος έλαχε στον Συμεών. Αυτός είχε πληροφορηθεί από το άγιο Πνεύμα ότι δεν θα έβλεπε θάνατο έως ότου δει τον Μεσσία σαρκωμένο.
25. Εγώ ο Ιάκωβος που έγραψα την ιστορία αυτή στην Ιερουσαλήμ, όταν δημιουργήθηκε θόρυβος με το θάνατο του Ηρώδη, αποσύρθηκα στην έρημο ώσπου καταλάγιασε ο θόρυβος στην Ιερουσαλήμ, δοξάζοντας τον Δεσπότη Θεό που μου έδωσε τη χάρη και τη σοφία να συγγράψω αυτή την ιστορία. Ας είναι η χάρις σε όσους σέβονται τον Κύριο Ιησού Χριστό του οποίου η δόξα ας παρατείνεται στους αιώνες. Αμήν.
ΔΕΣ: Μαρία· από απλή γυναίκα, σε «μετά Θεόν, η θεός» - Η προοδευτική εξέλιξη της θεολογικής θέσης της Παναγίας, κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΑΠΟΚΡΥΦΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΟΥ ΙΑΚΩΒΟΥ. (Μαμή με το δάκτυλό της διαπιστώνει την παρθενία της 12χρονης Μαριάμ)
Αν δεν βάλω το δάκτυλο μου στη φύση της για να ερευνήσω, δεν θα πιστέψω ότι μια παρθένος γέννησε ΒΛΕΠΕ ΚΕΦ. 19:3
ΠΡΩΤΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΟΥ ΙΑΚΩΒΟΥ
1.1. Στις ιστορίες των δώδεκα φυλών του Ισραήλ’ γίνεται λόγος για τον Ιωακείμ, που ήταν πολύ πλούσιος και συνήθιζε να προσφέρει διπλά τα δώρα του στο Ναό, λέγοντας: «Ας είναι ένα μέρος της περιουσίας μου για το λαό και ένα άλλο αφιερωμένο στον Κύριο μου για να συγχωρεί τις αμαρτίες μου και για τον εξιλασμό μου». 2. Πλησίαζε η ημέρα τον Κυρίου η μεγάλη και οι υιοί Ισραήλ πρόσφεραν τα δώρα τους. Στάθηκε τότε μπροστά του ο Ρουβείμ και του είπε: «Δεν σου επιτρέπεται να προσφέρεις πρώτος τα δώρα σου, αφού δεν έκανες απογόνους στον Ισραήλ». 3. Ο Ιωακείμ τότε λυπήθηκε πολύ και πήγε στα βιβλία των δώδεκα φυλών του Ισραήλ μονολογώντας: «Θα κοιτάξω προσεκτικά στα βιβλία των δώδεκα φυλών του Ισραήλ, για να διαπιστώσω αν είμαι ο μόνος που δεν έκανα απογόνους στον Ισραήλ». Ερεύνησε και βρήκε ότι όλοι οι δίκαιοι ανάστησαν απογόνους στον Ισραήλ. Θυμήθηκε και τον πατριάρχη Αβραάμ που την έσχατη ώρα του χάρισε ο Θεός υιό, τον Ισαάκ. 4. Λυπήθηκε πολύ ο Ιωακείμ και δεν εμφανίστηκε στη γυναίκα του, αλλά κατευθύνθηκε στην έρημο, όπου έστησε τη σκηνή του, νήστεψε επίσης σαράντα μερόνυχτα μονολογώντας: «Δεν θα κατεβώ ούτε για φαγητό ούτε για ποτό, έως ότου με επισκεφτεί ο Κύριος, ο Θεός μου, και θα είναι τροφή και ποτό η προσευχή μου».
2. 1. Η γυναίκα του η Άννα θρηνούσε δύο θρήνους και οδυρόταν δύο οδυρμούς, έλεγε: «Θα οδύρομαι για τη χηρεία μου, θα οδύρομαι για την ατεκνία μου». 2. Πλησίαζε η ημέρα του Κυρίου η μεγάλη και της είπε η δούλη της η Ιουδίθ: «Έως πότε θα ταπεινώνεις τον εαυτό σου; Να έφτασε η ημέρα του Κυρίου η μεγάλη και δεν επιτρέπεται να πενθείς. Πάρε, λοιπόν, αυτή τη μαντίλα που μου έδωσε η κυρία του εργαστηρίου, δεν αρμόζει άλλωστε σε εμένα να τη φορώ, γιατί εγώ είμαι δούλα, ενώ αυτή έχει βασιλικά χαρακτηριστικά». 3. Και η Άννα της αποκρίθηκε: «Φύγε από κοντά μου, και εγώ δεν τα προκάλεσα αυτά, αλλά ο Κύριος με ταπείνωσε, μήπως όμως κάποιος πανούργος σου χάρισε το μαντήλι και ήρθες να μοιραστείς μαζί μου την αμαρτία σου;" Και η Ιουδίθ απάντησε: «Γιατί να σε καταραστώ, αφού ο Κύριος έκλεισε τη μήτρα σου για να μην δώσεις καρπό στον Ισραήλ»; 4. Στεναχωρήθηκε πολύ η Άννα. Πέταξε από πάνω της τα πένθιμα ρούχα, έλουσε το κεφάλι της και ντύθηκε τα νυφικά της φορέματα. Κατά την ένατη ώρα κατέβηκε στον κήπο να περπατήσει. Είδε μια δάφνη, κάθισε κάτω από αυτήν και ικέτεψε με τέτοια θερμά λόγια τον Κύριο: «Θεέ των πατέρων μας, ευλόγησε με και εισάκουσε τη δέηση μου, όπως ευλόγησες τη μήτρα της Σάρρας και της έδωκες υιό, τον Ισαάκ».
3. 1. Καθώς έστρεψε τα μάτια της προς τον ουρανό, είδε μια φωλιά σπουργιτιών μέσα στη δάφνη και θρήνησε μέσα της λέγοντας: «Αλίμονο σε μένα, ποιος με γέννησε; ποιά μήτρα με έφερε στον κόσμο; Γεννήθηκα καταραμένη ανάμεσα στους υιούς Ισραήλ και με χλεύασαν στο Ναό του Κυρίου. 2. Αλίμονο, σε ποιον έμοιασα εγώ; δεν έμοιασα ούτε στα πετεινά του ουρανού, αφού ακόμη και τα πετεινά του ουρανού είναι γόνιμα ενώπιον Σου, Κύριε. Αλίμονο, σε ποιον έμοιασα εγώ; δεν έμοιασα ούτε στα θηρία της γης, γιατί ακόμη και τα θηρία είναι γόνιμα ενώπιον Σον, Κύριε. 3. Αλίμονο, σε ποιον έμοιασα εγώ; δεν έμοιασα ούτε σε αυτά τα (τρεχούμενα) νερά, αφού ακόμη και τα νερά είναι γόνιμα ενώπιον Σου, Κύριε. Αλίμονο, σε ποιον έμοιασα εγώ; δεν έμοιασα ούτε σε τούτη εδώ τη γη, γιατί ακόμη και τούτη η γη προσφέρει τους καρπούς της στον κατάλληλο καιρό και Σε ευλογεί, Κύριε».
4. 1. Και να ένας άγγελος Κυρίου εμφανίστηκε μπροστά της και της είπε: «Άννα, Άννα, ο Κύριος εισάκουσε τη δέηση σου, θα συλλάβεις και θα γεννήσεις και θα μιλούν για το σπέρμα σου σε όλη την οικουμένη». Και η Άννα αποκρίθηκε: «Ζει Κύριος, ο Θεός μου, εάν γεννήσω, είτε αγόρι είτε κορίτσι, θα το προσφέρω ως δώρο στον Κύριο, τον Θεό μου, να τον υπηρετεί όλες τις ημέρες της ζωής του». 2. Ήλθαν τότε δύο αγγελιοφόροι και της είπαν: «Να, ο Ιωακείμ, o άνδρας σου, έρχεται με τα πρόβατα του». Άγγελος Κυρίου είχε κατεβεί σε αυτόν και του είπε: «Ιωακείμ, Ιωακείμ, ο Κύριος, ο Θεός εισάκουσε τη δέηση σου, κατέβα λοιπόν από αυτόν τον τόπο, γιατί η γυναίκα σου θα συλλάβει». 3. Κατέβηκε τότε ο Ιωακείμ, κάλεσε τους βοσκούς του και τους παράγγειλε: «Φέρτε εδώ δέκα προβατίνες χωρίς κηλίδα ή ψεγάδι για να τις προσφέρω θυσία στον Κύριο, το Θεό μου, φέρτε μου επίσης δώδεκα μοσχάρια τρυφερά για να τα προσφέρω στους ιερείς και τη γερουσία και φέρτε μου τέλος και εκατό κατσίκια για όλο το λαό». 4. Και να ο Ιωακείμ έφθασε με τα κοπάδια του και η Άννα στάθηκε στην πύλη, σαν είδε τον Ιωακείμ να έρχεται, έτρεξε και κρεμάστηκε στο λαιμό του λέγοντας: «Τώρα ξέρω καλά ότι ο Κύριος, ο Θεός μου έδωκε πλούσια την ευλογία Του, γιατί να που η χήρα δεν θα είναι πια χήρα και να που η άτεκνος θα συλλάβει». Ο Ιωακείμ ξεκουράστηκε την πρώτη ημέρα στο σπίτι του.
5. l. Την επόμενη μέρα πρόσφερε τα δώρα του αναλογιζόμενος: «Αν ο Κύριος, ο Θεός, μου δώσει χάρη, θα μου (το) φανερώσει το πέταλο του ιερέα». Πρόσφερε, λοιπόν, ο Ιωακείμ τα δώρα του και παρατηρούσε το πέταλο του ιερέα καθώς ανέβηκε στο θυσιαστήριο του Κυρίου και δεν είδε τίποτε να μαρτυρεί αμαρτία εναντίον του. Και είπε ο Ιωακείμ: «Τώρα ξέρω ότι ο Κύριος μου έδωσε τη χάρη του και συγχώρησε όλα τα αμαρτήματα μου». Έτσι κατέβηκε δικαιωμένος από το Ναό του Κυρίου και γύρισε στο σπίτι του. 2. Εν τω μεταξύ συμπληρώθηκαν οι μήνες της και τον ένατο μήνα η Άννα γέννησε. Ρώτησε τη μαία: «Τι γέννησα»; Και εκείνη της αποκρίθηκε: «Κορίτσι». Είπε τότε η Άννα: «Η ψυχή μου σήμερα ευφράνθηκε όσο ποτέ άλλοτε» και την έβαλε στο κρεβάτι. Όταν συμπληρώθηκαν οι μέρες της, η Άννα πλύθηκε, έδωσε στο παιδί της το μαστό της για να θηλάσει και την ονόμασε Μαριάμ.
6. 1. Μέρα με τη μέρα το κορίτσι μεγάλωνε και όταν έγινε έξι μηνών, την κράτησε η μητέρα της όρθια για να δει αν στέκεται. Η Μαριάμ έκανε επτά βήματα και έπεσε στην αγκαλιά της. Την άρπαξε τότε η Άννα, τη σήκωσε υψηλά και είπε: «Ζει Κύριος, ο Θεός μου δεν θα περπατήσεις στη γη, έως ότου σε οδηγήσω στο Ναό του Κυρίου». Και διαμόρφωσε στο υπνοδωμάτιο της ένα εξαγνισμένο χώρο, όπου τίποτε το μολυσμένο ή ακάθαρτο δεν επέτρεπε να περάσει. Κάλεσε επίσης τις αμόλυντες θυγατέρες των Εβραίων για να παίζουν μαζί της. 2. Όταν το κορίτσι έγινε ενός έτους, ο Ιωακείμ έκανε γιορτή μεγάλη. Κάλεσε τους ιερείς, τους γραμματείς, τη γερουσία και όλο το λαό του Ισραήλ. Παρουσίασε τότε ο Ιωακείμ την κόρη του στους ιερείς και την ευλόγησαν λέγοντας: «Θεέ των πατέρων μας, ευλόγησε αυτήν την κόρη και χάρισε της όνομα ξακουστό και αιώνιο σε όλες τις γενιές». Και ο λαός αποκρίθηκε: «Γένοιτο, γένοιτο, αμήν». Την παρουσίασε επίσης στους αρχιερείς και αυτοί την ευλόγησαν λέγοντας: «Θεέ των πατέρων μας, στρέψε το βλέμμα Σου σε αυτή την κόρη και ευλόγησε την με την έσχατη και ολοκληρωτική ευλογία, που ανώτερη της δεν υπάρχει». 3. Την πήρε στην αγκαλιά της η μητέρα της και την οδήγησε στον εξαγνισμένο χώρο του υπνοδωματίου της, όπου της έδωσε το μαστό της για να θηλάσει. Και έψαλε η Άννα αυτό το άσμα στον Κύριο, τον Θεό: «Θα ψάλω ένα άσμα στον Κύριο, τον Θεό μου, γιατί με σπλαχνίστηκε και με απάλλαξε από τη ντροπή των εχθρών μου. Μου έδωσε ο Κύριος καρπό της δικαιοσύνης Του, μοναδικό και πολλαπλάσιο ενώπιον Του. Ποιος θα αναγγείλει στους υιούς της φυλής Ρουβείμ ότι η Άννα θηλάζει; Ακούστε, ακούστε, οι δώδεκα φυλές του Ισραήλ ότι η Άννα θηλάζει». Κι αφού την έβαλε να αναπαυτεί στον εξαγνισμένο χώρο, βγήκε και υπηρετούσε τους καλεσμένους. Όταν τελείωσε το δείπνο, έφυγαν γεμάτοι αγαλλίαση, δοξάζοντας τον Θεό του Ισραήλ.
7. 1. Καθώς περνούσαν οι μήνες, το παιδί μεγάλωνε. Όταν έγινε δύο ετών, είπε ο Ιωακείμ στην Άννα: «Ας την οδηγήσουμε στο ναό του Κυρίου, για να εκπληρώσουμε την υπόσχεση που δώσαμε, μήπως μας στείλει ο Κύριος την οργή Του και δεν γίνει δεκτό τότε το Δώρο μας». Η Άννα τότε απάντησε: «Ας περιμένουμε το τρίτο έτος, για να μην αποζητήσει το κορίτσι τον πατέρα ή την μητέρα». Και o Ιωακείμ είπε: «Ας περιμένουμε». 2. Όταν έγινε τριών χρόνων το κορίτσι, είπε ο Ιωακείμ: «Προσκαλέστε τις αμόλυντες θυγατέρες των Εβραίων να πάρουν από μια λαμπάδα, που θα κρατούν αναμμένη, ώστε να μην στραφεί το κορίτσι προς τα πίσω και μείνει αιχμάλωτη η καρδιά της μακριά από το Ναό του Κυρίου». Έτσι έκαναν, λοιπόν, ώσπου ανέβηκαν στο ναό του Κυρίου, όπου ο ιερέας την υποδέχτηκε, την ασπάστηκε, την ευλόγησε και είπε: «Ο Κύριος δόξασε το όνομα σου σε όλες τις γενιές. Μέσα από εσένα θα αποκαλύψει o Κύριος στις έσχατες ημέρες τη λύτρωση Του στους Ισραηλίτες». 3. Ο ιερέας την έβαλε να καθίσει στον τρίτο αναβαθμό του θυσιαστηρίου. Ο Κύριος, ο Θεός, της έδωσε χάρη και χόρεψε (με τα πόδια της) και όλος ο λαός του Ισραήλ την αγάπησε.
8. l. Οι γονείς της επέστρεψαν γεμάτοι θαυμασμό και δοξάζοντας τον δεσπότη Θεό, γιατί η κόρη τους δεν στράφηκε προς τα πίσω. H δε Μαρία ζούσε στο Ναό του Κυρίου τρεφόμενη σαν περιστέρι και έπαιρνε την τροφή της από το χέρι αγγέλου. 2.Όταν έγινε δώδεκα ετών, έκαναν συμβούλιο οι ιερείς συζητώντας: «Να η Μαρία έγινε δωδεκαετής ζώντας στο Ναό του Κυρίου, τι να κάνουμε λοιπόν με αυτήν για να μην μολύνει τον ιερό χώρο του Κυρίου»; Και είπαν στον αρχιερέα: «Εσύ στέκεσαι μπροστά στο θυσιαστήριο του Κυρίου, είσελθε, λοιπόν, και ό,τι σου αποκαλύψει ο Κύριος αυτό θα κάνουμε». 3. Ο αρχιερέας φόρεσε το δωδεκακώδωνο άμφιο εισήλθε στα άγια των αγίων και προσευχήθηκε για αυτήν. Και να άγγελος Κυρίου του παρουσιάστηκε και είπε: «Ζαχαρία, Ζαχαρία, βγες έξω και συγκέντρωσε τους χήρους του λαού να φέρει ο καθένας ένα ραβδί και σε όποιον ο Κύριος δείξει κάποιο σημάδι, αυτού θα γίνει γυναίκα». Βγήκαν οι κήρυκες σε όλη την περιοχή της Ιουδαίας, ήχησε η σάλπιγγα του Κυρίου και έτρεξαν όλοι.
9. 1. Ο Ιωσήφ έριξε το σκεπάρνι και πήγε να τους συναντήσει. Όταν συγκεντρώθηκαν, πήγαν με τα ραβδιά στον αρχιερέα. Εκείνος πήρε τα ραβδιά όλων, εισήλθε στο Ναό και προσευχήθηκε. Αφού τελείωσε την προσευχή, πήρε τα ραβδιά, βγήκε και τους τα παρέδωσε. Κανένα όμως σημάδι δεν υπήρχε σε αυτά. Το τελευταίο ραβδί το πήρε ο Ιωσήφ και να ένα περιστέρι ξεπήδησε από το ραβδί και πέταξε πάνω στο κεφάλι του Ιωσήφ. Ο ιερέας είπε τότε στον Ιωσήφ: «Σε σένα έλαχε ο κλήρος να παραλάβεις την παρθένο του Κυρίου υπό την προστασία σου». 2. Ο Ιωσήφ όμως απάντησε: «Έχω γιους και είμαι γέρος, ενώ αυτή είναι νεαρή, θα με περιγελάσουν οι υιοί Ισραήλ». Και ο ιερέας αποκρίθηκε στον Ιωσήφ: «Φοβήσου τον Κύριο, τον Θεό σου, και θυμήσου τι έκανε ο Θεός στον Δαθάν, τον Αβειρών και τον Κορέ, πως δηλαδή σχίστηκε η γη και τους κατάπιε εξαιτίας της αντιλογίας τους. Και τώρα φοβήσου και εσύ Ιωσήφ, μήπως συμβούν αυτά στο σπίτι σου». 3. Φοβήθηκε ο Ιωσήφ και την παρέλαβε υπό την προστασία του. Και είπε ο Ιωσήφ στη Μαρία: «Να, σε παρέλαβα από το Ναό του Κυρίου και τώρα σε αφήνω στο σπίτι μου, πηγαίνω να χτίσω τις οικοδομές μου και θα επιστρέψω κοντά σου: Ο Κύριος θα σε διαφυλάξει».
10. 1. Συσκέφθηκαν οι ιερείς και είπαν: «Ας κάνουμε ένα παραπέτασμα για τον Ναό του Κυρίου». Και ο ιερέας πρόσταξε: «Καλέστε μου αμόλυντες παρθένες από τη φυλή του Δαβίδ». Οι υπηρέτες πήγαν και αναζήτησαν και βρήκαν επτά παρθένες. Θυμήθηκε τότε ο ιερέας και το κορίτσι, την Μαριάμ, που καταγόταν από τη φυλή του Δαβίδ και ήταν αμόλυντη ενώπιον του Θεού. Πήγαν τότε οι υπηρέτες και την έφεραν. 2. Τις οδήγησαν στο Ναό του Κυρίου και είπε ο ιερέας: «Ρίξτε κλήρο ποιά θα υφάνει το χρυσό και ποιά τον αμίαντο, ποιά το λινό και ποιά το μετάξι, ποιά το υακίνθινο και ποιά το κόκκινο και ποια την αληθινή πορφύρα». Κληρώθηκε στη Μαριάμ η αληθινή πορφύρα και το κόκκινο, τα πήρε και πήγε σπίτι της. Εκείνο τον καιρό έχασε τη λαλιά του ο Ζαχαρίας και τον αντικατέστησε ο Σαμουήλ, έως ότου ο Ζαχαρίας ξαναμίλησε. Η Μαρία πήρε το κόκκινο και άρχισε να κλώθει.
11. 1. Πήρε την στάμνα και πήγε να τη γεμίσει νερό. Και να μια φωνή της λέει «Χαίρε κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά Σου, ευλογημένη Συ εν γυναιξίν». Εκείνη έστρεψε το βλέμμα της δεξιά αριστερά, για να καταλάβει από που έρχεται αυτή η φωνή. Κατατρομαγμένη γύρισε σπίτι της, τακτοποίησε τη στάμνα, πήρε την πορφύρα, κάθισε στην καρέκλα της και έκλωθε. 2. Και να άγγελος Κυρίου στάθηκε μπροστά της και της είπε: «Μη φοβάσαι Μαριάμ, βρέθηκε περίσσεια η χάρη του Θεού, που είναι Κύριος των πάντων, για σένα, γι’ αυτό θα συλλάβεις από το λόγο του». Όταν το άκουσε αυτό αναρωτήθηκε: Θα συλλάβω εγώ απο τον Κύριο, τον ζώντα Θεό, και θα γεννήσω όπως γεννά κάθε γυναίκα; 3. Και ο άγγελος Κυρίου αποκρίθηκε: «Όχι έτσι Μαριάμ, γιατί δύναμη Κυρίου θα σε καλύψει. Γι’ αυτό και το άγιο παιδί θα ονομαστεί Υιός του Υψίστου και θα του δώσεις το όνομα Ιησούς, αυτός θα σώσει το λαό από τις αμαρτίες του. Και η Μαριάμ απάντησε: «Ιδού η δούλη Κυρίου ενώπιον Του, ας γίνει αυτό που λες». 12. 1. Αφού τελείωσε την πορφύρα και το κόκκινο, τα πήγε στον ιερέα, αυτός την ευλόγησε και είπε; «Μαριάμ, ο Κύριος δόξασε το όνομά σου, θα είσαι ευλογημένη σε όλες τις γενιές της γης». 2. Γεμάτη χαρά η Μαριάμ πήγε στην Ελισάβετ, τη συγγένισσα της, και χτύπησε την πόρτα. Ακούγοντας το χτύπο η Ελισάβετ, παραμέρισε το κόκκινο νήμα, έτρεξε προς την πόρτα και την άνοιξε. Όταν είδε τη Μαριάμ, την ευλόγησε και είπε: «Πώς μου έγινε αυτή η τιμή να με επισκεφτεί η μητέρα του Κυρίου μου; Γιατί να, αυτό που κρατώ στα σπλάχνα μου σκίρτησε και σε ευλόγησε. Η Μαρία, εν τω μεταξύ, είχε λησμονήσει τα μυστήρια για τα οποία της μίλησε ο αρχάγγελος Γαβριήλ και ατενίζοντας τον ουρανό είπε: «Ποία είμαι εγώ Κύριε που όλες οι γενιές με ευλογούν;». 3. Έμεινε τρεις μήνες στην Ελισάβετ. Μέρα όμως με τη μέρα η κοιλιά της μεγάλωνε. Φοβήθηκε η Μαριάμ, γύρισε στο σπίτι της και κρυβόταν απο τους υιούς Ισραήλ. Ήταν τότε δεκαέξι ετών όταν συνέβαιναν αυτά τα μυστήρια.
13. 1. Ήταν στον έκτο μήνα, όταν τελικά ήλθε ο Ιωσήφ από τις οικοδομικές του ασχολίες και μπαίνοντας στο σπίτι του, την βρήκε έγκυο. Χτύπησε το πρόσωπο του και ρίχτηκε κάτω σε ένα σάκκο, έκλαψε πικρά και είπε: «Με τι πρόσωπο θα αντικρίσω τον Κύριο, τον Θεό μου; Ποία προσευχή να κάνω γι’ αυτήν την κόρη; Παρθένο την παρέλαβα από το Ναό του Κυρίου, του Θεού μου, και δεν την προφύλαξα. Ποιος μου έστησε παγίδα; Ποιος έκανε αυτήν την πονηρία μέσα στο ίδιο μου το σπίτι και μόλυνε την παρθένο; Μήπως σε εμένα επαναλήφθηκε η ιστορία του Αδάμ; Γιατί όπως ακριβώς την ώρα που δοξολογούσε ο Αδάμ το Θεό, ήρθε ο όφις βρίσκοντας μόνη την Εύα και την εξαπάτησε, έτσι ακριβώς συνέβη και σε μένα». 2. Σηκώθηκε ο Ιωσήφ από το σάκκο, κάλεσε την Μαριάμ και της είπε: «Τι είναι αυτό που έκανες ξεχνώντας τον Κύριο, τον Θεό σου, που σε φρόντιζε; Γιατί ταπείνωσες τον εαυτό σου εσύ που ανατράφηκες στα άγια των αγίων και που έπαιρνες τροφή από χέρι αγγέλου»; 3. Εκείνη έκλαψε πικρά λέγοντας: «Είμαι αμόλυντη εγώ και με άνδρα δεν είχα σχέσεις». Ρώτησε τότε ο Ιωσήφ: «Από που λοιπόν συνέλαβες τον καρπό της κοιλίας σου;» Και αυτή απάντησε: «Ζει Κύριος ο Θεός μου, δεν ξέρω από που είναι».
14. 1.O Ιωσήφ φοβήθηκε πολύ, απομακρύνθηκε και έπεσε σε περισυλλογή, τι να κάνει με αυτή. Και αναλογίστηκε: «Εάν κρύψω το αμάρτημά της, θα βρεθώ να αντιμάχομαι το νόμο του Κυρίου». Εάν πάλι την φανερώσω στους υιούς Ισραήλ, φοβούμαι μήπως υπάρχει κάτι το αγγελικό σε αυτήν και βρεθώ να έχω παραδώσει έναν αθώο στο θάνατο. Τι να κάμω με αυτή; Κρυφά θα τη διώξω μακριά μου». Με τέτοιες σκέψεις τον πρόλαβε η νύκτα. 2. Και να άγγελος Κυρίου εμφανίζεται στο όνειρό του και του λέγει: «Μη φοβηθείς αυτό το κορίτσι, γιατί αυτό που βρίσκεται στα σπλάχνα της προέρχεται από το Άγιο Πνεύμα. Θα γεννήσει υιό και θα τον ονομάσεις Ιησού, γιατί αυτός θα σώσει το λαό από τα αμαρτήματα του». Σηκώθηκε τότε ο Ιωσήφ από τον ύπνο και δόξασε τον Θεό που του χάρισε την ευλογία αυτή, και πρόσεχε την Μαριάμ.
15. 1. Τον καιρό εκείνο ήρθε σ' αυτόν ο γραμματέας Άννας και του είπε: «Τι συνέβη και δεν φάνηκες στη σύναξη μας;» Ο Ιωσήφ του απάντησε: «Ήμουν ταλαιπωρημένος από το ταξίδι και ξεκουράστηκα την πρώτη μέρα». Στράφηκε τότε και είδε ο Άννας τη Μαριάμ έγκυο. 2.Φεύγει τρέχοντας προς τον ιερέα και του λέει: «Ο Ιωσήφ, για τον οποίον εσύ δίνεις μαρτυρία, παρανόμησε πολύ σοβαρά». Ρώτησε τότε ο ιερέας: «Γιατί μου το λες αυτό;» Εκείνος αποκρίθηκε: «Την παρθένο που παρέλαβε από το Ναό του Κυρίου, τη μόλυνε, ολοκλήρωσε το γάμο με αυτήν κρυφά και δεν το φανέρωσε στους υιούς Ισραήλ». Αναρωτήθηκε τότε ο ιερέας: «Έκανε τέτοιο πράγμα ο Ιωσήφ;». «Στείλε υπηρέτες και θα βρεις έγκυο την παρθένο", απάντησε ο Άννας ο γραμματέας. Πήγαν οι υπηρέτες και τη βρήκαν στην κατάσταση που περιέγραψε ο Άννας. Οδήγησαν τότε αυτήν και τον Ιωσήφ στο δικαστήριο. 3. Είπε ο ιερέας: «Μαρία, γιατί το έκανες αυτό; γιατί ταπείνωσες τον εαυτό σου ξεχνώντας τον Κύριο, τον Θεό σου; Εσύ που ανατράφηκες στα άγια των αγίων και λάμβανες τροφή από χέρι αγγέλου, εσύ που άκουσες τους ύμνους και χόρεψες μπροστά στο Θεό, γιατί το έκανες αυτό;». Εκείνη έκλαψε πικρά λέγοντας: «Ζει Κύριος ο Θεός μου, είμαι καθαρή ενώπιον Του και δεν έχω σχέση με άντρα». 4. Είπε τότε ο ιερέας στον Ιωσήφ: «Γιατί το έκανες αυτό;» Ο Ιωσήφ απάντησε: «Ζει Κύριος, εγώ είμαι καθαρός με αυτήν». Και ο ιερέας πρόσθεσε: «Μην παίρνεις ψεύτικο όρκο αλλά φανέρωσε την αλήθεια· ολοκλήρωσες κρυφά το γάμο μαζί της, δεν το φανέρωσες στους υιούς Ισραήλ, αλλά και δεν έσκυψες το κεφάλι σου στο κραταιό (θεϊκό) χέρι, για να ευλογηθεί το σπέρμα σου». Ο Ιωσήφ έμεινε σιωπηλός.
16. 1. Είπε ο ιερέας: «Δώσε πίσω την παρθένο που παρέλαβες από το Ναό του Κυρίου». Τότε ο Ιωσήφ άρχισε να κλαίει. Ο ιερέας συνέχισε: «Θα σας δώσω να πιείτε το ''ύδωρ της ελέγξεως του Κυρίου'' που θα φανερώσει ενώπιον σας τις αμαρτίες σας». 2. Πήρε ο ιερέας και έδωσε στον Ιωσήφ να πιεί, στέλνοντας τον στο βουνό. Και επέστρεψε σώος. Έδωσε και στη Μαριάμ να πιει στέλνοντάς την στο βουνό. Και επέστρεψε σώα. Θαύμασε τότε όλος ο λαός , αφού δεν βρέθηκε αμαρτία σε αυτούς. 3. Και είπε ο ιερέας: «Αφού ο Κύριος δεν αποκάλυψε αμαρτίες σε σας, ούτε εγώ σας κατακρίνω» και τους άφησε ελεύθερους. Πήρε ο Ιωσήφ τη Μαριάμ και επέστρεψε στο σπίτι του χαρούμενος και δοξάζοντας το Θεό του Ισραήλ.
17. 1. Ο βασιλιάς Αύγουστος εξέδωσε διαταγή να απογραφούν όλοι όσοι κατάγονται από τη Βηθλεέμ της Ιουδαίας. Και αναλογίστηκε ο Ιωσήφ: «Εγώ θα απογράψω τους γιους μου, με αυτό το κορίτσι όμως τι να κάνω; Πώς θα την απογράψω; Ως γυναίκα μου; Ντρέπομαι. Ως θυγατέρα μου; Μα όλοι οι υιοί Ισραήλ γνωρίζουν καλά ότι δεν είναι κόρη μου. Αυτή είναι η ημέρα του Κυρίου, ας ενεργήσει όπως θέλει». 2. Έστρωσε το υποζύγιο, την έβαλε να καθίσει, πήρε τα γκέμια ο γιος του και ο Ιωσήφ ακολουθούσε. Πορεύτηκαν κοντά τρία μίλια έτσι. Σε μια στιγμή ο Ιωσήφ στράφηκε και είδε τη Μαρία σκυθρωπή και αναλογίστηκε: «Ίσως ο καρπός της την κάνει να πονά». Γυρίζει πάλι ο Ιωσήφ και την είδε να γελά, και είπε: «Μαρία, τι συμβαίνει; Το πρόσωπο σου το βλέπω πότε γελαστό και πότε σκυθρωπό». Η Μαρία απάντησε: «Είναι επειδή βλέπω ενώπιον μου δύο λαούς, έναν που κλαίει και θρηνεί και έναν που χαίρεται και αναγαλλιάζει». 3. Είχαν διασχίσει τη μισή διαδρομή και είπε η Μαριάμ: «Κατέβασε με από το υποζύγιο, επειδή αυτό που υπάρχει μέσα μου με πιέζει να εξέλθει». Την κατέβασε από το υποζύγιο και της είπε: «Πού να σε πάω και πού να σκεπάσω τη ντροπή σου; Ο τόπος είναι έρημος».
18. 1. Εκεί βρήκε ένα σπήλαιο, την έβαλε μέσα και άφησε τους γιους του να την φροντίζουν. Κατόπιν βγήκε να αναζητήσει μαμή στα μέρη της Βηθλεέμ. 2. Εγώ ο Ιωσήφ περπατούσα και όμως δεν προχωρούσα, έστρεψα το βλέμμα μου ψηλά και είδα τον αέρα πλημμυρισμένο με φως, σήκωσα τα μάτια μου στον ουρανό και τον είδα σταματημένο και τα ουράνια πουλιά ακίνητα. Και κοίταξα προς τη γη και είδα χάμω μια σκάφη και εργάτες ανασηκωμένους με τα χέρια μέσα στη σκάφη· όσοι έτρωγαν δεν έτρωγαν και όσοι σήκωναν το κεφάλι δεν μπορούσαν να το κατεβάσουν, όσοι πάλι άνοιγαν το στόμα τους δεν μπορούσαν να το κλείσουν, αλλά ολονών τα πρόσωπα ήταν στραμμένα προς τον ουρανό. Είδα και πρόβατα να περνούν και τα πρόβατα στάθηκαν ακίνητα και, όταν σήκωσε το χέρι του ο βοσκός για να τα χτυπήσει, έμεινε υψηλά. Και έριξα τα μάτια μου στον χείμαρρο και διέκρινα τα στόματα των μικρών προβάτων ανοιχτά χωρίς να πίνουν. Και ξαφνικά όλα εξακολούθησαν την πορεία τους.
19. 1. Και να μια γυναίκα που κατέβαινε από το βουνό με ρώτησε: «Άνθρωπε που πηγαίνεις;» Εγώ απάντησα: "Ψάχνω μαμή Εβραία». Εκείνη μου αποκρίθηκε: «Και ποια είναι η ετοιμόγεννη στο σπήλαιο;» Εγώ απάντησα: «Η μνηστή μου». Μου είπε: «Δεν είναι σύζυγός σου;» Εγώ αποκρίθηκα: «Είναι η Μαριάμ που ανατράφηκε στο Ναό του Κυρίου και μου έλαχε ως γυναίκα υπό την προστασία μου. Φυσικά, λοιπόν, δεν είναι σύζυγός μου, αλλά έχει συλλάβει καρπό από το Άγιο Πνεύμα». «Είναι αλήθεια αυτό;». «Έλα και δες», απάντησε ο Ιωσήφ και η μαμή πήγε μαζί του. 2. Σταμάτησαν όταν έφτασαν στο χώρο του σπηλαίου και να ένα φωτεινό σύννεφο επεσκίαζε το σπήλαιο και η μαμή αναφώνησε: «Γέμισε από δόξα η ψυχή μου σήμερα, παράδοξα είδαν τα μάτια μου, γιατί σωτήρας γεννήθηκε στον Ισραήλ». Ξάφνου το σύννεφο υποχώρησε από το σπήλαιο και φως μεγάλο έλαμψε μέσα στο σπήλαιο, ώστε ήταν αδύνατον να αντέξουν τα μάτια μας. Σε λίγο και εκείνο το φως έσβησε, ώσπου φάνηκε το βρέφος που ήρθε και πήρε το μαστό της μητέρας του, της Μαρίας. Και η μαμή ανεβόησε: «Μεγάλη μέρα για μένα σήμερα που είδα το καινούργιο αυτό θέαμα». 3. Βγαίνοντας η μαμή από το σπήλαιο συνάντησε τη Σαλώμη και της είπε: "Σαλώμη, Σαλώμη, καινούργιο θέαμα έχω να σου διηγηθώ, μια παρθένος γέννησε παιδί που δεν το χωρά η φύση της». Και η Σαλώμη απάντησε: «Ζει Κύριος ο Θεός μου, μα αν δεν βάλω το δάκτυλο μου στη φύση της για να ερευνήσω, δεν θα πιστέψω ότι μια παρθένος γέννησε».
20. 1. Μπήκε στο σπήλαιο η μαμή και είπε στη Μαριάμ: «Πάρε την κατάλληλη θέση, γιατί μεγάλη φιλονικία υπάρχει γύρω από εσένα». Έβαλε η Σαλώμη το δάκτυλό της στη φύση και έκραξε: «Αλίμονο στην αμαρτία και στην απιστία μου που θέλησα να δοκιμάσω τη δύναμη του ζώντος Θεού και να το χέρι μου αποκόπτεται με φωτιά». 2. Έπεσε στα γόνατα τότε λέγοντας στο Δεσπότη: «Θεέ των πατέρων μου, θυμήσου ότι είμαι απόγονος του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ, κατάταξε με ανάμεσα στους πτωχούς, Συ γνωρίζεις δέσποτα, ότι έκανα θεραπείες στο όνομα σου και από Εσένα λάμβανα την ανταπόδοση μου». 3. Και να άγγελος Κυρίου ήρθε και της είπε: «Σαλώμη, Σαλώμη, σε άκουσε ο Κύριος, πρόσφερε το χέρι σου στο παιδί και κράτησέ το στην αγκαλιά, έτσι θα σωθείς και θα χαρείς». 4. Προσήλθε τότε η Σαλώμη, κράτησε το παιδί και είπε: «Θα προσκυνήσω Αυτό γιατί γεννήθηκε μεγάλος βασιλιάς στον Ισραήλ». Αμέσως θεραπεύτηκε η Σαλώμη, και βγήκε συγχωρημένη από το σπήλαιο. Και τότε φωνή ακούστηκε να λέει: «Σαλώμη, Σαλώμη, μην αναγγείλεις όσα παράδοξα είδες, μέχρι να μπει το παιδί στα Ιεροσόλυμα».
21. 1. Και να ο Ιωσήφ ετοιμάστηκε να φύγει προς την Ιουδαία και θόρυβος ξέσπασε στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας· ήλθαν μάγοι ρωτώντας: «Πού βρίσκεται ο νεογέννητος βασιλιάς των Ιουδαίων; Είδαμε το αστέρι Του να ανατέλλει στην ανατολή και ήρθαμε να Τον προσκυνήσουμε». 2. Όταν το άκουσε ο Ηρώδης, ταράχτηκε και έστειλε υπηρέτες στους μάγους. Έστειλε και κάλεσε τους αρχιερείς και τους ανέκρινε ρωτώντας: «Πώς αναφέρονται τα σχετικά με τον Χριστό; Πού γεννιέται;» Εκείνοι απάντησαν: «Στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας, έτσι έχει γραφτεί». Αφού τους απέλυσε, ανέκρινε τους μάγους ρωτώντας: «Τι σημάδι είδατε για το γεννημένο βασιλιά;» Οι μάγοι απάντησαν: «Είδαμε ένα υπερμεγέθη αστέρα που έλαμψε και συσκότισε τους υπολοίπους, ώστε να μην φαίνονται· έτσι εμείς αντιληφθήκαμε ότι γεννήθηκε βασιλιάς στον Ισραήλ και ήλθαμε να τον προσκυνήσουμε». Είπε τότε ο Ηρώδης: «Πηγαίνετε και αναζητήστε τον και αν τον βρείτε, ειδοποιήστε και εμένα, για να τον προσκυνήσω». 3. Έφυγαν οι μάγοι και να ο αστέρας που είχαν δει στην ανατολή, τους οδηγούσε έως ότου έφτασαν στο σπήλαιο, και στάθηκε στην κορυφή του. Είδαν τότε οι μάγοι το παιδί με τη μητέρα Του και έβγαλαν από τους σάκκους τους χρυσό, λίβανο και σμύρνα. 4. Αφού οι μάγοι πήραν οδηγίες από άγγελο να μην μπούνε στην Ιουδαία, από άλλο δρόμο πορεύτηκαν για την πατρίδα τους.
22. 1. Όταν κατάλαβε ο Ηρώδης ότι τον ξεγέλασαν οι μάγοι, οργίστηκε και έστειλε φονιάδες παραγγέλνοντας τους: «Σκοτώστε τα βρέφη από δύο χρονών και κάτω». 2. Όταν άκουσε η Μαριάμ ότι σκοτώνουν τα βρέφη, φοβισμένη πήρε το παιδί, το σπαργάνωσε και το έκρυψε σε ένα παχνί βοδιών. 3. Η δε Ελισάβετ όταν πληροφορήθηκε ότι ψάχνουν τον Ιωάννη, τον άρπαξε και κατευθύνθηκε προς την ορεινή περιοχή, ψάχνοντας χώρο για να τον κρύψει, αλλά χώρος για κρύψιμο δεν υπήρχε. Αναστέναξε τότε η Ελισάβετ με δυνατή φωνή και είπε: «Όρος Θεού δέξου τη μητέρα με το παιδί της». Και επειδή η Ελισάβετ δεν μπορούσε να ανέβει, αμέσως σκίστηκε το όρος και την δέχτηκε. Υπήρχε φως που τους φώτιζε, γιατί άγγελος Κυρίου ήταν μαζί τους και τους προστάτευε.
23. 1. Ο Ηρώδης έψαχνε τον Ιωάννη και έστειλε υπηρέτες στον Ζαχαρία ρωτώντας: «Πού έκρυψες τον γιο σου; «Αυτός τους αποκρίθηκε: «Εγώ είμαι λειτουργός του Θεού και βρίσκομαι στο Ναό του Κυρίου, δεν ξέρω που είναι ο γιος μου». 2. Έφυγαν οι υπηρέτες και ανακοίνωσαν στον Ηρώδη όλα αυτά. Οργισμένος ο Ηρώδης είπε: «Ο γιος του θα βασιλέψει στο Ισραήλ». Έστειλε πάλι υπηρέτες σε αυτόν ρωτώντας: «Πες την αλήθεια, που είναι ο γιος σου; Γνωρίζεις καλά ότι η ζωή σου είναι στα χέρια μου». 3. Και είπε ο Ζαχαρίας: «Μάρτυρας του Θεού θα γίνω αν χύσεις το αίμα μου, γιατί την ψυχή μου θα τη δεχτεί ο Δεσπότης, αφού αίμα αθώο χύνεις στα πρόθυρα του Ναού του Κυρίου». Στο γλυκοχάραμα σκότωσαν τον Ζαχαρία, οι υιοί όμως του Ισραήλ δεν γνώριζαν το φόνο.
24. 1. Αλλά την ώρα του ασπασμού έφυγαν οι ιερείς και δεν πήραν την ευλογία του Ζαχαρία σύμφωνα με την τάξη. Στάθηκαν λοιπόν οι ιερείς περιμένοντας να ασπαστούν τον Ζαχαρία κατά την διάρκεια της προσευχής και να δοξάσουν τον Ύψιστο. 2. Αργούσε να φανεί και όλοι φοβήθηκαν, ένας μάλιστα από αυτούς τόλμησε και μπήκε, και είδε δίπλα στο θυσιαστήριο ξεραμένο αίμα και ακούστηκε μια φωνή να λέει: «Ο Ζαχαρίας φονεύτηκε και δεν θα εξαλειφθεί η μνήμη του φόνου, έως ότου έρθει αυτός που θα αποδώσει δικαιοσύνη». Όταν άκουσε αυτά φοβήθηκε, βγήκε έξω και ανήγγειλε τα συμβάντα στους ιερείς. 3. Τόλμησαν τότε και εισήλθαν και είδαν τι είχε γίνει, μέχρι και οι αψίδες του Ναού γέμισαν με τους εκκωφαντικούς θρήνους των ιερέων που ξέσχισαν τα ρούχα τους από πάνω έως κάτω. Το σώμα του όμως δεν το βρήκαν παρά μόνο το αίμα του που είχε γίνει σαν πέτρα. Έντρομοι βγήκαν έξω και ανήγγειλαν στο λαό ότι ο Ζαχαρίας είχε φονευτεί. Το έμαθαν όλες οι φυλές του λαού, τον πένθησαν και τον θρήνησαν για τρία μερόνυκτα. 4. Μετά από τρεις ημέρες συσκέφτηκαν οι ιερείς για τον αντικαταστάτη του και ο κλήρος έλαχε στον Συμεών. Αυτός είχε πληροφορηθεί από το άγιο Πνεύμα ότι δεν θα έβλεπε θάνατο έως ότου δει τον Μεσσία σαρκωμένο.
25. Εγώ ο Ιάκωβος που έγραψα την ιστορία αυτή στην Ιερουσαλήμ, όταν δημιουργήθηκε θόρυβος με το θάνατο του Ηρώδη, αποσύρθηκα στην έρημο ώσπου καταλάγιασε ο θόρυβος στην Ιερουσαλήμ, δοξάζοντας τον Δεσπότη Θεό που μου έδωσε τη χάρη και τη σοφία να συγγράψω αυτή την ιστορία. Ας είναι η χάρις σε όσους σέβονται τον Κύριο Ιησού Χριστό του οποίου η δόξα ας παρατείνεται στους αιώνες. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου