<Μετάλλιο από τη Ταρσό που αναπαριστά τον Φίλιππο Β’
Η Μακεδονία έως τα χρόνια του Φιλίππου Β΄
Η Μακεδονία πρωτοεμφανίζεται στην ιστορία, κατά το Θεόπομπο, τον 8 αι. π.Χ. με το βασιλιά της Κάρανο. Κατά τον Ηρόδοτο, όμως, μυθικός γενάρχης της μακεδονικής δυναστείας θεωρείτο ο Ηρακλής, μέσω του απογόνου του Τημένου. Ο ιδρυτής του κράτους και του βασιλικού οίκου των Τημενιδών Αργεαδών, Περδίκκας, με τα αδέλφια του κατέφυγαν από το Άργος στους Ιλλυριούς και από εκεί στη Λεβαία, κάπου στη Μακεδονία. Την καταγωγή αυτή υποστήριξε και ο ιστορικός Θουκυδίδης, που καθόρισε την περιοχή της Πιερίας ως πυρήνα του βασιλείου. Οι Μακεδόνες όμως είχαν και στενές σχέσεις με τους Θεσσαλούς, όπως αναφέρεται και στη διήγηση του Θουκυδίδη. Σύμφωνα με τον Ησιόδο, οι γενάρχες της Μακεδονίας και Θεσσαλίας, ο Μακεδνός ή Μακεδόνας και ο Μάγνης ήταν αδέλφια, γιοι του Δία και της Θυίας (Ηοίαι, απόσπασμα 7.5). Κατά την ίδια περίοδο (8ος και 7ος αι.), άρχισε η εγκατάσταση αποίκων στο μυχό του Θερμαϊκού κόλπου, που αυξήθηκαν κατά τον 6ο αι. (Δίκαια, Μεθώνη, Πύδνα, Ποτίδαια κ. ά.).
Η Μακεδονία κατα την Αρχαιότητα
Οι Μακεδόνες ήδη από τον 7ο αι. π.Χ. έρχονται σε επαφή με τους νότιους Έλληνες, που είχαν εγκατασταθεί στη Χαλκιδική, καθώς και στα παράλια της Πιερίας και δέχονται πολιτιστικά ρεύματα από την υπόλοιπη Ελλάδα και τη Μικρά Ασία. Τον 5ο αι. π.Χ. η Μακεδονία ως έννοια γεωγραφική και πολιτική, περιλαμβάνει την περιοχή ανάμεσα στον Όλυμπο και τον άνω ρου του Αλιάκμονα στα δυτικά, μέχρι τον ποταμό Στρυμόνα στα ανατολικά. Οι ιστορικοί του 5ου αι. π.Χ. Ηρόδοτος και Θουκυδίδης αποκαλούσαν «Κάτω Μακεδονία» τα πεδινά της Πιερίας και της Ημαθίας-Βοττιαίας και τη διέκριναν από την «Άνω Μακεδονία», που περιλάμβανε τις ανατολικές υπώρειες της Πίνδου, τον άνω Αλιάκμονα και την περιοχή στα ΝΑ των λιμνών Αχρίδας και Πρεσπών. Μέχρι τον 4ο αιώνα π.Χ. ο πληθυσμός της Μακεδονία ήταν αγρότες και δεν είχαν διακριθεί ιδιαίτερα στις τέχνες ή στα γράμματα. Η έλλειψη οργανωμένου στρατού είχε σαν αποτέλεσμα να τους υποτάξουν εύκολα οι Πέρσες.
Οι απόγονοι τού Περδίκκα, που εδραίωσαν και μεγάλωσαν το κράτος τους, θεωρούνται: ο Φίλιππος ο Α’ (621-588 π.Χ.) και ο Αμύντας ο Α’, ο οποίος είχε αναπτύξει φιλικές σχέσεις με τους Πεισιστρατίδες της Αθήνας. Από τότε οι άνακτες της Μακεδονίας κατάλαβαν την ανάγκη ελέγχου της Θράκης. Ο γιος του Αμύντα Αλέξανδρος Α’ ο Φιλέλληνας (498 -454) υπήρξε ο πιο σημαντικός της περιόδου αυτής. Την προσωνυμία «Φιλέλλην» τη χρωστά στη συμμετοχή του στους Μηδικούς πολέμους κατά των Περσών. Αυτός έσωσε το Θεμιστοκλή με 10 χιλ. άνδρες στα Τέμπη (480 π.Χ.) και συντέλεσε αποφασιστικά στη νίκη των Πλαταιών (479 π.Χ.). Γι’ αυτό και οι Αθηναίοι τον αναγνώρισαν «ως ‘Έλληνα πάνυ Ελλήνων» =( ‘Έλληνα πιο πολύ από κάθε άλλον ‘Έλληνα) και του έστησαν χρυσό ανδριάντα στους Δελφούς. Η απομάκρυνση των Περσών από την περιοχή του έδωσε την ευκαιρία να ενσωματώσει στην επικράτειά του τις περιοχές της Ορεστίδος, Λυγκηστίδος και Πελαγονίας προς τα δυτικά και τα βόρεια καθώς και της Μυγδονίας, Κρηστωνίας και Βισαλτίας με τα πλούσια μεταλλεύματα προς τα ανατολικά. Η διαδοχή του Αλεξάνδρου σταθεροποιήθηκε μόλις το 435 π.Χ., επί Περδίκκα Β’, του «ξυμμάχου και φίλου» των Αθηναίων στα ταραγμένα χρόνια του Πελοποννησιακού πολέμου (431 – 404 π. Χ.).
Η δημιουργία όμως πρωτοποριακού για την εποχή κράτους επιτεύχθηκε από τον Αρχέλαο (414/3 – 399 π. Χ.), που επωφελήθηκε από την ήττα των Αθηναίων στη Σικελία. Η εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας, στις οποίες περιλαμβάνεται και η πώληση ναυπηγήσιμης ξυλείας, καθώς και άλλες διευκολύνσεις αύξησαν τα οικονομικά του. Η ορθολογική χρήση των πόρων αυτών, σε συνδυασμό με την μοναδική ικανότητα του ηγεμόνα στην καλλιέργεια των προοδευτικότερων πνευματικών τάσεων της εποχής του έδωσαν τη δυνατότητα να αναδιοργανώσει το ιππικό και το πεζικό του, να ιδρύσει οχυρά και να αναπτύξει το οδικό δίκτυο του κράτους. Η επιρροή του βασιλιά επεκτάθηκε και πέρα από τα σύνορα του κράτους. Παράλληλα ο Αρχέλαος φαίνεται πως μετέφερε την πρωτεύουσά του από τις Αιγές στην Πέλλα, όπου έχτισε μεγαλόπρεπα ανάκτορα, που διακόσμησε ο μεγαλύτερος ζωγράφος της εποχής, ο Ζεύξις.
Ο πρόωρος θάνατος του Αρχελάου σε κυνηγετικό ατύχημα (;) είχε καταστρεπτικές συνέπειες για την επικράτειά του. Οι επόμενες δεκαετίες διαταράχτηκαν από τις εισβολές των Δαρδανών υπό τον ικανό Βάρδυλι. Παράλληλα, πολλά εδάφη πέρασαν στα χέρια των Χαλκιδέων. Οι προσπάθειες του Αμύντα Γ’ (393/2-370/69 π. Χ.), πατέρα του Φιλίππου, χαρακτηρίζονται από έντονες μεταπτώσεις. Η μεγαλύτερη καταστροφή συνέβη το 360/59 π.Χ. όταν ο Περδίκκας Γ’ (365 – 359 π. Χ.) ηττήθηκε από τους Ιλλυριούς του Βάρδυλι. Ο ίδιος, μαζί με 4000 στρατιώτες, έπεσε στο πεδίο της μάχης. Το μέγεθος της καταστροφής για τους Μακεδόνες ήταν πρωτόγνωρο. Η πειθαρχία κατέρρευσε, και το φρόνημα του λαού καταρρακώθηκε. Μέσα σε τέτοιες συνθήκες ανέλαβε ο Φίλιππος Β’.
Φίλιππος Β΄ (386-336 π.Χ.) βασιλιάς της Μακεδονίας
Ο Φίλιππος της Μακεδονίας ή Φίλιππος Β’ o Μακεδών, ήταν ο βασιλιάς που έκανε την Μακεδονία ισχυρό κράτος, ένωσε υπό την ηγεμονία του τα υπόλοιπα ελληνικά κράτη και προετοίμασε στην ουσία την κατάκτηση της Περσίας και του μεγαλύτερου μέρους του τότε γνωστού κόσμου από τον γιο του Αλέξανδρο τον Μέγα.
Γεννήθηκε το 382 π.Χ. στην Πέλλα και ήταν τριτότοκος γιος του βασιλιά της Μακεδονίας Αμύντα Γ’ και της Ευρυδίκης. Ο αδελφός του Αλέξανδρος ο Β’ στην αρχή της βασιλείας του εξασφάλισε την ειρήνη με του Ιλλυριούς στέλνοντας τον νεαρό αδελφό του σαν όμηρο. Το μακεδονικό κράτος είχε συμμαχική σχέση με τους Αθηναίους αλλά μετά την συντριβή τους στον Πελοποννησιακό Πόλεμο ο Αμύντας άρχισε να προσανατολίζεται προς τους Θηβαίους. Για να επισφραγίσει τη συνθήκες έστειλε το νεαρό Φίλιππο σαν όμηρο στη Θήβα. Λίγοι θα πήραν σοβαρά τον νεαρό με την τραχιά προφορά και τις «βαρβαρίζουσες συνήθειες» της Ιλλυρικής αυλής. Ο νεαρός που έζησε κοντά στον Πελοπίδα και τον Επαμεινώνδα αντί να δυσφορήσει φρόντισε να διδαχθεί όσα πιο πολλά μπορούσε κοντά σε αυτούς τους σπουδαίους άνδρες.
Στη Θήβα ο Φίλιππος μυήθηκε στα μυστήρια των Καβείρων και του Τροφώνειου. Έγινε δηλαδή κοινωνός γνώσης που είχε διασωθεί από την Εποχή του Χαλκού. Στη Βοιωτία αντελήφθη την μεγάλη επιρροή που είχαν οι ισχυρές οικογένειες, όπως οι Σπαρτοί και είδε από κοντά την καταστρεπτική επιρροή του Περσικού χρυσού στις Ελληνικές υποθέσεις. Μπορούμε σχεδόν με ασφάλεια να υποθέσουμε ότι η παραμονή του στη Βοιωτία έθεσε τις βάσεις της κατοπινής του πολιτικής.
Οι μηχανορραφίες όμως, της βασιλομήτορος και η ήττα από του Ιλλυριούς είχαν φέρει το κράτος στα όρια της διάλυσης. Οι Θράκες πίεζαν από τα βορειο ανατολικά και οι Αθηναίοι προσπαθούσαν αν επεκταθούν από το νότια. Μέσα σε τέτοιες συνθήκες ανακλήθηκε ο Φίλιππος Β’ σαν επίτροπος του ανιψιού του. Αντί να απελπιστεί άρχισε να αντιδρά με αδίστακτη ενεργητικότητα. Δήλωσε τύποις υποταγή στον Ιλλυριό βασιλιά και εξαγόρασε την ειρήνη με τους Θράκες στραγγίζοντας ότι είχε μείνει στο θησαυροφυλάκιο.
Οι Αθηναίοι ήλπιζαν να δημιουργήσουν προτεκτοράτο στα νότια υποστηρίζοντας κάποιο σφετεριστή που λεγόταν Μαντείας. Ο Φίλιππος με ένα σκληρό πυρήνα από βασιλικούς φρουρούς και επίστρατους αγρότες τους αιφνιδίασε και εξουδετέρωσε τον κίνδυνο. Χαρίζοντας τη ζωή στους επιζώντες δημιούργησε την εικόνα του μεγαλόψυχου μονάρχη. Η νίκη εξύψωσε το ηθικό του στρατού, δημιούργησε κλίμα εμπιστοσύνης στο πρόσωπό του και του επέτρεψε να αρχίσει τη στρατιωτική του μεταρρύθμιση.
Την εποχή που ήταν στη Θήβα παρατήρησε ότι μόνο οι πρώτες δύο σειρές μαχητών εμπλέκονταν στην «λοξή φάλαγγα». Οι υπόλοιποι οπλίτες απλώς βοηθούσαν στην άσκηση πίεσης στη φάλαγγα του αντιπάλου. Ο Φίλιππος διπλασίασε το μήκος του δόρατος που κυμάνθηκε πλέον από 5 έως 7μ. και το ονόμασε σάρισα. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την μετατόπιση του κέντρου βάρους και την ανάγκη χρήσης και των δύο χεριών για το χειρισμό του όπλου. Η ασπίδα περιορίστηκε σε μέγεθος και κρέμονταν πλέον από τον ώμο με έναν τελαμώνα και δεν έπαιζε πια ρόλο στον ωθισμό. Αντίθετα όμως από την φάλαγγα των οπλιτών οι πέντε πρώτες σειρές μπορούσαν να εμπλακούν. Αυτό έδινε τοπική υπεροχή πέντε προς δύο ανά στίχο μαχητών. Επίσης εξοικονομούντο χρήματα καθώς μόνο οι πρώτες σειρές μαχητών έχρηζαν πλήρους θωρακίσεως. Η εκπαίδευση των φαλαγγιτών ήταν απλές ασκήσεις πυκνής τάξεως που μπορούσαν να εφαρμοστούν σε σύντομο χρονικό διάστημα και η εναλλαγή κλάσεων σε ενεργό υπηρεσία επέτρεψαν στο Φίλιππο να εκπαιδεύσει το σύνολο των Μακεδόνων αγροτών και να αποκτήσει έτσι σημαντικές εφεδρείες.
Μακεδονική Φάλαγγα.
Ο νέος σχηματισμός έδειξε τα δόντια του συντρίβοντας το στρατό του Ιλλυριού βασιλιά Βάρδυλι και εκμηδενίζοντας ουσιαστικά την Ιλλυρική απειλή. Αυτό επέτρεψε στο Φίλιππο να ελέγξει τη Λυγιστίδα και να σταθεροποιήσει τα Δυτικά του σύνορα χάρις στο γάμο του με την αδελφή του βασιλιά των Μολοσσών Ολυμπιάδα που αργότερα θα του χάριζε για διάδοχο τον Μ. Αλέξανδρο.
Με την απόκρουση των επιδρομέων και την εξασφάλιση παρατηρείται μία σημαντική βελτίωση της οικονομικής κατάστασης των μακεδονικών περιοχών. Η εκμετάλλευση των φυσικών πόρων της χώρας, όπως της ξυλείας για τη ναυπήγηση πλοίων -που ήταν όχι μόνο άφθονη αλλά και υψηλής ποιότητας-, των σιτηρών και των κοπαδιών καθώς και των μεταλλείων αργύρου και χρυσού, που παρέμειναν κερδοφόρα έως και το κλείσιμό τους από τους Ρωμαίους στα μέσα του 2ου αιώνα π.Χ., υπήρξε οργανωμένη. Ο Φίλιππος φρόντισε για την αναβάθμιση των κατοίκων από βοσκούς σε καλλιεργητές που είχαν τα δικαιώματα αλλά και τις υποχρεώσεις πολιτών του βασιλείου του. Με την πολιτική του ο Φίλιππος καταρχήν εξασφάλισε τα βόρεια σύνορα εδραιώνοντας την κεντρική εξουσία στην Άνω Μακεδονία.
Επέκταση προς Δυσμάς…
Στα χρόνια της βασιλείας του Φιλίππου Β΄, οι δραστηριότητες των Θρακών βασιλέων αποτελούσαν μόνιμη πηγή ανησυχίας και δημιουργούσαν προβλήματα στα βόρεια σύνορα του Μακεδονικού κράτους. Ο Φίλιππος υποχρεώθηκε επανειλημμένως από τις περιστάσεις να εμπλακεί στις υποθέσεις της Θράκης. Όταν ο Φίλιππος κατέλαβε την Αμφίπολη (357 π.Χ) στον κάτω ρου του Στρυμόνα, οι Θράκες με επικεφαλής κάποιον Κετρίπορι, άρχισαν να επιτίθενται εναντίον ελληνικών πόλεων της πεδιάδας του Δάτου. Μία από αυτές, οι Κρηνίδες, ζήτησε προστασία από τον Φίλιππο, ο οποίος ανταποκρίθηκε άμεσα, θέτοντας τέρμα στις θρακικές επιδρομές, και προσάρτησε την περιοχή το 356 π.Χ..
Ο Φίλιππος διείδε την στρατηγική και οικονομική σημασία των Κρηνίδων. Αφού τις κατέλαβε, αύξησε τον πληθυσμό της με Μακεδόνες αποίκους και της έδωσε το όνομά του. Έτσι δημιουργήθηκε η Μακεδονική πόλη Φίλιπποι. Η πόλη περιβλήθηκε από ένα μεγάλο και ισχυρό τείχος και εκοσμήθει με ένα θέατρο από τα καλύτερα της Αρχαίας Ελλάδας. Η πόλη των Φιλίππων αναδείχθηκε πρώτιστη βασιλική αποικία και η προσάρτησή της αποτέλεσε ένα σταθερό βήμα προς την πραγματοποίηση της επέκτασης της Μακεδονίας από τον Στρυμόνα έως τον Νέστο. Ταυτόχρονα ο Φίλιππος άρχισε να εκμεταλλεύεται εντατικά τα χρυσωρυχεία που είχαν το όνομα «άσυλα», ίσως γιατί όπως υπέθεσε ο Γάλλος αρχαιολόγος Heuzey, όσοι εγκληματίες ή φυγάδες σκλάβοι έρχονταν εδώ, έβρισκαν ασυλία, δουλεύοντας στα χρυσωρυχεία. Ο Ηρόδοτος, ονομάζει τα χρυσωρυχεία Συλέος Πεδίον και Σκαπτή ύλη – και αποδίδει στα χρυσωρυχεία μια πρόσοδο ανώτερη από 1000 τάλαντα το χρόνο. Στους Φιλίππους εγκαταστάθηκε το βασιλικό νομισματοκοπείο, όπου κόπηκε το περίφημο νόμισμα (1).
<Χρυσό νόμισμα του Φιλίππου
Ο Φίλιππος επιθυμώντας την αύξηση του πληθυσμού εξασφάλισε νέες καλλιεργήσιμες γαίες πραγματοποιώντας αρδευτικά, αποξηραντικά και εκχερσωτικά έργα, ενώ μία σειρά φρουρίων στη Θράκη εξασφάλισε τον έλεγχο της περιοχής. Η χρηματοδότησή τους καλύφθηκε από τα έσοδα που προέρχονταν από την εκμετάλλευση των μεταλλείων του Παγγαίου κοντά στην Αμφίπολη, των Φιλίππων και του Δαμαστίου στην περιοχή της λίμνης Οχρίδας. (2) Ο Θεόφραστος που γνώριζε καλά την περιοχή των Φιλίππων, μας πληροφορεί πως τον 4ο αιώνα π.Χ, με την εγκατάσταση των Μακεδόνων αποίκων, εκτελείται ένα τεράστιο πλουτοπαραγωγικό έργο. Αποξηράνθηκε ένα μεγάλο μέρος της πεδιάδας που ως τότε ήταν σκεπασμένη με νερά και έλη. Το αποξηραντικό έργο που επιτεύχθηκε είχε και σαν αποτέλεσμα την καλυτέρευση του κλίματος της περιοχής. Με τον χρυσό της περιοχής στη δίαθεσή του μπορούσε να ελπίζει στην ευόδωση και των άλλων σχεδίων του.
Με την ενσωμάτωση των Παιώνων και των Αγριάνων στο στρατό απέκτησε καλής ποιότητας ανθρώπινο δυναμικό και σχημάτισε νέες μονάδες. Πλαισίωσε τη φάλαγγα των σκληροτράχηλων αγροτών του με τους εκπληκτικούς ακοντιστές από την Αγριανία που αργότερα θα γίνονταν περιώνυμοι στις εκστρατείες του γιου του Αλεξάνδρου. Έδωσε επίσης μάτια κι αυτιά στο στρατό του με τη χρήση ελαφρών ιππέων από την Παιονία και τη Θράκη. Οι ιππείς αυτοί ονομάστηκαν πρόδρομοι γιατί προηγούντο του στρατού σε αποστολές ανίχνευσης και συλλογής πληροφοριών. Κύριος εξοπλισμός τους ήταν ακόντια για καταδρομικές επιχειρήσεις. Υπάρχει όμως μία τοιχογραφία που παριστά έναν τέτοιο ιππέα να εφορμά και να λογχίζει τον εχθρό κρατώντας τη λόγχη του και με τα δύό χέρια. Αυτό μας πληροφορεί ότι υπό κατάλληλες συνθήκες ο σχηματισμός μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και σαν ιππικό εφόδου. Επιπλέον σχημάτισε και μηχανικό (μηχανοποιοί) με σύγχρονα πολιορκητικά μηχανήματα (καταπέλτες, χελώνες κ.α.) που θα του έδινε σημαντικό πλεονέκτημα στις συγκρούσεις που θα ακολουθούσαν.
Οδεύοντας προς το Νότο…
Λίγο πριν ο Φίλιππος υποτάξει τους Παίονες, ο βασιλιάς Αρταξέρξης Β’ της Περσίας πέθανε και τον διεδέχθει ο γιος του Αρταξέρξης Γ’ Ωχος, ένας δυναμικός άντρας του οποίου ο κύριος στόχος ήταν να ανακαταληφθεί η Αίγυπτος. Για να επιτύχει αυτό, έπρεπε να ελέγξει τη θάλασσα, και επομένως έπρεπε να λάβει μέτρα ενάντια στην Αθήνα, η οποία είχε ένα ναυτικό και είχε υποστηρίξει την Αίγυπτο σε πολλές περιπτώσεις. Ο σατράπης της Καρίας, Mαύσωλος, όμως κατάφερε να προκαλέσει μια επανάσταση μεταξύ των συμμάχων της Αθήνας. Αυτό ήταν η αρχή του «Κοινωνικού Πολέμου» (357-355 π,Χ.).
Αμέσως, ο Φίλιππος (που είχε δεχτεί πιθανώς τα χρήματα από το βασιλιά της Περσίας αλλά δεν χρειαζόταν και μεγάλη ενθάρρυνση ) κατέλαβε τη Αμφίπολη και ήρθε για πρώτη φορά σε σύγκρουση με τα συμφέροντα των Αθηνών. Οι κάτοικοι της πόλης δεν επλήγησαν ιδιαίτερα, αν και ο Μακεδόνας βασιλιάς διέταξε να εξοριστούν κάποιοι και τοποθέτησε φρουρά στην πόλη. Υποσχέθηκε όμως να παραχωρήσει τη νέα κατάκτησή του εάν οι Αθηναίοι του έδιναν Πύδνα, ένα σημαντικό λιμένα. Οι Αθηναίοι δέχτηκαν την προσφορά, αλλά όταν ο Φίλιππος κατάλαβε ότι δεν ήταν σε θέση να διεξάγουν δύο πολέμους συγχρόνως, αποφάσισε να κρατήσει και τις δύο πόλεις. Από τώρα και στο εξής, ο καθένας στην Ελλάδα κατάλαβε ότι για πρώτη φορά στην ιστορία, οι Μακεδόνες ήταν ενωμένοι, είχαν χρήματα και στρατό μαζί με έναν ικανό ηγέτη.
Ο Φίλιππος B’ είχε μεγάλες πολιτικές φιλοδοξίες που μπορούν να συγκριθούν με τις αντίστοιχες του Δημοσθένη. Ο Φίλιππο ήθελε να γίνει Στρατηγός Αυτοκράτωρ των Ελλήνων και να επιτεθεί στους Πέρσες. Έτσι αποφάσισε να κάνει ριζικές αλλαγές στη διοίκηση της Μακεδονίας, αλλαγές για τις οποίες είχε θέσει βάσεις ο Αρχέλαος. Κρατούσε τα παιδιά των ευγενών στο «Σώμα των Βασιλικών Παιδων» όπου μορφώνονταν και εξασφάλιζαν την πίστη των οικγενειών τους Διέθετε πλέον ευρύ κύκλο έμπειρων ανθρώπων και φιλόδοξων ταλαντούχων νέων, απ’ όπου ξεπήδησε η νέα ηγεσία.
Επόμενος στόχος του ήταν να επιβληθεί στο «Κοινόν των Χαλκιδέων» που πρωτοστατούσε η Όλυνθος. Την περίοδο της θηβαϊκής ηγεμονίας, η Όλυνθος έρχεται και πάλι σε ρήξη με την Αθήνα (368 – 358 π.Χ.) για την περιοχή της Αμφίπολης. Από το γεγονός αυτό προσπαθεί να επωφεληθεί ο Φίλιππος Β’. Στην αρχή της προσφέρει ως αντίδωρο για την φιλική της στάση την Ποτίδαια και την περιοχή της Ανθεμούντος. Η συμμαχία, ωστόσο, της Ολύνθου με το Φίλιππο δε θα διαρκέσει για πολύ, καθώς αντιτίθεται στα σχέδια του. Η πόλη γίνεται γνωστή από τους πύρινους φιλιππικούς λόγους του Δημοσθένη στην Αθήνα, ο οποίος δεν πετυχαίνει την αποστολή βοήθειας. Το 348 π.Χ. ο Φίλιππος ισοπεδώνει την πόλη και πουλάει τους κατοίκους της ως δούλους και επιβάλει στους Αθηναίους τη Φιλοκράτειο Ειρήνη. Ο δρόμος για το Νότο ήταν πλέον ανοιχτός. Ο Φίλιππος αρχικά προσπάθησε να πείσει τους Νοτιοέλληνες με τη δύναμη της διπλωματίας για ένωση και κοινή εκστρατεία κατά των Περσών με κυριότερο σύμμαχο ως το 338 π.Χ. τη Θήβα, αλλά και με υπολογίσιμους αντιπάλους την Αθήνα και τη Σπάρτη. Ο αρχαίος Ελληνικός κόσμος όμως, μολονότι είχε επίγνωση του κοινού αίματος και της κοινής φυλής, ποτέ δεν ενώθηκε σ’ ένα ενιαίο κράτος, έτσι ώστε να φαίνεται αφύσικο το σχέδιο του Φιλίππου. Από την άλλη μεριά όμως οι συνεχείς κατά τα τελευταία χρόνια πόλεμοι μεταξύ των μεγάλων Ελληνικών πόλεων είχαν ως αποτέλεσμα τη σοβαρή εξασθένηση του Ελληνικού μεγαλείου, έτσι ώστε να φαίνεται σκόπιμη και ευκταία η συνένωσή τους κάτω από μια ισχυρή Ελληνική δύναμη. Οι απόψεις αυτές δίχασαν την αθηναϊκή κοινή γνώμη στους «Φιλιππίζοντες», όπως ονομάστηκαν οι Αισχίνης, Ισοκράτης, Δημάδης και Εύβουλος, και τους «αντί- Φιλιππίζοντες», με αρχηγό το μεγάλο ρήτορα Δημοσθένη, που θεωρούσαν χρέος τους εθνικό να μην αφήσουν να υποδουλωθεί η Ελλάδα στο «βάρβαρο» Φίλιππο.
<Ελεφαντοστέινη προτομη του Φιλιππου Β’ από τη Βεργίνα
Αφορμή για τις επεμβάσεις του Φιλίππου στο Νότο υπήρξε η πρόσκληση των Θεσσαλών να λάβει μέρος στον «Ιερό πόλεμο» εναντίον των συμμάχων των Αθηναίων Φωκαέων. Η μόνη φορά που αντιμετώπισε πρόβλημα ήταν όταν οι Φωκείς χρησιμοποίησαν καταπέλτες σαν υποστήριξη πυροβολικού και συνέτριψαν τη φάλαγγα. Ο Φίλιππος όμως ήταν ακλόνητος. Ανασυγκρότησε το στρατό του και κατάφερε να τους νικήσει το στρατό της Φωκίδας και του τυράννου των Φερρών, στη μάχη του Κρόκιου Πεδίου το 352 π.Χ. πετυχαίνοντας παράλληλα άλλες δύο νίκες στο διπλωματικό πεδίο: την υποταγή της Θεσσαλίας στη Μακεδονία (άρα και την ένταξη του περίφημου θεσσαλικού ιππικού στο στρατό του) και την αποδοχή της Μακεδονίας ως μέλους του Αμφικτιονικού Συνεδρίου των Δελφών, προβάλλοντας έτσι την Μακεδονία ως πρωταγωνιστική δύναμη σταθερότητας στα ελληνικά πράγματα. Ύστερα, με το συνέδριο της Κορίνθου, ένωσε τους Έλληνες και πολιτικά, εκτός από τη Σπάρτη, που επέλεξε την απομόνωση και τη συνεχή αντιπαράθεση με τους Μακεδόνες, και την ουδέτερη Κρήτη.
Ήδη όμως, από το 345 π.Χ. η αντιφιλιππική παράταξη του Δημοσθένη άρχισε να κερδίζει έδαφος στην εκκλησία του Δήμου. Αναδιοργανώθηκε ο Αθηναϊκός στόλος και συγκροτήθηκαν ισχυρές συμμαχίες με άλλες πόλεις. Έτσι όταν ο Φίλιππος ενώ βρισκόταν στο Βόσπορο, πολιόρκησε το Βυζάντιο (340 π.Χ.) κόβοντας τον επισιτισμό των Αθηναίων, αντιμετώπισε τον αθηναϊκό στόλο και αναγκάστηκε να λύσει την πολιορκία και αν γυρίσει στη Μακεδονία. Ο Νότος τον ενδιέφερε περισσότερο τώρα, που τα βορειοανατολικά σύνορα του κράτους του είχαν φτάσει στον Εύξεινο και τον Ίστρο. Με πρόφαση λοιπόν την αμφικτιονική δίκη της Άμφισσας στους Δελφούς για ιεροσυλία, επενέβη για τρίτη φορά στον «Ιερό Πόλεμο» και κυρίεψε την Ελάτεια (339 π.Χ.). Τώρα πια ο κίνδυνος για την Αθήνα ήταν άμεσος. Τρομοκρατημένος ο Δημοσθένης πήγε ο ίδιος στη Θήβα και πέτυχε να εξασφαλίσει τη συμμαχία της για την αναχαίτιση του κοινού εχθρού. Όμως Φίλιππος , αφού κυρίεψε τα στενά του Μπράλου και την Άμφισσα , κατατρόπωσε τους δύο μεγάλους στρατούς στην περίφημη μάχη της Χαιρώνειας τον Αύγουστος του 338 π.Χ. Εκείνη τη μέρα ο 18χρονος Αλέξανδρος, που διοικούσε το Μακεδονικό ιππικό, εξολόθρευσε τον Ιερό λόχο των Θηβαίων και οι φαλαγγίτες επκράτησαν των οπλιτών.
Θρίαμβος και τραγωδία.
Μετά τη Χαιρώνεια ο Φίλιππος έγινε ο αποκλειστικός κύριος των πολιτικών πραγμάτων στην Ελλάδα και ένωσε όλους τους Έλληνες σ’ ένα είδος ομοσπονδίας με κοινό διοικητικό όργανο το «Συνέδριο των Ελλήνων» που έδρευε στην Κόρινθο και είχε σκοπό έναν πανελλήνιο πόλεμο κατά των προαιωνίων εχθρών της φυλής. Αυτό που μισό αιώνα τώρα λαχταρούσε ο Ισοκράτης γινόταν πραγματικότητα αλλά εμποδιζόταν απο τις Μακεδονικές δυναστικές έριδες. O Φίλιππος, έχοντας διώξει την Ολυμπιάδα, παντρεύτηκε την Κλεοπάτρα, ανιψιά του Αττάλου. Στο γαμήλιο γλέντι ο Άτταλος εύχεται στο ζευγάρι να αποκτήσει γρήγορα ένα νόμιμο διάδοχο (αποκαλώντας έμμεσα τον Αλέξανδρο νόθο). Ο Αλέξανδρος άδειασε το ποτήρι του στα μούτρα του Αττάλου και ξέσπασε ένας φοβερός καυγάς. Ο Φίλιππος, μεθυσμένος, τραβά το ξίφος του αλλά σκοντάφτει και πέφτει κάτω. Ο Αλέξανδρος σχολιάζει «δείτε τον άνθρωπο που θέλει να περάσει στην Ασία και δεν μπορεί να περάσει πάνω από ένα τραπέζι». Ο Αλέξανδρος και η Ολυμπιάδα καταφεύγουν στην Ήπειρο. Η φυγή του Αλέξανδρου ανατρέπει τα σχέδια του Φιλίππου, που δεν μπορεί να εκστρατεύσει χωρίς αντιβασιλέα. Όμως ο Αλέξανδρος αργότερα γύρισε μετά την επέμβαση ενός Κορίνθιου οικογενειακού φίλου και ο Φίλιππος ξανάρχισε τα σχέδιά του στέλνοντας τον Ιούνιο του 336 π.Χ. στον Ελλήσποντο τον Άτταλο και τον Παρμενίων α με 10.000 άνδρες, για να προετοιμάσουν την εκστρατεία.
Η δολοφονια του Φιλίππου Β σε γκαρβουρα του 19ου αι.>
Ακολούθως οργάνωσε τον εορτασμό για τους γάμους της κόρης του Κλεοπάτρας με το βασιλιά των Μολοσσών της Ηπείρου στο θέατρο των Αιγών. Σύμφωνα με τον Διόδωρο, σε μια επίδειξη δύναμης ο Φίλιππος έκανε την είσοδό του στο θέατρο χωρίς την φρουρά του. Τότε όμως δολοφονήθηκε από έναν από τους πιο έμπιστους σωματοφύλακές του, τον Παυσανία. Ο Παυσανίας σκοτώθηκε λίγα λεπτά αργότερα από τους διώκτες του. Ο Αλέξανδρος είναι ο μόνος πιθανός διάδοχος και με την υποστήριξη του Αντίπατρου, που εκτελούσε χρέη «πρωθυπουργού» ανακηρύχθηκε από τον στρατό νέος βασιλιάς. Τα αίτια και οι ηθικοί αυτουργοί της δολοφονίας δεν εξακριβώθηκαν ποτέ.
Ο Φίλιππος Β’ είναι ο σημαντικότερος απ’ όλους τους προκατόχους του. Με την εισαγωγή νέας στρατιωτικής οργάνωσης και με τις πολιτικές του ικανότητες κατόρθωσε να ενώσει όλους τους ‘Έλληνες και να δημιουργήσει τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την κοσμοκρατορία του υιού του Μεγάλου Αλέξανδρου κληροδοτώντας του ένα ώριμο πια βασίλειο, με άριστο εξοπλισμό και σταθερή διοίκηση που οι κάτοικοί του ήταν σκληροτράχηλοι και καλοί εργάτες των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας.
Ο τάφος του Φιλίππου
Στις 8 Νοεμβρίου, 1977, ο αρχαιολόγος Μανώλης Ανδρόνικος , μετά από 15 χρόνια ερευνών ανακοίνωσε την ανακάλυψη του ασύλητου τάφου του Φιλίππου Β’ στην Βεργίνα της Ημαθίας. Τα οστά του Φιλίππου καθώς και τα οστά της τελευταίας του γυναίκας Κλεοπάτρας βρέθηκαν μέσα σε χρυσή λάρνακα βάρους 11 κιλών. Αργότερα ανακάλυψε κι άλλους Βασιλικούς Τάφους, πλούσιους σε κτερίσματα και τοιχογραφίες , επιβεβαιώνοντας ότι οι αρχαίες Αιγές – που μέχρι τότε τοποθετούνταν στην περιοχή της Έδεσσας – βρίσκονταν στη Βεργίνα.
Τα ευρήματα του τάφου αργότερα συμπεριλήφθηκαν στην έκθεση «Αναζητώντας τον Αλέξανδρο» που έγινε σε 4 πόλεις των ΗΠΑ από το 1980 ως το 1982. Αν και είναι ανακάλυψη μεγάλης αρχαιολογικής σημασίας, η ταυτοποίηση του τάφου του Φιλίππου έχει αμφισβητηθεί. Αρκετούς υποστηρικτές έχει η άποψη ότι πρόκειται για τον τάφο του Φιλίππου Γ΄.
-----------
1)Την αφθονία του χρυσού της Μακεδονίας αποδεικνύουν οι περίφημοι «Φιλίππειοι Στατήρες» («Εθνος» 21.1.1933).
2)Το ΙΓΜΕ ανεκοίνωσε ότι ενετόπισε: α) 8.000 κιλά προσχωματικού χρυσού σε τέσσερις περιοχές («Βήμα» 31.8.1995) και χρυσοφόρες ζώνες στο Παγγαίο και στην περιοχή Παλαιάς Καβάλας («Καθημερινή» 19.11.1988).
-------------------
Βιβλιογραφία:
- NGL Hanmond GT, Ιστορία της Μακεδονίας Τόμοι Α΄, Β΄, Φίλιππος, Βασιλεύς Μακεδόνων (Εκδοτική Αθηνών)
- The Seventy Great Battles of All Time, Edited by Jeremy Black, Thames & Hudson Ltd, 2005
- William Stearns Davis, Readings in Ancient History: Illustrative Extracts from the Sources, 2 Vols, (Boston: Allyn and Bacon, 1912-1913), Vol. I: Greece and the East.
- Πλούταρχος «Αλέξανδρος« Loeb Κλασσική Βιβλιοθήκη έκδοση 1920
- Πολύβιος μτφ. Evelyn S. Shuckburgh London: Macmillan, 1889.
- Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς Loeb Κλασσική Βιβλιοθήκη έκδοση1950
- Πολύαινος «Στρατηγήματα» J. M. Dent & Sons, Ltd., London, 1905
- Φροντίνος «Στρατηγήματα» J. M. Dent & Sons, Ltd., London, 1905
- Δίων Κάσσιος Loeb Κλασσική Βιβλιοθήκη έκδοση 1914
- Στράβων Γεωγραφικά Loeb Κλασσική Βιβλιοθήκη έκδοση 1920
- Παυσανίας «Ελλάδος Περιήγησις Βοιωτικα-Φωκικά» (Εκδοτική Αθηνών)