Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2016

Με ποια γλώσσα να μιλήσει κανείς για τα ζώα;

Αποτέλεσμα εικόνας για Με ποια γλώσσα να μιλήσει κανείς για τα ζώα;Οι πρωτόγονοι μιλούν γι' αυτά με τις σπηλαιογραφίες τους.
Οι Μινωίτες με τα Ταυροκαθάψια και τον Μινώταυρο.
Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι λατρεύοντας τις ιερές τους γάτες.
Οι Έλληνες μεταμορφώνοντας τον Δία σε ταύρο ή κύκνο,
για να κυνηγά αμέριμνος τα κορίτσια που του αρέσουν.
Οι μυθολογίες του κόσμου κάνοντας τα ζώα θεούς
– για να δηλώσουν του καθενός τις ιδιαίτερες δυνάμεις –
ή μεταμορφώνοντας τους ανθρώπους σε ζώα
- όταν πρέπει να γλιτώσουν από τον κίνδυνο ή τον πόνο
ή όταν πρέπει να τιμωρηθούν για την ύβρη τους.
Και οι μεγάλοι λέγοντας πάντα στα παιδιά παραμύθια
για ζώα παλαβά και παράξενα, πολύχρωμα και ομιλητικά.
Με ποια γλώσσα να μιλήσει κανείς στα ζώα;
Με ένα χάδι, με το βλέμμα.
Μέσα στα όνειρα.
Στα παιχνίδια και στον έρωτα
όπου ο καθένας γίνεται όποιο ζώο θέλει.
Με τη φαντασία που τρέχει και βόσκει ελεύθερη όπου της αρέσει.
Με την ποίηση, όπου οι άνθρωποι, τα ζώα, τα δέντρα και το νερό
γίνονται ένα, για να κατοικήσουν την αθανασία.
Άννα Γρίβα

Στη μικρή ανθολογία που ακολουθεί
περιλαμβάνονται ποιήματα Ελλήνων και ξένων ποιητών
που συνομιλούν με τα ζώα της γης.

Σπίτι με Kήπον

Ήθελα να ’χω ένα σπίτι εξοχικό
μ’ έναν πολύ μεγάλο κήπο— όχι τόσο
για τα λουλούδια, για τα δένδρα, και τες πρασινάδες
(βέβαια να βρίσκονται κι αυτά· είν’ ευμορφότατα)
αλλά για να ’χω ζώα. A να ’χω ζώα!
Τουλάχιστον επτά γάτες— οι δυο κατάμαυρες,
και δυό σαν χιόνι κάτασπρες, για την αντίθεσι.
Έναν σπουδαίο παπαγάλο, να τον αγρικώ
να λέγει πράγματα μ’ έμφασι και πεποίθησιν.
Aπό σκυλιά, πιστεύω τρία θα μ’ έφθαναν.
Θα ’θελα και δυό άλογα (καλά είναι τ’ αλογάκια).
Κ’ εξ άπαντος τρία, τέσσαρα απ’ τ’ αξιόλογα,
τα συμπαθητικά εκείνα ζώα, τα γαϊδούρια,
να κάθονται οκνά, να χαίροντ’ οι κεφάλες των.

Κωνσταντίνος Καβάφης
(Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993)


*****

Τα τζιτζίκια

Η Παναγιά το πέλαγο
κρατούσε στην ποδιά της
Τη Σίκινο την Αμοργό
και τ’ άλλα τα παιδιά της

Από την άκρη του καιρού
και πίσω απ’ τους χειμώνες
Άκουγα σφύριζε η μπουρού
κι έβγαιναν οι Γοργόνες

Κι εγώ μέσα στους αχινούς
στις γούβες στ’ αρμυρίκια
Σαν τους παλιούς θαλασσινούς
ρωτούσα τα τζιτζίκια:

– Ε σεις τζιτζίκια μου άγγελοι
γεια σας κι η ώρα η καλή
Ο βασιλιάς ο Ήλιος ζει;
κι όλ’ αποκρίνονται μαζί:

– Ζει ζει ζει ζει ζει ζει ζει ζει

Οδυσσέας Ελύτης
(Τα Ρω του έρωτα, Ύψιλον 1986)


*****

Ο γάτος και η σελήνη

Ο γάτος τριγυρνούσε ΄δώ κι εκεί
Και η σελήνη στριφογύριζε σα σβούρα,
Κι ο πιο δικός της συγγενής
Ο σιγανός ο γάτος, πάνω κοίταξε.
Ο μαύρος Μιναλούς κοίταξε τη σελήνη,
Και πλάνης λυπημένος καθώς ήταν,
Το καθαρό αργυρό φως στον ουρανό
Ξεσήκωσε το ζωντανό του αίμα.
Τρέχει μες στο χορτάρι ο Μιναλούς
Σηκώνοντας τα μαλακά του πόδια.
Θες να χορέψεις Μιναλούς, χορεύεις;
Όταν δυο τόσο ταιριαστοί συναντηθούν,
Τι πιο καλό από ένα κάλεσμα χορού;
Ίσως να μάθει κι η σελήνη,
Από συρμούς βαριεστημένη,
Νέα στροφή χορού.
Κυλιέται στο χορτάρι ο Μιναλούς
Εδώ κι εκεί σε σεληνόφωτη μεριά
Κι η ιερή σελήνη από ψηλά,
Έχει αλλάξει φάση.
Να το γνωρίζει ο Μιναλούς ότι οι κόρες
των ματιών του συνεχώς θ’ αλλάζουν,
Από ολόγιομες μισές
Από μισές γεμάτες;
Κυλιέται στο χορτάρι ο Μιναλούς
Μόνος, σημαντικός και φωτισμένος
Κοιτάζει τη σελήνη όπως αλλάζει
αλλάζοντας στα μάτια του ματιά.

William Butler Yeats Ουίλιαμ
(Yeats Selected poetry, Pan Books 1974)


*****

Ο χρυσοκάνθαρος

Έργο
Άφθαστης τέχνης
Λεπτοδουλεμένο

(Εξωσκελετός
Με σμαραγδένιο θώρακα αδιαπέραστο
Πλήρης εξάρτυση
Εξοπλισμός πανάκριβος:
Όραση υψηλής ανάλυσης
Χιλιάδων μεγαπίξελ
Κεραίες αισθητήρες ακριβείας
Δαγκάνες φοβερές
Φόδρα φτερών πολύτιμη, μεταξωτή)
Τέλειο

Πάνοπλο
Για τον αγώνα της μιας μέρας
Τσακισμένο
Στο ράμφος του πουλιού

Παυλίνα Παμπούδη
(Χίλια Φύλλα, Κέδρος 2007)


*****

Χρωματίζω πουλιά

Τόσα άστρα και γώ να λιμοκτονώ
χρωματίζω πουλιά, χάρτινα πουλιά
και περιμένω να κελαηδήσουν,
και περιμένω να κελαηδήσουν…
γιατί χειμώνιασε.
Τόσα άστρα και εγώ να λιμοκτονώ
κάνε λοιπόν κύριε
να ‘χει κανείς ένα φίλο
δος του ένα σκυλί
ή ένα φανάρι του δρόμου
γιατί χειμώνιασε.

Τάσος Λειβαδίτης
(μελοποιημένο ποίημα, Γ. Τσαγκάρης, 1993)


*****

Μπλε πουλί

είναι ένα μπλε πουλί μες στην καρδιά μου
που θέλει να βγει έξω
μα είμαι πολύ σκληρός μαζί του,
του λέω, εκεί μέσα μείνε, δεν πρόκειται
ν’ αφήσω κανένα
να σε δει.
είναι ένα μπλε πουλί μες στην καρδιά μου
πού θέλει να βγει έξω
μα εγώ χύνω επάνω του ουίσκι εισπνέω
τον καπνό του τσιγάρου
και οι πόρνες, οι μπάρμαν
και τα παιδιά στο μπακάλικο
ούτε που ξέρουν ότι
αυτό
είναι εκεί μέσα.
είναι ένα μπλε πουλί μες στην καρδιά μου
πού θέλει να βγει έξω
μα είμαι πολύ σκληρός μαζί του,
του λέω,
κάτσε κάτω, θες να με βάλεις
σε μπελά;
θες να σκατώσεις τις
δουλειές μου;
θες να τινάξεις στον αέρα τις πωλήσεις
των βιβλίων μου στην Ευρώπη;
είναι ένα μπλε πουλί μες στην καρδιά μου
πού θέλει να βγει έξω,
μα είμαι πολύ έξυπνος, μόνο κάποιες φορές
τη νύχτα το αφήνω να βγει
όταν όλοι κοιμούνται.
του λέω, ξέρω πως βρίσκεσαι εκεί
γι' αυτό μην είσαι
λυπημένο.
μετά στη θέση του το βάζω πάλι,
κι εκείνο λίγο τραγουδάει
εκεί μέσα, δεν το αφήνω έτσι
να πεθάνει
κι έτσι κοιμόμαστε
οι δυο μαζί
στη
μυστική μας συμφωνία
κι είναι μάλλον καλό
να κάνεις έναν άνδρα
να κλάψει, όμως εγώ
δεν κλαίω,
εσείς;

Henry Charles Bukowski
(The Last Night of the Earth Poems", Black Sparrow Press 1992)

*****

Τα ζώα της Costarica

Ειρηνικά παιδιά αυτής της γης του παραδείσου
κοιτάτε επίμονα και φιλικά εμάς τους επισκέπτες
Σκυλιά στου Lenny και της Joan τη hacienda
ακόλουθοι χαρούμενοι στις αυγινές μου βόλτες
Και σεις , πουλιά μεσ’ τα κλουβιά και τ’ άλλα στον αέρα
που αίνιγμα σας φαίνεται η κάθε κίνηση μας
εμάς κοιτάτε επίμονα, ζητάτε ερμηνείες
Εσείς, τραγούδι και αλύχτισμα
σημάδια μύησης στης γης τους θησαυρούς
αρμονικά συμπλέετε με τον περίγυρό σας
αρμονικά ακόμη και με μας , τους εισβολείς σας.
Εμείς πλάνητες, παράτονες ψυχές
να συνηχήσουμε μπορούμε στην αρμονία που η φύση δίνει
Δάσκαλοί μας γίνετε ειρήνης και σιωπής
δάσκαλοι συνύπαρξης ανθρώπων με τη Γης

Θανάσης Μασκαλέρης
*****

Το βάφτισμα των γάτων

Το να βαφτίζεις τα γατιά έχει μια δυσκολία…
Δεν είναι επιπόλαιη κι ανάλαφρη ασχολία
Καθόλου δεν τρελάθηκα και δεν το λέω αστεία:
Κάθε μια Γάτα, ΟΝΟΜΑΤΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΤΡΙΑ!
Ένα να τη φωνάζουνε στην οικογένειά της
Ας πούμε, Βίκτωρ, Αύγουστος, Τζωρτζίνα, Ιπποκράτης
Ας πούμε, Μέρλιν, Τζόναθαν, Αλόνζο, Μανταλένα
Καθημερνά ονόματα, καλά, συνηθισμένα.
Να βρείτε ωραιότερα υπάρχουν ευκαιρίες
Ονόματα για τζέντλεμεν και άλλα για κυρίες
Ας πούμε, Πλάτων, Άδμητος, Ηλέκτρα, Ευρυάλη
Μα όλ’ αυτά είναι κοινά, και θα τα έχουν κι άλλοι.
Μια Γάτα, όμως, να ξέρετε, θέλει και το δικό της
Το δεύτερό της όνομα να’ ν’ αποκλειστικό της!
Για να μπορεί αφ’ υψηλού τον κόσμο να κοιτάει
Και την ουρά της πάντοτε ψηλά να την κρατάει.
Πρέπει να είναι όνομα μονάχα για μια Γάτα:
Χουρχούρης, για παράδειγμα, Γλείψος, Χνουδοπατάτα
Κι άλλα πολλά, τέτοιας λογής, μπορώ να αναφέρω:
Μπομπαλουρίνα, Πιρπιρής, Φρουφρού, Τρελοκαμπέρω.
Πέρα όμως απ’ αυτά τα δυο, υπάρχει κι ένα άλλο
Το’ όνομα το μοναδικό, το τρίτο, το μεγάλο:
Το όνομα το μυστικό, ΠΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΔΕΝ ΞΕΡΕΙ
Και Γάτα σ’ άνθρωπο μπροστά ποτέ δεν αναφέρει.
Όταν σε διαλογισμό λοιπόν μια Γάτα δείτε
Πάντα ο λόγος είν’ αυτός, και να το θυμηθείτε:
Σ’ απύθμενους συλλογισμούς βρίσκεται βυθισμένη
Για τ’ όνομα το άρρητο
Το αρρητορητονιάρρρητο
Το όνομά της το Κρυφό σκέφτεται μαγεμένη.

T. S. Eliot
Το εγχειρίδιο πρακτικής γατικής του γερο Πόσουμ, Άγρα 2000


*****

Μετάξι ολομέταξο

Πιάνω μια μύγα μες στα χέρια μου
με γαργαλάει των φτερών της η αγωνία
αν σφίξω λίγο ξεψυχά
αν χαλαρώσω φεύγει.
Καλύτερα να μείνω ακίνητη
ένα σπιτάκι αθέλητο να της δωρίσω
ένα κλουβί που θα βαφτίσω σπίτι
σιγά σιγά θα μάθει να αγαπά
τις ράγες των δακτύλων μου
θα ξεσκονίζει κάθε χαρακιά
μ' ένα τσεμπέρι στις κεραίες της
και θα μου πλένει όλες τις φλέβες
θαρρώντας πως έπιασα βρωμιά.

Μα τέτοιο κακό δεν το βαστώ
όταν μετρώ το καρδιοχτύπι της.
Τι θες δορκάδα μου της λέω
τι θες μετάξι ολομέταξο
μέσα στα πράσινα ματάκια σου
τι θες μαινάδα μου και βρύχεσαι
με την ψυχή της λιονταρίνας.

Ανοίγω διάπλατα το χέρι
γδέρνω τον άνεμο γλυκά
καθώς εκείνη φτερουγίζει
προς το αόρατο κλουβί μας
μαζί μας μαζί να στολίσει
το αναπόδραστο της νύχτας ζωνάρι.

Άννα Γρίβα
(Έτσι είναι τα πουλιά, Γαβριηλίδης 2015)


*****

Η φήμη

Η φήμη είναι μέλισσα
Έχει ωδή-
Έχει κεντρί-
Ω, κι είναι, επίσης, φτερωτή.

Emily Dickinson
 (Επειδή δεν άντεχα να ζήσω φωναχτά, Gutenberg 2013)


*****

Δημοτικό

Πέντε ποντικοί και δεκοχτώ νυφίτσες
γάμον έκαναν, μ΄ένα σπειρί κριθάρι,
και τ΄αλέσανε ’ςτου σφονδυλιού την τρύπα,
και το ζύμωσαν ΄ςτης ψείρας το τομάρι-
ψείρα ζύμονε, κόνιδα κοσκινούσε,
και χοντρόψυλλος τον φούρνο εσυδαυλούσε-
σπίθα πέταξε κι έκαψε το παλάτι.

(Βαυκαλήματα ή Μινυρίσματα, Συλλογή Δημωδών Ασμάτων
της Ηπείρου, Π. Αραβαντινός, 1880)


*****

Τα ψάρια της φρίκης

Στο σκοτεινό λιμάνι
μονάχος τη νύχτα
στην προκυμαία
μαζεύω τα ψάρια
τα ψάρια π’ αστράφτουν
τα ψάρια που έρχονται
κοπάδια κοπάδια
από τη μαύρη θάλασσα
Έρχονται μόνο σε μένα
με τα πονηρά τους μάτια
γιομάτα ασήμι
έρχονται και ξαπλώνουν
πάνω στην απαλάμη μου
τα ερωτικά ψάρια
τα ζαλισμένα ψάρια
κι άλλοι γύρω τους ρίχτουν
δίχτυα κι αγκίστρια
με λάδι και φώτα
για να τα πιάσουν
Όμως το μεγάλο ψάρι
που χρόνια ξέρει
αυτό το παιχνίδι
απλώνει τα χέρια του
βάζει τις φωνές
παίρνει πίσω τα ψάρια μου
στη βαθιά θάλασσα
Κα μ’ αφήνει πάλι μόνο
μες στο έρμο λιμάνι
με τα’ άδεια μου χέρια
με τα’ άδειο καλάθι μου

Μίλτος Σαχτούρης
(Παραλογαίς, 1948)


*****

Τα άλογα του Αχιλλέως

Τον Πάτροκλο σαν είδαν σκοτωμένο,
που ήταν τόσο ανδρείος, και δυνατός, και νέος,
άρχισαν τ’ άλογα να κλαίνε του Aχιλλέως·
η φύσις των η αθάνατη αγανακτούσε
για του θανάτου αυτό το έργον που θωρούσε.
Τίναζαν τα κεφάλια των και τες μακρυές χαίτες κουνούσαν,
την γη χτυπούσαν με τα πόδια, και θρηνούσαν
τον Πάτροκλο που ενοιώθανε άψυχο — αφανισμένο —
μια σάρκα τώρα ποταπή — το πνεύμα του χαμένο —
ανυπεράσπιστο — χωρίς πνοή —
εις το μεγάλο Τίποτε επιστραμμένο απ’ την ζωή.
Τα δάκρυα είδε ο Ζευς των αθανάτων
αλόγων και λυπήθη. «Στου Πηλέως τον γάμο»
είπε «δεν έπρεπ’ έτσι άσκεπτα να κάμω·
καλλίτερα να μην σας δίναμε, άλογά μου
δυστυχισμένα ! Τι γυρεύατ’ εκεί χάμου
στην άθλια ανθρωπότητα πούναι το παίγνιον της μοίρας.
Σεις που ουδέ ο θάνατος φυλάγει, ουδέ το γήρας
πρόσκαιρες συμφορές σας τυραννούν. Στα βάσανά των
σας έμπλεξαν οι άνθρωποι.» — Όμως τα δάκρυά των
για του θανάτου την παντοτινή
την συμφοράν εχύνανε τα δυο τα ζώα τα ευγενή.

Κωνσταντίνος Καβάφης
(τα Ποιήματα, Ύψιλον 1990)

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου