Θέση ‒Αντίθεση ‒ Σύνθεση
Ι. Πρόκειται για τρεις όρους που αποδίδονται, με μια ανύποπτη βεβαιότητα, στον Χέγκελ και χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν στάδια της διαλεκτικής του. Τι συμβαίνει στ’ αλήθεια; Ο Χέγκελ δεν σκέφτηκε ποτέ να χρησιμοποιήσει ένα τέτοιο σχήμα. Απεναντίας, αυτό, αν και εντελώς ξένο προς την εγελιανή σκέψη, περιβλήθηκε από ορισμένους με το μύθο του πιο αντιπροσωπευτικού τρόπου παράστασης της διαλεκτικής δομής του εγελιανού σκέπτεσθαι. Το βρίσκουμε συνήθως σε διάφορα εγχειρίδια ή λεξικά φιλοσοφίας, το υλικό των οποίων είναι παρμένο από δεύτερο ή τρίτο χέρι και διόλου από τα ίδια τα εγελιανά κείμενα. Π.χ. παρουσιάζεται, με έναν εντελώς λαθεμένο και ατεκμηρίωτο τρόπο, ως το πιο νευραλγικό στοιχείο της εγελιανής διαλεκτικής.
ΙΙ. Κύριο χαρακτηριστικό της υπό συζήτηση διαλεκτικής είναι η αντίθεση αμοιβαία ενάντιων κατηγοριών και η άρνηση της μιας από την άλλη. Βέβαια δεν πρόκειται για μια εξωτερική, τυπική αντίθεση και άρνηση, με τη μορφή φίλου-εχθρού, δικού μου- ξένου, αλλά για στιγμές, στάδια μιας ενιαίας γνωριστικής κίνησης, της μιας και της αυτής κίνησης αυτοπροσδιορισμού του πνεύματος, κατά την οποία το θετικό, η θέση από την οποία εκκινεί η κίνηση υφίσταται άρνηση, για να καταλήξει στη συνέχεια τούτη η άρνηση να υποστεί, με τη σειρά της, άρνηση ‒έχουμε τη λεγόμενη άρνηση της άρνησης ‒και να προκύψει μια νέα κατάφαση, τουτέστι μια νέα, ποιοτικά ανώτερη ολότητα και καμιά σύνθεση.
ΙΙΙ. Στο επίπεδο του πνεύματος, όλη αυτή η διαλεκτική πορεία εκτυλίσσεται από την αφηρημένη καθολικότητα αυτού του πνεύματος, στη μερική καθολικότητα ή μερικότητα του τελευταίου: αντιστοιχούν στις δυο περατές του βαθμίδες ή στάδιά του [=κατ’ αίσθηση υποκειμενικότητα –υποκειμενικό πνεύμα και το άλλως-Είναι της/του, το αντικείμενο-αντικειμενικό πνεύμα]· και από εδώ προς την εννοιολογική καθολικότητα, προς το απόλυτο πνεύμα. Το τελευταίο είναι συγκεκριμένη πλέον καθολικότητα, ήτοι ολότητα του πνεύματος ως κατάφαση και όχι σύνθεση. Το πνεύμα δεν είναι κανένας αγοραίος διακοσμητής, κάποιος εντεταλμένος υπηρέτης/δούλος του άχαρου αφέντη που ζητά αναγνώριση, αλλά ο δημιουργός ως αυτο-προσδιοριζόμενο Όλο και εν τέλει η πιο δημιουργική πνοή του ανθρώπου ως δημιουργού. Ας στείλουμε λοιπόν τα χαιρετίσματά του στη φιλοσοφική αμορφωσιά των α-φιλοσόφων προφεσόρων μας, που από τους πολιτικούς τους θώκους απεργάζονται απεγνωσμένα τη διάλυση κάθε ίχνους του πνεύματος.
Ι. Πρόκειται για τρεις όρους που αποδίδονται, με μια ανύποπτη βεβαιότητα, στον Χέγκελ και χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν στάδια της διαλεκτικής του. Τι συμβαίνει στ’ αλήθεια; Ο Χέγκελ δεν σκέφτηκε ποτέ να χρησιμοποιήσει ένα τέτοιο σχήμα. Απεναντίας, αυτό, αν και εντελώς ξένο προς την εγελιανή σκέψη, περιβλήθηκε από ορισμένους με το μύθο του πιο αντιπροσωπευτικού τρόπου παράστασης της διαλεκτικής δομής του εγελιανού σκέπτεσθαι. Το βρίσκουμε συνήθως σε διάφορα εγχειρίδια ή λεξικά φιλοσοφίας, το υλικό των οποίων είναι παρμένο από δεύτερο ή τρίτο χέρι και διόλου από τα ίδια τα εγελιανά κείμενα. Π.χ. παρουσιάζεται, με έναν εντελώς λαθεμένο και ατεκμηρίωτο τρόπο, ως το πιο νευραλγικό στοιχείο της εγελιανής διαλεκτικής.
ΙΙ. Κύριο χαρακτηριστικό της υπό συζήτηση διαλεκτικής είναι η αντίθεση αμοιβαία ενάντιων κατηγοριών και η άρνηση της μιας από την άλλη. Βέβαια δεν πρόκειται για μια εξωτερική, τυπική αντίθεση και άρνηση, με τη μορφή φίλου-εχθρού, δικού μου- ξένου, αλλά για στιγμές, στάδια μιας ενιαίας γνωριστικής κίνησης, της μιας και της αυτής κίνησης αυτοπροσδιορισμού του πνεύματος, κατά την οποία το θετικό, η θέση από την οποία εκκινεί η κίνηση υφίσταται άρνηση, για να καταλήξει στη συνέχεια τούτη η άρνηση να υποστεί, με τη σειρά της, άρνηση ‒έχουμε τη λεγόμενη άρνηση της άρνησης ‒και να προκύψει μια νέα κατάφαση, τουτέστι μια νέα, ποιοτικά ανώτερη ολότητα και καμιά σύνθεση.
ΙΙΙ. Στο επίπεδο του πνεύματος, όλη αυτή η διαλεκτική πορεία εκτυλίσσεται από την αφηρημένη καθολικότητα αυτού του πνεύματος, στη μερική καθολικότητα ή μερικότητα του τελευταίου: αντιστοιχούν στις δυο περατές του βαθμίδες ή στάδιά του [=κατ’ αίσθηση υποκειμενικότητα –υποκειμενικό πνεύμα και το άλλως-Είναι της/του, το αντικείμενο-αντικειμενικό πνεύμα]· και από εδώ προς την εννοιολογική καθολικότητα, προς το απόλυτο πνεύμα. Το τελευταίο είναι συγκεκριμένη πλέον καθολικότητα, ήτοι ολότητα του πνεύματος ως κατάφαση και όχι σύνθεση. Το πνεύμα δεν είναι κανένας αγοραίος διακοσμητής, κάποιος εντεταλμένος υπηρέτης/δούλος του άχαρου αφέντη που ζητά αναγνώριση, αλλά ο δημιουργός ως αυτο-προσδιοριζόμενο Όλο και εν τέλει η πιο δημιουργική πνοή του ανθρώπου ως δημιουργού. Ας στείλουμε λοιπόν τα χαιρετίσματά του στη φιλοσοφική αμορφωσιά των α-φιλοσόφων προφεσόρων μας, που από τους πολιτικούς τους θώκους απεργάζονται απεγνωσμένα τη διάλυση κάθε ίχνους του πνεύματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου