Τόμας Μορ:1478-1535
Η Λογική της ουτοπίας
Ποιος είναι ο Τόμας Μορ; Διακεκριμένος νοητής, ανθρωπιστής και συγγραφέας με πλούσια πολιτική κουλτούρα και αντίστοιχη εμπειρία. Κατά τη διάρκεια του βίου του εναντιώνεται με σθένος στις μικρότητες και δογματικές στενότητες της πολιτικής, ενώ την ίδια στιγμή προσηλώνεται με αφοσίωση στην οικουμενικότητα της εκκλησίας. Έχει σαφή επίγνωση ότι το νεωτερικό κράτος δεν είναι η έσχατη αξία του ανθρώπου. Πάνω και πέρα από αυτό ευδοκιμούν οι πανανθρώπινες, οι οικουμενικές αξίες. Ακριβώς αυτές οι προσηλώσεις σε τέτοιες αξίες και ιδέες, όπως επίσης οι εναντιώσεις του στις μικρόνοες πολιτικές του μονάρχη και των ευγενών, του επιφυλάσσουν ένα δραματικό τέλος. Οδηγείται στο ικρίωμα (1535) από τον μονάρχη Ερρίκο Η’ με την κατηγορία της προδοσίας. Ο θάνατός του είναι ένα πρώτο και καίριο δείγμα σχετικά με το πώς σκοπεύει να αντιμετωπίζει τους ανυπόταχτους νοητές η νεωτερική κρατική εξουσία που μόλις τώρα αναδύεται. Το 1516 ο Μορ συγγράφει ένα σημαντικό βιβλίο, την Ουτοπία, για το κράτος.
Πώς κατανοεί την Ουτοπία ο Μορ; Ως έναν άλλο, νέο λογικό, ήτοι φυσικό κόσμο, περίπου σαν αυτόν του Πλάτωνα, που αντιτίθεται στον παραλογισμό, στην αταξία της εδραιωμένης πολιτικής πραγματικότητας. Η Ουτοπία, ως ου–τόπος, έχει διπλή σημασία: Πρώτα-πρώτα, ως άρνηση μεταποίησης του ανθρώπου σε αιώνιο θύμα μιας παράλογης πολιτικής εξουσίας. Η τελευταία τούτη, όσο πιο παράλογη είναι, τόσο εννοεί να αντιμετωπίζει τα ανθρώπινα όντα ως δέντρα, ως άβουλα όντα, ως υπηκόους, και να τιμωρεί την παραμικρή τους σκεπτική αντί-δραση με ακαριαίο θάνατο. Δεύτερον, ως έναν κοινωνικό, πολιτικό τόπο, που καλείται να αυτο-οργανώνεται με βάση τη Λογική, έτσι όπως η τελευταία εναρμονίζεται με τη φύση. Μια τέτοια αυτο-οργάνωση του τόπου καθίσταται δυνατή, όταν οι άνθρωποι ακούν πρόσχαρα και ενστερνίζονται αναλόγως τη φωνή της φυσικής λογικής. Επειδή όμως αυτό δεν είναι εύκολο για τους πολλούς, γι’ αυτό η ουτοπία εξακολουθεί να είναι ο ου-τόπος τους. Ενώ τα κακά και τα εγκλήματα μιας άλογης κοινωνίας τα προκαλούν με ευκολία οι ίδιοι οι άνθρωποι, εν τούτοις δυσκολεύονται, όπως μας λέει πολύ εύστοχα ο Μορ, να τα θεραπεύσουν, ακούγοντας την ως άνω φωνή.
Ποια είναι τα κακά και οι φρικαλεότητες που αντιμάχεται η Ουτοπία; Φιλοχρηματία, αλαζονεία, υποκρισία, καιροσκοπισμός, διαφθορά, κλοπή, τυχοδιωκτισμός … Αυτά και άλλα παρόμοια εκπορεύονται από την εξουσία –πολιτική και θρησκευτική– και έχουν ως συνέπεια για τον λαό την εξαθλίωση, τη δουλοπρέπεια, τη μικρότητα, την καταλήστευση κ.λπ. Η θεραπεία δεν μπορεί να προκύψει, κατά τον Μορ, από την υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων και εντός αυτής –σήμερα θα λέγαμε από το ίδιο το πολιτικό σύστημα και εντός αυτού– αλλά από το ανύπαρκτο ακόμη νησί της Ου-τοπίας και από την ελεύθερη οργάνωσή του. Αυτό το νησί δεν είναι το απόλυτο Άλλο που πλάθει η φαντασία μας, άρα κάτι το απραγματοποίητο, παρά η πιο εφικτή ιδέα κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης της ανθρώπινης ζωής· πιο εφικτή, γιατί ανταποκρίνεται στη Λογική, στην κατά (φυσική) αναγκαιότητα λογική αναγέννηση του νεωτερικού ανθρώπου. Η Ουτοπία, απ’ αυτή την άποψη, δεν νοείται ως γη της επαγγελίας, δηλαδή ως μια αόριστη και φιλήδονη υπόσχεση μελλοντικής λύτρωσης –ποιος ξέρει πού και πώς;–, αλλά ως η μόνη δυνατότητα να σκεφτόμαστε τον υπαρκτό κόσμο από τη σκοπιά της κατ’ αναγκαιότητα αλλαγής του.
Τότε μόνο παύει ο ίδιος ο άνθρωπος, όσο κι αν τον ευτελίζει η ευτελισμένη πολιτική εξουσία, να αποδέχεται τη μοίρα του υποτελή, του δουλοπάροικου κ.λπ. και να την αναπαράγει ως τον μόνο δυνατό κόσμο του. Η Ουτοπία, κατ’ αυτό το πνεύμα, δεν έχει άρχοντες και αρχομένους, ούτε έχει ανάγκη από τέτοιους, γιατί αλλιώς δεν θα ήταν ου-τοπία. Απεναντίας, εδώ όλοι είναι ίσοι. Δεν υπάρχουν ούτε άεργοι και παράσιτα [=άρχουσα τάξη], ούτε επίσης άνεργοι και εξαθλιωμένοι [=αρχόμενες τάξεις] παρά μόνο εμπρόσωπα-συνειδητά όντα που εργάζονται ορισμένο χρόνο, υπόκεινται σε καθολική μόρφωση και απολαμβάνουν τη ζωή τους δεόντως, χωρίς να είναι αδαείς από πόλεμο. Οποιαδήποτε εξουσιομανία, πολιτικάντικη μικροπρέπεια, ανελεύθερη συμπεριφορά, ιδεολογικός καταναγκασμός, –όλα τούτα είναι πράγματα ξένα. Η Ουτοπία εν τέλει είναι η μόνη ρεαλιστική Ιδέα-πρότυπο, για μια ορθολογική οργάνωση της κοινωνίας και της πολιτείας· ορθολογική, όχι με την ψυχρή λογική των στατιστικών και των σκοτεινών υπολογισμών, αλλά με βάση την ιεράρχηση και ικανοποίηση των βασικών, των απαράγραπτων φυσικών αναγκών του κοινωνικού ανθρώπου.
Η Λογική της ουτοπίας
Ποιος είναι ο Τόμας Μορ; Διακεκριμένος νοητής, ανθρωπιστής και συγγραφέας με πλούσια πολιτική κουλτούρα και αντίστοιχη εμπειρία. Κατά τη διάρκεια του βίου του εναντιώνεται με σθένος στις μικρότητες και δογματικές στενότητες της πολιτικής, ενώ την ίδια στιγμή προσηλώνεται με αφοσίωση στην οικουμενικότητα της εκκλησίας. Έχει σαφή επίγνωση ότι το νεωτερικό κράτος δεν είναι η έσχατη αξία του ανθρώπου. Πάνω και πέρα από αυτό ευδοκιμούν οι πανανθρώπινες, οι οικουμενικές αξίες. Ακριβώς αυτές οι προσηλώσεις σε τέτοιες αξίες και ιδέες, όπως επίσης οι εναντιώσεις του στις μικρόνοες πολιτικές του μονάρχη και των ευγενών, του επιφυλάσσουν ένα δραματικό τέλος. Οδηγείται στο ικρίωμα (1535) από τον μονάρχη Ερρίκο Η’ με την κατηγορία της προδοσίας. Ο θάνατός του είναι ένα πρώτο και καίριο δείγμα σχετικά με το πώς σκοπεύει να αντιμετωπίζει τους ανυπόταχτους νοητές η νεωτερική κρατική εξουσία που μόλις τώρα αναδύεται. Το 1516 ο Μορ συγγράφει ένα σημαντικό βιβλίο, την Ουτοπία, για το κράτος.
Πώς κατανοεί την Ουτοπία ο Μορ; Ως έναν άλλο, νέο λογικό, ήτοι φυσικό κόσμο, περίπου σαν αυτόν του Πλάτωνα, που αντιτίθεται στον παραλογισμό, στην αταξία της εδραιωμένης πολιτικής πραγματικότητας. Η Ουτοπία, ως ου–τόπος, έχει διπλή σημασία: Πρώτα-πρώτα, ως άρνηση μεταποίησης του ανθρώπου σε αιώνιο θύμα μιας παράλογης πολιτικής εξουσίας. Η τελευταία τούτη, όσο πιο παράλογη είναι, τόσο εννοεί να αντιμετωπίζει τα ανθρώπινα όντα ως δέντρα, ως άβουλα όντα, ως υπηκόους, και να τιμωρεί την παραμικρή τους σκεπτική αντί-δραση με ακαριαίο θάνατο. Δεύτερον, ως έναν κοινωνικό, πολιτικό τόπο, που καλείται να αυτο-οργανώνεται με βάση τη Λογική, έτσι όπως η τελευταία εναρμονίζεται με τη φύση. Μια τέτοια αυτο-οργάνωση του τόπου καθίσταται δυνατή, όταν οι άνθρωποι ακούν πρόσχαρα και ενστερνίζονται αναλόγως τη φωνή της φυσικής λογικής. Επειδή όμως αυτό δεν είναι εύκολο για τους πολλούς, γι’ αυτό η ουτοπία εξακολουθεί να είναι ο ου-τόπος τους. Ενώ τα κακά και τα εγκλήματα μιας άλογης κοινωνίας τα προκαλούν με ευκολία οι ίδιοι οι άνθρωποι, εν τούτοις δυσκολεύονται, όπως μας λέει πολύ εύστοχα ο Μορ, να τα θεραπεύσουν, ακούγοντας την ως άνω φωνή.
Ποια είναι τα κακά και οι φρικαλεότητες που αντιμάχεται η Ουτοπία; Φιλοχρηματία, αλαζονεία, υποκρισία, καιροσκοπισμός, διαφθορά, κλοπή, τυχοδιωκτισμός … Αυτά και άλλα παρόμοια εκπορεύονται από την εξουσία –πολιτική και θρησκευτική– και έχουν ως συνέπεια για τον λαό την εξαθλίωση, τη δουλοπρέπεια, τη μικρότητα, την καταλήστευση κ.λπ. Η θεραπεία δεν μπορεί να προκύψει, κατά τον Μορ, από την υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων και εντός αυτής –σήμερα θα λέγαμε από το ίδιο το πολιτικό σύστημα και εντός αυτού– αλλά από το ανύπαρκτο ακόμη νησί της Ου-τοπίας και από την ελεύθερη οργάνωσή του. Αυτό το νησί δεν είναι το απόλυτο Άλλο που πλάθει η φαντασία μας, άρα κάτι το απραγματοποίητο, παρά η πιο εφικτή ιδέα κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης της ανθρώπινης ζωής· πιο εφικτή, γιατί ανταποκρίνεται στη Λογική, στην κατά (φυσική) αναγκαιότητα λογική αναγέννηση του νεωτερικού ανθρώπου. Η Ουτοπία, απ’ αυτή την άποψη, δεν νοείται ως γη της επαγγελίας, δηλαδή ως μια αόριστη και φιλήδονη υπόσχεση μελλοντικής λύτρωσης –ποιος ξέρει πού και πώς;–, αλλά ως η μόνη δυνατότητα να σκεφτόμαστε τον υπαρκτό κόσμο από τη σκοπιά της κατ’ αναγκαιότητα αλλαγής του.
Τότε μόνο παύει ο ίδιος ο άνθρωπος, όσο κι αν τον ευτελίζει η ευτελισμένη πολιτική εξουσία, να αποδέχεται τη μοίρα του υποτελή, του δουλοπάροικου κ.λπ. και να την αναπαράγει ως τον μόνο δυνατό κόσμο του. Η Ουτοπία, κατ’ αυτό το πνεύμα, δεν έχει άρχοντες και αρχομένους, ούτε έχει ανάγκη από τέτοιους, γιατί αλλιώς δεν θα ήταν ου-τοπία. Απεναντίας, εδώ όλοι είναι ίσοι. Δεν υπάρχουν ούτε άεργοι και παράσιτα [=άρχουσα τάξη], ούτε επίσης άνεργοι και εξαθλιωμένοι [=αρχόμενες τάξεις] παρά μόνο εμπρόσωπα-συνειδητά όντα που εργάζονται ορισμένο χρόνο, υπόκεινται σε καθολική μόρφωση και απολαμβάνουν τη ζωή τους δεόντως, χωρίς να είναι αδαείς από πόλεμο. Οποιαδήποτε εξουσιομανία, πολιτικάντικη μικροπρέπεια, ανελεύθερη συμπεριφορά, ιδεολογικός καταναγκασμός, –όλα τούτα είναι πράγματα ξένα. Η Ουτοπία εν τέλει είναι η μόνη ρεαλιστική Ιδέα-πρότυπο, για μια ορθολογική οργάνωση της κοινωνίας και της πολιτείας· ορθολογική, όχι με την ψυχρή λογική των στατιστικών και των σκοτεινών υπολογισμών, αλλά με βάση την ιεράρχηση και ικανοποίηση των βασικών, των απαράγραπτων φυσικών αναγκών του κοινωνικού ανθρώπου.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου