1. Η κριτική του Πλάτωνα στο μύθο γενικά
Πριν από τον Πλάτωνα, οι Ίωνες φιλόσοφοι, ο Θαλής, ο Αναξίμανδρος και ο Αναξιμένης έκριναν τη μυθική σύλληψη της κοσμογονίας και των θεοτήτων. Επιχειρώντας να εξηγήσουν τον κόσμο επιστημονικά υποστήριξαν την ύπαρξη μιας «αρχής» των όντων, που πρέπει να νοηθεί ως μια λογική πρώτη αιτία δημιουργίας του κόσμου. Έτσι η πρώτη σημαντική κριτική στο μύθο συμπίπτει με την πρώτη προσπάθεια λογικής εξήγησης του κόσμου.
Εκτός από τους τρεις προηγούμενους στοχαστές, ένας άλλος, σχεδόν σύγχρονος τους, ο Ξενοφάνης, είναι ακόμη πιο ριζοσπαστικός στην κριτική του προς το μύθο. Επιτέθηκε στη μυθική σύλληψη των θεοτήτων και στις ανθρωπομορφικές αντιλήψεις, που τόσο συχνά μάλιστα βρίσκονται στον Ησίοδο και τον Όμηρο.
Επηρεασμένος ο Πλάτωνας προφανώς από τον Ξενοφάνη κρίνει τη μυθική σκέψη των προγόνων του και ιδιαίτερα τη μυθική σύλληψη του θείου. Κατακρίνει τον ανθρωπομορφισμό, επειδή θεωρεί ότι οι άνθρωποι πλάθουν τους θεούς τους σύμφωνα με τα δικά τους πρότυπα, τα δικά τους γνωρίσματα και αδυναμίες, γεγονός που αποτελεί αιτία κακοδιοίκησης των πόλεων. Αντίθετα σύμφωνα με τον Πλάτωνα ο θεός είναι ενότητα και καλοσύνη και στο βαθμό που οικειωθεί αυτή την αλήθεια ο άνθρωπος, θα μπορέσει να βελτιώσει το δικό του κόσμο. Με άλλα λόγια, ο Πλάτωνας καταλήγει στο συμπέρασμα ότι είναι ανάγκη να αντικατασταθούν οι παραδοσιακοί θεοί με την ιδέα του αγαθού. Προς αυτή την κατεύθυνση οι ποιητές που είναι κατ' εξοχήν υπεύθυνοι για τη δημιουργία μυθικών θεών πρέπει να εξαιρεθούν από την ιδανική «Πολιτεία» του.
Ο Πλάτωνας, αν και άσκησε δριμύτατη κριτική στο μύθο, τον χρησιμοποίησε σχεδόν σε όλους τους μεγάλους διάλογους του. Βέβαια η χρήση του μύθου από τον Πλάτωνα υπόκειται σε ορισμένους περιορισμούς που τους καθιστούν λειτουργικούς και σύμφωνους με τους παιδευτικούς σκοπούς τους. Δηλαδή στο πλατωνικό πολιτικό σύστημα αποκλείονται οι μυθικές συλλήψεις. Έτσι αποκλείεται και η ανατροφή των παιδιών με τέτοιες ιστορίες, γιατί στην ακαταστασία και στην αταξία της ζωής των θεών αποδίδεται και η αταξία στην ανθρώπινη κοινωνία.
Επομένως, από πολιτική άποψη ο Πλάτωνας απορρίπτει τους μύθους και ιδιαίτερα εξαιτίας της σημασίας που έχει η σωστή διαπαιδαγώγηση των παιδιών στην πολιτικοποίηση τους. Δεν μπορεί, όμως, να τους αποφύγει τελείως για λόγους σωστής πολιτικοποίησης και πάλι. Έτσι στο τρίτο βιβλίο της «Πολιτείας» εισάγει την έννοια του «γενναίου ψεύδους». Πρόκειται για χρήσιμο ψεύδος, δηλαδή για μύθο που επινοείται σκόπιμα από τους φιλοσόφους - άρχοντες και διοχετεύεται στα μέλη της πλατωνικής πολιτείας. Με το μύθο αυτό επιδιώκουν οι φιλόσοφοι άρχοντες να πείσουν τους πολίτες για δύο ζητήματα:
α) να αγαπούν και να φροντίζουν την πατρίδα τους και
β) να ζουν τα μέλη της κοινωνίας το καθένα σύμφωνα με τη φύση του. Ο μύθος χρειάζεται να πείσει τους πολίτες ότι η ανθρώπινη φύση παρουσιάζει διαβαθμίσεις και επομένως επιβάλλεται να ενεργούν ανάλογα.
Τελικά, η πλατωνική αντίληψη του «γενναίου ψεύδους» αυτο-υπονομεύθηκε, καθώς μέσω του Σωκράτη ο Πλάτωνας καταλήγει στην εξής κριτική της: αν οι φύλακες πιστέψουν στο μύθο, δε μπορεί, να είναι καλοί. Αν πάλι δεν πιστέψουν σε αυτόν, θα αδυνατούν »«α πείσουν και τους υπόλοιπους πολίτες για κάτι που ούτε οι ίδιοι πιστεύουν. Άρα, αμφισβητείται η αποτελεσματικότητα του «γενναίου ψεύδους» από τον ίδιο τον εμπνευστή της.
2. Διαίρεση των πλατωνικών μύθων
Ο W. G. Guthrie στο βιβλίο του «Ορφέας και ελληνική θρησκεία» επιχειρεί τη διαίρεση των πλατωνικών μύθων σε δυο βασικές κατηγορίες με κριτήριο τη μορφή και το περιεχόμενο τους. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν οι μύθοι-αλληγορίες και στη δεύτερη οι κυρίως-μύθοι.
α) Μύθοι-αλληγορίες:
είναι οι μύθοι που παρουσιάζουν με μεταφορικό παραστατικό τρόπο τις αφηρημένες έννοιες που έχουν ήδη διατυπωθεί ή η διατύπωσή τους θα ακολουθήσει. Παράδειγμα μύθου-αλληγορίας είναι «ο μύθος του Σπηλαίου», «ο μύθος των μετάλλων».
β) Οι «κυρίως μύθοι»:
είναι εκτενέστεροι από τους προηγούμενους. Σε αυτούς δεν παρατηρείται απλώς μια περίπου αμφιμονοσήμαντη αντιστοιχία μυθικού συμβόλου-έννοιας, χαρακτηριστικό των μύθων-αλληγοριών, αλλά πέρα από την παραστατική στήριξη των εννοιών που προκύπτουν από τη διαλεκτική ανάλυση, παρουσιάζουν νέα προβλήματα έξω από τις δυνατότητες της διαλεκτικής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιου μύθου συναντάμε στο «Φαίδωνα» όπου η ύπαρξη της ψυχής στον άλλο κόσμο παρουσιάζεται με μύθο, καθώς η διαλεκτική μέθοδος εξάντλησε τις δυνατότητες της στην απόδειξη της αθανασίας της ψυχής.
- Με βάση τη διαίρεση του Guthrie μπορούμε να παρακολουθήσουμε ευκολότερα το διαχωρισμό που επιχειρεί στους πλατωνικούς μύθους ο Frutiger στο σπουδαίο έργο του «Οι μύθοι του Πλάτωνα».
Ο Frutiger υποδιαιρεί τους κυρίως μύθους της προηγούμενης κατάταξης σε τρεις υποκατηγορίες ανάλογα με τη λειτουργία τους. Άρα, στα δυο προηγούμενα κριτήρια, της μορφής και του περιεχομένου, προσθέτει και τρίτο, αυτό της λειτουργίας. Οι τρεις υποκατηγορίες είναι: i) οι κυρίως μύθοι που λειτουργούν ως αλληγορίες, όπως ο μύθος της Διοτίμας στο «Συμπόσιο» ii) εκείνοι που λειτουργούν ως γενετικές εξηγήσεις, εδώ αναφέρουμε το μύθο της δημιουργίας που κυριαρχεί στον «Τίμαιο» και iii) όσοι λειτουργούν ως μορφές «παραεπιστημονικής εξήγησης», και τέτοιοι είναι οι εσχατολογικοί μύθοι που βρίσκουμε στην «Πολιτεία», στο «Γοργία», στο «Φαίδωνα» κ.λπ.
Οι προηγούμενες διαιρέσεις μπορεί να αποδοθούν με το παρακάτω συνολικό σχήμα:
Χρονολογική διαίρεση μύθων:
Τη χρονολογική διαίρεση των μύθων επιχείρησε ο Friedlander στο βιβλίο του «ο Πλάτωνας, μια εισαγωγή». Ο μελετητής συνδέει τους μύθους με τα στάδια εξέλιξης της πλατωνικής σκέψης. Έτσι εξετάζει τη μορφή τους, τη θέση τους μέσα στο διάλογο και τη λειτουργία τους σε σχέση με τη χρονική κατάταξη των διαλόγων. Καταλήγει σε μια τυπολογία μύθων με σχεδόν σταθερά γνωρίσματα μορφής, θέσης και λειτουργίας ανάλογα με τη χρονική περίοδο που γράφτηκε ο διάλογος. Η τυπολογία του ακολουθεί τα τρία χρονικά επίπεδα στα οποία κατανέμονται οι διάλογοι, ως εξής:
α) πρώτο χρονικό επίπεδο: εδώ ανήκουν οι πρώιμοι διάλογοι Πρωταγόρας κ.λπ.). Τα γνωρίσματα των μύθων σε αυτούς τους διάλογους είναι:
- ο αφηγητής δεν είναι ο Σωκράτης, αλλά ένα άλλο πρόσωπο.
- η θέση του μύθου είναι στη αρχή ή στη μέση του διαλόγου.
- οι μύθοι λειτουργούν ως αφορμές για τη διαλεκτική ανάλυση περισσότερο παρά για την προβολή του ξεχωριστού ειδικού βάρους τους. Αυτή η λειτουργία των μύθων προκύπτει κυρίως από το ότι ο Σωκράτης δεν δεσμεύεται προκαταβολικά με το μύθο, αφού δεν τον εισηγείται αυτός. Αντίθετα, εναπόκειται στη δική του κρίση η υποστήριξη του ή η απόρριψη του με τη διαλεκτική ανάπτυξη του προβλήματος που θέτει.
β) δεύτερο χρονικό επίπεδο: αναφερόμαστε στους περισσότερους πλατωνικούς μύθους. Ο Friedlander θεωρεί ότι σε αυτό το επίπεδο ανήκουν οι διάλογοι: «Συμπόσιο», «Γοργίας», «Μένων», «Φαίδων», «Πολιτεία».
Οι μύθοι σε αυτούς τους διάλογους τοποθετούνται συνήθως στο τέλος. Λειτουργούν συμπληρωματικά ως προς τη διαλεκτική ανάλυση. Αυτό σημαίνει ότι έχουν μια σχετική νοηματική και αποδεικτική αυτονομία, προεκτείνουν δηλαδή τον προβληματισμό που έχει ήδη αναπτυχθεί εννοιολογικά. Η κατανόηση τους δεν αρκείται στη διαλεκτική απόδειξη αλλά χρειάζεται και την ενορατική σύλληψη. Ο εσχατολογικός μύθος στο τέλος της «Πολιτείας» είναι ένα παράδειγμα.
γ) τρίτο χρονικό επίπεδο: Στους διάλογους, όπως ο «Φαίδρος», «ο Τίμαιος», «ο Κριτίας», «ο Πολιτικός», κ.λπ., ο μύθος κυριαρχεί είτε θεματικά είτε ποσοτικά. Ποσοτικά, με την έννοια ότι ο μύθος εκτείνεται όσο σχεδόν και ο διάλογος, θεματικά, από την άποψη ότι ο μύθος καταλαμβάνει συνήθως το κέντρο του διαλόγου και τείνει να ταυτιστεί με τον κόσμο των ιδεών. Για παράδειγμα, στο «Φαιδρό» έχουμε τον κεντρικό μύθο ο οποίος υποστηρίζεται από τρεις άλλους, μικρότερους, συμπληρωματικούς ως προς τον κεντρικό. Οι τρεις αυτοί μικρότεροι μύθοι είναι του Βορέα, των τζιτζικιών και του αιγυπτίου θεού.
3. Η θεματική καταγωγή των μύθων
Οι πλατωνικοί μύθοι στο σύνολο τους αντλούνται από την ορφική, ομηρική και ησιοδική παράδοση. Ο Πλάτωνας βέβαια επεξεργάζεται μορφολογικά και θεματικά το μύθο του προς την κατεύθυνση που τον εξυπηρετεί, αλλά ο θεματικός πυρήνας του που μαρτυρεί την καταγωγή του είναι φανερός.
α) Η ορφική παράδοση στους μύθους του Πλάτωνα
Οι εσχατολογικοί μύθοι των πλατωνικών διαλόγων παραπέμπουν θεματικά στα ορφικά ποιήματα, στα οποία βρίσκουμε το σχήμα: καθαρτήριο-παράδεισος-αποθέωση και ειδικότερα την εξής πορεία της ψυχής: θάνατος, κρίση, τιμωρία, μετενσωμάτωση.
Σχετικά με την ορφική πορεία της ψυχής, ο Πλάτωνας διατηρεί τα κύρια σημεία της και αποδέχεται τη μετενσωμάτωση. Ωστόσο, διαφοροποιείται σε δύο περιπτώσεις: α) ο Πλάτωνας στο «Γοργία» μεταβάλλει τον ορφικό μύθο ως προς το ότι οι άνθρωποι κρίνονται νεκροί από νεκρούς δικαστές σε αντίθεση με την ορφική αντίληψη της κρίσης που συμβαίνει στους ζωντανούς ανθρώπους από ζωντανούς δικαστές. Και στο «μύθο του Ηρός» στην «Πολιτεία», αν και η ορφική παράδοση είναι εντονότατη, ο Πλάτωνας προσθέτει ως νέο στοιχείο την εκλογή των ζωών από τις ψυχές που θα ενσωματωθούν, β) για τον Πλάτωνα, που είναι φιλόσοφος βέβαια και όχι μύστης, δεν έχει νόημα το ορφικό διώνυμο «αμύητος-κεκαθαρμένος». Αντίθετα προκρίνει τους όρους «του αγαθού και του κακού».
Άλλα ορφικά δάνεια του Πλάτωνα: η τιμωρία του κυλίσματος στη λάσπη (Φαίδων 690), του νεροκουβαλήματος (Γοργία 493Α), ο μύθος για την αθανασία της ψυχής στο Μένωνα (81 Β), η ζωή είναι φυλακή και τιμωρία για την ψυχή (σώμα-σήμα) κ.λπ.
β) Η ομηρική παράδοση στους πλατωνικούς μύθους
Η ομηρική παράδοση είναι διάσπαρτη σε όλο το έργο του Πλάτωνα, ο οποίος καταφεύγει συχνά στην αναφορά ομηρικών στίχων είτε για να ενισχύσει τις θέσεις του είτε για να επικρίνει τον ποιητή. Έτσι στην «Πολιτεία», στο τέλος του δεύτερου βιβλίου αλλά και στην αρχή του τρίτου διαβάζουμε ομηρικούς στίχους. Στην «Πολιτεία» επίσης ο Τάνταλος, ο Σίσυφος και ο Τιτυός είναι ομηρικές μορφές που επιλέγονται για το ρόλο του αιώνιου κατάδικου, ενώ στο «Γοργία» ο Μίνως, ο Ραδάμανθυς και ο Αιακός παρου σιάζονται ως κριτές των ψυχών των νεκρών. Στο «Φαίδωνα» ο Πλάτωνας διατυπώνει ρητά τη διαφωνία του με την ομηρική περιγραφή της ψυχής. Η ομηρική παράδοση απασχόλησε τον Πλάτωνα και από την άποψη της παιδαγωγικής λειουργίας της τέχνης, στο τέλος της «Πολιτείας».
γ) Η ησιοδική παράδοση στους πλατωνικούς μύθους
Η ησιοδική παράδοση προβάλλεται στους πλατωνικούς μύθους με δυο θέματα:
i) το θέμα των μετάλλων. Στο ησιοδικό «Έργα καί ήμέραι» οι ιδιότητες των μετάλλων (χρυσός, σίδηρος, χαλκός) αποδίδονται στα γένη των ανθρώπων σε φθίνουσα πορεία, καθώς ο Ησίοδος προτείνει μια απαισιόδοξη άποψη για την εξέλιξη της ιστορίας του ανθρώπινου γένους. Στον Πλάτωνα το μέταλλο-σύμβολο βρίσκει εφαρμογή στην περιγραφή των τριών τάξεων της πλατωνικής πολιτείας και ειδικότερα στο ότι η τάξη των φιλοσόφων-αρχόντων αντιστοιχεί με το χρυσό, η τάξη των φυλάκων με το σίδηρο και των επαγγελματιών με το χαλκό.
ii) το θέμα του ποταμού Αμέλητος. Στην ησιοδική «θεογονία» το νερό της Στυγός έχει ξεχωριστές ιδιότητες και γι' αυτό οι θεοί ορκίζονται σ' αυτό, όταν μεταξύ τους έχουν παρεισφρήσει «ή Ερις καί το νεΐκος». Ο Πλάτωνας αξιοποιεί το θέμα του ποταμού με τις ξεχωριστές ιδιότητες στους εσχατολογικούς μύθους, όπου οι ψυχές πίνουν νερό από τον Αμέλητα ποταμό για να λησμονήσουν τις εμπειρίες τους από τον κόσμο των νεκρών προκειμένου να ενσωματωθούν.
4. Γνωρίσματα των πλατωνικών μύθων
1. Ο πλατωνικός μύθος είναι επώνυμος, προσωπική δημιουργία η με σκόπιμη επέμβαση σε προϋπάρχοντα μυθικό πυρήνα. Αντίθετα, ο παραδοσιακός, λαϊκός μύθος εκφράζει συνήθως μια προφορική συλλογική παράδοση στην εξέλιξη της οποίας ο αρχικός εμπνευστής ή δημιουργός, μέλος της κοινότητας, έχει ξεχαστεί.
2. Ο πλατωνικός μύθος υπηρετεί το φιλοσοφικό στοχασμό, την αναζήτηση της αλήθειας και διακρίνεται από συνέπεια λογική σε σχέση με το ευρύτερο φιλοσοφικό του πλαίσιο. Στη μυθική παράδοση γε νικά, παρατηρούμε την ύπαρξη αντιφατικών μύθων για το ίδιο θέμα, αντιφατικότητα που οφείλεται είτε στο ότι οι μύθοι εμφανίστηκαν σε διαφορετικές χρονικές στιγμές είτε στο ότι εκφράζουν διαφορετικά συμφέροντα ή εμπειρίες υποομάδων της ίδιας κοινότητος.
3. Οι πλατωνικοί μύθοι είναι, θα λέγαμε, «υποθέσεις εργασίας» προς κρίση, απόρριψη ή αποδοχή. Δεν αποκλείουν, αντίθετα προκαλούν την κριτική, την αμφισβήτηση, το λογικό έλεγχο, ενώ ο παραδοσιακός μύθος προκαλεί αντιδράσεις συναισθηματικές, θετικές ή αρνητικές.
4. Ο πλατωνικός μύθος συνδέεται με τη χρήση συμβόλων. Ο συμβολισμός ως λογική λειτουργία που ενεργοποιεί τη νόηση του δέκτη είναι στοιχείο σπουδαίας διαφοράς με τον παραδοσιακό μύθο όπου λειτουργούν πραγματικές υπάρξεις με σχετική αυτονομία δράσης στην απλή, κατά βάση, πλοκή του. Ο συμβολισμός των πλατωνικών μύθων επιβάλλεται από τις επικοινωνιακές ανάγκες του Πλάτωνα, ο οποίος χρειάζεται να επινοήσει σύμβολα που θα διευκολύνουν την επικοινωνία του με τα πρόσωπα των διαλόγων του και με τους αναγνώστες του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο μύθος του Σπηλαίου στην «Πολιτεία» που αποτελεί εξολοκλήρου επινόηση του Πλάτωνα για να κάνει περισσότερο κατανοητές τις έννοιες με τις οποίες αντιστοιχούν τα σύμβολα. Επίσης, ο ποταμός Αμελής αποτελεί συμβολική αισθητοποίηση της θεωρίας της ανάμνησης, το κόσκινο της ψυχής των ανόητων, η εικόνα της φτερωτής ψυχής («Φαιδρός»), αποδίδει συμβολικά την τριχοτόμηση της ψυχής αλλά και τις δυνατές κινήσεις της μέσα στο χώρο (πτώση-άνοδος).
Η παρουσίαση των βασικών γνωρισμάτων που χαρακτηρίζουν τους πλατωνικούς μύθους αποτελεί κι έναν τρόπο για να φανεί η σχέση του μύθου με την αλήθεια στον πλατωνικό στοχασμό. Είναι ήδη ευδιάκριτο ότι ο μύθος του Πλάτωνα λειτουργεί ως έλεγχος του Λόγου και των ορίων του δια-λόγου, αφού αποτελεί μια άλλη έκφραση των λογικών εννοιών και των λογικών επικοινωνιακών μέσων. Συγχρόνως, όμως, και αυτό είναι πρόκληση, χρησιμοποιείται ως μέσο εκφοράς της πλατωνικής «αλήθειας» εκεί όπου ο Λόγος αδυνατεί να ανταποκριθεί Έτσι, αν το λογικά προσιτό έχει τη δυνατότητα της λογικής-εννοιακής και μυθικής εκφοράς, το υπερλογικό αναγκαστικά απαιτεί μια υπερ-εννοιακή, υπερ-λογική εκφορά· εδώ ο μύθος ίσως είναι η μόνη λύση
Πριν από τον Πλάτωνα, οι Ίωνες φιλόσοφοι, ο Θαλής, ο Αναξίμανδρος και ο Αναξιμένης έκριναν τη μυθική σύλληψη της κοσμογονίας και των θεοτήτων. Επιχειρώντας να εξηγήσουν τον κόσμο επιστημονικά υποστήριξαν την ύπαρξη μιας «αρχής» των όντων, που πρέπει να νοηθεί ως μια λογική πρώτη αιτία δημιουργίας του κόσμου. Έτσι η πρώτη σημαντική κριτική στο μύθο συμπίπτει με την πρώτη προσπάθεια λογικής εξήγησης του κόσμου.
Εκτός από τους τρεις προηγούμενους στοχαστές, ένας άλλος, σχεδόν σύγχρονος τους, ο Ξενοφάνης, είναι ακόμη πιο ριζοσπαστικός στην κριτική του προς το μύθο. Επιτέθηκε στη μυθική σύλληψη των θεοτήτων και στις ανθρωπομορφικές αντιλήψεις, που τόσο συχνά μάλιστα βρίσκονται στον Ησίοδο και τον Όμηρο.
Επηρεασμένος ο Πλάτωνας προφανώς από τον Ξενοφάνη κρίνει τη μυθική σκέψη των προγόνων του και ιδιαίτερα τη μυθική σύλληψη του θείου. Κατακρίνει τον ανθρωπομορφισμό, επειδή θεωρεί ότι οι άνθρωποι πλάθουν τους θεούς τους σύμφωνα με τα δικά τους πρότυπα, τα δικά τους γνωρίσματα και αδυναμίες, γεγονός που αποτελεί αιτία κακοδιοίκησης των πόλεων. Αντίθετα σύμφωνα με τον Πλάτωνα ο θεός είναι ενότητα και καλοσύνη και στο βαθμό που οικειωθεί αυτή την αλήθεια ο άνθρωπος, θα μπορέσει να βελτιώσει το δικό του κόσμο. Με άλλα λόγια, ο Πλάτωνας καταλήγει στο συμπέρασμα ότι είναι ανάγκη να αντικατασταθούν οι παραδοσιακοί θεοί με την ιδέα του αγαθού. Προς αυτή την κατεύθυνση οι ποιητές που είναι κατ' εξοχήν υπεύθυνοι για τη δημιουργία μυθικών θεών πρέπει να εξαιρεθούν από την ιδανική «Πολιτεία» του.
Ο Πλάτωνας, αν και άσκησε δριμύτατη κριτική στο μύθο, τον χρησιμοποίησε σχεδόν σε όλους τους μεγάλους διάλογους του. Βέβαια η χρήση του μύθου από τον Πλάτωνα υπόκειται σε ορισμένους περιορισμούς που τους καθιστούν λειτουργικούς και σύμφωνους με τους παιδευτικούς σκοπούς τους. Δηλαδή στο πλατωνικό πολιτικό σύστημα αποκλείονται οι μυθικές συλλήψεις. Έτσι αποκλείεται και η ανατροφή των παιδιών με τέτοιες ιστορίες, γιατί στην ακαταστασία και στην αταξία της ζωής των θεών αποδίδεται και η αταξία στην ανθρώπινη κοινωνία.
Επομένως, από πολιτική άποψη ο Πλάτωνας απορρίπτει τους μύθους και ιδιαίτερα εξαιτίας της σημασίας που έχει η σωστή διαπαιδαγώγηση των παιδιών στην πολιτικοποίηση τους. Δεν μπορεί, όμως, να τους αποφύγει τελείως για λόγους σωστής πολιτικοποίησης και πάλι. Έτσι στο τρίτο βιβλίο της «Πολιτείας» εισάγει την έννοια του «γενναίου ψεύδους». Πρόκειται για χρήσιμο ψεύδος, δηλαδή για μύθο που επινοείται σκόπιμα από τους φιλοσόφους - άρχοντες και διοχετεύεται στα μέλη της πλατωνικής πολιτείας. Με το μύθο αυτό επιδιώκουν οι φιλόσοφοι άρχοντες να πείσουν τους πολίτες για δύο ζητήματα:
α) να αγαπούν και να φροντίζουν την πατρίδα τους και
β) να ζουν τα μέλη της κοινωνίας το καθένα σύμφωνα με τη φύση του. Ο μύθος χρειάζεται να πείσει τους πολίτες ότι η ανθρώπινη φύση παρουσιάζει διαβαθμίσεις και επομένως επιβάλλεται να ενεργούν ανάλογα.
Τελικά, η πλατωνική αντίληψη του «γενναίου ψεύδους» αυτο-υπονομεύθηκε, καθώς μέσω του Σωκράτη ο Πλάτωνας καταλήγει στην εξής κριτική της: αν οι φύλακες πιστέψουν στο μύθο, δε μπορεί, να είναι καλοί. Αν πάλι δεν πιστέψουν σε αυτόν, θα αδυνατούν »«α πείσουν και τους υπόλοιπους πολίτες για κάτι που ούτε οι ίδιοι πιστεύουν. Άρα, αμφισβητείται η αποτελεσματικότητα του «γενναίου ψεύδους» από τον ίδιο τον εμπνευστή της.
2. Διαίρεση των πλατωνικών μύθων
Ο W. G. Guthrie στο βιβλίο του «Ορφέας και ελληνική θρησκεία» επιχειρεί τη διαίρεση των πλατωνικών μύθων σε δυο βασικές κατηγορίες με κριτήριο τη μορφή και το περιεχόμενο τους. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν οι μύθοι-αλληγορίες και στη δεύτερη οι κυρίως-μύθοι.
α) Μύθοι-αλληγορίες:
είναι οι μύθοι που παρουσιάζουν με μεταφορικό παραστατικό τρόπο τις αφηρημένες έννοιες που έχουν ήδη διατυπωθεί ή η διατύπωσή τους θα ακολουθήσει. Παράδειγμα μύθου-αλληγορίας είναι «ο μύθος του Σπηλαίου», «ο μύθος των μετάλλων».
β) Οι «κυρίως μύθοι»:
είναι εκτενέστεροι από τους προηγούμενους. Σε αυτούς δεν παρατηρείται απλώς μια περίπου αμφιμονοσήμαντη αντιστοιχία μυθικού συμβόλου-έννοιας, χαρακτηριστικό των μύθων-αλληγοριών, αλλά πέρα από την παραστατική στήριξη των εννοιών που προκύπτουν από τη διαλεκτική ανάλυση, παρουσιάζουν νέα προβλήματα έξω από τις δυνατότητες της διαλεκτικής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιου μύθου συναντάμε στο «Φαίδωνα» όπου η ύπαρξη της ψυχής στον άλλο κόσμο παρουσιάζεται με μύθο, καθώς η διαλεκτική μέθοδος εξάντλησε τις δυνατότητες της στην απόδειξη της αθανασίας της ψυχής.
- Με βάση τη διαίρεση του Guthrie μπορούμε να παρακολουθήσουμε ευκολότερα το διαχωρισμό που επιχειρεί στους πλατωνικούς μύθους ο Frutiger στο σπουδαίο έργο του «Οι μύθοι του Πλάτωνα».
Ο Frutiger υποδιαιρεί τους κυρίως μύθους της προηγούμενης κατάταξης σε τρεις υποκατηγορίες ανάλογα με τη λειτουργία τους. Άρα, στα δυο προηγούμενα κριτήρια, της μορφής και του περιεχομένου, προσθέτει και τρίτο, αυτό της λειτουργίας. Οι τρεις υποκατηγορίες είναι: i) οι κυρίως μύθοι που λειτουργούν ως αλληγορίες, όπως ο μύθος της Διοτίμας στο «Συμπόσιο» ii) εκείνοι που λειτουργούν ως γενετικές εξηγήσεις, εδώ αναφέρουμε το μύθο της δημιουργίας που κυριαρχεί στον «Τίμαιο» και iii) όσοι λειτουργούν ως μορφές «παραεπιστημονικής εξήγησης», και τέτοιοι είναι οι εσχατολογικοί μύθοι που βρίσκουμε στην «Πολιτεία», στο «Γοργία», στο «Φαίδωνα» κ.λπ.
Οι προηγούμενες διαιρέσεις μπορεί να αποδοθούν με το παρακάτω συνολικό σχήμα:
Χρονολογική διαίρεση μύθων:
Τη χρονολογική διαίρεση των μύθων επιχείρησε ο Friedlander στο βιβλίο του «ο Πλάτωνας, μια εισαγωγή». Ο μελετητής συνδέει τους μύθους με τα στάδια εξέλιξης της πλατωνικής σκέψης. Έτσι εξετάζει τη μορφή τους, τη θέση τους μέσα στο διάλογο και τη λειτουργία τους σε σχέση με τη χρονική κατάταξη των διαλόγων. Καταλήγει σε μια τυπολογία μύθων με σχεδόν σταθερά γνωρίσματα μορφής, θέσης και λειτουργίας ανάλογα με τη χρονική περίοδο που γράφτηκε ο διάλογος. Η τυπολογία του ακολουθεί τα τρία χρονικά επίπεδα στα οποία κατανέμονται οι διάλογοι, ως εξής:
α) πρώτο χρονικό επίπεδο: εδώ ανήκουν οι πρώιμοι διάλογοι Πρωταγόρας κ.λπ.). Τα γνωρίσματα των μύθων σε αυτούς τους διάλογους είναι:
- ο αφηγητής δεν είναι ο Σωκράτης, αλλά ένα άλλο πρόσωπο.
- η θέση του μύθου είναι στη αρχή ή στη μέση του διαλόγου.
- οι μύθοι λειτουργούν ως αφορμές για τη διαλεκτική ανάλυση περισσότερο παρά για την προβολή του ξεχωριστού ειδικού βάρους τους. Αυτή η λειτουργία των μύθων προκύπτει κυρίως από το ότι ο Σωκράτης δεν δεσμεύεται προκαταβολικά με το μύθο, αφού δεν τον εισηγείται αυτός. Αντίθετα, εναπόκειται στη δική του κρίση η υποστήριξη του ή η απόρριψη του με τη διαλεκτική ανάπτυξη του προβλήματος που θέτει.
β) δεύτερο χρονικό επίπεδο: αναφερόμαστε στους περισσότερους πλατωνικούς μύθους. Ο Friedlander θεωρεί ότι σε αυτό το επίπεδο ανήκουν οι διάλογοι: «Συμπόσιο», «Γοργίας», «Μένων», «Φαίδων», «Πολιτεία».
Οι μύθοι σε αυτούς τους διάλογους τοποθετούνται συνήθως στο τέλος. Λειτουργούν συμπληρωματικά ως προς τη διαλεκτική ανάλυση. Αυτό σημαίνει ότι έχουν μια σχετική νοηματική και αποδεικτική αυτονομία, προεκτείνουν δηλαδή τον προβληματισμό που έχει ήδη αναπτυχθεί εννοιολογικά. Η κατανόηση τους δεν αρκείται στη διαλεκτική απόδειξη αλλά χρειάζεται και την ενορατική σύλληψη. Ο εσχατολογικός μύθος στο τέλος της «Πολιτείας» είναι ένα παράδειγμα.
γ) τρίτο χρονικό επίπεδο: Στους διάλογους, όπως ο «Φαίδρος», «ο Τίμαιος», «ο Κριτίας», «ο Πολιτικός», κ.λπ., ο μύθος κυριαρχεί είτε θεματικά είτε ποσοτικά. Ποσοτικά, με την έννοια ότι ο μύθος εκτείνεται όσο σχεδόν και ο διάλογος, θεματικά, από την άποψη ότι ο μύθος καταλαμβάνει συνήθως το κέντρο του διαλόγου και τείνει να ταυτιστεί με τον κόσμο των ιδεών. Για παράδειγμα, στο «Φαιδρό» έχουμε τον κεντρικό μύθο ο οποίος υποστηρίζεται από τρεις άλλους, μικρότερους, συμπληρωματικούς ως προς τον κεντρικό. Οι τρεις αυτοί μικρότεροι μύθοι είναι του Βορέα, των τζιτζικιών και του αιγυπτίου θεού.
3. Η θεματική καταγωγή των μύθων
Οι πλατωνικοί μύθοι στο σύνολο τους αντλούνται από την ορφική, ομηρική και ησιοδική παράδοση. Ο Πλάτωνας βέβαια επεξεργάζεται μορφολογικά και θεματικά το μύθο του προς την κατεύθυνση που τον εξυπηρετεί, αλλά ο θεματικός πυρήνας του που μαρτυρεί την καταγωγή του είναι φανερός.
α) Η ορφική παράδοση στους μύθους του Πλάτωνα
Οι εσχατολογικοί μύθοι των πλατωνικών διαλόγων παραπέμπουν θεματικά στα ορφικά ποιήματα, στα οποία βρίσκουμε το σχήμα: καθαρτήριο-παράδεισος-αποθέωση και ειδικότερα την εξής πορεία της ψυχής: θάνατος, κρίση, τιμωρία, μετενσωμάτωση.
Σχετικά με την ορφική πορεία της ψυχής, ο Πλάτωνας διατηρεί τα κύρια σημεία της και αποδέχεται τη μετενσωμάτωση. Ωστόσο, διαφοροποιείται σε δύο περιπτώσεις: α) ο Πλάτωνας στο «Γοργία» μεταβάλλει τον ορφικό μύθο ως προς το ότι οι άνθρωποι κρίνονται νεκροί από νεκρούς δικαστές σε αντίθεση με την ορφική αντίληψη της κρίσης που συμβαίνει στους ζωντανούς ανθρώπους από ζωντανούς δικαστές. Και στο «μύθο του Ηρός» στην «Πολιτεία», αν και η ορφική παράδοση είναι εντονότατη, ο Πλάτωνας προσθέτει ως νέο στοιχείο την εκλογή των ζωών από τις ψυχές που θα ενσωματωθούν, β) για τον Πλάτωνα, που είναι φιλόσοφος βέβαια και όχι μύστης, δεν έχει νόημα το ορφικό διώνυμο «αμύητος-κεκαθαρμένος». Αντίθετα προκρίνει τους όρους «του αγαθού και του κακού».
Άλλα ορφικά δάνεια του Πλάτωνα: η τιμωρία του κυλίσματος στη λάσπη (Φαίδων 690), του νεροκουβαλήματος (Γοργία 493Α), ο μύθος για την αθανασία της ψυχής στο Μένωνα (81 Β), η ζωή είναι φυλακή και τιμωρία για την ψυχή (σώμα-σήμα) κ.λπ.
β) Η ομηρική παράδοση στους πλατωνικούς μύθους
Η ομηρική παράδοση είναι διάσπαρτη σε όλο το έργο του Πλάτωνα, ο οποίος καταφεύγει συχνά στην αναφορά ομηρικών στίχων είτε για να ενισχύσει τις θέσεις του είτε για να επικρίνει τον ποιητή. Έτσι στην «Πολιτεία», στο τέλος του δεύτερου βιβλίου αλλά και στην αρχή του τρίτου διαβάζουμε ομηρικούς στίχους. Στην «Πολιτεία» επίσης ο Τάνταλος, ο Σίσυφος και ο Τιτυός είναι ομηρικές μορφές που επιλέγονται για το ρόλο του αιώνιου κατάδικου, ενώ στο «Γοργία» ο Μίνως, ο Ραδάμανθυς και ο Αιακός παρου σιάζονται ως κριτές των ψυχών των νεκρών. Στο «Φαίδωνα» ο Πλάτωνας διατυπώνει ρητά τη διαφωνία του με την ομηρική περιγραφή της ψυχής. Η ομηρική παράδοση απασχόλησε τον Πλάτωνα και από την άποψη της παιδαγωγικής λειουργίας της τέχνης, στο τέλος της «Πολιτείας».
γ) Η ησιοδική παράδοση στους πλατωνικούς μύθους
Η ησιοδική παράδοση προβάλλεται στους πλατωνικούς μύθους με δυο θέματα:
i) το θέμα των μετάλλων. Στο ησιοδικό «Έργα καί ήμέραι» οι ιδιότητες των μετάλλων (χρυσός, σίδηρος, χαλκός) αποδίδονται στα γένη των ανθρώπων σε φθίνουσα πορεία, καθώς ο Ησίοδος προτείνει μια απαισιόδοξη άποψη για την εξέλιξη της ιστορίας του ανθρώπινου γένους. Στον Πλάτωνα το μέταλλο-σύμβολο βρίσκει εφαρμογή στην περιγραφή των τριών τάξεων της πλατωνικής πολιτείας και ειδικότερα στο ότι η τάξη των φιλοσόφων-αρχόντων αντιστοιχεί με το χρυσό, η τάξη των φυλάκων με το σίδηρο και των επαγγελματιών με το χαλκό.
ii) το θέμα του ποταμού Αμέλητος. Στην ησιοδική «θεογονία» το νερό της Στυγός έχει ξεχωριστές ιδιότητες και γι' αυτό οι θεοί ορκίζονται σ' αυτό, όταν μεταξύ τους έχουν παρεισφρήσει «ή Ερις καί το νεΐκος». Ο Πλάτωνας αξιοποιεί το θέμα του ποταμού με τις ξεχωριστές ιδιότητες στους εσχατολογικούς μύθους, όπου οι ψυχές πίνουν νερό από τον Αμέλητα ποταμό για να λησμονήσουν τις εμπειρίες τους από τον κόσμο των νεκρών προκειμένου να ενσωματωθούν.
4. Γνωρίσματα των πλατωνικών μύθων
1. Ο πλατωνικός μύθος είναι επώνυμος, προσωπική δημιουργία η με σκόπιμη επέμβαση σε προϋπάρχοντα μυθικό πυρήνα. Αντίθετα, ο παραδοσιακός, λαϊκός μύθος εκφράζει συνήθως μια προφορική συλλογική παράδοση στην εξέλιξη της οποίας ο αρχικός εμπνευστής ή δημιουργός, μέλος της κοινότητας, έχει ξεχαστεί.
2. Ο πλατωνικός μύθος υπηρετεί το φιλοσοφικό στοχασμό, την αναζήτηση της αλήθειας και διακρίνεται από συνέπεια λογική σε σχέση με το ευρύτερο φιλοσοφικό του πλαίσιο. Στη μυθική παράδοση γε νικά, παρατηρούμε την ύπαρξη αντιφατικών μύθων για το ίδιο θέμα, αντιφατικότητα που οφείλεται είτε στο ότι οι μύθοι εμφανίστηκαν σε διαφορετικές χρονικές στιγμές είτε στο ότι εκφράζουν διαφορετικά συμφέροντα ή εμπειρίες υποομάδων της ίδιας κοινότητος.
3. Οι πλατωνικοί μύθοι είναι, θα λέγαμε, «υποθέσεις εργασίας» προς κρίση, απόρριψη ή αποδοχή. Δεν αποκλείουν, αντίθετα προκαλούν την κριτική, την αμφισβήτηση, το λογικό έλεγχο, ενώ ο παραδοσιακός μύθος προκαλεί αντιδράσεις συναισθηματικές, θετικές ή αρνητικές.
4. Ο πλατωνικός μύθος συνδέεται με τη χρήση συμβόλων. Ο συμβολισμός ως λογική λειτουργία που ενεργοποιεί τη νόηση του δέκτη είναι στοιχείο σπουδαίας διαφοράς με τον παραδοσιακό μύθο όπου λειτουργούν πραγματικές υπάρξεις με σχετική αυτονομία δράσης στην απλή, κατά βάση, πλοκή του. Ο συμβολισμός των πλατωνικών μύθων επιβάλλεται από τις επικοινωνιακές ανάγκες του Πλάτωνα, ο οποίος χρειάζεται να επινοήσει σύμβολα που θα διευκολύνουν την επικοινωνία του με τα πρόσωπα των διαλόγων του και με τους αναγνώστες του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο μύθος του Σπηλαίου στην «Πολιτεία» που αποτελεί εξολοκλήρου επινόηση του Πλάτωνα για να κάνει περισσότερο κατανοητές τις έννοιες με τις οποίες αντιστοιχούν τα σύμβολα. Επίσης, ο ποταμός Αμελής αποτελεί συμβολική αισθητοποίηση της θεωρίας της ανάμνησης, το κόσκινο της ψυχής των ανόητων, η εικόνα της φτερωτής ψυχής («Φαιδρός»), αποδίδει συμβολικά την τριχοτόμηση της ψυχής αλλά και τις δυνατές κινήσεις της μέσα στο χώρο (πτώση-άνοδος).
Η παρουσίαση των βασικών γνωρισμάτων που χαρακτηρίζουν τους πλατωνικούς μύθους αποτελεί κι έναν τρόπο για να φανεί η σχέση του μύθου με την αλήθεια στον πλατωνικό στοχασμό. Είναι ήδη ευδιάκριτο ότι ο μύθος του Πλάτωνα λειτουργεί ως έλεγχος του Λόγου και των ορίων του δια-λόγου, αφού αποτελεί μια άλλη έκφραση των λογικών εννοιών και των λογικών επικοινωνιακών μέσων. Συγχρόνως, όμως, και αυτό είναι πρόκληση, χρησιμοποιείται ως μέσο εκφοράς της πλατωνικής «αλήθειας» εκεί όπου ο Λόγος αδυνατεί να ανταποκριθεί Έτσι, αν το λογικά προσιτό έχει τη δυνατότητα της λογικής-εννοιακής και μυθικής εκφοράς, το υπερλογικό αναγκαστικά απαιτεί μια υπερ-εννοιακή, υπερ-λογική εκφορά· εδώ ο μύθος ίσως είναι η μόνη λύση
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου