Αυτοεκτίμηση είναι να πιστεύεις στον εαυτό σου και να βρίσκεις σ’ εσένα ό,τι αξιόλογο και πολύτιμο έχεις. Σημαίνει να μπορείς ν’ αποδίδεις στον εαυτό σου τη δέουσα αξία. Και λέω τη δέουσα... γιατί δε θέλω ν’ αφήσω να εννοηθεί ότι είναι ένδειξη μεγάλης αυτοεκτίμησης να σκέφτεται κανείς πως είναι κάτι που δεν είναι: να πιστεύω, δηλαδή, πως είμαι ψηλός, ξανθός και με γαλανά μάτια, επειδή θεωρώ πως θα ήταν καλύτερα να ήμουν έτσι, παρόλο που αυτά δεν είναι τα πραγματικά μου χαρακτηριστικά (και, όπως βλέπεις, όντως δεν είναι).
Αυτό θα ήταν άρνηση της πραγματικότητας ή παραλήρημα —το πολύ πολύ η έκφραση μιας επιθυμίας—, σε καμία περίπτωση, όμως, μεγάλη αυτοεκτίμηση. Κάθε μέρα βλέπω ανθρώπους να διαβεβαιώνουν ανόητους ότι είναι διάνοιες, θεωρώντας πως έτσι ενισχύουν την αυτοεκτίμησή τους, ενώ στην πραγματικότητα την αντικαθιστούν με μιαν αδέξια υποκρισία — αν όχι με μια διεστραμμένη κοροϊδία. Αυτό δεν είναι σωστό. Η υψηλή αυτοεκτίμηση ενός ανόητου θα έπρεπε να εκφράζεται με δηλώσεις όπως: “Ναι, από μια άποψη μπορεί να μη μου κόβει και πολύ, αλλά τι μ’ αυτό; Γιατί θα πρέπει να είναι όλοι έξυπνοι; Γιατί δεν μπορούμε κάποιοι να είμαστε και λίγο χαζοί; Τι γίνεται εδώ, δηλαδή; Μήπως δεν έχουμε δικαίωμα να ζήσουμε κι εμείς οι χαζοί; Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορώ να κάνω εξίσου καλά με άλλους, και κάποια λίγα μπορώ να τα κάνω καλύτερα.
Δεν είναι κακό να συνδέουμε τον όρο αυτοεκτίμηση με το συναίσθημα. Αυτό υπονοεί ότι αν αγαπάς, αξιολογείς. Αν, λοιπόν, μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, “εκτιμώ” σημαίνει “αποδίδω αξία”, τότε αυτοεκτίμηση είναι...»
«Αποδίδω στον εαυτό μου την αξία του.»
«Πολύ ωραία. Όπως δηλώνει και τ’ όνομά της, μεγάλη αυτοεκτίμηση σημαίνει μεγάλη ικανότητα να αποδίδεις αξία στον εαυτό σου και να βρίσκεις σ’ εσένα ό,τι αξιόλογο και πολύτιμο έχεις. Σημαίνει να μπορείς ν’ αποδίδεις στον εαυτό σου τη δέουσα αξία. Και λέω τη δέουσα... γιατί δε θέλω ν’ αφήσω να εννοηθεί ότι είναι ένδειξη μεγάλης αυτοεκτίμησης να σκέφτεται κανείς πως είναι κάτι που δεν είναι: να πιστεύω, δηλαδή, πως είμαι ψηλός, ξανθός και με γαλανά μάτια, επειδή θεωρώ πως θα ήταν καλύτερα να ήμουν έτσι, παρόλο που αυτά δεν είναι τα πραγματικά μου χαρακτηριστικά (και, όπως βλέπεις, όντως δεν είναι). Αυτό θα ήταν άρνηση της πραγματικότητας ή παραλήρημα —το πολύ πολύ η έκφραση μιας επιθυμίας—, σε καμία περίπτωση, όμως, μεγάλη αυτοεκτίμηση. Κάθε μέρα βλέπω ανθρώπους να διαβεβαιώνουν ανόητους ότι είναι διάνοιες, θεωρώντας πως έτσι ενισχύουν την αυτοεκτίμησή τους, ενώ στην πραγματικότητα την αντικαθιστούν με μια αδέξια υποκρισία — αν όχι με μια διεστραμμένη κοροϊδία. Αυτό δεν είναι σωστό. Η υψηλή αυτοεκτίμηση ενός ανόητου θα έπρεπε να εκφράζεται με δηλώσεις όπως: “Ναι, από μια άποψη μπορεί να μη μου κόβει και πολύ, αλλά τι μ’ αυτό; Γιατί θα πρέπει να είναι όλοι έξυπνοι; Γιατί δεν μπορούμε κάποιοι να είμαστε και λίγο χαζοί; Τι γίνεται εδώ, δηλαδή; Μήπως δεν έχουμε δικαίωμα να ζήσουμε κι εμείς οι χαζοί; Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορώ να κάνω εξίσου καλά με άλλους, και κάποια λίγα μπορώ να τα
κάνω καλύτερα από τους περισσότερους!” Ας υποθέσουμε αυτή τη στιγμή πως ο χαζός είμαι εγώ (κι ίσως γι’ αυτό να μη χρειάζεται και τόση φαντασία...) και ρωτώ: “Κι αν είμαι, τι μ’ αυτό;” Και για να το πάω ακόμα παραπέρα, είμαι σίγουρος ότι ούτε ψέματα λέω, ούτε υπερβάλλω δηλώνοντας ότι σε κάποιους τομείς της ζωής μου ανήκω στα “βοοειδή” —όπως λένε και στην πατρίδα μου—, ή στην κατηγορία του βλάκα στο τετράγωνο, και δε βλέπω πού είναι το πρόβλημα, ούτε γιατί θα έπρεπε να είμαι πάντα εντάξει, αποδοτικός και αποτελεσματικός, γιατί θα έπρεπε να έχω πάντα την κατάλληλη και πιο σωστή απάντηση ή να κάνω πάντα αυτό που πρέπει; Όχι λοιπόν... Σε ορισμένους τομείς της ζωής μου είμαι ο ορισμός του βοοειδούς, το παραδέχομαι, και για να είμαι ειλικρινής έχει πάψει από καιρό να μ ενοχλεί. Με αυτό, θέλω να πω ότι η αυτοεκτίμηση πρέπει να στέκει στη θέση που της αρμόζει. Καλό είναι να ξέρω χωρίς να ντρέπομαι πως υπάρχουν τομείς όπου έχω κάποιες ικανότητες, καλό είναι και να ξέρω —επίσης χωρίς να ντρέπομαι—, ότι σε άλλους τομείς δεν τις έχω. Εδώ, μέσα στο κεφάλι μου, κατοικούν όλες μου οι ανικανότητες και οι αδυναμίες. Οι δικές μου και ολονών. Γιατί, είτε μας αρέσει είτε όχι, κατά κάποιον τρόπο όλοι είμαστε ανίκανοι για κάτι και, σε κάποιο βαθμό, όλοι έχουμε αδυναμίες.»
«Η αλήθεια είναι ότι καταλαβαίνω πολύ καλά αυτό που είπες για τις αδυναμίες και το δέχομαι, όχι όμως κι αυτό για τις ανικανότητες. Μπορώ να μάθω να κάνω κάτι που πριν δεν ήμουν ικανός να κάνω...»
«Μπορείς, αλλά μερικές μόνο φορές: όχι πάντα. Κι αν τα καταφέρεις, η πρόοδός σου θα οφείλεται σε μια μαθητεία που θα σου έχουν επιβάλει οι ίδιες σου οι επιθυμίες. Όμως, θα δυσκολευτείς να τα καταφέρεις, αν οι προσπάθειες κι όλες σου οι γνώσεις αποσκοπούν στο να ευχαριστηθούν άλλοι. Παραδείγματος χάριν: γιατί θα έπρεπε να μάθω να κάνω κάτι που δεν θέλω, ή κάτι για το οποίο δεν είμαι προικισμένος; Αν κάποιοι οικείοι μου, μου έλεγαν ότι “δεν πιάνουν τα χέρια μου”, θα έπρεπε άραγε, για να το καταπολεμήσω, να επιχειρήσω να γίνω ξυλόγλυπτης; Ούτε θέλω ούτε πιστεύω πως είναι σωστό να λειτουργεί κανείς έτσι, ανάλογα με το τι του υπαγορεύουν οι άλλοι. Βέβαια, όπως σου λέω αυτό, σου λέω και το ανάποδο: χρειάζεται προσοχή, γιατί μπορεί πίσω από τις “ανικανότητές μου” να πασχίζω να καλύψω τη νωθρότητά μου, ή να τις χρησιμοποιώ ως δικαιολογία για να βάλω τους άλλους να κάνουν αυτό που δε θέλω να κάνω μόνος μου. Το να μη σιδερώνω τα ρούχα, να μην καθαρίζω το σπίτι ή να μην τακτοποιώ το δωμάτιό μου, δεν συμπεριλαμβάνονται στα πράγματα για τα οποία δικαιούμαι να δηλώνω ανίκανος...»
«Ωστόσο, πρέπει κανείς να μαθαίνει. Εγώ, πάντως, όταν μαθαίνω κάτι, αισθάνομαι καλύτερα.»
«Πολύ καλά. Όταν κάποιος έρχεται αντιμέτωπος με μερικές από τις ανικανότητές του, μαθαίνοντας αισθάνεται καλύτερα, και είναι πολύ ωραίο να αισθάνεται έτσι. Ο μόνος κίνδυνος είναι να θέσει ως βάση του συλλογισμού του ότι θα ήταν καλύτερα αν δεν ήταν αυτός που είναι πραγματικά. Μ’ άλλα λόγια: τι καλός που θα ήμουν αν είχα τις ικανότητες που μου λείπουν, τις δεξιότητες που δεν έχω κι όλα όσα δεν διαθέτω. Αυτό οδηγεί στη διεστραμμένη ιδέα: “τι καλά που θα ήταν να έμοιαζα περισσότερο μ’ εκείνον που θα ’θελαν οι άλλοι να είμαι”.
»Το πρόβλημα της χαμηλής αυτοεκτίμησης αναδύεται όταν το βλέπουμε απ’ αυτήν την οπτική γωνία... Όταν εκτιμάμε τον εαυτό μας μόνο σε συνάρτηση με το πώς μας βλέπουν οι άλλοι.
»Και για την περίπτωση που δεν έγινα σαφής, αν είμαι ενήλικας (αυτό δεν ισχύει για τα παιδιά και τους εφήβους) και είναι προσωπική μου απόφαση και επιθυμία να καλύψω ένα κενό στις δυνατότητές μου με την κατάλληλη εκπαίδευση ώστε να μπορέσω ν’ αντιμετωπίσω κάποια πρόκληση, θα μπορούσα να το κάνω, με τον όρο ότι το θέλω εγώ κι όχι για να ικανοποιηθεί ο περίγυρος. Συνεπώς, χρειάζεται προσοχή ώστε να μην αφήσω να περνάει η αξιολόγηση του εαυτού μου από τις ικανότητες που υποτίθεται ότι θα έπρεπε να έχω.
Αυτό θα ήταν άρνηση της πραγματικότητας ή παραλήρημα —το πολύ πολύ η έκφραση μιας επιθυμίας—, σε καμία περίπτωση, όμως, μεγάλη αυτοεκτίμηση. Κάθε μέρα βλέπω ανθρώπους να διαβεβαιώνουν ανόητους ότι είναι διάνοιες, θεωρώντας πως έτσι ενισχύουν την αυτοεκτίμησή τους, ενώ στην πραγματικότητα την αντικαθιστούν με μιαν αδέξια υποκρισία — αν όχι με μια διεστραμμένη κοροϊδία. Αυτό δεν είναι σωστό. Η υψηλή αυτοεκτίμηση ενός ανόητου θα έπρεπε να εκφράζεται με δηλώσεις όπως: “Ναι, από μια άποψη μπορεί να μη μου κόβει και πολύ, αλλά τι μ’ αυτό; Γιατί θα πρέπει να είναι όλοι έξυπνοι; Γιατί δεν μπορούμε κάποιοι να είμαστε και λίγο χαζοί; Τι γίνεται εδώ, δηλαδή; Μήπως δεν έχουμε δικαίωμα να ζήσουμε κι εμείς οι χαζοί; Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορώ να κάνω εξίσου καλά με άλλους, και κάποια λίγα μπορώ να τα κάνω καλύτερα.
Δεν είναι κακό να συνδέουμε τον όρο αυτοεκτίμηση με το συναίσθημα. Αυτό υπονοεί ότι αν αγαπάς, αξιολογείς. Αν, λοιπόν, μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, “εκτιμώ” σημαίνει “αποδίδω αξία”, τότε αυτοεκτίμηση είναι...»
«Αποδίδω στον εαυτό μου την αξία του.»
«Πολύ ωραία. Όπως δηλώνει και τ’ όνομά της, μεγάλη αυτοεκτίμηση σημαίνει μεγάλη ικανότητα να αποδίδεις αξία στον εαυτό σου και να βρίσκεις σ’ εσένα ό,τι αξιόλογο και πολύτιμο έχεις. Σημαίνει να μπορείς ν’ αποδίδεις στον εαυτό σου τη δέουσα αξία. Και λέω τη δέουσα... γιατί δε θέλω ν’ αφήσω να εννοηθεί ότι είναι ένδειξη μεγάλης αυτοεκτίμησης να σκέφτεται κανείς πως είναι κάτι που δεν είναι: να πιστεύω, δηλαδή, πως είμαι ψηλός, ξανθός και με γαλανά μάτια, επειδή θεωρώ πως θα ήταν καλύτερα να ήμουν έτσι, παρόλο που αυτά δεν είναι τα πραγματικά μου χαρακτηριστικά (και, όπως βλέπεις, όντως δεν είναι). Αυτό θα ήταν άρνηση της πραγματικότητας ή παραλήρημα —το πολύ πολύ η έκφραση μιας επιθυμίας—, σε καμία περίπτωση, όμως, μεγάλη αυτοεκτίμηση. Κάθε μέρα βλέπω ανθρώπους να διαβεβαιώνουν ανόητους ότι είναι διάνοιες, θεωρώντας πως έτσι ενισχύουν την αυτοεκτίμησή τους, ενώ στην πραγματικότητα την αντικαθιστούν με μια αδέξια υποκρισία — αν όχι με μια διεστραμμένη κοροϊδία. Αυτό δεν είναι σωστό. Η υψηλή αυτοεκτίμηση ενός ανόητου θα έπρεπε να εκφράζεται με δηλώσεις όπως: “Ναι, από μια άποψη μπορεί να μη μου κόβει και πολύ, αλλά τι μ’ αυτό; Γιατί θα πρέπει να είναι όλοι έξυπνοι; Γιατί δεν μπορούμε κάποιοι να είμαστε και λίγο χαζοί; Τι γίνεται εδώ, δηλαδή; Μήπως δεν έχουμε δικαίωμα να ζήσουμε κι εμείς οι χαζοί; Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορώ να κάνω εξίσου καλά με άλλους, και κάποια λίγα μπορώ να τα
κάνω καλύτερα από τους περισσότερους!” Ας υποθέσουμε αυτή τη στιγμή πως ο χαζός είμαι εγώ (κι ίσως γι’ αυτό να μη χρειάζεται και τόση φαντασία...) και ρωτώ: “Κι αν είμαι, τι μ’ αυτό;” Και για να το πάω ακόμα παραπέρα, είμαι σίγουρος ότι ούτε ψέματα λέω, ούτε υπερβάλλω δηλώνοντας ότι σε κάποιους τομείς της ζωής μου ανήκω στα “βοοειδή” —όπως λένε και στην πατρίδα μου—, ή στην κατηγορία του βλάκα στο τετράγωνο, και δε βλέπω πού είναι το πρόβλημα, ούτε γιατί θα έπρεπε να είμαι πάντα εντάξει, αποδοτικός και αποτελεσματικός, γιατί θα έπρεπε να έχω πάντα την κατάλληλη και πιο σωστή απάντηση ή να κάνω πάντα αυτό που πρέπει; Όχι λοιπόν... Σε ορισμένους τομείς της ζωής μου είμαι ο ορισμός του βοοειδούς, το παραδέχομαι, και για να είμαι ειλικρινής έχει πάψει από καιρό να μ ενοχλεί. Με αυτό, θέλω να πω ότι η αυτοεκτίμηση πρέπει να στέκει στη θέση που της αρμόζει. Καλό είναι να ξέρω χωρίς να ντρέπομαι πως υπάρχουν τομείς όπου έχω κάποιες ικανότητες, καλό είναι και να ξέρω —επίσης χωρίς να ντρέπομαι—, ότι σε άλλους τομείς δεν τις έχω. Εδώ, μέσα στο κεφάλι μου, κατοικούν όλες μου οι ανικανότητες και οι αδυναμίες. Οι δικές μου και ολονών. Γιατί, είτε μας αρέσει είτε όχι, κατά κάποιον τρόπο όλοι είμαστε ανίκανοι για κάτι και, σε κάποιο βαθμό, όλοι έχουμε αδυναμίες.»
«Η αλήθεια είναι ότι καταλαβαίνω πολύ καλά αυτό που είπες για τις αδυναμίες και το δέχομαι, όχι όμως κι αυτό για τις ανικανότητες. Μπορώ να μάθω να κάνω κάτι που πριν δεν ήμουν ικανός να κάνω...»
«Μπορείς, αλλά μερικές μόνο φορές: όχι πάντα. Κι αν τα καταφέρεις, η πρόοδός σου θα οφείλεται σε μια μαθητεία που θα σου έχουν επιβάλει οι ίδιες σου οι επιθυμίες. Όμως, θα δυσκολευτείς να τα καταφέρεις, αν οι προσπάθειες κι όλες σου οι γνώσεις αποσκοπούν στο να ευχαριστηθούν άλλοι. Παραδείγματος χάριν: γιατί θα έπρεπε να μάθω να κάνω κάτι που δεν θέλω, ή κάτι για το οποίο δεν είμαι προικισμένος; Αν κάποιοι οικείοι μου, μου έλεγαν ότι “δεν πιάνουν τα χέρια μου”, θα έπρεπε άραγε, για να το καταπολεμήσω, να επιχειρήσω να γίνω ξυλόγλυπτης; Ούτε θέλω ούτε πιστεύω πως είναι σωστό να λειτουργεί κανείς έτσι, ανάλογα με το τι του υπαγορεύουν οι άλλοι. Βέβαια, όπως σου λέω αυτό, σου λέω και το ανάποδο: χρειάζεται προσοχή, γιατί μπορεί πίσω από τις “ανικανότητές μου” να πασχίζω να καλύψω τη νωθρότητά μου, ή να τις χρησιμοποιώ ως δικαιολογία για να βάλω τους άλλους να κάνουν αυτό που δε θέλω να κάνω μόνος μου. Το να μη σιδερώνω τα ρούχα, να μην καθαρίζω το σπίτι ή να μην τακτοποιώ το δωμάτιό μου, δεν συμπεριλαμβάνονται στα πράγματα για τα οποία δικαιούμαι να δηλώνω ανίκανος...»
«Ωστόσο, πρέπει κανείς να μαθαίνει. Εγώ, πάντως, όταν μαθαίνω κάτι, αισθάνομαι καλύτερα.»
«Πολύ καλά. Όταν κάποιος έρχεται αντιμέτωπος με μερικές από τις ανικανότητές του, μαθαίνοντας αισθάνεται καλύτερα, και είναι πολύ ωραίο να αισθάνεται έτσι. Ο μόνος κίνδυνος είναι να θέσει ως βάση του συλλογισμού του ότι θα ήταν καλύτερα αν δεν ήταν αυτός που είναι πραγματικά. Μ’ άλλα λόγια: τι καλός που θα ήμουν αν είχα τις ικανότητες που μου λείπουν, τις δεξιότητες που δεν έχω κι όλα όσα δεν διαθέτω. Αυτό οδηγεί στη διεστραμμένη ιδέα: “τι καλά που θα ήταν να έμοιαζα περισσότερο μ’ εκείνον που θα ’θελαν οι άλλοι να είμαι”.
»Το πρόβλημα της χαμηλής αυτοεκτίμησης αναδύεται όταν το βλέπουμε απ’ αυτήν την οπτική γωνία... Όταν εκτιμάμε τον εαυτό μας μόνο σε συνάρτηση με το πώς μας βλέπουν οι άλλοι.
»Και για την περίπτωση που δεν έγινα σαφής, αν είμαι ενήλικας (αυτό δεν ισχύει για τα παιδιά και τους εφήβους) και είναι προσωπική μου απόφαση και επιθυμία να καλύψω ένα κενό στις δυνατότητές μου με την κατάλληλη εκπαίδευση ώστε να μπορέσω ν’ αντιμετωπίσω κάποια πρόκληση, θα μπορούσα να το κάνω, με τον όρο ότι το θέλω εγώ κι όχι για να ικανοποιηθεί ο περίγυρος. Συνεπώς, χρειάζεται προσοχή ώστε να μην αφήσω να περνάει η αξιολόγηση του εαυτού μου από τις ικανότητες που υποτίθεται ότι θα έπρεπε να έχω.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου