Βασικές αρχές του Διαφωτισμού: Η ισχύς τους χτες και σήμερα
§1
Τον 18ο αιώνα διαμορφώθηκε στην Ευρώπη ένα στοχαστικά αισιόδοξο πολιτισμικό και πνευματικό κλίμα, που αντανακλούσε την καθίδρυση του Διαφωτισμού. Αντλούσε τη συγκεκριμένη του αισιοδοξία από τα θεμέλια του Λόγου, έτσι όπως τα έθεσαν οι μεγάλοι διανοητές με την Πνευματική Επανάσταση του 17ου αιώνα [με αυτή την Επανάσταση θα ασχοληθούμε σε επόμενες αναρτήσεις]. Η κυριαρχία του ορθολογικού Λόγου (Vernunft) είναι πλέον γεγονός. Με βάση αυτό τον Λόγο υπάρχει:
Ι. Μια διαρθρωμένη Λογικά τάξη, όπου έχουν λόγο ύπαρξης όλα τα ζωντανά πλάσματα και μέσα στην οποία ο άνθρωπος αποτελεί ένα από τα πολλά διαρθρωτικά στοιχεία. Η υπευθυνότητά του στο πεδίο της θεωρίας και ακόμα πιο πολύ της πράξης είναι αντίστοιχη προς την ανάπτυξη από τον ίδιο της Λογικής του ικανότητας και από τον πνευματικό του αγώνα για εξάλειψη του παραλογισμού από την κοινωνία των πολιτών.
ΙΙ. Ένα ορθολογικά οργανωμένο σύμπαν, όπου δεν μπορεί να υπάρχει κάποιος ιδιόρρυθμος θεός, που με την πρακτική των επεμβάσεων και των θαυμάτων αντιστρατεύεται, περιφρονεί και εν τέλει καταργεί αυτή τούτη την ύπαρξη των φυσικών νόμων. Ο ρόλος του θεού, και τούτο ισχύει για όσους από τους Δια-φωτιστές πίστευαν στην ύπαρξή του, ήταν να προωθεί, κατά τρόπο αρχέγονο, την ισχύ και την εφαρμογή των φυσικών νόμων. Η Δια-φωτιστική κριτική στη χριστιανική βασικά θρησκεία στρεφόταν κυρίως ενάντια στον ανεπιστημονικό χαρακτήρα της Βίβλου με όλα τα συνεπακόλουθα: καταδίκη του προπατορικού αμαρτήματος, των επιλεκτικών επιλογών, των ισχυρισμών περί κολάσεως και παραδείσου κ.λπ.
ΙΙΙ. Ένα σύστημα ορθολογικής διαβίωσης, που το ήθος του δεν συμβιβάζεται με τις ηθικές ντιρεκτίβες του οργανωμένου θρησκευτικού συστήματος του χριστιανισμού, αλλά αναζητεί τις αρχέγονες ρίζες του στον κλασικό πολιτισμό της αρχαιότητας. Εδώ μέσα ανιχνεύονται οι πιο διαφορετικοί διανοητές με τις πιο διαφορετικές ιδέες, χωρίς να χρειάζεται μονοσήμαντη προσκόλληση στον ένα διανοητή ή στη μια ιδέα και όχι στον άλλο ή την άλλη.
ΙV. Η έγνοια για το παρόν με βάση γήινα και όχι θεϊκά πρότυπα. Έτσι το ζητούμενο είναι: Να εγκύπτουμε στην οργάνωση, λειτουργία, χρησιμότητα και καλύτερη δυνατή κατανόηση του παρόντος κόσμου. Όχι εναπόθεσης της ελπίδας σε ουράνιους μελλοντικούς κόσμους. Η συγκεκριμένη καθημερινότητα δεν πρέπει να μας αφήνει αδιάφορουςˑ γι’ αυτό η χρήση του Λόγου, η εφαρμογή της Λογικής μπορεί να αποδιώξει από μέσα μας, αλλά και από το Λογικό μας σύμπαν την ατιμία, την απανθρωπιά, όπως επίσης τη δεισιδαιμονία και τις προλήψεις.
§2
Ι. Ο χαρακτήρας του Διαφωτιστικού κινήματος ήταν και εξακολουθεί να παραμένει ανατρεπτικός: με το νόημα ότι δεν επέφερε βαθιές αλλαγές μόνο στον τρόπο σκέψης, αλλά και στη στάση ζωής. Ορισμένως λοιπόν μετέδωσε ένα είδος ριζοσπαστικού τρόπου σκέψης, οργάνωσης και ανθρώπινης επικοινωνίας και σε άλλα πεδία της ζωής, όπως για παράδειγμα στην οικονομία γενικώς ή πιο ειδικά στο εμπόριο. Επίσης προκάλεσε ένα ρεύμα ανθρωπισμού, άρρηκτα συνδεδεμένο με την προώθηση διαφόρων μεταρρυθμίσεων σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Δημιούργησε έτσι νέους όρους για να σκέπτεται κανείς εδώ και τώρα τα φυσικά δικαιώματα του ανθρώπου και να επιχειρεί βελτιώσεις στις επί μέρους περιοχές της θρησκείας, της δικαιοσύνης, της πολιτικής οργάνωσης, της κοινωνικής δικαιοσύνης κ.λπ.
ΙΙ. Το Διαφωτιστικό άνοιγμα της σκέψης βρήκε πολλούς αποδέκτες, αλλά όχι και λίγους επικριτές. Τα πιο προχωρημένα, σε επίπεδο μόρφωσης, στρώματα της κοινωνίας βρήκαν απαντήσεις σε θέματα ύπαρξης, επιστήμης και συνολικής απελευθέρωσης του συναισθηματικού και νοητικού τους κόσμου. Την ίδια στιγμή ωστόσο τα πιο αμόρφωτα στρώματα σπρώχνονταν να αναζητούν τη λύτρωσή τους στις δεήσεις, στη δαιμονολογία και σε εκστρατείες θεολογικών κηρυγμάτων για σωτηρία από τις αμαρτίες τους, μόνο εάν πιστεύουν ακράδαντα στην αγάπη του θεού.
ΙΙΙ. Ένα από τα αρνητικά του σημεία στη διαμάχη του με τη θρησκεία θεωρεί ο Χέγκελ την απολυτοποίηση του Λόγου, την υποταγή των πάντων στην απόλυτη εξουσία του τελευταίου. Ως συνέπεια τούτου, βαθμιαία τείνει να επικρατήσει, αλλά με αντιστροφή των όρων της σχέσης, εκείνη ακριβώς η κατάσταση που ο Διαφωτισμός υποτίθεται ότι αντιμαχόταν: εάν ως τότε η απόλυτη εξουσία του θρησκευτικού-θεολογικού Λόγου δεν συμβιβαζόταν παρά μόνο με την ολοσχερή καταστροφή του ορθού Λόγου, με τον Διαφωτισμό η απόλυτη κυριαρχία του Λόγου κυοφορεί μια ανάλογη εκμηδένιση του Λόγου της θρησκείας.
ΙV. Η άνευ όρων και ορίων κυριάρχηση του ψυχρού ορθολογισμού εξέθρεψε έκτοτε έναν ασύδοτο εργαλειακό Λόγο της Δυτικής Παιδείας. Έτσι, από την εξάλειψη του φεουδαλισμού με τον αγώνα του Διαφωτισμού, με τον ίδιο αγώνα φτάσαμε τελικά στο φεουδαλισμό της πιο άσπλαχνης, πιο άκαρδης και όχι λιγότερο απολυταρχικής οργάνωσης της ζωής, με βάση ακριβώς τις επιταγές του εν λόγω Λόγου. Και όταν κυριαρχεί ένας τέτοιος ψυχρός, απρόσωπος, σιδερένιος, άτεγκτος εργαλειακός Λόγος, τα πιο ανίκανα όντα αναλαμβάνουν τη διαχείριση ανθρώπων και πραγμάτων και διαιωνίζουν την εξουσία των ασημαντοτήτων.
§1
Τον 18ο αιώνα διαμορφώθηκε στην Ευρώπη ένα στοχαστικά αισιόδοξο πολιτισμικό και πνευματικό κλίμα, που αντανακλούσε την καθίδρυση του Διαφωτισμού. Αντλούσε τη συγκεκριμένη του αισιοδοξία από τα θεμέλια του Λόγου, έτσι όπως τα έθεσαν οι μεγάλοι διανοητές με την Πνευματική Επανάσταση του 17ου αιώνα [με αυτή την Επανάσταση θα ασχοληθούμε σε επόμενες αναρτήσεις]. Η κυριαρχία του ορθολογικού Λόγου (Vernunft) είναι πλέον γεγονός. Με βάση αυτό τον Λόγο υπάρχει:
Ι. Μια διαρθρωμένη Λογικά τάξη, όπου έχουν λόγο ύπαρξης όλα τα ζωντανά πλάσματα και μέσα στην οποία ο άνθρωπος αποτελεί ένα από τα πολλά διαρθρωτικά στοιχεία. Η υπευθυνότητά του στο πεδίο της θεωρίας και ακόμα πιο πολύ της πράξης είναι αντίστοιχη προς την ανάπτυξη από τον ίδιο της Λογικής του ικανότητας και από τον πνευματικό του αγώνα για εξάλειψη του παραλογισμού από την κοινωνία των πολιτών.
ΙΙ. Ένα ορθολογικά οργανωμένο σύμπαν, όπου δεν μπορεί να υπάρχει κάποιος ιδιόρρυθμος θεός, που με την πρακτική των επεμβάσεων και των θαυμάτων αντιστρατεύεται, περιφρονεί και εν τέλει καταργεί αυτή τούτη την ύπαρξη των φυσικών νόμων. Ο ρόλος του θεού, και τούτο ισχύει για όσους από τους Δια-φωτιστές πίστευαν στην ύπαρξή του, ήταν να προωθεί, κατά τρόπο αρχέγονο, την ισχύ και την εφαρμογή των φυσικών νόμων. Η Δια-φωτιστική κριτική στη χριστιανική βασικά θρησκεία στρεφόταν κυρίως ενάντια στον ανεπιστημονικό χαρακτήρα της Βίβλου με όλα τα συνεπακόλουθα: καταδίκη του προπατορικού αμαρτήματος, των επιλεκτικών επιλογών, των ισχυρισμών περί κολάσεως και παραδείσου κ.λπ.
ΙΙΙ. Ένα σύστημα ορθολογικής διαβίωσης, που το ήθος του δεν συμβιβάζεται με τις ηθικές ντιρεκτίβες του οργανωμένου θρησκευτικού συστήματος του χριστιανισμού, αλλά αναζητεί τις αρχέγονες ρίζες του στον κλασικό πολιτισμό της αρχαιότητας. Εδώ μέσα ανιχνεύονται οι πιο διαφορετικοί διανοητές με τις πιο διαφορετικές ιδέες, χωρίς να χρειάζεται μονοσήμαντη προσκόλληση στον ένα διανοητή ή στη μια ιδέα και όχι στον άλλο ή την άλλη.
ΙV. Η έγνοια για το παρόν με βάση γήινα και όχι θεϊκά πρότυπα. Έτσι το ζητούμενο είναι: Να εγκύπτουμε στην οργάνωση, λειτουργία, χρησιμότητα και καλύτερη δυνατή κατανόηση του παρόντος κόσμου. Όχι εναπόθεσης της ελπίδας σε ουράνιους μελλοντικούς κόσμους. Η συγκεκριμένη καθημερινότητα δεν πρέπει να μας αφήνει αδιάφορουςˑ γι’ αυτό η χρήση του Λόγου, η εφαρμογή της Λογικής μπορεί να αποδιώξει από μέσα μας, αλλά και από το Λογικό μας σύμπαν την ατιμία, την απανθρωπιά, όπως επίσης τη δεισιδαιμονία και τις προλήψεις.
§2
Ι. Ο χαρακτήρας του Διαφωτιστικού κινήματος ήταν και εξακολουθεί να παραμένει ανατρεπτικός: με το νόημα ότι δεν επέφερε βαθιές αλλαγές μόνο στον τρόπο σκέψης, αλλά και στη στάση ζωής. Ορισμένως λοιπόν μετέδωσε ένα είδος ριζοσπαστικού τρόπου σκέψης, οργάνωσης και ανθρώπινης επικοινωνίας και σε άλλα πεδία της ζωής, όπως για παράδειγμα στην οικονομία γενικώς ή πιο ειδικά στο εμπόριο. Επίσης προκάλεσε ένα ρεύμα ανθρωπισμού, άρρηκτα συνδεδεμένο με την προώθηση διαφόρων μεταρρυθμίσεων σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Δημιούργησε έτσι νέους όρους για να σκέπτεται κανείς εδώ και τώρα τα φυσικά δικαιώματα του ανθρώπου και να επιχειρεί βελτιώσεις στις επί μέρους περιοχές της θρησκείας, της δικαιοσύνης, της πολιτικής οργάνωσης, της κοινωνικής δικαιοσύνης κ.λπ.
ΙΙ. Το Διαφωτιστικό άνοιγμα της σκέψης βρήκε πολλούς αποδέκτες, αλλά όχι και λίγους επικριτές. Τα πιο προχωρημένα, σε επίπεδο μόρφωσης, στρώματα της κοινωνίας βρήκαν απαντήσεις σε θέματα ύπαρξης, επιστήμης και συνολικής απελευθέρωσης του συναισθηματικού και νοητικού τους κόσμου. Την ίδια στιγμή ωστόσο τα πιο αμόρφωτα στρώματα σπρώχνονταν να αναζητούν τη λύτρωσή τους στις δεήσεις, στη δαιμονολογία και σε εκστρατείες θεολογικών κηρυγμάτων για σωτηρία από τις αμαρτίες τους, μόνο εάν πιστεύουν ακράδαντα στην αγάπη του θεού.
ΙΙΙ. Ένα από τα αρνητικά του σημεία στη διαμάχη του με τη θρησκεία θεωρεί ο Χέγκελ την απολυτοποίηση του Λόγου, την υποταγή των πάντων στην απόλυτη εξουσία του τελευταίου. Ως συνέπεια τούτου, βαθμιαία τείνει να επικρατήσει, αλλά με αντιστροφή των όρων της σχέσης, εκείνη ακριβώς η κατάσταση που ο Διαφωτισμός υποτίθεται ότι αντιμαχόταν: εάν ως τότε η απόλυτη εξουσία του θρησκευτικού-θεολογικού Λόγου δεν συμβιβαζόταν παρά μόνο με την ολοσχερή καταστροφή του ορθού Λόγου, με τον Διαφωτισμό η απόλυτη κυριαρχία του Λόγου κυοφορεί μια ανάλογη εκμηδένιση του Λόγου της θρησκείας.
ΙV. Η άνευ όρων και ορίων κυριάρχηση του ψυχρού ορθολογισμού εξέθρεψε έκτοτε έναν ασύδοτο εργαλειακό Λόγο της Δυτικής Παιδείας. Έτσι, από την εξάλειψη του φεουδαλισμού με τον αγώνα του Διαφωτισμού, με τον ίδιο αγώνα φτάσαμε τελικά στο φεουδαλισμό της πιο άσπλαχνης, πιο άκαρδης και όχι λιγότερο απολυταρχικής οργάνωσης της ζωής, με βάση ακριβώς τις επιταγές του εν λόγω Λόγου. Και όταν κυριαρχεί ένας τέτοιος ψυχρός, απρόσωπος, σιδερένιος, άτεγκτος εργαλειακός Λόγος, τα πιο ανίκανα όντα αναλαμβάνουν τη διαχείριση ανθρώπων και πραγμάτων και διαιωνίζουν την εξουσία των ασημαντοτήτων.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου