«Οι άνθρωποι συνδέονται με φιλία και τα έθνη με συμφέροντα» (Χόχουτ)
Η επικαιρότητα των ημερών και ο φόβος μιας γενικευμένης πολεμικής σύρραξης στη Συρία έφερε στην επιφάνεια ένα παλιό όσο και σύγχρονο ερώτημα – ζητούμενο: Την ΗΘΙΚΗ της ΔΥΝΑΜΗΣ και το μέλλον – ΟΡΙΑ των ΗΓΕΜΟΝΙΩΝ. Αποτελεί κοινό τόπο και ιστορική διαπίστωση πως αυτός που κατέχει δύναμη – είτε πρόσωπο είναι αυτό, είτε φορέας, είτε κράτος – έχει την τάση να μετασχηματίζει αυτή σε βία. Η δύναμη και η βία αποτελούν τις δυο βασικές συνιστώσες της Εξουσίας και των ηγεμόνων. Η εξουσία πηγάζει – εδράζεται στη δύναμη και αισθητοποιείται μέσα από ενέργειες και συμπεριφορές, που δεν χαρακτηρίζονται τόσο από την επιείκεια, τη διαλλακτικότητα και την πειθώ (λόγο), όσο από τη χρήση βίας.
Αποτελεί, δηλαδή, φυσική νομοτέλεια και ιστορικό νόμο η χρήση βίας από αυτούς που αισθάνονται δυνατοί και ασκούν ή επιθυμούν να διαιωνίσουν την εξουσία τους. Οι αναλύσεις των σύγχρονων ιστορικών για τα κίνητρα και τους στόχους της συμπεριφοράς της μόνης στον κόσμο μας υπερδύναμης, των Η.ΠΑ. αλλά και των άλλων χωρών που φιλοδοξούν να την αντικαταστήσουν, δεν προσθέτουν τίποτε παραπάνω από εκείνα που εύστοχα διαπίστωσε πριν από χιλιάδες χρόνια ο Θουκυδίδης:
«Από ό,τι μπορεί κανείς να εικάσει για τους Θεούς κι από ό,τι είναι βέβαιο για τους ανθρώπους, πιστεύουμε ότι και οι Θεοί και οι άνθρωποι ακολουθούν πάντα έναν απόλυτο νόμο της φύσης, να επιβάλλουν πάντα την εξουσία τους, αν έχουν τη δύναμη να το επιτύχουν. Τον νόμο αυτόν ούτε τον θεσπίσαμε, ούτε τον εφαρμόσαμε εμείς πρώτοι. Τον βρήκαμε να ισχύει και τον ακολουθούμε, όπως θα τον ακολουθούν αιώνια όσοι μας διαδεχθούν και ξέρουμε καλά ότι και εσείς και οποιοιδήποτε άλλοι θα κάνατε τα ίδια αν είχατε τη δύναμή μας» (Διάλογος Αθηναίων – Μηλίων).
Παρακολουθώντας την αρχή και το τέλος των αρχαίων Ελληνικών Ηγεμονιών, δηλαδή της Αθήνας και της Σπάρτης, εύκολα οδηγούμαστε σε συμπεράσματα, που μπορούν να μας χρησιμεύσουν στην κατανόηση κι ερμηνεία των σύγχρονων γεγονότων και της φύσης των ηγεμονιών. Η ακμή και παρακμή των αρχαίων πόλεων – κρατών και ιδιαίτερα των ηγεμονιών ακολούθησε το μοιραίο οδοιπορικό που προδιαγράφει κάθε φορά η «ΝΕΜΕΣΙΣ». Η άσκηση – αυθαίρετη και βίαιη τις περισσότερες φορές – της εξουσίας οδηγούσε στην «ΥΒΡΗ» κι αυτή με τη σειρά της έσπρωχνε τους «αλαζόνες» στην ΠΤΩΣΗ και τη συντριβή. Η έλλειψη μέτρου συνιστά μέγιστο αδίκημα και παραβιάζει τους ακατάλυτους ηθικούς κανόνες. Σχετικά ο Ισοκράτης γράφει για τα αίτια της πτώσης της Αθηναϊκής Ηγεμονίας.
Η πτώση της Αθηναϊκής ηγεμονίας
«Οι κίνδυνοι που μας απειλούν από παντού, η καταστροφή του δημοκρατικού πολιτεύματος που έκανε τους προγόνους μας μεγάλους και ευτυχισμένους, το σύνολο όλων των κακών που επιβάλαμε ή που οι άλλοι μας έχουν επιβάλλει, τα υποφέρουμε απ’ αυτή τη μάταιη φιλοδοξία της θαλασσοκρατίας, που και αν ακόμη μας την πρόσφερναν, δεν θα έπρεπε να τη δεχθούμε με κανένα τρόπο»….
«Η άσκηση της ηγεμονίας μας ήταν μοιραία. Μας έκανε να χάσουμε τη φήμη μας που την είχαμε σ’ όλους τους λαούς. Μας έφερε σε τέτοια ακολασία και νωθρότητα που δεν θα την επαινέσει κανένας λαός. Δεν μπορούμε να τους κατηγορήσουμε γιατί μας φέρθηκαν τόσο άσχημα γιατί κι εμείς τους διοικήσαμε καταδυναστεύοντάς τους και βασανίζοντάς τους. Ποιος μπορεί να απαριθμήσει τα μικρότερα κακά; Και όλα αυτά τα κακά επανερχόταν περιοδικά κάθε χρόνο. Σε κάθε ξαναγύρισμα, ο ήλιος παρέστεκε σε νέες δημόσιες κηδείες. Οι δημόσιοι τάφοι γέμιζαν από πτώματα πολιτών, και οι γραμμές της πόλης γέμιζαν από άγνωστους ξένους… Παλιές και υπερένδοξες οικογένειες που είχαν ξεφύγει απ’ την καταπίεση των τυράννων και απ’ τις πολεμικές περσικές ορδές τσακίσθηκαν και ξεριζώθηκαν ενώ εμείς κυνηγούσαμε την τρέλα της ηγεμονίας μας… Κάναμε μια ζωή ληστών, πότε πλέοντας μέσα στην αφθονία και πότε στη δυστυχία, έχοντας γύρω μας την πολιορκία και πάνω στα κεφάλια μας την καταστροφή».
«Αυτή η λεγόμενη κυριαρχία δεν είναι παρά μια συμφορά που κάνει χείριστους όλους εκείνους που την κατέχουν». (Ισοκράτους, περί Ειρήνης)
Το ενδιαφέρον στις επισημάνσεις του Ισοκράτη βρίσκεται στο γεγονός ότι η αιτιολόγηση της πτώσης της Αθηναϊκής ηγεμονίας γίνεται από έναν Αθηναίο και όχι από κάποιον εχθρό ή τρίτο παρατηρητή. Οι επισημάνσεις εστιάζονται στην αλαζονική συμπεριφορά των Αθηναίων, απόρροια της δύναμης και της κυριαρχίας που ασκούσαν τόσο στις συμμαχικές πόλεις όσο και στις μη συμμαχικές. Το περίεργο βέβαια είναι ότι μια πόλη – ηγεμονία (Αθήνα) που δίδαξε με τις τραγωδίες και το φιλοσοφικό λόγο την αξία του «ΜΕΤΡΟΥ» δε διδάχτηκε η ίδια. Φαίνεται πως η δύναμη και η εξουσία τυφλώνουν το νου κι αποδιοργανώνουν κάθε δυνατότητα ορθολογικής και ψύχραιμης αντιμετώπισης των δεδομένων.
Η πτώση της Σπαρτιατικής ηγεμονίας
Από τον ιστορικό νόμο της ακμής και παρακμής δεν ξέφυγε ούτε η Σπάρτη, αν και είχε ως παράδειγμα το πάθημα της Αθήνας. Τα ίδια λάθη οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα, γιατί η «ηγεμονία» λειτουργεί ως ναρκωτικό και δεν αφήνει τη λογική και την ηθική να ελέγχει τόσο τις ανθρώπινες πράξεις όσο και τη συμπεριφορά των κρατών – ηγεμονιών. Ο Ισοκράτης διεισδύοντας στην ουσία των γεγονότων καταγράφει με καίριες επισημάνσεις τα αίτια της πτώσης της Σπαρτιατικής Ηγεμονίας.
«Γελιέται, έγραφε ο Ισοκράτης, εκείνος που αποδίδει την κατάπτωση των Σπαρτιατών στο επεισόδιο της ήττας στις Λεύκτρες. Η καταστροφή της δεν προήλθε απ’ αυτό, αλλά νικήθηκε απ’ τη διαγωγή των προηγουμένων χρόνων και αναγκάσθηκε να πολεμήσει για την ίδια της την ύπαρξη. Η κυριαρχία της θάλασσας απ’ τη Σπάρτη υπήρξε η πρώτη και η πραγματική αιτία όλης της καταστροφής. Η κυριαρχία αυτή έδωσε στους Σπαρτιάτες μια δύναμη που δεν την είδαν ποτέ έτσι που η έλλειψη μέτρου στην άσκηση αυτής της κυριαρχίας προκάλεσε την απώλεια και αυτής της ηπειρωτικής κυριαρχίας. Ξεχνώντας τα ήθη και τα έθιμα των προγόνων τους, τους παλιούς νόμους της πολιτείας, νομίζοντας πως είναι σωστό να κάνουν ό,τι τους αρέσει, έπεσαν σε μεγάλη σύγχυση και ταραχή. Δεν κατάλαβαν ότι πόσο επικίνδυνη σειρήνα ήταν η εξουσία αυτή, που την ποθούν όλοι και πόσο εύκολα παραφρονεί κανείς απ’ το γλυκό μεθύσι που φέρνει» (Ισοκράτους, περί Ειρήνης)
Ο λόγος των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων παραμένει πάντα επίκαιρος και πολύτιμος βοηθός στην κατανόηση όλων των παραμέτρων της σύγχρονης παγκόσμιας πραγματικότητας.
Η φύση των ηγεμονιών
Περισσότερο όμως επίκαιρες είναι εκείνες οι επισημάνσεις που φωτίζουν τη βαθύτερη ουσία των ηγεμονιών. Φαίνεται δε πως οι Ηγεμονίες οδηγούνται από τη φύση τους νομοτελειακά στο ίδιο τέλος (πτώση – συντριβή), επειδή αδυνατούν να διδαχθούν από το παρελθόν, αδιαφορούν για το δίκαιο και την ηθική και τέλος, επειδή φορούν πως θα «ηγεμονεύουν» και στο μέλλον έξω από τις δεσμεύσεις του χρόνου. Η χρήση βίας – πέραν από κάθε λογική και ηθική – αισθητοποιεί την ανασφάλεια των ηγεμονιών, την παράνοια των ηγεμόνων, την ένοχη σιωπή των λαών και κύρια την επικίνδυνη ταύτιση της έννοιας του συμφέροντος των ηγεμονιών με το δίκαιο:
«Για να τα συνοψίσω όλα σας λέω, με μια λέξη, ότι αν ακολουθήσετε τη συμβουλή μου, θα πάρετε απόφαση δίκαιη για την τιμωρία των Μυτιληναίων και σωστή για τα συμφέροντά σας. Διαφορετικά και τη δική τους ευγνωμοσύνη δεν θα κερδίσετε και τη δική σας πολιτεία θα καταδικάσετε γιατί αν εκείνοι είχαν δίκιο να επαναστατήσουν, τότε σεις ασκείτε με τρόπο άδικο την εξουσία σας. Αν όμως θέλετε να κρατήσετε την ηγεμονία σας, έστω και με ανάρμοστες μεθόδους, τότε πρέπει, για να το συμφέρον σας, να τους τιμωρήσετε, ακόμα κι αν τούτο είναι άδικο. Αλλιώς παραιτηθείτε από την ηγεμονία σας και φροντίστε το καλό σας όνομα, χωρίς να διατρέχετε κινδύνους» (Κλέων – Αθηναίος πολιτικός).
Ο κυνισμός του Αθηναίου πολιτικού επαληθεύεται περίτρανα και από τα σύγχρονα γεγονότα στη Μέση Ανατολή. Τα ερείσματα κάθε ηγεμονίας – αν θέλει να μείνει ηγεμονία – δεν πρέπει κατ’ ανάγκην να είναι ηθικά. Η υπεράσπιση των συμφερόντων της ηγεμονίας συνιστά – σύμφωνα πάντα με τη λογική της – αυτόματα και δίκαιο. Το «ελάχιστο της ηθικής» καταργείται μπροστά στην ηθική τύφλωση και παραλυσία που επιφέρει η άσκηση της εξουσίας. Αυτό είναι και η βασική αιτία που οι Ηγεμόνες δεν γνωρίζουν τα όρια των πράξεων τους και της ηγεμονίας τους. Πιο ωμός ο Αλκιβιάδης περιέγραφε με ενάργεια τη φύση και την προοπτική της ηγεμονίας.
«Δεν μπορούμε, δήλωνε ο Αλκιβιάδης την παραμονή της εκστρατείας των Αθηνών εναντίον των Συρακουσών, δεν μπορούμε να χαράξουμε, εκ των προτέρων, όρια στην ηγεμονία μας. Γιατί είμεθα υποχρεωμένοι, αφού φθάσαμε σ’ αυτό το σημείο, άλλους να απειλούμε, άλλους να παραφυλάγωμε, με έξοδα άλλων, και άλλους να μη συγχωρούμε γιατί κινδυνεύουμε να κυριαρχηθούμε, αν δεν κυριαρχήσουμε εμείς οι ίδιοι πάνω σε άλλους».
Η προσεκτική μελέτη, λοιπόν, των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων επιβάλλεται από το μέγεθος των σύγχρονων προβλημάτων κι ιδιαίτερα εκείνων που σχετίζονται με την επιθετική συμπεριφορά των σύγχρονων Ηγεμονιών. Δε χρειάζεται να καταφύγουμε ούτε στο θεϊκό λόγο της Αποκάλυψης του Ιωάννη, ούτε στους αστρολόγους και τους μάντεις ούτε και στη σύγχρονη θεωρία του Χάντιγκτον (σύγκρουση πολιτισμών) για να προβλέψουμε το μέλλον του κόσμου και των χωρών που ασκούν σήμερα την ηγεμονία. Ο ορθολογισμός των κλασικών κειμένων και η βιωμένη εμπειρία του παρελθόντος μπορεί να συνδράμει στην προσπάθειά μας να μείνουμε νηφάλιοι στο παρόν και «προμηθείς» για το μέλλον.
Η εξίσωση Δύναμη → Εξουσία → Βία μπορεί να γεννά φόβο και τρόμο αλλά επιβάλλεται να γίνει αποδεκτή ως μια ιστορική αναγκαιότητα, όχι με την έννοια της υποταγής σ’ αυτήν, αλλά ως το πρώτο βήμα – στάδιο για την υπέρβασή της «Οι άνθρωποι συνδέονται με φιλία και τα έθνη με συμφέροντα» (Χόχουτ).
Η θέση αυτή του Χόχουτ είναι η δεύτερη αναγκαιότητα για τη χάραξη της εξωτερικής πολιτικής κάθε χώρας αλλά και για τη διαμόρφωση της εθνικής συνείδησης των πολιτών.
Όσον αφορά δε για τα «όρια και την ηθική» των ηγεμονιών μέλλει να δούμε, αν θα επαληθευτεί η άποψη του Θουκυδίδη «γιγνόμενα μεν και αεί εσόμενα, έως αν η αυτή φύσις ανθρώπων η» ή θα δικαιωθεί η θέση του Λένιν «Ιμπεριαλισμός, το ανώτατο στάδιο του Καπιταλισμού».
Η επικαιρότητα των ημερών και ο φόβος μιας γενικευμένης πολεμικής σύρραξης στη Συρία έφερε στην επιφάνεια ένα παλιό όσο και σύγχρονο ερώτημα – ζητούμενο: Την ΗΘΙΚΗ της ΔΥΝΑΜΗΣ και το μέλλον – ΟΡΙΑ των ΗΓΕΜΟΝΙΩΝ. Αποτελεί κοινό τόπο και ιστορική διαπίστωση πως αυτός που κατέχει δύναμη – είτε πρόσωπο είναι αυτό, είτε φορέας, είτε κράτος – έχει την τάση να μετασχηματίζει αυτή σε βία. Η δύναμη και η βία αποτελούν τις δυο βασικές συνιστώσες της Εξουσίας και των ηγεμόνων. Η εξουσία πηγάζει – εδράζεται στη δύναμη και αισθητοποιείται μέσα από ενέργειες και συμπεριφορές, που δεν χαρακτηρίζονται τόσο από την επιείκεια, τη διαλλακτικότητα και την πειθώ (λόγο), όσο από τη χρήση βίας.
Αποτελεί, δηλαδή, φυσική νομοτέλεια και ιστορικό νόμο η χρήση βίας από αυτούς που αισθάνονται δυνατοί και ασκούν ή επιθυμούν να διαιωνίσουν την εξουσία τους. Οι αναλύσεις των σύγχρονων ιστορικών για τα κίνητρα και τους στόχους της συμπεριφοράς της μόνης στον κόσμο μας υπερδύναμης, των Η.ΠΑ. αλλά και των άλλων χωρών που φιλοδοξούν να την αντικαταστήσουν, δεν προσθέτουν τίποτε παραπάνω από εκείνα που εύστοχα διαπίστωσε πριν από χιλιάδες χρόνια ο Θουκυδίδης:
«Από ό,τι μπορεί κανείς να εικάσει για τους Θεούς κι από ό,τι είναι βέβαιο για τους ανθρώπους, πιστεύουμε ότι και οι Θεοί και οι άνθρωποι ακολουθούν πάντα έναν απόλυτο νόμο της φύσης, να επιβάλλουν πάντα την εξουσία τους, αν έχουν τη δύναμη να το επιτύχουν. Τον νόμο αυτόν ούτε τον θεσπίσαμε, ούτε τον εφαρμόσαμε εμείς πρώτοι. Τον βρήκαμε να ισχύει και τον ακολουθούμε, όπως θα τον ακολουθούν αιώνια όσοι μας διαδεχθούν και ξέρουμε καλά ότι και εσείς και οποιοιδήποτε άλλοι θα κάνατε τα ίδια αν είχατε τη δύναμή μας» (Διάλογος Αθηναίων – Μηλίων).
Παρακολουθώντας την αρχή και το τέλος των αρχαίων Ελληνικών Ηγεμονιών, δηλαδή της Αθήνας και της Σπάρτης, εύκολα οδηγούμαστε σε συμπεράσματα, που μπορούν να μας χρησιμεύσουν στην κατανόηση κι ερμηνεία των σύγχρονων γεγονότων και της φύσης των ηγεμονιών. Η ακμή και παρακμή των αρχαίων πόλεων – κρατών και ιδιαίτερα των ηγεμονιών ακολούθησε το μοιραίο οδοιπορικό που προδιαγράφει κάθε φορά η «ΝΕΜΕΣΙΣ». Η άσκηση – αυθαίρετη και βίαιη τις περισσότερες φορές – της εξουσίας οδηγούσε στην «ΥΒΡΗ» κι αυτή με τη σειρά της έσπρωχνε τους «αλαζόνες» στην ΠΤΩΣΗ και τη συντριβή. Η έλλειψη μέτρου συνιστά μέγιστο αδίκημα και παραβιάζει τους ακατάλυτους ηθικούς κανόνες. Σχετικά ο Ισοκράτης γράφει για τα αίτια της πτώσης της Αθηναϊκής Ηγεμονίας.
Η πτώση της Αθηναϊκής ηγεμονίας
«Οι κίνδυνοι που μας απειλούν από παντού, η καταστροφή του δημοκρατικού πολιτεύματος που έκανε τους προγόνους μας μεγάλους και ευτυχισμένους, το σύνολο όλων των κακών που επιβάλαμε ή που οι άλλοι μας έχουν επιβάλλει, τα υποφέρουμε απ’ αυτή τη μάταιη φιλοδοξία της θαλασσοκρατίας, που και αν ακόμη μας την πρόσφερναν, δεν θα έπρεπε να τη δεχθούμε με κανένα τρόπο»….
«Η άσκηση της ηγεμονίας μας ήταν μοιραία. Μας έκανε να χάσουμε τη φήμη μας που την είχαμε σ’ όλους τους λαούς. Μας έφερε σε τέτοια ακολασία και νωθρότητα που δεν θα την επαινέσει κανένας λαός. Δεν μπορούμε να τους κατηγορήσουμε γιατί μας φέρθηκαν τόσο άσχημα γιατί κι εμείς τους διοικήσαμε καταδυναστεύοντάς τους και βασανίζοντάς τους. Ποιος μπορεί να απαριθμήσει τα μικρότερα κακά; Και όλα αυτά τα κακά επανερχόταν περιοδικά κάθε χρόνο. Σε κάθε ξαναγύρισμα, ο ήλιος παρέστεκε σε νέες δημόσιες κηδείες. Οι δημόσιοι τάφοι γέμιζαν από πτώματα πολιτών, και οι γραμμές της πόλης γέμιζαν από άγνωστους ξένους… Παλιές και υπερένδοξες οικογένειες που είχαν ξεφύγει απ’ την καταπίεση των τυράννων και απ’ τις πολεμικές περσικές ορδές τσακίσθηκαν και ξεριζώθηκαν ενώ εμείς κυνηγούσαμε την τρέλα της ηγεμονίας μας… Κάναμε μια ζωή ληστών, πότε πλέοντας μέσα στην αφθονία και πότε στη δυστυχία, έχοντας γύρω μας την πολιορκία και πάνω στα κεφάλια μας την καταστροφή».
«Αυτή η λεγόμενη κυριαρχία δεν είναι παρά μια συμφορά που κάνει χείριστους όλους εκείνους που την κατέχουν». (Ισοκράτους, περί Ειρήνης)
Το ενδιαφέρον στις επισημάνσεις του Ισοκράτη βρίσκεται στο γεγονός ότι η αιτιολόγηση της πτώσης της Αθηναϊκής ηγεμονίας γίνεται από έναν Αθηναίο και όχι από κάποιον εχθρό ή τρίτο παρατηρητή. Οι επισημάνσεις εστιάζονται στην αλαζονική συμπεριφορά των Αθηναίων, απόρροια της δύναμης και της κυριαρχίας που ασκούσαν τόσο στις συμμαχικές πόλεις όσο και στις μη συμμαχικές. Το περίεργο βέβαια είναι ότι μια πόλη – ηγεμονία (Αθήνα) που δίδαξε με τις τραγωδίες και το φιλοσοφικό λόγο την αξία του «ΜΕΤΡΟΥ» δε διδάχτηκε η ίδια. Φαίνεται πως η δύναμη και η εξουσία τυφλώνουν το νου κι αποδιοργανώνουν κάθε δυνατότητα ορθολογικής και ψύχραιμης αντιμετώπισης των δεδομένων.
Η πτώση της Σπαρτιατικής ηγεμονίας
Από τον ιστορικό νόμο της ακμής και παρακμής δεν ξέφυγε ούτε η Σπάρτη, αν και είχε ως παράδειγμα το πάθημα της Αθήνας. Τα ίδια λάθη οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα, γιατί η «ηγεμονία» λειτουργεί ως ναρκωτικό και δεν αφήνει τη λογική και την ηθική να ελέγχει τόσο τις ανθρώπινες πράξεις όσο και τη συμπεριφορά των κρατών – ηγεμονιών. Ο Ισοκράτης διεισδύοντας στην ουσία των γεγονότων καταγράφει με καίριες επισημάνσεις τα αίτια της πτώσης της Σπαρτιατικής Ηγεμονίας.
«Γελιέται, έγραφε ο Ισοκράτης, εκείνος που αποδίδει την κατάπτωση των Σπαρτιατών στο επεισόδιο της ήττας στις Λεύκτρες. Η καταστροφή της δεν προήλθε απ’ αυτό, αλλά νικήθηκε απ’ τη διαγωγή των προηγουμένων χρόνων και αναγκάσθηκε να πολεμήσει για την ίδια της την ύπαρξη. Η κυριαρχία της θάλασσας απ’ τη Σπάρτη υπήρξε η πρώτη και η πραγματική αιτία όλης της καταστροφής. Η κυριαρχία αυτή έδωσε στους Σπαρτιάτες μια δύναμη που δεν την είδαν ποτέ έτσι που η έλλειψη μέτρου στην άσκηση αυτής της κυριαρχίας προκάλεσε την απώλεια και αυτής της ηπειρωτικής κυριαρχίας. Ξεχνώντας τα ήθη και τα έθιμα των προγόνων τους, τους παλιούς νόμους της πολιτείας, νομίζοντας πως είναι σωστό να κάνουν ό,τι τους αρέσει, έπεσαν σε μεγάλη σύγχυση και ταραχή. Δεν κατάλαβαν ότι πόσο επικίνδυνη σειρήνα ήταν η εξουσία αυτή, που την ποθούν όλοι και πόσο εύκολα παραφρονεί κανείς απ’ το γλυκό μεθύσι που φέρνει» (Ισοκράτους, περί Ειρήνης)
Ο λόγος των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων παραμένει πάντα επίκαιρος και πολύτιμος βοηθός στην κατανόηση όλων των παραμέτρων της σύγχρονης παγκόσμιας πραγματικότητας.
Η φύση των ηγεμονιών
Περισσότερο όμως επίκαιρες είναι εκείνες οι επισημάνσεις που φωτίζουν τη βαθύτερη ουσία των ηγεμονιών. Φαίνεται δε πως οι Ηγεμονίες οδηγούνται από τη φύση τους νομοτελειακά στο ίδιο τέλος (πτώση – συντριβή), επειδή αδυνατούν να διδαχθούν από το παρελθόν, αδιαφορούν για το δίκαιο και την ηθική και τέλος, επειδή φορούν πως θα «ηγεμονεύουν» και στο μέλλον έξω από τις δεσμεύσεις του χρόνου. Η χρήση βίας – πέραν από κάθε λογική και ηθική – αισθητοποιεί την ανασφάλεια των ηγεμονιών, την παράνοια των ηγεμόνων, την ένοχη σιωπή των λαών και κύρια την επικίνδυνη ταύτιση της έννοιας του συμφέροντος των ηγεμονιών με το δίκαιο:
«Για να τα συνοψίσω όλα σας λέω, με μια λέξη, ότι αν ακολουθήσετε τη συμβουλή μου, θα πάρετε απόφαση δίκαιη για την τιμωρία των Μυτιληναίων και σωστή για τα συμφέροντά σας. Διαφορετικά και τη δική τους ευγνωμοσύνη δεν θα κερδίσετε και τη δική σας πολιτεία θα καταδικάσετε γιατί αν εκείνοι είχαν δίκιο να επαναστατήσουν, τότε σεις ασκείτε με τρόπο άδικο την εξουσία σας. Αν όμως θέλετε να κρατήσετε την ηγεμονία σας, έστω και με ανάρμοστες μεθόδους, τότε πρέπει, για να το συμφέρον σας, να τους τιμωρήσετε, ακόμα κι αν τούτο είναι άδικο. Αλλιώς παραιτηθείτε από την ηγεμονία σας και φροντίστε το καλό σας όνομα, χωρίς να διατρέχετε κινδύνους» (Κλέων – Αθηναίος πολιτικός).
Ο κυνισμός του Αθηναίου πολιτικού επαληθεύεται περίτρανα και από τα σύγχρονα γεγονότα στη Μέση Ανατολή. Τα ερείσματα κάθε ηγεμονίας – αν θέλει να μείνει ηγεμονία – δεν πρέπει κατ’ ανάγκην να είναι ηθικά. Η υπεράσπιση των συμφερόντων της ηγεμονίας συνιστά – σύμφωνα πάντα με τη λογική της – αυτόματα και δίκαιο. Το «ελάχιστο της ηθικής» καταργείται μπροστά στην ηθική τύφλωση και παραλυσία που επιφέρει η άσκηση της εξουσίας. Αυτό είναι και η βασική αιτία που οι Ηγεμόνες δεν γνωρίζουν τα όρια των πράξεων τους και της ηγεμονίας τους. Πιο ωμός ο Αλκιβιάδης περιέγραφε με ενάργεια τη φύση και την προοπτική της ηγεμονίας.
«Δεν μπορούμε, δήλωνε ο Αλκιβιάδης την παραμονή της εκστρατείας των Αθηνών εναντίον των Συρακουσών, δεν μπορούμε να χαράξουμε, εκ των προτέρων, όρια στην ηγεμονία μας. Γιατί είμεθα υποχρεωμένοι, αφού φθάσαμε σ’ αυτό το σημείο, άλλους να απειλούμε, άλλους να παραφυλάγωμε, με έξοδα άλλων, και άλλους να μη συγχωρούμε γιατί κινδυνεύουμε να κυριαρχηθούμε, αν δεν κυριαρχήσουμε εμείς οι ίδιοι πάνω σε άλλους».
Η προσεκτική μελέτη, λοιπόν, των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων επιβάλλεται από το μέγεθος των σύγχρονων προβλημάτων κι ιδιαίτερα εκείνων που σχετίζονται με την επιθετική συμπεριφορά των σύγχρονων Ηγεμονιών. Δε χρειάζεται να καταφύγουμε ούτε στο θεϊκό λόγο της Αποκάλυψης του Ιωάννη, ούτε στους αστρολόγους και τους μάντεις ούτε και στη σύγχρονη θεωρία του Χάντιγκτον (σύγκρουση πολιτισμών) για να προβλέψουμε το μέλλον του κόσμου και των χωρών που ασκούν σήμερα την ηγεμονία. Ο ορθολογισμός των κλασικών κειμένων και η βιωμένη εμπειρία του παρελθόντος μπορεί να συνδράμει στην προσπάθειά μας να μείνουμε νηφάλιοι στο παρόν και «προμηθείς» για το μέλλον.
Η εξίσωση Δύναμη → Εξουσία → Βία μπορεί να γεννά φόβο και τρόμο αλλά επιβάλλεται να γίνει αποδεκτή ως μια ιστορική αναγκαιότητα, όχι με την έννοια της υποταγής σ’ αυτήν, αλλά ως το πρώτο βήμα – στάδιο για την υπέρβασή της «Οι άνθρωποι συνδέονται με φιλία και τα έθνη με συμφέροντα» (Χόχουτ).
Η θέση αυτή του Χόχουτ είναι η δεύτερη αναγκαιότητα για τη χάραξη της εξωτερικής πολιτικής κάθε χώρας αλλά και για τη διαμόρφωση της εθνικής συνείδησης των πολιτών.
Όσον αφορά δε για τα «όρια και την ηθική» των ηγεμονιών μέλλει να δούμε, αν θα επαληθευτεί η άποψη του Θουκυδίδη «γιγνόμενα μεν και αεί εσόμενα, έως αν η αυτή φύσις ανθρώπων η» ή θα δικαιωθεί η θέση του Λένιν «Ιμπεριαλισμός, το ανώτατο στάδιο του Καπιταλισμού».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου